Δώσε μου λίγη ζωή

Page 1


Draft2.indd 2

3/2/15 3:16 μ.μ.


ΔΩΣΕ μου λίγη ζωή

Draft2.indd 3

3/2/15 3:16 μ.μ.


Τίτλος πρωτοτύπου: Mandami tanta vita

© Giangiacomo Feltrinelli Editore, 2013

Πρώτη έκδοση στα ιταλικά Μάρτιος 2013,

Giangiacomo Feltrinelli Editore, Μιλάνο, Ιταλία

© για την ελληνική έκδοση Εκδόσεις Ίκαρος, 2015

Μετάφραση από τα ιταλικά: Ανταίος Χρυσοστομίδης Τυπογραφική επιμέλεια: Ελευθερία Κοψιδά Σχεδιασμός - Εικονογράφηση εξωφύλλου:

Χρήστος Κούρτογλου - Indyvisuals Collective

Στοιχειοθεσία - Σελιδοποίηση: Εκδόσεις Ίκαρος

Εκτύπωση: Φωτόλιο & Τύπικον Γραφικές Τέχνες Α.Ε. Βιβλιοδεσία: Ι. Μπουντάς - Π. Βασιλειάδης Ο.Ε. Πρώτη έκδοση: Φεβρουάριος 2015 ISBN 978-960-572-055-1

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΚΑΡΟΣ • ΒΟΥΛΗΣ 4, 105 62 ΑΘΗΝΑ • Τ: 210 3225152 • www.ikarosbooks.gr

Draft2.indd 4

3/2/15 3:16 μ.μ.


Paolo Di Paolo

ΔΩΣΕ μου λίγη ζωή Μετάφραση από τα ιταλικά Ανταίος Χρυσοστομίδης

ΙΚΑΡΟΣ

Draft2.indd 5

3/2/15 3:16 μ.μ.


Draft2.indd 6

3/2/15 3:16 μ.μ.


στη Μικέλα

στην οικογένειά μου

Draft2.indd 7

3/2/15 3:16 μ.μ.


Draft2.indd 8

3/2/15 3:16 μ.μ.


I advance for as long as forever is

(Προχωρώ όσο διαρκεί το πάντα)

Ντυλαν Τομας, Twenty - four Years

Draft2.indd 9

3/2/15 3:16 μ.μ.


Draft2.indd 10

3/2/15 3:16 μ.μ.


Όποιος εμπιστεύεται την πρώτη εντύπωση, μπορεί και να ξεστρατίσει. Γι’ αυτόν, πάντως, ήταν αντιπάθεια. Ενστικτώδης,

ασυγκράτητη. Είχε στρέψει το κεφάλι του, όπως όλοι οι παρόντες, ακούγοντας μια επίμονη φασαρία στο βάθος της αίθου-

σας. Το μάθημα για τον Δάντη διαρκούσε ήδη μια ώρα, η ανία αυξανόταν όσο αυξανόταν και ο αριθμός των στίχων. Ο κορδωμένος καθηγητής, με τα μάτια καρφωμένα στο βιβλίο –το σουλούπι ενός τσαλαπετεινού, μικρό κεφάλι και ένα λοφίο από

λευκά μαλλιά–, σχολίαζε χαμηλόφωνα και πεισματικά, κάνοντας διαγωνισμό μονοτονίας με τον θόρυβο της βροχής. Ύστερα πρέπει να έπεσε κάποιο βιβλίο καταγής: ο γδούπος διέκοψε

τόσο τη φωνή του όσο και ένα ακατανόητο τρίστιχο του Πουργατόριου. Τότε ο τσαλαπετεινός σήκωσε επιτέλους τα μικρά σαν κουμπότρυπες μάτια του, και τους είδε.

Μια παρέα τριών ή τεσσάρων φοιτητών που κάθονταν στις

τελευταίες σειρές –κουβέντιαζαν μεταξύ τους εδώ και αρκετή

ώρα– είχε αρχίζει να χαχανίζει. Θα σας παρακαλούσα, κύριοι, είπε χωρίζοντας μία μία τις λέξεις και στρέφοντας αργά αργά

11

Draft2.indd 11

3/2/15 3:16 μ.μ.


τον λαιμό του, στην αρχή προς τα δεξιά κι ύστερα προς τα αριστερά, αν τυχόν δεν ενδιαφέρεστε για το μάθημα, να εγκαταλείψετε την τάξη. Στο σημείο αυτό ο πιο ξερακιανός –ξεχώριζε

λόγω ύψους και μιας μάζας από ξανθές μπούκλες στο κεφάλι– ξαφνικά σηκώθηκε, μάζεψε το βιβλίο που λίγο πριν είχε αφήσει

να πέσει και το έβαλε μέσα σε μια ήδη ξεχειλωμένη τσέπη του σακακιού του. Στον λαιμό φορούσε μια μικρή γραβάτα με σταθερό

κόμπο, στους αγκώνες κομμάτια από δέρμα, στη μύτη ένα ζευγάρι στρογγυλά γυαλιά τα οποία γυάλιζαν μέσα σ’ εκείνο το γκρίζο φως. Στα χείλη ένα πονηρό, σχεδόν κοροϊδευτικό, χαμόγελο.

Αξιότιμε κύριε καθηγητά, εξήγησε, η αλήθεια είναι πως πρό-

κειται για μια κίνηση διαμαρτυρίας κατά του ατόμου σας, αλ-

λά και μια προσπάθεια να ξυπνήσουμε από τον ύπνο το ακροα­ τήριό σας. Πολλοί έκρυψαν το γέλιο τους καλύπτοντας με το χέρι το στόμα τους. Πέρασε ένα ατέλειωτο λεπτό σιωπής. Ο καθηγητής κοίταζε ίσια μπροστά του σαν να είχε παγώσει. Άνοι-

ξε το στόμα χωρίς να βγάλει ήχο. Ύστερα οι πρώτες λέξεις ήταν Σαν χαυνωμένος. Να άρχιζε με αυτή την παραδοχή η απάντησή του στη διαμαρτυρία;

Στην τάξη κυριαρχούσε ακόμα η απόλυτη σιωπή, μπροστά

στην οποία ακόμα και η βροχή έμοιαζε να έχει παραδοθεί. Σαν

χαυνωμένος, επανέλαβε ο τσαλαπετεινός, αλλά δεν ήταν παρά η συνέχεια του δαντικού τρίστιχου που είχε αφήσει στη μέση, Σαν χαυνωμένος, το συρφετό της Σενναάρ θωρούσε / που κορδωμέ-

νος στάθηκε μαζί του.1 Κορδωμένος είπατε; Aπλή σύμπτωση. Στο επόμενο τρίστιχο η παρέα των διαμαρτυρομένων είχε ήδη εγκα-

ταλείψει την τάξη.

Ο Μοράλντο είχε εντυπωσιαστεί. Το πρόσωπο εκείνου του

νεαρού τον είχε ενοχλήσει και ταυτόχρονα –θα το παραδεχόταν 12

Draft2.indd 12

3/2/15 3:16 μ.μ.


δύσκολα, στραβώνοντας το στόμα– τού είχε προκαλέσει την περιέργεια. Ο τύπος εκείνος ήταν αντιπαθής, ναι, καθαρές κουβέντες. Σίγουρος για τον εαυτό του, και υπεροπτικός: ένα χλωμό αγοράκι που μεγάλωσε απότομα, με νευρικές κινήσεις και

το μήλο του Αδάμ να εξέχει. Αργότερα θα ανακάλυπτε ότι αυτός και η μικρή ομάδα του ερχόντουσαν από τη Νομική και ότι κάθε τόσο περνούσαν από τη Φιλολογία με την ιδιότητα των

ακροατών. Εκείνος, ο αρχηγός, είχε μόλις ιδρύσει ένα σοβαροφανές περιοδικάκι: είχε αφήσει μερικά σκόρπια τεύχη στα τελευταία θρανία. Περνούσε τον χρόνο του σε διαλέξεις, βιβλία, πολιτικές συζητήσεις. Κάποιοι τους ονόμαζαν, αυτόν και τους φίλους του, Ακαδημία των Παθιασμένων.

Οι φήμες που ακούγονταν στους διαδρόμους ήταν υποβο-

λιμαίες και παράξενες: αυτοί οι τρελάρες συναντιόντουσαν τα

άγρια χαράματα για να διαβάσουν Καντ. Οι γελοίοι! Μια σπεί-

ρα από αριβίστες που είχαν διαλέξει να παρακολουθούν τους

σωστούς καθηγητές. Το ωραίο ήταν ότι είχαν τα κότσια να παριστάνουν και τους εξεγερμένους. Μερικοί έπαιρναν όρκο ότι είχαν δει τον τύπο με τα σγουρά μαλλιά, στην άλλη σχολή, να

δίνει μαθήματα Πολιτικής Οικονομίας δίπλα στον καθηγητή Εϊνάουντι που τον ευλογούσε με τα μάτια.

Αρχικά, ο Μοράλντο, ανασήκωνε τους ώμους, δεν έλεγε τί-

ποτα, ταλαντευόταν μεταξύ της αμηχανίας και της έλξης που

ένιωθε. Αλλά το σκεφτόταν συνεχώς: μια παρόμοια ζωή –τόσο ενεργητική, τόσο αποφασιστική, τόσο ξεκάθαρη– δεν θα τον έβγαζε από εκείνη την αβεβαιότητα στην οποία είχε βουλιάξει;

Θα μπορούσε επιτέλους για μια φορά να αντιτάξει με υπερηφάνεια κάτι στις αμφιβολίες του πατέρα του.

Πολυαγαπημένοι μου γονείς –θα τους έγραφε στα γρήγορα 13

Draft2.indd 13

3/2/15 3:16 μ.μ.


ένα γράμμα–, είμαι καλά και το ίδιο ελπίζω για σας, οι υποχρεώ­ σεις με κρατούν εδώ στην πόλη και για το τέλος της εβδομάδας, άρα δεν θα μπορέσω να έρθω στο Καζάλε, άρχισα μια συνεργασία με τις λογοτεχνικές σελίδες ενός έγκυρου εντύπου, πηγαίνω σε διαλέξεις και άρχισα να αποκτώ καλές σχέσεις με

μερικούς αξιόλογους συναδέλφους και με διάφορους καθηγητές της σχολής μου.

Ονειρευόταν να γευτεί τη θέρμη και την αποδοχή που μέ-

χρι τότε είχε στερηθεί. Έχεις ένα θείο γιατρό –σε πολλά οικογενειακά δείπνα η ίδια πάντα συζήτηση–, είσαι σίγουρος πως οι

σπουδές Φιλολογίας είναι μια σωστή επιλογή; Λίγο έλειπε να αρχίσουν να τον προτρέπουν να πάει για θεολόγος. Μια φορά,

ο μεγάλος του αδελφός, για αστείο, του είχε πει Αν είχες γεννηθεί γυναίκα, θα ήσουν η καλόγρια Μοράλντα, να είσαι σί-

γουρος. Αδελφή Μοράλντα, στις προσευχές σου, πες μια καλή κουβέντα για μας στην Παναγία.

Όταν όμως δημοσιεύτηκε η υπογραφή του στην εφημερίδα

Μονφεράτο για πρώτη φορά είχε –τουλάχιστον για μισή ώρα– την

αίσθηση ότι τα πράγματα μπορούσαν να αλλάξουν. Μόλις πήρε το φύλλο από το περίπτερο, βάλθηκε να τρέχει σαν άνεμος

προς το μαγαζί του πατέρα του, πετούσε σαν σαΐτα με την ψυχή στο στόμα, μισό μέτρο από τη γη. Ύστερα, μπροστά από τη

βιτρίνα, ξαφνικά σταμάτησε. Καρφωμένος στο πεζοδρόμιο της οδού Ρόμα, έμεινε να παρακολουθεί μια σκηνή που, την ίδια μέρα, ενώ ο ίδιος ήταν απών, μπορούσε να επαναληφθεί και

δέκα και δεκαπέντε φορές. Λες και επρόκειτο για ένα πρωτό-

φαντο, συνταρακτικό γεγονός, κοίταζε τον πατέρα του να σκύβει στα πόδια ενός πελάτη για να τον βοηθήσει να φορέσει ένα

ζευγάρι παπούτσια. Τι το παράξενο; Τίποτα, ήταν μια συνη14

Draft2.indd 14

3/2/15 3:16 μ.μ.


θισμένη και χωρίς ιδιαίτερη σημασία σκηνή. Αυτός όμως ο πατέρας με το γιλέκο και το πουκάμισο, με τη χοντρή κοιλιά, που

σκύβοντας παράπαιε σαν γέρικη φώκια, αυτός ο πατέρας ήταν ο πατέρας του. Τα σχεδόν λευκά μουστάκια του, σε απόσταση

μισής παλάμης από το γόνατο ενός αγνώστου. Υπήρχε κάτι το δουλοπρεπές που τον λάβωνε σε εκείνη τη στάση.

Είχε περιμένει να βγει ο πελάτης για να μη διακινδυνεύσει

πιθανές συστάσεις. Είχε ντραπεί για τον πατέρα του, κι αυτό

ήταν όλο. Έτσι, ανακοινώνοντάς του την ύπαρξη της υπογραφής του στην εφημερίδα, δεν είχε τη βοήθεια του ενθουσιασμού

που τον έκανε να τρέχει ένα τέταρτο της ώρας πριν. Είχε περιο-

ριστεί να αναφέρει, με αφηρημένο ύφος, ότι είχε δημοσιευτεί ένα σχόλιό του –το είχε ονομάσει έτσι, σχόλιο– για τη μη εκλογή στο κοινοβούλιο του άξιου δήμαρχου της Ποντεστούρα που, ένα χρόνο πριν, είχε δεχτεί επίθεση φασιστών τραμπούκων καθώς

επέστρεφε με το ποδήλατο στο σπίτι του. Οι αγρότες, ακούγοντάς τον να ουρλιάζει, εκείνη τη μέρα κατάφεραν να τον συνοδεύσουν με ασφάλεια στο υπόλοιπο τμήμα του δρόμου. Πώς

έπρεπε να ερμηνευτεί αυτή η ήττα; ποιες ήταν οι αιτίες; ήταν οι ερωτήσεις του Μοράλντο πριν την υπογραφή. Ήταν περήφανος για το ύφος της πολεμικής του. Αλλά και για την αρχή της επιστολής: Είμαι ένας νέος που παρακολουθεί με ενδιαφέρον

τα τοπικά πολιτικά γεγονότα. Ο πατέρας του όμως, εξακολουθώντας να κλείνει κουτιά και να τα βάζει σε ντάνες, είχε περιο­ ριστεί να του πει, ανασηκώνοντας το πιγούνι προς το μέρος της εφημερίδας που κρατούσε ο Μοράλντο, Άφησέ την εκεί.

Του είχε έρθει να βάλει τα κλάματα. Είχε κατεβάσει τον μπε-

ρέ σχεδόν ώς τα μάτια, αναποφάσιστος αν έπρεπε να κλειστεί

στο Σινέ Μοντιάλ και να ξεδώσει με δύο περιπετειώδη φιλμ, ή 15

Draft2.indd 15

3/2/15 3:16 μ.μ.


να πάει προς την οδό Καπέλο και, χωρίς να γίνει αντιληπτός,

να κατασκοπεύσει τις περίεργες κινήσεις στα πεζοδρόμια, την

ωραία κοκκινομάλλα που άκουγε στο όνομα Λόσνα με αναμμένη τη μικρή σόμπα της που έκαιγε κάρβουνο, ή προς την οδό

ντέι Γκράνι όπου, για να μείνει κανείς μισή ώρα με μια γυναίκα, αρκούσαν δέκα λιρέτες. Δεν έβρισκε το κουράγιο, έστριβε

στα στενά, γύριζε στο σημείο της αφετηρίας. Αισθανόταν βρό-

μικος κι αυτός, μερικές φορές, ήταν ο μοναδικός τρόπος για να νιώσει καλύτερα, δηλαδή χειρότερα.

16

Draft2.indd 16

3/2/15 3:16 μ.μ.


Ήταν η εποχή των επιστολών. Έκοβαν βόλτες σαν σμήνη πάνω από την πόλη νωρίς το πρωί. Οι φάκελοι βρέχονταν από τη

βροχή κι ύστερα φούσκωναν, μέχρι να γίνουν σαν κοσμηματοθήκες. Δεν θα σου ξαναγράψω γιατί θα είναι πολύ αργά – Θα έρθω Τρίτη

ή Τετάρτη – Έχω ένα σωρό πράγματα να σου διηγηθώ – Τα λόγια σου έφτασαν σε μένα σήμερα το πρωί – Αν μου γράψεις, κάνε το γρήγορα, μήπως και χαθεί το γράμμα σου.

Μερικές φορές έκρυβαν στο εσωτερικό τους μπούκλες από

μαλλιά ή επιταγές, με τον κίνδυνο να χαθούν, να γυρίσουν πίσω, με μια βάναυση διαγραφή του ονόματος του παραλήπτη.

Οι καλλιγραφίες, τα γραμματόσημα, οι σφραγίδες, μερικές φο-

ρές το βουλοκέρι και οι κίτρινες κηλίδες από τις σταγόνες ενός αρώματος: αυτά ήταν που τις έκαναν μοναδικές, ξεχωριστές

σαν ανθρώπινα πρόσωπα. Ο πόλεμος τις είχε μετατρέψει σε πράγματα ζωτικής σημασίας, πολύτιμα όσο λίγα στον κόσμο: μπορούσαν να λάμπουν σε σκοτεινές κουζίνες, να κρατήσουν

με κομμένη την ανάσα τις μητέρες μέχρι να λάβουν την επόμε-

νη ένδειξη ότι τα παιδιά τους ζούσαν. Η ζωή ήταν κι αυτό – να 17

Draft2.indd 17

3/2/15 3:16 μ.μ.


γράφεις επιστολές, να τις περιμένεις. Υπήρχε κόσμος που έβηχε για ώρες, ή έκλαιγε, ύστερα άπλωνε το επιστολόχαρτο πάνω στο τζάμι μήπως και μάθει πράγματα που δεν έβλεπε γραμμένα. Υπήρχαν ερωτικές φράσεις καμουφλαρισμένες με εξωτι-

κούς χαρακτήρες ώστε να εξουδετερωθεί η οικιακή λογοκρισία,

των μονίμως καχύποπτων και σε επιφυλακή γονέων. Υπήρχαν οι γιορτές και τα πένθη, οι γέροι που πέθαιναν, τα μωρά που

γεννιόντουσαν, υπήρχαν πάντα, μα πάντα, οι αρρώστιες, και

κάποιος που έπρεπε να ειδοποιηθεί. Μερικές φορές φάντα-

ζε αρκετό να βάλει κανείς, χωρίς ιδιαίτερο λόγο, στην κορυφή του επιστολόχαρτου τοποθεσία και ημερομηνία. Και την ακριβή ώρα του απογεύματος, αν μιλούσε για αγάπη. Σαν Μπερναντίνο ντι Τράνα, 14 Αυγούστου 1920, στις 6 το απόγευμα. Να ψάξεις κάποιον, να ρίξεις ένα αγκίστρι. Αξιότιμε κύριε καθηγητά, αυτό που

με εκπλήσσει μονίμως με Εσάς είναι η ετοιμότητα και η πειθαρχία με την

οποία απαντάτε σε όλες τις επιστολές, ακόμα και τις δικές μου. Γεννιόντουσαν εξ αποστάσεως φιλίες και έχθρες, ατέλειωτοι και επίμονοι διά­λογοι που δεν είχαν να φοβηθούν τα χιλιόμετρα ή τις

οροσειρές ή τις θάλασσες, όταν προέβλεπε κάτι τέτοιο η γεωγραφία. Το σημαντικό, τις περισσότερες φορές, ήταν απλώς

αυτό, να πεις σε κάποιον Είμαι εδώ, είμαι ζωντανός. Έφτασα, είμαι καλά. Αύριο φεύγω, δεν έχω πεθάνει. Σου επιβεβαιώνω ότι η άφιξη του τρένου είναι προγραμματισμένη για τις δέκα

και τέταρτο την Πέμπτη. Και πράγματι το τρένο έφτανε με μια πολύ μικρή καθυστέρηση.

Αυτό, για παράδειγμα, έφυγε από την Αλεσάντρια κάτω από

έναν μολυβένιο ουρανό, στις δύο Φεβρουαρίου. Η θερμοκρασία αγγίζει το μηδέν – νωρίς το πρωί, χαράματα, το τελευταίο

τμήμα της διαδρομής ήταν ένα τούνελ από ομίχλη και αδύνα18

Draft2.indd 18

3/2/15 3:16 μ.μ.


μο φως. Η μόνη σκέψη που ο Μοράλντο έκανε συνεχώς ήταν, Ο χειμώνας αυτός μου κήρυξε πόλεμο, όλα πάνε από το κακό στο

χειρότερο. Το σακάκι πρόλαβε να τσαλακωθεί, τα χέρια έτριψαν τα μάτια, ύστερα βάλθηκαν να ψάχνουν το κουτάκι με τις

καραμέλες για τον λαιμό. Δεν χρησιμεύουν σε τίποτα! Εσύ να

τις πάρεις έτσι κι αλλιώς, του είπε στην πόρτα η μάνα του φορώντας τη ρόμπα της, ακοίμητος φρουρός των ύπνων, των ξυπνημάτων και των αναχωρήσεων, τη νύχτα σε άκουσα να βή-

χεις. Λίγο πριν κοιμηθεί για μερικές ώρες, την είχε βάλει να του σουλουπώσει το μουστάκι, όπως ζητάει ο πατέρας του κάθε Κυριακή πρωί.

Ο σταθμός της Πόρτα Νουόβα έχει σιδερένιο σκελετό και

καρδιά. Οι ομπρέλες, τα μελόν: ένας γέρος κουτσαίνει κρατώντας δύο μπαστούνια, ένα αγόρι προχωρά με σκυμμένο το κεφάλι λες και δεν θέλει να τον αναγνωρίσουν. Η μυρωδιά είναι καπνιάς και δέρματος, με την υγρασία να κατακάθεται στους γιακάδες των σακακιών. Είναι ακόμα σκοτάδι, ακόμα για λίγο, και κάνει παγωνιά. Η πλατεία Κάρλο Φελίτσε, παραπέρα, είναι

μια λίγο πιο φωτεινή λεκάνη, σε ασημένιους και βιολετί τόνους.

Ο Μοράλντο νιώθει περιέργως τη βαλίτσα του πιο ελαφριά.

Στην αρχή της οδού Ρόμα κατατρέχεται από μια αμφιβολία αλλά την αποδιώχνει και προχωρά γρήγορα, περνώντας από τις

βιτρίνες των κομψών καταστημάτων με γλυκά και ποτά, που είναι ακόμα κλειστά. Από ένα ξενοδοχείο ένας χοντρός άνδρας

βγαίνει με την εφημερίδα Λα Στάμπα ανοικτή στα χέρια του. Ο

Μοράλντο ψάχνει ψιλά στις τσέπες του και στο πρώτο περίπτερο αγοράζει μία εφημερίδα. Από την πρώτη σελίδα έχει εξαφανιστεί η μοναδική είδηση που τον ενδιαφέρει πραγματικά,

εκείνη του Plus Ultra, του υδροπλάνου σε πτήση πάνω από τον 19

Draft2.indd 19

3/2/15 3:16 μ.μ.


Ατλαντικό. Το εξωτικό όνομα του προορισμού –Περναμπούκο–

ο Μοράλντο το είπε μέσα του τουλάχιστον εκατό φορές: όπως όταν, διαβάζοντας Σαλγκάρι, επαναλάμβανε τα ονόματα των

λουλουδιών που πίστευε ότι δεν υπήρχαν. Σιαμπάγκα, μουσέντα, ναγκατάμπο. Αρκούσε να τα προφέρει μεγαλόφωνα για να νιώσει αμέσως πως βρισκόταν αλλού.

Στην πλατεία Καστέλο τα φώτα σβήνουν, πάνω σε στύλους

πλουμιστούς σαν σκούρα γυναικεία φορέματα. Οι αμαξάδες καπνίζουν δίπλα στις άμαξες, οι μαθητές περνούν σε ομάδες των

τριών, των τεσσάρων, είναι σαν μαύρες κηλίδες στην ήδη γεμάτη με ποδηλάτες πλατεία. Το τραμ, σταματημένο στην αφετηρία, μοιάζει να τρέμει από το κρύο. Μόλις μπαίνει στην οδό Πο,

η οποία κατηφορίζει κατευθείαν προς το ποτάμι, ο Μοράλντο νιώθει να κατακλύζεται και πάλι από ανησυχία. Ένα νευρικό

κύμα που σπρώχνει τον λαιμό και τα μηνίγγια, κάνει τα βήματα και τις κινήσεις του μηχανικές, όπως αυτές του κουκλοθέα­ τρου Κόλλα. Όταν μια ζαρωμένη κάτω από τις στοές ζητιάνα τού απλώνει το χέρι, εκείνος επιταχύνει το βήμα του κινδυνεύοντας να γλιστρήσει πάνω στον πάγο. Από ένα καφέ στην

τεράστια πλατεία Βιτόριο φτάνουν τα λόγια ενός τραγουδιού, Είσαι θλιμμένη, δεν σε καταλαβαίνω, δεν ξέρω τι ψάχνεις, δεν ξέρω τι παραπάνω θέλεις.

Στον διάολο, σκέφτεται ο Μοράλντο. Δεν είναι θλίψη: μέσα

σ’ εκείνη την ατμόσφαιρα μπορεί κανείς να αισθάνεται και καλά. Είναι οργή. Είναι εκείνο το βίαιο πείσμα με το οποίο αναζητούμε εκείνον που μας έχει προδώσει, κτυπώντας με δύναμη τις πόρτες άδειων δωματίων. Αφήνει εκείνη τη σιωπή να συνεχίσει να τον καίει. Έχει την αίσθηση ότι δεν μπορεί να γλιτώσει, διότι όλα θα επιστρέψουν. Θα επιστρέψουν τα επιρρήμα20

Draft2.indd 20

3/2/15 3:16 μ.μ.


τα εκείνης της ηλίθιας επιστολής που έγραψε και που έμεινε αναπάντητη. Πρώτα θα επιστρέψουν τα επιρρήματα και μετά

θα επιστρέψει η οργή. Ειλικρινώς, συναδελφικώς συστήνομαι,

του είχε γράψει διαλέγοντας την πιο κομψή και την πιο προσεκτική καλλιγραφία που μπορούσε, αφού πρώτα πάλεψε πολύ

με τον εαυτό του, αφού αναρωτιόταν ένα ολόκληρο απόγευμα, ­όρθιος σε μια γωνιά της οδού Μπέρτολα σαν να ήταν χαφιές,

αν θα άρχιζε με το Αξιότιμε –τυπικό, ψυχρό, απόμακρο– ή με το Αγαπητέ φίλε. Αγαπητέ, ναι.

Ειλικρινώς, συναδελφικώς συστήνομαι. Πιστεύω ότι το πνεύμα μου ταιριάζει με το δικό σου.

Η φράση –του φαινόταν τέλεια– είχε πέσει στο κεφάλι του ξαφνικά με τις πρώτες σταγόνες μιας νεροποντής. Όλη η επιστολή

ήταν παιδιάστικη και όμορφη, τα ς ήταν σαν κλειδιά βιολιού

και τα ο μουσικές νότες, ήταν μια επιστολή γεμάτη ενθουσιασμό όπως τα είκοσι και κάτι χρόνια αυτού που την είχε γράψει. Παρ’ όλα αυτά ο παραλήπτης την είχε αγνοήσει. Ήταν σίγουρο

ότι την είχε λάβει: μόλις πέρασε ένας μήνας σιωπής, επιστρέφοντας στο Τορίνο την είχε ξαναστείλει, αυτή τη φορά, χωρίς

να εμπιστευτεί το ταχυδρομείο. Ενώ την έριχνε με τα ίδια του

τα δάκτυλα στη σχισμή του γραμματοκιβώτιου στον αριθμό 60

της οδού ΧΧ Σετέμπρε, ένιωθε να τον καρφώνουν τα καχύποπτα βλέμματα των περαστικών. Κυρίως όμως έτρεμε μήπως εμφανιστεί από τη μια στιγμή στην άλλη ο παραλήπτης: με εκείνη τη στεφάνη από σγουρά μαλλιά, με τα μικρά γυαλιά, έτοιμος να ζητήσει να μάθει τον λόγο της τόσης αδιακρισίας.

Σε μια τέτοια περίπτωση θα έπρεπε να του εξηγήσει πολλά 21

Draft2.indd 21

3/2/15 3:16 μ.μ.


πράγματα, αρχή κάνοντας από το γεγονός ότι είχε αποθέσει σε

εκείνες τις αράδες μια τόσο μεγάλη προσδοκία που είχε αιφνιδιάσει ακόμα και τον ίδιο. Στη μονοτονία της ύπαρξής του, υπολόγιζε ότι ακόμα και μια χωρίς σημασία κίνηση, μια οποιαδήποτε προσεκτική κίνηση, με τη σωστή δόση έντασης και ελπίδας, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια αναπάντεχη αλλαγή. Τι

του ζητούσε κατά βάθος; Τίποτα περισσότερο από μια πρώτη

χειραψία, μια επαφή ικανή να δημιουργήσει μια οικειότητα,

μια συμμαχία. Με την πρώτη ένδειξη ενδιαφέροντος, με την πρώτη ένδειξη ανοίγματος από την πλευρά του άλλου, ο Μοράλντο θα ήταν έτοιμος να γκρεμίσει μονομιάς τις παλιές δυσπιστίες, έτοιμος να περάσει στο πλευρό του. Οι μέρες όμως είχαν περάσει χωρίς να έρθει κάποια ένδειξη. Είχε ξαναδοκιμάσει, και πάλι τίποτα. Η εμπιστοσύνη και η υπομονή εξαντλήθηκαν γρήγορα.

Να είχε αρχίσει να του γίνεται έμμονη ιδέα; Όταν μιλού-

σε γι’ αυτόν, δεν έχανε ευκαιρία να τον κατηγορήσει. Ρωτούσε, ζητούσε να μάθει, τον χλεύαζε. Γινόταν υπερβολικός ξέρο-

ντας ότι αυτός ήταν ο μοναδικός τρόπος για να μετριάσει κάπως την ντροπή που ένιωθε. Έπρεπε να γίνει ένας διαβολέας, όπως όποιος προδίδει πριν ο πετεινός λαλήσει τρις· να μπορεί να μην κοκκινίζει, να τρίβει τα χέρια του κοιτάζοντας αλλού.

22

Draft2.indd 22

3/2/15 3:16 μ.μ.


Ο κόσμος είχε γίνει γι’ αυτόν εχθρικός. Εδώ και καιρό οι μέρες

κυλάνε όλες ίδιες, όλες μαύρες, τις οποίες βιώνει σαν να συνωμοτούν εναντίον του. Ακόμα και το σχήμα ενός μαύρου σύννεφου μπορεί να του φανεί ότι τον επιπλήττει, ότι τον καταδικάζει, μια απειλητική φιγούρα ζωγραφισμένη από τον Μαντένια. Μια ατέλειωτη βροχερή μέρα μετατρέπεται σε προσωπική προσβολή. Κάτι μέσα του έχει σπάσει: ο Μοράλντο άρχισε να περπατά γεμάτος καχυποψία, και να ανοίγει με δυσκολία

δρόμο μέσα στη δυσπιστία του πλήθους. Κοιτάζοντας φευγα-

λέα τους άλλους, νιώθοντάς τους –ψάχνει τη λέξη– χωρίς λόγο εχθρικούς. Τον κρίνουν αρνητικά, το ξέρει, γι’ αυτό και επιταχύνει το βήμα του, σφίγγει τον γιακά της πατατούκας με το δεξί

του χέρι στον λαιμό, προχωρά ίσια μπροστά του ακόμα κι όταν

κανείς δεν τον περιμένει. Ένας θόρυβος στα νώτα του – κάτι που γρατζουνάει το λιθόστρωτο– μπορεί να τον ωθήσει να γυρίσει

διακριτικά το κεφάλι για να βεβαιωθεί ότι δεν τον παρακολου-

θεί κανείς. Είναι όμως απλώς ένα ανόητο φύλλο δέντρου που σπρώχνει ο άνεμος.

23

Draft2.indd 23

3/2/15 3:16 μ.μ.


Το 1926 ξεκίνησε χωρίς να υπόσχεται τίποτα το καλό. Παρότι

δεν τα πάει άσκημα με τις εξετάσεις, ο Μοράλντο δεν τα πάει

καλά με τη θεωρία. Σπαζοκεφαλιάζει με τη φιλοσοφία αλλά οι έννοιες εκρήγνυνται μέσα του ακριβώς τη στιγμή που πιστεύει

ότι τις έχει κατανοήσει. Ο Καντ και ο Χέγκελ ξεροβήχουν πίσω

από την πλάτη του σαν δύο στρυφνοί γέροι. Το θέμα δεν είναι

καν να τους καταλάβει, το θέμα είναι να καταλάβει τον εαυτό του. Πού βρίσκεται σε σχέση με αυτούς. Ποιες οι σκέψεις του.

Ποια είναι η ραχοκοκκαλιά της ηθικής του. Ζηλεύει την ευκολία με την οποία πολλοί συνομήλικοί του ξέρουν πού πατάνε.

Που αδιαφορούν για τα πάντα, χωρίς ενοχές· ή που παίρνουν

φωτιά ή ψυχραίνονται ή κάνουν του κεφαλιού τους. Έχει σημασία το μέρος στο οποίο πατάς.

Διάβαζαν μαζί για τις εξετάσεις, εκείνος της άρπαζε το βιβλίο

από τα χέρια, σειρά μου τώρα. Αν μπορούσε, θα της διάβαζε τη φρεσκοτυπωμένη Φιλοσοφία του Τζανμπατίστα Βίκο, του Κρότσε, με

ύφος ερωτικής εξομολόγησης. Πού είχες σταματήσει; Εκεί που λέει «διαλογιζόμενοι». Ωραία, επομένως συνεχίζω από δω: «τα

άτομα και οι λαοί, στο πάθος τους να παράγουν ή βγαίνοντας

από αυτό το πάθος, μπορούν ίσως να εκφράσουν την ψυχική τους

κατάσταση» – αν μπορούσε, αν ήξερε να το κάνει, θα της αποκάλυπτε το δικό του, θα της έλεγε τι σήμαινε γι’ αυτόν η βόλτα που έκαναν μαζί στο παγωμένο πάρκο Βαλεντίνο: ήταν σχεδόν σκοτάδι, η πάχνη πάνω στα φύλλα έστελνε ένα λαμπερό φως – Γιατί σταμάτησες;

Συγγνώμη, συνεχίζω αμέσως, κάτι σκεφτόμουν, προσπα-

θούσα να καταλάβω... «όταν δεν αποφασίζουν να σιωπήσουν

και να περιμένουν, διηγούνται για τον εαυτό τους φανταστικές ιστορίες, με σύμμικτες αλήθειες και ποίηση». 24

Draft2.indd 24

3/2/15 3:16 μ.μ.


Θα έπρεπε να της εξομολογηθεί ότι δεν είχε υπάρξει εντε-

λώς ειλικρινής μαζί της. Όταν συστήθηκαν, χωρίς να αναλογιστεί τις συνέπειες, της είχε μιλήσει για έναν πατέρα που εμπορευόταν στο εξωτερικό παπούτσια πολυτελείας – ενώ αντίθετα

είχε μια μικρή οικογενειακή επιχείρηση. Της είχε διηγηθεί ότι ο παππούς του ήταν ένας από τους ιδρυτές του σώματος Κυνηγοί των Άλπεων, στις διαταγές του στρατηγού Γκαριμπάλντι.

Ήταν οι ιστορικές μέρες της άνοιξης του 1859. Είχε ανεμίσει κάτω από τη μύτη της ένα φυλλάδιο που αναφερόταν στο εγχείρημα, παρότι το όνομα του παππού του δεν ήταν γραμμένο. Άλλωστε ο Μοράλντο δεν τον είχε γνωρίσει ποτέ.

Γράφω σε μια εφημερίδα, είχε προσθέσει με υπερηφάνεια.

Στην πραγματικότητα η υπογραφή του είχε εμφανιστεί μονάχα δύο φορές στις φιλολογικές σελίδες. Αλλά η κοπέλα-Νίτσε

δεν ήταν καχύποπτη, ούτε έμοιαζε να δίνει ιδιαίτερη σημασία

στον κατάλογο με τις λιγότερο ή περισσότερο αξιόπιστες εύφημες μνείες που ο Μοράλντο επιδείκνυε. Έδινε αντίθετα την αίσθηση ότι της άρεσε ο ίδιος. Χωρίς γενεαλογικό δένδρο, χωρίς

μετάλλια. Πράγμα που, στα μάτια του ενδιαφερόμενου, φαινόταν τόσο αναπάντεχο, τόσο ψεύτικο, ώστε ήθελε να αντιταχθεί με όλες του τις δυνάμεις: τουλάχιστον σε αυτό, ήθελε να επαναβεβαιώσει την αρχή της πραγματικότητας.

Μάταια εκείνη του εξηγούσε, όσο πιο γλυκά μπορούσε, ότι

μπορείς να αγαπάς κάποιον ακόμα κι όταν αυτός δεν γράφει

σε εφημερίδες. Ότι μπορείς να τον αγαπάς γι’ αυτό που είναι.

Χωρίς να χρειάζονται άλλα πράγματα. Εκείνος της απαντούσε άσκημα, ούρλιαζε Τι πάει να πει αυτό; Αυτό που είναι, αυτό που είναι, επαναλάμβανε μέσα του, και ένιωθε ότι δεν θα

ήξερε να πει αυτό που ο ίδιος ήταν. Το μόνο που ξέρω να πω εί25

Draft2.indd 25

3/2/15 3:16 μ.μ.


ναι τι κάνω και τι δεν κάνω. Γινόταν ανυπόφορος. Αλλά το κορίτσι-Νίτσε δεν αποθαρρυνόταν: όσο περισσότερο εκείνος προσπαθούσε να την απωθήσει με τον λίβα της κακής του διάθεσης, τόσο εκείνη παρέμενε σταθερή και αμετακίνητη. Βλέποντας πως δεν κατάφερνε να τη λαβώσει, να θρυμματίσει την εμμονή της γι’ αυτόν –ένας όρκος πίστης που είχε δοθεί πότε;

Δεν είχε καταλάβει–, γινόταν ακόμα πιο σκληρός. Έκανε πιο

συστηματικό το καταστροφικό του σχέδιο. Δώσε μια απάντηση, μίλα, θα της ούρλιαζε, όπως ο Μιχαήλ Άγγελος σε ένα άγαλμα όταν –στα διαλείμματα ανάμεσα στο ένα και το άλλο μάθημα– στέκονταν πίσω από μια κολόνα της αυλής με την πρόθεση να τελειώσουν μια συζήτηση της οποίας δεν θυμόντουσαν πλέον το θέμα.

Ένα πρωί, στην οδό Τσερνάια, περνώντας μπροστά από μια

γυναίκα που πουλούσε λουλούδια από ένα καλάθι, σκέφτηκε

να αγοράσει ένα ματσάκι για κείνη. Δεν το έκανε αλλά της το

είπε: σκέφτηκα να, μα δεν το έκανα. Ίσως ήταν η πρώτη φορά που κατάφερε να τη στενοχωρήσει πραγματικά. Την είδε να χαμηλώνει ξαφνικά το βλέμμα της, να κατεβάζει τα χέρια

στους γοφούς της, τις παλάμες της να σφίγγουν τις πιέτες της φούστας και την ίδια να στέκεται αδρανής σαν πάνινη κούκλα.

Εκείνο το ίδιο απόγευμα ο Μοράλντο συνειδητοποίησε ότι

δεν την είχε φιλήσει ποτέ. Έμενε ζωντανή στα δάχτυλά του η

αίσθηση του τρέμουλου του στήθους της –την είχε σηκώσει ψηλά αστειευόμενος εκείνη την περίφημη βραδιά στο Βαλεντίνο– κάτω από τα χειμωνιάτικα ρούχα της. Κι εκείνη η δροσερή

μυρωδιά μπουγάδας. Μυρίζοντας δύο φρεσκοσιδερωμένα σε-

ντόνια, τώρα που είχε καταφέρει να την απομακρύνει από κοντά του, είχε για μια στιγμή την εντύπωση πως ήταν πάλι δίπλα 26

Draft2.indd 26

3/2/15 3:16 μ.μ.


του. Κι αυτό μεγάλωνε την οργή του, τον εκνευρισμό του. Την

περιφρόνηση προς τον εαυτό του. Είχε πνίξει μια ιστορία εν τη

γενέσει της, και χωρίς λόγο. Μπορούσε να ψάχνει τον λόγο για

ώρες, για να πάρει άφεση αμαρτιών, μα τίποτα, δεν υπήρχε. Είχε φερθεί σαν ηλίθιος και κακός. Ένας αχρείος.

27

Draft2.indd 27

3/2/15 3:16 μ.μ.


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.