Τελικη μελετη χαδα ερμιονιδα

Page 1

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ

ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ (Ι.Γ.Μ.Ε.)

ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ – ΜΕΛΕΤΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΣΤΑ ΥΠΟΓΕΙΑ ΝΕΡΑ ΚΑΙ ΕΔΑΦΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΘΕΣΗ ΑΣΤΙΚΩΝ ΣΤΕΡΕΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ "ΣΤΑΥΡΟΣ" ΔΗΜΟΥ ΕΡΜΙΟΝΙΔΑΣ

ΟΜΑΔΑ ΕΡΓΟΥ Ζόραπας Βασίλειος

M.Sc. Υδρογεωλόγος

Λάππας Ιωάννης

M.Sc. Υδρογεωλόγος

Λιακόπουλος Αλέξανδρος

Δρ Γεωχημικός

Φωτιάδης Άδωνις

Δρ Γεωλόγος – Χαρτογράφος

Γ3019/Y2246 Νοέμβριος, 2016 ΑΘΗΝΑ


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ii v

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1Ο ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟ – ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ – ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ 1.1 Μορφολογία & Τοπογραφία Ευρύτερης Περιοχής Έρευνας ..................................................................... 1 1.2 Υφιστάμενη Κατάσταση Περιβάλλοντος Περιοχής Χ.Α.Δ.Α ....................................................................... 2

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2Ο ΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ – ΤΕΚΤΟΝΙΚΗ 2.1 Γεωλογία Περιοχής Διδύμων – Λουκαϊτίου – Φούρνων .......................................................................... 12 2.1.1 2.1.2 2.1.3

Υποκείμενη Τεκτονική Ενότητα ................................................................................................................... 12 Υπερκείμενη Τεκτονική Ενότητα ................................................................................................................. 12 Περιοχή του Χώρου Απόθεσης .................................................................................................................... 13

2.2 Τεκτονική .................................................................................................................................................. 13

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3Ο ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ – ΥΔΡΟΦΟΡΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ 3.1 Γενικά ........................................................................................................................................................ 17 3.2 Υδρογεωλογικά Χαρακτηριστικά Σχηματισμών ....................................................................................... 17 3.3 Υδροφόρα Συστήματα .............................................................................................................................. 18

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4Ο ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ 4.1 Εισαγωγή .................................................................................................................................................. 22 4.2 Δειγματοληψία Υπόγειου Νερού – Μετρήσεις Πεδίου .................................................................................. 23 4.3 Μεθοδολογία – Έλεγχος Εργαστηριακών Χημικών Αναλύσεων .............................................................. 24 4.4 Ιοντικοί Λόγοι ........................................................................................................................................... 27 4.5 Δείκτες Κορεσμού & Σταθερότητας ......................................................................................................... 30 4.6 Ταξινόμηση Υπόγειου Νερού με Υδροχημικά Διαγράμματα ................................................................... 31 4.7 Στατιστική Επεξεργασία Υδροχημικών Δεδομένων ................................................................................. 37 4.7.1 4.7.2

Περιγραφική Στατιστική .............................................................................................................................. 37 Ανάλυση Συσχέτισης ................................................................................................................................... 45

4.8 Νιτρορρύπανση Υδροφόρου Ορίζοντα .................................................................................................... 45

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5Ο ΓΕΩΧΗΜΙΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΕΔΑΦΩΝ 5.1 Γενικά ........................................................................................................................................................ 48 5.2 Αποτελέσματα Μετρήσεων ...................................................................................................................... 51 5.3 Υφιστάμενη Κατάσταση Περιοχής Χ.Α.Δ.Α ............................................................................................... 52

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6Ο ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΧΩΡΟΥ Χ.Α.Δ.Α. 6.1 6.2 6.3 6.4

Γενικά ........................................................................................................................................................ 62 Υφιστάμενο Νομικό Πλαίσιο για Χ.Α.Δ.Α ................................................................................................. 62 Προτάσεις Αποκατάστασης ...................................................................................................................... 65 Γενικές Παρατηρήσεις – Σχόλια ................................................................................................................ 69

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7Ο

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ – ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

73 i


ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ

ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4Ο Γράφ.4.1

(αριστερά) Συσχέτιση των διαλυμένων στερεών (T.D.S. σε mg/l) και της ηλεκτρικής αγωγιμότητας (E.C. σε μS/cm) για το σύνολο των δειγμάτων και (δεξιά) συσχέτιση μετρημένων και υπολογισμένων στο εργαστήριο τιμών ηλεκτρικής αγωγιμότητας (σε μS/cm) .......................................................................... 25

Γράφ.4.2

(αριστερά) Γραφική συσχέτιση του ιοντικού λόγου Ca+Mg vs SO4+HCO3 με τη γραμμή 1:1 και (δεξιά) της ιοντικής σχέσης Na/Cl με το Cl, αναφορικά με τις υδρογεωχημικές διεργασίες ....................................... 28

Γράφ.4.3

Γραφική συσχέτιση του δείκτη Revelle με το Cl σε αριθμητικό (αριστερά) και λογαριθμικό (δεξιά) χαρτί30

Γράφ.4.4

Διαγράμματα, στα οποία απεικονίζεται (αριστερά) τα πεδία κορεσμού σε ασβεστίτη και γύψο και (δεξιά) η γραφική συσχέτιση του δείκτη κορεσμού με το σύνολο διαλυμένων στερεών (TDS) των υπόγειων νερών) ........................................................................................................................................ 31

Γράφ.4.5

Διάγραμμα αρδευτικής καταλληλότητας, κατά Richards (S.A.R.) .............................................................. 33

Γράφ.4.6

Διάγραμμα PIPER, στο οποίο (αριστερά) απεικονίζονται οι υδρογεωχημικές διεργασίες των δειγμάτων υπόγειου νερού, ενώ (δεξιά) προβάλλονται τα πεδία ταξινόμησης ......................................................... 33

Γράφ.4.7

Διαγράμματα (αριστερά) DUROV και (δεξιά) αναπτυγμένου DUROV, στα οποία απεικονίζονται τα πεδία ταξινόμησης με τους κυριότερους υδροχημικούς τύπους υπόγειου νερού .............................................. 34

Γράφ.4.8

Διαγράμματα (αριστερά) HEM και (δεξιά) WATERLOT, στα οποία απεικονίζεται η υδροχημική σύσταση του υπόγειου νερού, καθώς και τα πεδία ποσιμότητάς του ..................................................................... 34

Γράφ.4.9

Διαγράμματα (αριστερά) CHEBOTAREV και (δεξιά) SULIN, στα οποία απεικονίζεται η υδρογεωχημική σύσταση και προέλευση του υπόγειου νερού ........................................................................................... 35

Γράφ.4.10

Ακτινωτά – αραχνοειδή διαγράμματα, στα οποία απεικονίζονται οι υδροχημικοί τύποι υπόγειου νερού, που απαντούν στην περιοχή έρευνας ........................................................................................................ 36

Γράφ.4.11

Διαγράμματα γεωθερμομέτρων, στα οποία καταδεικνύεται η έλλειψη συσχέτισης του υπόγειου νερού με τη γεωθερμικό πεδίο ............................................................................................................................. 37

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5Ο Γράφ.5.1

Μέση σύσταση αστικών αποβλήτων (ΚΥΑ 50910/2727/2003) ................................................................. 52

ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1Ο Εικ.1.1

Λεκάνη απορροής, στην οποία εντάσσεται η περιοχή του Χ.Α.Δ.Α. (με κόκκινο χρώμα σημειώνονται οι θέσεις Χ.Α.Δ.Α. και άλλων αποθέσεων) ....................................................................................................... 1

Εικ.1.2

Τρισδιάστατη (3d) απεικόνιση της ευρύτερης περιοχής έρευνας με αποτύπωση του χώρου Χ.Α.Δ.Α. (κίτρινο χρώμα) και των εδαφικών δειγμάτων (κόκκινο χρώμα) ................................................................ 2

Εικ.1.3

Θέσεις απόρριψης ΑΣΑ στην ευρύτερη περιοχή του ΧΑΔΑ «Σταυρός Διδύμων». Οι θέσεις διάθεσης αποβλήτων ελαιοτριβείων στην πεδιάδα του Δ.Δ. Διδύμων έχουν επίσης τοποθετηθεί ........................... 4

Εικ.1.4

Απόψεις του αρχικού και βασικού ΧΑΔΑ της θέσης Σταυρός Διδύμων. Στην φωτογραφία 1γ διακρίνεται η θέση δειγματοληψίας και ο σωρός με το σύνθετο δείγμα. Η ανάμειξη δεμάτων και χύμα απορριμμάτων είναι εμφανής στις φωτογραφίες 1β και 1γ ....................................................................... 5

Εικ.1.5

Δέματα απορριμμάτων. Διακρίνεται η άμεση επαφή των δεμάτων με το έδαφος αλλά και τα ασύνδετα απορρίμματα του ΧΑΔΑ, καθώς και η καταστροφή μέρους αυτών............................................................. 6

Εικ.1.6

Αναερόβια καύση απορριμμάτων με έκλυση καπνού ................................................................................. 7

Εικ.1.7

Κοπάδι από εκτρεφόμενα κατσίκια αναζητάει την τροφή του στο χώρο της χωματερής ........................... 7

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

ii


ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ

Εικ.1.8

Θέσεις απόρριψης απορριμμάτων στην περιοχή ΧΑΔΑ «Σταυρός» Διδύμων (υπόβαθρο από Google Earth) ............................................................................................................................................................ 8

Εικ.1.9

Η Θέση 1, στην οποία έχουν απορριφθεί υλικά οικοδομής, ξύλα και αστικά απορρίμματα ...................... 8

Εικ.1.10

Η θέση 2, στην οποία έχουν απορριφθεί σημαντικές ποσότητες ΑΣΑ ........................................................ 9

Εικ.1.11

Ανεξέλεγκτη απόρριψη ΑΣΑ, αλλά και μπαζών στη θέση 3 ......................................................................... 9

Εικ.1.12

Απόρριψη απορριμμάτων, αλλά και δεμάτων έξω από τα όρια του κύριου Χ.Α.Δ.Α. ............................... 10

Εικ.1.13

Πανοραμικές φωτογραφίες του βασικού Χ.Α.Δ.Α. «Σταυρός Διδύμων» ................................................... 10

Εικ.1.14

«Χώρος Α» Υπαίθρια δεξαμενή διάθεσης υγρών αποβλήτων ελαιοτριβείων στην πεδιάδα του Δ.Δ. Διδύμων ..................................................................................................................................................... 11

Εικ.1.15

«Χώρος Β» Υπαίθρια δεξαμενή διάθεσης υγρών αποβλήτων ελαιοτριβείων στην πεδιάδα του Δ.Δ. Διδύμων ..................................................................................................................................................... 11

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2Ο Εικ.2.1

Γεωλογικός χάρτης ευρύτερης περιοχής μελέτης ...................................................................................... 14

Εικ.2.2

Γεωλογική τομή, κλίμακας 1:25.000 .......................................................................................................... 15

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3Ο Εικ.3.1

Υδρολιθολογικός χάρτης ευρύτερης περιοχής μελέτης ............................................................................. 19

Εικ.3.2

Τροποποιημένη υδρολιθολική ταξινόμηση των γεωλογικών σχηματισμών με βάση την πρότυπη κατάταξη των Struckmeier & Margat, 1995 (Ματιάτος, 2010) .................................................................. 20

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4Ο Εικ.4.1

Επιτόπου (in situ) μετρήσεις φυσικοχημικών παραμέτρων και δειγματοληψία υπόγειου νερού από σημεία υδροληψίας στους οικισμούς των Διδύμων και Φούρνων ........................................................... 24

Εικ.4.2

Υδροχημικός χάρτης ευρύτερης περιοχής μελέτης .................................................................................... 38

Εικ.4.3

Χάρτης κατανομής ιόντων ασβεστίου (Ca) σε mg/l ................................................................................... 40

Εικ.4.4

Χάρτης κατανομής ιόντων μαγνησίου (Mg) σε mg/l ................................................................................. 41

Εικ.4.5

Χάρτης κατανομής ιόντων χλωρίου (Cl) σε mg/l ........................................................................................ 42

Εικ.4.6

Χάρτης κατανομής νιτρικών ιόντων (NO3) σε mg/l .................................................................................... 43

Εικ.4.7

Χάρτης κατανομής θειικών ιόντων (SO4) σε mg/l ...................................................................................... 44

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5Ο Εικ.5.1

Χάρτης με τις θέσεις δειγματοληψίας εδαφών ......................................................................................... 49

Εικ.5.2

Φωτογραφικές λήψεις από τη δειγματοληψία εδαφών ........................................................................... 50

Εικ.5.3

Τρείς (3) χρονικά διαφορετικές απόψεις της ίδιας θέσεις. Τα λιμνάζοντα νερά μετά τις βροχές της 16/09/2016, εξακολουθούν να υπάρχουν στις 19/09/2016 και αυτό παρά τις σχετικά υψηλές θερμοκρασίες της εποχής .......................................................................................................................... 53

Εικ.5.4

Χάρτης κατανομής των ιχνοστοιχείων στα εδαφικά δείγματα, εντός και πέριξ του χώρου του Χ.Α.Δ.Α .. 56

Εικ.5.5

Χάρτης κατανομής των κυρίων στοιχείων στα εδαφικά δείγματα, εντός και πέριξ του χώρου του Χ.Α.Δ.Α.57

Εικ.5.6

Χάρτης κατανομής του ολικού οργανικού άνθρακα στα εδαφικά δείγματα, εντός και πέριξ του χώρου του Χ.Α.Δ.Α. ................................................................................................................................................ 58

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6Ο Εικ.6.1

Θέσεις απόρριψης αστικών στερεών αποβλήτων στην περιοχή «Σταυρός 1» Διδύμων .......................... 66

Εικ.6.2

Σχέδιο αποκατάστασης 1 Όλα τα απορρίμματα συλλέγονται και μεταφέρονται στον κεντρικό Χ.Α.Δ.Α. Η αποκατάσταση συμπεριλαμβάνει και τα δεματοποιημένα απορρίμματα ................................................ 68

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

iii


Εικ.6.3

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ

Σχέδιο αποκατάστασης 2 Τα απορρίμματα από τις θέσεις 1, 2 και 3 συγκεντρώνονται στον κεντρικό Χ.Α.Δ.Α., όπου και αποκαθίστανται. Τα υγιή δέματα μεταφέρονται σε Χ.Α.Δ.Α. υποδοχής ταυτόχρονα με την αποκατάσταση ..................................................................................................................................... 68

ΠΙΝΑΚΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3Ο Πίν.3.1

Κατηγορίες συντελεστών διαπερατότητας, κατά Τerzaghi & Peck (1967) ................................................ 17

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4Ο Πίν.4.1

Μετρήσεις υπαίθρου – πεδίου σε υδροληπτικά έργα (γεωτρήσεις, πηγάδια) στην περιοχή μελέτης ..... 23

Πίν.4.2i

Χημικές αναλύσεις κύριων ιόντων υπόγειου νερού σε mg/l (ppm) .......................................................... 25

Πίν.4.2ii

Χημικές αναλύσεις ιχνοστοιχείων υπόγειου νερού σε μg/l (ppb), διοξειδίου του πυριτίου (SiO2) σε mg/l (ppm) και ολικού οργανικού άνθρακα (T.O.C.). σε μg/l C.......................................................................... 26

Πίν.4.3

Μέθοδοι δοκιμών εργαστηρίου αναλύσεων υπόγειου νερού και όριο ποσοτικοποίησής τους στα αναλυτικά εργαστήρια του Ι.Γ.Μ.Ε. ........................................................................................................... 26

Πίν.4.4

Οι κυριότεροι ιοντικοί λόγοι για τα υπόγεια νερά της περιοχής μελέτης ................................................. 27

Πίν.4.5

Δείκτες κορεσμού και σταθερότητας στα κυριότερα ανθρακικά και πυριτικά ορυκτά ............................ 31

Πίν.4.6

Βασικές στατιστικές παράμετροι φυσικοχημικών παραμέτρων, κύριων ιόντων και ιχνοστοιχείων ......... 46

Πίν.4.7

Ανάλυση συσχέτισης (κατά Pearson) μεταξύ των φυσικοχημικών παραμέτρων, των κύριων ιόντων και των ιχνοστοιχείων ...................................................................................................................................... 46

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5Ο Πίν.5.1

Περιεκτικότητα δειγμάτων εδάφους σε κύρια στοιχεία. ΣΤ013 και ΣΤ014 αποτελούν τα δείγματα, που ελήφθησαν μέσα στο χώρο του Χ.Α.Δ.Α., ΣΤ016, ΣΤ015 και ΣΤ012, αφορούν ιζήματα ρεμάτων, ενώ ΣΤb01 αποτελεί δείγμα εδάφους ενδεικτικό της τιμής πλαισίου της ευρύτερης περιοχής του Χ.Α.Δ.Α ... 51

Πίν.5.2

Περιεκτικότητα δειγμάτων εδάφους σε ιχνοστοιχεία. ΣΤ013 και ΣΤ014 αποτελούν τα δείγματα, που ελήφθησαν μέσα στο χώρο του Χ.Α.Δ.Α., ΣΤ016, ΣΤ015 και ΣΤ012, αφορούν ιζήματα ρεμάτων, ενώ το ΣΤb01 αποτελεί δείγμα εδάφους ενδεικτικό της τιμής πλαισίου της ευρύτερης περιοχής του Χ.Α.Δ.Α ... 51

Πίν.5.3

Τιμές pH και περιεκτικότητα δειγμάτων εδάφους σε ολικό άνθρακα. ΣΤ013 και ΣΤ014 αποτελούν τα δείγματα, που ελήφθησαν μέσα στο χώρο του Χ.Α.Δ.Α., ΣΤ016, ΣΤ015 και ΣΤ012, αφορούν ιζήματα ρεμάτων, ενώ το ΣΤb01 αποτελεί δείγμα εδάφους ενδεικτικό της τιμής πλαισίου της ευρύτερης περιοχής του Χ.Α.Δ.Α. ................................................................................................................................. 52

Πίν.5.4

Ανάλυση εκπλυμάτων από 15 χωματερές (Ehrig, 1988, Καββαδάς, 2005) ............................................... 54

Πίν.5.5

Τιμές ορίων για εδάφη από διάφορες χώρες ............................................................................................ 59

Πίν.5.6

Οριακές τιμές για περιεκτικότητες βαρέων μετάλλων σε εδάφη .............................................................. 60

Πίν.5.7

Προτεινόμενες οριακές τιμές εδαφών ανάλογα με τη χρήση τους σύμφωνα με το «Επιστημονικό Εγχειρίδιο Επιδημιολογικής Εκτίμησης» του έργου «Θεμελίωση οριακών τιμών βαρέων μετάλλων και τοξικών ουσιών σε σχολικές και αθλητικές εγκαταστάσεις και επιβεβαίωση με τη διενέργεια επιδημιολογικής εκτίμησης των επιπτώσεων στην υγεία των παιδιών» (Μακρόπουλος, 2013) .............. 61

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6Ο Πίν.6.1

Κατάταξη των Χ.Α.Δ.Α. σε σχέση με το βαθμό επικινδυνότητας και την κατηγορία προτεραιότητας λήψης μέτρων ....................................................................................................................................................... 65

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

iv


ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Με το με ΑΠ 7604/14.7.2015 έγγραφό του, ο Δήμος Ερμιονίδας ζήτησε από το Ι.Γ.Μ.Ε. τη διερεύνηση ενδεχόμενης περιβαλλοντικής επιβάρυνσης συνδεόμενης με το Χώρο Ανεξέλεγκτης Διάθεσης Απορριμμάτων (Χ.Α.Δ.Α.) στην περιοχή «Σταυρός» της Τοπικής Κοινότητας Διδύμων. Το Ι.Γ.Μ.Ε. απάντησε με το με ΑΠ 2712/29.09.2015 έγγραφό του και στη συνέχεια υπογράφηκε μεταξύ του Δήμου Ερμιονίδας και του Ι.Γ.Μ.Ε. η από 27/01/2016 Προγραμματική Σύμβαση Ανάθεσης Έργου με τίτλο «Διερεύνηση επιπτώσεων στα υπόγεια νερά και εδάφη από την απόθεση αστικών στερεών αποβλήτων στην περιοχή «Σταυρός» Δήμου Ερμιονίδος». Σε υλοποίηση της προαναφερθείσας Προγραμματικής Σύμβασης, ομάδα εργασίας του ΙΓΜΕ αποτελούμενη από τους κ.κ. Βασίλειο Ζόραπα και Ιωάννη Λάππα, υδρογεωλόγους της Δ/νσης Υδρογεωλογίας, καθώς και τον Δρ Αλέξανδρο Λιακόπουλο Γεωχημικό – Περιβαλλοντολόγο της Δ/νσης Γεωχημείας και Περιβάλλοντος του Ι.Γ.Μ.Ε., μετέβη σε εκτέλεση της με ΑΠ 2389/28‐7‐2016 εντολής εκτός έδρας μετακίνησης την 28η και 29η Ιουλίου 2016 στην περιοχή Σταυρός Διδύμων Ερμιονίδας για: α) τη διενέργεια αυτοψιών στον ευρύτερο της χωματερής χώρο, β) συναντήσεις με τη δημοτική αρχή και γ) συλλογή δεδομένων, προκειμένου να συνταχθεί ένα πρόγραμμα διερεύνησης τυχόν επιβάρυνσης από τη λειτουργία της χωματερής στα υπόγεια νερά και τα εδάφη. Η ίδια ομάδα εργασίας επανήλθε στην περιοχή μελέτης το διάστημα από 16/9/2016 έως και 19/9/2016, σε υλοποίηση της με ΑΠ 2823/9‐9‐2016 εντολής εκτός έδρας μετακίνησης. Στο διάστημα αυτό υλοποιήθηκε από τους συμμετέχοντες υδρογεωλόγους και γεωχημικό στοχευόμενο πρόγραμμα δειγματοληψιών και μετρήσεων σε υπόγεια νερά (πηγάδια και γεωτρήσεις) των Τ.Κ. Διδύμων και Φούρνων των πλησιέστερων στο χώρο του Χ.Α.Δ.Α., καθώς και στοχευόμενων δειγματοληψιών εδαφών γύρω από το Χ.Α.Δ.Α., αλλά και σε αποστάσεις από αυτόν. Το σύνολο των δειγμάτων μεταφέρθηκε και αναλύθηκε στη Δ/νση Αναλυτικών Εργαστηρίων του Ι.Γ.Μ.Ε. στο Ολυμπιακό Χωριό. Τέλος, οι κ.κ. Ζόραπας Βασίλειος, υδρογεωλόγος και Δρ Φωτιάδης Άδωνις, χαρτογράφος, μετέβησαν το διάστημα από 06/10/2016 έως 07/10/2016 με ΑΠ 3097/3‐10‐2016 εντολής εκτός έδρας μετακίνησης, προκειμένου να ολοκληρωθεί η αποτύπωση των γεωλογικών σχηματισμών της περιοχής του Χ.Α.Δ.Α. Οι εργασίες που πραγματοποιήθηκαν είναι: 

Συλλογή βιβλιογραφίας, που αφορά στην περιοχή

Προμήθεια τοπογραφικών χαρτών

Απογραφή των σημείων εμφάνισης ύδατος

Γεωλογική χαρτογράφηση σε κλίμακα 1:20.000

Δειγματοληψίες και αναλύσεις νερού από επιλεγμένα υδροσημεία (γεωτρήσεις – φρέατα) και μετρήσεις φυσικοχημικών παραμέτρων του νερού επιτόπου (pH, ηλεκτρική αγωγιμότητα, διαλυμένο οξυγόνο, θερμοκρασία νερού και αέρα κ.λπ.). Σε όλα τα δείγματα έχουν γίνει πλήρεις χημικές αναλύσεις για την περιεκτικότητά τους σε ανόργανα στοιχεία (κύρια και ιχνοστοιχεία) και επιλεκτικά, για ολικό άνθρακα (T.O.C. – Total Organic Carbon)

Δειγματοληψίες εδαφών από επιλεγμένες θέσεις και αναλύσεις αυτών για ανόργανα στοιχεία

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

v


ΕΙΣΑΓΩΓΗ

(κύρια και ιχνοστοιχεία), ολικό άνθρακα και μέτρηση pH 

Συλλογή στοιχείων υπαίθρου σχετικά με τη θέση, την τοπογραφία και την έκταση του χώρου

Συλλογή στοιχείων, που αφορούν στα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά των αποβλήτων

Στην παρούσα Τεχνική έκθεση, παρατίθενται και αναλύονται τα αποτελέσματα των ανωτέρω εργασιών και αναλύσεων, η αξιολόγησή τους, τα συμπεράσματα και οι προτάσεις για την αποκατάσταση του χώρου. Συνολικά, για την παρούσα μελέτη εργάστηκαν η επιστημονική ομάδα, που αναφέρθηκε και το επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό των αναλυτικών Δ/νσεων του Ι.Γ.Μ.Ε., συγκεκριμένα: οι χημικοί μηχανικοί κ.κ. Γκιντώνη Ελένη και Ξηρόκωστας Νικόλαος, που πραγματοποίησαν τις χημικές αναλύσεις των δειγμάτων νερού και εδαφών, η μεταλλειολόγος μηχανικός κα. Χαλκιοπούλου Φωτεινή και ο τεχνικός κ. Βασιλάκης Δημήτριος, που τυποποίησαν τα δείγματα. Οι συντάκτες της παρούσας μελέτης αισθάνονται την ανάγκη να ευχαριστήσουν το Δήμαρχο του Δήμου Ερμιονίδας κ. Σφυρή Δημήτριο για τη βοήθεια που παρείχε, τον πρόεδρο της Τ.Κ. Διδύμων κ. Σπανό Κων/νο, τον Αντιδήμαρχο κ. Αντωνόπουλο Ιωάννη και τον κ. Μπροδήμα Γεώργιο για την ουσιαστική συμβολή τους στην απογραφή των σημείων ύδατος και των χώρων γύρω από το Χ.Α.Δ.Α.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

vi


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ο

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟ – ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ – ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

1. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟ – ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ – ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ 1.1 Μορφολογία & Τοπογραφία Ευρύτερης Περιοχής Έρευνας Η περιοχή έρευνας βρίσκεται στη μεταξύ των «Διδύμων» και «Φούρνων» περιοχή σε αποστάσεις 2,8 και 2,1km αντίστοιχα, με μέσο υψόμετρο 250m (Εικ.1.1 & 1.2). Το μορφολογικό ανάγλυφο της ευρύτερης περιοχής, σε μεγάλο βαθμό, καθορίζεται από την τεκτονική και χαρακτηρίζεται από βυθίσματα και εξάρσεις διεύθυνσης Α‐Δ περίπου, με τα υψόμετρα να μειώνονται προς τα Δυτικά. Συγκεκριμένα, στη Βόρεια περιοχή συναντάται ο ορεινός όγκος «Μεγαλοβούνι» περιλαμβανομένης της πόλγης των Διδύμων, ενώ Ανατολικά το όρος «Αδέρες». Νότια αναπτύσσεται η τάφρος των Φούρνων, ενώ Νοτιότερα αυτής, μία σειρά εξάρσεων. Τέλος, προς τα Δυτικά, το ανάγλυφο καταλήγει στη θάλασσα, σε απόσταση 5,8km από την περιοχή του Χ.Α.Δ.Α. Το υδρογραφικό δίκτυο επίσης, καθορίζεται από την τεκτονική και τη φύση των σχηματισμών, που σχετίζεται με την ευκολία διάβρωσής τους. Η θέση του Χ.Α.Δ.Α. βρίσκεται κοντά στον υδροκρίτη, που χωρίζει την κλειστή λεκάνη των Διδύμων με τη λεκάνη που συλλέγει την χειμαρρική απορροή του όγκου «Μεγαλοβούνι». Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι α) ενδεχόμενη επιφανειακή μεταφορά ρύπων, προερχόμενη από το Χ.Α.Δ.Α. κινείται εντός της λεκάνης, δηλαδή, προς την πλευρά των «Φούρνων», β) στη θέση του Χ.Α.Δ.Α. δεν διέρχονται ή καταλήγουν νερά χειμάρρων και μόνο τα νερά της βροχόπτωσης δέχεται ο εν λόγω χώρος. Η λεκάνη είναι επιμήκης με διεύθυνση, που ξεκινά ΒΑ‐ΝΔ και στη συνέχεια στρέφεται σε Α‐Δ και εκβάλει Βόρεια των όρμων «Κοιλάδος» και «Λαμπαγιανά».

Εικ.1.1: Λεκάνη απορροής, στην οποία εντάσσεται η περιοχή του Χ.Α.Δ.Α. (με κόκκινο χρώμα σημειώνονται οι θέσεις Χ.Α.Δ.Α. και άλλων αποθέσεων). Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

1


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ο

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟ – ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ – ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Τέλος, αναφέρεται ότι το κλίμα στην περιοχή της Ερμιονίδας είναι ξηροθερμικό, με ύψη βροχής μικρότερα των 400mm στις πεδινές περιοχές και μικρότερα των 600mm στις ορεινές (όρη Μεγαλοβούνι, Αδέρες).

Εικ.1.2: Τρισδιάστατη (3D) απεικόνιση της ευρύτερης περιοχής έρευνας με αποτύπωση του χώρου Χ.Α.Δ.Α. (κίτρινο χρώμα) και των εδαφικών δειγμάτων (κόκκινο χρώμα).

1.2 Υφιστάμενη Κατάσταση Περιβάλλοντος Περιοχής Χ.Α.Δ.Α. Ο Χ.Α.Δ.Α. βρίσκεται στην Τοπική Κοινότητα Διδύμων, στη θέση Σταυρός. Οριοθετείται από πολύγωνο, του οποίου οι κεντροβαρικές συντεταγμένες των 5 κύριων κορυφών του, στο Ελληνικό Γεωδαιτικό σύστημα ΕΓΣΑ87, είναι (Εικ.1.3 & 1.4): Α/Α 1 2 3 4 5

X (ΕΓΣΑ 87) 428858 428745 428747 428793 428868

Y (ΕΓΣΑ 87) 4144510 4144525 4144624 4144689 4144683

Το κέντρο της θέσης του Χ.Α.Δ.Α. έχει συντεταγμένες Χ: 428495 και Y: 4107610. Το συνολικό εμβαδόν του χώρου, συμπεριλαμβανομένης και της έκτασης, στην οποία έχουν αποτεθεί τα δεματοποιημένα απορρίμματα, ανέρχεται στα 22.000m2 περίπου. Το εμβαδό της υποπεριοχής, την οποία ο Δήμος χρησιμοποιούσε ως Χ.Α.Δ.Α., ανέρχεται περίπου στα 6.360m2. Οι χρήσεις γης στην περιοχή (μη θεσμοθετημένες) είναι κύρια δασικές εκτάσεις, όπως και η έκταση, που διαμορφώθηκε για να αποτελέσει τον Χ.Α.Δ.Α. Σε ευθεία απόσταση μικρότερη των 100m στα Ανατολικά του χώρου εντοπίζονται καλλιέργειες (ελιές), σε ευθεία απόσταση 700m περίπου Βορειο – Ανατολικά του χώρου οριοθετείται βιομηχανική δραστηριότητα μικρής μονάδας παρασκευής

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

2


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ο

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟ – ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ – ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

έτοιμου σκυροδέματος, ενώ σε ευθεία απόσταση 720m προς τα Δυτικά διέρχεται η επαρχιακή οδός «Λυγουριό – Κρανίδι», από την οποία είναι ορατό το σύνολο του Χ.Α.Δ.Α. Δεν προγραμματίζεται νέα χρήση γης στην άμεση περιοχή του Χ.Α.Δ.Α. Το πλησιέστερο σημείο υδροληψίας από τους οικισμούς των Διδύμων και Φούρνων βρίσκεται σε ευθεία απόσταση από το Χ.Α.Δ.Α. 1,28km και 1,44km αντίστοιχα. Ο Χ.Α.Δ.Α. άρχισε να λειτουργεί το έτος 1992 και Φορέας λειτουργίας ήταν ο τέως Δήμος Κρανιδίου. Εξυπηρετούσε μέρος του πληθυσμού του τότε Δήμου Κρανιδίου και συγκεκριμένα των Δ.Δ. Διδύμων και Φούρνων. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011 ο μέσος εξυπηρετούμενος πληθυσμός ήταν 1.629 άτομα. Στον χώρο απόθεσης γινόταν απλή απόρριψη και ανά διαστήματα επικάλυψη με χώμα, ενώ δεν έλειψε και η καύση των απορριμμάτων κυρίως από αυταναφλέξεις. Λειτούργησε συνολικά για 16 χρόνια. Σήμερα ο Χ.Α.Δ.Α. είναι «ανενεργός», μετά την υπ’ αριθμ. 397/30‐01‐2009 απόφαση του Νομάρχη Αργολίδας για κλείσιμό του, χωρίς ωστόσο να έχει αποκατασταθεί. Οι ελάχιστες υποδομές που διαθέτει είναι αφενός ο χωμάτινος δρόμος πρόσβασης από την επαρχιακή οδό Διδύμων‐ Ηλιοκάστρου, αφετέρου η υποτυπώδης έως ανύπαρκτη αντιπυρική ζώνη πέριξ του Χ.Α.Δ.Α., καθώς και υπολείμματα από την αρχική περίφραξη, που όμως έχει ήδη καταστραφεί επιτρέποντας την πρόσβαση στο χώρο κοπαδιών ζώων.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

3


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ο

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟ – ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ – ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ Χ.Α.Δ.Α.

Εικ.1.3: Θέσεις απόρριψης ΑΣΑ στην ευρύτερη περιοχή του Χ.Α.Δ.Α. «Σταυρός Διδύμων». Οι θέσεις διάθεσης αποβλήτων ελαιοτριβείων στην πεδιάδα της Τ.Κ.. Διδύμων έχουν επίσης τοποθετηθεί. Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

4


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ο

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟ – ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ – ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ Χ.Α.Δ.Α.

Εικ.1.4: Απόψεις του αρχικού και βασικού Χ.Α.Δ.Α. της θέσης Σταυρός Διδύμων. Στη φωτογραφία 1.4γ διακρίνεται η θέση δειγματοληψίας και ο σωρός με το σύνθετο δείγμα. Η ανάμειξη δεμάτων και χύμα απορριμμάτων είναι εμφανής στις φωτογραφίες 1.4β και 1.4γ.

Στην ίδια περιοχή και σε έκταση όμορη αυτής του Χ.Α.Δ.Α. τοποθετήθηκε το 2010, κατόπιν σχετικής αδειοδότησης, μονάδα δεματοποίησης απορριμμάτων, η οποία λειτουργούσε με ευθύνη του τότε ΦοΔΣΑ Νομού Αργολίδας (Εικ.1.5). Η μονάδα δεματοποίησης λειτούργησε μόνο για δύο χρόνια και στη συνέχεια σταμάτησε επειδή δεν τηρούσε τους όρους της άδειας λειτουργίας της. Τα παραχθέντα από τον δεματοποιητή δέματα απορριμμάτων τοποθετούνταν απευθείας στο έδαφος και ακριβώς δίπλα από τον Χ.Α.Δ.Α., που όφειλε να είχε κλείσει, με αποτέλεσμα σήμερα να παρουσιάζεται η σύνθετη εικόνα, που προαναφέρθηκε: όγκοι δεματοποιημένων απορριμμάτων με εμφανή στοιχεία καταστροφής της δεματοποίησης, αλλά και σημαντικές ποσότητες ανεξέλεγκτα διατεθειμένων απορριμμάτων εκτεθειμένων στις καιρικές συνθήκες, μισοκαμένων, αναμεμειγμένων με χώμα και ασβεστολιθικά θραύσματα. Σημαντικός αριθμός δεματοποιημένων απορριμμάτων εμφανίζεται με κατεστραμμένο το υλικό δεματοποίησης, γεγονός που δημιουργεί πρόσθετα περιβαλλοντικά προβλήματα. Στο Βόρειο τμήμα του Χ.Α.Δ.Α., σε άμεση γειτνίαση με τον εκτός λειτουργίας σήμερα δεματοποιητή, έχουν δημιουργηθεί στα επιχωματωμένα απορρίμματα συνθήκες λειτουργίας καμίνων, μέσα στα οποία σιγοκαίονται τα απορρίμματα, με συνέπεια να υπάρχει τοπικά αυξημένη εδαφική θερμοκρασία και να εκλύονται στην ατμόσφαιρα καπνοί και έντονες οσμές (Εικ.1.6).

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

5


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ο

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟ – ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ – ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ Χ.Α.Δ.Α.

Εικ.1.5: Δέματα απορριμμάτων. Διακρίνεται η άμεση επαφή των δεμάτων με το έδαφος αλλά και τα ασύνδετα απορρίμματα του Χ.Α.Δ.Α., καθώς και η καταστροφή μέρους αυτών.

Η περίφραξη, που διέθετε ο χώρος είναι κατεστραμμένη και πρακτικά άχρηστη, με αποτέλεσμα να είναι προσπελάσιμος από κοπάδια ζώων, ακόμα και αυτών των κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων των κατοίκων της περιοχής (Εικ.1.7).

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

6


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ο

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟ – ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ – ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ Χ.Α.Δ.Α.

Εικ.1.6: Αναερόβια καύση απορριμμάτων με έκλυση καπνού.

Εικ.1.7: Κοπάδι από εκτρεφόμενα κατσίκια σε αναζήτηση τροφής στο χώρο της χωματερής.

Εκτός από το βασικό Χ.Α.Δ.Α. και το χώρο, που έχουν αποτεθεί, κατά τις εκτιμήσεις του Σώματος Επιθεώρησης Περιβάλλοντος – Δόμησης – Ενέργειας & Μεταλλείων, περίπου 30.000 δεματοποιημένες μπάλες ΑΣΑ (υπ’ αριθμ. Οικ.36/16‐01‐2015 απόφαση της Γενικής Διευθύντριας του προαναφερθέντος σώματος), εντοπίσθηκε απόρριψη απορριμμάτων σε τρείς άλλες θέσεις στη στενή περιοχή του Χ.Α.Δ.Α. Διδύμων. Οι Θέσεις αυτές είναι (Εικ.1.8): Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

7


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ο

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟ – ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ – ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ Χ.Α.Δ.Α.

Θέση 1. Σε παλιά εκσκαφή στο ρέμα στα Δυτικά – ΝΔ/κά του Χ.Α.Δ.Α. με κεντροβαρικές συντεταγμένες Χ: 428622 και Υ: 4144563 (Εικ.1.9).

Εικ.1.8: Θέσεις απόρριψης απορριμμάτων στην περιοχή Χ.Α.Δ.Α. «Σταυρός» Διδύμων (υπόβαθρο από Google Earth).

Εικ.1.9: Η Θέση 1, στην οποία έχουν απορριφθεί υλικά οικοδομής, ξύλα και αστικά απορρίμματα.

Θέση 2. Στα δεξιά του κύριου χωματόδρομου πρόσβασης στο Χ.Α.Δ.Α. και σε απόσταση περίπου 100m από τον οδικό άξονα, με κεντροβαρικές συντεταγμένες Χ: 428521 και Υ: 4144707 (Εικ.1.10). Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

8


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ο

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟ – ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ – ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ Χ.Α.Δ.Α.

Εικ.1.10: Η Θέση 2, στην οποία έχουν απορριφθεί σημαντικές ποσότητες ΑΣΑ.

Θέση 3. Ο σημαντικότερος, μετά τον κύριο Χ.Α.Δ.Α., χώρος απόρριψης απορριμμάτων στην περιοχή βρίσκεται μέσα σε δασική περιοχή και καταλαμβάνει το οδόστρωμα μη χρησιμοποιούμενου οδικού δικτύου. Ο συγκεκριμένος χώρος δε διαθέτει κανένα σύστημα πυροπροστασίας ή υποτυπώδους έστω περίφραξης. Οι κεντροβαρικές συντεταγμένες του χώρου είναι: Χ1: 428271, Υ1: 4144821 και Χ2: 428224, Υ2: 4144773 (Εικ.1.11).

Εικ.1.11: Ανεξέλεγκτη απόρριψη ΑΣΑ, αλλά και μπαζών στη Θέση 3.

Εκτός από τις βασικές αυτές θέσεις απόρριψης απορριμμάτων, αλλά και δεμάτων, παρατηρείται και απόρριψη έξω από τα όρια του βασικού Χ.Α.Δ.Α. (Εικ.1.12). Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

9


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ο

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟ – ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ – ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ Χ.Α.Δ.Α.

Εικ.1.12: Απόρριψη απορριμμάτων, αλλά και δεμάτων έξω από τα όρια του κύριου Χ.Α.Δ.Α.

Εικ.1.13: Πανοραμικές φωτογραφίες του βασικού Χ.Α.Δ.Α. «Σταυρός Διδύμων».

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

10


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ο

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟ – ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ – ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ Χ.Α.Δ.Α.

Επιπρόσθετα με τους χώρους ανεξέλεγκτης διάθεσης απορριμμάτων

(Εικ.1.13), που

προαναφέρθηκαν, στην πεδιάδα των Διδύμων περιβαλλοντικές πιέσεις ασκούνται από τη λειτουργία απορροφητικών βόθρων, την ύπαρξη μικρών οικογενειακής κλίμακας μονάδων εκτροφής αιγοπροβάτων, τη χρήση αζωτούχων λιπασμάτων, αλλά και από υπαίθριες δεξαμενές συγκέντρωσης αποβλήτων ελαιοτριβείων (Εικ.1.14 & 1.15). Οι χώροι αυτοί έχουν κεντροβαρικές συντεταγμένες: Χώρος Α: Χ1 Χ2 Χ3 Χ4

427465 427474 427511 427509

Υ1 Υ2 Υ3 Υ4

4145569 4145618 4145613 4145563

Εικ.1.14: «Χώρος Α» Υπαίθρια δεξαμενή διάθεσης υγρών αποβλήτων ελαιοτριβείων στην πεδιάδα της Τ.Κ.. Διδύμων.

Χώρος Β: Χ1 Χ2 Χ3 Χ4

427061 427065 426996 426988

Υ1 Υ2 Υ3 Υ4

4145960 4145280 4145294 4145277

Εικ.1.15: «Χώρος Β» Υπαίθρια δεξαμενή διάθεσης υγρών αποβλήτων ελαιοτριβείων στην πεδιάδα της Τ.Κ.. Διδύμων.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

11


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ο

ΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ – ΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

2. ΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ – ΤΕΚΤΟΝΙΚΗ 2.1 Γεωλογία Περιοχής Διδύμων – Λουκαϊτίου – Φούρνων Το γεωλογικό υπόβαθρο της ευρύτερης περιοχής ενδιαφέροντος, με βάση το γεωλογικό φύλλο ΙΓΜΕ «Σπέτσες – Σπετσοπούλα», κλίμακας 1:50.000 και τη γεωλογική χαρτογράφηση, που πραγματοποιήθηκε σε κλίμακα 1:20.000, δομείται από (Εικ.2.1, Σχέδιο 1 εκτός κειμένου): 

Τη διαβρωμένη Τριαδικο‐Ιουρασική ανθρακική τράπεζα Διδύμων‐Λουκαϊτίου – υποκείμενη τεκτονική ενότητα – που εμφανίζεται στο Bόρειο τμήμα σε σχέση με τη θέση του Χ.Α.Δ.Α. και

Μία σημαντική, τεκτονικά συμπιεσμένη ζώνη, αποτελούμενη κυρίως από οφιολιθικό τεκτονικό mélange σερπεντινιτών – υπερκείμενη τεκτονική ενότητα – που επεκτείνεται Nοτιότερα στην περιοχή Φούρνων.

Η τεκτονικά συμπιεσμένη ζώνη είναι το αποτέλεσμα ενός συμπιεστικού καθεστώτος, με φορά κίνησης από τα ΝΑ/κά προς τα ΒΔ/κά, που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια του μετα‐φλυσχικού συμπιεστικού επεισοδίου (μετα‐Ηωκαινική φάση‐φ2) και που οδήγησε σε καλυμματικό σωρό όλους τους αλπικούς σχηματισμούς της Πελαγονικής ζώνης της Αργολίδας (Bortolotti et al., 2003, Photiades 1986, 2010, Photiades et al., 2010).

2.1.1 Υποκείμενη Τεκτονική Ενότητα Καταλαμβάνει τα Bόρεια τμήματα της περιοχής «Πάτωμα», μεταξύ Διδύμων‐Λουκαϊτίου, τα οποία αποτελούνται από ασβεστολιθικά πετρώματα, Τριαδικο‐Ιουρασικής ηλικίας και τα οποία δομούν μια μεγάλη κεκλιμμένη αντικλινική πτυχή (Μεγαλοβούνι), με αξονική ΒΑ/κή διεύθυνση (Β‐άξονας) και με φορά/απόκλιση προς τα ΒΔ/κά, οδηγώντας το ανώτερο πτερύγιο, που εκτείνεται στην περιοχή μελέτης να διαγράφει σταθερές ΝΑ/κές κλίσεις. Πρόκειται, σε μεγάλο βαθμό, για μια βαθιά διαβρωμένη Τριαδικο‐Ιουρασική ανθρακική πλατφόρμα, στην οποία εμφανίζονται τα βαθύτερά της μέλη και που χαρακτηρίζονται από ασβεστολιθικούς ταινιώδεις λοφεριτικούς ορίζοντες – με έντονη λατόμευση – και δολομιτικούς ασβεστολίθους με Megalodontidae. Στα ανώτερα στρωματογραφικά μέλη της ανθρακικής ακολουθίας απαντούν τοπικά, πελαγικοί κονδυλώδεις ή/και λατυποπαγείς ασβεστόλιθοι με ερυθρό πελαγικό συνδετικό υλικό. Οι τελευταίοι αυτοί σχηματισμοί καταγράφουν τη ρηξιγενή κατάρρευση (ή/και περιστροφή τεμαχών) και «πνιγμό» της νηριτικής πλατφόρμας σε μεγαλύτερα βάθη. Συγχρόνως επ’ αυτών αναπτύσσονται Fe‐Mn‐ούχες επιφλοιώσεις, που με την σειρά τους επικαλύπτονται στρωματογραφικά από πελαγικές λεπτοταινιώδεις πυριτικές και ιλυολιθικές, πρασινοελαιώδεις στρώσεις, πιθανότατα Ιουρασικής ηλικίας (βλ. επίσης φύλλο «Σπέτσαι‐Σπετσοπούλα», κλ. 1:50.000, Γαϊτανάκης et al., 2007).

2.1.2 Υπερκείμενη Τεκτονική Ενότητα Λιθολογικά αποτελείται κυρίως από τη βάση προς την οροφή από ένα οφιολιθικό τεκτονικό mélange, το οποίο συνίσταται από καταπονημένους, θραυσιγενείς και σχιστοποιημένους σερπεντινίτες, που Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

12


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ο

ΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ – ΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

συμπαρασύρουν τεκτονικά προς την οροφή τα ασβεστολιθικά τεκτονικά ράκη, προερχόμενα από την υποκείμενη Τριαδικο‐Ιουρασική πλατφόρμα, ενώ επιπλέον αναπτύσσουν, επικλυσιγενείς ανθρακικές ακολουθίες τόσο από ημιπελαγικούς, όσο και από νηριτικούς ασβεστολίθους Κρητιδικής ηλικίας. Η ενότητα αυτή, λιθολογικά, εκτείνεται Νοτιότερα του γενικευμένου μορφολογικά βυθίσματος της περιοχής των Φούρνων και βρίσκεται επωθημένη επί της υποκείμενης ενότητας, μέσω του ίχνους της μετα‐φλυσχικής συμπιεστικής τεκτονικής φάσης (φ2), που διατρέχει, από τα Α/κά προς τα Δ/κά την περιοχή (Εικ.2.2).

2.1.3 Περιοχή του Χώρου Απόθεσης Ειδικότερα, η περιοχή του χώρου απόθεσης, που αναπτύσσεται επί της υποκείμενης τεκτονικής ενότητας, χαρακτηρίζεται από μια ασβεστολιθική διαβρωσιγενή επιφάνεια. Τα υπάρχοντα υδρορέματα, μετά από χημική διάλυση των αποσαθρωμένων ανθρακικών πετρωμάτων, μεταφέρουν αργίλους και πηλούς, που ακολούθως, εναποθέτουν κατά μήκος των διευρυμένων ασυνεχειών των καρστικοποιημένων δομών (δολίνες, χοάνες και ρωγμώσεις) και των στρώσεων. Ως εκ τούτου, κατά τη διάρκεια που υπερισχύει η τεκτονική ανύψωση του αναγλύφου, καθίσταται εντονότερη η επίδραση των διεργασιών διάβρωσης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο «φράσσεται» το ασβεστολιθικό δάπεδο, λόγω της επικάλυψής του από αργιλικές ερυθρές αποθέσεις ερυθρογής (terra rossa) και καθίσταται αδιαπέρατο από το νερό. Τα υλικά αυτά προέρχονται από απασβεστοποιημένους ορίζοντες αργιλούχων εδαφών. Συγκεκριμένα, οι ανώτεροι εκτεθειμένοι ορίζοντες των ασβεστολίθων υπόκεινται σε απασβεστοποίηση και οδηγούν σε διεργασίες μεταφοράς της αργίλου. Αντίθετα, η εναπόθεση της αργίλου λαμβάνει χώρα σε συνθήκες ενασβέστωσης, κατά τις θερινές περιόδους (θερμό και ξηρό κλίμα), με ταυτόχρονο σχηματισμό Fe‐ούχων ενώσεων, που προσδίδουν το έντονο κόκκινο χρώμα στους χαμηλότερους ορίζοντες αυτών των εδαφών.

2.2 Τεκτονική Η συμπιεστική μετα‐φλυσχική φάση (φ2) με φορά ΒΔ‐ΝΑ/κής διεύθυνσης, που διαμόρφωσε την Αλπική δομή της Αργολίδας, θα μπορούσε να συνδέεται με το σχηματισμό των κυανοσχιστολίθων στις Κυκλάδες κατά τη διάρκεια της ηπειρωτικής σύγκρουσης των Ελληνίδων οροσειρών. Αυτό το συμπιεστικό καθεστώς συνέβαλε τόσο στην τεκτονική συσσώρευση του φλυσχοειδούς σχηματισμού των Αδέρων, Ράδου και Ναυπλίου, αλλά επίσης και του τεκτονικού mélange σερπεντινιτών με τα των συνοδών τους ανθρακικών επικαλυμμάτων (ηπιπελαγικές και νηριτικές ακολουθίες) Κρητιδικής ηλικίας. Αυτή η συμπιεστική φάση επαναδραστηριοποίησε παλαιές γραμμές ΒΑ‐ΝΔ/κής διεύθυνσης, που συνίστανται από μέτωπα εσωτερικής διάτμησης και εφίππευσης της ίδιας διεύθυνσης και με κλίσεις χαμηλής γωνίας προς τα ΝΑ/κά. Οι τεκτονικές δομές, που αναγνωρίστηκαν καταδεικνύουν μια συμπιεστική κίνηση προς τα ΒΔ/κά. Επιπλέον, οι Αλπικοί σχηματισμοί της Αργολίδας προσβλήθηκαν από ένα εφελκυστικό καθεστώς, το οποίο χαρακτηρίζεται από κανονικά ρήγματα με διεύθυνση ΒΑ‐ΝΔ έως ΑΒΑ‐ΔΝΔ, δημιουργώντας βυθίσματα, όπως αυτό των Φούρνων, Ράδου – Ιρίων, Επιδαύρου – Ναυπλίου. Επιπροσθέτως, τα νεοτεκτονικά ρήγματα με εφελκυστικό καθεστώς Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

13


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ο

ΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ – ΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ΒΒΔ‐ΝΝΑ/κής διεύθυνσης προσέβαλαν τόσο τα Νεογενή, όσο και τα Τεταρτογενή ιζήματα με εκδήλωση των ΒΑ‐ΝΔ/κών ρηγμάτων. Τα τελευταία είναι υπεύθυνα για τη δημιουργία των τεκτονικών τάφρων, όπως το βύθισμα Διδύμων, Βοθικίου – Τραχειάς, Λυγουριού – Δήμαινας και Δρεπάνου – Ναυπλίου – Άργους.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

14


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ο

ΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ – ΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

¹

Εικ.2.1: Γεωλογικός χάρτης ευρύτερης περιοχής μελέτης.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

15


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ο

ΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ – ΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

16

Εικ.2.2: Γεωλογική τομή, κλίμακας 1:25.000.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο

3.

ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ – ΥΔΡΟΦΟΡΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ – ΥΔΡΟΦΟΡΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

3.1 Γενικά Οι υδρογεωλογικές συνθήκες μιας περιοχής, δηλαδή οι συνθήκες κατείσδυσης, υπόγειας κίνησης και επιφανειακής εκδήλωσης του υπεδαφικού νερού διαμορφώνονται αφενός από την υδρολιθολογική συμπεριφορά των γεωλογικών σχηματισμών, αφετέρου από τη γεωμετρία των επαφών μεταξύ υδροπερατών και αδιαπέρατων στρωμάτων. Είναι δηλαδή συνάρτηση της λιθολογίας τους, της κoκκομετρικής τους σύνθεσης, του βαθμού διαγένεσης και του τεκτονισμού, που έχουν υποστεί στις διάφορες φάσεις του σχηματισμού τους. Προκύπτει, επομένως, ότι η υδρολιθολογική συμπεριφορά των διαφόρων γεωλογικών σχηματισμών και πετρωμάτων εξαρτάται, κατά κύριο λόγο, από τη λιθολογική σύσταση και την τεκτονική καταπόνηση, όταν πρόκειται για συνεκτικούς σχηματισμούς ή πετρώματα, από την κοκκομετρική σύσταση και το βαθμό διαγένεσης, όταν πρόκειται για πρόσφατους κοκκώδεις, χαλαρούς σχηματισμούς και από το βαθμό ρηγμάτωσης και διάβρωσης, όταν πρόκειται για ανθρακικά ιζήματα (Kresic, 2007). Τελικά, οι υδρογεωλογικές συνθήκες μιας περιοχής καθορίζονται από τη γεωλογική σύσταση και δομή, και σε μεγάλο βαθμό από το ύψος των κατακρημνισμάτων. Ωστόσο, για την υπόγεια κίνηση του νερού στους γεωλογικούς σχηματισμούς δεν ενδιαφέρει μόνο η στρωματογραφία, αλλά και σημαντικά γεωλογικά χαρακτηριστικά, όπως ρήγματα, πτυχώσεις και κάθε μορφής ασυνέχειες, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την κίνηση του υπόγειου νερού. Απαιτείται, λοιπόν, η σε βάθος κατανόηση των συνθηκών τροφοδοσίας και εκφόρτισης των υδροφορέων (Fetter, 1993, 2001, Freeze & Cherry, 1979). Στην παρούσα μελέτη εξετάζονται τα υδρογεωλογικά χαρακτηριστικά των γεωλογικών σχηματισμών, που απαντούν στην ευρύτερη περιοχή ενδιαφέροντος και οριοθετούνται οι διάφοροι τύποι υδροφόρων, που αναπτύσσονται σε αυτούς.

3.2 Υδρογεωλογικά Χαρακτηριστικά Σχηματισμών Η διαπερατότητα παρουσιάζεται είτε με τη μορφή πορώδους μέσου σε κοκκώδεις σχηματισμούς, είτε με τη μορφή ασυνεχειών μάζας σε ανθρακικούς ή άλλους συμπαγείς σχηματισμούς. Η ταξινόμηση των γεωλογικών σχηματισμών ως προς την κατηγορία του συντελεστή διαπερατότητας k έγινε με βάση την ταξινόμηση κατά Terzaghi & Peck (1967) και παρουσιάζεται στον Πίν.3.1, που ακολουθεί. Από αυτή την ταξινόμηση προέκυψε ο υδρολιθολογικός χάρτης (Εικ.3.1). Πίν.3.1: Κατηγορίες συντελεστών διαπερατότητας, κατά Τerzaghi & Peck (1967). ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΣ k (m/sec) 10‐3  k ‐5 10  k  10‐3 10‐7  k  10‐5 10‐9  k  10‐7 k  10‐9

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΔΙΑΠΕΡΑΤΟΤΗΤΑΣ ΥΨΗΛΗ ΜΕΤΡΙΑ ΧΑΜΗΛΗ ΠΟΛΥ ΧΑΜΗΛΗ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΑΔΙΑΠΕΡΑΤΟΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ

Η ταξινόμηση των γεωλογικών σχηματισμών στις κατηγορίες αυτές γίνεται σύμφωνα με μακροσκοπικές παρατηρήσεις και βιβλιογραφικά στοιχεία.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

17


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο

ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ – ΥΔΡΟΦΟΡΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

Α) Υδροπερατοί σχηματισμοί Σ’ αυτούς διακρίνονται (Εικ.3.2): [Α1]

Οι πορώδεις σχηματισμοί, στους οποίους η κυκλοφορία του νερού γίνεται μέσω του πρωτογενούς

πορώδους τους. Δεν απαντούν στην περιοχή. [Α2]

Οι καρστικοποιημένοι και ρωγματωμένοι σχηματισμοί, στους οποίους η κυκλοφορία του νερού

γίνεται κυρίως μέσω του δευτερογενούς πορώδους τους, δηλαδή μέσω των επιπέδων ασυνεχειών (ρήγματα, διακλάσεις κλπ), αλλά και μέσω καρστικών μορφών. [Α2.1] Σχηματισμοί υψηλής έως μέτριας διαπερατότητας (10‐5 k m/sec). Κατατάσσονται οι ασβεστόλιθοι του Κρητιδικού, Ιουρασικού και Τριαδικού, στους οποίους η κυκλοφορία του νερού γίνεται μέσω δικτύου ασυνεχειών και καρστικοποίησης. Ειδικότερα, οι ασβεστόλιθοι του Τριαδικού, εμφανίζουν έντονα χαρακτηριστικά καρστικοποίησης, ωστόσο η άμεση επαφή τους με τη θάλασσα υποβαθμίζει, λόγω υφαλμύρωσης, τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της όποιας υδροφορίας συντηρείται. Πάνω στο σχηματισμό αυτό βρίσκεται ο εξεταζόμενος Χ.Α.Δ.Α. Β) Ημιπερατοί σχηματισμοί Σ’ αυτούς διακρίνονται: [Β1]

Πορώδεις σχηματισμοί

[B1.1] Σχηματισμοί χαμηλής έως πολύ χαμηλής διαπερατότητας (10‐9 k10‐5 m/sec). Κατατάσσονται οι αλλουβιακές αποθέσεις και τα πλευρικά κορήματα – κώνοι κορημάτων, λόγω συμμετοχής αργιλικού υλικού. Κατά θέσεις, είναι δυνατό να εμφανίζονται υψηλότερες τιμές διαπερατότητας, αναλόγως της κοκκομετρίας των υλικών, αναπτύσσοντας υδροφορίες μικρής δυναμικότητας με παροχές εκμετάλλευσης < 10m3/h. Γ) Πρακτικά αδιαπέρατοι – υδροστεγανοί σχηματισμοί Σχηματισμοί πολύ χαμηλής έως ασήμαντης διαπερατότητας (k10‐7m/sec). Στην κατηγορία αυτή κατατάσσονται τόσο το τεκτονικό mélange σερπεντινιτών όσο και ο φλύσχης. Γενικά, δεν αναμένεται ανάπτυξη υδροφοριών αξιόλογης δυναμικότητας. Όμως, στο τεκτονικό mélange σερπεντινιτών, ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες, στις ζώνες κατακερματισμού και στο επιφανειακά αποσαθρωμένο τμήμα του σχηματισμού αναπτύσσονται υδροφορίες χαμηλής γενικά υδροδυναμικότητας.

3.3 Υδροφόρα Συστήματα Α) Κοκκώδες υδροσύστημα Διδύμων Διαμορφώνεται εντός των αλλουβιακών αποθέσεων και συνιστά φρεάτιο υδροφορέα, μικρής γενικά δυναμικότητας, τα όρια του οποίου ταυτίζονται με τα όρια των συγκεκριμένων αποθέσεων. Η κύρια ανάπτυξή του είναι ευρύτερα του οικισμού των Διδύμων. Ο υδροφορέας αυτός συνίσταται από ασύνδετα αργιλοαμμώδη υλικά με διάσπαρτες κροκάλες και λατύπες με υπόβαθρο ασβεστολιθικό. Το αδιαπέρατο στρώμα αργίλου (terra rossa) αποτελεί το στεγανό όριο του υδροφορέα. Το νερό του χρησιμοποιείται για Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

18


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο

ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ – ΥΔΡΟΦΟΡΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

την κάλυψη των αρδευτικών αναγκών. Η φυσική τροφοδοσία προέρχεται απευθείας από τα όμβρια ύδατα, τη διήθηση των χειμαρρικών αποροών και μερικώς από πλευρική τροφοδοσία των ανθρακικών πετρωμάτων. Η εκμετάλλευση του ρηχού προσχωματικού υδροφορέα των Διδύμων, πραγματοποιείται με φρέατα, βάθους έως 15m, με τη στάθμη να κυμαίνεται σε βάθος 11 – 20m. Τα ρηχά υδροληπτικά έργα λειτουργούν με παροχές συνήθως της τάξης των 5 – 10m3/h. Στην περιοχή των Φούρνων, οι βαθύτερες γεωτρήσεις έχουν δυναμικότητα της τάξης των 10m3/h ή μεγαλύτερη. Β) Καρστικά υδροσυστήματα Πρόκειται για ασβεστολιθικά πετρώματα, τα οποία καταλαμβάνουν μεγάλη επιφανειακή έκταση, κύρια αυτά του Τριαδικού, διαμορφώνοντας εκτεταμένες καρστικές ενότητες. Χαρακτηρίζονται ως καρστικά υψηλής υδροπερατότητας λόγω του δευτερογενούς πορώδους και του έντονου κατακερματισμού τους, στα οποία το νερό κινείται σε προνομιακές ροές μέσω συστήματος ασυνεχειών, ρωγμών, διακλάσεων και ρηξιγενών ζωνών. Σε πολλές περιπτώσεις εντοπίζονται καρστικά έγκοιλα και ρωγμές των ασβεστολίθων, πληρωμένα με αργιλικό υλικό (terra rossa), με συνέπεια η υδροπερατότητα να μειώνεται σημαντικά και να καθίσταται πρακτικά αδιαπέρατος ο σχηματισμός. Στην περίπτωση των Τριαδικο – Ιουρασικών ασβεστολίθων, αναπτύσσεται υφάλμυρη υδροφορία, λόγω της άμεσης επαφής του έντονα καρστικοποιημένου σχηματισμού με τη θάλασσα. Υδροφορία αναπτύσσεται στους ημιπελαγικούς και πελαγικούς ασβεστολίθους του Κρητιδικού, η οποία ωστόσο, περιορίζεται από την παρουσία ενίοτε σχιστοκερατολιθικών ενστρώσεων.

Εικ.3.2: Τροποποιημένη υδρολιθολική ταξινόμηση των γεωλογικών σχηματισμών με βάση την πρότυπη κατάταξη των Struckmeier & Margat, 1995 (Ματιάτος, 2010).

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

19


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο

ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ – ΥΔΡΟΦΟΡΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

¹

Εικ.3.1: Υδρολιθολογικός χάρτης ευρύτερης περιοχής μελέτης.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

20


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο

ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ – ΥΔΡΟΦΟΡΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

Γ) Ρωγματικά υδροσυστήματα φλύσχη και οφιολίθων Οι σχηματισμοί του φλύσχη και των οφιολίθων εμφανίζουν τόσο κατακόρυφη όσο και οριζόντια ανισοτροπία και ετερογένεια, γεγονός που επηρεάζει την υδρογεωλογική τους συμπεριφορά και κατ’ επέκταση την υδροπερατότητά τους. Ευνοϊκές συνθήκες υδροφορίας των πετρωμάτων αυτών δημιουργούνται κατά μήκος των τεκτονικών γραμμών και των αδρομερών τους συστατικών. Εκεί όπου τα πετρώματα είναι έντονα κατακερματισμένα και ρωγματωμένα, είναι δυνατή η κατείσδυση των ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων και η δημιουργία αποθεμάτων υπόγειου νερού χαμηλής συνήθως δυναμικότητας. Ωστόσο, σε μεγαλύτερα βάθη, όπου εντοπίζονται τα «υγιή» μέλη τους καθίστανται ημιπερατοί έως υδροστεγανοί, λόγω του πολύ μικρού ενεργού πορώδους. Στα αποσαθρωμένα τμήματα των πετρωμάτων αναπτύσσεται σχετικά ασθενής φρεάτιος υδροφόρος ορίζοντας, περιορισμένου ωστόσο υδρογεωλογικού ενδιαφέροντος. Το δευτερογενές πορώδες επηρεάζεται δυσμενώς, όταν η αποσάθρωση και εξαλλοίωση του πετρώματος έχουν προχωρήσει σε τέτοιο βαθμό ώστε το αργιλικό υλικό να έχει φράξει τις υπάρχουσες διακλάσεις και ρωγμές. Ας σημειωθεί ότι τα εν λόγω υδροσυστήματα, εξαιτίας της υδρολιθολογικής τους συμπεριφοράς, δεν αναπληρώνουν γρήγορα τα υδατικά τους αποθέματα. Το οφιολιθικό mélange, που εντοπίζεται στο βύθισμα των Φούρνων παρουσιάζει μέτριας δυναμικότητας υδροφορία, η οποία οφείλεται στις διαρρήξεις των σκληρών πετρωμάτων, όπως οι σερπεντινίτες και τα υπερβασικά πετρώματα, που απαντούν σε μεγάλο μέρος του. Τα υδροληπτικά έργα, που εντοπίζονται στην περιοχή των Φούρνων αφορούν σε υδροφορίες εντός των οφιολίθων. Οι γεωτρήσεις εκμεταλλεύονται ρωγμώδεις υδροφορίες, ενώ τα φρέατα υδροφορίες στο μανδύα αποσάθρωσης. Ο φλύσχης, καταλαμβάνει μικρή έκταση στην περιοχή έρευνας και δεν περιέχει τεμάχη ψαμμιτών ή ασβεστολίθων, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ανάπτυξη υδροφορίας.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

21


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

4.

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

4.1 Εισαγωγή Η υδρογεωχημική έρευνα έχει ως στόχο να συμβάλει στην πληρέστερη κατανόηση των υδρογεωλογικών συνθηκών της περιοχής έρευνας και στον εντοπισμό περιβαλλοντικών προβλημάτων, που συνδέονται με την ποιοτική υποβάθμιση του υπόγειου νερού. Η υδρογεωχημεία του υπόγειου νερού μπορεί, επίσης, να χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό της προέλευσής του, καθώς η χημική του σύσταση μεταβάλλεται από τις αντιδράσεις με το περιβάλλον, μέσω του οποίου έχει κυκλοφορήσει το νερό (Appelo & Postma, 1996, Domenico & Schwarz, 1990, Hem, 1985). Η υδρογεωχημική έρευνα, επομένως, αποτελεί χρήσιμο εργαλείο όχι μόνο για την ανάδειξη της ποιότητας του υπόγειου νερού, αλλά και των χημικών διεργασιών, που τη διαμορφώνουν κατά τη διάρκεια της κίνησής του στους υδροφορείς, συμβάλλοντας καθοριστικά στην ορθολογική διαχείριση των υδατικών πόρων. Οι υδρογεωχημικές μελέτες συμβάλλουν, συνεπώς, στη διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης γνώσης για τους μηχανισμούς τροφοδοσίας και ροής του υπόγειου νερού, συνεισφέροντας στο διαχωρισμό περιοχών και υδροφόρων διαφορετικής ποιότητας και στην εξαγωγή συμπερασμάτων και αποφάσεων, σε ό,τι αφορά τις διαφορετικές χρήσεις των νερών. Η χημική σύσταση του υπόγειου νερού είναι το αποτέλεσμα συνδυασμού της σύστασης του νερού, που κατεισδύει στο υδροφόρο πέτρωμα και των χημικών αντιδράσεων με τα ορυκτά του πετρώματος, που είναι δυνατόν να μεταβάλλουν την αρχική του σύσταση. Η ποιότητα των υπόγειων νερών καθορίζεται από πολλούς παράγοντες, κυριότεροι εκ των οποίων είναι (Βουδούρης, 2009, Σούλιος, 2006, Appelo & Postma, 1996): (α) η αποσάθρωση και διάλυση των πετρωμάτων, καθώς και η απόθεση ορυκτών ως πρωταρχικός παράγοντας για τον εμπλουτισμό του νερού σε ανόργανα και οργανικά συστατικά, (β) η οργανική ύλη (έκλυση CO2, αναγωγή οξειδίων Fe, NO3, SO4, μεθανογένεση), (γ) η παρουσία βλάστησης (πρόσληψη καλίου, φωσφόρου, αερίων από την ατμόσφαιρα), (δ) οι παράμετροι του υδρολογικού κύκλου (π.χ. μεγάλη εξάτμιση στους αβαθείς υδροφορείς αυξάνει τη συγκέντρωση αλάτων), (ε) αντιδράσεις ιοντοανταλλαγής, (στ) οι ανθρώπινες δραστηριότητες (χρήση φυτοφαρμάκων, εντομοκτόνων και λιπασμάτων στη γεωργία, διάθεση αστικών λυμάτων και βιομηχανικών αποβλήτων στο έδαφος, διαρροές από χωματερές, διαφυγές ρυπαντών κ.ά) είτε κατά την κατακόρυφη διεύθυνση, κατά την οποία οι ρύποι καταλήγουν στο υπέδαφος μέσω της διαδικασίας διήθησης του επιφανειακού νερού, είτε κατά την οριζόντια διεύθυνση (π.χ. υπεραντλήσεις), οπότε υπάρχει ανάμιξη του γλυκού νερού με ρυπασμένο νερό διαφορετικής προέλευσης και το οποίο στις περισσότερες περιπτώσεις είναι το θαλασσινό και (ζ) ο χρόνος κίνησης και παραμονής του υπόγειου νερού μέσα στα πετρώματα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ποιότητα του υπόγειου νερού μεταβάλλεται χωρο – χρονικά και οι φυσικές πρωτογενείς μεταβολές επηρεάζονται από πλήθος δευτερογενών παραγόντων, κυρίως ανθρωπογενούς προέλευσης. Η έρευνα, επομένως, της χημικής σύστασης του υπόγειου νερού επιτρέπει να αποκτηθεί μια συμπληρωματική εικόνα για την προέλευση, τη ροή και τους μηχανισμούς τροφοδοσίας ενός υδάτινου σώματος, καθώς και να οριοθετηθούν περιοχές και υδροφόρα συστήματα με διαφορετική ποιότητα νερού, ούτως ώστε να προσδιορισθεί η δυνατότητα διάθεσής του για διάφορες χρήσεις στην ύδρευση, την άρδευση ή/και τη βιομηχανία. Τέλος, έχει αναγνωρισθεί ότι η υδρογεωχημική έρευνα αποτελεί σημαντικό και αναπόσπαστο τμήμα μιας ολοκληρωμένης υδρογεωλογικής μελέτης. Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

22


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

4.2 Δειγματοληψία Υπόγειου Νερού – Μετρήσεις Πεδίου Στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας – τεχνικής έκθεσης παρουσιάζονται στοιχεία, που αφορούν στα ποιοτικά χαρακτηριστικά των υδροφόρων της περιοχής έρευνας. Προκειμένου, λοιπόν, να διερευνηθούν οι υδρογεωχημικές συνθήκες, πραγματοποιηθήκαν επιτόπου μετρήσεις (Πίν.4.1) των φυσικοχημικών παραμέτρων (Εικ.4.1) της θερμοκρασίας του υπόγειου νερού και αέρα (σε 0C), της ενεργού οξύτητας – pH, η οποία είχε ρυθμισθεί με διαλύματα για pH=4, pH=7 και pH=10, της ηλεκτρικής αγωγιμότητας – E.C. (σε μS/cm) και του διαλυμένου οξυγόνου – DO (σε mg/l) σε 10 υδροσημεία (γεωτρήσεις και πηγάδια) με τη χρήση φορητών οργάνων (αγωγιμόμετρο, θερμόμετρο, pH‐μετρο, οξυγονόμετρο της εταιρείας WTW). Πραγματοποιήθηκε, δειγματοληψία νερού από ιδιωτικές, κατά το πλείστον, γεωτρήσεις και πηγάδια, που χρησιμοποιούνται για την άρδευση των αγροτικών εκτάσεων στο πεδινό τμήμα της περιοχής των Διδύμων και από δημοτικές γεωτρήσεις, που χρησιμοποιούνται για την ύδρευση του οικισμού των Φούρνων. Πίν.4.1: Μετρήσεις υπαίθρου – πεδίου σε υδροληπτικά έργα (γεωτρήσεις, πηγάδια) στην περιοχή μελέτης. Α/Α

ID

X

Y

Ζ

Ιδιοκτήτης

Τοπωνύμιο

Ημ/νία

Στ. Στάθμη

θα

1 2 3 4 5 6 7 8 9 10

Φ1 Φ2 Φ3 Φ4 Φ5 Φ6 Φ7 Φ8 Γ1 Γ2

427157 427732 427374 427642 427542 427487 427922 428548 428065 427563

4145529 4145298 4145298 4146001 4145997 4145283 4142984 4143190 4142510 4143014

143 146 149 147 143 148 102 127 168 102

Αλεξανδρής Α. Οικονομόπουλος Κ. Βόγκλης Ι. Μπροδήμας Π. Πέππα Μ. Αποστόλου Π. Δ.Ε. Φούρνων Λαζαροπούλου Α. Δ.Ε. Φούρνων Μπίμπας Α.

Δίδυμα Δίδυμα Δίδυμα Δίδυμα Δίδυμα Δίδυμα

12/9/2016 13/9/2016 13/9/2016 13/9/2016 13/9/2016 14/9/2016 14/9/2016 14/9/2016 15/9/2016 15/9/2016

13.12 20.67 11.24 12.13 11.24 14.67 8.21 4.78 ‐ 11.80

22.6 22.6 22.8 23.1 23.2 23.6 24.5 26.4 24.7 25.8

Φούρνοι Φούρνοι Φούρνοι Φούρνοι

θν

E.C.

pH

18.5 2040 7.31 19.5 814 7.14 18.6 1275 7.20 20.2 689 7.15 20.0 978 7.05 19.8 2090 7.17 18.1 871 7.84 19.9 741 7.80 23.7 788 7.42 21.0 812 7.20

Προκειμένου η δειγματοληψία να είναι αντιπροσωπευτική της πραγματικής χημικής κατάστασης του νερού, η δειγματοληψία πραγματοποιήθηκε μετά από άντληση των γεωτρήσεων και του πηγαδιών για ικανοποιητικό χρόνο, ώστε να έχει ανανεωθεί και αρθεί το αποτέλεσμα της εξάτμισης ή άλλων διεργασιών, μικροβιολογικών ή χημικών, ενώ οι φιάλες της δειγματοληψίας είχαν προηγουμένως ξεπλυθεί με υδροχλωρικό οξύ (HCl) 5% κ.β. και πριν τη λήψη του δείγματος ξεπλένονταν αρκετές φορές επιμελώς με το ίδιο νερό προέλευσης του δείγματος. Στην πρώτη φιάλη πολυαιθυλενίου, όγκου 1lt, αποθηκεύθηκε, χωρίς περαιτέρω επεξεργασία, το δείγμα, που χρησιμοποιήθηκε για την ανάλυση των κύριων ιόντων. Στη δεύτερη φιάλη, όγκου 100ml, αποθηκεύτηκε το δείγμα, το οποίο είχε επιτόπου διηθηθεί και οξινιστεί και προοριζόταν για την ανάλυση των βαρέων μετάλλων – ιχνοστοιχείων. Η οξίνιση των δειγμάτων έγινε με προσθήκη 0.5ml πυκνού νιτρικού οξέος (ΗΝΟ3), έτσι ώστε το pH να γίνει μικρότερο από 2 (Appelo & Postma, 1996), με σκοπό να αποτραπούν τόσο η ανάπτυξη βακτηρίων και οι οξειδωτικές αντιδράσεις όσο και η προσρόφηση ή καθίζηση κατιόντων. Τα δείγματα σφραγίστηκαν καλά και φυλάχθηκαν σε μικρά φορητά ψυγεία μέχρι τη μεταφορά τους στο εργαστήριο, όπου και αποθηκεύτηκαν σε θερμοκρασία 40C. Η έκθεση του υπόγειου νερού στις ατμοσφαιρικές συνθήκες, κατά τη φάση της δειγματοληψίας, αλλοιώνει, ως ένα βαθμό, την αντιπροσωπευτικότητα της χημικής σύστασης του συλλεχθέντος νερού. Δεδομένου ότι τα αποτελέσματα των χημικών αναλύσεων είναι πιο αντιπροσωπευτικά, όσο μικρότερος είναι ο χρόνος, που μεσολαβεί ανάμεσα στη δειγματοληψία και την Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

23

D.O. 7.1 8.1 8.0 7.0 7.4 7.5 8.3 7.8 8.4 7.7


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

Εικ.4.1: Επιτόπου (in situ) μετρήσεις φυσικοχημικών παραμέτρων και δειγματοληψία υπόγειου νερού από σημεία υδροληψίας στους οικισμούς των Διδύμων και Φούρνων.

εκτέλεση της χημικής ανάλυσης, η τελευταία έγινε σε διάρκεια ολίγων ημερών από τη λήψη του τελευταίου δείγματος. Τα κριτήρια επιλογής των υδροσημείων ελέγχου και παρακολούθησης ήταν αφενός η αντιπροσωπευτική γεωγραφική κατανομή των σημείων σε όλη την περιοχή έρευνας, αφετέρου η μέγιστη δυνατή αντιστοίχιση των υδροσημείων με τις διάφορες πηγές ρύπανσης (αστική, αγροτική) και η ευκολία πρόσβασης σε αυτά. Η εκτέλεση των χημικών αναλύσεων (Πίν.4.2i & 4.2ii) πραγματοποιήθηκε στα διαπιστευμένα και πιστοποιημένα Εργαστήρια Αναλύσεων Νερού του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (Ι.Γ.Μ.Ε.). Σκοπός των δειγματοληψιών είναι κυρίως η αποτύπωση μιας γενικής εικόνας του χημισμού των υπόγειων υδάτων, ώστε να καταστεί δυνατή η παρακολούθηση της μεταβολής του χημισμού τους και να επισημανθούν περιοχές, που έχουν υποστεί ρύπανση.

4.3 Μεθοδολογία – Έλεγχος Εργαστηριακών Χημικών Αναλύσεων Για τον έλεγχο της ορθότητας των αποτελεσμάτων των χημικών αναλύσεων δειγμάτων υπόγειου νερού χρησιμοποιείται το σφάλμα ισοζυγίου ιόντων. Ως σφάλμα ορίζουμε το ισοζύγιο του αθροίσματος των θετικών και των αρνητικών ιόντων, που εκφράζεται από τη διαφορά τους ως ποσοστό επί τοις εκατό (%) του αθροίσματος. Το σφάλμα των χημικών αναλύσεων μπορεί να προσδιοριστεί με τον υπολογισμό της Ηλεκτρο‐ουδετερότητας (Electro – Neutrality), ΕΝ (%), η οποία είναι (Βουδούρης, 2009, Λαμπράκης, 1991): Σφάλμα ισοζυγίου ιόντων (%) =

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

      100       ό

ό

ό

ό

24


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

όπου, η συγκέντρωση των κατιόντων (Na, K, Mg και Ca) και ανιόντων (Cl, HCO3, SO4 και NO3) εκφράζεται σε meq/l. Γενικά, τα σφάλματα πρέπει να μην είναι συστηματικά, να κατανέμονται δηλαδή μεταξύ αρνητικών και θετικών τιμών. Επίσης, χρησιμοποιείται το σφάλμα ισοζυγίου φορτίου (change balance error), το οποίο ορίζεται ως εξής (Freeze & Cherry, 1979): Σφάλμα ισοζυγίου φορτίου (%) =

 zm   zm  100  zm   zm c

c

όπου, z η απόλυτη τιμή του σθένους, mc η μοριακότητα (molality) κατιόντων και mα η μοριακότητα ανιόντων. Γενικά, κατά την εκτέλεση των χημικών αναλύσεων υπεισέρχονται δύο είδη σφαλμάτων (Appelo & Postma, 1996): (α) Στατιστικά σφάλματα, που οφείλονται σε τυχαίες διακυμάνσεις κατά τη διαδικασία ανάλυσης και (β) συστηματικά σφάλματα, τα οποία οφείλονται σε συστηματικές αποκλίσεις, που δημιουργούνται από λάθη ή παρεμβολές κατά τη διαδικασία ανάλυσης. Τα στατιστικά σφάλματα μπορούν να αντιμετωπιστούν από επανάληψη των μετρήσεων στο ίδιο δείγμα. Αντίθετα, τα συστηματικά σφάλματα μπορούν να ελεγχθούν με ανάλυση δειγμάτων αναφοράς (reference samples) ή με σύγκριση των αποτελεσμάτων με άλλα εργαστήρια. Το μέσο ποσοστό σφάλματος, που παρουσίασαν οι υδροχημικές αναλύσεις, ήταν ±2 – 4%. Επιπλέον, η αξιοπιστία των χημικών αναλύσεων έγινε και από τη συσχέτιση των τιμών της ηλεκτρικής αγωγιμότητας (E.C.) με τις αντίστοιχες τιμές των ολικών διαλυμένων στερεών (Τ.D.S.), που υπολογίσθηκαν από την επεξεργασία των αποτελεσμάτων των χημικών αναλύσεων και είναι της μορφής (Hounslow, 1995): Τ.D.S. (mg/l) ≈ 0.65xE.C. (μS/cm) ή Τ.D.S. (meq/l) ≈ 0.01xE.C. (μS/cm) Όπως φαίνεται από το Γράφ.4.1, η συσχέτιση των δύο μεγεθών είναι αρκετά καλή και επιβεβαιώνει την ορθότητα των αναλύσεων. Ο συντελεστής συσχέτισης είναι r = 0.99 και η τελειότητα προσαρμογής 98%. Η βέλτιστη ευθεία συσχέτισης των δύο μεγεθών προκύπτει από τη μαθηματική σχέση Τ.D.S. = 0.51 x E.C. – 5.59. Η πολύ μικρή απόκλιση πιθανότατα υποδεικνύει την ύπαρξη δευτερευόντων ιόντων (ιχνοστοιχείων). Το ίδιο συμπέρασμα προκύπτει συσχετίζοντας τις μετρημένες και τις υπολογισμένες στο εργαστήριο τιμές της ηλεκτρικής αγωγιμότητας (σε μS/cm).

Γράφ.4.1: (αριστερά) Συσχέτιση των διαλυμένων στερεών (T.D.S. σε mg/l) και της ηλεκτρικής αγωγιμότητας (E.C. σε μS/cm) για το σύνολο των δειγμάτων και (δεξιά) συσχέτιση μετρημένων και υπολογισμένων στο εργαστήριο τιμών ηλεκτρικής αγωγιμότητας (σε μS/cm). Πίν.4.2i: Χημικές αναλύσεις κύριων ιόντων υπόγειου νερού σε mg/l (ppm). A/A

ID

1

Φ1 (Δίδυμα)

2

Φ2 (Δίδυμα)

pH

Na

K

CO3

HCO3

7.4 2163.0 287.5 54.1

86.2

0.9

0.0

288.0 392.1

60.0

301.0 <0.050 <0.020 Ca‐Cl

7.5

26.2

1.5

0.0

358.8

7.1

59.9

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

EC

802.6

Ca

Mg

125.0 16.7

Cl

50.8

SO4

NO3

NO2

NH4

Τύπος Νερού

<0.050 <0.020 Ca‐HCO3

25


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

3

Φ3 (Δίδυμα)

7.5 1274.0 163.3 33.1

74.7

0.3

0.0

361.2 132.4

48.0

170.0

0.060

4

Φ4 (Δίδυμα)

7.3

690.9

128.8

8.2

9.4

5.2

0.0

299.0

26.9

14.3

73.1

3.50

5

Φ5 (Δίδυμα)

7.3

970.6

174.1

8.4

16.7

4.5

0.0

252.6

57.8

51.0

193.0

0.110

7.5 2013.0 170.1 79.8 143.2 4.1

<0.020 Ca‐HCO3 1.09

Ca‐HCO3

<0.020 Ca‐HCO3

6

Φ6 (Δίδυμα)

0.0

402.1 322.3 178.6 127.5 <0.050 <0.020 Mg‐SO4

7

Φ7 (Φούρνοι) 8.0

872.0

51.6

92.6

14.7

1.1

0.0

534.5

21.8

15.0

22.6

<0.050 <0.020 Mg‐HCO3

8

Φ8 (Φούρνοι) 8.0

740.0

36.4

73.2

13.7

1.2

0.0

439.3

19.9

5.1

23.6

0.060

9

Γ1 (Φούρνοι)

7.5

789.4

80.0

44.8

27.9

1.6

0.0

427.1

36.8

5.0

23.9

<0.050 <0.020 Mg‐HCO3

Γ2 (Φούρνοι)

7.8

808.0

47.9

73.4

18.3

1.3

0.0

466.2

23.9

18.4

27.9

<0.050 <0.020 Mg‐HCO3

10

<0.020 Mg‐HCO3

Πίν.4.2ii: Χημικές αναλύσεις ιχνοστοιχείων υπόγειου νερού σε μg/l (ppb), διοξειδίου του πυριτίου (SiO2) σε mg/l (ppm) και ολικού οργανικού άνθρακα (T.O.C.). σε μg/l C. A/A

ID

Cr ολ.

Cr6+

Cd

Pb

Ni

As

Fe

Mn Cu

Hg

Ba

Zn

B

1

Φ1 (Δίδυμα)

<5

<10

<0.5

<5

18

<5 130 120

11 <5

<0.5

120

13

53

18.3

2

Φ2 (Δίδυμα)

<5

<10

<0.5

<5

7

<5 120

62

6

<5

<0.5

71

7

55

15.9

<500

3

Φ3 (Δίδυμα)

5

<10

<0.5

<5

8

<5 110

25

<5

<5

<0.5

192

6

27

18.9

4

Φ4 (Δίδυμα)

<5

<10

<0.5

<5

7

<5 100 190

56 <5

<0.5

87

103

67

13.8

560

5

Φ5 (Δίδυμα)

<5

<10

<0.5

<5

9

<5 110 <10

<5

<5

<0.5

112

6

22

12.4

6

Φ6 (Δίδυμα)

20

20

<0.5

<5

9

<5 140 200

9

5

<0.5

134

5

198

24.2

7

Φ7 (Φούρνοι)

12

12

<0.5

<5

<5

<5 106

12

<5

7

<0.5

50

10

30

54.9

<500

8

Φ8 (Φούρνοι)

31

28

<0.5

<5

5

<5 130

70

13 <5

<0.5

42

56

27

64.4

<500

9

Γ1 (Φούρνοι)

<5

<10

<0.5

<5

23

<5

77

<10

<5

57

<0.5

71

95

54

106

<500

10

Γ2 (Φούρνοι)

12

12

<0.5

<5

<5

<5

75

<10

<5

<5

<0.5

38

<5

30

60.6

Al

SiO2

T.O.C.

Στα δείγματα που συγκεντρώθηκαν προσδιορίστηκε στο εργαστήριο η περιεκτικότητά τους σε ιόντα Ca,

Mg, Na, K, Cl, SO4 , HCO3 , NO3 , NO2 , NH4 και Fe, Mn, Cu, Pb, Cd, Ni, Al, Co, As, Ba, Zn, B, Hg, Crtot, Cr6+,

καθώς επίσης SiO2 και επιλεκτικά T.O.C. (ολικός οργανικός άνθρακας), ενώ παράλληλα μετρήθηκε η ηλεκτρική αγωγιμότητα, το pH, η θερμοκρασία αέρα και δειγμάτων και η σκληρότητα, προκειμένου να διαπιστωθεί η καλή ή μη διατήρηση των δειγμάτων για χημική ανάλυση (Πίν.4.3). Η σκληρότητα προσδιορίστηκε σε mg/l CaCO3 στο εργαστήριο με τιτλοδότηση, όπως επίσης και η αλκαλικότητα. Ειδικότερα, ο προσδιορισμός των Ca, Mg, ολικού Fe έγινε σε ατομική απορρόφηση, ενώ όλες οι υπόλοιπες χημικές παράμετροι προσδιορίστηκαν με το φασματοφωτόμετρο και με Ιοντικό Χρωματογράφο. Οι χημικές αναλύσεις για τα δευτερεύοντα στοιχεία, τα ιχνοστοιχεία και τα βαρέα μέταλλα πραγματοποιήθηκαν, μέσω της τεχνικής της φασματοσκοπίας εκπομπής με διέγερση πλάσματος σε οξειδωμένα δείγματα με ICP – MS (Inductively Coupled Plasma – Mass Spectrometry). Επίσης, έγιναν ημι – ποσοτικές μετρήσεις ιχνοστοιχείων για επιβεβαίωση των συγκεντρώσεων, που ανιχνεύτηκαν με ICP – OES (Crtot). Πίν.4.3: Μέθοδοι δοκιμών εργαστηρίου αναλύσεων υπόγειου νερού και όριο ποσοτικοποίησής τους στα αναλυτικά εργαστήρια του Ι.Γ.Μ.Ε. A/A

Παράμετρος

Πρότυπο

1

pH

ΕΛΟΤ 658:1983

2

Αγωιμότητα – E.C.

ΕΛΟΤ ΕΝ 27888:1993

3

Χλωριούχα – Cl

ISO 9297:1989

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

Εξοπλισμός Εργαστηριακό Πεχάμετρο Εργαστηριακό Αγωγιμόμετρο Συσκευή Αυτόματης τιτλοδότησης

Όριο Ποσοτικοποίησης ‐‐‐ <5μS/cm <5ppm

26


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο A/A

4

5

Νιτρικά – NO3

6

Πρότυπο

Εξοπλισμός

Όριο Ποσοτικοποίησης

ISO 10304‐1:2007

Συσκευή Ιοντικής Χρωματογραφίας

<5ppm

Εσωτερική μέθοδος βασισμένη στη μέθοδο ASTM D516:2007

Φασματοφωτόμετρο

<5ppm

ISO 10304‐1:2007

Συσκευή Ιοντικής Χρωματογραφίας

<5ppm

Εσωτερική μέθοδος βασισμένη στη μέθοδο DIN 38405 D9‐1:2008

Φασματοφωτόμετρο

<1ppm

ISO 10304‐1:2007

Συσκευή Ιοντικής Χρωματογραφίας

<5ppm

Εσωτερική μέθοδος βασισμένη στη μέθοδο ΕΛΟΤ EN 26777:1993

Φασματοφωτόμετρο

<0.05ppm

ISO 10304‐1:2007

Συσκευή Ιοντικής Χρωματογραφίας

<0.1ppm

Φασματοφωτόμετρο

<0.02ppm

ICP‐MS ICP‐MS ICP‐MS ICP‐MS ICP‐MS ICP‐MS ICP‐MS ICP‐MS ICP‐MS ICP‐OES

<5ppb <5ppb <5ppb <1ppb <5ppb <5ppb <5ppb <5ppb <0.5ppb <5ppb

Φασματοφωτόμετρο

<5ppb

Συσκευή Ιοντικής Χρωματογραφίας

<1ppb

Παράμετρος

Θειικά – SO4

Νιτρώδη – NO2

7

Αμμώνιο – NH4

8 9 10 11 12 13 14 15 16 17

Μαγγάνιο – Mn Χαλκός – Cu Μόλυβδος – Pb Κάδμιο – Cd Νικέλιο – Ni Αργίλιο – Al Κοβάλτιο – Co Αρσενικό – As Υδράργυρος – Hg Χρώμιο (ολικό) – Crtot

18

Χρώμιο (εξασθενές) – Cr6+

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

Εσωτερική μέθοδος βασισμένη στη μέθοδο DIN 38406‐5:1983 ASTM D5673:2003 ASTM D5673:2003 ASTM D5673:2003 ASTM D5673:2003 ASTM D5673:2003 ASTM D5673:2003 ASTM D5673:2003 ASTM D5673:2003 ASTM D5673:2003 ASTM D5673:2003 Εσωτερική μέθοδος βασισμένη στη STANDARD METHODS 3500‐Cr Εσωτερική μέθοδος βασισμένη στη μέθοδο U.S. EPA Method 218.6 and Dionex Technical Note 26.1,2

4.4 Ιοντικοί Λόγοι Οι λόγοι των συγκεντρώσεων (εκφρασμένων σε meq/l) διαφόρων ιόντων μέσα στο νερό αποτελούν χρήσιμο «εργαλείο» και δίνουν πληροφορίες σχετικά με την πορεία του νερού, την παραμονή του μέσα σε ένα πέτρωμα, το βαθμό ανανέωσης ή την ανάμιξή του με θαλασσινό νερό (Καλλέργης, 1999, 2000, 2001, Σούλιος, 2006). Συνεπώς, στην περιοχή μελέτης, αφού προσδιορίστηκαν οι συγκεντρώσεις των ιόντων σε κάθε θέση, εξετάστηκαν οι ακόλουθες ιοντικές σχέσεις, που φαίνονται στον Πίν.4.4: Πίν.4.4: Οι κυριότεροι ιοντικοί λόγοι για τα υπόγεια νερά της περιοχής μελέτης. A/A

ID

Mg/Ca

Na/Cl

(Ca+Mg)/ (SO4+HCO3)

Na/K

(Ca+Mg)/ (Na+K)

SO4/Cl

Revelle

1 2 3 4 5 6 7 8 9 10

Φ1 (Δίδυμα) Φ2 (Δίδυμα) Φ3 (Δίδυμα) Φ4 (Δίδυμα) Φ5 (Δίδυμα) Φ6 (Δίδυμα) Φ7 (Φούρνοι) Φ8 (Φούρνοι) Γ1 (Φούρνοι) Γ2 (Φούρνοι)

0.31 0.22 0.33 0.10 0.08 0.77 2.96 3.32 0.92 2.53

0.34 0.80 0.87 0.54 0.45 0.69 1.04 1.06 1.17 1.18

3.15 1.26 1.57 1.37 1.80 1.46 1.12 1.07 1.08 1.05

155.14 28.93 373.18 3.04 6.38 59.85 23.77 19.08 29.45 24.69

4.98 6.45 3.33 13.13 11.16 2.38 15.28 12.50 6.13 10.19

0.11 0.10 0.27 0.39 0.65 0.41 0.51 0.19 0.10 0.57

2.34 0.24 0.63 0.15 0.39 1.38 0.07 0.08 0.15 0.09

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

S.A.R. M.H. 1.22 0.58 1.39 0.22 0.34 2.27 0.28 0.30 0.62 0.39

0.20 0.20 0.30 0.10 0.10 0.40 0.70 0.80 0.50 0.70

27


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

‐ Mg/Ca: Ο λόγος αυτός δείχνει κατά πόσο το νερό προέρχεται από ασβεστολιθικά ή μαγνησιούχα πετρώματα. Για τον ιοντικό αυτό λόγο προκύπτει ότι οι τιμές κυμαίνονται από 0.08 έως 3.32, ενώ η μέση τιμή του λόγου Mg/Ca είναι 1.15 και υποδηλώνει ασβεστιτικά – ασβεστομαγνησιούχα νερά με μεγάλο ποσοστό ασβεστούχων υλικών (μάργες, κροκαλοπαγή, αργιλικοί σχηματισμοί και ασβεστολιθικά πετρώματα με ποικίλη περιεκτικότητα σε Ca και Mg). Με βάση το λόγο αυτό η ταξινόμηση των υπόγειων νερών γίνεται ως εξής: (α) Mg/Ca=0.01–1.5 αντιστοιχεί σε νερό από ασβεστολιθικά υδροφόρα πετρώματα (περιοχή Διδύμων), (β) Mg/Ca=1.5 – 2 αντιστοιχεί σε νερό, που προέρχεται από δολομιτικά υδροφόρα στρώματα και (γ) Mg/Ca>2 αντιστοιχεί σε υδροφόρα στρώματα, που προέρχονται από πυριτικούς υδροφόρους πλούσιους σε Μg. Η κατανομή του λόγου αυτού παίρνει τιμές από 0.08 έως 0.92 στην ευρύτερη περιοχή των Διδύμων, υποδηλώνοντας νερό ασβεστολιθικών υδροφορέων, λόγω της προέλευσης των υλικών απόθεσης. Στην περιοχή των Φούρνων ωστόσο, οι τιμές του λόγου υπερβαίνουν το 2, εξαιτίας της παρουσίας του οφιολιθικού mélange, με αποτέλεσμα το υπόγειο νερό να παρουσιάζει, κατά τόπους, αυξημένες συγκεντρώσεις Mg. ‐ Na/Cl: Όταν ο λόγος αυτός παρουσιάζει τιμές >1, το νερό προέρχεται από υδροφόρους σε αλκαλικά, μαγματικά ή μεταμορφωμένα πετρώματα (σερπεντινίτες, περιδοτίτες), που σημαίνει ιοντική ανταλλαγή Ca, Mg με Na. Αντίθετα, πολύ μικρή τιμή του λόγου μαρτυρά ρύπανση του υδροφόρου από τη θαλάσσια διείσδυση. Όσο υψηλότερο είναι το ποσοστό των αργιλικών ορυκτών σε ένα υδροφορέα, τόσο μικρότερος είναι ο λόγος Να/CI. Οι τιμές του λόγου στην περιοχή μελέτης κυμαίνονται από 0.34 έως 1.18 με τη μέση τιμή του να είναι 0.81 υποδηλώνοντας, ως επί το πλείστον, φρέσκα νερά. Ωστόσο, υψηλές τιμές του λόγου πιθανώς να συνδέονται με την αποσάθρωση Na‐ούχων αστρίων (σε θέσεις δειγματοληψίας στην περιοχή των Φούρνων η συγκεκριμένη ιοντική σχέση ξεπερνά τη μονάδα, γεγονός που σημαίνει ότι υπάρχουν ιόντα νατρίου, που δεν σχετίζονται με το θαλασσινό νερό, συνεπώς θα πρέπει η περίσσεια αυτή να προέρχεται από διάλυση ορυκτών και κυρίως πυριτικών), όπως π.χ. του αλβίτη. Τέλος, χαμηλές τιμές του

λόγου (<1) είναι πιθανό αποτέλεσμα της ιοντο‐ανταλλαγής Na στο έδαφος και τις αργίλους. ‐ (Ca+Mg)/(SO4+HCO3): Η συγκεκριμένη ιοντική σχέση χρησιμοποιείται ως ένδειξη διάλυσης πυριτικών ορυκτών (silicate weathering). Αν το άθροισμα HCO3+SO4 είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα Ca+Mg ή αλλιώς αν ο ιοντικός λόγος (Ca+Mg)/(HCO3+SO4) είναι μικρότερος της μονάδας, τότε είναι πιθανό να πραγματοποιείται διάλυση πυριτικών ορυκτών. Από το Γράφ.4.2 προκύπτει ότι όλα τα υδροσημεία παρακολούθησης βρίσκονται πάνω από τη γραμμή 1:1, που σημαίνει ότι επικρατεί διάλυση ανθρακικών ορυκτών, χωρίς αυτό ωστόσο να αποκλείει την ταυτόχρονη διάλυση πυριτικών ορυκτών.

Γράφ.4.2: (αριστερά) Γραφική συσχέτιση του ιοντικού λόγου Ca+Mg με SO4+HCO3 με τη γραμμή 1:1 και (δεξιά) της ιοντικής σχέσης Na/Cl με το Cl, αναφορικά με τις υδρογεωχημικές διεργασίες. Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

28


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

‐ Na/K: Ο ιοντικός λόγος Na/K σχετίζεται με το κατά πόσο το νερό είναι θαλασσινό ή μετεωρικό ή εάν υπάρχει περιοχή εμπλουτισμού των υδροφορέων (Σούλιος, 2006). Έτσι ανάλογα με τις τιμές του λόγου τα υπόγεια νερά χαρακτηρίζονται ως εξής: α) Na/K=47 ένδειξη θαλάσσιας διείσδυσης, β) Na/K=10 βρόχινο νερό, γ) Na/Κ=15‐25 νερό σε περιοχή εμπλουτισμού υδροφορέων και δ) Na/Κ>50‐70 νερό στην κατάντη περιοχή του υδροφόρου, λόγω προσρόφησης Na (περιοχή εκφόρτισης). Για τον ιοντικό αυτό λόγο προκύπτει ότι οι τιμές κυμαίνονται από 3.04 έως 373.2. Η μέση τιμή του λόγου Na/Κ είναι 72.4, υποδηλώνοντας αφενός υπόγεια νερά σε περιοχή εμπλουτισμού υδροφορέων, αφετέρου υπόγεια νερά, που βρίσκονται σε υδρογεωχημική διεργασία ιοντοανταλλαγής. ‐ (Ca+Mg)/(Na+K): Ο ιοντικός αυτός λόγος σχετίζεται με την τροφοδοσία του υπόγειου νερού δίνοντας πληροφορίες σχετικά με τις περιοχές, όπου υπάρχει εμπλουτισμός των υδροφόρων στρωμάτων. Έτσι ανάλογα με τις τιμές, που παίρνει αυτός ο λόγος, διακρίνονται οι εξής κατηγορίες (Σούλιος, 2006): α) (Ca+Mg)/(Na+Κ)>1 υδροφόρο στρώμα με συνεχή τροφοδοσία και β) (Ca+Mg)/(Na+Κ)<1 παλαιό νερό στα κατάντη τμήματα του υδροφορέα (ως προς τη διεύθυνση ροής), δηλαδή, πρόκειται ουσιαστικά για ζώνες εκφόρτισης. Η μέση τιμή του λόγου είναι 8.55, υποδηλώνοντας νερά από περιοχές εμπλουτισμού των υδροφόρων με συνεχή τροφοδοσία. Η κατανομή του λόγου εμφανίζει σαφή τάση ελάττωσης από την περιοχή εμπλουτισμού (κράσπεδα του όρους Διδύμων) προς την περιοχή εκφόρτισης (έξοδος της λεκάνης), που υποδηλώνει μεγαλύτερη τροφοδοσία με απευθείας κατείσδυση στα ανάντη από βροχοπτώσεις και πιθανώς αύξηση Ca+Mg, λόγω διάλυσης ασβεστιτικών υλικών. ‐ SO4/Cl: Η ιοντική αυτή σχέση αποτελεί ένδειξη της αλατότητας του εδάφους και η τιμή της μειώνεται κατά τη διεύθυνση μεταφοράς των αλάτων και ροής των υπόγειων νερών, ενώ επηρεάζεται από δευτερογενή ρύπανση. Για τιμές του λόγου <0.2 το υπόγειο νερό χαρακτηρίζεται χλωριούχο (λόγω ενδεχομένως αστικών λυμάτων), ενώ για τιμές >5 το νερό χαρακτηρίζεται θειούχο. Ενδιάμεσες τιμές χαρακτηρίζουν το υπόγειο νερό ως χλωροθειούχο (0.2‐1) και θειούχο‐χλωριούχο (1‐5). Η μέση τιμή του λόγου SO4/Cl είναι 0.33 και υποδηλώνει νερό, που βαθμιαία μεταπίπτει από χλωριούχο σε θειούχο (Σούλιος, 2006). Οι συγκεντρώσεις των SΟ4 και Cl στις περιοχές τροφοδοσίας συνήθως είναι μικρές και αυξάνουν προς τα κατάντη, με τις συγκεντρώσεις των χλωριόντων να αυξάνουν πιο γρήγορα από τα θειικά και να έχουν την τάση να γίνουν το επικρατούν ιόν. Κατά θέσεις, παρατηρούνται χαμηλές τιμές του λόγου, που δεν δικαιολογούνται, λόγω της σημαντικής απόστασης από την ακτογραμμή. Αυτό, πιθανώς, να οφείλεται, εξαιτίας της εντατικής καλλιέργειας και συνεπώς, της επανατροφοδοσίας του υδροφόρου ορίζοντα με αρδευτικό νερό, πλούσιο σε ιόντα Cl ή σε διάθεση αστικών λυμάτων. ‐ Revelle: Ο δείκτης αυτός (1941) ορίζεται ως το πηλίκο των ιόντων (meq/l) χλωρίου προς το άθροισμα των ανθρακικών και των όξινων ανθρακικών ιόντων: Revelle =

Cl CO3  HCO3

Όταν ο λόγος αυτός παίρνει τιμές πλησίον ή μεγαλύτερες του 1 τότε υπάρχει σαφής ένδειξη υφαλμύρωσης. Η χρήση του συντελεστή Revelle πρέπει να γίνεται σε συνδυασμό με σαφή γνώση των υδρογεωλογικών συνθηκών της περιοχής, στην οποία εφαρμόζεται. Από τα παρακάτω γραφήματα (Γράφ.4.3) διαπιστώνεται η πολύ καλή συσχέτιση του δείκτη Revelle με τα ιόντα χλωρίου, όπως αναμενόταν και προκύπτει ότι τα υπόγεια νερά της ευρύτερης περιοχής μελέτης δεν επηρεάζονται από Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

29


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

υφαλμύρωση. Στα τρία υδροσημεία, που δείχνουν ελαφρώς επηρεασμένα από το δείκτη, ουσιαστικά δεν πρόκειται για υφαλμύρωση, αλλά από ρύπανση χλωριόντων στο υπόγειο νερό, πιθανώς από αστικά λύματα.

Γράφ.4.3: Γραφική συσχέτιση του δείκτη Revelle με το Cl σε αριθμητικό (αριστερά) και λογαριθμικό (δεξιά) χαρτί.

4.5 Δείκτες Κορεσμού & Σταθερότητας Η διάλυση και η απόθεση ορυκτών είναι μια διαδικασία μεταφοράς μάζας από τη μία φάση στην άλλη (Hounslow, 1995). Η διάλυση ενός ορυκτολογικού συστατικού λαμβάνει χώρα μέχρι το υπόγειο νερό να καταστεί κορεσμένο ως προς αυτό, οπότε και βρίσκονται σε χημική ισορροπία μεταξύ τους. Αν η διάλυση συνεχιστεί, τότε διαμορφώνεται περίσσεια του εν λόγω συστατικού στο νερό, η οποία αποβάλλεται με την απόθεσή του ως ίζημα. Ο βαθμός χημικής ισορροπίας ανάμεσα στο νερό και ένα συγκεκριμένο ορυκτό περιγράφεται από την παράμετρο του δείκτη κορεσμού (Saturation Index) ή Langelier, ο οποίος δίνεται από την ακόλουθη σχέση: SI = log (IAP*Ksp – 1) όπου, IAP η ιοντική ενεργότητα του ορυκτού και Ksp το γινόμενο διαλυτότητας του ορυκτού. Η χρήση του εν λόγω δείκτη περιορίζεται σε απλές ευδιάλυτες ενώσεις, όπως είναι τα ανθρακικά ορυκτά. Χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό των παραμέτρων, που συμβάλλουν στη διάβρωση ή την απόθεση ασβεστίτη ή γύψου ή δολομίτη. Η τιμή του δείκτη κορεσμού Langelier αναφέρει ότι στο σημείο κορεσμού του ασβεστίου και του μαγνησίου, το οποίο χαρακτηρίζεται από τη διαλυτότητα των όξινων ανθρακικών αλάτων των μετάλλων και συνεπώς, από την παρουσία όξινων ανθρακικών ιόντων, ευνοείται η απόθεση CaCO3 και MgCO3 όταν υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες θερμοκρασίας και pΗ. Πιο συγκεκριμένα, ο δείκτης κορεσμού Langelier (LSI) υπολογίζεται ως εξής: LSI = pH – pHs. όπου, η παράμετρος pHs υπολογίζεται από τη σχέση pHs = pCa + pAlk + C, όπου pCa η συγκέντρωση ιόντων ασβεστίου (σε mg/l), pAlk η αλκαλικότητα (σε mg/l CaCO3) και C η συγκέντρωση των διαλυμένων στερεών (TDS σε mg/l). Αν το αποτέλεσμα της παραπάνω πράξης είναι θετικό, τότε το νερό είναι αποθετικό και υπερκορεσμένο συνεπώς, επικρατεί κατακρήμνιση CaCO3 και MgCO3, αν αντίθετα το αποτέλεσμα είναι αρνητικό, τότε το νερό είναι διαβρωτικό και υποκορεσμένο και τέλος, αν LSI=0 τότε το νερό βρίσκεται σε ισορροπία. Η γνώση του βαθμού κορεσμού είναι πολύ σημαντική, διότι αποτελεί έναν δείκτη του χρόνου παραμονής του νερού μέσα στα πετρώματα. Γενικά, οι δείκτες κορεσμού χρησιμοποιούνται για να καταδείξουν την τάση του νερού στην απόθεση ή διάλυση ορισμένων συστατικών (Πίν.4.5). Επιπλέον, ο Ryznar πρότεινε το δείκτη σταθερότητας RSI (Ryznar Stability index), που δίνεται από τη σχέση: Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

30


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

RSI = 2pH – pHs. Τιμές του RSI μεγαλύτερες από 7 δηλώνουν διαβρωτικό νερό. Όταν ο δείκτης RSI είναι μικρότερος από 7, το νερό έχει την τάση να αποθέτει άλατα. Πίν.4.5: Δείκτες κορεσμού και σταθερότητας στα κυριότερα ανθρακικά και πυριτικά ορυκτά. A/A 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10

ID SI.Calcite SI.Dolomite SI.Aragonite SI.Gypsum SI.Anhydrite Langelier Ryznar TDS Φ1 (Δίδυμα) 0.6998 1.0382 0.5848 ‐1.0263 ‐2.8651 0.50 6.40 1022.5 Φ2 (Δίδυμα) 0.7228 0.9311 0.6078 ‐2.1501 ‐5.4527 0.50 6.60 403.9 Φ3 (Δίδυμα) 0.7589 1.1864 0.6439 ‐1.2764 ‐3.4410 0.50 6.50 629.5 Φ4 (Δίδυμα) 0.4391 0.0398 0.3241 ‐1.8157 ‐4.6828 0.20 7.00 339.8 Φ5 (Δίδυμα) 0.4512 ‐0.0530 0.3362 ‐1.1737 ‐3.2046 0.20 6.90 436.7 Φ6 (Δίδυμα) 0.8072 1.6497 0.6922 ‐0.7802 ‐2.2983 0.60 6.40 1096.0 Φ7 (Φούρνοι) 0.9660 2.5476 0.8510 ‐2.2536 ‐5.6911 0.70 6.60 459.6 Φ8 (Φούρνοι) 0.6838 2.0313 0.5688 ‐2.8338 ‐7.0271 0.40 7.10 365.5 Γ1 (Φούρνοι) 0.5815 1.2718 0.4665 ‐2.5041 ‐6.2678 0.30 6.90 406.2 Γ2 (Φούρνοι) 0.6591 1.8645 0.5441 ‐2.1737 ‐5.5072 0.40 7.00 412.3

Στην περιοχή ενδιαφέροντος οι δείκτες κορεσμού του δολομίτη, του ασβεστίτη και του αραγωνίτη είναι θετικοί, οι οποίοι μαρτυρούν την κίνηση του νερού διαμέσου ασβεστο‐μαγνησιούχων πετρωμάτων (ασβεστόλιθοι) με ποικίλη περιεκτικότητα σε Ca και Mg (Γράφ.4.4). Τα δείγματα του υπόγειου νερού κυμαίνονται από κορεσμένα έως υπερκορεσμένα κυρίως σε δολομίτη και δευτερευόντως σε ασβεστίτη και αραγωνίτη και γενικά εμφανίζονται ως υπερκορεσμένα σε ανθρακικές μεταλλικές φάσεις, ενώ είναι υποκορεσμένα σε εβαποριτικές (γύψος, ανυδρίτης). Το γεγονός αυτό αποδεικνύει αφενός ότι το υπόγειο νερό προέρχεται από ανθρακικά και οφιολιθικά περιβάλλοντα, πλούσια σε ιόντα Ca και Mg σε διάφορες μορφές, αφετέρου ότι το υπόγειο νερό ελέγχεται τόσο από τη διάλυση ανθρακικών ορυκτών, όσο και από το σημαντικό χρόνο παραμονής τους στον υδροφόρο ορίζοντα. Προκύπτει ότι, κατά κύριο λόγο, το υπόγειο νερό είναι αποθετικό (LSI>0) και συνεπώς, επικρατεί καθίζηση ανθρακικού ασβεστίου και μαγνησίου, ως αποτέλεσμα της υδροχημικής σύστασης του νερού και του μακρού χρόνου παραμονής του σε ασβεστολιθικά (Δίδυμα) και οφιολιθικά πετρώματα (Φούρνοι).

Γράφ.4.4: Διαγράμματα, στα οποία απεικονίζεται (αριστερά) τα πεδία κορεσμού σε ασβεστίτη και γύψο και (δεξιά) η γραφική συσχέτιση του δείκτη κορεσμού με το σύνολο διαλυμένων στερεών (TDS) των υπόγειων νερών.

4.6 Ταξινόμηση Υπόγειου Νερού με Υδροχημικά Διαγράμματα Τα υδροχημικά διαγράμματα έχουν ως σκοπό την παρουσίαση και ερμηνεία των δεδομένων, τα οποία Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

31


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

έχουν προκύψει με βάση τις πρωτογενείς μετρήσεις υπαίθρου και εργαστηρίου και από αναλύσεις δειγμάτων νερού (Λαμπράκης, 1991). Η παρουσίαση των αποτελεσμάτων των χημικών αναλύσεων γίνεται με τη χρήση εξειδικευμένων υδροχημικών διαγραμμάτων, τα οποία προσφέρουν σαφή και εποπτική απεικόνιση των αποτελεσμάτων. Τα διαγράμματα αυτά αποτελούν επίσης πολύτιμα εργαλεία για την εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με την ανάμιξη νερών διαφορετικής προέλευσης και την ερμηνεία των διεργασιών, που λαμβάνουν χώρα στα πλαίσια της υπόγειας ροής. ‐ S.A.R. (Sodium Adsorption Ratio): Ο λόγος S.A.R. (ή διάγραμμα Richards, 1954) καταδεικνύει τον υδροχημικό τύπο του υπόγειου νερού ως προς τον κίνδυνο αλκαλίωσης και αλατότητας και εκφράζει την τάση του Νa να προσροφάται στις ανταλλάξιμες θέσεις των κατιόντων και να αυξάνει την αναλογία του, κυρίως σε βάρος των ιόντων του Ca και του Mg, ενώ έμμεσα εκφράζει την καταλληλότητα του υπόγειου νερού για άρδευση, συναρτήσει της ηλεκτρικής αγωγιμότητας (Γράφ.4.5). Τα διαγράμματα αρδευτικής καταλληλότητας χρησιμοποιούνται, εν γένει, για τη διαπίστωση του κατά πόσο τα εξεταζόμενα δείγματα νερού εξυπηρετούν τις ανάγκες των καλλιεργειών. Στην περιοχή έρευνας παρατηρείται έντονη γεωργική δραστηριότητα (καλλιέργειες κυρίως κηπευτικών), με αποτέλεσμα τη χρήση μεγάλων ποσοτήτων νερού για αρδευτικούς σκοπούς. Με τον προσδιορισμό της ηλεκτρικής αγωγιμότητας (E.C.) και του S.A.R., τα νερά μπορούν να ταξινομηθούν σε μία από τις τέσσερις κατηγορίες αλατότητας και αλκαλίωσης. Η εξίσωση που εκφράζει τον συντελεστή S.A.R. είναι η εξής: Na S . A.R.  Ca  Mg 2 όπου οι συγκεντρώσεις Cα, Mg και Να εκφράζονται σε meq/l. Τα υπόγεια νερά της περιοχής μελέτης ανήκουν κυρίως στην κατηγορία C3S1, δηλαδή, πρόκειται για νερό υψηλού κινδύνου αλατότητας και μικρής αλκαλικότητας. Η χρήση τους απαιτεί απόπλυση των αρδευόμενων εδαφών και εν γένει τα νερά αυτά θεωρούνται ακατάλληλα για άρδευση εδαφών με περιορισμένη στράγγιση ή για ευαίσθητες καλλιέργειες. Ας σημειωθεί ότι στη χαμηλή ζώνη της πεδινής περιοχής των Διδύμων επικρατούν, κατά τόπους, ημιπερατοί σχηματισμοί και οι υδρογεωλογικές – τοπογραφικές συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές για την αποστράγγιση των νερών άρδευσης. ‐ Τριγραμμικό διάγραμμα (PIPER): Τα τριγραμμικά διαγράμματα Piper (Γράφ.4.6) είναι τα πιο εύχρηστα από τα διαγράμματα, που χρησιμοποιούνται για τη γραφική παράσταση της χημικής σύστασης του νερού, διότι προσφέρουν δυνατότητα άμεσης σύγκριση διαφόρων τύπων νερού και ομαδοποίησης. Αυτή η γραφική απεικόνιση αποδεικνύεται χρήσιμη τόσο για τον εντοπισμό του υδροχημικού τύπου των υπόγειων νερών, όσο και για την ερμηνεία υδροχημικών σχέσεων μεταξύ τους, όπως: (α) ανάμιξη διαφορετικών τύπων νερού, (β) κατιοντική ανταλλαγή, (γ) αντιδράσεις καθίζησης και διάλυσης και (δ) θειική αναγωγή. Όταν λαμβάνει χώρα μόνο ανταλλαγή κατιόντων, τα δείγματα κατανέμονται παράλληλα, κοντά στις εξωτερικές πλευρές του ρόμβου. Κοινό χαρακτηριστικό των διαγραμμάτων Piper είναι ότι παρατηρείται συσσώρευση σημείων στο τμήμα των κατιόντων Mg και Ca, καθώς και στο τμήμα ανάμιξης ιόντων. Επίσης, από πλευράς ανιόντων, η πλειοψηφία των δειγμάτων εντοπίζεται στο πεδίο οξυανθρακικής ποιοτικής σύστασης, ενώ ορισμένα δείγματα αποτυπώνονται στο πεδίο της χλωριούχου ποιοτικής σύστασης. Η πλειονότητα των δειγμάτων υπόγειου νερού χαρακτηρίζεται από τον υδροχημικό τύπο Ca–HCO3 (περιοχή Διδύμων) και Mg–HCO3 (περιοχή Φούρνων), δηλαδή, τα νερά είναι είτε Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

32


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

ασβεστούχα‐οξυανθρακικά (εμπλουτισμός από ασβεστολιθικά πετρώματα) είτε μαγνησιούχα‐οξυανθρακι‐ κά (εμπλουτισμός από οφιολίθους), ενώ κατά θέσεις (Φ1 στα Δίδυμα), το νερό εμφανίζεται ασβεστούχο‐ χλωριούχο (Ca–Cl), κατά πάσα πιθανότητα εξαιτίας παρουσίας αστικών και αγροκτηνοτροφικών λυμάτων. ‐ Επικινδυνότητα Μαγνησίου (M.H. – Magnesium Hazard): Υπολογίζεται από το πηλίκο της συγκέντρωσης μαγνησίου προς το άθροισμα των συγκεντρώσεων ασβεστίου και μαγνησίου ως εξής: M .H . 

Mg Ca  Mg

όπου, οι συγκεντρώσεις είναι εκφρασμένες σε meq/l. Το ασβέστιο και το μαγνήσιο αν και αποτελούν

απαραίτητα

συστατικά

για

την

ανάπτυξη των φυτών, από κάποιο σημείο και έπειτα θεωρούνται επιβλαβή και επιζήμια. Συγκεκριμένα, όταν M.H.>0.5 τότε το νερό είναι επιβλαβές και συνεπώς ακατάλληλο για χρήση σε καλλιέργειες (περιοχή Φούρνων). Γράφ.4.5: Διάγραμμα αρδευτικής καταλληλότητας, κατά Richards (S.A.R.).

Γράφ.4.6: Διάγραμμα PIPER, στο οποίο (αριστερά) απεικονίζονται οι υδρογεωχημικές διεργασίες των δειγμάτων υπόγειου νερού, ενώ (δεξιά) προβάλλονται τα πεδία ταξινόμησης.

‐ Διάγραμμα DUROV και αναπτυγμένου DUROV: Από την κατανομή των δεδομένων των χημικών αναλύσεων στο διάγραμμα DUROV ή αναπτυγμένο (expanded) DUROV συνάγονται συμπεράσματα για το βαθμό τροφοδοσίας του υπόγειου νερού και το χρόνο παραμονής του στο υπέδαφος. Από τα παρακάτω διαγράμματα (Γράφ.4.7) προκύπτει ότι οι επικρατέστεροι υδροχημικοί τύποι είναι ο μαγνησιούχος Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

33


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

οξυανθρακικός (Mg–HCO3) και ο ασβεστούχος οξυανθρακικός (Ca–HCO3). Στην περιοχή, όπου εντοπίζονται γλυκά νερά, τα επικρατούντα ιόντα είναι Ca, Mg και HCO3. Το γεγονός αυτό αντιστοιχεί, κατά κανόνα, σε νερά, που ανανεώνονται σημαντικά, υφίστανται καλή τροφοδοσία και έχουν μικρό χρόνο παραμονής στο υπέδαφος, ενώ προέρχονται από καρστικούς υδροφόρους και από υδροφόρους πλούσιους σε Mg (οφιόλιθοι). Επίσης, κατά θέσεις, παρατηρείται κυριαρχία των ιόντων Mg και SO4 (Φ6 στα Δίδυμα), τα οποία φανερώνουν κατά κανόνα ανταλλαγή ιόντων και μίξη, δηλαδή αντιστοιχούν υπόγεια νερά με αρκετό χρόνο παραμονής στο υπέδαφος, ώστε να έχουν συντελεστεί ιοντοανταλλαγές και να έχουν εμπλουτισθεί σε άλατα.

Γράφ.4.7: Διαγράμματα (αριστερά) DUROV και (δεξιά) αναπτυγμένου DUROV, στα οποία απεικονίζονται τα πεδία ταξινόμησης με τους κυριότερους υδροχημικούς τύπους υπόγειου νερού.

‐ Ημι‐λογαριθμικά διαγράμματα (HEM, WATERLOT): Τα διαγράμματα HEM και WATERLOT (Γράφ.4.8) δίνουν πληροφορίες τόσο για τον υδροχημικό τύπο του νερού όσο και για τις απόλυτες συγκεντρώσεις τους. Εκτός από την απόλυτη τιμή κάθε ιόντος και τις διαφορές στη συγκέντρωση περισσοτέρων της μίας

Γράφ.4.8: Διαγράμματα (αριστερά) HEM και (δεξιά) WATERLOT, στα οποία απεικονίζεται η υδροχημική σύσταση του υπόγειου νερού, καθώς και τα πεδία ποσιμότητάς του.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

34


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

ανάλυσης νερού, καθίσταται δυνατή και η κατάταξη των νερών σε διαφορετικές κατηγορίες ποσιμότητας (διάγραμμα Waterlot). Ωστόσο, η χρήση των διαγραμμάτων Waterlot δύναται να οδηγήσει σε λανθασμένες εκτιμήσεις της ποσιμότητας των νερών όταν αυτά είναι ποιοτικώς υποβαθμισμένα, όπως συμβαίνει με τα υπόγεια νερά της υπό μελέτης περιοχής. ‐ Διαγράμματα CHEBOTAREV και SULIN: Με βάση τις υδρογεωχημικές φάσεις των νερών, όπως αυτές υπολογίζονται από τα αποτελέσματα των υδροχημικών αναλύσεων των δειγμάτων νερού, τα υπόγεια νερά ανήκουν στην ανώτατη υδροχημική ζώνη. Η κατάταξη στη συγκεκριμένη ζώνη πρέπει να πληροί τις εξής προϋποθέσεις: (α) να παρατηρείται έντονη κυκλοφορία του νερού στα πετρώματα, των οποίων η απόπλυσή τους είναι εύκολη και (β) το νερό να είναι οξυανθρακικό και χαμηλής μεταλλικότητας (χαμηλό T.D.S.). Στο μεν διάγραμμα CHEBOTAREV (Γράφ.4.9) η πλειονότητα των νερών κατανέμεται στα φρέσκα νερά με αλκαλική γεωχημική προέλευση, με τάση ορισμένα από αυτά να υπόκεινται σε μίξη, στο δε διάγραμμα SULIN διακρίνεται η Ca‐ούχος και Mg‐ούχος προέλευση του νερού (κατά κύριο λόγο).

Γράφ.4.9: Διαγράμματα (αριστερά) CHEBOTAREV και (δεξιά) SULIN, στα οποία απεικονίζεται η υδρογεωχημική σύσταση και προέλευση του υπόγειου νερού.

‐ Ακτινωτά – Αραχνοειδή διαγράμματα: Πρόκειται για διαγράμματα (Γράφ.4.10), στα οποία απεικονίζονται τα κύρια ιόντα (σε meq/l) καταδεικνύοντας τον υδροχημικό τύπο του υπόγειου νερού. Στο παρακάτω γράφημα έχουν σχεδιαστεί τα υδροσημεία εκείνα στα οποία πραγματοποιήθηκε δειγματοληψία καταδεικνύοντας, παράλληλα, το χημισμό του υπόγειου νερού.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

35


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

Γράφ.4.10: Ακτινωτά – αραχνοειδή διαγράμματα, στα οποία απεικονίζονται οι υδροχημικοί τύποι υπόγειου νερού, που απαντούν στην περιοχή έρευνας.

‐ Γεωθερμόμετρο (Cl‐SO4‐HCO3): Πρόκειται για τριγωνικό διάγραμμα, το οποίο καταδεικνύει την ύπαρξη ή όχι της σχέσης του υπόγειου νερού με γεωθερμικά ρευστά, είτε λόγω ύπαρξης ηφαιστειακής δραστηριότητας, είτε λόγω αυξημένης γεωθερμικής βαθμίδας. Από το Γράφ.4.11 προκύπτει ότι δεν υπάρχει καμία συσχέτιση μεταξύ του υπόγειου νερού και της γεωθερμίας, γεγονός που αποδεικνύει ότι το νερό είναι φρέσκο, μετεωρικής προέλευσης και διαρκώς ανανεούμενο. ‐ Κυκλικά διαγράμματα (ΠΙΤΕΣ): Τα κυκλικά διαγράμματα ή διαγράμματα ΠΙΤΑΣ θεωρούνται ιδιαίτερα χρήσιμα για τη γεωγραφική κατανομή και απεικόνιση των κύριων ιόντων του υπόγειου νερού σε σχέση με το σύνολο των διαλυμένων στερεών (T.D.S.). Από αυτά προκύπτουν συμπεράσματα σχετικά με την επίδραση της θαλάσσιας διείσδυσης στο υπόγειο νερό, καθώς και τον υδροχημικό τύπο νερού. Το σχήμα ΠΙΤΑΣ (Εικ.6, Χάρτης 3 εκτός κειμένου) δίνει μια εικόνα σχετικά με τις θέσεις δειγματοληψίας, που έχουν παρόμοια ποιοτικά χαρακτηριστικά και παρέχει πληροφορίες για την προέλευση και τα βασικά χαρακτηριστικά του υδατικού διαλύματος. Από την Εικ.6 προκύπτει ότι τα υπόγεια νερά χαρακτηρίζονται φρέσκα με έντονο το ασβεστούχο – μαγνησιούχο – οξυανθρακικό (Ca, Mg – HCO3) τους χαρακτήρα. Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

36


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

Γράφ.4.11: Διαγράμματα γεωθερμομέτρων, στα οποία καταδεικνύεται η έλλειψη συσχέτισης του υπόγειου νερού με τη γεωθερμικό πεδίο.

4.7 Στατιστική Επεξεργασία Υδροχημικών Δεδομένων Για την αποτελεσματικότερη επεξεργασία των δεδομένων και προκειμένου να διερευνηθούν οι υδρογεωχημικές συνθήκες, που επικρατούν στην ευρύτερη περιοχή, πραγματοποιήθηκε στατιστική ανάλυση των υδροχημικών δεδομένων (Εικ.4.2). Η στατιστική ανάλυση έχει χρησιμοποιηθεί με ικανοποιητικά αποτελέσματα, που βοηθάει στη μελέτη και ερμηνεία διαφόρων φυσικών φαινομένων συμβάλλοντας στη μελέτη πολύπλοκων φυσικών συστημάτων, εφόσον βέβαια υπάρχει επαρκής γνώση των γεωλογικών – τεκτονικών – υδρογεωλογικών και υδρογεωχημικών συνθηκών, που επικρατούν στην περιοχή έρευνας. Εκτός από την απλή στατιστική επεξεργασία, που αφορά στον υπολογισμό βασικών στατιστικών μεγεθών, όπως μέσος όρος, τυπική απόκλιση, μέγιστα, ελάχιστα, εύρος τιμών κτλ. έγινε η συσχέτιση των υδροχημικών δεδομένων με τη χρήση ανάλυσης συσχέτισης (Correlation Analysis – Data Matrix).

4.7.1 Περιγραφική Στατιστική Οι βασικές στατιστικές παράμετροι (Πίν.4.6), που περιγράφονται για τις συγκεντρώσεις των παραμέτρων που αναλύθηκαν είναι οι εξής: Πλήθος τιμών, Αριθμητικός μέσος, Τυπική απόκλιση, Διάμεσος, Μέγιστη τιμή, Ελάχιστη τιμή, Εύρος, Συντελεστές ασυμμετρίας και κύρτωσης. Με βάση λοιπόν τα αποτελέσματα των υδροχημικών αναλύσεων, τα υπόγεια νερά της περιοχής μελέτης παρουσιάζουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά (η ερμηνεία των αποτελεσμάτων στηρίζεται στην Υπουργική Απόφαση για τα όρια ποσιμότητας – KYA 39626/2208/Ε130/2009, ΥΑ 1811/2011): 

Οι επικρατέστεροι υδροχημικοί τύποι για τα νερά των πηγών είναι ο μαγνησιούχος οξυανθρακικός (Mg – HCO3) στην περιοχή των Φούρνων, λόγω παρουσίας οφιολιθικών πετρωμάτων και ο ασβεστούχος οξυανθρακικός τύπος (Ca – HCO3) στην περιοχή των Διδύμων, εξαιτίας των αντίστοιχων ανθρακικών (Εικ.4.3 & 4.4).

Επικρατούντα κατιόντα είναι το Ca και το Mg με τιμές, που κυμαίνονται από 35 έως 290mg/l με μέση τιμή 126mg/l και από 8 έως 93mg/l με μέση τιμή 48mg/l αντίστοιχα και επικρατούν ανιόν είναι το HCΟ3, με τιμές περιεκτικότητας που κυμαίνονται μεταξύ 250 και 535mg/l με μέση τιμή 383mg/l.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

37


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

¹

Εικ.4.2: Υδροχημικός χάρτης ευρύτερης περιοχής μελέτης.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

38


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο 

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

Η σύσταση των υπόγειων νερών για τα κατιόντα ακολουθεί τη σειρά Ca>Mg>Na>K, ενώ για τα ανιόντα η επικρατούσα σειρά είναι HCO3>Cl>SO4>NO3. Να τονισθεί ότι η νιτρορρύπανση γεωργικής ή αστικής προέλευσης αποτελεί το μεγαλύτερο κίνδυνο ποιοτικής υποβάθμισης των υπόγειων νερών της περιοχής έρευνας. Σε πολλά δείγματα τα νιτρικά ιόντα (ΝΟ3) παρουσιάζουν αυξημένες συγκεντρώσεις (>50ppm), γεγονός που τα καθιστά ακατάλληλα προς πόση (Εικ.4.6), λόγω της εκτεταμένης χρήσης λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων (περιοχή Διδύμων).

Τα αλκάλια Na και K εμφανίζουν τιμές συγκέντρωσης ιδιαιτέρως αυξημένες σε περιοχές, που πιθανώς το υπόγειο νερό να έχει επηρεαστεί από λιπάσματα πλούσια σε αυτά τα συστατικά και σε περιοχές, στις οποίες παρατηρείται διάλυση Na‐ούχων και K‐ούχων αστρίων (π.χ. αλβίτης, μικροκλινής κ.ά.) με ιοντοανταλλαγή.

Τα χλωριόντα Cl, εκεί όπου υπάρχουν εστίες ρύπανσης από αστικά – οικιακά λύματα, παρατηρούνται αυξημένα, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες περιοχές, που βρίσκονται εντός ορίων ποσιμότητας (Εικ.4.5).

Τα θειϊκά ιόντα (SO4) εν γένει, παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα στην περιοχή των Φούρνων, αλλά σε υψηλά επίπεδα στην περιοχή των Διδύμων, λόγω ιοντοανταλλαγής (Εικ.4.7).

Οι υπόλοιπες ενώσεις του αζώτου (ΝΗ4 και ΝΟ2) έχουν μηδαμινή σχεδόν παρουσία, πράγμα που φανερώνει τη μη επίδραση του υπόγειου νερού από εστίες παραγωγής αζωτούχων ενώσεων, εκτός από το υδροσημείο Φ4 στα Δίδυμα, γεγονός που αποδίδεται σε αστικά – οικιακά λύματα.

Σε ό,τι αφορά την παρουσία ιχνοστοιχείων στο υπόγειο νερό, προκύπτει ότι η πλειοψηφία αυτών απουσιάζει σχεδόν παντελώς (Cu, Cr, Cr6+, Ni, Pb, Cd, As και Hg). Η περιεκτικότητα του ολικού Σιδήρου (Fe) κυμαίνεται από σχεδόν μηδενική έως 200μg/l, η περιεκτικότητα του Μη κυμαίνεται από <5 έως 56μg/l, ενώ η παρουσία Al έχει τιμές από 75 έως 140mg/l. Η παρουσία τους οφείλεται στο γεγονός της περιοδικής χρήσης των πηγαδιών (ενίοτε μακρά χρονική διάρκεια μη λειτουργίας τους, εξαιτίας συγκεκριμένης καλλιέργειας), με αποτέλεσμα το σχηματισμό σκουριάς και ιλύος εντός αυτών. Επιπλέον, όπου παρατηρείται εξασθενές χρώμιο (Φούρνοι), βρίσκεται εντός φυσιολογικών ορίων και η προέλευσή του είναι φυσική, εξαιτίας της παρουσίας των οφιολιθικών πετρωμάτων (περιδοτίτες, σερπεντινίτες). Αξίζει να σημειωθεί ότι η γεώτρηση Γ1 στην περιοχή των Φούρνων παρουσιάζει ασυνήθιστα υψηλές τιμές, πέραν των ανώτερων επιτρεπτών ορίων, στα ιχνοστοιχεία των νικελίου (Ni), χαλκού (Cu), ψευδαργύρου (Zn) και διοξειδίου του πυριτίου (SiO2) και επομένως, χρήζει περαιτέρω διερεύνησης με επαναληπτική δειγματοληψία (πιθανώς να πρόκειται για τυχαίο γεγονός).

Τέλος, η περιεκτικότητα σε ολικό οργανικό άνθρακα (T.O.C. – Total Organic Carbon) για τα δείγματα του υπόγειου νερού βρίσκεται κάτω από 500μg/l C, εκτός από το πηγάδι Φ4 στην περιοχή των Διδύμων, το οποίο παρουσιάζει περιεκτικότητα 560μg/l C, λόγω ανθρωπογενούς δραστηριότητας (απόρριψη λυμάτων στην ανάντη περιοχή, κατά πληροφορίες).

Γενικά, το νερό του υδροφορέα της λεκάνης των Διδύμων και των Φούρνων κατατάσσεται στην κατηγορία των ολιγομεταλλικών νερών με υδροχημικό τύπο Ca – HCO3 και Mg – HCO3 αντίστοιχα. Η ποιοτική επιβάρυνση κυρίως στη λεκάνη των Διδύμων έχει προκαλέσει τη σημαντική αύξηση της σκληρότητας του υπόγειου νερού. Αυξημένες συγκεντρώσεις παρατηρούνται σε νιτρικά ιόντα (NO3) και ιόντα χλωρίου (Cl), που κατά περιπτώσεις ξεπερνά σημαντικά τα όρια ποσιμότητας (300ppm και

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

39


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

¹

Εικ.4.3: Χάρτης κατανομής ιόντων ασβεστίου (Ca) σε mg/l.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

40


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

¹

Εικ.4.4: Χάρτης κατανομής ιόντων μαγνησίου (Mg) σε mg/l.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

41


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

¹

Εικ.4.5: Χάρτης κατανομής ιόντων χλωρίου (Cl) σε mg/l.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

42


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

¹

Εικ.4.6: Χάρτης κατανομής νιτρικών ιόντων (NO3) σε mg/l.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

43


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

¹

Εικ.4.7: Χάρτης κατανομής θειικών ιόντων (SO4) σε mg/l.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

44


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

400ppm, αντίστοιχα), οφειλόμενες σε γεωργικές δραστηριότητες ή/και σε απόρριψη οικιακών λυμάτων.

4.7.2 Ανάλυση Συσχέτισης Η ανάλυση συσχέτισης αποτελεί μία στατιστική τεχνική ανάλυση, η οποία διερευνά το βαθμό της σχέσης, που υπάρχει μεταξύ δύο παραμέτρων ή ομάδας παραμέτρων, χωρίς όμως η μεταξύ τους συσχέτιση να σημαίνει και αιτιότητα. Ως μέτρο συσχέτισης των μεταβλητών έχει επικρατήσει να χρησιμοποιείται ο συντελεστής απλής γραμμικής συσχέτισης, κατά Pearson (r). Ο συντελεστής αυτός εκφράζει ένα μέτρο της πιθανότητας μιας μεταβλητής να μπορεί να προβλέψει την τιμή μιας άλλης. Οι τιμές των συντελεστών συσχέτισης μεταξύ των φυσικοχημικών παραμέτρων, των κύριων ιόντων και ορισμένων ιχνοστοιχείων παρουσιάζονται στον Πίν.4.7. Να σημειωθεί ότι οι τιμές των μεταβλητών, που έχουν συντελεστή συσχέτισης r2>0.65 θεωρούνται στατιστικά σημαντικές. Από τον παρακάτω πίνακα προκύπτουν οι εξής σημαντικές στατιστικά συσχετίσεις: (α) η πολύ καλή συσχέτιση της ηλεκτρικής αγωγιμότητας (E.C.), του συνόλου διαλυμένων στερεών (T.D.S.) και της ολικής σκληρότητας (T.H.) με το σύνολο σχεδόν των κύριων ιόντων του νερού (Ca, Na, Cl, SO4 και NO3) πλην K, Mg και HCO3, γεγονός το οποίο μπορεί να αποδοθεί στο χαρακτήρα των νερών (σκληρά νερά), (β) η απόλυτη θετική συσχέτιση της αλκαλικότητας με τα όξινα ανθρακικά ιόντα (HCO3), γεγονός που σημαίνει ότι η αλκαλικότητα εξαρτάται εξ’ ολοκλήρου από τη συγκέντρωση των ιόντων αυτών, (γ) η πολύ καλή συσχέτιση του νατρίου (Na) με τα θειικά ιόντα (SO4) και χλωριόντα (Cl), που σχετίζεται με την ιοντοανταλλαγή, (δ) η ισχυρή συσχέτιση του Ca και του Mg με τα ιόντα Cl, NO3, και HCO3 ως αποτέλεσμα ιοντοανταλλαγής, υποδεικνύοντας επίσης ανάμεικτα υπόγεια νερά και (ε) η καλή συσχέτιση μεταξύ Ca, Na με το Ba και B, του K με το Fe και του Fe με το Β πιθανώς να οφείλεται στην παρουσία οφιολιθικών πετρωμάτων (περιδοτίτες, σερπεντινίτες κ.ά.) και εν γένει από τις υδρογεωχημικές διεργασίες (ιοντοανταλλαγή, προσρόφηση κ.ά.), που λαμβάνουν χώρα στα περιβάλλοντα πετρώματα της ευρύτερης περιοχής έρευνας.

4.8 Νιτρορρύπανση Υδροφόρου Ορίζοντα Η πιο διαδεδομένη μορφή ρύπανσης τόσο του υπόγειου όσο και του επιφανειακού νερού είναι η νιτρορρύπανση. Τα νιτρικά ιόντα αποτελούν το τελικό προϊόν της φυσικής αποσύνθεσης οργανικών αζωτούχων ενώσεων, προέρχονται από ζωικά περιττώματα, λιπάσματα ή προηγούμενη χρήση του νερού από τον άνθρωπο. Η περιεκτικότητα των υπόγειων νερών σε νιτρικά είναι συνάρτηση τόσο ανθρωπογενών όσο και φυσικών παραγόντων, όπως ο τύπος των υδροφόρων οριζόντων (ελεύθεροι ή υπό πίεση), οι οξειδοαναγωγικές συνθήκες, που επικρατούν σε αυτούς, οι ιδιότητες του πετρώματος και το πάχος της ακόρεστης ζώνης (Λαμπράκης, 1991, Almasri, 2007). Το άζωτο στο υπόγειο νερό γενικά προέρχεται από πηγές του αζώτου, οι οποίες βρίσκονται στην επιφάνεια του εδάφους, στην εδαφική ζώνη ή σε ρηχές υπεδαφικές ζώνες, όπου θάβονται απόβλητα πλούσια σε αυτό. Τα νιτρικά ιόντα (ΝΟ3) είναι δείκτες, ειδικά σε περιοχές με έντονη αγροτική δραστηριότητα για τη ρύπανση των υπόγειων υδροφόρων οριζόντων από λιπάσματα. Όταν η ποσότητα νιτρικών, που εφαρμόζεται στο έδαφος είναι μεγαλύτερη από αυτή, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τα φυτά, η περίσσεια υφίσταται έκπλυση από τη ζώνη των ριζών με τη διήθηση του νερού εντός του εδάφους. Με τον τρόπο αυτό, τα νιτρικά μεταφέρονται μέσω του νερού χωρίς να υφίστανται άλλη μετατροπή. Επιπλέον, η ανεξέλεγκτη διάθεση οικιακών λυμάτων, η Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

45


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

Πίν.4.6: Βασικές στατιστικές παράμετροι φυσικοχημικών παραμέτρων, κύριων ιόντων και ιχνοστοιχείων. E.C. Στατιστική Παράμετρος

pH

Πλήθος Δειγμάτων Αριθμητικός Μέσος Τυπική Απόκλιση Διάμεσος Μέγιστη Τιμή Ελάχιστη Τιμή Εύρος Συντελεστής Κύρτωσης Συντελεστής Ασυμμετρίας

10 10 7.58 1112.4 0.26 540.4 7.53 840.0 8.02 2163.0 7.29 690.9 0.73 1472.1 ‐0.72 0.68 0.70 1.46

Ca

Mg

Na

μS/cm

K

HCO3

Cl

SO4

NO3

Fe

Al

mg/l (ppm) 10 126.5 77.1 126.9 287.5 36.4 251.1 0.74 0.81

10 48.4 31.1 49.5 92.6 8.2 84.5 ‐1.57 ‐0.08

10 43.1 44.1 22.2 143.2 9.4 133.9 1.92 1.60

10 2.2 1.7 1.4 5.2 0.3 4.9 ‐0.76 0.97

10 382.9 87.9 381.7 534.5 252.6 281.9 ‐0.64 0.13

Ba

Zn

B

10 92 48 79 192 38 154 0.57 0.91

10 33 41 10 103 5 98 ‐0.50 1.16

10 57 52 42 198 22 176 7.67 2.66

μg/l (ppb) 10 108.5 136.2 43.8 392.1 19.9 372.3 1.26 1.62

10 40.3 52.8 16.7 178.6 5.0 173.6 6.12 2.35

10 102.3 94.2 66.5 301.0 22.6 278.4 0.66 1.15

10 97 75 70 200 12 188 ‐1.53 0.47

10 110 22 110 140 75 65 ‐0.57 ‐0.47

SiO2 mg/l (ppm) 10 39 31 22 106 12 93 0.81 1.21

Πίν.4.7: Ανάλυση συσχέτισης (κατά Pearson) μεταξύ των φυσικοχημικών παραμέτρων, των κύριων ιόντων και των ιχνοστοιχείων. Μεταβλητές pH E.C. T.D.S. T.H. Alk. Ca Mg Na K HCO3 Cl SO4 NO3 Fe Al Ba Zn B SiO2

pH 1.00 ‐0.33 ‐0.26 ‐0.24 0.92 ‐0.76 0.78 ‐0.26 ‐0.53 0.92 ‐0.38 ‐0.26 ‐0.66 ‐0.59 ‐0.07 ‐0.60 ‐0.09 ‐0.19 0.54

E.C. 1.00 0.99 0.97 ‐0.28 0.79 0.25 0.90 ‐0.03 ‐0.28 0.99 0.79 0.77 0.38 0.60 0.60 ‐0.50 0.58 ‐0.38

T.D.S. 1.00 0.94 ‐0.19 0.72 0.32 0.94 0.00 ‐0.19 0.97 0.85 0.68 0.41 0.60 0.58 ‐0.49 0.67 ‐0.34

T.H. 1.00 ‐0.23 0.78 0.32 0.80 ‐0.12 ‐0.23 0.96 0.67 0.78 0.26 0.57 0.50 ‐0.52 0.43 ‐0.35

Alk.

Ca

Mg

Na

K

1.00 ‐0.76 0.80 ‐0.14 ‐0.49 1.00 ‐0.34 ‐0.17 ‐0.73 ‐0.52 ‐0.27 ‐0.53 0.03 ‐0.02 0.68

1.00 ‐0.35 0.61 0.17 ‐0.76 0.82 0.50 0.96 0.39 0.48 0.71 ‐0.39 0.27 ‐0.66

1.00 0.27 ‐0.43 0.80 0.19 0.24 ‐0.28 ‐0.18 0.11 ‐0.32 ‐0.21 0.23 0.48

1.00 0.02 ‐0.14 0.88 0.90 0.54 0.42 0.57 0.67 ‐0.45 0.77 ‐0.31

1.00 ‐0.49 ‐0.01 0.36 0.07 0.87 0.10 0.08 0.28 0.45 ‐0.39

HCO3 1.00 ‐0.34 ‐0.17 ‐0.73 ‐0.52 ‐0.27 ‐0.53 0.03 ‐0.02 0.68

Cl

SO4

NO3

Fe

Al

Ba

Zn

1.00 0.75 0.77 0.44 0.61 0.58 ‐0.43 0.58 ‐0.39

1.00 0.45 0.57 0.56 0.56 ‐0.45 0.85 ‐0.38

1.00 0.22 0.47 0.71 ‐0.48 0.09 ‐0.63

1.00 0.32 0.12 0.44 0.76 ‐0.44

1.00 0.36 ‐0.60 0.45 ‐0.55

1.00 ‐0.41 0.28 ‐0.56

1.00 ‐0.09 0.51

B 1.00 ‐0.18

SiO2 1.00

(οι τιμές με συντελεστή συσχέτισης r2>0.65 θεωρούνται στατιστικά σημαντικές και απεικονίζονται με έντονα – πλάγια γράμματα και κόκκινο χρώμα)

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

46


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

αποστράγγιση αστικών βόθρων αποτελούν παράγοντες, που επιβαρύνουν την περιεκτικότητα των νιτρικών ιόντων στο υπόγειο νερό. Το ανώτατο όριο συγκέντρωσης νιτρικών ιόντων στο πόσιμο νερό είναι τα 50mg/l, ενώ το επιθυμητό όριο είναι τα 25mg/l. Συγκεντρώσεις άνω των 40mg/l είναι συνήθεις σε πολλές γεωτρήσεις και πηγάδια αγροτικών περιοχών και αποδίδονται στη λειτουργία αγρο‐ κτηνοτροφικών μονάδων και σηπτικών αποχετευτικών συστημάτων. Σημαντικό ρόλο στη διάδοση της ρύπανσης του υπόγειου νερού από νιτρικά ιόντα παίζει και το είδος του εδαφικού σχηματισμού της ακόρεστης ζώνης. Έτσι, σε ρηχούς υδροφόρους και σε στρώματα, που αποτελούνται από μεγάλης περατότητας πετρώματα, παρατηρούνται υψηλές συγκεντρώσεις ΝΟ3, εξαιτίας του γεγονότος ότι αυτοί οι υδροφόροι είναι πλούσιοι σε διαλυμένο οξυγόνο και η νιτρική ρίζα παρουσιάζεται πολύ ισχυρή σε οξειδωτικό περιβάλλον. Τα αζωτούχα λιπάσματα, που χρησιμοποιούνται στις καλλιέργειες έχουν μεγάλη πιθανότητα να προκαλέσουν αύξηση της περιεκτικότητας των νιτρικών ιόντων στο υπόγειο νερό, εξαιτίας μάλιστα και της πολύ μεγάλης κινητικότητάς τους στην ακόρεστη ζώνη. Επιρρεπείς σε νιτρορρύπανση είναι οι αλλουβιακοί, επιφανειακοί υδροφορείς. Η ύπαρξη γεωτρήσεων με μεγάλο βάθος, οι οποίες αντλούν από επάλληλα στρώματα υδροφορέων, δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για τη μετακίνηση νερού ρυπασμένου με νιτρικά ιόντα από επιφανειακό υδροφορέα σε βαθύτερο. Σε ό,τι αφορά τις συγκεντρώσεις των νιτρικών ιόντων στην ευρύτερη περιοχή μελέτης αυτές κυμαίνονται από 23 έως 300mg/l και γενικότερα, επειδή στην περιοχή των Διδύμων οι στάθμες των υδροφόρων οριζόντων είναι κοντά στην επιφάνεια του εδάφους και σε συνδυασμό με την εντατική κτηνοτροφική και γεωργική δραστηριότητα (πλήθος καλλιεργήσιμων εκτάσεων), καθώς επίσης και την εκτεταμένη και ενίοτε αλόγιστη χρήση αζωτούχων λιπασμάτων, αναφέρονται υψηλές τιμές συγκέντρωσης νιτρικών. Εστιάζοντας περισσότερο στις αυξημένες τιμές των συγκεντρώσεων των νιτρικών ιόντων, διαπιστώνεται ότι περισσότερη από τη μισή έκταση της εν λόγω περιοχής, χαρακτηρίζεται από τιμές, που ξεπερνούν το ενδεικτικό όριο των 25ppm και το ανώτατο επιτρεπτό των 50ppm. Η παραπάνω διαπίστωση, ανάγει σε μείζον πρόβλημα ρύπανσης τον εμπλουτισμό του αλλουβιακού υδροφόρου σε νιτρικά ιόντα, δεδομένων των επιβλαβών συνεπειών, που μπορεί να έχουν στο ανθρώπινο περιβάλλον και λαμβανομένης υπόψη της έντασης του φαινομένου, καθώς οι αγροτικές δραστηριότητες είναι σημαντικές για την ευρύτερη περιοχή. Αντίθετα, στην περιοχή των Φούρνων η έλλειψη εντατικής αγρο‐κτηνοτροφικής δραστηριότητας και οι βαθύτεροι υδροφόροι ορίζοντες, συντηρούν συγκεντρώσεις εντός των ορίων ποσιμότητας. Τέλος, οι συγκεντρώσεις των αμμωνιακών και των νιτρωδών ιόντων κυμαίνονται γενικά, σε ποσοστά κάτω από τα ανώτερα επιτρεπτά, γεγονός που σημαίνει ότι οι εν λόγω ρυπαντές δεν επιβαρύνουν τον υπόγειο υδροφορέα (μόνο στο υδροσημείο Φ4 στα Δίδυμα παρατηρήθηκε ταυτόχρονη παρουσία νιτρωδών και αμμωνιακών ιόντων, η οποία πιθανώς συνδέεται με τη διάθεση λυμάτων).

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

47


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο

5.

ΓΕΩΧΗΜΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΕΔΑΦΩΝ

ΓΕΩΧΗΜΙΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΕΔΑΦΩΝ

5.1 Γενικά Το έδαφος στην περιοχή του Χ.Α.Δ.Α. παρουσιάζει ευρεία κοκκομετρική σύσταση, αποτελούμενο από ερυθρού – ερυθροκάστανου χρώματος ερυθρογή (terra rossa), ανάμεικτη με λατύπες ασβεστολιθικής σύστασης, ιλυώδεις αργίλους, λεπτά χαλίκια και ασβεστιτικά συγκρίματα. Στην περιοχή γύρω από τον Χ.Α.Δ.Α. απαντούν ρηχά και με ασθενή εδαφογενετική εξέλιξη εδάφη, με μέγιστο πάχος ορισμένων εκατοστών, εξαιτίας της παρουσίας συνεχούς συμπαγούς ασβεστολιθικού πετρώματος. Στο χώρο του Χ.Α.Δ.Α. έχει ενδεχόμενα προστεθεί με μεταφορά εδαφικό υλικό αποτελούμενο από μίγμα ερυθράς αργίλου και καστανόγκριζων μαργαϊκών υλικών, με αποτέλεσμα αφενός μεν να εμφανίζεται, στις τομές που ανοίχτηκαν, με μεγαλύτερο, από του εκτός του Χ.Α.Δ.Α. εδάφους, πάχος των 60‐70cm, αφετέρου το υλικό να είναι συμπαγές. Οι Τριαδικο‐Ιουρασικοί ασβεστόλιθοι είναι και στις δύο περιπτώσεις το υπόβαθρο των εδαφικών αυτών οριζόντων. Η προσέγγιση για την επιλογή των θέσεων δειγματοληψίας έγινε με τη μέθοδο της στοχευόμενης δειγματοληψίας, κατά την οποία οι θέσεις προσδιορίζονται στο Μοντέλο Αξιολόγησης Πεδίου και επιλέγονται βάσει της εικόνας του χώρου, την εκτίμηση των διόδων διάχυσης της όποιας ρύπανσης και της επαγγελματικής εμπειρίας. Θεωρείται ως δεδομένο, στη συγκεκριμένη προσέγγιση, ότι ο χώρος του Χ.Α.Δ.Α. αποτελεί πηγή ρύπανσης, η οποία πρέπει να αντιμετωπιστεί και διερευνάται η πιθανότητα διάχυσης της ρύπανσης μέσω των απορροών στα γειτονικά εδάφη και ιζήματα. Για την αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος χρησιμοποιήθηκε ο υπάρχων, την περίοδο της δειγματοληψίας στο Χ.Α.Δ.Α., εκσκαφέας, με τη βοήθεια του οποίου ανορύχθησαν ορύγματα διαστάσεων 2x1m και βάθους έως το επίπεδο εμφάνισης των ασβεστολίθων. Το μέγιστο αυτό βάθος για μεν τα δείγματα τα εντός του χώρου του Χ.Α.Δ.Α. ήταν 60‐70cm, για δε τα εκτός του χώρου του Χ.Α.Δ.Α. ορύγματα δεν ξεπερνούσε τα 10‐15cm. Δείγματα εδαφών, που συλλέχτηκαν είτε σε μεγαλύτερες αποστάσεις από τον Χ.Α.Δ.Α., στις οποίες δεν μετακινήθηκε ο εκσκαφέας, είτε ιζημάτων ρέματος συλλέχτηκαν σύμφωνα με τις οδηγίες Soil Sampling Protocol, (University of Michigan Dioxin Exposure Study Soil Sampling Protocol), καθώς και Soil sampling and methods of analysis / edited by M.R. Carter and E.G. Gregorich, Canadian Society of Soil Science, 2006. Δεν προτιμήθηκε η μέθοδος δειγματοληψίας με πυρηνοληψία, με τη χρήση φορητών εδαφικών δειγματοληπτών ή και γεωτρύπανων, κυρίως εξαιτίας του μικρού πάχους του εδαφικού μανδύα, αλλά και της στόχευσης, που εξ αρχής τέθηκε για δημιουργία σύνθετου δείγματος προκειμένου να επιτευχθεί η όσο το δυνατό πληρέστερη αντιπροσωπευτικότητα. Μέσα στο χώρο του Χ.Α.Δ.Α. συλλέχθηκαν με τη μέθοδο, που αναφέρθηκε, δύο (2) δείγματα. Κατάντη και γύρω από το Χ.Α.Δ.Α. συλλέχθηκαν, πάλι με την μέθοδο των εδαφικών τομών, συνολικά 10 σύνθετα δείγματα. Το πάχος του εδαφικού μανδύα στα σημεία αυτά είναι μικρό, 10‐15cm, αποτελούμενο από μείγμα χονδρόκοκκων ασυμπίεστων υλικών ερυθράς αργίλου, πηλού και αδρομερούς ασβεστολιθικού υλικού. Από όμορο στο Χ.Α.Δ.Α. αγρό με ελιές συλλέχθηκαν δύο (2) δείγματα εδάφους, δύο (2) δείγματα συλλέχθηκαν από το κύριο ρέμα κατάντη του χώρου και ένα (1) από σημείο απομακρυσμένο του Χ.Α.Δ.Α., επιλεγέν κατάλληλα ώστε να μην υπάρχει η πιθανότητα επηρεασμού της σύστασής του από τα στραγγίσματα του χώρου, το οποίο και χρησιμοποιήθηκε για δείγμα αναφοράς (Εικ.5.1 & 5.2). Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

48


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο

ΓΕΩΧΗΜΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΕΔΑΦΩΝ

Εικ.5.1: Χάρτης με τις θέσεις δειγματοληψίας εδαφών.

Σε κάθε θέση συλλέχθηκε σύνθετο αντιπροσωπευτικό δείγμα βάρους 1.5‐2kg. Οι συντεταγμένες της θέσης, όπως και όλες οι συντεταγμένες που αναφέρονται σε αυτή τη μελέτη, λήφθηκαν με τη βοήθεια του φορητού GPS Mobile Mapper της εταιρείας Thales Navigation. Τα δείγματα, εν συνεχεία, μεταφέρθηκαν στις εγκαταστάσεις του Ι.Γ.Μ.Ε. στο Ολυμπιακό Χωριό, όπου και τυποποιήθηκαν στο εργαστήριο της Διεύθυνσης Τεχνολογίας Εμπλουτισμού και Μεταλλευμάτων, ως ακολούθως: Το αρχικό δείγμα ομογενοποιήθηκε και χωρίσθηκε στα δύο με το ένα τμήμα να χρησιμοποιείται ως δείγμα αρχείου. Το δεύτερο τμήμα δείγματος εδάφους ξηράνθηκε σε θερμοκρασία μικρότερη των 40°C και ακολούθησε α) αποσβόλωση σε γουδί από αχάτη και β) κοσκίνισμα με πλαστικό κόσκινο διαμέτρου οπής 2mm για την απομάκρυνση υλικών μεγάλης διαμέτρου (π.χ. κροκάλες, υπολείμματα φυτών). Στη συνέχεια, το κάθε δείγμα χωρίστηκε σε τρία (3) μέρη, το ένα μέρος κρατήθηκε προκειμένου να προσδιοριστεί το pH, ενώ τα δύο άλλα μέρη λειοτριβήθηκαν στα <200mesh. Από τα λειοτριβηθέντα μέρη, το ένα μέρος κρατήθηκε ως δείγμα αρχείου, ενώ το άλλο χρησιμοποιήθηκε για χημικές αναλύσεις, που έλαβαν χώρα στη Διεύθυνση Αναλυτικών εργαστηρίων του Ι.Γ.Μ.Ε.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

49


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο

ΓΕΩΧΗΜΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΕΔΑΦΩΝ

Εικ.5.2: Φωτογραφικές λήψεις από τη δειγματοληψία εδαφών.

Ο προσδιορισμός των κύριων στοιχείων (Γενική Χημική Ανάλυση) έγινε με αλκαλική σύντηξη του δείγματος, διαλυτοποίηση του τήγματος με οξέα και μέτρηση του τελικού διαλύματος με φασματομετρία οπτικής εκπομπής πλάσματος (ICP‐OES). O προσδιορισμός των ιχνοστοιχείων έγινε με όξινη προσβολή με βασιλικό νερό και υδροφθόριο και στη συνέχεια μέτρηση με φασματοσκοπία μάζας (ICP‐MS). O προσδιορισμός του ολικού άνθρακα και του θείου έγινε με στοιχειακό αναλυτή LECO CS230 (τήξη με επαγωγικό ρεύμα παρουσία συλλιπάσματος, κατάλυση προϊόντων καύσης και μέτρηση σε ανιχνευτή υπέρθυθρης ακτινοβολίας IR detector). ASTM D5016 – 16 (Standard Test Method for Total Sulfur in Coal and Coke Combustion Residues Using a High‐Temperature Tube Furnace Combustion Method with Infrared Absorption). Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

50


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο

ΓΕΩΧΗΜΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΕΔΑΦΩΝ

5.2 Αποτελέσματα Μετρήσεων Τα αποτελέσματα των χημικών αναλύσεων στα δείγματα εδαφών δίνονται στους Πίν.5.1, 5.2 & 5.3, που ακολουθούν. Πίν.5.1: Περιεκτικότητα δειγμάτων εδάφους σε κύρια στοιχεία. ΣΤ013 και ΣΤ014 αποτελούν τα δείγματα, που ελήφθησαν μέσα στο χώρο του Χ.Α.Δ.Α., ΣΤ016, ΣΤ015 και ΣΤ012, αφορούν ιζήματα ρεμάτων, ενώ ΣΤb01 αποτελεί δείγμα εδάφους ενδεικτικό της τιμής πλαισίου της ευρύτερης περιοχής του Χ.Α.Δ.Α. Α/Α

Κωδικός δείγματος

1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17

ΣΤ001 ΣΤ002 ΣΤ003 ΣΤ004 ΣΤ005 ΣΤ006 ΣΤ007 ΣΤ008 ΣΤ009 ΣΤ010 ΣΤ011 ΣΤ012 ΣΤ013 ΣΤ014 ΣΤ015 ΣΤ016 ΣΤb01

SiO2 42,96 31,35 45,90 45,08 46,32 43,70 23,30 43,10 39,46 55,10 52,54 45,71 26,07 23,70 49,31 37,13 39,50

Al2O3 15,72 12,19 17,58 17,96 18,03 20,03 10,04 17,39 12,56 14,48 16,73 18,52 10,68 10,51 18,12 13,18 15,84

Fe2O3 6,46 4,88 7,24 7,31 7,64 8,28 5,29 7,29 5,19 5,83 6,78 7,13 4,32 3,65 7,21 6,63 6,33

CaO 7,77 12,11 4,52 1,75 1,40 1,59 19,25 2,94 11,07 1,37 1,44 2,18 18,83 20,23 2,53 7,51 4,55

% σε ξηρά ουσία MgO TiO2 2,53 0,39 3,57 <0,05 <0,05 <0,05 2,05 0,46 1,95 0,51 1,88 0,48 2,79 0,78 1,99 0,48 2,91 0,21 1,57 0,36 1,85 0,49 1,57 0,53 1,63 0,10 7,72 <0,05 2,06 0,57 6,23 0,33 2,19 0,43

MnO 0,11 0,10 0,17 0,16 0,15 0,12 0,12 0,14 0,10 0,13 0,11 0,16 0,08 0,07 0,16 0,06 0,13

K2O 1,57 1,98 2,38 2,32 2,21 2,32 2,38 4,85 1,23 1,46 1,56 1,79 1,18 0,61 1,64 2,20 2,59

Na2O 2,42 5,61 5,46 5,08 5,28 5,28 8,10 5,47 0,92 1,20 1,56 1,73 1,68 0,72 0,92 0,97 6,92

SO3 0,20 0,24 0,15 0,15 0,15 0,22 0,37 0,31 0,29 0,27 0,25 0,30 0,14 0,17 0,29 0,27 0,15

Πίν.5.2: Περιεκτικότητα δειγμάτων εδάφους σε ιχνοστοιχεία. ΣΤ013 και ΣΤ014 αποτελούν τα δείγματα, που ελήφθησαν μέσα στο χώρο του Χ.Α.Δ.Α., ΣΤ016, ΣΤ015 και ΣΤ012, αφορούν ιζήματα ρεμάτων, ενώ το ΣΤb01 αποτελεί δείγμα εδάφους ενδεικτικό της τιμής πλαισίου της ευρύτερης περιοχής του Χ.Α.Δ.Α. Α/Α

Κωδικός δείγματος

1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17

ΣΤ001 ΣΤ002 ΣΤ003 ΣΤ004 ΣΤ005 ΣΤ006 ΣΤ007 ΣΤ008 ΣΤ009 ΣΤ010 ΣΤ011 ΣΤ012 ΣΤ013 ΣΤ014 ΣΤ015 ΣΤ016 ΣΤb01

Cr 184 143 197 205 210 229 147 213 166 201 180 185 133 214 232 144 161

Mn 865 750 1290 1270 1170 945 670 1085 750 1030 890 1230 595 570 1265 480 1030

Co 28 23 34 32 31 34 23 30 24 28 27 29 22 35 30 21 25

mg/Kg σε ξηρά ουσία Ni Cu 191 47 155 32 225 50 219 41 211 40 257 475 170 78 213 39 162 87 181 39 167 39 178 48 152 45 420 64 190 43 177 35 145 36

Zn 162 130 160 175 152 178 180 153 147 171 140 191 139 144 170 85 160

As 158 93 193 322 280 350 154 195 77 155 179 217 135 132 160 61 197

Cd <1 <1 1,2 1,3 1,1 <1 <1 1,3 <1 1,0 1,0 1,0 <1 <1 1,3 <1 1,2

Pb 47 34 44 53 39 51 84 47 61 50 37 50 39 24 42 30 50

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

51


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο

ΓΕΩΧΗΜΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΕΔΑΦΩΝ

Πίν.5.3: Τιμές pH και περιεκτικότητα δειγμάτων εδάφους σε ολικό άνθρακα. ΣΤ013 και ΣΤ014 αποτελούν τα δείγματα, που ελήφθησαν μέσα στο χώρο του Χ.Α.Δ.Α., ΣΤ016, ΣΤ015 και ΣΤ012, αφορούν ιζήματα ρεμάτων, ενώ το ΣΤb01 αποτελεί δείγμα εδάφους ενδεικτικό της τιμής πλαισίου της ευρύτερης περιοχής του Χ.Α.Δ.Α. Κωδικός δείγματος ΣΤ001 ΣΤ002 ΣΤ003 ΣΤ004 ΣΤ005 ΣΤ006 ΣΤ007 ΣΤ008 ΣΤ009 ΣΤ010 ΣΤ011 ΣΤ012 ΣΤ013 ΣΤ014 ΣΤ015 ΣΤ016 ΣΤb01

Α/Α 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17

Ctotal

pH

3.71 5.69 2.55 2.73 2.03 2.50 5.38 3.58 4.96 3.34 2.45 4.33 6.58 7.34 2.36 4.76 4.70

8.6 8.5 8.4 8.1 8.2 8.2 8.7 7.4 8.1 7.9 7.6 8.1 8.5 8.9 8.3 8.3 8.1

T°C μέτρησης pH 19.2 19.2 19.7 19.9 19.9 20.7 19.9 20.5 20.0 21.0 20.0 20.0 20.0 20.0 20.0 21.0 18.8

5.3 Υφιστάμενη Κατάσταση Περιοχής Χ.Α.Δ.Α. Στο Χ.Α.Δ.Α. της περιοχής Σταυρός Διδύμων, έχουν αποτεθεί κατά κύριο λόγο οικιακά απορρίμματα. Δεν υπάρχει αναλυτική καταγραφή ούτε των ποσοτήτων, που αποτέθηκαν, ούτε του είδους των απορριμμάτων. Επειδή όμως, υπάρχει, κατά κύριο λόγο, απόθεση στερεών αστικών απορριμμάτων θα γίνει αναφορά στη μέση ποιοτική σύστασή τους στο επίπεδο της Χώρας, όπως προκύπτει από τα διαθέσιμα στοιχεία της ΚΥΑ 50910/2727/03 (ΦΕΚ 1909/Β/22‐12‐2003) (Γράφ.5.1). Εκτός από στερεά απόβλητα, σύμφωνα με το με ΑΠ6092/27‐8‐2012 έγγραφο της Δ/νσης Περιβάλλοντος και Χωροταξικού Σχεδιασμού της Περιφέρειας Πελοποννήσου, με θέμα «Επίδοση έκθεσης Αυτοψίας», έχει εκδοθεί για το χώρο η με αριθμό πρ. 5221/21.12.210, άδεια επεξεργασίας και διάθεσης Υγρών Αποβλήτων. Ωστόσο, δεν είναι γνωστό εάν διατέθηκαν και στην περίπτωση που αυτό συνέβη, δεν είναι γνωστό το είδος των υγρών αποβλήτων. 4.5% 4.5%

15.5% 47.0%

8.5% 20.0%

Ζυμώσιμα Χαρτί Πλαστικά Μέταλλα Γυαλί Υπόλοιπα

Μέση Σύσταση Αστικών Απορριμμάτων Ζυμώσιμα Χαρτί Πλαστικά Μέταλλα Γυαλί Υπόλοιπα

% 47.0 20.0 8.5 4.5 4.5 15.5

Γραφ.5.1: Μέση σύσταση αστικών αποβλήτων (ΚΥΑ 50910/2727/2003).

Οι σημαντικότεροι ρυπαντές, που αναμένονται σε ένα Χ.Α.Δ.Α. είναι οι διοξίνες, που προέρχονται από την καύση των πλαστικών. Όμως, η απόθεση των διοξινών γίνεται στο επιφανειακό στρώμα του εδάφους και λαμβάνοντας υπόψη ότι ο εν λόγω χώρος, δεν έχει χρησιμοποιηθεί για αρκετά έτη, οι όποιες αποθέσεις Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

52


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο

ΓΕΩΧΗΜΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΕΔΑΦΩΝ

οργανικών ενώσεων ενδέχεται να έχουν αραιωθεί και μεταφερθεί – αποπλυθεί με το νερό της βροχής οπότε, είναι πολύ πιθανό να μην εντοπισθούν. Τα βαρέα μέταλλα σε ένα Χ.Α.Δ.Α., όπως αυτός των Διδύμων, είναι αναμενόμενο να μην εμφανίζουν υψηλές τιμές, όχι μόνο για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, αλλά και εξαιτίας του υψηλού pH, που αναμένεται να επικρατεί στα εκπλύματα (Πίν.5.4) και τα καθιστά κατά ένα μεγάλο μέρος αδιάλυτα (Εικ.5.3 & 5.4). Ορισμένες από τις ανόργανες ενώσεις, που περιέχονται στα απορρίμματα, όπως για παράδειγμα τα υδροξείδια του σιδήρου προερχόμενα από τη διάβρωση διαφόρων υλικών συσκευασίας, λειτουργούν ως ανασταλτικός παράγοντας στην κίνηση των μετάλλων, λόγω προσρόφησης. Άλλος ανασταλτικός παράγοντας αποτελεί το σουλφιδογενές περιβάλλον, που επικρατεί στη χωματερή. Τα μέταλλα σχηματίζουν θειούχες ενώσεις, οι οποίες χαρακτηρίζονται από πολύ μικρές διαλυτότητες. Αντίθετα, οι αναγωγικές συνθήκες ευνοούν τη μετατροπή των αδιάλυτων ιόντων τρισθενούς σιδήρου (Fe3+) σε ιόντα δισθενούς σιδήρου (Fe2+), τα οποία είναι πιο διαλυτά αυξάνοντας έτσι την παρουσία του σιδήρου στα εκπλύματα. Ο εδαφικός μανδύας, που έχει δημιουργηθεί στη βάση του Χ.Α.Δ.Α., στο εσωτερικό και μόνο του χώρου, αποτελείται από αργιλικά ορυκτά, που έχουν υποστεί υψηλή τεχνική συμπίεση, με αποτέλεσμα οι όποιοι πόροι να έχουν πρακτικά κλείσει και να επικρατούν τοπικά συνθήκες επιφανειακής απορροής παρά κατείσδυσης. Στην κατεύθυνση αυτή σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν, μεταξύ άλλων, το μεγάλο σχετικά χρονικό διάστημα λειτουργίας της χωματερής, οι υψηλές θερμοκρασίες, που κατά καιρούς αναπτύχθηκαν, λόγω καύσης των απορριμμάτων, αλλά και της κλίσης του αναγλύφου. Όλα τα παραπάνω έχουν ως αποτέλεσμα, τα εκπλύματα είτε να λιμνάζουν εξατμιζόμενα, όταν οι ατμοσφαιρικές συνθήκες το ευνοούν, είτε να ρέουν επιφανειακά προς τα γειτονικά ρέματα, εντός των οποίων ο εδαφικός μανδύας έχει μικρό πάχος, είναι χαλαρός με ασύνδετα υλικά επικείμενα ασβεστόλιθων, που ευνοούν την κατείσδυση (Εικ.5.5).

Εικ.5.3: Τρείς (3) χρονικά διαφορετικές απόψεις της ίδιας θέσεις. Τα λιμνάζοντα νερά μετά τις βροχές της 16/09/2016, εξακολουθούν να υπάρχουν στις 19/09/2016 και αυτό παρά τις σχετικά υψηλές θερμοκρασίες της εποχής.

Αναλύσεις στραγγισμάτων ή εκπλυμάτων από το Χ.Α.Δ.Α. των Διδύμων δεν είναι διαθέσιμες. Στραγγίσματα άλλωστε, παρά τις υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού, δεν παρατηρήθηκαν στο χώρο. Τα μόνα νερά στο χώρο, κατά τη διάρκεια των επισκέψεων, ήταν αυτά που δημιούργησαν οι βροχές της 16/09/2016 (Εικ.5.3). Η αποσύνθεση των στερεών αποβλήτων στο χώρο του Χ.Α.Δ.Α., με τη συνδρομή και της διείσδυσης του νερού της βροχής είναι υπεύθυνη για το σχηματισμό ενός σκουρόχρωμου υγρού με δυσάρεστη οσμή γνωστό ως προϊόν έκπλυσης (Εικ.5.3). Παρόλο που οι πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις μεταξύ υδατικού Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

53


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο

ΓΕΩΧΗΜΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΕΔΑΦΩΝ

ισοζυγίου και βιολογικής αποσύνθεσης στα απορρίμματα έχουν ως συνέπεια τις μεγάλες διακυμάνσεις στην ποσοτική και ποιοτική σύνθεση των εκπλυμάτων, παρατίθενται βιβλιογραφικά δεδομένα, που επιτρέπουν μια εκτίμηση της ποιοτικής και ποσοτικής σύστασης αυτών. Τα κύρια συστατικά των εκπλυμάτων μπορούν να ταξινομηθούν σε 4 ομάδες: 

οργανικές ενώσεις, που συνήθως μετριούνται ως COD, TOC, φαινόλες, κ.λπ.,



Fe, Ca, Mg, Na, NH3, ανθρακούχα, θειούχα, χλωριόντα,



ίχνη μετάλλων Pb, Ni, Mn, Cd, Cr και



μικροβιολογικά είδη (κολοβακτηρίδια, σαλμονέλλες κ.λπ.) (Σκορδίλης, 1993).

Οι οργανικές ουσίες αποτελούν την κυριότερη επιβάρυνση των εκπλυμάτων στο έδαφος και είναι το βασικότερο κριτήριο για την εκτίμηση της ποιότητάς τους. Άλλες σπουδαίες παράμετροι για την εκτίμηση των εκπλυμάτων είναι το BOD5, COD, TOC και εξαρτώνται από την ηλικία της εγκατάστασης, το είδος της εφαρμοσμένης συμπίεσης και τη σύνθεση των απορριμμάτων. Οι οργανικές ουσίες δείχνουν τάση μείωσης της συγκέντρωσής τους όσο αυξάνεται η ηλικία της εγκατάστασης. Η σύνθεση του ρυπαντικού φορτίου των εκπλυμάτων ποικίλει, αναλόγως του χρόνου μέτρησης, δηλαδή, της φάσης αποσύνθεσης (όξινη αναερόβια, μεθανογενετική), στην οποία βρίσκεται η χωματερή. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία από 15 χωματερές αστικών απορριμμάτων της Γερμανίας, που είχαν ηλικίες μεταξύ 1‐12 ετών, προέκυψαν τα στοιχεία που φαίνονται στον ακόλουθο πίνακα (Πίν.5.4). Πίν.5.4: Ανάλυση εκπλυμάτων από 15 χωματερές (Ehrig, 1988, Καββαδάς, 2005).

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

54


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο

ΓΕΩΧΗΜΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΕΔΑΦΩΝ

Στον υπό μελέτη Χ.Α.Δ.Α., με βάση την ηλικία των αποβλήτων, τη μη τροφοδοσία του χώρου με νέα απορρίμματα για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά και την ύπαρξη κλάσματος αδρανών υλικών εντός του απορριμματικού όγκου, εκτιμάται ότι η, υπό κανονικές συνθήκες, παραγωγή στραγγισμάτων είναι μικρή. Οι όποιοι υγροί ρύποι παράγονται μετά από βροχοπτώσεις και είτε ρέουν επιφανειακά προς τα γειτονικά ρέματα, είτε όπως προαναφέρθηκε λόγω της μεγάλης διαπερατότητας του εδάφους κατεισδύουν. Εντούτοις, λόγω του μεγάλου πάχους της ακόρεστης ζώνης, αλλά και της μικρής σχετικά δυναμικότητας του εν λόγω Χ.Α.Δ.Α., ο υδροφόρος ορίζοντας της περιοχής, που συναντάται στα 200‐250m βάθος, δεν αναμένεται να έχει επηρεαστεί. Παράλληλα, οι επιφανειακοί υδροφορείς, που αναπτύσσονται στην περιοχή των Φούρνων και Διδύμων είναι σε μεγάλη σχετικά απόσταση από το χώρο και οι αναλύσεις των δειγμάτων νερού, που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο αυτής της μελέτης, δεν έδειξαν ότι έχουν επηρεασθεί. Παρά τα παραπάνω, σε όποιο σχέδιο αποκατάστασης του χώρου προτιμηθεί η κατασκευή συλλεκτήριων τάφρων των όμβριων υδάτων και των όποιων, έστω και μικρών ποσοτήτων στραγγισμάτων, θα πρέπει να αποτελεί βασικό στοιχείο παρέμβασης. Επιπρόσθετα των όσων αναπτύχθηκαν παραπάνω και αφορούν το μη εντοπισμό ρύπανσης συνδεδεμένης με το Χ.Α.Δ.Α. στα υπόγεια νερά, τα αποτελέσματα των χημικών αναλύσεων των δειγμάτων εδαφών, δεν είναι χαρακτηριστικά μιας ρύπανσης της περιοχής από βαρέα μέταλλα. Αντίθετα, αν ληφθεί υπόψη η γεωλογία της περιοχής, ειδικότερα η παρουσία οφιολιθικών πετρωμάτων, τότε το είδος των ιχνοστοιχείων, αλλά και οι περιεκτικότητες που ανιχνευτήκαν στα εδάφη, συνδέονται άμεσα με αυτά. Στο γενικό αυτό κανόνα εντάσσονται και τα δείγματα εδάφους από το εσωτερικό του Χ.Α.Δ.Α., όσο και τα δείγματα ιζημάτων ρέματος. Το σύνολο δε των δειγμάτων δεν διαφοροποιείται ουσιαστικά ως προς τις συγκεντρώσεις από αυτές του ΣΤb01, που ελήφθη με σκοπό να υπάρχει μια ενδεικτική εικόνα των τιμών πλαισίου της περιοχής (τιμές υποβάθρου). Στην Εικ.5.3 παρουσιάζεται ο χάρτης κατανομής των τιμών βαρέων μετάλλων του Πίν.5.2 των εδαφικών δειγμάτων της περιοχής μελέτης. Στο χάρτη αυτό απεικονίζονται τα όσα αναπτύχθηκαν προηγούμενα, με κύριο χαρακτηριστικό την παρουσία στα εδαφικά δείγματα υψηλών σχετικά συγκεντρώσεων Mn (μαγγανίου), το οποίο είναι όμως αναμενόμενο, καθόσον σχετίζεται άμεσα με τη γεωλογία της περιοχής. Τα αποτελέσματα δεν αποδεικνύουν την ύπαρξη ρύπανσης από βαρέα μέταλλα στην ευρύτερη του Χ.Α.Δ.Α. περιοχή. Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

55


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο

Εικ.5.4: Χάρτης κατανομής των ιχνοστοιχείων στα εδαφικά δείγματα, εντός και πέριξ του χώρου του Χ.Α.Δ.Α. Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

ΓΕΩΧΗΜΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΕΔΑΦΩΝ

56


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο

Εικ.5.5: Χάρτης κατανομής των κυρίων στοιχείων στα εδαφικά δείγματα, εντός και πέριξ του χώρου του Χ.Α.Δ.Α. Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

ΓΕΩΧΗΜΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΕΔΑΦΩΝ

57


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο

Εικ.5.6: Χάρτης κατανομής του ολικού άνθρακα στα εδαφικά δείγματα, εντός και πέριξ του χώρου του Χ.Α.Δ.Α. Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

ΓΕΩΧΗΜΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΕΔΑΦΩΝ

58


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο

ΓΕΩΧΗΜΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΕΔΑΦΩΝ

Στην Εικ.5.4 παρουσιάζεται ο χάρτης κατανομής των συγκεντρώσεων κυρίων στοιχείων του Πίν.5.1 των εδαφικών δειγμάτων της περιοχής μελέτης. Το κύριο χαρακτηριστικό είναι η επικράτηση των οξειδίων του SiO2, Al2O3 και του Fe2O3 και εν συνεχεία των οξειδίων του CaO και MgO. Κατανομή απολύτως φυσιολογική, λαμβάνοντας υπόψη το είδος των εδαφών της περιοχής. Σε αντίθεση με τα ιχνοστοιχεία, η επί τοις % συγκέντρωση ολικού άνθρακα στα εδαφικά δείγματα αυξάνεται στα εντός της χωματερής δείγματα (Εικ.5.6). Οι τιμές του ολικού άνθρακα στα εδαφικά δείγματα της περιοχής (Πίν.5.3) προέρχονται από τη συνεισφορά τριών πηγών: των ανθρακικών ενώσεων, που προκύπτουν από τη γεωλογική δομή της περιοχής, της οργανικής ύλης, αλλά και των οργανικών ενώσεων, που δημιουργούνται από την καύση των απορριμμάτων. Το pH τέλος των εδαφών, παρουσιάζει μικρές διακυμάνσεις από 7.4 έως 8.9 μονάδες, γεγονός που τα κατατάσσει στα ελαφρώς αλκαλικά. Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει νομοθεσία στην Ελλάδα, σχετική με τα αποδεκτά όρια συγκέντρωσης ρύπων στο έδαφος. Για να υπάρχει ένα μέτρο σύγκρισης, παρατίθενται οι παρακάτω τιμές ορίων για εδάφη (Πίν.5.5), όπως ισχύουν στη Δανία, τη Γαλλία, την Ολλανδία, την Αυστραλία και τον Καναδά. Παράλληλα, παρατίθεται πίνακας (Πίν.5.6) με τις τιμές, που χρησιμοποιούνται στο μοντέλο εκτίμησης της έκθεσης σε ρυπασμένες περιοχές Contaminated Land Exposure Assessment, σε σύγκριση με αυτές που αναφέρονται στην οδηγία της ΕΕ 86/278/EEC, καθώς και οι προτεινόμενες από το Επιστημονικό Εγχειρίδιο Επιδημιολογικής Εκτίμησης της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, για τα Ελληνικά δεδομένα (Πίν.5.7). Συγκρίνοντας τις τιμές ορίων, στους παρακάτω πίνακες, διαπιστώνουμε ότι οι τιμές αυτές δεν είναι ενιαίες, αλλά διαφέρουν από κράτος σε κράτος. Έχουν όμως υπολογισθεί, στοχεύοντας σε ασφαλή ανθρώπινη έκθεση, ανάλογα με τη χρήση του χώρου. Αυστηρότερα όρια λαμβάνονται για χώρους, στους οποίους αναπτύσσεται αγροτική – κτηνοτροφική δραστηριότητα και πιο υψηλά σε χώρους, οι οποίοι προορίζονται για βιομηχανική χρήση (CCME, 2006). Πίν.5.5: Τιμές ορίων για εδάφη από διάφορες χώρες. Danish EPA BRGM France

As 20 37* 120**

Cd 5 20 60

Cr 1000 130 7000

Cu 500

Pb 400 400 2000

Hg 3 7 600

Ni 30 140 900

Zn 1000 9000

Co

The Netherlands

29*** 55****

0,8 12

100 380

36 190

85 530

0,3 10

35 210

140 720

9 240

NEPC (Australian)

100(A1)

20

100

1000

300

15

600

7000

100

12 12

1.41 222

64 87

63 91

70 600

6.6 50

50 50

200 360

40 300

CCME

*ευαίσθητη χρήση, ***μη ευαίσθητη χρήση, ***τιμή στόχος (Target Value), ****τιμές επέμβασης (intervention values), A1 για κανονική κατοικία με κήπο, 1: όρια για αγροτική χρήση, 2 όρια για βιομηχανική χρήση

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

59


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο

ΓΕΩΧΗΜΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΕΔΑΦΩΝ

Πίν.5.6: Οριακές τιμές για περιεκτικότητες βαρέων μετάλλων σε εδάφη.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

60


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο

ΓΕΩΧΗΜΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΕΔΑΦΩΝ

Πίν.5.7: Προτεινόμενες οριακές τιμές εδαφών ανάλογα με τη χρήση τους σύμφωνα με το «Επιστημονικό Εγχειρίδιο Επιδημιολογικής Εκτίμησης» του έργου «Θεμελίωση οριακών τιμών βαρέων μετάλλων και τοξικών ουσιών σε σχολικές και αθλητικές εγκαταστάσεις και επιβεβαίωση με τη διενέργεια επιδημιολογικής εκτίμησης των επιπτώσεων στην υγεία των παιδιών» (Μακρόπουλος, 2013).

Η σύγκριση των αποτελεσμάτων των χημικών αναλύσεων των εδαφικών δειγμάτων του Χ.Α.Δ.Α. Διδύμων, με τα συνήθη χρησιμοποιούμενα διεθνώς όρια, λαμβάνοντας υπόψη και τις υφιστάμενες χρήσεις γης (πρόκειται για δασική έκταση και μόνο χωρίς να υπάρχει σχεδιασμός ή πρόβλεψη για άλλη χρήση) δεν έδειξε ότι υπάρχει εκτεταμένη ρύπανση εδαφών στην περιοχή, ούτε ότι χρειάζονται άμεσα μέτρα παρέμβασης για την εξυγίανση συγκεκριμένων, εκτός του ΧΑΔΑ, υποπεριοχών. Η μόνη περιοχή, που χρήζει άμεσης αποκατάστασης, είναι αυτή, που περιλαμβάνει το Χ.Α.Δ.Α. και τα δεματοποιημένα απορρίμματα. Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

61


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6ο

ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΧΩΡΟΥ Χ.Α.Δ.Α.

6. ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΧΩΡΟΥ Χ.Α.Δ.Α. 6.1 Γενικά Οι χώροι ανεξέλεγκτης διάθεσης απορριμμάτων (Χ.Α.Δ.Α.) αποτέλεσαν και αποτελούν για πολλά χρόνια ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα για τη χώρα. Στα μέσα της δεκαετίας του ‘90 ήταν περίπου 6.000, στα μέσα της δεκαετίας του 2000, περίπου 3.000. Η οικολογική και αισθητική ρύπανση (όχληση), που προκαλείται από την ύπαρξή τους, αλλά και από τη λειτουργία ή την εγκατάλειψή τους είναι ανυπολόγιστη. Η ελληνική πολιτεία στην προσπάθειά της να εναρμονιστεί με την κοινοτική νομοθεσία έχει ψηφίσει νόμους, έχει εκδώσει Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις και εγκυκλίους, με σκοπό την τήρηση της κοινοτικής οδηγίας – υποχρέωσης για πλήρη εξάλειψή τους. Το πρόγραμμα αποκατάστασης των Χ.Α.Δ.Α. αποδείχθηκε όμως στο σύνολό του να είναι και πολύπλοκο, αλλά και χρονοβόρο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο στόχος που είχε τεθεί στον Εθνικό Σχεδιασμό Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΕΣΔΣΑ) για εξάλειψη και αποκατάσταση των Χ.Α.Δ.Α. μέχρι 31‐12‐2008, στόχος που στη συνέχεια παρατάθηκε ως και το 2009, σήμερα εν έτει 2016 μόνο μερικώς να έχει ικανοποιηθεί. Τα μέτρα που ελήφθησαν, ήταν μέτρα σε νομικό επίπεδο για το κλείσιμό τους, χωρίς όμως να έχουν προχωρήσει τα αναγκαία για την πραγματική αντιμετώπιση της κατάστασης, δηλαδή η δημιουργία των σχεδιασμένων Χ.Υ.Τ.Α. και η εναλλακτική διαχείριση απορριμμάτων σε όλη την επικράτεια. Οι συνέπειες από την ύπαρξη Χ.Α.Δ.Α., μέχρι σήμερα, ορισμένοι από τους οποίους ενδέχεται να μη σταμάτησαν ποτέ να λειτουργούν, είναι δυσμενέστατες σε περιβαλλοντικό, βιολογικό αλλά και οικονομικό επίπεδο, επειδή αναγκάζουν τη χώρα να καταβάλει βαρύτατα πρόστιμα (Περιβαλλοντικό Δίκαιο και Νομοθεσία: Περιβαλλοντική Νομοθεσία και Εφαρμογή των Νόμων: Η Περίπτωση των Ανεξέλεγκτων Χωματερών στην Ελλάδα). Η υγειονομική ταφή είναι ακόμα και σήμερα η πιο ευρέως χρησιμοποιούμενη μέθοδος διάθεσης των αποβλήτων στην Ελλάδα και είναι πιθανό να συνεχίσει να είναι η κύρια επιλογή διάθεσης βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα, παρά τις νομοθετικές ρυθμίσεις, αλλά και τις σημαντικές προσπάθειες στον τομέα της ανακύκλωσης και ελαχιστοποίησης παραγωγής των αποβλήτων. Στον αντίποδα βέβαια, οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες έχουν προχωρήσει στο επόμενο βήμα – μετά τους Χ.Υ.Τ.Α. – στους Χώρους Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων (Χ.Υ.Τ.Υ.), το ολοκληρωμένο πλέον σύστημα διαχείρισης, που στηρίζεται στην ανακύκλωση και στη δραστική μείωση των απορριμμάτων, που καταλήγουν σε ταφή. Έως ότου όμως επιτευχθεί η επιζητούμενη μείωση, η εικόνα που παρουσιάζει η χώρα με τους ανεξέλεγκτους χώρους απόρριψης αστικών στερεών αποβλήτων, πρέπει να αλλάξει, καθόσον οι χώροι αυτοί αποτελούν δυναμικές εστίες ρύπανσης του περιβάλλοντος. Η αποκατάσταση και η μετέπειτα φροντίδα των χώρων αυτών αποτελούν τα δύο βασικά βήματα στη διαδικασία της διάθεσης των αποβλήτων. Ακολούθως, αφού παρατεθεί το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο, προτείνεται, με βάση τα συγκεντρωθέντα στοιχεία στο πλαίσιο της παρούσας μελέτης, σχέδια πιθανής αποκατάστασης του χώρου.

6.2 Υφιστάμενο Νομικό Πλαίσιο για Χ.Α.Δ.Α. Αναλυτική αναφορά με σχολιασμό και παράθεση του Νομοθετικού Πλαισίου Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων στην Ελλάδα αναπτύσσεται από την Ελληνική Εταιρεία Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (Ε.Ε.Δ.Σ.Α.) και μπορεί να αναζητηθεί στην ιστοσελίδα της εταιρείας: http://www.eedsa.gr/Contents.aspx? Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

62


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6ο

ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΧΩΡΟΥ Χ.Α.Δ.Α.

CatId=35. Το 2003 δημοσιεύεται η ΚΥΑ 50910/2727/2003 «Μέτρα και Όροι για τη Διαχείριση Στερεών Αποβλήτων. Εθνικός και Περιφερειακός Σχεδιασμός Διαχείρισης» για την πλήρη συμμόρφωση με τις διατάξεις της Οδηγίας 91/156/ΕΟΚ. Στην προαναφερθείσα ΚΥΑ καθορίζονται οι στόχοι και οι αρχές της διαχείρισης των στερεών αποβλήτων, καθώς και οι προδιαγραφές του εθνικού (ΕΣΔΑ), αλλά και των περιφερειακών σχεδίων (ΠΕΣΔΑ) για την ολοκληρωμένη διαχείριση των αποβλήτων. Επιπλέον, καθορίζονται οι υπόχρεοι φορείς για τη διαχείριση των στερεών αποβλήτων (ΦοΣΔΑ), καθώς και μέτρα για την αποκατάσταση και αξιοποίηση των χώρων διάθεσης. Με την με ΑΠ 2310/26‐04‐2013 εγκύκλιο, με θέμα «Διαχείριση Αποβλήτων (Μη Επικινδύνων, Επικινδύνων και Επικινδύνων Αποβλήτων Υγειονομικών Μονάδων): Θεσμικό πλαίσιο – Ρόλοι και αρμοδιότητες εμπλεκόμενων φορέων», η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας διαβίβασε στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις και τις Περιφέρειες της Χώρας, Ειδικό Τεύχος, 66 σελίδων, στο οποίο αναλύονται οι ρόλοι και οι αρμοδιότητες των εμπλεκομένων, με τη διαχείριση των απορριμμάτων, φορέων. Συνοπτικά για την περίπτωση των Χ.Α.Δ.Α. αναφέρεται: Σύμφωνα με το αρ. 10, παρ.2 της ΚΥΑ 50910/2727/2003, απαγορεύεται η ανεξέλεγκτη απόρριψη και η ανεξέλεγκτη διάθεση των στερεών αποβλήτων. Όταν οι Δήμοι ή τα συνιστώμενα από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης νομικά πρόσωπα για τη διαχείριση αποβλήτων, σύμφωνα με το αρ. 30 του Ν. 3536/2007, χρησιμοποιούν Χώρους Ανεξέλεγκτης Διάθεσης Απορριμμάτων (Χ.Α.Δ.Α.), επιβάλλεται εις βάρος του οικείου Δήμου ή των ανωτέρω νομικών προσώπων χρηματικό πρόστιμο, βάσει του αρ. 37, παρ. 3, Ν. 4042/2012. Οι ΦοΔΣΑ, στα γεωγραφικά όρια των οποίων έχουν λειτουργήσει κατά τα τελευταία 20 έτη, χωρίς άδεια και κατά ανεξέλεγκτο τρόπο, χώροι διάθεσης ή αξιοποίησης αποβλήτων και οι οποίοι έχουν εγκαταλειφθεί, πρέπει να λάβουν άδεια αποκατάστασής τους. Για το σκοπό αυτό, υποβάλλουν σχετική αίτηση, που συνοδεύεται από Τεχνική Μελέτη Περιβαλλοντικής Αποκατάστασης των σχετικών χώρων, στη Διεύθυνση ΠΕΧΩΣΧ της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Η σχετική άδεια χορηγείται από το Γενικό Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης ΠΕΧΩΣΧ (παρ. 2, αρ. 10, ΚΥΑ ΗΠ 50910/2727/2003, Εγκύκλιος ΥΠΕΧΩΔΕ αρ. πρωτ.οικ.: 109974/3106/22‐10‐2004). Ο Γενικός Γραμματέας της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, στα πλαίσια εφαρμογής της παρ.4 του αρ.7 της Πυροσβεστικής Διάταξης 9Α/2005, καλείται να εκδίδει σχετικές αποφάσεις συγκρότησης τριμελών επιτροπών ελέγχου χώρων ανεξέλεγκτης εναπόθεσης απορριμμάτων, που χρησιμοποιούνται από τους Δήμους με μη ελεγχόμενο τρόπο. Οι επιτροπές αποτελούνται από έναν Αξιωματικό του Πυροσβεστικού Σώματος, έναν Αξιωματικό της Ελληνικής Αστυνομίας και έναν υπάλληλο των Περιφερειακών Δασικών Υπηρεσιών, με την ιδιότητα του Δασολόγου ή Δασοπόνου (παρ. 4, αρ.7, Πυροσβεστική Διάταξη 9Α/2005). Υποβάλλουν εκθέσεις προς την αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία και τις Δ/νσεις Πολιτικής Προστασίας της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, οι οποίες τις κοινοποιούν άμεσα στους Δήμους, που αφορούν κατά περίπτωση. Αντίγραφα των εκθέσεων κοινοποιούνται με ευθύνη της Δ/νσης Πολιτικής Προστασίας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, στη Δ/νση Σχεδιασμού και Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας». Η Δημοτική αρχή για την αποκατάσταση του Χ.Α.Δ.Α. των Διδύμων πρέπει να κινηθεί ακολουθώντας τα βήματα, που όρισε το ΥΠΕΧΩΔΕ, με την κατάρτιση του Εθνικού Σχεδιασμού Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΕΣΔΣΑ), ο οποίος θεσμοθετήθηκε με την ΚΥΑ 50910/2727/03 (ΦΕΚ 1909 Β΄). Για την ωρίμανση Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

63


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6ο

ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΧΩΡΟΥ Χ.Α.Δ.Α.

των έργων αποκατάστασης, την ένταξή τους σε χρηματοδοτικά προγράμματα και την υλοποίηση του έργου αποκατάστασης κάθε Χ.Α.Δ.Α., βλέπε: «Διαχείριση Στερεών Αποβλήτων» από Ι. Μαχαίρα, Προϊστάμενο Τμήματος ΔΣΑ ΥΠΕΧΩΔΕ, 2007, διαθέσιμο στο http://www.eedsa.gr/Contents.aspx?CatId= 35., από όπου αντλούνται τα παρακάτω βήματα: 

Απόφαση Νομ. Αυτοδιοικήσεων για παύση λειτουργίας των Χ.Α.Δ.Α.

Σύνταξη Τεχνικής Μελέτης Περιβαλλοντικής Αποκατάστασης του Χ.Α.Δ.Α.

Έκδοση άδειας αποκατάστασης Χ.Α.Δ.Α. από τον Γ. Γ. της οικείας Περιφέρειας.

Σύνταξη οριστικής μελέτης Αποκατάστασης Χ.Α.Δ.Α., εφόσον είναι απαραίτητο.

Αίτηση του Φορέα για ένταξη του έργου αποκατάστασης σε κατάλληλο χρηματοδοτικό πρόγραμμα.

Απόφαση ένταξης του έργου στο χρηματοδοτικό πρόγραμμα.

Η ευθύνη για την αποκατάσταση των Χ.Α.Δ.Α. ανήκει στους ΟΤΑ, στη διοικητική περιφέρεια των οποίων λειτουργεί ο Χ.Α.Δ.Α. ή στους Φορείς Διαχείρισης, εφόσον έχουν συσταθεί στην περιοχή. Το πρόγραμμα αποκατάστασης των Χ.Α.Δ.Α., άρχισε στις 29‐7‐2004 με την έκδοση της αρ.175535/29.7.04 Υπουργικής Απόφασης (ΦΕΚ 1259 Β/16.8.04) «Συγκρότηση Ομάδας Εργασίας για την προώθηση έργων αποκατάστασης Χώρων Ανεξέλεγκτης Διάθεσης Αποβλήτων (Χ.Α.Δ.Α.)». Οι πιο σημαντικές ενέργειες, που έγιναν από το ΥΠΕΧΩΔΕ για την κατάρτιση και την υλοποίηση του προγράμματος αποκατάστασης (επίλυση διαφόρων θεμάτων) παρουσιάζονται παρακάτω: 

Υπουργική Απόφαση οικ. 175535/27‐7‐2004 για τη «Συγκρότηση Ομάδας Εργασίας για την προώθηση έργων αποκατάστασης Χώρων Ανεξέλεγκτης Διάθεσης Αποβλήτων (Χ.Α.Δ.Α.)», ΦΕΚ 1259 Β΄/16‐8‐2004.

Ερωτηματολόγιο με αρ. πρωτ. οικ. 176596/4‐10‐2004 του ΥΠΕΧΩΔΕ προς τους ΟΤΑ.

Εγκύκλιος με αρ. πρωτ. οικ. 109974/3106/22‐10‐2004 του ΥΠΕΧΩΔΕ «Πρότυπες Προδιαγραφές Τεχνικής Μελέτης Περιβαλλοντικής Αποκατάστασης Χώρων Ανεξέλεγκτης Διάθεσης Αποβλήτων (Χ.Α.Δ.Α).

Συλλογή στοιχείων για Χ.Α.Δ.Α. Έγγραφο του ΥΠΕΧΩΔΕ (Τμήμα Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων) προς τους Φορείς λειτουργίας Χ.Υ.Τ.Α. (αρ. πρωτ. 108883/2832/1‐11‐2004).

Απόφαση του Γενικού Γραμματέα του ΥΠΕΧΩΔΕ με αριθμό Οικ. 184095/25‐7‐2005 για την ένταξη στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 2000‐2006» του έργου «Σύμβουλος για την ωρίμανση έργων στους χώρους ανεξέλεγκτης διάθεσης απορριμμάτων».

Απόφαση του Γενικού Γραμματέα του ΥΠΕΧΩΔΕ με αριθμό Οικ. 185268/30‐9‐2005 για την επιλογή Αναδόχου για το έργο «Σύμβουλος για την ωρίμανση έργων στους χώρους ανεξέλεγκτης διάθεσης απορριμμάτων (Χ.Α.Δ.Α.)».

Την Εγκύκλιο 19 με αρ. πρωτ. Οικ.135977/14‐12‐2005 του ΥΠΕΧΩΔΕ με θέμα «Πρότυπες Οριστικές Μελέτες Έργων Αποκατάστασης Χώρων Ανεξέλεγκτης Διάθεσης Αποβλήτων (Χ.Α.Δ.Α.)».

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

64


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6ο

ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΧΩΡΟΥ Χ.Α.Δ.Α.

Η αξιολόγηση της επικινδυνότητας των Χ.Α.Δ.Α., σύμφωνα με την Εγκύκλιο του ΥΠΕΧΩΔΕ με αριθ. πρωτ.οικ.109974/3106/22.10.2004, γίνεται με βάση το διεθνές καθορισμένο πρότυπο εκτίμησης, που εμπλέκει τρείς βασικούς πυλώνες: την «πηγή ρύπανσης», το «μονοπάτι» διασποράς του ρυπαντικού φορτίου και τον «αποδέκτη». Βασικοί παράμετροι για ένα Χ.Α.Δ.Α. είναι οι εξής: 

Ο όγκος και το είδος των αποβλήτων.

Η απόσταση του Χ.Α.Δ.Α. από τον υδροφόρο ορίζοντα και η υδροπερατότητα του εδάφους κάτω από το Χ.Α.Δ.Α.

Η απόσταση του Χ.Α.Δ.Α. από πηγές ύδρευσης, προστατευόμενες περιοχές, παιδικές χαρές, καλλιέργειες, οικίες και σχολεία, βιομηχανίες, οδικούς δρόμους, λατομεία και ορυχεία, εκβολές ποταμών και άλλα υδατικά συστήματα.

Έτσι, οι Χ.Α.Δ.Α. κατατάσσονται σε τέσσερις (4) κατηγορίες επικινδυνότητας ως εξής (Πίν.6.1): Πίν.6.1: Κατάταξη των Χ.Α.Δ.Α. σε σχέση με το βαθμό επικινδυνότητας και την κατηγορία προτεραιότητας λήψης μέτρων. ΒΑΘΜΟΣ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ ΛΗΨΗΣ ΜΕΤΡΩΝ  35

Κατηγορία 4: Δεν απαιτείται η λήψη μέτρων αποκατάστασης

36‐69

Κατηγορία 3: Απαιτείται η λήψη μέτρων (Γ’ προτεραιότητα)

70‐89  90

Κατηγορία 2: Απαιτείται άμεσα η λήψη μέτρων (Β’ προτεραιότη‐ τα) Κατηγορία 1: Απαιτείται άμεσα η λήψη μέτρων (Α' Προτεραιότη‐ τα)

6.3 Προτάσεις Αποκατάστασης Η υφιστάμενη κατάσταση του Χ.Α.Δ.Α. στο «Σταυρό Διδύμων» απεικονίζεται στην παρακάτω εικόνα (Εικ.6.1). Αναλυτικότερα στην περιοχή μελέτης υπάρχουν: 1.

Ο αρχικός Χ.Α.Δ.Α., στον οποίο υπάρχουν ΑΣΑ αναμεμειγμένα με έδαφος,

2.

Ο Χώρος, στον οποίο έχουν αποτεθεί, κατά τους υπολογισμούς των επιθεωρητών περιβάλλοντος,

περίπου 30.000 κύβοι δεματοποιημένων ΑΣΑ, κάθε ένας από τους οποίους έχει διαστάσεις περίπου 1x1x0,75m. Ο χώρος αυτός είναι σε άμεση επαφή με το χώρο του αρχικού Χ.Α.Δ.Α. και πολλά από τα δέματα έχουν καταστραφεί. 3.

Τρείς (3) Θέσεις απόρριψης Α.Σ.Α. (Χ.Α.Δ.Α., μικρότερης δυναμικότητας), στους οποίους όμως

έχουν απορριφθεί αρκετές χιλιάδες κυβικά μέτρα απορριμμάτων.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

65


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6ο

ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΧΩΡΟΥ Χ.Α.Δ.Α.

Εικ.6.1: Θέσεις απόρριψης αστικών στερεών αποβλήτων στην περιοχή «Σταυρός 1» Διδύμων.

Για τον αρχικό Χ.Α.Δ.Α. των Διδύμων: 1.

Έχει εκπονηθεί, τον Ιούλιο του 2014, από την ανάδοχο κοινοπραξία: «Κ/ΞΙΑ ΜΕΛΕΤΩΝ

ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Χ.Α.Δ.Α. ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ» η μελέτη με τίτλο «ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΕΡΓΩΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Χ.Α.Δ.Α. Δ.Ε. ΚΡΑΝΙΔΙΟΥ ΔΗΜΟΥ ΕΡΜΙΟΝΙΔΑΣ ΣΤΗ ΘΕΣΗ “ΣΤΑΥΡΟΣ 1”». Η μελέτη εστιάζεται μόνο στον αρχικό Χ.Α.Δ.Α., χωρίς να λαμβάνει υπόψη της τις περιπτώσεις 2 και 3. Οι μελετητές εκτιμούν το συνολικό όγκο των υπαρχόντων απορριμμάτων στο Χ.Α.Δ.Α., κατά το έτος 2014, σε 8.943m3, από τα οποία 7.154m3 να είναι ΑΣΑ και 1.789m3 να είναι υλικά κατεδαφίσεων. Υπολογίζουν τον βαθμό επικινδυνότητας σε 32, που κατατάσσει το Χ.Α.Δ.Α. στην κατηγορία 4. Η υλοποίηση όμως των προτεινόμενων στη μελέτη μέτρων αποκατάστασης, εκτιμάται ότι δε θα επιλύσει το συνολικό πρόβλημα της περιοχής, καθώς εστιάζεται στον αρχικό Χ.Α.Δ.Α. (Εικ.6.1) και δεν επιλύει τις προαναφερθείσες περιπτώσεις 2 και 3. 2.

Από τη μελετητική εταιρεία «ΩΡΙΩΝ ΑΤΕ» εκπονήθηκε το Μάιο του 2016, στα πλαίσια του έργου:

Τροποποίηση ΤΠΜΑ Χ.Α.Δ.Α. «ΣΤΑΥΡΟΣ 1», η μελέτη με τίτλο: «ΤΕΧΝΙΚΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Χ.Α.Δ.Α. “ΣΤΑΥΡΟΣ 1”». Η τροποποίηση της αρχικής μελέτης προέκυψε από την ανάγκη επαναϋπολογισμού των μεγεθών του έργου ως προς τις υφιστάμενες ποσότητες αποβλήτων προς διαχείριση. Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε η ύπαρξη ποσότητας 12.000m3 πλεοναζόντων παλαιών δεματοποιημένων αστικών αποβλήτων. Στη μελέτη αυτή, οι χώροι 1 και 2 θεωρούνται ενιαίοι, υπολογίζονται επιπλέον 12.000m3 απορρίμματα προερχόμενα Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

66


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6ο

ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΧΩΡΟΥ Χ.Α.Δ.Α.

από τα δέματα με ΑΣΑ του δεματοποιητή και επανεκτιμάται ο βαθμός επικινδυνότητας σε 36, γεγονός που κατατάσσει το Χ.Α.Δ.Α. στην Κατηγορία 3: Απαιτείται η λήψη μέτρων (Γ’ προτεραιότητα). Ούτε αυτή η πρόταση όμως επιλύει το συνολικό πρόβλημα της περιοχής, καθώς δε λαμβάνει υπόψη την ύπαρξη στην περιοχή των 3ών άλλων Χ.Α.Δ.Α., αλλά και επιπρόσθετα το έγγραφο των επιθεωρητών περιβάλλοντος, με το οποίο εκτιμάται ότι οι κύβοι με τα δεματοποιημένα ΑΣΑ ανέρχονται σε 30.000 περίπου, γεγονός που αυξάνει τον όγκο των απορριμμάτων κατά 22.500m3 περίπου. Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα αναπτύχθηκαν στα προηγούμενα κεφάλαια της παρούσας μελέτης, το σχέδιο απορρύπανσης – αποκατάστασης του Χ.Α.Δ.Α. της περιοχής Διδύμων θα πρέπει να είναι σφαιρικό και να στοχεύει στην οριστική και ολοκληρωτική επίλυση του προβλήματος απόρριψης ΑΣΑ στην περιοχή και όχι να εστιάζει μεμονωμένα στο χώρο του αρχικού Χ.Α.Δ.Α. Συγκεκριμένα, θεωρείται ότι η αποκατάσταση του χώρου μπορεί να γίνει με κάποιο από τα εξής τρία (3) δυνητικά Σχέδια αποκατάστασης – εναλλακτικές λύσεις (Εικ.6.2 & 6.3), κάθε ένα από τα οποία παρουσιάζει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, που αναπτύσσονται παρακάτω: Σχέδιο Αποκατάστασης 1: Συνολική αποκατάσταση του χώρου, η οποία περιλαμβάνει: Α. τα απορρίμματα του αρχικού Χ.Α.Δ.Α., Β. τα περίπου 30.000 δέματα, Γ. τη μεταφορά και απόθεση των απορριμμάτων που έχουν απορριφθεί στους χώρους 1, 2 και 3 με ταυτόχρονο καθαρισμό των χώρων αυτών (Εικ.6.2). Σχέδιο Αποκατάστασης 2: Αποκατάσταση του χώρου, που θα περιλαμβάνει: Α. τη μεταφορά και απόθεση των 30.000 περίπου δεμάτων σε Χ.Υ.Τ.Α. υποδοχής. Β. την αποκατάσταση στο χώρο του Χ.Α.Δ.Α. των απορριμμάτων των περιπτώσεων Α και Γ του προηγούμενου εδαφίου. Σχέδιο Αποκατάστασης 3: Αποκατάσταση του χώρου, που θα περιλαμβάνει: Α. μόνο τα απορρίμματα των περιπτώσεων Α και Γ του εδαφίου 1. Β. τα 30.000 περίπου δέματα παραμένουν στο χώρο που βρίσκονται, αποβλέποντας σε μελλοντική μεταφορά τους σε κάποιο Χ.Υ.Τ.Α.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

67


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6ο

ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΧΩΡΟΥ Χ.Α.Δ.Α.

Εικ.6.2: Σχέδιο αποκατάστασης 1 Όλα τα απορρίμματα συλλέγονται και μεταφέρονται στον κεντρικό Χ.Α.Δ.Α. Η αποκατάσταση συμπεριλαμβάνει και τα δεματοποιημένα απορρίμματα.

Εικ.6.3: Σχέδιο αποκατάστασης 2 Τα απορρίμματα από τις θέσεις 1, 2 και 3 συγκεντρώνονται στον κεντρικό Χ.Α.Δ.Α., όπου και αποκαθίστανται. Τα υγιή δέματα μεταφέρονται σε Χ.Α.Δ.Α. υποδοχής ταυτόχρονα με την αποκατάσταση. Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

68


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6ο

ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΧΩΡΟΥ Χ.Α.Δ.Α.

6.4 Γενικές Παρατηρήσεις – Σχόλια Και στις τρεις προαναφερθείσες περιπτώσεις, ειδική μέριμνα λαμβάνεται για τη συλλογή και μεταφορά στο χώρο του Χ.Α.Δ.Α., επιπλέον των προαναφερθέντων και όσων απορριμμάτων έχουν αποτεθεί ατάκτως πλησίον και εκτός των ορίων του αρχικού Χ.Α.Δ.Α., είτε αυτό αφορά σε διασκορπισμένα ΑΣΑ, είτε εγκαταλελειμμένα δέματα. Απαιτείται τροποποίηση των υφιστάμενων μελετών αποκατάστασης, που έχουν κατατεθεί στο Δήμο Ερμιονίδας και την Περιφέρεια, η έγκρισή τους από τις αρμόδιες υπηρεσίες, αλλά και ενδεχόμενα η έκδοση νέων διοικητικών αποφάσεων. Η νέα μελέτη αποκατάστασης είναι αυτή, που θα προτείνει: ‐

ποιο από τα τρία σχέδια θα εφαρμοσθεί, αλλά και

πώς θα εφαρμοσθεί, ειδικότερα ως προς την ανάγκη λήψης πρόσθετων μέτρων.

Για το σκοπό αυτό θα πρέπει η νέα μελέτη: 1.

Να λάβει υπόψη στον υπολογισμό του βαθμού επικινδυνότητας του Χ.Α.Δ.Α., τα νέα δεδομένα

που προκύπτουν από την παρούσα μελέτη και κυρίως να προβεί σε νέο και όσο το δυνατό ακριβέστερο προσδιορισμό του όγκου, αλλά και του είδους των απορριμμάτων, σύμφωνα και με την υπ’ αριθμ. ΑΠ24412/820/20‐05‐2015, απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδος και Ιονίου, όπως αυτή ισχύει. 2.

Να διερευνήσει τις όποιες επιπτώσεις από την ενσωμάτωση των δεμάτων στο σχέδιο

αποκατάστασης 1, αλλά και το όποιο περιβαλλοντικό όφελος ή επιβάρυνση ενδεχόμενα προκύψει από τη μεταφορά των δεμάτων αυτών, σύμφωνα με το σχέδιο αποκατάστασης 2. Στη δεύτερη περίπτωση θα πρέπει να έχει επιλεγεί συγκεκριμένος Χ.Υ.Τ.Α. υποδοχής, ο οποίος θα πρέπει να δεχθεί τη μεταφορά, ενώ οι εργασίες αποκατάστασης θα γίνονται παράλληλα με τη μεταφορά των δεμάτων. 3.

Να υπολογισθεί το περιβαλλοντικό, αλλά και οικονομικό κόστος μεταφοράς και απόθεσης, αλλά

και κύρια η περιβαλλοντική επιβάρυνση στο χώρο υποδοχής, ο οποίος θα κληθεί να διαχειρισθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα περίπου 22.000m3 δεματοποιημένα απορρίμματα, πλέον των ποσοτήτων ΑΣΑ, που σε ημερήσια βάση θα εισρέουν στο χώρο. 4.

Επιπρόσθετα, θα πρέπει να τονισθεί και να ληφθεί υπόψη ότι, αν επιλεγεί και υλοποιηθεί το

σενάριο της μεταφοράς των δεμάτων, αυτό αφορά αποκλειστικά και μόνο τα «υγιή» δέματα και σε καμία περίπτωση δεν συμπεριλαμβάνει την μεταφορά των σε όποιο βαθμό κατεστραμμένων δεμάτων, είτε αυτών που βρίσκονται στο χώρο της χωματερής είτε αυτών που βρίσκονται εκτός αυτής. Στην κατεύθυνση αυτή επαναξιολογείται η φυσική κατάσταση των δεμάτων, που έχουν αποτεθεί απευθείας στο έδαφος, καθόσον ένα μεγάλο μέρος από αυτά, εξαιτίας της διάβρωσης της επιφάνειας επαφής, δεν πληροί τα κριτήρια που προαναφέρθηκαν, για να συμπεριληφθεί στη μεταφορά. 5.

Πέραν των περιβαλλοντικών συνιστωσών, που αναπτύχθηκαν θα πρέπει να απαντηθεί και το

«ηθικό», αλλά και νομικό σκέλος της μεταφοράς. Γιατί δηλαδή θα πρέπει απορρίμματα δεματοποιημένα ή μη να μεταφερθούν σε άλλη περιοχή από αυτή, που παρήχθησαν; Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

69


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6ο

ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΧΩΡΟΥ Χ.Α.Δ.Α.

Η αποκατάσταση του χώρου θεωρείται ότι μπορεί και πρέπει να υλοποιηθεί με ένα από τα σχέδια αποκατάστασης 1 και 2, που αναπτύχθηκαν στο αντίστοιχο κεφάλαιο της παρούσας. Το σχέδιο 3 αναφέρθηκε επειδή δυνητικά υφίσταται. Δεν επιλύει όμως το πρόβλημα, αντίθετα θα το παρατείνει. Λαμβάνοντας υπόψη το μέχρι τώρα ιστορικό του δεματοποιητή και της τύχης των δεμάτων, αλλά και την εμπειρία και την πρακτική από τον τρόπο λειτουργίας της χώρας, θεωρείται δύσκολη έως πρακτικά αδύνατη η εύρεση Χ.Υ.Τ.Α. υποδοχής. Κατά συνέπεια, το προταθέν Σχέδιο Αποκατάστασης 1 διαφαίνεται ως το πλέον πιθανό σενάριο αποκατάστασης.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

70


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7ο

7.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ – ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ – ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η παρούσα μελέτη συντάχθηκε κατόπιν αιτήματος του Δ. Ερμιονίδος, προκειμένου να διερευνηθούν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις στα υπόγεια νερά και εδάφη στην ευρύτερη περιοχή του Χ.Α.Δ.Α., στη θέση «Σταυρός» Διδύμων. Το περιεχόμενο της μελέτης προέρχεται από την επεξεργασία στοιχείων των εργασιών υπαίθρου, μεταξύ των οποίων δειγματοληψίες νερών και εδαφών και γεωλογική χαρτογράφηση προσαρμοσμένης κλίμακας, καθώς και βιβλιογραφικών και χαρτογραφικών δεδομένων. Η θέση του Χ.Α.Δ.Α. εντοπίζεται στη μεταξύ «Διδύμων» και «Φούρνων» περιοχή, σε αποστάσεις 2,8 και 2,1km αντίστοιχα, πλησίον του επαρχιακού δρόμου Λυγουριό – Κρανίδι. Η περιοχή βρίσκεται στις παρυφές του όρους «Μεγαλοβούνι» και χαρακτηρίζεται από ήπιο ανάγλυφο. Το μέσο υψόμετρο του Χ.Α.Δ.Α. είναι 250m. Ο Χ.Α.Δ.Α. βρίσκεται κοντά στον υδροκρίτη της υπολεκάνης, η οποία εκτείνεται από το όρος «Μεγαλοβούνι» έως Βόρεια του κόλπου της Κοιλάδος, δηλαδή στη Νότια του Χ.Α.Δ.Α. περιοχή, με έκταση 19,2km2. Συνέπεια αυτού είναι: α) η θέση να μη δέχεται νερά απορροής χειμάρρων, παρά μόνο ατμοσφαιρικά κατακρημνίσματα και β) η απορροή, προερχόμενη από το Χ.Α.Δ.Α., η οποία περιλαμβάνει και το ρυπαντικό φορτίο, να κινείται εντός της υπολεκάνης (περιοχή Φούρνων). Η ευρύτερη περιοχή δομείται κύρια από ανθρακικούς σχηματισμούς υψηλής έως μέσης διαπερατότητας, λόγω καρστικοποίησης. Εντός των Τριαδικών ανθρακικών σχηματισμών αναπτύσσεται υφάλμυρη υδροφορία, κοντά στο επίπεδο της θάλασσας. Μικρής δυναμικότητας υδροφορείς αναπτύσσονται: στα αλλουβιακά υλικά στην πεδιάδα των Διδύμων, στους οφιολίθους και στο μανδύα αποσάθρωσής τους, στην περιοχή των Φούρνων. O γεωλογικός σχηματισμός, στον οποίο έχει διαμορφωθεί ο Χ.Α.Δ.Α., είναι οι ασβεστόλιθοι του Τριαδικού. Όπως προαναφέρθηκε, ο σχηματισμός είναι διαπερατός, όμως λόγω της επιφανειακής ανάπτυξης αργιλικών υλικών (ερυθρογή), ως προϊόν διαβρωτικών διεργασιών, ο σχηματισμός καθίσταται μη διαπερατός. Το πάχος του κυμαίνεται από μερικά cm έως 1m. Συνεπώς, δεν υπάρχει άμεση κίνηση νερού προς βαθύτερους ορίζοντες παρά μόνο επιφανειακή, όπως περιγράφηκε προηγουμένως. Τα υπόγεια νερά, υδροχημικά, χαρακτηρίζονται ως ασβεστούχα οξυανθρακικά (Ca‐HCO3), στην περιοχή των Διδύμων και μαγνησιούχα οξυανθρακικά (Mg‐HCO3), στην περιοχή των Φούρνων. Η σύστασή τους σχετίζεται απόλυτα με το γεωλογικό περιβάλλον, όπου κινούνται ή «αποθηκεύονται». Όσον αφορά τα ιχνοστοιχεία, βρίσκονται εντός των παραμετρικών τιμών, που ορίζουν η Εθνική και Ευρωπαϊκή νομοθεσία. Εξαίρεση αποτελεί η γεώτρηση Γ1 (περιοχή Φούρνων), για την οποία θα πρέπει να επαναληφθεί η δειγματοληψία, για να αποκλειστεί η περίπτωση επιφανειακής ρύπανσης. Παρόλα αυτά, είναι πιθανή η σύσταση του νερού της γεώτρησης να σχετίζεται με το χημισμό των ηφαιστειακών πετρωμάτων (οφιολιθικό melange), ο οποίος μεταβάλλεται χωρικά. Με την ορυκτολογική σύσταση των οφιολιθικών πετρωμάτων, σχετίζεται επίσης η παρουσία χρωμίου (Cr) στα υπόγεια νερά της περιοχής των Φούρνων. Στην περιοχή των Διδύμων, εντοπίστηκαν υψηλές τιμές νιτρικών ιόντων (NO3), οι οποίες σχετίζονται με ανθρωπογενείς δραστηριότητες (λύματα, λιπάσματα κ.λπ.). Τέλος, σε όσα από τα δείγματα έγιναν Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

71


IYMHEPAZMATA - DPOTAZEIZ

KEQAAAIO 7°

avaAuoEu; yia oAiKo dvSpara (T.O.C.), n TLLIH TOU PPLOKOTOV KOTCO and TO opto avtxv£uanc; THC, u.£066ou, U.E E^ai-pson. TO Tinyd6L 04, orn.v TiEpLOxn AL6uLLCov, onou slxe YLVEL KOVTLVH anoppLipn. AULUXTCOV. ATTO TO a7ioT£A£au.aia TCOV avaAuoEiov 6Eiyu.aTCOv vspcov Kai TH.V a^LoAoyno-n xouq, SEV TIPOKUTTTEL ETUpdpUVOn TCOV UTIOyELCOV VEpCOV LIE CtVOpyCfVEq H OpyaVLKEC, EVCOOELq, OC^ElAOLlEVEC; OTH AELTOUpyta TOU

X.A.A.A. H TiEpuTTCoan. THC; yECOTpnonc; Tl, 5s OXETL^ETQL LIE TO X.A.A.A., KaGtoc; TO nnVa^L OS, TO OTIOLO ppujKETcu avcxvTn TOU nponvounevou KO.L evroc; TOU peu.cn:oc;, TTOU 6exeTai Tqv enLc|)av£LaKr| anoppon aTto TO X.A.A.A., £X£l LUKpOT£p£(; OUyK£VTpcba£L(; 0£ LXVOOTOLXELtt.

Ta «TiOTEA£0(aaTa Tnq yECOxni^LKnq 6L£p£uvnonc; TCOV £6a4>cbv

EVTOTILOU.O TlEplpdAAOV

OTL OL U.£Tpn6£LO£<; auyK£VTpCOO£LC; OUVfigOVTttL LIE TO

puTiavar)<; TlEpLOXHC; KUL

U-£

pLmavon. ano AsLTOupytaTOU X.A.A.A. anouala 6LaoROpdc; TCOV puncov TOU X.A.A.A. ora £6dct)n

ouLipdAAouv

ujioyELa vEpd ir\c,

noAAoL TtapdyovTEc;, oncoq: H Tl£pLOpLOU.£Vn EKTaor) TOU X.A.A.A.

H aTTo66nno"n, THV onota EXOUV UTIOOTEL Ta aTtopAryca KOTO TO nponvouLiEvo naxpo 6Laornna, HE anoTEAEOLLa TH.V E^aoSEVLon TOU puTravTLKOU cjaoptLou. H SLaKOTtn an66£ari<; VECOV anopAnTcov. H

ttTlOUOta

XELLiappLKCOV aROppOCOV OTO XWpO TOU X.A.A.A.

KttL OL ^npo6£pLLLKE(;

ouv6r|K£(;, H anouaia puTiavanq ouv6£6£Li£vnc; U.E TO X.A.A.A. ota vspd KOL Ta £6d4)r] ir\c, EupuT£pn<; TOU aTt66£onc; TiEpLoxn^ o6ny£L OTO auunipaana, OTL OL epyaotec; anoKaTaoraarK 6a a^opouv KOL LIOVO OTO X^PO, OTOV OTIOLO EXOUV OTIOTE6EL Ttt aTlOppLLiLLOTa, oAAd KttL TO SELiaTO. AEV aTTaiTOUVTOL

Tipoo6£T£<; EpyaoL£<; anoKaTdoTaair; TCOV yupco ano ir\v xtou.aT£pn £6ac})cov. H LLEAETn. aTtOKaTdoraonc; QCL TIPEHEL va auuji£piAcip£L, TiAeov TCOV aKoppLLiiidTcov TOU X.A.A.A. KHL TCOV 6£u.dTCOv, TO ouvoAo TCOV 7t£pL^ TOU X.A.A.A. anoppi4)£cov, TOGO auTcbv TIOU ELVOL ouyK£vrpcou.£V£c; arouc; xcbpou<; 1-3, 600 KOL auTcbv KOU ELvai 6LdoTiapT£q KOVTO ornv apxLKrj ;, 0£copeLTaL OTL n ETILTUXHC; aTioKaTdoraan TOU X.A.A.A. ELVOL dppnKra ouv686£U.£vn LJ.E TH.V TOU KaTaAAnAoTEpou ox£6[ou TiapEuBaani;, Tnc KaAnc £Tux£Lpn.OLaKnc npaKTLKt^c,, TOU ox£

,

,

,

/

'

,

,

,

.

n

opaoECOV KaLTqc; LiETEnELTa cppovTLOac,. iTa Liana TOU KOLVOU, n £TtLTUxnP-£vn aTioKaTaoTaan 9 arco Ta ormavTLKOTEpa KaLouoiaorLKOTEpa oroLXEta KaLJipodyELTnv ELiTiLoroouvn TOU orn 6ta

B. Zoptmcu;

M.Sc. YdpoyectjAdyoq

Copyright © l.r.M.E.

M.Sc. YdpoyewAoyoc,

Ap

- Xaproypacpoq

72


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ Ελληνικές Βουδούρης, Κ. (2009): Υδρογεωλογία περιβάλλοντος. Υπόγεια νερά και Περιβάλλον. Εκδόσεις Τζιόλα. Θεσσαλονίκη. Γαϊτανάκης, Π., Φωτιάδης, Α., Τσαϊλά‐Μονόπωλη, Στ., Τσαπραλής, Β. (2007): Γεωλογικός χάρτης «Σπέτσαι – Σπετσοπούλα», κλ. 1:50.000. Έκδοση Ι.Γ.Μ.Ε. Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας (2013): Ειδικό Τεύχος: Διαχείριση Αποβλήτων – θεσμικό πλαίσιο – ρόλοι και αρμοδιότητες εμπλεκόμενων φορέων. Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη/Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας Διεύθυνση Σχεδιασμού & Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών Τμήμα Σχεδιασμού, Πρόληψης & Αντιμετώπισης Τεχνολογικών & Λοιπών Καταστροφών. Γραμματικογιάννης, Η. (2009): Εκτίμηση Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων από Χώρους Διάθεσης Απορριμμάτων, Ανάλυση Κύκλου Ζωής. Μελέτη περίπτωσης. Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία για το Διεπιστημονικό – Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών του Ε.Μ.Πολυτεχνείου "Περιβάλλον και Ανάπτυξη". Καββαδάς, Μ. (2005): Στοιχεία περιβαλλοντικής γεωμηχανικής. Έκδοση Ε. Μ. Πολυτεχνείου. Καλλέργης, Γ. (1999): Εφαρμοσμένη‐Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία. 2η έκδοση, τόμος A, Τ.Ε.Ε., Αθήνα. Καλλέργης, Γ. (2000): Εφαρμοσμένη‐Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία. 2η έκδοση, τόμος Β, Τ.Ε.Ε., Αθήνα. Καλλέργης, Γ. (2001): Εφαρμοσμένη‐Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία. 2η έκδοση, τόμος Γ, Τ.Ε.Ε., Αθήνα. Κ/ΞΙΑ Μελετών Αποκατάστασης ΧΑΔΑ Πελοποννήσου (2014): Οριστική Μελέτη Έργων Αποκατάστασης Χ.Α.Δ.Α. Δ.Ε. Κρανιδίου, Δήμου Ερμιονίδος στη θέση « ΣΤΑΥΡΟΣ 1». Λαμπράκης, Ν. (1991): Εισαγωγή στην Υδροχημεία. Τμήμα Γεωλογίας, Πανεπιστήμιο Πατρών. Μακρόπουλος, Β. (2013): «Επιστημονικό Εγχειρίδιο Επιδημιολογικής Εκτίμησης» του έργου «Θεμελίωση οριακών τιμών βαρέων μετάλλων και τοξικών ουσιών σε σχολικές και αθλητικές εγκαταστάσεις και επιβεβαίωση με τη διενέργεια επιδημιολογικής εκτίμησης των επιπτώσεων στην υγεία των παιδιών». Ματιάτος, Ι. (2010): Υδρογεωλογικές και ισοτοπικές έρευνες σε περιοχές της χερσονήσου της Αργολίδας. Διδακτορική διατριβή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος, σελ.499. Μαχαίρας, Ι. (2007): Διαχείριση Στερεών Αποβλήτων, διαθέσιμο στο http://www.eedsa.gr/Contents.aspx? CatId=35 Σκορδίλης, Α. (1993): Tεχνολογίες διάθεσης απορριμμάτων. Η υγειονομική ταφή. Εκδόσεις ΙΩΝ. Σουβλερής, Δ. (2010): Η Περίπτωση των Ανεξέλεγκτων Χωματερών στην Ελλάδα: Μια περιβαλλοντική και νομοθετική θεώρηση. Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Περιβαλλοντικό Δίκαιο και Νομοθεσία ‐ Κύκλος 24ος. Σούλιος, Γ. (2006): Γενική Υδρογεωλογία. Τόμος Δ’, University Studio Press, Θεσσαλονίκη. Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

73


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

ΥΠΕΚΑ (2015): Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων, σελ.125. ΥΠΕΧΩΔΕ (2005): Προώθηση έργων αποκατάστασης Χώρων Ανεξέλεγκτης Διάθεσης. Τελική Έκθεση ομάδας εργασίας, ΥΠΕΧΩΔΕ, Αθήνα. ΩΡΙΩΝ ΑΤΕ (2016): Τεχνική περιβαλλοντική μελέτη αποκατάστασης ΧΑΔΑ «ΣΤΑΥΡΟΣ 1». Τροποποίηση ΤΠΜΑ ΧΑΔΑ «ΣΤΑΥΡΟΣ 1».

Διεθνείς Akinbile, O. (2012): Environmental Impact of Landfill on Groundwater Quality and Agricultural Soils in Nigeria. In Soil & Water Res., 7, pp.18‐26. Almasri, M. (2007): Nitrate contamination of groundwater: A conceptual management framework. Environmental Impact Assessment Review, 27, pp.220–242. Anshu, G., Paulraj, R. (2015): Toxicity Assessment of Municipal Solid Waste Landfill Leachate Collected in Different Seasons from Okhala Landfill Site of Delhi. J. Biomedical Science and Engineering, 8, pp.357‐369. Appelo, J., Postma, D. (1996): Geochemistry, groundwater and pollution. A.A. Balkema, Rotterdam, Netherlands, p.536. Bortolotti, V., Carras, N., Chiari, M., Fazzuoli, M., Marcucci, M., Photiades, A., Principi, G. (2003): The Argolis peninsula in the palaeogeographic and geodynamic frame of the Hellenides. Ofioliti, 28 (2), pp.79‐94. Canadian Council of Ministers of the Environment (CCME) (2006): A Protocol for the Derivation of Environmental and Human Health Soil Quality Guidelines Canadian Council of Ministers of the Environment. Canadian Environmental Quality Guidelines. Carter, R., Gregorich, G. (2006): Soil sampling and methods of analysis. Canadian Society of Soil Science. Danish Environmental Protection Agency (1992): Remediation of Contaminated Sites – Main text. DEPA international division, Copenhagen. Domenico, P., Schwarz, F. (1990): Physical and Chemical Hydrogeology. John Wiley & Sons, p.824. Environmental Protection Agency (1999): Landfill manuals – Landfill restoration and practice and aftercare. Published by the Environmental Protection Agency, Ireland. Ehrig, J. (1988): Water and element balances of landfilles. In: Lecture Notes in Earth Sciences, Springer Verlag, Berlin. Fetter, C. (1993): Contaminant Hydrogeology, Macmillan P.C., N.Y., pp.277‐278. Fetter, C. (2001): Applied hydrogeology. Macmillan College Publishing Company Inc., 4th Edition. Freeze, A., Cherry, A. (1979): Groundwater. Prentice Hall. Englewood Cliffs, New Jersey, p.604. Hem, J. (1985): Study and interpretation of the chemical characteristics of natural water. U.S. Geological Survey, Water Supply Paper. Hounslow, A. (1995): Water quality data. Analysis and interpretation. Taylor & Francis, p.489. Kresic, N. (2007): Hydrogeology and Groundwater Modelling. CRC Press, Taylor & Francis Group, USA. Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

74


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

National Environment Protection Council (NEPC) (1999): Guideligne on the Investigation Levels For Soil and Groundwater. Australian and New Zealand Environment Conservation Council measure. Netherlands: Dutch Intervention Values (2000): ANNEXES Circular on target values and intervention values for soil remediation. Photiades A. 1986. Contribution à l’étude géologique et métallogénique des unités ophiolitiques de l’Argolide septentrionale (Grèce). Thèse 3e cycle, Univ. Besançon, p.261. Photiades, A. (2010) Geological contribution to the tectono‐stratigraphy of the Nafplion area (NW Argolis, Greece). Bulletin of the Geological Society of Greece, vol. XLIII, No3, pp.1495‐1507. Photiades, A., Galanakis, D., Georgiou, Ch. (2010): Tectonic evolution of the Argolis Peninsula (Greece). Abstract in XIX Congress of the Carpathian Balkan Geological Association, Thessaloniki, Greece, 23‐ 26 September 2010, p.308. Revelle, R. (1941): Criteria for recognition of sea water in ground waters. Trans. Amer. Geophys. Union. v. 22, pp.593‐597. Richards, A. (1954): Diagnosis and improvement of saline and alkali soils. Agric. Handbook 60, U.S. Dept. Agric, Washington, D.C. p.160. Struckmeier, W., Margat, J. (1995): Hydrogeological Maps – A Guide and a Standard Legend. International Association of Hydrogeologists, V17, Heise. Terzaghi, K., Peck, R. (1967): Soil mechanics in engineering practice. John Wiley & Sons, p.549. University of Michigan (2008): Dioxin Exposure Study. Available: https://sph.umich.edu/dioxin/Protocol/ UMDES%20Overview%2003‐06‐05.pdf. University of Michigan (2008): Dioxin Exposure Study Soil Sampling Protocol. Available: https://sph.umich. edu/dioxin/Protocol/Appendix8%20‐%20Soil%20Protocol.pdf.

Copyright © Ι.Γ.Μ.Ε.

75


Copyright © Ινστιτούτου Γεωλογικών & Μεταλλευτικών Ερευνών Ν.Π.Ι.Δ. εποπτευόμενο από το Υ.Π.ΕΝ.


ΧΑΡΤΕΣ (εκτός κειμένου)

Σχέδιο 1:

ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ, κλίμακας 1:20.000

Σχέδιο 2:

ΥΔΡΟΧΗΜΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ, κλίμακας 1:15.000




Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.