INDEX 32

Page 61

χαρτ. Του βάζω ένα μεγάλο οκτώ». Εγώ δεν θα διακινδυνεύσω μια βαθμολόγηση, γιατί πιστεύω ότι οι καταξιωμένοι συγγραφείς δεν είναι υποψήφιοι σε τηλεοπτικά talent-shows. Κι ακριβώς αυτόν τον τηλεοπτικό κανιβαλισμό παρωδεί και σατιρίζει επιτυχώς ο Ronald Giphart στο βιβλίο του αυτό. Ο κυνηγός βλέπει να γίνεται θήραμα, και ο τεχνίτης λιπαντικό στην ίδια τη μηχανή που λαδώνει. Σε έναν πλανήτη που ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού πεινάει και στερείται βασικών ανθρώπινων αγαθών για τη διατήρηση της ζωής, αυτοί οι αλαζόνες και υπερφίαλα εγωκεντρικοί τηλεοπτικοί αστέρες στο σουρεαλιστικό talk-show, το διανθισμένο με απίθανες –και μη– συνταγές «υψηλής» μαγειρικής, προκαλούν τον φθόνο των στερημένων αυτού του κόσμου. Και ίσως αυτή είναι η «ύβρις» που πληρώνουν, με την Αριστοτελική έννοια. Αυτή είναι η «αμαρτία» τους. Απέχουν όμως πολύ από το να είναι τραγικοί. Πρόκειται μάλλον για κωμικοτραγικά, αξιολύπητα πλάσματα, που κινούνται σε μία «εικονική πραγματικότητα», η οποία τους προκαλεί άγχος και τρομάζουν όταν την βλέπουν να καταρρέει στα κεφάλια τους. Ο Ronald Giphart είναι ένας σημαντικός σύγχρονος συγγραφέας και αξίζει να διαβαστεί με ενδιαφέρον και προσοχή αυτό του το πρωτότυπο βιβλίο. Εκείνο που δεν ξέρω είναι εάν οι συνταγές που περιέχει… τρώγονται κιόλας. Εγώ πάντως δεν θα το διακινδυνεύσω! Θα περιοριστώ στην αισθητική απόλαυση που μου προκάλεσε η ανάγνωσή του. Κωνσταντίνος Μπούρας, www.konstantinosbouras.gr, www.critique.gr

Ελένη Στασινού Νύχτες υποταγής ΑΓΚΥΡΑ Φίλη καλή έλεγε: «Πως μπορεί κανείς να επιβιώνει ενός μεγάλου έρωτα;» ή, συμπληρώνω, του θανάτου του άλλου του μισού; Κι όμως, το στοιχείο το ανθρώπινο είναι στοιχείο κανονικό. Στο βιβλίο της Ελένης Στασινού Νύχτες Υποταγής, η ηρωίδα Σάσα καταπατείται αλλά κατορθώνει να αξιοποιεί αυτή την αρχέγονη δύναμη στην πιο αθώα της εκδοχή. Το σύγχρονο θέμα των μεταναστών εμφανίζεται στο βιβλίο αυτό, πολύ συχνά με αριστοτεχνική προσέγγιση. Σήμερα βλέπουμε σχεδόν ασυγκίνητοι ανθρώπους να ζουν κυριολεκτικά σε χαρτοκιβώτια μέσα στο κέντρο του «αποκορυφωμένου» πολιτισμού μας. Πώς έφτασαν εδώ; Με τι θυσίες; «Μη με κοιτάτε λες κι είμαι Θεός. Θα κάνουμε ό,τι πρέπει. Κι εσείς το ίδιο». Αίφνης, ένα κλάμα ταράζει την ομάδα. Το πρόσωπο του Γκριγκόρι αλλάζει σαν μάσκα κερένια που λιώνει. «Κάνε το μπάσταρδό σου να σκάσει», γαβγίζει στη γυναίκα που βγάζει ένα κουρέλι λερωμένο και το πιέζει στο στόμα του παιδιού. Το κοκκίνισμά του, διαδέχτηκε μια απαίσια αποκρουστική κιτρινίλα. Τότε ακριβώς ήταν που ο μεσήλικας ρώτησε: «Εδώ τελειώνουν τα χώματά μας;» «Εδώ», απάντησαν. Ο άντρας σηκώθηκε όρθιος και κατούρησε, καίγοντας το άσπιλο χιόνι.

«Αυτό είναι για τη ζωή που μου χάρισε αυτή η πατρίδα, είπε και όλοι πήγαν να πέσουν να τον ξεσκίσουν. Ο Γκριγκόρι τούς φοβέρισε πως θα φύγει και θα τους αφήσει στη μέση του πουθενά. Κι όλοι πάψανε. Κάποιοι, μάλιστα, άρχισαν να ψάχνουνε τα χαμένα δίκια του ανθρώπου που κατουρούσε την πατρίδα του. Κανένας -εκτός της Σάσα- δεν γύρισε να δει τη μάνα να σκάβει με τα νύχια της, για να θάψει το άκλαυτο παιδί. Ο Τζίνο, αδερφός της Ελένης Στασινού, πρώην ακροβάτης και νυν ονειροβάτης του ουρανού, ανάβει τη σπίθα της ιστορίας αυτής και γνωρίζει στη συγγραφέα την γυναίκα που της εμπνέει τη Σάσα. Ο Κάρλος Φουέντες έγραφε ότι «οι γυναίκες δεν μπορεί παρά να είναι ή πουτάνες ή παρθένες». Το κορίτσι-γυναίκα που είναι η ηρωίδα του βιβλίου κατορθώνει να είναι και τα δύο. Κατ’ επάγγελμα πόρνη, εξαναγκασμένη αλλά και σαγηνευτικά δοτική, βρίσκεται ενίοτε απόλυτα πεπεισμένη από τους αδικαιολόγητους εκμεταλλευτές της. Η Σάσα έγινε αργά και σταθερά πόρνη. Καταλήγει να είναι μια τόσο «συνειδητή» πόρνη αλλά θαυμαστά παραμένει ως και άσπιλη, θα μπορούσε να πει κανείς, αφού οι σπίλοι των κατώτερων αναγκών των άλλων, περνούν μέσα από τον κλίβανο της κάποτε φωτεισμένης οπτικής της. Η υψηλή συναισθηματική ευφυία της είναι άρμα δρεπανιφόρο. Σήμερα βιώνουμε πραγματικά την εξαθλίωση του έρωτα. Αλλά ακόμη και έτσι διαφαίνονται πολλά. Ο έρωτας που εξ’ ορισμού εμπεριέχει το στοιχείο της κυριαρχίας άρα και της υποταγής φανερώνει τον άνδρα να κυριαρχεί, όμως τελικά κυριαρχείται ξανά και ξανά. Παραδόξως η γυναίκα είναι που κυριαρχεί, με την υποταγή, καταλήγοντας όμως συχνά με την πικρή της γεύση. Η γυναίκα όχι. Δεν μπορούσε να γνωρίσει τίποτα. Γιατί τίποτα δεν της ανήκε. Τα μαλλιά ήταν σύμβολο. Της γυναίκας. Της υποταγής. Της ανόητης φιλαρέσκειας. Τα μαλλιά ήταν απαραίτητα τόσο για χάδια, όσο και για την πιθανή τιμωρία. Η Κώστια κάποτε, της έφερε ένα κόμικς αμερικάνικο. Γελούσαν πολύ. Στη σκηνή που ο άντρας των σπηλαίων τραβούσε στη σπηλιά του τη γυναίκα από τα μαλλιά, η Σάσα την ρώτησε γιατί δεν τα κόβει. «Γιατί τα θέλει ο κώλος της. Αν κόψει τα μαλλιά της, πώς θα τη σύρει;» «Μα δεν πονάει;» «Και βέβαια πονάει. Αλλά έτσι γίνεται πιο γλυκό». Γελούσαν πολύ. Ύστερα συναντήσανε την αλήθεια έξω από τα φύλλα των βιβλίων και χάσανε το χαμόγελό τους. Και έπειτα είναι η εξέγερση των νέων ανθρώπων που πνίγονται γιατί ταΐστηκαν υπερβολικές δόσεις συμφέροντος αντί ανθρωπιάς και πραγμάτων με αξία. Είναι η εξέγερση των πραγματικά πεινασμένων. Είναι η εξέγερση των νεώτερων χωρίς ελπίδα αυτοπραγμάτωσης. Είναι η εξέγερση των ανθρώπων που δεν αντέχουν τις αντισφυξιογόνες μάσκες για να αντιμετωπίσουν το πνιγηρό περιβάλλον του καθημερινού γίγνεσθαι. Είναι η εξέγερση του πιο καταπιεσμένου και αδικημένου συμβόλου: της μικρής πόρνης. Η μικρή ξυρίζει τα μαλλιά της και αποτινάζει «την ανόητη φιλαρέσκεια» και εν τέλει την υποταγή. «Τι έκανες εκεί;» επανέλαβε κι άρχισε να τρέμει τόσο πολύ που η Σάσα σκέφτηκε πως τώρα θα πάθει αποπληξία και θα μείνει επιτέλους ελεύθερη από προστάτες και τέτοια. «Αν νομίζεις ότι θα γλιτώσεις έτσι εύκολα από μένα, γελάστηκες. Πρώτο και κυριότερο, τα χαρτιά σου


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.