(core) anna stereopoulou

Page 1

1


CORE · anna stereopoulou, 2002-2012 / 2013 κείμενα · φωτογραφίες : άννα στερεοπούλου [συνθέτις] texts · images : anna stereopoulou [composer] φωτογραφία [σελ. 17 page] image : aris leontaritis δημιουργικό · edition design : aris panagopoulos · anna stereo december 6, 2013 | info · contact : www.annastereopoulou.gr

2


πυρήνας

· ένα χρονικό

c o r e

anna stereopoulou

3


ο πυρήνας πρόκειται για μία συλλογή γραπτών... σκέψεων αναμνήσεων ερωτήσεων απόψεων της άννας στερεοπούλου εκφρασμένες κατά το διάστημα των ετών 2002 και 2012

ένα · χρονικό

core is a collection of written... thoughts memories questions perspectives by anna stereopoulou expressed during the years of 2002 - 2012

a · chronicle

4


κύματα · notes

κύμα θάλασσας απελευθερωμένες συντεταγμένες ...τελικά finally... released coordinates sea wave

κύμα βραχύ εν · συν · το · μία in · a · nut · shell short wave

κύμα ήχου α · ληθείς δυνάμεις un · forgotten forces sound wave

κύμα ονείρου εσώτερες ενέργειες, διοχετευμένες εκτός, αΰλως μοιρασμένες inner verve, tunneled out, immaterially shared dream wave

κύμα νέο κραυγές + ευχές που γεννήθηκαν, ακούστηκαν, απεστάλησαν κατά τον δεκέμβριο του 2008 εντός + εκτός ελληνικών συνόρων · μέσα στην ψυχή μας + έξω στους δρόμους outcries + wishes born, received, transmitted, during december 2008 within our soul + outside, in the streets new wave

5


κύματα... ...θάλασσας [10] η βελούδινη γεύση της σοκολάτας [10] a grain of sand [11] ο τοίχος [12] στο λεωφορείο... [13] υπό [14] ΔιαΛέγω μόνος... [15] επιστροφή στα έσω. [16] νερομάνα · neromana

...βραχύ [18] κύμα τέταρτο [18] source music [19] γκρι! [19] χωρίς ποίημα [20] silenzio [20] έκρηξη… [21] still echoing [21] ερωτηματικά [22] καθαρό βάρος [22] σωπαίνω

ήχου � [25] aeaea [26] Πυρήνας · ένα χρονικό [27] Core · a chronicle [28] κοχλίας

...ονείρου ...νέο [30] white dwarf · λευκός νάνος [42] για ώρα ανάγκης [32] Red Giant · Ερυθρός Γίγαντας [43] ευπειθώς αναφέρω [34] βάθος… [44] do not remove before flight [35] σαν δάκρυ που σε λέρωσε… [45] Thought Alarm [36] το είδωλο [45] ur mine [37] διακτινισμοί [46] frustration [38] δύο διαφορετικές διαστάσεις [46] hey hunter [39] ο βυθός [47] the frustrated pois [40] vibrations [48] το ρολόϊ… [50] στις ‘έξη…

6


...σε μια Στιγμή ...for a Moment

7


8


κύμα θάλασσας

sea wave � 9


η βελούδινη γεύση της σοκολάτας Μόλις είχα πιεί μια σοκολάτα… Χα… «Η βελούδινη γεύση της σοκολάτας». Μετά το γλυκό αυτό αφέψημα λοιπόν, ξάπλωσα. Πάνω στην άμμο. Ψύχρα και υγρασία. Αστέρια και κύμα. Και μετά από λίγο τα Pacman άρχισαν να βγαίνουν απ’ τους θάμνους. Κυνηγούσαν το ένα το άλλο. Πολύχρωμα και ζωηρά. Κι εγώ άρχισα να κυνηγώ την λύση. Ωχρή κι απελπισμένη. Στράφι πήγαν και πάλι οι ευχές κι οι αναπνοές. Δεν ήταν η ώρα του να κλείσει ο κύκλος. Χρόνια περίμενα να κλείσει. (Χρόνια!) Τελικά έκλεισε απρόσμενα αρκετά χρόνια μετά την παραλία. Στην παραλία αγκάλιασα έναν βράχο...

[01 · 2009]

a grain of sand I’m a grain of sand… I’m nothing without the rest of the grains. I’m tasteless without the iodine. I need the iodine. I do need it. It’s in my nature to die and get reborn with it. I’m invisible if I close my eyes. I feel the pain of happiness; the struggle of my voice to come out; the movement of the voyage of my tear. I’m a grain of sand. Inhaling the air of my thought, while the air’s breath is swallowing my wish. But no… the string is pulling my head up. It always did; it always will. And the wave of my cell is thirsty for one. The eternal tortured number. How full, how selfish can it be? How blessed that gaze could be? How did numbers occur in my mind, for I’m a number myself? Ascending via the realm of Tethys, I grasp onto reddish rays. And I cry… I cry… I cry… The same old sounds that killed me before are now present to show me a way out of the trap of my own mind. Sound hurts so much. So sneaky and cunning; so perfect and blessed; so… so what?! I’m just a grain of sand… I’m everything…!

[11.01 · 2009]

10


ο τοίχος [Πέτρες τοποθετημένες σαν σε πάζλ] [Στο τέλος, αρμονία] [Μεταξύ τους, αρμολόϊ] [Ανά διαστήματα, σίδερα] [Βαμμένα με βερνίκι μαύρο] [Τοίχος γερός] [Αρκετά παχύς] [Για σιγουριά] [Τί είδους σιγουριά;] [Μην τυχόν και ξεφύγεις;] [Ίσως) [Ευτυχώς ή δυστυχώς όμως, υπάρχει και μια πύλη] [Δηλαδή, άνοιγμα[ [Προς το τέλος ( Μια καμάρα.

[16.01 · 2007]

11


στο λεωφορείο… Είμαι στο λεωφορείο για τη δουλειά. Στον επάνω όροφο. Είναι νωρίς. Απ’ αυτά τα πρωϊνά που ξεκινούν με ήλιο και μέχρι το μεσημέρι έχεις ζήσει όλες τις εποχές του χρόνου. Δίπλα μου η θέση άδεια. Έως τώρα. Κανείς δεν κάθεται δίπλα μου. Δεν κάθομαι δίπλα σε κανέναν. Ο καθένας στον χώρο του. «Χρειάζομαι χώρο». Η διαδρομή οικία πια. Στην αρχή ήταν σαν ταξείδι. Τώρα πια ταξειδεύω μέσα στις γραμμές ενός βιβλίου. Μέσα στις γραμμές μιας μελωδίας. Χωρίς να ενοχλώ κανέναν. Φοράω ακουστικά και δεν με ενοχλεί κανείς. Ο χρόνος της διαδρομής υπολογισμένος ακριβώς. 35 λεπτά μέχρι το Μετρό. Κι από εκεί, ένα τέταρτο. «All change, please». «Χρειάζομαι χρόνο». Είναι όμως ένα συγκεκριμένο σημείο. Ένα μόνο. Ένα μέρος της διαδρομής που πάντα φαινόταν άγνωστο. Αυτό το γνωστό-άγνωστο σημείο που δεχόμουν έτσι κι αλλιώς. Ήταν αυτό το πρωϊνό. Ήταν αυτή στροφή που θα μας έβγαζε σε αυτό το σημείο. Αυτό το πρωϊνό. Είμαι στο λεωφορείο για τη δουλειά. Στον επάνω όροφο. Στην αριστερή πλευρά. Ακουμπάω το κεφάλι μου στο τζάμι. Κοιτάζω τον δρόμο. Το πεζοδρόμιο. Το τέλος της στροφής. Πού οδηγεί; Τί κρύβεται από πίσω; Ποιός θα εμφανιστεί; Πότε; Γιατί δεν εμφανίζεται ακόμα; Ξέρω ποιός. Μάλλον, ξέρω ποιός ...θα ήθελα να κρύβεται.

[08.03 · 2006, 01.36]

12


υπό Πονάω στην αίσθηση του ήχου… Με σφάζει ένα δάκρυ που αρνείται να βγει… Τα «υπό» με ελκύουν σαν μια μαύρη τρύπα. Δεν θέλω να εξηγώ τους συνειρμούς μου. Όποιος κατάλαβε, είναι τυχερός. Η σκληρότητα που με αγκαλιάζει είναι σαν ένα δέρμα που αρνείται να με εγκαταλείψει. Στην ουσία δεν του επιτρέπω να το κάνει. Μια σκοτεινή συμφωνία μεταξύ των δυο μας. Εμού και του δέρματός μου. Μια εισπνοή ανάσας που με εισάγει σ’ έναν μεθυστικό λήθαργο. Ναι… σ’ έναν κόσμο κινούμενης άμμου. Βυθίζεσαι και βγαίνει η τελευταία σου ανάσα... καθώς εσύ φοβάσαι να ρίξεις την τελευταία σου ματιά στο φως. …Χαχαχαχαχαχα……. Γέλα…. Γέλα… γέλα, γέλα, γέλα…… Δεν έχεις κάτι άλλο να κάνεις ή να πεις. Ναι, ναι… σε ειρωνεύομαι. Μ’ αρέσει να ειρωνεύομαι, αλλά μου τη σπάει όταν το κάνουν οι άλλοι. Όχι γενικά όταν το κάνουν. Αλλά όταν το κάνουν σε 'μένα…. Φτού να πάρει. Συμβαίνει ξανά. Μου βγαίνει ειρωνεία. Στον εαυτό μου…. Χαχαχαχαχαχα…. Είμαι αναλυτική. Είναι κι αυτό στο δέρμα μου. Αλλά…. Λέω….μήπως… Μήπως είναι καιρός ν’ αλλάξω δέρμα. Έτσι κι αλλιώς το καλοκαίρι είναι εδώ… Εγώ… πού είμαι; Μια ανεστραμμένη κραυγή εισβάλει στον λάρυγγά μου και οι φωνητικές μου χορδές ζεσταίνονται μαρτυρικά. Εγκεφαλικά. Μεταφορικά. Συνειρμικά. Αρκεί έτσι; Αρκεί τόσο; Πότε και πόσο αρκεί να…; Αρκετά…!!! Φτάνει…. Τρέξε… Τρέξε πάλι… πάλι.. πάλι… γρήγορα

[16.06 · 2008]

13


ΔιαΛέγω μόνος… Χά! Ποιός είπε ότι υπάρχουμε; Κι αν είναι έτσι πώς μπορεί να το αποδείξει; Θα μου πείτε:«Μα τί λες;» Σας λέω ότι για να νοιώσω ότι υπάρχω, χρειάζομαι αποδείξεις. Κάποιος δηλαδή να μου αποδείξει την ύπαρξή μου. Να μου προσδιορίσει τη θέση μου στον …χάρτη. Πού ακριβώς είμαι; Και φυσικά… ποιός είμαι! Όχι, έχετε αντίρρηση δηλαδή; Δεν είναι εύλογα τα ερωτήματά μου; Απλές απορίες που θα μπορούσαν να γεννηθούν στον καθέναν. Γιατί απορείτε; Να! Αποκτήσατε κι όλας την πρώτη σας απορία. Άρα, είστε κι όλας στον ίδιο δρόμο με ‘μένα. Της αναζήτησης. Της περιήγησης μέσα σ’ έναν λαβύρινθο. Κι αισθάνεστε πως θα χρειαστεί κόπος και σωστή κρίση για να φτάσετε στην άλλη άκρη. Δεν είναι έτσι; Όχι, θέλω να μου απαντήσετε για να μην λέτε ότι κάνω μονόλογο. Λοιπόν; Περιμένω… Κανείς; Μα, δεν έχετε να πείτε τίποτε; Πώς θα μου αποδείξετε λοιπόν ότι μπορεί να κάνω λάθος; Πώς θα μου αποδείξετε το αντίθετο απ’ αυτό που υποστηρίζω; Αισθάνομαι ανόητος να στέκομαι εδώ μπροστά σας χωρίς καμμιά απάντηση. Νοιώθω ότι με αντιμετωπίζετε λες και δεν υπάρχω! Ορίστε που τελικά θα μου αποδείξετε ότι αυτό που υποστηρίζω εγώ είναι το σωστό! Κι αν για ‘σάς δεν υπάρχω μία, τότε κι εσείς για ‘μένα δεν υπάρχετε δέκα. Ορίστε…. Νά που καταλήξαμε. Να μην υπάρχουμε. Ο ένας για τον άλλον. Κανείς δεν ακούει κανέναν. Κανείς δεν υπολογίζει αν τον ακούνε. Κι αυτό είναι το λυπηρό. Ότι πλέον το να σε αγνοούν μάς έγινε συνήθεια. Κάτι που δεχτήκαμε άβουλα, μηχανικά, αναίσθητα. Είμαστε μόνοι μας και δεν μας πειράζει. Δεν μας ενδιαφέρει αν υπάρχουμε για τον διπλανό μας. Ε, λοιπόν εμένα μ’ ενδιαφέρει! Υπάρχω. Εκεί υπάρχει κανείς άλλος; Μ’ ακούει κανείιιιις; Άει στο καλό… με συγχύσατε! Και να λέγατε και τίποτα τουλάχιστον. Αλλά, λες και υπάρχει τίποτα να πείτε; Χα! Ποιός είπε ότι υπάρχει;

[13.01 · 2007]

14


επιστροφή στα έσω. Επιστροφή στα έσω. …Τελεία. Επιστροφή στην σίγουρη αίσθηση των ερωτηματικών. Στην σίγουρη αίσθηση της μοναξιάς. Προσπαθώντας να ξεθυμάνεις το λαχάνιασμά σου, συνειδητοποιείς πως δεν έτρεχες. Τώρα προσπαθείς να ξεκινήσεις να τρέχεις. …γι’ αυτό είχες λαχανιάσει. Προσπαθούσες να επιστρέψεις απ’ τον κόσμο του «ανοίγματος». Πώς τόλμησες να κάνεις ένα τόσο τραγικό λάθος; Πώς τόλμησες να αμφισβητήσεις την σιγουριά σου; …Η ειρωνεία δεν βλάπτει. Εξαρτάται αν την ανέχεσαι. Λοιπόν; Ακόμα προσπαθείς να επαναφέρεις την αναπνοή σου; Απόλαυσέ την όσο ακόμα μπορείς. Επέτρεψέ της να βρει τον ρυθμό της. Τον δικό σου ρυθμό. Επιστροφή στα έσω. …Τελεία. …και παύλα; Τελεία. …ίσως, «άνω» προς το παρόν. Προς το παρόν …στα «έσω».

[07.04 · 2008, 00.32]

15


νερομάνα

για τον Σπύρο

Σπινθηροβόλες σταγόνες έναστρων φτερουγισμάτων... Λίγο πριν εισπνεύσεις μια υδάτινη σκέψη. «Θυμάσαι;», με ρωτούν, τραγουδώντας. «Μα, ναι», απαντώ μ' ένα νεύμα. «..μαζί πετάξαμε ξανά... και μετά κολυμπήσαμε, αναπολώντας το μέλλον... ξανά!»

[02 · 2012]

neromana

for Spiros

Sparkling drops on starry flaps... Just a few seconds before you breathe the humid thought in... "Do you remember?", I hear them singing. "Well, yes!", I nod, "...we flew together again.. and then we swam, reminiscing the future... " again!"

[02 · 2012]

16


κύμα βραχύ short wave �

17


κύμα τέταρτο Κύμα ηλεκτρικού σιδηροδρόμου… δίπλα στα τζιτζίκια μιας πράσινης πνοής. Μην βαδίζεις, …κάλπασε στο σύννεφο, με τον θαυμάσιο αγνό σου νού… και εισέπνευσε...!

[14.06 · 2007, ΗΣΑΠ]

source music • Ήχος ελικοπτέρου, ως ηχητικό εφέ του σκηνικού… • Αρμονικές ηλεκτρικής κιθάρας, ως source music… • Παγωμένα δάκρυα, κρύσταλλα λυγμών… • Κι από μέσα... ...ο εκνευριστικός ήχος… θόρυβος από το καζανάκι. Σαν τους χτύπους των δευτερολέπτων του ρολογιού. [14.06 · 2008]

18


γκρι! Γκρι! Γκρι! Γκρι! Γκρι! Γκρι! … Ήταν Άσπρο, αλλά έγινε Γκρί! Γκρι! Γκρι! Το τέταρτο 57. Ακριβώς! Το χρώμα, Γκρι! Ακριβώς! Γκρι! Γκρι! Γκρι! Γκρι! … Ξεκόλλα! Αφού σού άρεσε ή το μαύρο ή το άσπρο! Γιατί άλλαξες σε γκρι, δεν καταλαβαίνω. Τουλάχιστον κράτησες τον ρυθμό. Την σταθερότητα.

χωρίς ποίημα Χροιές σκέψεων σε αρμονίες swing, Κινήσεις συνειρμών συγκλίνουν στο ευ ζήν, Κι αν άφησα τα άκρα μου να φτάσουν το ζενίθ, Είναι γιατί ανακάλυψα του νου μου το ναδίρ…!

19


silenzio Il silenzio del suo pensiero viaggia nel labirinto della sua barca, crea il colore dei miei occhi e affonda all'altezze della mia anima [11.10 · 2008]

έκρηξη… Η έκρηξη των σύννεφων στον κόκκινα διάσπαρτο ορίζοντα… που σχίζει το χελιδόνι, πάνω σε γαλάζιο φόντο… χαραγμένο με ηλεκτρικά πεντάγραμμα αέρος και γης…

20

[09.06 · 2008, 21. …, ΗΣΑΠ]


still echoing And the rain was still... still echoing. And the light was melting. Inside... the sphere. Inhaling; the consciousness of each wing's terminal. Merely disappearing from some dust, left and getting thicker. Oh, pale cell... you used to breathe. “Recycle me”, the shell wished. “Wash me over the cliff's wave and break me... free”. The ant laughed... and started singing in A. What a fool song.. what a full voice. Still echoing... after the rain.

[11.03 · 2012]

ερωτηματικά ...γεμάτος, ο ήλιος της προηγούμενης μέρας της Δευτέρας. Της 1ης, δηλαδή ή της 7ης; Μέρα ακόμη ή πριν το μεσημέρι; Στην κορυφή των σκέψεών μας κι οι σκέψεις μας στα βάθη της ψυχής μας. Εκεί θες να τις αφήσεις να ξεκουραστούν, γιατί από αύριο πάλι θα πρέπει ν' αναδυθούν...
 Σήμερα, απλά χαμογέλα.

21

Μην ρωτάς...!


καθαρό βάρος Τα πράσινα φύλλα της βεράντας χλωμιάζουν, καθώς ο λαμπερός ήχος της τρύπιας εξάτμισης γεμίζει το νού μου με χιλιόμετρα ονείρων. Πού νά ‘ναι άραγεο σάκος που ετοίμασα πριν χρόνια; Έχει γεμίσει ή αξίζει να περιμένω σαν έκπληξη το «καθαρό βάρος» της πορείας μου;

σωπαίνω Καλπάζω, Μάη μου, σ’ ορίζω Πάλλομαι σαν μια χορδή Κι αυτό που μένει... είναι να ζήσω Το όνειρο που έπλασα, μοιάζει... νά ‘ναι... Η ηχώ της μελωδίας μονότονα ηχεί Δε θα σ’ αγαπήσω Γαληνεύω......θα ξημερώσει......σωπαίνω...

22

όνειρο

[05 · 2002]


κύμα ήχου

[L] ΔΙΩΤΙΚΟ – πυρήνας – ΔΙΩΤΙΚΟ [R] [L] binaural

– core –

sound wave � 23

binaural [R]


24


[L] ΔΙΩΤΙΚΟ

aeaea aeaea is a planet, a forest of thoughts, in which you can find (...) yourself lost (...). aeaea is a spot of a glassy sound within the ocean of dreams, a fun-fair of fears, while you face them. aeaea is your will to find the edge, the other end, the core of infinity. aeaea is a tear that sunk in the cave of Mouros, the Amorgos's coast, when small incidents were followed by greater ones, when complicated became simple, when the sea-stones I had collected from there, left my hand and they cunningly made me promise to visit it again. aeaea is everywhere and within everyone.

[11.01 · 2009]

25


Πυρήνας · ένα χρονικό

Θεοί, Θέλησα να μάθω Και εμφανιστήκατε Τότε... που άνοιξα τα μάτια και άπλωσα τα δάχτυλά μου Ήρθατε... και φύσηξε αγέρας Περπάτησα…αντίθετα στον άνεμο Σκόνταψα…κι έσκυψα το κεφάλι…κι είδα φωτιά… Να βγαίνει απ’ τα στήθη μου…και σηκώθηκα… Περπάτησα ξανά…και γνώρισα…και θαύμασα… Τα χρώματα της μούσας…της μοναξιάς τη μάνα Μη με μαλώνετε Θεοί Γυρεύω τα όνειρά μου Περπάτησα ξανά…σκυφτός…μα φύσηξε η αύρα Τότε γαλήνεψε ο νους…και έβγαλε φτερά Και πέταξα…και γνώρισα…και θαύμασα Τη μοναξιά της μούσας…τα χρώματα της μάνας Κι η φλόγα καίει στα στήθη μου Ακόμα…μα, και πάντα Ευχαριστώ Θεοί. [Λονδίνο, 11 · 2002] ...στους Γονείς μου

26


Core · a chronicle

Gods, I wished to learn And you appeared Then, when I opened my eyes and spread my fingers You came and the wind blew I walked…against the wind I tripped…and bowed my head…and saw fire… Coming from my chest…and I rose I walked again…and met…and admired The colours of the muse…the mother of loneliness Don’t scold me Gods I’m looking for my dreams I walked again…slouched…but the gale blew And then the mind became calm…and grew wings And I flew…and I met and I admired The muse’s loneliness…the mother’s colours And in my chest a flame burns Still…and forever. Thank you Gods. [London, 11 · 2002] to my Parents...

27


ΔΙΩΤΙΚΟ [R]

κοχλίας Θάλαμος ανηχωϊκός. Σπηλιά. Σκοτάδι. Βράχος υγρός. Τον ψηλαφίζεις και σού ανακοινώνει την παρουσία του. Σημείο αναφοράς. Δεν προλαβαίνεις να αποφασίσεις αν σού προσδίδει σιγουριά ή αμφισβήτηση. Δυνατά συναισθήματα και τα δύο, πάντως. Σαν τις δονήσεις του νερού που βρέχει τα πέλματά σου αρχικά και εν συνεχεία τις γάμπες σου. Ρίγος. Ως την κορυφή της σπονδυλικής σου στήλης. Cut! Ύδωρ. . . . . .Χορδές· μεταλλικές. Τεντωμένες βασανιστικά. Κι όμως... Το κάλυμά τους σε προσκαλεί να τις προσεγγίσεις. Να τις αγγίξεις ευγενικά. Το κάνεις. Διστακτικά, μα χωρίς να επιστρέφεις το χέρι σου στην αρχική του θέση. Και οι χορδές μαλακώνουν. Κορδέλες γίνονται. Σπείρες γαλαζοπράσινες. Η σπηλιά που αγάπησες, αλλάζει διακόσμηση και τοποθεσία. Βάρκα σού χαρίζει και τα κουπιά σφιχτά στα δικά σου χέρια. Ο ρυθμός των κινήσεών σου σταθερός. Χωρίς περιττές επαναλήψεις, παρά μόνον ουσιαστικές. Η ενέργεια των εντολών σου βουτά στο νερό και συναντά τον βυθό. Τον δικό σου. Κλείνεις τα μάτια και την ακολουθείς. Νόμιζες πως θα κρύωνες, μα τελικά ξύπνησες από το χάδι των πολύχρωμων ινών. Από την άφιξη των ερυθρόλευκων μορίων του στοιχείου. Άφησες τα χέρια σου ανοιχτά και τα υποδέχτηκες. Κι αυτά άρχισαν να παίζουν μαζί σου. Να γαργαλάνε τους χάρτες της παλάμης σου και να γλιστρούν σαν δελφίνια. Τα ακολούθησες, δίχως άλλο, χωρίς να παίζει ρόλο αν κινήθηκες ή όχι από το σημείο σου, ούτε ένα χιλιοστό. Ένας λαμπυρίζων διακτινισμός μέσα στον ίδιο σου τον βυθό. Αυτός σε ώθησε να βουτήξεις. Κι ύστερα να προσμονήσεις την άφιξη των ακτίνων. Αυτός χάϊδεψε την πορεία μέσα στους λαβυρίνθους σου και την ισορροπία των αστραφτερών κόκκων. Της εύθραστης ισορροπίας. Κάπου μεταξύ των δύο κοχλίων. Των δύο κουπιών. Των δύο σπηλιών και κυμάτων. Σε ένα σημείο αναφοράς. Σε μια τομή. Ίσως χρυσή... ...για μια αιαία [16.11 · 2011]

28


κύμα ονείρου dream wave �

29


white dwarf · λευκός νάνος Αγαπώ ένα κορίτσι. Είναι μια Ελληνίδα που μένει στην Πλάκα, κάτω απ’ την Ακρόπολη. Είναι μελαχρινή με πράσινα μάτια. Με μεγάλα πράσινα μάτια. Έρχεται για καφέ κάθε Κυριακή. Διαβάζει την εφημερίδα της ξεκινώντας πάντα από τα καλλιτεχνικά. Πρίν κάτσει στο τραπέζι, τακτοποιεί τη ζακέτα και την τσάντα της στην διπλανή καρέκλα. Φτιάχνει τα μαλλιά της ενώ κοιτάζεται στον παλιό καθρέφτη δίπλα στο ταμείο και μετά με καλημερίζει με το πιο σκεπτικό χαμόγελο. Δεν θα με αφήσει ποτέ να της πάω τον καφέ στο τραπέζι της. Παίρνει πάντα τον μέτριο προς γλυκό διπλό ελληνικό καφέ στο τραπέζι η ίδια. Εγώ της πάω το νερό και τα κουλουράκια κανέλας. Η «καλημέρα» κα το χαμόγελο είναι τα μόνα σημάδια επικοινωνίας που θα ανταλλάξουμε... Η ώρα πάντα τρέχει και φεύγει. Και το κορίτσι πάντα φεύγει. Κι εγώ, όταν τελειώσω τη δουλειά, φεύγω. Και περπατάω στο δρόμο. Και το σκηνικό είναι πάντοτε το ίδιο. Η ώρα σταματάει μέσα μου. Όλα κινούνται σε αργούς, ασπρόμαυρους ρυθμούς. Ο δρόμος μπροστά μου απλώνεται σαν ένας ατελείωτος κυλιόμενος διάδρομος. Και περπατάω... Ακούγεται πάντα μουσική. Και την ακούω μόνον εγώ. Ακούγεται δυνατά. Πολύ δυνατά. Ο παλμός της αντικαθιστά αυτόν της καρδιάς μου. Η πόλη ερημώνει... Νυχτώνει και ο ουρανός χαμηλώνει απειλητικά. Τα αστέρια ξέρω πως βρίσκονται εκεί...ακριβώς επάνω μου και με κοιτάζουν. Απλά δεν σηκώνω το βλέμμα να τα δώ. Περπατάω με τα χέρια στις τσέπες. Δεν έχω κάποιο προορισμό. Φαντάζομαι πως κάποια στιγμή θα επιστρέψω στην αφετηρία μου, αλλά πρέπει να κάνω αυτή τη διαδρομή. Να περπατήσω χωρίς να σκέφτομαι, χωρίς πυξίδα, χωρίς ώρα, χωρίς επαφή... Είμαι μόνος. Δεν έχω αισθήματα. Απλά ακολουθώ το ένστικτό μου. Ακολουθώ αυτή τη δύναμη που με τραβάει σαν μαγνήτης. Κάθε βήμα μου, μου δίνει και διαφορετική μορφή. Είμαι σαν πλαστελίνη. Πλάθομαι. Μεταμορφώνομαι. Αλλάζω σχήματα και χρώματα. Αλλάζω εποχές και πρόσωπο. Γίνομαι πουλί και γίνομαι νερό. Γίνομαι άνεμος και χρώμα. Γίνομαι ιδέα και νόημα. Γίνομαι σύμβολο και παλμός. Γίνομαι νότα και μελωδία. Και ταξειδεύω. Μεταφέρομαι. Μεταφέρω. Γίνομαι φωνή και κραυγή. Γίνομαι ο χειρότερος φόβος μου. Γίνομαι αίσθημα. Δεν έχω ύλη. Είμαι ελαφρύς. Εκτοξεύομαι και φτάνω ψηλά. Βλέπω ακόμα τον δρόμο, την περιοχή, την πόλη, την θάλασσα, τα σύννεφα, την Γή. Συναντάω νεφελώματα και εικόνες από το παρελθόν. Βλέπω τον εαυτό μου να περπατάει, να γελάει, να κλαίει, να αγαπιέται

30


και να ερωτεύεται. Βλέπω την αρχή... Δεν έχω αισθήματα. Είμαι σαν ένα έμβρυο που περιμένει να εισπνεύσει το πρώτο του οξυγόνο. Είμαι μόνος μου, κάνει κρύο και είναι σκοτεινά, αλλά δεν νοιώθω τίποτα. Απλά έχω τις πληροφορίες. Ακούω μόνο έναν παλμό και μαντεύω πως είναι η καρδιά μου. Η ζωή. Κοιτάζω γύρω μου. Υπάρχουν αστέρια, πλανήτες. Υπάρχουν χρώματα και πανέμορφα σχήματα. Αισθάνομαι μια τέλεια αρμονία. Μια σύζευξη τέλειου και ατελούς. Αισθάνομαι... Μια ανεξήγητη ηρεμία και γαλήνη με συνεπαίρνει. Αυτή η αρμονία. Μια ενέργεια. Ηλεκτρόνια πλημμυρίζουν την ατμόσφαιρα γύρω μου. Σκόνη που χρυσίζει. Γίνομαι πληροφορία και ταξειδεύω με ταχύτητα φωτός κι όμως είναι απλά σαν να αιωρούμαι στο ίδιο σημείο. Κι αυτό με κάνει να σκέφτομαι. Και μελαγχολώ. Κι αρχίζω να ακούω ομιλίες, φωνές. Μια βουή που με αποσπά από τις πληροφορίες μου. Μια Σειρήνα που με μαγεύει και που όσο προσπαθώ να ξεφύγω από το τραγούδι της, τόσο αυτή με κάνει μούσα της. Σκλάβο της. Με κάνει το μέσο επικοινωνίας της με τον κόσμο. Τον αγγελιαφόρο που μου ανακοινώνει την ύπαρξή μου. Και αυτό με αποσπά. Με αποσπά από την ελαφρότητά μου. Μού επαναφέρει τα μόριά μου και με ανασυνθέτει... Επανέρχομαι στην βαρύτητα και αρχίζω να διακρίνω τα βουνά και τα δέντρα. Υπάρχουν κενά αέρος, αλλά τα σύννεφα γίνονται το μαγικό μου χαλί για να με βουτήξουν μαλακά στο κύμα. Το σώμα μου αποκτά μια απίστευτη δροσιά συνδυασμένη με οξυγόνο και υδρογόνο. Αφήνομαι στο κύμα και φτάνω στην όχθη ξυπόλυτος. Περπατάω στην ακτή. Έχω φτάσει... Μυρίζει μάρμαρο. Στέκομαι στην άκρη του βράχου και κοιτάζω με δέος το ναό της θεάς. Με ένα νεύμα σεβασμού, την χαιρετάω και αρχίζω να κατηφορίζω προς την πόλη. Είναι Κυριακή και ο κόσμος έχει γεμίσει τα σοκάκια. Η μουσική ακούγεται πάντα. Και πάντα από το ίδιο σημείο. Από μέσα μου. Είμαι ένας «λευκός νάνος». Μια πληροφορία. Μία ύπαρξη. Η δική μου. Είμαι εγώ! Χμ... Χαμογελάω σκεπτικά. Αυτό είναι λοιπόν. Μια ανάσα ανακούφισης με ηρεμεί. Ψάχνω για ψιλά με το χέρι μου στην τσέπη και αγοράζω την συνηθισμένη μου εφημερίδα. Μπαίνω στον καφέ και πηγαίνω προς το τραπέζι που κάθομαι συνήθως. Πρώτα τακτοποιώ τη ζακέτα και την τσάντα μου στην διπλανή καρέκλα. Φτιάχνω τα μαλλιά μου ενώ κοιτάζομαι στον παλιό καθρέφτη δίπλα στο ταμείο. Παίρνω τον μέτριο προς γλυκό διπλό ελληνικό καφέ στο τραπέζι η ίδια και περιμένω τον σερβιτόρο που δουλεύει τις Κυριακές, να μου φέρει το νερό και τα κουλουράκια κανέλας. Τον κοιτάζω και χαμογελάω σκεπτικά. «Καλημέρα»... [01 · 2005]

31


Red Giant · Ερυθρός Γίγαντας Ίσως ακούγεται εγωϊστικό, αλλά εγώ προχωρώ...και σ’ αφήνω εκεί. Εκεί, στο ίδιο σημείο που ήσουν και σε τρομάζει η ιδέα να αντιμετωπίσεις τα ίδια σου τα αισθήματα. Ένας ακόμη κύκλος κλείνει. Η ζωή του δικού μας κύκλου κράτησε αρκετά, ώστε να χαρίσουμε ο ένας στον άλλον την ελευθερία του. Μια ελευθερία ορισμένη διαφορετικά για τον καθένα. Αντίο λοιπόν. Ο ρυθμός συνεχίζει κι ο παλμός μου τον ακολουθεί. Το σώμα μου κινείται σε συγχρονισμό με τον βαθύ, υπόκωφο, επαναληπτικό ήχο του τετάρτου. Και νοιώθω ολοκληρωμένη. Η βραχνή φωνή της τραγουδίστριας επαναλαμβάνει τον ίδιο στίχο κυκλικά. Κι εκεί μπαίνεις εσύ. Εσύ, η νέα μορφή του κύκλου μου. Και αρχίζω να αφήνω το πάτωμα, ενώ ακόμα χτυπώ τον ρυθμό με τα πόδια μου. Τα πάνω μου άκρα, απλά αφήνονται στα κύματα των ήχων. Και μια αύρα μελωδίας με οδηγεί σε διαφορετικά δωμάτια. Δωμάτια ανηχωϊκά, στα οποία ακούω μόνο την καρδιά μου. Μέσα στην καρδιά μου, όμως, είναι ο παλμός μου. Ολόκληρος. Και χτυπάει σε 4/4. Ένας σφυγμός που κοχλάζει. Και αναδύεται μέσα από καλντερίμια που οδηγούν σε ακτές με ελιές. Κάθεται στην σκιά τους και με εκπλήσσει. Εκεί... κάτω απ’ την ελιά. Ενώ προχωρώ προς το μέρος του, αισθάνομαι την ατμόσφαιρα να με αγκαλιάζει σαν μια σφαίρα προστασίας. Με προσκαλεί στο κέντρο της μήτρας και με καλωσορίζει στον ουρανό του γαλάζιου πρίγκηπα. Το στέμμα του χαϊδεύει τα κυματιστά μαλλιά του, και φωτίζει τους αποστολείς των εντολών του. Γίνομαι δέκτης μιας αδάμαστης δύναμης. Ο ομφάλιος λώρος μου γίνεται μέσο μιας απερίγραπτης δύναμης που δεν μπορώ να ελέγξω. Νοιώθω έναν πρωτόγνωρο πόνο. Κλαίω. Δεν έχω από πού να κρατηθώ. Φοβάμαι πως από στιγμή σε στιγμή θα πέσω στο κενό και θα σπάσω. Ο ηλεκτρισμός διαπερνά κάθε σημείο μου και η ταχύτητα των περιστροφών μου κάνει τον ίλιγγο να ηχεί μηδαμινός. Δεν έχω κανέναν έλεγχο. Αφήνομαι... Μια ανεξήγητη εμπιστοσύνη δημιουργείται. Και αφήνομαι... αφήνομαι... είμαι δικός σου. Είμαι στα χέρια σου. Με ελέγχεις.

32


Αφήνομαι. Με τυλίγεις με έναν κατάλευκο μανδύα κεντημένο με φύκια από γαλαξίες... παλιούς άρχοντες. Μεγαλόσωμους, ψηλούς πρίγκηπες που περπατούσαν με συνοδεία διθυράμβων. Σαν να χόρευαν σε μια συγχρονισμένη παρέλαση κρίνων. Το δέρμα τους είναι κόκκινο...βαθύ. Σαν χώμα ηφαιστείου που το έλουσε το κύμα και γέμισε μικρές μικρές σταγόνες ασημόσκονης, Και ο μανδύας με προστατεύει και με απολυμαίνει από το παρελθόν μου. Από ένα στρώμα αναπόφευκτο και βαρύ. Και αφήνομαι. Αφήνομαι στο όνειρο που φτιάχνω. Και το οδηγώ στην απελευθέρωση των πόρων μου. Αναπνέω το ιώδιο που με υπνωτίζει και με βυθίζει στην επήρεια μιας σαγηνευτικής μέθης. Και αφήνομαι. Σε ανάκλινδρο λευκό. Εκεί, στην μέση του νησιού. Αρχίζει να βρέχει αστέρια και μαργαριτάρια. Τα βλέφαρά μου ποτίζονται με μια δόνηση που γεννά ήχους λύρας που αναζητεί τον αυλό. Και αφήνομαι... Αφήνομαι στην ένωση. Και σβήνω... πεθαίνω. Και γεννιέμαι... αναπνέω. Καπνοί γεμίζουν το δωμάτιο. Ατμοί χρωμάτων. Δακρύζω... τα μάτια μου βαραίνουν. Ακούω ομιλίες. Γνωστές συζητήσεις. Η προφορά τους με κυματίζει. Ιδρώνω... τα χείλη μου υγραίνουν και με τρομάζει η σκέψη να αντικρίσω το χρώμα των ματιών σου. Η ανάσα μου είναι δική σου... Και αφήνομαι... Και σβήνω... πεθαίνω... Και γεννιέμαι... Και αφήνομαι...στην ζωή...των κύκλων. [02 · 2005]

33


βάθος… Βάθος… Ήχος βαθύς… Μέσα σου… Ο παλμός σου… στην καρδιά μου Δυναμώνει… Ο νούς μου γεμίζει με την χροιά των κυμάτων σου Κλείνω τα μάτια… με βλέπω ν’ απλώνω τα χέρια κυκλικά Και τώρα κυματίζω πάνω σε ταξείδια Γέρνω το κεφάλι προς τα δεξιά… σχεδόν ακουμπώ τον ώμο μου Κι ανασαίνω βαριά… μα σταθερά Κι ανατριχιάζω… ξεκινώντας από το κοχυλένιο αυτί μου… φτάνοντας στα κάτω άκρα μου… κάτω… χαμηλά… νοιώθω το πάτωμα… το βάθος Κι ανατριχιάζω ξανά… συχνά… όσο διαρκεί ένα τραγούδι… με παλμό που δυναμώνει… με ανοδική τώρα πορεία που αγκαλιάζει στροφικά το μυαλό μου… Με παρασέρνει… με ανεβάζει… δεν νοιώθω πια το πάτωμα… στροβιλίζομαι σε αργή κίνηση… και τα δάκτυλά μου αγγίζουν περιοδικά τα δυό «κλεμμένα» φτερά που έχουν αντικαταστήσει πλέον τον δείκτη του μετρονόμου… … Σιωπή… Η σιωπή επανέρχεται… Μέσα σου… Ήχος βαθύς… Βάθος… … Ανατριχιάζω…

[01.12 · 2007]

34


σαν δάκρυ που σε λέρωσε… Για άλλη μια φορά, είσαι εδώ. Βρίσκεσαι απέναντί μου. Κάθε φορά που σε χρειάζομαι. Κάθε φορά που θα αισθανθώ μόνη, εμφανίζεσαι μπροστά μου σαν εικόνα. Εμφανίζεσαι μπροστά μου, στην πραγματικότητα. Το χρώμα σου λευκό. Η ψυχή σου απέραντη. Μπορεί να αντέξει τα πάντα. Τα πάντα που θα έχω ανάγκη να σού διοχετεύσω. Τα πάντα! Όλη την αλήθεια. Όλη μου την ψυχή. Η υφή σου απαλή. Λεία η υφή σου. Καθαρή. Ειλικρινής. Με καθιστά ανήμπορη να σου στερήσω την παραμικρή λεπτομέρεια. Σού ανήκω και μού ανήκεις. Είσαι η ψυχή μου. Είσαι εγώ. Το χρώμα σου λευκό. Κι όμως, κάποτε δεν ήταν λευκό. Κάποτε είχες την δική σου ψυχή. Κάποτε, ακουμπούσα στο κορμί σου και με δρόσιζε η θέρμη της ζωής σου. Οι δικές σου αμέτρητες ιστορίες. Κάποτε, ξάπλωνα πλάϊ σου και με κοίμιζες με την μουσική σου. Με την δική σου χαρακτηριστική μυρωδιά. Σ’ αγκάλιαζα κι αισθανόμουν την ζωή να μεταδίδεται απ’ τους πόρους. Απ’ τους δικούς σου, στους δικούς μου. Εισέπνεα και δάκρυζα από ευτυχία. Το σώμα σου γερό. Το σώμα σου ήταν γερό. Και δίπλα του, …νερό. Τα φύλλα σου δαντέλλες στα μαλλιά μου. Κι αν ήμουν πληγωμένη, σε πλήγωνα κι εσένα. Έτσι για να θυμάμαι. Κι εγώ, κι αυτός, και άλλοι. Ακόμα κι εσύ. Μα εσύ, δάκρυζες γλυκά. Κι έτσι η λύπη μου, λουζόταν στα κλαδιά σου. Μ’ αγκάλιαζες μ’ αυτά. Κι εγώ εσένα. Κάθε φορά. Και για άλλη μια φορά, είσαι εδώ. Έστω κι έτσι… Βρίσκεσαι απέναντί μου. Κάθε φορά που σε χρειάζομαι. Κάθε φορά που θα αισθανθώ μόνη, εμφανίζεσαι μπροστά μου σαν εικόνα. Εμφανίζεσαι μπροστά μου, στην πραγματικότητα. Έστω κι έτσι… Σαν φύλλο. Κάποτε πράσινο. Τώρα λευκό. Τώρα λείο… Καθαρό. Σαν την ψυχή μου. Σαν το νερό… Σαν δέντρο. Σαν δάκρυ που σε λέρωσε…

[01.12 · 2007, 01.40]

35


το είδωλο Πετάω… Η βαρύτητα μ’ εγκαταλείπει. Περνάω μέσα από κόκκους δακρύων. Μέσα από αστρικούς υπερήχους. Οι πόροι μου δέχονται ρυθμούς από τόπους που ίσως ποτέ δεν επισκεφθώ. Είναι όμως λες και τους ξέρω τόσο καλά. Και μετά…; Ένα τόσο γνωστό συναίσθημα με κατακλύζει. Ένα συναίσθημα τόσο γνωστό που όμως ο καθένας φοβάται να συνειδητοποιήσει. Το συναίσθημα, το αντίθετο του φόβου. Το συνώνυμο της ελευθερίας. Της απελευθέρωσης. Μια πτήση. Χωρίς βαρύτητα. Η επιστροφή στο μέσα σου. Σαν ξαφνικά, εκεί που ξύπνησες και πήγες να πλύνεις το πρόσωπό σου. Τότε, σηκώνεις το κεφάλι σου και καθώς βγάζεις τα χέρια από το πρόσωπό σου, αποκαλύπτεται η μορφή σου και κοιτάζεις τον εαυτό σου στον καθρέφτη. Είσαι εσύ. Είσαι; Εσύ; Αρχίζεις ν’ αναρωτιέσαι. Κοιτάς ένα ένα τα χαρακτηριστικά σου. Τα φρύδια σου. Το μέτωπό σου. Τα μάγουλά σου. Το πηγούνι σου. Τα χείλη σου. Σταματάς εκεί. Τελικά, παίρνεις μια βαθειά ανάσα και φτάνεις στα μάτια σου. Για αρκετή ώρα. Κι ενώ τα τσίνορά σου θ’ ανοιγοκλείσουν μόνο μια δυο φορές… Σκύβεις το κεφάλι και στηρίζεσαι στον νεροχύτη. Λυγίζεις. Σχεδόν γονατίζεις πάνω στις ξύλινες τάβλες του πατώματος. Κοιτάς τους ρόζους και το ξεφτισμένο από το βερνίκι, σε μερικά σημεία, ξύλο. Κι έτσι ξαφνικά, εκεί που ούτε ο ίδιος το περίμενες… αρχίζεις να γελάς. Όλο και πιο δυνατά. Από το πολύ γέλιο έχεις σχεδόν ξαπλώσει κάτω. Και εύχεσαι νά ‘ταν κάποιος εκεί δίπλα σου, να γελάτε μαζί. Αλλά δεν πειράζει. Σου αρέσει που είσαι και μόνος σου. Δεν μπορείς ν’ αποφασίσεις αυτή τη στιγμή τί είναι καλύτερο. Μόνος ή με παρέα. Θες να απολαύσεις τη στιγμή. Κι έτσι όπως είσαι, σηκώνεσαι. Και κοιτάζεσαι για μια τελευταία φορά στον καθρέφτη. Φυσικά, δεν γελάς πια. Έχεις όμως μια ηρεμία. Τα μάτια σου αστράφτουν. Θες ν’ αγκαλιάσεις τον εαυτό σου, αλλά επειδή δεν μπορείς, πλησιάζεις τον καθρέφτη και ακουμπάς το μάγουλό σου πάνω στο είδωλό του. Με έκπληξη, συνειδητοποιείς, πως ο καθρέφτης δεν είναι καθόλου κρύος, όπως περίμενες. Και η ανάσα σου. Δεν φαίνεται στο γυαλί. Σιγά σιγά, απομακρύνεσαι και τότε το παίρνεις απόφαση. Τότε ανοίγεις την πόρτα κι όπως είσαι βγαίνεις έξω. Έξω από το σπίτι. Κατεβαίνεις τα σκαλιά κι αρχίζεις να τρέχεις προς την κεντρική πόρτα. Περιμένεις για μια στιγμή… Αρχίζεις να τρέχεις. Σχεδόν πετάς. Η βαρύτητα σ’ εγκαταλείπει. Έχει μόλις χαράξει. Και το μυρίζεις. Ναι! Αυτό είναι! Αυτό το στοιχείο που σε ζαλίζει κι όμως το θες τόσο πολύ. Το ιώδιο. Η αύρα της θάλασσας σού απλώνει το χέρι κι εσύ τής το δίνεις. Κι εσύ απλόχερα. Σχεδόν μηχανικά. Το πιστεύεις όμως. Νοιώθεις τόσο χαρούμενος. Ευτυχισμένος. Βγάζεις τα ρούχα σου και βουτάς. Στα βαθειά. Νοιώθεις καθαρός. Αγκαλιάζεις τα κύματα. Κι αυτά παίζουν μαζί σου. Και σε βγάζουν στην όχθη. Σηκώνεις το κεφάλι σου και σκουπίζεις με τα χέρια σου το πρόσωπό σου. Κοιτάζεσαι στον καθρέφτη και με έκπληξη συνειδητοποιείς τον αντικατοπτρισμό του ειδώλου σου. Τελικά… εσύ είσαι. [16.12 · 2006]

36


διακτινισμοί Ήχοι και φώτα, που γεμίζουν το μυαλό και την καρδιά σου, που δημιουργούν εικόνες, συναισθήματα. Έντονο κόκκινο, απαλό πράσινο, μαύρο και κυανό Η ψυχή των αντιθέσεων που πηγάζει στον πυρήνα της ίριδος. Η δίψα της έκφρασης για οσμή και γεύση των αισθήσεων Το ταξείδι της σταγόνας στους κύκλους των συμπτώσεων. Ο διακτινισμός των σκέψεων που ταλαντεύει ένα οπτικό συνειρμικό περίγραμμα και οδηγεί τις ράγες σε επαναλαμβανόμενα σχήματα παιδικής αθωότητας. Η θερμοκρασία του χρώματος καθορίζει την ταχύτητα της χροιάς με την ανάμοιξη της κίνησης του στροφικού πνεύματος. Η απόσταξη του σύννεφου ανακυκλώνει την υγρή αντίδραση των στοιχείων και ξεπλένει το δοχείο των αισθήσεων. Δεν υπάρχει τέλος, μόνο συνέχεια, εξέλιξη και επανάληψη στις αντιθέσεις της ψυχής.

37

[03 · 2005]


δύο διαφορετικές διαστάσεις Δύο διαφορετικές διαστάσεις. Σαν δύο διαφορετικές τονικότητες. Περιμένουν την κατάλληλη μετατροπία για να εναρμονιστούν. Για να αναδείξουν μια μελωδία. Μια μελωδία που αιωρείται από μια κλωστή. Μια χορδή κιθάρας. Ή ακόμα, μια χορδή λύρας. Μια δωρική μελωδία που γεννιέται από τα δάχτυλα ενός Απόλλωνα που σιωπά. Στέκεται σαν άγαλμα που έχει αποτυπώσει τα συναισθήματα μιας περασμένης εποχής. Ενός άλλου τόπου. Στίχοι που επαναλαμβάνονται και γίνονται ένα με το δέρμα. Μια ανάδυση, από τον πυθμένα μιας σκέψης. Μια ιδέα. Μια επιθυμία. Ένα παραλήρημα. Ένα ψηλάφισμα. Νοιώθεις τυφλός. Θαμπωμένος. Σαν ένα σύννεφο να εμποδίζει την κατανόηση. Ψάχνεις να βρείς το κλειδί που θα ανοίξει τον ορίζοντα μπροστά σου. Είσαι μικρός και κοιτάς τον χάρτη της χώρας σου, αλλά δεν τον καταλαβαίνεις. Μεγαλώνεις και γνωρίζεις ανθρώπους, αλλά δεν τους καταλαβαίνεις. Δεν θέλουν να τους καταλάβεις. Δεν θες να σε κατανοήσουν. Φοβάσαι να τους δώσεις το κλειδί. Γιατί είναι μονάχα ένα και φοβάσαι μην το χάσεις. Κι έτσι μένεις μόνος. Πάντα ήσουν μόνος. Πάντα, μόνος θα είσαι. Κι έτσι βγαίνεις έξω. Είναι βράδυ και περπατάς στο δάσος. Το φως το φεγγαριού τρυπάει τα φύλλα κι ο ουρανός είναι πράσινος. Γεμάτος σταγόνες. Δεν σταματάς. Προχωράς προς την κορυφή του βουνού. Και φτάνεις. Κάθεσαι στο χώμα κι ακουμπάς στο βράχο. Ο ουρανός τώρα είναι μαύρος. Γεμάτος αστέρια. Και ο γρύλος, σού κρατάει το ρυθμό στην ψιθυριστή σου μελωδία. Κοιτάς ψηλά κι αναρωτιέσαι: Άραγε να υπάρχουν κι άλλοι σαν κι εμάς εκεί μακριά; Σε μια άλλη διάσταση. Δύο διαφορετικές διαστάσεις. Σαν δύο διαφορετικές τονικότητες…. [03.12 · 2007]

38


ο βυθός Ήταν μια φορά κι έναν καιρό, ένας καπετάνιος. Αγαπούσε τόσο πολύ την θάλασσα που η βάρκα ήταν η γυναίκα του και τα ψάρια τα παιδιά τους. Δεν έπιανε ποτέ ξηρά, μήτε είχε δει ποτέ λιμάνι. Προμήθειες, τού έφερναν τα άλλα καράβια που έδεναν στο δικό του. Ήταν λοιπόν, τότε, σε ένα από τα ταξείδια του, που ένα από τα πιο αλλόκοτα πράγματα έτυχε να βρεθεί μπροστά στα μάτια του. Μόλις είχε βγει από τη Μεσόγειο θάλασσα και ο αέρας άρχισε μανιασμένα να φυσά. «Λογικό», σκέφτηκε... Έλα όμως που μέσα στα πανιά, μαζί με τους αβοήθητους γλάρους, άρχισαν να πετάντε και φύκια... «Αδύνατον! Πώς γίνεται αυτό;», αναρωτήθηκε. Και τότε, μέσα σε έναν ζεστό ανεμοστρόβιλο, άρχισαν να γυρνάνε πολύχρωμα όστρακα. Όχι... Όχι κοχύλια, μα όστρακα, σπασμένα κομματάκια από αρχαίους αμφορείς. Γι' αυτό και τά 'χασε ο καπετάνιος. Αν και στη ζωή του είχε δει πολλά, αυτό του έκανε τόση εντύπωση... κι ακόμα περισσότερη, όταν προσπαθώντας να ελέγξει την ρότα του, δεν διέκρινε ούτε σύννεφα, ούτε ήλιο... μα μονάχα έναν φελό! «Τί συμβαίνει; Πώς βρέθηκε αυτός ο φελός; Και γιατί άραγε κόπασε έτσι απότομα ο αέρας;» Και πριν προλάβει να συνεχίσει τις ασύλληπτες διαδοχικές σκέψεις του, τα κύματα άρχισαν να υψώνουν. Αλλά δεν μπήκε ούτε σταγόνα νερού στο σκαρί του. Κι όσο υψώνονταν τα κύματα, τόσο σκούραινε το χρώμα του νερού! Και πριν καλά καλά το καταλάβει, το καράβι διέσχιζε μια πανέμορφη, σχεδόν φανταστική πολιτεία. «Όχι, δεν είναι δυνατόν», αναφώνησε τρομαγμένος. Δεν πίστευε στα μάτια του. Και η χαρά του ήταν τόσο μεγάλη που δάκρυα έβγαιναν από τα μάτια του, ίδια με τις σταγόνες της θάλασσας, μα πιο γλυκά! Δεν μπορούσε να μείνει άλλο στο καράβι. Έπρεπε να ζήσει από κοντά αυτή την εμπειρία. Να βγει από τον γυάλινο τοίχο που είχε εμφανιστεί από το πουθενά. Αν και κατα βάθος, τον ευχαριστούσε, γιατί χωρίς αυτόν, δεν θα βίωνε τώρα αυτό το όνειρο. Πριν προλάβει να το συνειδητοποιήσει λοιπόν, είχε τολμήσει το πιο παράτολμο πράγμα γι' αυτόν, στον κόσμο... Είχε πατήσει ξηρά! Μια ξηρά εύφορη, χρωματιστή, με σπάνια γλυπτά που περπατούσαν στα πλάγια, πάνω στους βράχους. Μα αυτό που θα θυμάται για πάντα, ήταν μια πλάκα με ένα χαραγμένο όνομα... «ΑΤΛΑΝΤΙΣ» ...Ανατρίχιασε! Έτριβε και ξανάτριβε τα μάτια του, χωρίς να μπορεί να το πιστέψει. Γύρισε την άλλη πλευρά της πλάκας και διέκρινε σε μια αρχαία γραφή: «Η Ατλαντίδα είναι κρυμμένη μέσα στον καθένα μας. Κι εσύ, καλότυχε ταξειδιώτη, που με κρατάς, πρέπει τώρα να με βγάλεις στην επιφάνεια.»
Κι έτσι, ο καπετάνιος είχε δεχθεί το πιο ωραίο δώρο. Το πιο μεγάλο του όνειρο είχε πραγματοποιηθεί. Είχε πατήσει σε ξηρά, χωρίς να βγει από την θάλασσα. Είχε ανακαλύψει τον πιο πολύτιμο και σπάνιο βυθό...! [06.05 · 2008]

39


vibrations I approach Paddington Station watching the railways forming shapes. They meet each other and they leave each other. The image blends with the sound of the music I listen to and create a beautiful contrast... I'm on the bus home and I remember the phrase: “vibrations of things to come”... “Losing sleep, in a waking dream” Losing Sleep (Still, My Heart); Music by Vangelis, Lyrics by Paul Young

40

[03 · 2005]


κύμα νέο new wave �

41


για ώρα ανάγκης Μύρισε το χώμα... Δεν θα μυρίζει ακόμα έτσι για πολύ. Πριν λίγο πέρασε ένας σκύλος κι αφόδευσε αυτά που έφαγε. Το καλό είναι πως ό,τι έφαγε, το έφαγε μόνος του. Δεν λέω, ήταν ευγενικός και πρόσφερε και σ’ εμάς. Αλλά είχαμε πλέον χορτάσει. Αρκετά με τους καμπινέδες. Υπάρχει και η φύση. Εκεί είσαι ελεύθερος ακόμα και να χέσεις. Όπως θέλεις, ό,τι θέλεις και για όση ώρα θέλεις. Η φύση σε εμπνέει. Να αναπνεύσεις χωρίς deadline. Και μιλώντας για deadline θυμήθηκα ένα ντοκυμαντέρ που είχα δει για ένα κρυφό ηλεκτρικό σύστημα... Κατά την εν τω βάθει εγκεφαλική διέγερση τοποθετείται, υπό τοπική αναισθησία, μέσω μιας μικρής τρύπας στο κρανίο ένα πολύ λεπτό ηλεκτρόδιο του οποίου το ένα άκρο καταλήγει σε μια ειδική περιοχή του εγκεφάλου που ελέγχει την κίνηση, ενώ το άλλο άκρο του συνδέεται, κάτω από το δέρμα, με μία γεννήτρια παλμών στο στήθος. Η εκπομπή ηλεκτρικών παλμών μέσω της γεννήτριας μπλοκάρει την ανώμαλη δραστηριότητα του εγκεφάλου που προκαλεί τις κινητικές διαταραχές. Ο ασθενής είναι ξύπνιος κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης ώστε να καταστεί δυνατή η αξιολόγηση των αναγκών του καθώς και η επιβεβαίωση του καλού μετεγχειρητικού αποτελέσματος. Οι ασθενείς παραμένουν στο νοσοκομείο κατά μέσο όρο τρεις ημέρες.* Ο νευροδιεγέρτης λοιπόν, σού επιτρέπει ν΄ακολουθήσεις πιστά όλες τις εντολές. Φυσικά δεν παίζει ρόλο αν οι εντολές αυτές είναι δικές σου ή άλλων. Εσύ, απλά, τις εκτελείς. Καλά πας. Συνέχισε έτσι. Με τα μάτια ανοιχτά κι ας νυστάζεις απ’την νάρκωση. Υπάρχουν και οι οδοντογλυφίδες ή τα παγωμένα μου δάχτυλα που σού κρατούν τα βλέφαρα ανοιχτά. Κι αν το κρύο είναι τσουχτερό, βάλε κολλύριο ή αποδήμησε σαν τα πουλιά. Στην πρώτη περίπτωση θα χρειαστείς φαρμακείο. Εφημερεύουν όλα και θα βρείς ό, τι χρειάζεσαι χωρίς συνταγή γιατρού. Στην δεύτερη περίπτωση, μην ακολουθήσεις τα πουλιά. Έχουν χάσει κι αυτά το δρόμο τους πια. Τα εύκρατα κλίματα στέρεψαν όπως τα ύδατα των οφθαλμών μου. Ξηρασία βημάτων σε μια παγωμένη πόλη. Σπασμένη μύτη γκρι, πρώην λευκή, μέσα από σπασμένο παράθυρο. Μέσα στο κτήριο όμως, το γεύμα ζεστό. Η αλυσίδα σπασμένη κι ο σκύλος τρώει ό, τι βρει και πάλι από την αρχή η ιστορία. Μια γαλάζια κουρτίνα προσπαθεί να σώσει την χαμένη της αξιοπρέπεια από μια κλωστή. Κοιτάς ψηλά κι αγναντεύεις την άβυσσο. Ωραία θέση το λιακωτό. Νοιώθεις βασιλιάς γυμνός. Ο αέρας φυσά, αλλά η αίσθηση μιας βουβής ταινίας είναι αυτή που κυριαρχεί. Αμέτοχος στην ελεύθερη πτώση της κραυγής σου. Κι έτσι ξεμένεις εκεί αγέρωχος. Χωρίς ακοή ή κραυγή. Με το στόμα ανοιχτό, απλά να καταπίνεις τα μολυσμένα κουνούπια ενός χάρτινου αμπελώνα. Και στο λιακωτό της απέναντι πολυκατοικίας, ένα λιοντάρι μ’ ανοιχτό στόμα κι αυτό· το μόνο έγχρωμο στοιχείο της εικόνας σου. Ποιός είναι τώρα ο βασιλιάς; Εσύ ή το λιοντάρι; Σίγουρα εσύ. Εσύ είσαι ο βασιλιάς! Το λιοντάρι είναι απλά ελεύθερο…

[12 · 2008]

*Εν τω βάθει Εγκεφαλική Διέγερση (DBS) - Χαράλαμπος Απ. Σεφέρης, M.D. - Νευροχειρούργος

42


ευπειθώς αναφέρω Ευπειθώς αναφέρω, Άννα, της μάνας μου και του πατέρα μου, Ασημάκη Φωτήλα, Αθήνα, γεννηθείσα στην χώρα του Απόλλωνα, αν και πλέον είναι του Ολυμπιακού, του Παναθηναϊκού και των προέδρων της. Ας με συγχωρέσει ο θείος μου ο Σάκης απο ‘κεί που βρίσκεται, που δεν ανέφερα την ΑΕΚ, αλλά οι επάνω θέσεις είναι πάντα και παντού 2. … - Είναι νωρίς ακόμα. Μην μού μιλάς. Πριν λίγο ξύπνησα και θέλω να ευχαριστηθώ την ανατολή. - Καλά, αλλά, μην χάσουμε κι άλλο χρόνο! - Μα δεν υπάρχει χρόνος… … Στήθος βαρύ, πλούσιο, σαν της γιαγιάς μου, μακιγιάζ πολύ, με σκέρτσο μαλλί, πάντα ξανθό ή περίπου, καρφίτσα, πέρλες, βαρύς σταυρός, δαχτυλίδια με πέρλες, ρολόϊ άσπρο πλαστικό, στο χέρι εισιτήριο και στο μάτι τσίμπλα. Βαρυά κι αυτή. - Δεν πίνεις καμμιά σόδα; Το ρέψιμο κάνει καλό… - Πάω στην λαϊκή. Το χωράφι το πούλησα.

[12 · 2008]

43


do not remove before flight - Τον γνώριζες; - …Όχι…! …… Εσύ; - Όχι… - Τώρα τον γνωρίζουμε κι οι δύο… - …Δυστυχώς! Κι αναρωτιέμαι ξανά, μετά από καιρό… Πού πήγαν οι γειτονιές με τα γιασεμιά; Τα παιχνίδια μου, τά ‘κρυψα στο πατάρι. Και μετά από καιρό τα χάρισα. Και τώρα, μαύρο χαλίκι, κάτω απ' τις μπότες μου. Πίσσα, σα μολυσμένη θάλασσα με πετρέλαιο. Κι οι γλάροι να κολλάνε μεταξύ τους. Κι αντί για φτερά, φθαρμένα ξύλινα παραθυρόφυλλα. Μπλεγμένα με καλώδια. Υψηλής τάσης καλώδια. Μια ηλεκτροπληξία στην μολυσμένη παραλία. Παρανάλωμα. Αγνώστου Ταυτότητας. Την έχασε στο νησί την στρατιωτική του ταυτότητα. Τότε που του την έπεσε ένας παπάς. Μέσα στο ασανσέρ. Το κουμπί STOP δεν λειτουργούσε. Κι έτσι αυτός τράβηξε τον γάντζο που έγραφε «Remove before flight». Κι έτσι… Το μυαλό του άνοιξε. Και τα μάτια του. Τώρα είχε φτερά Ικάρου. Τον κυνηγούσαν θηρία μυθικά. Τέρατα του σκότους. Μέσα από φωτιές περνούσαν. Έτσι λοιπόν ξέφυγε… απ’ το θέμα της και πάλι. Κι έσωσε τον ήρωα απ’ τα τέρατα. Πήρε μια ανάσα κι αυτή … κι αυτός. Ξαπόστασε στην πηγή. Το μόνο σίγουρο μέρος. Και μια εικόνα θυμήθηκε από παλιό, πέτρινο πύργο, έρημο, στο ακρωτήρι. Πριν τον γκρεμό… τα σύννεφα. Κι αφού βουτήξεις… τα κύματα. Ξεβράζεσαι απ’ τη θάλασσα σε μαύρη αμμουδιά, σα μολυσμένη απ’ το πετρέλαιο. Μα την λούζει το κύμα και το τοπίο φωτίζει… CUT! [12 · 2008]

44


Thought Alarm What's really the time we should set our alarms at? Let's think about it. Let's think we shouldn't just think... There is speech within our breath. There is power within our speech. Let's breathe!

[12 · 2008]

ur mine* ur mine ur within every single cell of mine ur capturing the thought of my memory without even a breath there's no such thing there's no reality it's only a sleep a single moment in the net of my hair a single step in the trap of your mind and then ur mine a picture of mist a colorless sun a spot of a vivid transition an accurate end a torturing start a lament of birth a hale in the earth the mother of all a chemical love drinking the liquid of ur river blindfolded with trust without seeing, judjung, accusing or being just diving in the river of urs inhaling the drops of a skeleton snake and then i awake i open my eyes while ur closing urs i go deaf in the climax of ur time only hush can appear when i say ur mine

[12 · 2008]

*ur mine: η νάρκη σου

45


frustration so many wounds in my heart only pain only lust there's no past there's no vain there's no blood i am drained i am dust i am nothing there's no blood in my heart there's no heart at all

[12 路 2008]

hey hunter Hey hunter, where's your bow? Did you lose it at the yard Or did cables make it dark? Hope you find that and the rest, Hope you walk towards your nest May the rainbow shine clear May your soul release the fear For one day you will define When you pump into the mine No more tears in your mind But bright memories of mine

46


the frustrated pois Πώς άραγε μπορεί η Πανσέληνος να επηρεάσει κάποιον; Προσωπικά πάντως, ανυπομονώ να δεχτώ την ενέργειά της. Κάθε φορά. Ειδικότερα, επιδρά στο νερό που βρίσκεται στο σώμα μου. Γενικότερα, επιδρά στο νερό της γης. Των θαλασσών, των λιμνών, των ποταμών της. Όπως τότε, που έγινε το πάρτυ στις όχθες του Τάμεση. Καθώς περνούσε η ώρα, τα νερά του φούσκωναν, μαζί με τα συναισθήματά μου. Είχα πλέον κουραστεί, όπως κι εσύ, άλλωστε. Μα φοβόμασταν να (το) αλλάξουμε. Ευτυχώς, μια κοπέλα εκεί έπαιζε με pois, τις πολύχρωμες κορδέλες της και με μύησε σ’ αυτά άθελά της. Ήταν το μόνο φάρμακο που με κράτησε ψύχραιμη πριν την έκρηξη. Πριν την κορύφωση του «frustration» που βίωνα εκείνες τις ώρες. Εσύ μού έμαθες αυτή την λέξη. Ερωτεύτηκα την λέξη, αφού δεν κατάφερα να ερωτευτώ εσένα. «Δεν θέλω να έρθεις στο πάρτυ και χαίρομαι που στο λέω», μού είχες πει...

Καθώς ξημέρωνε, στο δρόμο για το σπίτι, η παλίρροια με είχε πλέον κατακτήσει. Χείμαρρος έγιναν οι σκέψεις μου και επιτέλους φωνάξαμε. Ο ένας στον άλλον. Επιτέλους! Μετά την σιωπή, η Άμπωτη. Θυμάμαι το βλέμμα σου, καθώς με αποχαιρετούσες καθισμένος στις σκάλες. Κρύα, άδεια λίμνη… Οι πόλοι μας είχαν πλέον ταυτιστεί και μόνο χωριστά θα ηρεμούσαμε. Ποιός το περίμενε πως η Επανάσταση που μάς ένωσε, τώρα θόλωνε την θέα της κούνιας που κρεμόταν στο δέντρο του κήπου; Μόνο το γοητευτικό γοτθικό νεκροταφείο φαινόταν καθαρά. Η κονκάρδα μου κλεισμένη στο κουτί… μα το μυαλό μου ανοιχτό! [01 · 2009]

Frustration = an emotional response to circumstances where one is obstructed from arriving @ a personal goal. The more important the goal, the greater the frustration. It is comparable to anger and disappointment. Sources of frustration may be internal or external. 47


το ρολόϊ… Το ρολόϊ με αγχώνει! Το βράδυ το κρύβω κάτω από ένα μαξιλάρι, στην άλλη άκρη του δωματίου, ώστε να μην το ακούω. Να μην ακούω τον χτύπο των δευτερολέπτων. Του χρόνου που περνά βασανιστικά και σταθερά… Μού θυμίζει τα βήματά μου στον δρόμο για την δουλειά. Τους πυλώνες της ΔΕΗ που περνούν περιοδικά απ’ το βλέμμα μου, ενώ εγώ μένω ακίνητη και στριμωγμένη στο φισκαρισμένο, από Ξένους, λεωφορείο. Μα τί λέτε…; Προς Θεού… Ο Αθηναίος να χρησιμοποιήσει συγκοινωνία… Ντς, ντς, ντς… Ντροπή… Το ρολόϊ… Με αγχώνει… Μου θυμίζει τον χρόνο που περνά προσπαθώντας να βρώ δουλειά… Το κάθε δευτερόλεπτο… Το κάθε κέρμα που χάνω… Το κάθε κέρμα που κοιτώ με λαχτάρα όταν το συναντώ σαν θησαυρό στην άκρη του τρύπιου μου παπουτσιού… Τί χαρά… Το κάθε κέρμα… Που μου ρίχνουν στο στόμα και μετά με κουρδίζουν στην πλάτη για να πάω στην δουλειά κοστουμαρισμένος με το γυαλισμένο ολοκαίνουργο jeep μου… Κι εκεί το ακούω πάλι… Το ρολόϊ… Στην Ομόνοια… Μέσα στο jeep… Το ρολόϊ μπλέκεται με την σφυρίχτρα του τροχονόμου... Τα φανάρια δεν δουλεύουν… Δουλεύει όμως το ΑΤΜ. Τί χαρά… Μπορώ να δανειστώ κι άλλα απ’ την τράπεζα. Για βενζίνη… Για το jeep! Το ρολόϊ… Πόσο μ’ αρέσει ο χτύπος του. Μου θυμίζει πως ζώ! Ένας έρωτας για ο,τι πιο τεχνοκρατικό, το οποίο μπορώ να συνδυάσω με τις ανθρώπινες φυσικές μου ρίζες. Να πειραματιστώ… Να πειραματιστώ…;;! Το απεχθάνομαι. Απεχθάνομαι οποιαδήποτε ταμπέλα που θα με στιγματίσει. -«Τί μουσική γράφεις»; -«Τελευταία πειραματίζομαι στα έντεχνα. Επίσης κάνω abstract installations. Είναι πολύ trendy στις μέρες μας!» Λυπηρό… Προτιμώ να δηλώσω οπισθοδρομικός «άμουσος» και «άτεχνος»! Και να… που συνέβη ξανά… Συμβαίνει τώρα! Ξέφυγα… όπως πάντα! Απ’ το θέμα. Απ’ τον χρόνο… Σαν άνεμος… Αιωρούμαι… Πάνω από μια πόλη που αγαπώ. Είναι μπροστά μου και δεν την βλέπω. Σύννεφα γεμάτη. Σύννεφα τεχνητά. Σύννεφα δευτερολέπτων. Σύννεφα σταγόνων διοξειδίου του άνθρακα… Πού είναι ο άνεμος; Διψάω για έναν άνεμο. Άνεμο αλλαγών. Θέλω να κλείσω τα μάτια μου και όλα όσα σκέφτομαι, να τα κάνω πράξη. ------------------Δακρύζω… Διακρίνω ένα μνημείο… Και δακρύζω… Δεν γνωρίζω αν τα δάκρυα οφείλονται στην συγκίνησή μου, στην λαχτάρα μου να μεταφερθώ, να δώ εικόνες αυθεντικές, ή στην αποπνικτική από το ψέμα ατμόσφαιρα… -------------------

48


το Ρολόϊ των Ανέμων… Στέκομαι ψηλά… Σε μια αγαπημένη κορυφή… Ο άνεμος γεμίζει το βλέμμα μου μ’ εικόνες… Βουνά… Ψηλά βουνά… Δέντρα… γεμάτα φύλλα και καρπούς… Ποτάμια… μ’ ολόδροσα νερά… Πουλιά… φτερά διάπλατ’ ανοιχτά… Και σύννεφα… σύννεφα με χρώματα και σχήματα… Και μέσα σ’ όλ’ αυτά…: «Ο Παλιατζής… καθαρίζω… σαβουρώνω… παλιατζής… παλιατζής… όλα τα παλιά μαζεύω… καθαρίζω…» Να του πώ να σταματήσει και σε ‘μένα…; Θέλω να καθαρίσει τον νού και την ψυχή μου… Κουράστηκε το βλέμμα μου να του αποσπώ τις όμορφες εικόνες με νέφη… Νέφη μαύρου κονιορτού… Τόση ομορφιά κρυμμένη σ’ ασπρόμαυρες φωτογραφίες με αγοράκια στις αλάνες… στις γειτονιές… Οι μονοκατοικίες με τα πηγάδια και τ’ όνειρο του Λούη περνώντας μέσ’ απ’ τα γιασεμιά… τα τσατσαμίνια! Μαζεύτηκαν πολλοί οι κληρονόμοι! Έτοιμοι να κατασπαράξουν όποια ανάμνηση κατάφερες να κρατήσεις μονάχα σε λίγες γαλάζιες κλωστές… Απ’ το δωμάτιο που κάποτε γέμιζε μ’ αγάπη. Τα καλοκαίρια κουφόβραση και το νερό γλυφό… Το βράδυ αδύνατο να κοιμηθείς… Ο δρόμος κεντρικός και τ’ όνειρο έσπαζε απ’ τα μοτοσακό… Σε παρασέρνει χρόνια μετά… Σε ξένο τόπο… Το βράδυ αδύνατο να κοιμηθείς… Ο δρόμος κεντρικός μ’ αρχίζεις να ωριμάζεις. Το όνειρο πλέον λειτουργεί σαν θεραπεία και μεταφράζεις σε κύμα το κάθε αυτοκίνητο. Τρομάζεις απ’ την επιτυχία της μετατροπής… Τελικά σε παίρνει ο ύπνος… «All change, please»…! Στέκομαι ψηλά… Σε μια αγαπημένη κορυφή… Το βλέμμα μου ψάχνει τις εικόνες… Βουνά… Ψηλά βουνά… Δέντρα… γεμάτα φύλλα και καρπούς… Ποτάμια… μ’ ολόδροσα νερά… Πουλιά… φτερά διάπλατ’ ανοιχτά… Και σύννεφα… σύννεφα με χρώματα και σχήματα… Επιστροφή… Πού ακριβώς…; Πώς; Στην ανάμνηση…; Στις ρίζες σου…; Πώς; Αφού δεν μπορείς να διακρίνεις… Πότε…; Πότε θα φτάσεις σπίτι ν’ απολυμάνεις τα χέρια σου…; Και να κοιτάξεις ήσυχος τ’ αγαπημένο σου μνημείο. Μόνος… Με την ψευδαίσθηση πως ψάχνεις να βρεις την λειτουργία του τέλειου αυτού μηχανισμού… Του νού ή του μνημείου, αλήθεια; Ή νά ‘ναι η χθεσινή σου ανάμνηση πως θέλησες ν’ αλλάξεις τον κόσμο μα φυσούσε; Ανόητε… Αυτόν τον άνεμο περίμενες. Δειλέ… Τιμώρησε, λοιπόν τον εαυτό σου και κοίτα το ρολόϊ…!!!

[20.04 · 2008]

49


στις ‘έξη… Μ’ ακούς; Μ’ ακούς; Ξύπνα..! Είμαι εδώ. Τώρα είμαι εδώ. Άκου… Το τραίνο δεν σταμάτησε στην προγραμματισμένη στάση του. Δεν μπόρεσα να βγω επάνω. Ήθελα νά ‘ρθω να σε βρω. Να σε δω. Να σε φωνάξω. Να σε αγγίξω. Δεν σε πρόλαβα. Το τραίνο σταμάτησε αλλού, μα δεν υπήρχε θέμα νίκης. Την ανάσα σου, ζητούσα. Την ματιά σου. Και τώρα, μού αρνείσαι και τα δύο. Τουλάχιστον μίλα μου. Έστω μια λέξη. Έναν ψίθυρο. Ακόμα κι ένα «φύγε» θά ‘ναι αρκετό. Δυο μέρες σήμερα και τίποτα. Δυο μέρες σήμερα και όλα..! Μια νέα στάση του τραίνου και όλα αποκτούν νόημα. Έχεις δίκιο. Το ξέρω πως μ’ ακούς. Μην ξυπνάς. Συνέχισε το όνειρό σου. Εύχομαι να το κάνω πραγματικότητα για ‘σένα. Τώρα είμαι εδώ. Μόνο έτσι θα καταφέρω να συνεχίσω. Να ολοκληρωθώ. Να λουστώ με το φως σου. Οι ράγες του τραίνου φαίνονται γερές. Είναι καιρός να ακούσω και εγώ. Την φωνή σου... που κρυβόταν στην ψυχή μου. Είναι καιρός να με ξυπνήσεις... για να ζήσω τ’ όνειρό μου. Τ’ όνειρό σου. Τ’ όνειρό μας!

[08 Δεκεμβρίου 2008] ...στον (κάθε) Αλέξη!

50


51


52


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.