Μνημείο Άγνωστου Στρατιώτη & Εθνικός Κήπος

Page 1

Στης Βουλής τα πέριξ

Το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη και ο Εθνικός Κήπος


© 2009 ΙΔΡΥΜΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Βασ. Σοφίας 11 106 71 Αθήνα • τηλ.: 210 3692272, fax: 210 3692180 • e-mail: foundation@parliament.gr • http://foundation.parliament.gr ISBN 978-960-6757-23-5


Στης Βουλής τα πέριξ Το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη και ο Εθνικός Κήπος


ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΕΚΘΕΣΗΣ

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΟΔΗΓΟΥ

Επιστημονική επιτροπή

Επιμέλεια έκδοσης

Μάρω Καρδαμίτση-Αδάμη Αλέξανδρος Παπαγεωργίου-Βενετάς Αριάδνη Βοζάνη Ευάνθης Χατζηβασιλείου Ευρυδίκη Αμπατζή

Άννα Καραπάνου Κατερίνα Ντίντα Ξένια Ζώη (Τμήμα Εκδόσεων του Ιδρύματος της Βουλής) Έρευνα – Συγγραφή κειμένων

Oργάνωση – Γενική επιμέλεια

Άννα Ενεπεκίδου Μυρτώ Καρακωστάνογλου Καλλιόπη Τζωρτζάτου (Τμήμα Εκθέσεων του Ιδρύματος της Βουλής)

Γιώργος Σταθακόπουλος (Τμήμα Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων του Ιδρύματος της Βουλής) Καλλιτεχνικός σχεδιασμός

Θύμιος Πρεσβύτης, Θεόδωρος Αναγνωστόπουλος (Peak Publishing)

Καλλιτεχνική επιμέλεια

Ναταλία Μπούρα Μαίρη Τσαγγάρη

Παραγωγή

Peak Publishing Εκτύπωση

Μπάξας ΑΕ


Στης Βουλής τα πέριξ Το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη και ο Εθνικός Κήπος


Για την παραχώρηση υλικού ευχαριστούμε θερμά τους παρακάτω φορείς και ιδιώτες: Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής Μουσείου Μπενάκη Αρχείο ΕΡΤ ΑΕ Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου Βιβλιοθήκη της Βουλής Βουλή - Τηλεόραση Γενικά Αρχεία του Κράτους Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας – Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης Δήμο Αθηναίων – Εθνικό Κήπο ΝΠΔΔ Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο Ίδρυμα Κωνσταντίνου Καραμανλή Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών – Ίδρυμα Βούρου Ευταξία Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης και Οργανισμό Προώθησης Ελληνικού Πολιτισμού Προεδρική Φρουρά Υπουργείο Εξωτερικών – Υπηρεσία Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου Φωτογραφικό Αρχείο Μουσείου Μπενάκη Μάρω Καρδαμίτση-Αδάμη Λεωνίδα Κουργιαντάκη


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

9

Πρόλογος του Προέδρου της Βουλής

11

Στης Βουλής τα πέριξ

12

Χρονολόγιο

21

Το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη: από την προκήρυξη του σχετικού διαγωνισμού στην υλοποίηση Αριάδνη Βοζάνη

36

Αρχαίες αντιστοιχίες με τα σύγχρονα μνημεία του Άγνωστου Στρατιώτη Γιώργος Σταθακόπουλος

38

Σύγχρονα μνημεία του Άγνωστου Στρατιώτη. Συνθήκες δημιουργίας και στόχοι Γιώργος Σταθακόπουλος

83

Δημοσιεύματα εποχής που αφορούν το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη

87

Ο Εθνικός Κήπος της Αθήνας στο πέρασμα των χρόνων Μάρω Καρδαμίτση-Αδάμη – Αλέξανδρος Παπαγεωργίου-Βενετάς

94

Αστικά πάρκα. Η οργάνωση φυσικών τοπίων στις πόλεις Αριάδνη Βοζάνη

150

Κατάλογος εκθεμάτων

154

Κατάλογος εικόνων εκτός έκθεσης


8


Ο

βρίσκεται σήμερα. Έτσι, καθώς το μνημείο ακουμπά στα θεμέλια του Κοινοβουλίου, συνδέονται στο διηνεκές οι έννοιες του άγνωστου στρατιώτη και του πολίτη.

Εθνικός Κήπος –αρχικά βασιλικός– σχεδιάστηκε εξαρχής ως φυσική προέκταση και απαραίτητο συμπλήρωμα των παλαιών Ανακτόρων, κατά το πρότυπο ανάλογων κήπων των ευρωπαϊκών πρωτευουσών. Σταδιακά, δημιουργήθηκε ένας πυκνοφυτεμένος και ελεύθερα διαμορφωμένος κήπος μεσογειακού τύπου, μοναδικός στη νότια Ευρώπη ως προς την τριπλή λειτουργία του: κήπος των Ανακτόρων, δημόσιο πάρκο και βοτανικός κήπος. Στις σελίδες του παρόντος οδηγού παρατίθενται τα δεδομένα που καθιστούν τον Εθνικό Κήπο κόσμημα για την πρωτεύουσα, τόσο από ιστορική, όσο και από περιβαλλοντική άποψη.

Η έκθεση αυτή, ως προέκταση της παράλληλης έκθεσης με τίτλο Το κτήριο της Βουλής των Ελλήνων, όπως και ο παρών οδηγός, θέλουν να συστήσουν εκ νέου στον πολίτη τους χώρους που περιβάλλουν το Κοινοβούλιο, να τον εξοικειώσουν με αποφάσεις-ορόσημο κατά την πορεία του πολιτικού μας βίου και να του προσφέρουν τη χαρά να απολαύσει της Βουλής τα πέριξ ως τόπο ‘‘αναψυχής’’ αλλά και παιδείας. Ευχαριστώ θερμά τους επιστήμονες που σχεδίασαν την έκθεση και τους καλλιτεχνικούς επιμελητές της, καθώς και τα στελέχη του Ιδρύματος της Βουλής, που έφεραν σε πέρας με απόλυτη επιτυχία αυτό το εγχείρημα.

Ένα δεύτερο, πολύτιμο συμπλήρωμα του κτηρίου της Βουλής, με έντονη συμβολική διάσταση, είναι ασφαλώς και το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Όταν υιοθετήθηκε και μπήκε σε εφαρμογή η ιδέα της κατασκευής ενός τέτοιου μνημείου, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος είχε ήδη ορίσει τα παλαιά Ανάκτορα ως κτήριο του Κοινοβουλίου, παρενέβη καταλυτικά προκειμένου το μνημείο να αναγερθεί στη θέση που

Φίλιππος Πετσάλνικος Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων και Πρόεδρος του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία

9



ΣΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΑ ΠΕΡΙΞ

Μ

ε τον ορισμό της Αθήνας ως πρωτεύουσας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους το 1834, ξεκίνησαν οι εργασίες για τη μεταμόρφωση της μικρής πόλης σε πρωτεύουσα. Από τις πρώτες αποφάσεις της ηγεσίας πρόδηλη είναι η μέριμνα όχι μόνο για την ανέγερση ενός επιβλητικού κτηρίου Ανακτόρων για το βασιλιά της Ελλάδας, αλλά και για τη σύνδεσή του με έναν αντίστοιχο κήπο. Όλες οι προτάσεις που κατατίθενται, από Έλληνες και Γερμανούς αρχιτέκτονες και πολεοδόμους, αποβλέπουν στη δημιουργία μιας λειτουργικής και αισθητικής ενότητας Ανακτόρων και Κήπου. Τελικά, τα Ανάκτορα αρχίζουν να οικοδομούνται, σε σχέδια του Friedrich von Gärtner στο λόφο της Μπουμπουνίστρας το 1836. Την επόμενη χρονιά φτάνει στην Ελλάδα η σύζυγος του βασιλιά Όθωνα, Αμαλία, και αποφασίζει να ασχοληθεί προσωπικά με τον Κήπο, καθιστώντας τη διαμόρφωσή του το σημαντικότερο έργο της παραμονής της στην Ελλάδα. Παρά τις αλλεπάλληλες αλλαγές στα σχέδια και τις προσαρμογές στις υπάρχουσες δυνατότητες, ο Κήπος κατορθώνει, όχι μόνο να συνδεθεί άρρηκτα με το κτήριο των Ανακτόρων, αλλά και να αποτελέσει έναν ιδιαίτερα πλούσιο βοτανικό κήπο και πάρκο. Όσο μάλιστα ο Κήπος γίνεται σταδιακά προσβάσιμος στο λαό, τόσο εμπεδώνεται στις συνειδήσεις των Αθηναίων ως τοπόσημο της καρδιάς της πόλης.

Η επιλογή της θέσης για την ανέγερση του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη στο χώρο μπροστά από το κτήριο των παλαιών πλέον Ανακτόρων, επικυρώθηκε από τον ίδιο τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Το γεγονός ότι την ίδια στιγμή τα παλαιά Ανάκτορα μετασκευάζονται για να στεγάσουν τη Βουλή των Ελλήνων, ενισχύσει το συσχετισμό του μνημείου με το κτήριο: η βάση του κτηρίου της Βουλής, το βάθρο της Δημοκρατίας, αποτελεί το ταφικό μνημείο που αφιερώνεται στους αγώνες του νεότερου ελληνικού έθνους. Αν και κατά την περίοδο της κατασκευής του το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις, πολύ γρήγορα αποτέλεσε σημείο συγκέντρωσης μεγάλων λαϊκών εκδηλώσεων, όπως αυτής του φθινοπώρου του 1941 –παρά την απαγόρευση από τις δυνάμεις κατοχής. Η κατάθεση στεφάνων στον Άγνωστο στην επέτειο της 28ης Οκτωβρίου –πριν ακόμη αυτή θεσπιστεί ως επίσημη εθνική εορτή– αναδεικνυόταν σε μείζονα πράξη λαϊκής αντίστασης, εκεί όπου είχε γίνει και η επανάσταση του 1843 για την παραχώρηση συντάγματος. Στον ίδιο χώρο θα συγκεντρωθεί το πλήθος των Αθηναίων το 1944 για να πανηγυρίσει την αποχώρηση των κατακτητών. Ο αυθόρμητος αυτός εορτασμός της Απελευθέρωσης επικεντρωνόταν σε ένα χώρο που δεν ήταν απλώς το κέντρο της πόλης, αλλά και χώρος όπου τιμούνταν οι νεκροί των ελληνικών πολέμων. Κατ’ αυτόν το τρόπο, το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη θα είναι πλέον άρρηκτα δεμένο με το κτήριο της Βουλής και την πλατεία Συντάγματος, και θα λειτουργεί από κοινού ως σύμβολο Δημοκρατίας.

Η τύχη της μοναρχίας στην Ελλάδα και τα νέα πολιτικά δεδομένα στις αρχές του 20ού αιώνα, άλλαξαν το χαρακτήρα του κτηρίου και κατ’ επέκταση του Κήπου. Παράλληλα, οι πολιτικο-κοινωνικές εξελίξεις, και ιδίως η εμπειρία του Α’ Παγκοσμίου πολέμου –με τους πολυάριθμους πεσόντες–, είχαν καταστήσει επιτακτική την ανάγκη για τη διαμόρφωση ενός μνημείου για τους ανώνυμους στρατιώτες που έπεσαν στα πεδία των μαχών –άλλωστε, η ιδέα της απόδοσης τιμής στους πεσόντες έχει τις ρίζες της στην κλασική Ελλάδα. Αυτή την ανάγκη, την είχαν ήδη αντιμετωπίσει τη δεκαετία του 1920 άλλες χώρες της Ευρώπης, όπως η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία.

Στη συνείδηση λοιπόν των κατοίκων της Αθήνας, αλλά και στην καθημερινή λειτουργία της πόλης, το κτήριο της Βουλής είναι συνυφασμένο με τους δύο άτυπους "δορυφόρους" του: το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη και τον Εθνικό Κήπο. Στο πρώτο, συναντιόνται η Δημοκρατία, το Σύνταγμα και οι πολίτες-στρατιώτες που θυσιάζονται για την πατρίδα. Ο δεύτερος προσφέρεται για ανάπαυλα των πολιτών.

11


ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ – ΒΑΣΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΗΠΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΝΗΜΕΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ

1833 ΚΗΠΟΣ Πολεοδομικό σχέδιο των Σταμάτιου Κλεάνθη – Eduard Schaubert, το οποίο προβλέπει Βασιλικό Κήπο (180 στρέμματα) σε άμεση γειτνίαση με τα Aνάκτορα στην περιοχή της σημερινής πλατείας Ομονοίας. 1834 ΚΗΠΟΣ Οι Leo von Klenze και Karl Friedrich von Schinkel προτείνουν χωρίς επιτυχία ανέγερση βασιλικών ανακτόρων και κήπων σε Κεραμεικό και Ακρόπολη αντίστοιχα. Ο Friedrich von Gärtner, που τελικά αναλαμβάνει την οικοδόμηση των Ανακτόρων στο λόφο της Μπουμπουνίστρας, προβλέπει στα ανατολικά τους βασιλικό κήπο γαλλικού τύπου. Η Αθήνα ανακηρύσσεται πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους. Επίσημη υποδοχή του Όθωνα στην πόλη. 1836 ΚΗΠΟΣ Έναρξη οικοδόμησης των Ανακτόρων. Παράλληλα, ο Γερμανός αρχιτέκτονας Ludwig Lange προτείνει τη δημιουργία ενός δημόσιου κήπου που θα εκτείνεται από το Λυκαβηττό μέχρι τις όχθες του Ιλισσού. 1836-1859 ΚΗΠΟΣ

Αγορά αγροτεμαχίων για τη δημιουργία και επέκταση του Βασιλικού Κήπου.

1837

α υπό ανέγερση Ανάκτορα συνδέονται με τον περιβάλλοντα χώρο τους βάσει του σχεδίου του αρχιτέκτονα Hoch. Τ Έμφαση δίνεται στη διαμόρφωση της περιοχής της πλατείας στα δυτικά του κτηρίου.

ΚΗΠΟΣ

Άφιξη της Αμαλίας στην Αθήνα. Η βασίλισσα αναλαμβάνει προσωπικά την υπόθεση του Κήπου και συστήνει αρμόδια επιτροπή.

1839 ΚΗΠΟΣ Πολεοδομικό σχέδιο του Λύσανδρου Καυταντζόγλου που προβλέπει την τοποθέτηση των Ανακτόρων ανάμεσα σε δύο κήπους, καθώς και τη δημιουργία ενός ευρύτερου δημόσιου αρχαιολογικού πάρκου.

12


ΚΗΠΟΣ Έναρξη δενδροφύτευσης και δημιουργία του βασικού κηποτεχνικού σκελετού με φυτά αυτοφυή και από το εξωτερικό. Την επίβλεψη των εργασιών (και τη διεύθυνση του Κήπου) αναλαμβάνουν ο Βαυαρός γεωπόνος Smarat και ο Πρώσος Friedrich Schmidt. Στην εκσκαφή του πρώτου τμήματος του Κήπου έχουμε την πρώτη απόπειρα χάραξης κήπου αγγλικού τύπου. Ο Κήπος συνεχίζει να εμπλουτίζεται έως το 1882. 1843 ΚΗΠΟΣ

Ο Κήπος επεκτείνεται νότια και ανατολικά.

Ιούλιος Το βασιλικό ζεύγος και η Αυλή εγκαθίστανται στα Ανάκτορα.

3 Σεπτεμβρίου Εκδηλώνεται κίνημα για την παραχώρηση Συντάγματος.

1844

Μάρτιος Συνταγματική μοναρχία. Έναρξη κοινοβουλευτικού βίου.

1846 ΚΗΠΟΣ Χώρος υπαίθριων προγευμάτων της Αυλής διαμορφώνεται στο σημείο του Βασιλικού Κήπου, όπου αποκαλύπτεται μωσαϊκό δάπεδο ρωμαϊκής εποχής. 1847 ΚΗΠΟΣ Αρχικηπουρός διορίζεται ο Γάλλος κηποτέχνης François Lοuis Bareaud, που έχει συντάξει (1843) και τον κατάλογο των κυριότερων ειδών δέντρων που καλλιεργούνταν στον Κήπο. ΚΗΠΟΣ Στο σχέδιο της πόλης των Αθηνών της Επιτροπής Αξιωματικών σημειώνεται όλος ο χώρος μέχρι τον Ιλισσό και το Ολυμπείον ως μελλοντικό πεδίο επέκτασης του Κήπου. 1848-1852 ΚΗΠΟΣ

Ο Κήπος φθάνει με τρίτη επέκταση τα 150 στρέμματα.

1848 ΚΗΠΟΣ Ο Βαυαρός αρχιτέκτονας κήπων Eduard von Riedel πραγματοποιεί τις χαράξεις του Κήπου, αντικαθιστώντας το Hoch. Συμμετέχει και ο Αθηναίος αρχιτέκτονας Παναγής Βρετός-Κάλκος. 1850 ΚΗΠΟΣ Σχέδιο του François Lοuis Bareaud προβλέπει πυκνή φύτευση του βορειανατολικού τμήματος του Κήπου, διαμόρφωση οπωρώνα στο κέντρο και δημιουργία τριών διαδρόμων θέας με χλοοτάπητες, τριανταφυλλιές και άλλα άνθη. 1851 ΚΗΠΟΣ Το Βασιλικό Ελληνικό Αυλαρχείο, για λόγους ασφαλείας, αποφασίζει την απαγόρευση εισόδου του κοινού στον Κήπο, με κάποιες εξαιρέσεις. Ύστερα από έντονες αντιδράσεις, επιτρέπεται η είσοδος «εις τους καλώς ενδεδυμένους».

13


1854 ΚΗΠΟΣ

Αποφασίζεται να ανοίγει ο Κήπος κάποιες ώρες για όλους τους κατοίκους.

1862

Οκτώβριος Έξωση του Όθωνα και της Αμαλίας.

1863

Οκτώβριος Άφιξη Γεωργίου Α’.

1864

Μάρτιος Ένωση Ιονίων νήσων με την Ελλάδα.

1866 ΚΗΠΟΣ Τοποθετούνται στον Κήπο οι μαρμάρινες προτομές του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια και του Ελβετού φιλέλληνα τραπεζίτη Ιωάννη-Γαβριήλ Εϋνάρδου, έργα του γλύπτη Ιωάννη Κόσσου. 1868 ΚΗΠΟΣ Έναρξη αποπληρωμής του χρέους για την κατασκευή των Ανακτόρων και τη διαμόρφωση του Κήπου στην Αμαλία. ΚΗΠΟΣ Εγκαθίσταται στη βορειοανατολική γωνία του Κήπου η Βασιλική (μετέπειτα Προεδρική) Φρουρά σε έκταση 4,5 στρεμμάτων. 1881

Φεβρουάριος Παραχωρούνται στην Ελλάδα η Θεσσαλία και η περιοχή της Άρτας.

1883 ΚΗΠΟΣ

Το Friedrich Schmidt διαδέχεται στη διεύθυνση του Κήπου ο Γάλλος γεωπόνος Laval.

1884

Ιούλιος Πυρκαγιά στα Ανάκτορα.

1896

Μάρτιος-Απρίλιος. Τέλεση των Α’ Ολυμπιακών Αγώνων στο Παναθηναϊκό Στάδιο.

1897

Απρίλιος Ο ‘‘ατυχής’’ Ελληνο-τουρκικός πόλεμος.

1909

Αύγουστος Κίνημα στου Γουδή.

Δεκέμβριος Νέα πυρκαγιά στα Ανάκτορα. Μεγάλες καταστροφές. 14


1912-1913

Βαλκανικοί πόλεμοι.

1915-1921 ΚΗΠΟΣ Ο γεωπόνος Ιωάννης Κοντόπουλος αναδιαμορφώνει και σταθεροποιεί τις μορφές των πιο χαρακτηριστικών σημείων του Κήπου. 1915-1917

Εθνικός Διχασμός.

1917

Μετά την παραίτηση και αποχώρηση του βασιλιά Κωνσταντίνου Α’, ο Κήπος εκ των πραγμάτων γίνεται Εθνικός.

1920 ΚΗΠΟΣ

Τοποθετείται η προτομή του Σπυρίδωνα-Φιλίσκου Σαμάρα, έργο του γλύπτη Μιχάλη Τόμπρου.

1922

Αύγουστος-Σεπτέμβριος Μικρασιατική καταστροφή.

Υπηρεσίες περίθαλψης των προσφύγων εγκαθίστανται στα “παλαιά” πλέον Ανάκτορα.

1923 ΚΗΠΟΣ Ο Κήπος χαρακτηρίζεται κρατικός και έκτοτε παραμένει ανοικτός για το κοινό από την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου. 1924

Μάρτιος-Απρίλιος Εγκαθίδρυση αβασίλευτης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.

1924-1926

Στέγαση υπηρεσιών υπουργείων και άλλων φορέων στο κτήριο των παλαιών Ανακτόρων.

1925 ΚΗΠΟΣ Αποκαλυπτήρια της προτομής του Διονύσιου Σολωμού, έργο του Θωμά Θωμόπουλου, με πλήθος κόσμου και προσφώνηση από τον Κωστή Παλαμά. ΜΝΗΜΕΙΟ Αρχίζει να διαμορφώνεται η ιδέα κατασκευής ενός μνημείου για τον Άγνωστο Στρατιώτη. Η χωροθέτηση του μνημείου στην πόλη θα αποτελέσει ζήτημα διαμάχης. 1926 ΚΗΠΟΣ Θυσιάζεται μικρή λωρίδα δέντρων για τη διαπλάτυνση και ευθυγράμμιση της λεωφόρου Βασιλίσσης Αμαλίας. Αποκαλυπτήρια της προτομής του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, έργο του Φωκίωνα Ρωκ.

15


ΜΝΗΜΕΙΟ Μάρτιος Προκηρύσσεται, στο πλαίσιο της επιδιωκόμενης από το Θεόδωρο Πάγκαλο στέγασης του Υπουργείου Στρατιωτικών στα παλαιά Ανάκτορα, διαγωνισμός μελέτης για την κατασκευή του Μνημείου. Ορίζεται ως χώρος ανέγερσής του η «έμπροσθεν των Παλαιών Ανακτόρων Πλατείαν, καταλλήλως προς τούτο διαρρυθμιζομένην». Η επιλογή του χώρου αμφισβητείται από φιλελεύθερους και διανοούμενους. ΜΝΗΜΕΙΟ Οκτώβριος Έγκριση και βράβευση της μελέτης για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη με το ψευδώνυμο ΣΚΡΑ, του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη. Η μελέτη περιλαμβάνει ανάγλυφη παράσταση σε προσχέδιο του γλύπτη Θωμά Θωμόπουλου. 1927 ΚΗΠΟΣ Με νομοθετικό διάταγμα ιδρύεται η Επιτροπή Δημοσίων Κήπων και Δενδροστοιχιών και καθιερώνεται και επίσημα η ονομασία Εθνικός Κήπος. ΜΝΗΜΕΙΟ Σύσταση επιτροπής για την εύρεση της καταλληλότερης θέσης για την ανέγερση του Μνημείου. Οριστική επιλογή της πλατείας των παλαιών Ανακτόρων. 1927-1940 ΚΗΠΟΣ Εποχή σταθεροποίησης και βελτίωσης της μορφής του Εθνικού Κήπου και μετατροπής του από ιδιωτικό κήπο σε δημόσιο πάρκο. 1928 ΜΝΗΜΕΙΟ Ιούνιος Το υπουργικό συμβούλιο, εγκρίνει τη χωροθέτηση του Μνημείου και αναθέτει στον Εμμανουήλ Λαζαρίδη την εκπόνηση των οριστικών σχεδίων. 1928-1929 ΜΝΗΜΕΙΟ Οι αντιδράσεις για την επιλογή του χώρου εντείνονται (εφημερίδες, καλλιτεχνικός κόσμος, Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, πολιτικός κόσμος). 1929 ΜΝΗΜΕΙΟ Την ευθύνη για την ανέγερση του Μνημείου στο χώρο αναλαμβάνει προσωπικά ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος. Μάρτιος Οριστική απόφαση του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου για στέγαση της Βουλής και της Γερουσίας στο κτήριο των παλαιών Ανακτόρων. ΜΝΗΜΕΙΟ Απρίλιος Έναρξη των χωματουργικών και προπαρασκευαστικών εργασιών για τη διαμόρφωση του χώρου για το Μνημείο. ΜΝΗΜΕΙΟ Σεπτέμβριος Ρήξη του Θωμά Θωμόπουλου με τον Εμμανουήλ Λαζαρίδη. Ο πρώτος, μετά τον παραγκωνισμό του, προσφεύγει στις αρμόδιες αρχές χωρίς να βρει δικαίωση. Ο Λαζαρίδης αναζητεί νέο συνεργάτη. ΜΝΗΜΕΙΟ Σεπτέμβριος Η επιτροπή επίβλεψης αποφασίζει την τοποθέτηση μεταλλικών ασπίδων και κυπέλλων θυμιάματος ως διακοσμητικών στοιχείων του Μνημείου, σε σχέδια του Εμμανουήλ Λαζαρίδη. ΜΝΗΜΕΙΟ Δεκέμβριος Η επιτροπή επίβλεψης προτείνει τη διαμόρφωση του χώρου των ανθοπωλείων στο πρανές της βόρειας πλευράς της πλατείας του Άγνωστου Στρατιώτη. Τα σχέδια ανατίθενται στον Εμμανουήλ Λαζαρίδη.

16


1930 ΜΝΗΜΕΙΟ Μαΐος Με παρέμβαση του υπουργού Παιδείας Γεώργιου Παπανδρέου, απαιτείται θετική εισήγηση του γλύπτη Κώστα Δημητριάδη, προκειμένου να εγκριθεί οποιαδήποτε σύνθεση για την ανάγλυφη παράσταση του Μνημείου. ΜΝΗΜΕΙΟ Δεκέμβριος Η επιτροπή επίβλεψης εγκρίνει τη νέα πρόταση με παράσταση νεκρού οπλίτη, έργο του γλύπτη Φωκίωνα Ρωκ. 1931 ΚΗΠΟΣ

Μεγάλη ανοιξιάτικη χιονόπτωση προξενεί καταστροφή πολλών δέντρων του Κήπου.

ΜΝΗΜΕΙΟ Ιούνιος Ο Κώστας Δημητριάδης, αναλαμβάνει επίσημα την επίβλεψη των εργασιών του Φωκίωνα Ρωκ, ως επιβλέπων όλων των καλλιτεχνικών τμημάτων του Μνημείου. ΜΝΗΜΕΙΟ Ιούλιος Η επιτροπή επίβλεψης αποφασίζει τον τρόπο αναγραφής των τοπωνυμίων των μαχών στους αναβαθμούς του Μνημείου. ΜΝΗΜΕΙΟ Σεπτέμβριος Αντιδράσεις για την καλλιτεχνική αξία της πρότασης Ρωκ, τις μεθοδεύσεις που οδήγησαν στην ανάθεση αλλά και για την υπέρογκη αμοιβή του μαρμαρογλύπτη. 1932 ΜΝΗΜΕΙΟ

Εγκαίνια του Μνημείου με μεγάλη επισημότητα στην εθνική εορτή της 25ης Μαρτίου.

ΜΝΗΜΕΙΟ

Μάιος Πρωτόκολλο παράδοσης του έργου από το Λαζαρίδη στην επιτροπή επίβλεψης.

ΜΝΗΜΕΙΟ

Ιούλιος Παρουσιάζεται το σχέδιο φωτισμού της πλατείας και του Μνημείου.

1934 ΚΗΠΟΣ

Κίνδυνοι καταστροφής του Κήπου από ψύχος και ξηρασία. Ανεπιτυχής απόπειρα οικοπεδοποίησής του.

1935

Ιούλιος Πανηγυρική έναρξη των εργασιών της Βουλής στο νέο της κτήριο.

1936

Αύγουστος Διάλυση της Βουλής. Δικτατορία Μεταξά.

1938 ΜΝΗΜΕΙΟ Ιανουάριος Ο Λαζαρίδης αποστέλλει στο Υπουργείου Τύπου και Τουρισμού συνοπτικό ιστορικό της πορείας των έργων του Μνημείου. 1941-1944 ΚΗΠΟΣ Κατοχή. Σημαντικές φθορές στον Κήπο: καταστροφή μεγάλου αριθμού φυτών, εγκατάλειψη παρτεριών ανθέων-χλόης, τέλεια καταστροφή ζωοπτηνολογικής συλλογής, σοβαρές ζημιές στα διάφορα τεχνικά έργα.

17


1944

Δεκέμβριος Συγκρούσεις των “Δεκεμβριανών” στην Αθήνα.

1946

Μάιος Επανέναρξη των εργασιών της Βουλής.

1946-1949

Εμφύλιος πόλεμος.

1954 ΚΗΠΟΣ Η Διεύθυνση Κήπων και Δενδροστοιχιών επιτρέπει την εγκατάσταση υπαίθριου θέατρου μέσα στον Κήπο, προς την πλευρά της λεωφόρου Αμαλίας. Ξεσηκώνεται θύελλα διαμαρτυριών. Το θέατρο λειτούργησε περίπου για μία δεκαετία. 1956 ΚΗΠΟΣ Η προσπάθεια αποκατάστασης επιτυγχάνει σε μεγάλο βαθμό. Ο Κήπος βρίσκει τουλάχιστον εξωτερικά την προπολεμική του εμφάνιση. 1960-1980 ΚΗΠΟΣ

Ο Κήπος συντηρείται σε σταθερή βάση, εκσυγχρονίζεται τεχνικά και εμπλουτίζεται με νέα είδη φυτών.

1963 ΚΗΠΟΣ Τοποθετείται η ορειχάλκινη προτομή του ποιητή Jean Moréas (Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλου), έργο του γλύπτη EmileAntoine Bourdelle. 1967-1974

Δικτατορία των Συνταγματαρχών.

1974

Δεκέμβριος Δημοψήφισμα για το πολιτειακό: κατάργηση βασιλείας.

1975

Ιούνιος Ψήφιση Συντάγματος: προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία.

18


1975-2009

Συνεχείς εργασίες συντήρησης και εκσυγχρονισμού του κτηρίου της Βουλής.

1978 ΚΗΠΟΣ

Σφοδρή ανεμοθύελλα επιφέρει σοβαρές ζημιές στον Κήπο.

1979

Μάιος Ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα.

1984 ΚΗΠΟΣ

Αρχίζει η λειτουργία Βοτανικού Μουσείου (σήμερα είναι κλειστό), Παιδικής Βιβλιοθήκης και καφενείου στον Κήπο.

1997 ΚΗΠΟΣ

Ο Κήπος περνάει στην αρμοδιότητα της Περιφέρειας Αττικής.

2001

Ιανουάριος Ένταξη της Ελλάδας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση.

2004 ΚΗΠΟΣ

Ο Κήπος παραχωρείται για 90 χρόνια στο Δήμο Αθηναίων.

2005 ΚΗΠΟΣ Συγκροτείται το νομικό πρόσωπο Δήμος Αθηναίων - Εθνικός Κήπος, αρμόδιο για τη διαχείριση του Κήπου. Σήμερα ΚΗΠΟΣ Ο Κήπος έχει γύρω στα 7.000 δέντρα, 40.000 θάμνους και άλλα μικρότερα φυτά απ’ όλο τον κόσμο. Διαθέτει επτά εισόδους: μία στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, τρεις στην οδό Ηρώδου του Αττικού, δύο στο Ζάππειο και μία στη λεωφόρο Βασιλίσσης Αμαλίας. Την παράδοση του γέρου κηπουρού Schmidt, που ταυτίστηκε με τον Κήπο, συνέχισε μια πλειάδα διευθυντών: Πέτρος Πάτσης (1887-1895), Σουκ (1895-1896), Ιωάννης Πάτσης (1897-;), Φρειδερίκος Καιζοκέφαλος (1923-1924), Αδριανός Κοσμάς (1924-1926), Ηρακλής Παπαθεοδώρου (1926-1945), Νικόλαος Ταμβάκης (1955-1985).

19



ΤΟ ΜΝΗΜΕΙΟ ΤΟΥ ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ

από την προκήρυξη του σχετικού διαγωνισμού στην υλοποίηση

Αριάδνη Βοζάνη


Άποψη του μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη, 2009

22


Η

διαμόρφωση του μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη* αποτελεί τη σημαντικότερη επέμβαση που δέχεται ο περιβάλλων χώρος του κτίσματος των παλαιών Aνακτόρων, την περίοδο ακριβώς που αποφασίζεται να στεγάσει τη Βουλή των Ελλήνων. Η επιλογή της θέσης ανέγερσης του μνημείου μπροστά από τα παλαιά Aνάκτορα θα αλλάξει οριστικά το χαρακτήρα του χώρου αυτού, από μεταβατικό χώρο πρόσβασης στο κτήριο σε λειτουργικά αυτόνομο χώρο-μνημείο, μεταλλάσσοντας έκτοτε αποφασιστικά και τη σχέση του κτηρίου με την πόλη.

βραβεύεται και κατασκευάζεται. Η διαμόρφωση του μνημείου οφείλει να έχει τη δυναμική του ατελούς, οφείλει να περιλαμβάνει “κενά” που θα συμπληρώνονται (τους αγώνες που έπονται) και να παρέχει τη δυνατότητα νέων εγγραφών που θα αποτυπώνουν αυτήν τη συνέχεια στην πόλη. Η έννοια του “κενού” στο δημόσιο χώρο δηλώνεται με την ένταση μιας παύσης στη συνέχεια της πόλης.Δεν είναι τυχαίο ότι η αίσθηση του “άδειου” χώρου χαρακτηρίζει τις διαμορφώσεις αντίστοιχων μνημείων, καθώς υπογραμμίζει τον απώτερο στόχο τους: την ανάκληση της συλλογικής μνήμης, την επαφή με το θάνατο.

Η σύλληψη της ιδέας για απόδοση τιμής στους άγνωστους πεσόντες στη μάχη με την εικονική και συμβολική “ταφή” τους, ανάγεται στην κλασική Αθήνα με γνωστότερη ίσως αναφορά αυτήν που γίνεται στον Επιτάφιο του Περικλή: «μία κλίνη κενή φέρεται εστρωμένη των αφανών, οι αν μη ευρεθώσιν ες αναίρεσιν» (Θουκυδίδης 2.34.3).

Η ιστορία της ανέγερσης του μνημείου, από την προκήρυξη του σχετικού διαγωνισμού (1926) έως την αποπεράτωση του έργου (1932), χαρακτηρίζεται από την ένταση των συγκρούσεων που λαμβάνουν χώρα στην κοινωνία της εποχής για μία σειρά ζητημάτων. Οι συγκρούσεις αυτές έχουν κυρίως ιδεολογικό υπόβαθρο και αναπτύσσονται σε τρεις κυρίως άξονες: τη διαμάχη που αφορά τη χωροθέτηση του μνημείου, την αμφισβήτηση της βραβευμένης στο σχετικό αρχιτεκτονικό διαγωνισμό πρότασης, αλλά και την καλλιτεχνική αξία της ίδιας της ανάγλυφης παράστασης που τελικά θα φιλοτεχνηθεί.

Η ιδέα της κατασκευής ενός μνημείου για τον Άγνωστο Στρατιώτη, συνδέεται άμεσα με την ανάγκη τόνωσης της εθνικής ταυτότητας των Ελλήνων τη συγκεκριμένη ιστορική στιγμή. Αντίστοιχα μνημεία, αφιερωμένα στους αφανείς στρατιώτες που έπεσαν στη μάχη, κατασκευάζονται στην Ευρώπη κυρίως μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, καθώς η εκάστοτε πολιτεία επιχειρεί να εκτονώσει τα αισθήματα απελπισίας και αγανάκτησης των μεμονωμένων πολιτών, αποκαθιστώντας το αίσθημα της συλλογικής απώλειας των εκατομμυρίων νεκρών. Στην περίπτωση της Ελλάδας το σχετικό μνημείο ανεγείρεται λίγα χρόνια μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και εξυπηρετεί επιπλέον τη συγκρότηση ενός είδους επιθυμητής συνέχειας του νέου ελληνικού κράτους με το αρχαιοελληνικό παρελθόν του. Η πρόθεση ανάδειξης αυτής της ιστορικής συνέχειας που έρχεται από το παρελθόν για να προεκταθεί όμως και στο μέλλον είναι έκδηλη στην περίπτωση της πρότασης που τελικά

Η θέση του χώρου ανέγερσης του μνημείου και ο τρόπος που αυτό θα συνδιαλέγεται πλέον με την πόλη, συνδέεται αναπόφευκτα με τις διαφορετικές ιδεολογικές και πολιτικές αντιλήψεις της περιόδου. Ο άμεσος συσχετισμός του μνημείου με το κτήριο των παλαιών Ανακτόρων –που την εποχή αυτή η χρήση του είναι υπό διαπραγμάτευση– και η προκήρυξη του διαγωνισμού από τον Υπουργείο Στρατιωτικών που διεκδικεί το κτήριο, προκαλεί αντιδράσεις. Βασικό κριτήριο για την επιλογή της θέσης ανέγερσης του μνημείου αποτελούν οι συνθήκες ιερότητας και “σιωπής” που οφείλει να ικανοποιεί και που σύμφωνα με την επιχειρηματολογία των διαφόρων αντιπροτάσεων, προκύπτουν μόνο μέσω

* Το κείμενο αποτελεί σύνοψη του κειμένου που περιλαμβάνεται στον τόμο Το Κτήριο της Βουλής των Ελλήνων (Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 2009) με την προσθήκη νέων στοιχείων και σχολιασμό τους.

23


Σύνθεση για την ανάγλυφη παράσταση πάνω από τον τάφο, του γλύπτη Θωμά Θωμοπούλου. Α΄ πρόταση (ψευδώνυμο ΣΚΡΑ) του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη στο διαγωνισμό για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη.

Βουλής των Ελλήνων και μάλιστα στο κέντρο της πρωτεύουσας –όπως συμβαίνει αντίστοιχα και σε άλλες πρωτεύουσες της Ευρώπης– είναι η ικανοποιητικότερη λύση.

της προσέγγισης του μνημείου σε “ιερά” κτήρια ή σημαντικά ιστορικά μνημεία και τοποθεσίες. Οι πρώτες αντιδράσεις για τη θέση του μνημείου εκδηλώνονται ήδη από την προκήρυξη του διαγωνισμού και κορυφώνονται μετά τη δημοσίευση του πρώτου βραβείου, μέσω επιστολών και δημοσιευμάτων που υπογράφονται από προσωπικότητες της εποχής, με αποτέλεσμα τη σύσταση επιτροπής (1927) για την επανεξέταση του ζητήματος χωροθέτησης.

Η πρόταση που βραβεύεται στο σχετικό διαγωνισμό με το ψευδώνυμο ΣΚΡΑ, ανήκει στον αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη, ο οποίος λαμβάνει μέρος στο διαγωνισμό με δύο προτάσεις. Ο Λαζαρίδης, Έλληνας της Κωνσταντινούπολης με ευρωπαϊκές σπουδές, την εποχή που κερδίζει το διαγωνισμό έχει ήδη σημαντική εμπειρία στο σχεδιασμό δημόσιων χώρων, ως προϊστάμενος των Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου Αθηναίων επί δημαρχίας του βενιζελικού Σπύρου Πάτση. Αν και οι μελέτες που εκπονεί αφορούν από κτηριακά έργα μέχρι εσωτερικές διαρρυθμίσεις σημαντικών κτηρίων, το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη παραμένει το γνωστότερο ίσως από τα έργα του. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι ο Λαζαρίδης, λίγα χρόνια αργότερα έλαβε μέρος –πάλι με δύο προτάσεις– και στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για το Ηρώο Θεσσαλονίκης, το οποίο τελικά δεν κατασκευάστηκε. Η συμμετοχή του αυτή επιβεβαιώνει, τόσο το ενδιαφέρον του για αντίστοιχες διαμορφώσει, όσο και την τακτική υποβολής δύο προτάσεων.

Η εμπάθεια που προκαλεί το ζήτημα είναι απολύτως κατανοητή, αφού σχετίζεται και αφορά μια σειρά από έννοιες που την εποχή αυτή είναι καίριες για τη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας. Στο τευχίδιο με τίτλο Σύντομος μελέτη επί του ζητήματος της ανεγέρσεως του μνημείου τω Αγνώστω Στρατιώτη, η κατάλληλος θέσις και η πρέπουσα μορφή (Αθήνα, 1926) που υπογράφεται από τον αρχιτέκτονα Πάτροκλο Καμπανάκη, τόσο η ανάλυση όσο και η επιχειρηματολογία βασίζονται ακριβώς στην ερμηνεία του μνημείου με όρους Θρησκευτικούς, Συμβολικούς και Διδακτικούς. Είναι ενδεικτικό ότι η θέση του μνημείου κατά το συγγραφέα μπορεί να σχετιστεί μόνο με υπάρχοντα μνημεία που αφορούν την ιστορία του ελληνικού έθνους και αυτά είναι: η Ακρόπολη (αναφορά στην αρχαιότητα), η Αγία Σοφία (αναφορά στο Βυζάντιο) ή η Ιερά Μητρόπολη (αναφορά στο νεότερη ιστορία του κράτους).

Η σημαντικότερη επέμβαση της πρότασης ΣΚΡΑ για τη διαμόρφωση του μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη αφορά την εκτεταμένη εκσκαφή στο φυσικό πρανές που εκτείνεται μπροστά από το κτήριο των παλαιών Ανακτόρων, αποτελώντας τη μέχρι τότε “πλατεία των Ανακτόρων”, προκειμένου να δημιουργηθεί μια επίπεδη σχεδόν πλατεία 7 μ. χαμηλότερα, στην ίδια δηλαδή στάθμη με τη λεωφόρο Αμαλίας. Η νέα αυτή πλατεία αυτή περιβάλλεται από έναν αναλημματικό τοίχο σχήματος Π «κανονικής λαξευτής λιθοδομής» από πωρόλιθους μεγάλων διαστάσεων. Στον τοίχο του βάθους τοποθετείται η ανάγλυφη παράσταση του άγνωστου στρατιώτη. Δύο συμμετρικές ως προς τον άξονα του μνημείου κλίμακες συνδέουν τη στάθμη της πλατείας και του μνημείου με τη στάθμη του

Μετά την απόφαση και της ειδικής επιτροπής που επιβεβαιώνει ως καταλληλότερη τη χωροθέτηση του μνημείου στην πρώην πλατεία Ανακτόρων, την ευθύνη της ανέγερσης του μνημείου θα αναλάβει εντέλει ο Ελευθέριος Βενιζέλος το 1929, ο οποίος σχεδόν ταυτόχρονα αποφασίζει να στεγαστεί η Βουλή των Ελλήνων στο κτήριο των παλαιών Ανακτόρων. Ο ίδιος ο Βενιζέλος θα υπερασπιστεί δημόσια την άποψη ότι το μνημείο σχετίζεται καταρχήν ιδεολογικά και συμβολικά με την έννοια της Δημοκρατίας και επομένως η άμεση γειτνίασή του με το κτήριο της 24


Ανυπόγραφη σύνθεση για την ανάγλυφη παράσταση πάνω από τον τάφο, πιθανόν εναλλακτική πρόταση του γλύπτη Θωμά Θωμοπούλου. Α΄ πρόταση (ψευδώνυμο ΣΚΡΑ) του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη στο διαγωνισμό για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη.

τεινόμενα υλικά, καθώς και την επεξεργασία των επιμέρους στοιχείων. Στη δεύτερη πρόταση το κεντρικό θέμα του τάφου αποδίδεται με μία γλυπτική σύνθεση που αφορά ημικυκλικό περίπτερο με πέντε κίονες, στο κέντρο του όποιου τοποθετείται άγαλμα στρατιώτη. Η λύση που βραβεύεται είναι σίγουρα πιο λιτή στο σύνολό της, παρόλο που στα σχέδια του διαγωνισμού το ύφος και ο σχεδιασμός της ανάγλυφης εντοιχισμένης παράστασης δεν αποπνέει τη δωρικότητα της παράστασης που τελικά κατασκευάζεται.

υπερκείμενου περιβάλλοντα χώρου του κτηρίου των παλαιών Ανακτόρων. Ανάμεσα στις κλίμακες, τους δύο ημικυκλικά επίπεδα συγκροτούν ένα είδος χαμηλού βάθρου για τον τάφο, ο οποίος τοποθετείται αξονικά ως προς την πλατεία και την ανάγλυφη παράσταση. Στο βασικό επίπεδο της πλατείας δύο όμοια παρτέρια υψηλής φύτευσης διαμορφώνονται εκατέρωθεν του άξονα συμμετρίας του μνημείου, ενώ ο υπόλοιπος χώρος παραμένει κενός. Η πλατεία ασφαλτοστρώνεται, αλλά στην ασφαλτόστρωση ενσωματώνονται ζώνες λευκού μαρμάρου, επιμερίζοντας τη μεγάλη επιφάνεια με τέτοιον τρόπο ώστε να δημιουργείται η εντύπωση προοπτικής σύγκλισης προς το κέντρο του μνημείου, δηλαδή τον τάφο και την ανάγλυφη παράσταση.

Τελικά. τον Ιούνιο του 1928 το υπουργικό συμβούλιο αναθέτει στο Λαζαρίδη την εκπόνηση των οριστικών σχεδίων. Το μνημείο κατασκευάζεται με ελάχιστες διαφοροποιήσεις και προσθήκες (κύπελλα θυμιάματος κ.λπ.), ενώ αντικαθίσταται η ανάγλυφη παράσταση. Η αντικατάσταση του αναγλύφου που υποβλήθηκε στο διαγωνισμό έρχεται ως συνέπεια της διαφωνίας που προκύπτει μεταξύ του Εμμανουήλ Λαζαρίδη και του γλύπτη Θωμά Θωμόπουλου με τον οποίον είχε συνεργαστεί για την υποβολή της πρότασης. Το ζήτημα αυτό, δηλαδή της αντικατάστασης όχι μόνο του θέματος που απεικονίζεται αλλά και του ίδιου του γλύπτη που την επιμελείται, καθώς και η καλλιτεχνική αξία της τελικής και πραγματοποιημένης πρότασης αποτελεί αιτία επιπλέον αντιδράσεων. Το νέο σχεδιασμό αναλαμβάνει τελικά και εκτελεί ο Φωκίωνας Ρωκ, υπό την επίβλεψη του Κώστα Δημητριάδη, καθηγητή γλυπτικής και προσωπικού φίλου του Ελευθέριου Βενιζέλου. Πρόκειται για ένα νεκρό οπλίτη που φορά κράνος και κρατά ασπίδα, ο οποίος λαξεύεται πάνω στον πωρόλιθο.

Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι και η δεύτερη πρόταση που κατατίθεται από το Λαζαρίδη με το ψευδώνυμο ΕΛΛΗΝ διατηρεί τις ίδιες βασικές συνθετικές αρχές, δηλαδή την εκσκαφή και τον αναλημματικό τοίχο, τις δύο κλίμακες που συνδέουν το επίπεδο που προκύπτει με τον προαύλιο χώρο του κτηρίου καθώς και το αξονικά τοποθετημένο θέμα του τάφου, με τα δύο παρτέρια εκατέρωθεν. Οι ομοιότητες αυτές αφορούν τη γενικότερη συνθετική προσέγγιση του αρχιτέκτονα, ο οποίος αντιμετωπίζει το μνημείο όχι ως αυτόνομη γλυπτική σύνθεση αλλά ως στοιχείο του ευρύτερου σχεδιασμού της πλατείας και του τρόπου που αυτή συνδιαλέγεται με τα δεδομένα της υφιστάμενης κατάστασης. Όπως και ο ίδιος αναφέρει σε δημοσίευμά του στο περιοδικό Έργα (15 Αυγούστου 1928) με αφορμή την ανάθεση της οριστικής μελέτης: «…ο τάφος του Αγνώστου και η προ των Παλαιών Ανακτόρων πλατεία έπρεπε να αποτελέσει έν καλλιτεχνικόν σύνολον αδιαίρετο, ούτως ώστε τάφος και πλατεία να αποτελέσωσιν έν και μόνον θέμα, το του μνημείου».

Οι εντονότερες επιθέσεις, ωστόσο, αφορούν αυτή καθαυτή την πρόταση και επικεντρώνονται κυρίως στο ζήτημα της εκσκαφής. Η υψομετρική διαφορά που προκύπτει δημιουργεί ένα είδος τεχνητού βάθρου για το κτήριο των παλαιών Ανακτόρων, αποκόπτοντάς το από το φυσικό επίπεδο έδρασής του και αλλοιώνοντας τη φυσική τοπογραφία στο

Οι διαφορές των δύο προτάσεων αφορούν το γενικότερο ύφος σε επίπεδο χαράξεων των δαπεδοστρώσεων και των επενδύσεων, τα προ25


Σχέδιο γενικής όψης της πλατείας. Β΄ πρόταση (ψευδώνυμο ΕΛΛΗΝ) του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη στο διαγωνισμό για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη.

να συνομιλήσει με έργα πέρα από τα όρια της Ελλάδας –στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο. Επιπλέον, έχει σημασία να τονιστεί η προσπάθεια του αρχιτέκτονα να συλλάβει την πλατεία-μνημείο ως συνέχεια και απόληξη των άλλων σημαντικών δημόσιων χώρων που σχετίζονται άμεσα με αυτόν, αποκαθιστώντας ένα ενιαίο σύνολο που, όπως υποστήριζε, θα ήταν το πρώτο μέχρι τότε στην πρωτεύουσα: «Το μνημείον ούτω εννοούμενον έπρεπεν επί πλέον να ευρίσκεται εν απολύτω αρμονία με τα οπίσω αυτού Παλαιά Ανάκτορα πλαισιώνον αυτά και να συμπληρώνη την γενικήν διάταξιν της Πλατείας του Συντάγματος μετά της κατά τον άξονα αυτής οδού Ερμού, ούτως ώστε να αποτελεσθή μία γενική σύνθεσις θέτουσα τέρμα εις το ασυνάρτητον του γενικού τούτου χώρου και αποτελούσα σύνολον διακοσμητικόν, όπερ θα είναι το πρώτο δημιουργούμενον εν τη Πρωτευούση» (περ. Έργα [15.8.1928]).

σημείο εκείνο της πόλης. Η τολμηρή αυτή χειρονομία θα δεχτεί έντονη κριτική, καθώς υποστηρίζεται επιπλέον ότι προσδίδει στο κτήριο μια μνημειακότητα που αντιστρατεύεται την απλότητα και τη “μετριοπάθεια” που το χαρακτήριζε. Ωστόσο, η πρόσληψη του μνημείου ως “μέρους” του κτηρίου προκαλεί επιθυμητούς συνειρμούς σε συμβολικό επίπεδο: τη βάση του κτηρίου της Βουλής, το βάθρο της Δημοκρατίας, αποτελεί η διαμόρφωση ενός ταφικού μνημείου αφιερωμένου στους αγώνες του νεότερου ελληνικού έθνους. Είναι ενδεικτικό ότι και στις δύο προτάσεις που καταθέτει ο Λαζαρίδης, τόσο στα σχέδια των όψεων, όσο και σε αυτά των κατόψεων, απεικονίζεται το πρόστυλο της πρόσοψης του κτηρίου, ως μέρος της σύνθεσης. Ωστόσο, θα ήταν υπερβολή να αποδίδαμε τέτοιου τύπου ιδεολογικούς συσχετισμούς στις προθέσεις του αρχιτέκτονα. Ο συσχετισμός του κτηρίου με την πλατεία-μνημείο εντάσσεται στην προσπάθεια του Λαζαρίδη να διαμορφώσει ένα δημόσιο χώρο που να βρίσκεται σε διαλογική σχέση με το κτήριο των παλαιών Ανακτόρων –η χρήση του οποίου την περίοδο προκήρυξης του διαγωνισμού–, αλλά και με την πλατεία Συντάγματος και τον άξονα της οδού Ερμού, όπως ο ίδιος αναφέρει σε σχετικό δημοσίευμα (περ. Έργα [15.8.1928]).

Ο ρόλος της πλατείας-μνημείου στη διάρκεια ζωής της στην πόλη επιβεβαιώνει τη σημασία της ως ενδιάμεσου χώρου μεταξύ της πλατείας Συντάγματος και του κτηρίου της Βουλής. Αν και οι δράσεις που αναπτύσσονται στην πλατεία ακολουθούν το συντακτικό ενός θεατρικού εντέλει χώρου –όπου το μνημείο και η αλλαγή φρουράς των Ευζώνων αποτελούν το βασικό θέαμα με τους πολίτες να διατάσσονται γύρω και μπροστά από αυτό–, η πλατεία λειτουργεί παράλληλα ως το επίπεδο διακοπής της δυνατότητας προσέγγισης στο κτήριο της Βουλής και των δράσεων που απευθύνονται προς αυτό.

Οι αντιδράσεις της εποχής σχετικά με το μνημείο, αν και απολύτως θεμιτές, μπορούν να ερμηνευτούν έως ένα βαθμό και μέσα στο πλαίσιο της δυσκολίας αποδοχής οποιουδήποτε νέου σχεδιασμού στο δημόσιο χώρο, ειδικά όταν αυτός αλλοιώνει τη βασική φυσιογνωμία του χώρου και χάνεται ο χαρακτήρας των σχέσεων που έχουν διαμορφωθεί στη συλλογική μνήμη των πολιτών.

Ωστόσο, η διαμόρφωση του μνημείου σήμερα είναι πλέον άρρηκτα συνδεδεμένη, τόσο με το κτήριο της Βουλής, όσο και την πλατεία Συντάγματος, επικυρώνοντας μέρος των αρχικών προθέσεων, σε συμβολικό τουλάχιστον επίπεδο. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι δικαιώνονται όλες οι επιλογές του αρχικού του σχεδιασμού, αλλά επιβεβαιώνει το γεγονός ότι η εγγραφή ενός δημόσιου χώρου στη συνείδηση της πόλης βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη συνέχεια μιας συλλογικής βιωματικής εμπειρίας, όταν υποστηρίζεται όμως και από έναν ικανό σχεδιασμό.

Αξιολογώντας την πρόταση σήμερα, μπορούμε να διακρίνουμε ότι τόσο σε επίπεδο γενικότερου σχεδιασμού, όσο και σε επίπεδο συσχετισμού υλικών και ενσωμάτωσης διακόσμου, το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη διεκδίκησε ποιότητες του “σύγχρονου” στην εποχή του –στο πεδίο του σχεδιασμού δημόσιου χώρου– και είχε την πρόθεση 26


Προοπτικό σχέδιο της πλατείας. Α΄ πρόταση (ψευδώνυμο ΣΚΡΑ) του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη στο διαγωνισμό για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη.

27


28


29


(σ. 28-29) Σχέδιο μαρμαρόστρωσης της πλατείας του Άγνωστου Στρατιώτου. Οριστική μελέτη, Απρίλιος 1931.

Φύτευση της πλατείας του Άγνωστου Στρατιώτου. Οριστική μελέτη, Μάρτιος 1932. Σχέδιο κυπέλλου “θυμιατηρίου” και ασπίδας. Οριστική μελέτη.

30


31


Γενική όψη του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη. Οριστική μελέτη. Μαρμάρινο κιγκλίδωμα της πλατείας του Άγνωστου Στρατιώτη. Μελέτη εφαρμογής, Απρίλιος 1930. Τύπος φανοστατών για την πλατεία του Άγνωστου Στρατιώτη. Οριστική μελέτη, Αύγουστος 1932.

32


33


Σχέδιο του Κώστα Δημητριάδη, όπου απεικονίζεται ο τρόπος τοποθέτησης των μεταλλικών ασπίδων στους αναλημματικούς τοίχους του μνημείου. Ιούλιος 1931.

34


Προπλάσματα των ασπίδων στο εργαστήριο του Κώστα Δημητριαδη.

35


Αρχαίες αντιστοιχίες με τα σύγχρονα Μνημεία του Αγνώστου Στρατιώτη

Η

χεία που συναντώνται και στα σύγχρονα μνημεία των αγνώστων στρατιωτών. Τα πολυάνδρια και τα κενοτάφια.

ανέγερση ενός επιτύμβιου μνημείου αφιερωμένου συμβολικά στους αφανείς πεσόντες συνιστά μια πρακτική που δεν έχει ακριβές αντίστοιχο στην αρχαία ελληνική κοινωνία. Ο ‘‘Άγνωστος Στρατιώτης’’, η αφηρημένη δηλαδή και σύνθετη έννοια ‘‘ενός’’ νεκρού που συμπυκνώνει συμβολικά όλους τους νεκρούς στρατιώτες της πατρίδας είναι σύγχρονη. Ανήκει ουσιαστικά στην παράδοση του εθνικού κράτους που και το ίδιο έχει δομηθεί πάνω στις έννοιες του συμβολισμού και της αντιπροσώπευσης. Ωστόσο, μεταξύ των διαφόρων πρακτικών ταφής και απόδοσης τιμών στους πεσόντες των μαχών κατά την αρχαιότητα, μπορούν να ανιχνευθούν επιμέρους αναλογίες με τα συμφραζόμενα των σύγχρονων μνημείων των αγνώστων στρατιωτών.

Τα πολυάνδρια είναι κοινοί, ομαδικοί τάφοι των πεσόντων μιας μάχης. Ανεγείρονται στο πεδίο της ή κοντά σε αυτό και έχουν συνήθως τη μορφή τύμβου που επιστέφεται από ενεπίγραφες στήλες ή άγαλμα. Τα σώματα των νεκρών συνήθως θάβονται εκεί, ή και αποτεφρώνονται –διαδικασία δαπανηρή και ιδιαίτερα τιμητική. Στις περιπτώσεις καύσης, συχνά η τέφρα μεταφέρεται πίσω στην πόλη και φυλάσσεται σε δεύτερο ταφικό μνημείο. Από αρχαιολογικά κατάλοιπα και φιλολογικές μαρτυρίες τεκμηριώνεται η ύπαρξη πολυάριθμων πολυάνδριων μνημείων. Τα πλέον χαρακτηριστικά είναι η ομαδική ταφή στη Χαιρώνεια και ο τύμβος των Μαραθωνομάχων. Στη Χαιρώνεια, το επιτύμβιο μνημείο των πεσόντων της ομώνυμης μάχης του 338 π.Χ. περιλαμβάνει την ομαδική ταφή 254 αταύτιστων στρατιωτών (μάλλον Μακεδόνων). Στο χώρο δεσπόζει, (σήμερα αποκατεστημένος) επάνω στο ψηλό του βάθρο, ο περίφημος μαρμάρινος λέων –αρχαίο αλλά και σύγχρονο σύμβολο ανδρείας σε πολλά μνημεία πεσόντων. Αντίστοιχα, στον τύμβο του Μαραθώνα, οι Αθηναίοι διαφύλαξαν τη μνήμη της θυσίας των 192 συμπολιτών τους στη μάχη του 490 π.Χ. Για τους πεσόντες επιφυλάχθηκε η τιμητική διαδικασία της καύσης, ενώ τα ονόματά τους χαράχθηκαν σε στήλες στην κορυφή του.

Φυσικά, ο σεβασμός απέναντι στους νεκρούς και ιδίως η φροντίδα για την περισυλλογή, την πρέπουσα ταφή και την απόδοση τιμών σε όσους έπεσαν στη μάχη είναι κοινό χαρακτηριστικό που μοιράζονται όλες οι κοινωνίες, σε όλες τις εποχές. Η φροντίδα αυτή καταλαμβάνει κεντρική θέση στην κοινωνική δομή της αρχαίας ελληνικής πόλης-κράτους. Πρόκειται για ολιγομελείς κοινωνίες, η επιβίωση των οποίων εξαρτάται άμεσα, τόσο από τη συνοχή και αποτελεσματικότητά τους στον πόλεμο, όσο και από την εύνοια των θεών. Γι’ αυτό και η ταφή και τιμή των νεκρών πολεμιστών είναι καθήκον όχι τόσο ανθρωπιστικό, όσο κυρίως θρησκευτικό. Ενδεικτική αυτών των αντιλήψεων είναι η γνωστή περίπτωση της καταδίκης των Αθηναίων στρατηγών για την αμέλειά τους να περισυλλέξουν τους νεκρούς μετά τη ναυμαχία των Αργινουσών, το 406 π.Χ. (Ξενοφών, Ελληνικά 1.7.1-35). Ακόμα και οι νεκροί του αντιπάλου πρέπει να τύχουν του σεβασμού των νικητών. Το αίτημα μιας πόλης να της επιτραπεί να συλλέξει τους νεκρούς της από το πεδίο της μάχης ισοδυναμεί άλλωστε με την επίσημη παραδοχή της ήττας της.

Το μνημείο των Μαραθωνομάχων καθώς και το αντίστοιχο των Αθηναίων πεσόντων στις Πλαταιές αποτελούν εξαιρέσεις από την καθιερωμένη πρακτική που ακολουθούσαν οι Αθηναίοι αναφορικά με τους νεκρούς τους. Σε αντίθεση με τα περισσότερα ελληνικά κράτη, οι Αθηναίοι συνήθιζαν να μεταφέρουν τους πεσόντες από το πεδίο της μάχης και τους έθαβαν πίσω, στη γενέθλια γη. Μόνο οι προαναφερθέντες νεκροί των Περσικών πολέμων –λόγω της ιερότητας του αγώνα τους– θάφτηκαν στα πεδία των μαχών. Αυτή η πρακτική επιστροφής των λειψάνων στην

Δύο κατηγορίες ταφικών μνημείων για πολεμιστές ενσωματώνουν στοι36


Αναπαράσταση του ταφικού οικοδομήματος («μνημείο του Χαβρία») στον Κεραμεικό της Αθήνας.

Τις ίδιες αντιλήψεις για τους ηρωικούς πεσόντες υπηρετούν και τα κενοτάφια. Μπορεί να είναι ομαδικά ή αφιερωμένα σε ένα μόνο νεκρό. Όταν υπάρχουν πεσόντες τα σώματα των οποίων δεν έχουν ανευρεθεί, το κενοτάφιό τους ανεγείρεται στο πεδίο της μάχης, δίπλα στον κανονικό ομαδικό τάφο. Η πιο συνηθισμένη περίπτωση, όμως, είναι να έχει στηθεί ο ομαδικός τάφος στο πεδίο της μάχης και ένα κενοτάφιο για όλους τους πεσόντες πίσω στην πόλη. Εκεί αναγράφονται τα ονόματα των νεκρών και το ίδιο το γεγονός της μάχης, και αποδίδονται οι πρέπουσες ετήσιες τιμές.

πατρίδα, παραπέμπει κατά μία έννοια στις αντίστοιχες διαδικασίες που ακολουθήθηκαν κατά την ανέγερση των πρώτων μνημείων αγνώστων στρατιωτών στις αρχές του 20ού αιώνα. Στην Αθήνα, ο κατεξοχήν δημόσιος χώρος τιμών και ταφής των πεσόντων είναι το «Δημόσιο Σήμα» στον Κεραμεικό, έξω από τις δυτικές πύλες της πόλης. Εκεί, κατά μήκος της αρχαίας οδού προς την Ακαδήμεια, έχουν εντοπιστεί τα κατάλοιπα δημόσιων πολυανδρίων. Αρκετά σωζόμενα επιτύμβια επιγράμματα και μεταγενέστερες μαρτυρίες (Παυσανίας, Αττικά 29) τεκμηριώνουν το πλήθος τους. Από αυτά, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το –μερικώς ανασκαμμένο– επονομαζόμενο επιτύμβιο «μνημείο του Χαβρία». Είναι ένα μεγάλο δημόσιο ταφικό κτίσμα με περίβολο και λίθινο τύμβο με κωνική στέγη. Πιθανόν πρόκειται για ομαδικό τάφο ή για κενοτάφιο και ηρώο ενός αφανούς σημαντικού νεκρού, γεγονός που το φέρνει αρκετά κοντά στα πρότυπα των σύγχρονων μνημείων αγνώστων στρατιωτών.

Είναι σημαντικό το ότι τα κενοτάφια αντιμετωπίζονται όπως ακριβώς και οι υπόλοιποι τάφοι. Οι τελετές που τα περιβάλλουν είναι ακριβώς οι ίδιες με εκείνες των κανονικών ταφών: εκφορά της τέφρας του νεκρού ή, αν δεν υπάρχει, κάποιου ομοιώματος-υποκατάστατου και ταφή. Χαρακτηριστικά παραδείγματα μεμονωμένων κενοταφίων πολεμιστών προσφέρει η Σπάρτη. Τα σχετικά επιτύμβια επιγράμματα (Σιμωνίδης 344 Α, Νίκανδρος 435 κ.ά.) καθώς και άλλες πηγές (Ηρόδοτος ΣΤ’ 58) μαρτυρούν πως αυτά ανεγείρονται και για τους πολίτες και για τους βασιλείς της –για τους τελευταίους μάλιστα, με ιδιαίτερα μεγάλες τιμές.

Οι νεκροί κάθε μάχης, με την επιστροφή τους στην πόλη, τιμώνται από το αθηναϊκό κράτος όλοι μαζί. Προηγείται η «πρόθεση» των σωμάτων τους και ακολουθεί η «εκφορά» τους σε νεκρικές «κλίνες», μία για την κάθε φυλή. Εδώ, η περιγραφή της διαδικασίας από το Θουκυδίδη στο περίφημο χωρίο (Β 34.3) που προηγείται του Επιταφίου Λόγου του Περικλή, παρέχει μια πολύτιμη πληροφορία: μια κενή κλίνη έχει προβλεφθεί και για τους «αφανείς», που τα σώματά τους δεν βρέθηκαν μετά τη μάχη: «…μία δε κλίνη κενή φέρεται εστρωμένη των αφανών, οι αν μη ευρεθώσιν ες αναίρεσιν…». Ουσιαστικά, πρόκειται για την πλησιέστερη στις σύγχρονες αντιλήψεις προσέγγιση του ζητήματος του Άγνωστου Στρατιώτη. Ακολουθεί η ταφή στο «Δημόσιο Σήμα» και η εκφώνηση των επιταφίων λόγων. Οι νεκροί κάθε μάχης ή έτους πολέμου, όπως τιμούνται ομαδικά, έτσι και θάβονται όλοι μαζί. Τα ονόματά τους αναγράφονται ανά φυλή σε λίθινες στήλες, τους «καταλόγους απωλειών».

Αρκετές από τις αντιλήψεις και τις πρακτικές που συνοδεύουν τη λατρεία των πεσόντων πολεμιστών στην αρχαιότητα, επανεμφανίζονται και στα σύγχρονα μνημεία των αγνώστων στρατιωτών: η “επιστροφή” του στρατιώτη για να ταφεί στην πατρίδα, η έννοια του κενοταφίου, η δημόσια κηδεία και ταφή, η τακτική απόδοση τιμών κ.ά. Η συνειδητή τους όμως συγκρότηση σε ένα ενιαίο σύνολο και η προβολή τους σε ένα Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη ανήκει στη σύγχρονη εποχή.

37


Σύγχρονα Μνημεία του Αγνώστου Στρατιώτη. Συνθήκες δημιουργίας και στόχοι

Δ

1919. Στο Παρίσι, κάτω από την Αψίδα του Θριάμβου διαμορφώνεται ο τάφος του Γάλλου Άγνωστου Στρατιώτη. Έναν χρόνο αργότερα, πραγματοποιείται η εκταφή λειψάνων αταύτιστων στρατιωτών από τα πεδία μαχών, η τυχαία επιλογή ενός από αυτά, και η ταφή του στο μνημείο. Έτσι, η Αψίδα από μνημείο δόξας των στρατηγών του Ναπολέοντα, γίνεται μνημείο της θυσίας όλου του γαλλικού λαού. Την ίδια περίοδο, στη Μεγάλη Βρετανία λαμβάνουν χώρα αντίστοιχες ενέργειες: παρέλαση, εκταφή σωρών, επιλογή της μιας, νεκρώσιμη πομπή και ταφή της. Η διαφοροποίηση έγκειται στο ότι δεν χρησιμοποιείται ένα προϋπάρχον πολεμικό μνημείο, αλλά ανεγείρεται ένα νέο, συνειδητά διαμορφωμένο ως μνημείο πεσόντων, το «Κενοτάφιο». Αντίστοιχα, τα λείψανα του «Άγνωστου Πολεμιστή», τοποθετούνται σε κανονικό τάφο στο Αβαείο του Ουεστμίνστερ –εκεί όπου αναπαύονται όλοι οι ένδοξοι Άγγλοι νεκροί. Ακολουθούν, το 1921, άλλοι δύο από τους νικητές, η Ιταλία που επιστρατεύει τον κατεξοχήν χώρο έκφρασης της εθνικής της ενότητας, το Μνημείο του Βίκτωρα Εμμανουήλ στη Ρώμη, και οι ΗΠΑ που επιλέγουν το ιστορικό στρατιωτικό νεκροταφείο του Άρλινγκτον στη Βιρτζίνια ως χώρο τοποθέτησης της σαρκοφάγου του Άγνωστου Στρατιώτη. Αντίστοιχα, οι ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν στην ηττημένη Γερμανία του μεσοπολέμου, επιτρέπουν μόλις το 1931, τη μετατροπή του «Νέου Κτιρίου της Φρουράς» στο Βερολίνο σε μνημείο των πεσόντων.

ημόσιοι χώροι όπου τιμάται η θυσία των πεσόντων στρατιωτών είναι τα στρατιωτικά νεκροταφεία, τα μνημεία πολέμων ή μεμονωμένων μαχών (τοπικά και εθνικά) και τα μνημεία του Άγνωστου Στρατιώτη. Υπηρετούν κοινούς στόχους, οι λειτουργίες τους συχνά αλληλοσυμπληρώνονται, αλλά δεν πρέπει να συγχέονται. Τα μνημεία του Άγνωστου Στρατιώτη έχουν ιδιαίτερες και συγκεκριμένες καταβολές –την επαύριον του Α’ Παγκοσμίου πολέμου– και αυτόνομη δυναμική. Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα η εμπειρία του πολέμου συνιστά την κατεξοχήν ευκαιρία έκφρασης της εθνικής περηφάνιας και συσπείρωσης. Γι’ αυτό, προβάλλεται σε τοπικά και εθνικά μνημεία πολέμου, που –όχι τυχαία– ανεγείρονται με αφορμή στρατιωτικές νίκες. Ενώ όμως πρόκειται για δημόσιους χώρους μνήμης, τα ονόματα των νεκρών στρατιωτών παραλείπονται και οι πεσόντες καταγράφονται ως αριθμοί. Μόνο οι στρατηγοί μνημονεύονται –συχνά το ίδιο το μνημείο είναι αφιερωμένο προσωπικά σε έναν από αυτούς. Ωστόσο, σταδιακά από τα μέσα του αιώνα και έως τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, με την απόδοση νέου, αυξημένου ρόλου στον «κοινό άνθρωπο» στις κοινωνίες του δυτικού κόσμου, αρχίζουν να αναγράφονται πλήρεις κατάλογοι πεσόντων στα μνημεία των μαχών. Όμως ακόμα, η έννοια ενός (μόνο) συμβολικού τάφου για τους αφανείς νεκρούς απουσιάζει. Η ανάγκη για κάτι τέτοιο θα προκύψει μόνο μετά την εμπειρία του Μεγάλου Πολέμου. Προγενέστερα παραδείγματα είναι μόνο σποραδικά, και μάλιστα χωρίς να δημιουργούν μια σχετική παράδοση.

Αυτές οι ενέργειες βρίσκουν πολύ γρήγορα μιμητές και στα υπόλοιπα κράτη που έχουν συμμετάσχει στο Μεγάλο Πόλεμο και στους πολέμους που συνδέονται με αυτόν. Έως τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο η αισθητική των μνημείων και το περιεχόμενο των σχετιζόμενων με αυτά τελετών θα έχουν παγιωθεί σε ένα πρότυπο που ισχύει μέχρι και σήμερα –ιδίως στη γαλλική του εκδοχή, όπου τάφος και μνημείο ταυτίζονται.

Η θεμελίωση μνημείου και η συνοδευτική τελετουργική απόδοση τιμών για τους αφανείς νεκρούς, ειδικά του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, αποφασίζεται και εφαρμόζεται σε δύο από τις νικήτριες δυνάμεις, τη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία, με αφορμή την εθνική εορτή της πρώτης επετείου της «Ημέρας της κατάπαυσης του πυρός», στις 11 Νοεμβρίου 38


Το «Κενοτάφιο», Λονδίνο.

Ο τάφος του Γάλλου Άγνωστου Στρατιώτη στην Αψίδα του Θριάμβου, Παρίσι.

Είναι σαφές ότι η εμπειρία του Α’ Παγκοσμίου πολέμου αποτελεί την κύρια αιτία, τόσο για την ανέγερση μνημείων για τους αφανείς πεσόντες, όσο και για την υιοθέτηση του συχνά περίπλοκου τελετουργικού που συνοδεύει τη λειτουργία τους. Ο Μεγάλος Πόλεμος συνιστά μια εμπειρία που άλλαξε τις κοσμοαντιλήψεις ολόκληρων κοινωνιών. Για πρώτη φορά είχαν χρησιμοποιηθεί τόσο μεγάλοι στρατοί νεαρών, ενθουσιωδών πολιτών-στρατιωτών. Η φρίκη της σφαγής εκατομμυρίων από αυτούς, καθιστά τώρα επιτακτική την ίδρυση από το κράτος μνημείων-“καταφυγίων”, όπως είναι οι τάφοι και τα κενοτάφια των Αγνώστων Στρατιωτών. Στόχοι αυτών των μνημείων και των τελετών που τα περιβάλλουν είναι: να ενοποιήσουν το πένθος χιλιάδων μεμονωμένων οικογενειών σε μια ενιαία πολιτική λατρεία των πεσόντων· και να απαλύνουν την εμπειρία του πολέμου από τη μνήμη όσων είχαν πάρει μέρος σε αυτόν, ώστε να της δώσουν μια αγνή, σχεδόν μυθική διάσταση. Αυτή η προσπάθεια εξιδανίκευσης γίνεται αισθητή και μέσω της θεματολογίας και τεχνοτροπίας των συγκεκριμένων μνημείων. Ο χριστιανισμός και η κλασική αρχαιότητα είναι οι βασικές αναφορές τους. Συχνά μάλιστα, στα ανάγλυφα ή αγάλματα που κοσμούν τα μνημεία, τα όπλα που κρατούν οι πεσόντες στρατιώτες είναι ξίφη –αναγωγή στην ηρωική, “ιπποτική” διάσταση του πολέμου. Όχι τυχαία, ο Βρετανός «Άγνωστος Πολεμιστής» είναι θαμμένος μαζί με ένα ξίφος από την εποχή των Σταυροφοριών.

Φυσικά, το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη σε κάθε χώρα καλύπτει και πιο συγκεκριμένες, πρακτικές ανάγκες, ανάλογα με την ιστορική συγκυρία. Έτσι, στη Μεγάλη Βρετανία η ανέγερση του «Κενοταφίου» θεωρήθηκε και ως ένα μέσο εκτόνωσης της κοινωνικής δυσαρέσκειας που είχε επιφέρει ο πόλεμος. Αντίστοιχα, ο Άγνωστος Στρατιώτης στη Γερμανία θα γίνει το επίκεντρο της προσπάθειας διατήρησης του φιλοπόλεμου αισθήματος ενός ηττημένου κράτους. Η μνήμη των αγνώστων νεκρών των πολέμων που ακολουθούν τον Α’ Παγκόσμιο υπηρετήθηκε, είτε με τη σταδιακή συμπερίληψή τους στο αρχικό μνημείο (ή, αν πρόκειται για κενοτάφιο, με την αναγραφή του πολεμικού γεγονότος), είτε με την αποδοχή ότι στο αρχικό μνημείο θα τιμώνται ουσιαστικά και όλοι οι μεταγενέστεροι νεκροί. Τέλος, κράτη που καθυστέρησαν να ιδρύσουν τέτοια μνημεία, όταν το έκαναν, τίμησαν αναδρομικά σε αυτά και τους πεσόντες των παλαιότερων πολέμων. Έτσι, το μνημείο μετατρέπεται προοδευτικά από τάφος του αγνώστου ενός πολέμου, σε τάφο ή τάφους του αγνώστου ή των αγνώστων όλων των πολέμων του έθνους. Σήμερα, τα μνημεία των Αγνώστων Στρατιωτών αποτελούν πηγή εθνικής περηφάνιας, σεβασμού αλλά και αναστοχασμού για τα δεινά του πολέμου για τους πολίτες κάθε κράτους.

Στο ίδιο πλαίσιο εξιδανίκευσης εντάσσεται και ένα άλλο χαρακτηριστικό στα μνημεία των Αγνώστων Στρατιωτών: η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς στη στρατιωτική ιεραρχία. Οι ενταφιασμένοι άγνωστοι στρατιώτες ή οι φρουροί που τους φυλάνε δεν έχουν βαθμό. Ο μύθος της πολεμικής εμπειρίας είναι μύθος “ισότητας”: κάθε μεμονωμένος νεκρός στρατιώτης είναι σημαντικό πρόσωπο, γιατί εκφράζει το ιδεατό της εθνικής κοινότητας ως μιας συντροφικότητας μεταξύ ίσων που μοιράζονται μια κοινή αποστολή. 39


Τα Βασιλικά Ανάκτορα από τα νοτιοδυτικά, γύρω στα 1860.

40


41


Γενική άποψη της πλατείας των παλαιών Ανακτόρων, Νοέμβριος 1925.

42


Εργασίες εκχωμάτωσης του χώρου μπροστά από τα παλαιά Ανάκτορα για τη διαμόρφωση του μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη, 1928.

43


Γενική άποψη των παλαιών Ανακτόρων από τη λεωφόρο Αμαλίας κατά τη διάρκεια των εργασιών εκχωμάτωσης του χώρου για την κατασκευή του μνημείου, 1929. Γενική άποψη των παλαιών Ανακτόρων κατά τη διαμόρφωση για την κατασκευή του μνημείου, 1929.

44


Γενική άποψη των παλαιών Ανακτόρων από τη λεωφόρο Αμαλίας κατά τη διάρκεια των εργασιών εκχωμάτωσης για τη διαμόρφωση του μνημείου, 1929. Εργασίες διαμόρφωσης του αναλημματικού τοίχου του μνημείου.

45


Λιθοξόος “ξεχονδρύνει” το περίγραμμα του αναγλύφου, 1931.

46


Πρόπλασμα της ανάγλυφης παράστασης με το νεκρό οπλίτη, έργο του Φωκίωνα Ρωκ.

47


Άποψη της πλατείας Ανακτόρων κατά την τελετή των αποκαλυπτηρίων του Άγνωστου στρατιώτη, 25 Μαρτίου 1932. Στιγμιότυπο από την τελετή αποκαλυπτηρίων του Άγνωστου Στρατιώτη, 25 Μαρτίου 1932.

48


Το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη καλυμμένο από στεφάνια, 1933. Το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, 1933.

49


Τα παλαιά Ανάκτορα φωταγωγημένα την ημέρα των γάμων του Παύλου και της Φρειδερίκη, 1938.

50


51


Σκηνή από την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων από την Αθήνα, 1944.

52


Σκηνή από την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων από την Αθήνα 1944.

53


Κατάθεση στεφάνου από νεαρό ζευγάρι την ημέρα της Απελευθέρωσης, 12 Οκτωβρίου 1944.

54


Συγκεντρωμένο πλήθος την ημέρα της Απελευθέρωσης, 12 Οκτωβρίου 1944.

55


Κατάθεση στεφάνου από το διοικητή του αντιτορπιλικού πλοίου «Αδρίας», αντιπλοίαρχο Ιωάννη Τούμπα, 1944.

56


Κατάθεση στεφάνου από αναπήρους πολέμου, 1944. Ο Βρετανός αντιστράτηγος Ronald Scobie μπροστά στο μνημείο, 18 Οκτωβρίου 1944.

57


Ο αντιβασιλέας Δαμασκηνός, ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου, ο Βρετανός αντιστράτηγος Ronald Scobie μπροστά στο μνημείο, 18 Οκτωβρίου 1944.

58


Ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου και ο Βρετανός αντιστράτηγος Ronald Scobie καταθέτουν στεφάνια στον Άγνωστο Στρατιώτη κατά την επιστροφή της κυβέρνησης στην Ελλάδα, 18 Οκτωβρίου 1944.

59


Παρέλαση, π. 1945.

60


Οι πολεμικές σημαίες μπροστά στο μνημείο, 1944-1950.

61


Κατάθεση στεφάνου από μαθητές, 26 Οκτωβρίου 1949. Μαθητική παρέλαση, 24 Μαρτίου 1958.

62


63


Ανάπηροι πολέμου μπροστά στο μνημείο, 27 Οκτωβρίου 1950.

64


65


66


Κορίτσι ταΐζει τα περιστέρια μπροστά στο μνημείο, 1955. Περιστέρια μπροστά στο μνημείο, 1955.

67


Φρουροί με κρητική στολή, 1956. Φρουρός με κρητική στολή, 1956.

68


69


Τελετή μπροστά στο μνημείο, 1962.

70


71


Ναύτες μπροστά στο μνημείο, π. 1960.

72


Στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, 1958.

73


Κατάθεση στεφάνου, 1962.

74


Στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, 1962.

75


Το κτήριο της Βουλής, το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη και η πλατεία Συντάγματος, 1967.

76


Το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη σε ημέρα εθνικού πένθους, ο φρουρός κρατά το όπλο υπό μάλης, 1978.

77


Αλλαγή φρουράς, 1984.

78


Αλλαγή φρουράς, 1984.

79


Άποψη του μνημείου από το κτήριο της Βουλής, 2009.

80


81


82


ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΕΠΟΧΗΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΟ ΜΝΗΜΕΙΟ του Αγνώστου Στρατιώτη

Εις την παρά πάσαν λογικήν και καλαισθησίαν και παρά την εξέγερσιν της Κοινής Γνώμης επικράτησιν της Σκυθικής εμπνεύσεως να εκσκαφή η πλατεία των Παλαιών Ανακτόρων δια να μεταβληθή εις μάνδραν παριστάνουσαν το Μνημείον του Αγνώστου Στρατιώτου, προστίθεται τώρα το φυσικόν συμπλήρωμα: έν γλυπτικόν κακούργημα εκ προμελέτης. Ένας γυμνός πολεμιστής, νεκρός, όπως υποτίθεται, προσπαθεί να συντρίψη την σπονδυλικήν του στήλην καμπυλούμενος αγωνιωδώς εις υπτίαν στάσιν και στηρίζων την ανεστραμμένην κεφαλήν του επί του «λόφου» της περικεφαλαίας του. Αυτήν την βαρβαρικήν αθλιότητα ενέκρινεν επιτροπή καλοπροαιρέτων ανθρώπων, οι οποίοι, μα την αλήθειαν, ήσαν άξιοι καλυτέρας τύχης, κιαι διά την εκτέλεσίν της επί μαρμάρου το κράτος πληρώνει ξένον «εκτελεστήν» με 300 χιλιάδας δραχμών. Εάν υπάρχη εις αυτόν τον τόπον αυτοσεβασμός και ευλάβεια προς την ιδέαν της αποτίσεως τιμής εις τον Άγνωστον Στρατιώτην και στοιχειώδης λογική και καλαισθησία, οι πολίται πρέπει να ανατινάξουν δια δυναμίτιδος το υβριστικόν γλυπτόν και τον μαρμάρινον μανδρότοιχον που συγκρατεί την βάσιν των Παλαιών Ανακτόρων και να συλλάβουν όλα τα μέλη της επιτροπής που το ενέκρινε το έργον αυτό και να τα αναγκάσουν να σταθούν εις την εικονιζομένην στάσιν επί μίαν ώραν εις τον τόπον του μαρμαρίνου εγκλήματος.

Ο Υπουργός των Στρατιωτικών προκηρύσσει διαγωνισμόν μεταξύ Ελλήνων Αρχιτεκτόνων, Γλυπτών και Ζωγράφων, διά την υποβολήν μελέτης ανεγέρσεως τάφου Αγνώστου Στρατιώτου εις την έμπροσθεν των Παλαιών Ανακτόρων Πλατείαν, καταλλήλως προς τούτο διαρρυθμιζομένην […]. Η προκήρυξη δημοσιεύεται στην εφημερίδα Εσπέρας (3 Μαρτίου 1926) με υπογραφή του υπουργού Στρατιωτικών, Θ. Πάγκαλου (Αρχείο Βιβλιοθήκης της Βουλής).

Ο «καλλιτεχνικός κόσμος…» Είναι ίσως από τας σπανίας περιπτώσεις που ολόκληρος ο καλλιτεχνικός κόσμος, ο κόσμος των αρχιτεκτόνων, των γλυπτών, των ζωγράφων, είναι σύμφωνος και δεν ήταν σύμφωνον μόνον το υπουργείον των Στρατιωτικών. (…) Ο τρόπος της ανεγέρσεως ενός τόσον σημαντικού μνημείου (του Αγνώστου Στρατιώτου) ανήκει εις εκείνους οι οποίοι είναι αρμόδιοι να δώσουν την καταλληλοτέραν συμβουλήν περί της επιτυχούς λύσεως αυτού του προβλήματος, δηλαδή εις τους αρχιτέκτονας, εις τους γλύπτας και εις τους ζωγράφους (…). Ήλθε το ζήτημα ενώπιον της Οικουμενικής Κυβερνήσεως και κατόπιν της επιμονής και της ιδικής μου κατηρτίσθη μία επιτροπή εξ αρχιτεκτόνων, γλυπτών, ζωγράφων και τινών στρατιωτικών, η οποία απεφάνθη κατά πλειοψηφίαν των 2/3 και κυρίως των καλλιτεχνικών μελών αυτής ότι το καταλληλότερον μέρος δεν ήτο η πλατεία των Ανακτόρων (…). Θα παρεκάλουν λοιπόν τον Πρόεδρον της Κυβερνήσεως και την Κυβέρνησιν ολόκληρον να μελετήση το ζήτημα και να συμβουλευθή τέλος πάντων και τους καλλιτέχνας.

ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ 13 Ιουλίου 1931

Το ανάγλυφον το οποίον λίαν προσφυώς παρωμοιώθη με τον Ταχράν βέη στηρίζοντα κοτρώναν επί της κοιλίας, εις επίδειξιν της φακιρικής αντοχής του και το οποίον λαξεύεται αυτήν την στιγμήν εις μήκος εξ μέτρων επί των βράχων του μνημείου εις την πλατείαν των παλαιών ανκτόρων, και πρόκειται να συμβολίζη δήθεν την άμωμον ιδέαν του αγνώστου στρατιώτου, αφ’ ης εδημοσιεύθη εις τα «Αθηναϊκά Νέα»

Αλέξανδρος Παπαναστασίου, Πολιτικά κείμενα (1908-1936) 12 Ιουλίου 1929-Αναγόρευση στη Βουλή – Π.Κ., σελ. 616-617

83


συνετάραξε και τον επισημον και τον καλλιτεχνικόν κόσμον αλλά και τους απλούς πολίτας που έχουν συναίσθησιν της επιβαλλομένης διά παρόμοιον μνημείον σεμνότητος. Η κυβέρνησις ησχολήθη χθες με το έγγλυφον αυτό αμάρτημα και αι υπηρεσίαι των υπουργείων απεκδύονται πάσης καλλιτεχνικής ευθύνης διά τον λαξευόμενον φακίρην. Εν τέλει απεφασίσθη όπως αναβληθή πάσα ενέργεια μέχρι της αφίξεως του κ. πρωθυπουργού ενεργώς αναμιχθέντος εις το ζήτημα του μνημείου.

Με τη φτωχή μου αισθητική αντίληψι βρίσκω πως το ανάγλυφον του Αγνώστου Στρατιώτου είνε μία κλασσική επαλήθευσις αυτού του ορισμού. Κυττάξτε τη φωτογραφία του και ας συζητήσωμε. Με ένα «πραγματικό αντικείμενο» −ένα ανθρώπινο κορμί πεθαμένο, συμβολίζει ένα κύριο χαρακτήρα, μια κεντρική ιδέα− την πατριωτική θυσία−καθαρωτέρα και τελειότερα από ό,τι το αντίστοιχο πραγματικό αντικείμενο, ήγουν ένα οποιοδήποτε πτώμα πολεμιστού, σκοτωθέντος εις την μάχην.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ 14 Ιουλίου 1931

ΕΘΝΟΣ 25 Σεπτεμβρίου 1931

Ο γλύπτης ο οποίος ετόλμησε να αναλάβη την προσωποίησιν της ιεράς ιδέας του Αγνώστου Στρατιώτου και κατεσκεύασε το γνωστόν μετέωρον εξάμβλωμα, δικαιολογείται ισχυριζόμενος ότι η από των στηλών μας δημοσιευθείσα φωτογραφία του κακοτεχνήματός του, ηλλοίωσε τας αποστάσεις του έργου του. Όλα θα τα επερίμενε κανείς. Αλλά το ότι ο μέχρι σήμερον θεωρούμενος αδιάψευστος φακός της φωτογραφικής μηχανής μετέβαλε την καλλιτεχνικότητα του αριστουργήματος εις τερατουργικήν παράστασιν, είνε εύρημα ανθρώπου πνιγομένου και ζητούντος να πιασθή από τα μαλλιά του. Αλλά ο γλύπτης ισχυρίζεται επίσης ότι το έργον του θα είνε ωραιότερον όταν θα το ιδούν τελειωμένον οι Αθηναίοι. Και εάν το έργον τελειώση –ο μη γένοιτο− δεν θα το ίδουν οι Αθηναίοι. Διότι υπάρχουν ακόμη εις τας Αθήνας μερικά σφυριά, και δεν θα χρειασθή να μετακληθή και άλλος Ιταλός μαρμαρογλύπτης διά την απόξεσιν.

—Ότι, όχι μόνον δεν είνε άσχημο –για μένα κριτήν− αλλά τουναντίον μόνον εδώ, μόνον εις την Ελλάδα, εις τας Αθήνας θα μπορούσε κανείς να το εμπνευσθή. Αυτό το μνημείον θα ήτο ακατανόητον αίφνης εις το Μόναχον ή εις την Λίλλην, εις το Παρίσι ή εις την Κολωνίαν. Δεν είνε διόλου απλό και εύκολο να φαντασθή κανείς αυτό το αρχιτεκτονικόν σύνολον που πραγματοποιεί το ωραιότατον αυτό μνημείον, ο απλός, λιτός και απέριττος αρχιτεκτονικός τοίχος, με τις δυό μνημειώδεις σκάλες, τους διακοσμημένους νηφήλια αναβάθμους και την ανθισμένη εμπρός πλατειούλα, εις το βάθος της οποίας είνε ο τύμβος με την επάνω του ανάγλυφη μεγάλη πλάκα. Το μνημείον αρμονίζεται τελείως με την θέσιν εκεί, εμπρός εις το παληό παλάτι, το οικοδόμημα αυτό, που, σας βεβαιώ, δεν το βρίσκω διόλου εστερημένο ωμορφιάς και που είνε, πάντως, ρητώς ωραιότερο αρχιτεκτονικώς από τόσα άλλα μάλλον… κακόζηλα μέγαρα που υψώνονται τριγύρω. Ιδού τι είπα εις τον κ. Πρωθυπουργόν. Σύντομα, διότι αι στιγμαί του κ. Βενιζέλου είνε τόσον πολύτιμοι διά την Ελλάδα και μάλιστα διά την Ευρώπην (ναι, ναι, διά την Ευρώπην, διότι η ησυχία, ο κανονικός ρυθμός της πολιτικής ζωής εις τα Βαλκάνια –και ο κ. Βενιζέλος είνε μία εγγύησις όλων αυτών− ενδιαφέρει όλην την Ευρώπην). Σύντομα, λοιπόν, και απλά, όπως τα αισθάνομαι, αυτά είπα εις τον κ. Πρωθυπουργόν. Όπως επίσης του είπα ότι το γλυπτόν, το οποίον ηδυνήθην να ίδω από όπου έπρεπε, επειδή είχαν την ευγένειαν προς χάριν μου ν’ αφαιρέσουν το ξύλινον κάλυμμα, είνε πολύ καλόν, πολύ χρηστόν και ως εκτέλεσις. Λίγοι γλύπται θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν έτσι την εκτέλεσιν.

ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ 16 Αυγούστου 1931

Βεβαίως δεν είνε ο δημιουργός του τερατουργήματος ο κ. Κ.Δημητριάδης, όπως άφησε να πιστευθή τούτο ο αρχιτέκτων. Άλλωστε ο νεαρός γλύπτης διεκδικεί την πατρότητα και ισχυρίζεται ότι αδικείται «διά προσωπικούς λόγους»! Αδικείται από τον εαυτόν του διότι επίστευσεν ότι μετά πολλάς γλυπτικάς αποτυχίας και άδοξον εξαφάνισιν εκ του καλλιτεχνικού στερεώματος, ήτο εις θέσιν να λαξεύση το μεγαλειωδέστερον μνημείον της Ελλάδος, το οποίον η κοινή καλαισθησία, η ελληνική αισθητική, το ήθελε απέριττον, άνευ θεατρισμών και άνευ γλυκαναλάτων ρωμαντικοτήτων. Υπέρ της απλοποιήσεως της ελληνικής καλαισθησίας και εναντίον της βεβηλώσεως των ιερωτέρων μας ιδεωδών εξηγέρθημεν. Εναντίον του εξωφθάλμου τερατουργήματος εξεγείρεται η κοινή γνώμη, η οποία δυσκόλως θα αντικρύση τον εξάμετρον νεκρόν χωρίς να μυκτηρίση την κακότεχνον αναπαράστασίν του. Δι’ αυτό και πρέπει να φύγη από την θέσιν του. Η δαπάνη της αποξέσεως και αποφράξεως θα είνε 5.000 δραχμαί. Θα γίνη η απόξεσις κοινή συνεισφορά των Αθηναίων ευγνωμονούντων. Ν.Γ.

—Μαιτρ, είμαι ιδιαίτερα ευτυχής που ακούω τέτοια τη γνώμη σας για τον «Άγνωστον» μας. Έβρισαν τόσω πολύ αυτό το γλυπτόν και το έβρισαν τόσω αυθαίρετα χωρίς καμμιά απολύτως ανάλυσι ή εξήγησι πράγματι κριτική, καλλιτεχνική, ώστε ενόμισα καθήκόν μου να πω ότι, όχι βέβαια ως ειδικός και ως τεχνοκρίτης που δεν είμαι, εύρισκα την αλήθεια εις το αντίθετο ακριβώς μέρος των επικρίσεων. —Αγαπητέ μου, έχω… ασχημίση πολλά τοπία με τ’ αγάλματά μου που έχουν στηθή εις αυτά και έχω ακούση άπειρες φορές τον εξάψαλμο. Αλλά νομίζετε πως οσάκις βρίζουν ένα έργο τέχνης βρίζουν πάντοτε αυτό καθ’ εαυτό το έργον; Συνήθως βρίζουν μάλλον τον καλλιτέχνην. Εννοείται ότι εγώ έχω συνηθίση και δεν δίνω πεντάρα. Κάνω ό,τι μπορώ καλλίτερο, όπως το νοιώθω. Έπειτα… μένω με την θεία ελπίδα να κάνω

ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ 24 Αυγούστου 1931

84


«Εναντίον του Ξέρξου»

αύριο κάτι καλλιτερο. Πρό του πολέμου έκανα ένα «γκρούπο». Δέκα οκτώ μορφές ύψους 4.50 μέτρου από μπρούντζο. Ένα μνημείο ιστορικό. Η Άννα της Βρεττάνης ανήρχετο τα σκαλοπάτια του Θρόνου διά να καθήση δίπλα εις τον βασιλέα της Γαλλίας. Τί δεν μου έσυραν τότε. Εταπείνωνα, λέει, την Βρεττάνην! Εχάλασε ο κόσμος για να μη στηθή. Σήμερα θα χάλαγε ο κόσμος αν απεπειρώντο να το πάρουν από κει.

Και καλούνται από αύριον αι Ελληνίδες μητέρες, αι πονεμέναι γυναίκες που έχασαν τα αγόρια των εις τα πεδία των μαχών, από της εσχατιάς της Μακεδονίας και της Θράκης μέχρι της Μικράς Ασίας, καλούνται αι άμοιροι μητέρες της Ελλάδος να κλαύσουν τους νεκρούς των προ του αναγλύφου του γυμνού πολεμιστού που ηγωνίσθη… εναντίον του Ξέρξου. ΤΟ ΤΑΛΛΗΡΟΝ

—Το γλυπτόν του «Αγνώστου» μας το κατηγορούν ως αφυσίκως άκαμπτον, πολύ πτωματώδες, άπρεπο για την ιδέα που συμβολίζει. —Θα ήθελαν, λοιπόν, κανένα γλυπτόν χοροπηδών; Ή μήπως κανένα φοβερόν στρατιώτην με κράνος και λόγχην και χειροβομβίδας, σαν αυτούς που ασχημίζουν κατά εκατοντάδας την Γαλλίαν και που άλλως είνε απολύτως ψεύτικα δημιουργήματα φαντασίας ανθρώπων που προφανώς δεν είδαν τον πόλεμο; Είνε κρίμα που ο χώρος μου απαγορεύει την δυνατότητα της συνεχείας, για άλλα θέματα, της κουβέντας με τον διαπρεπή ξένο μας. Άλλως τε, ίσως, είνε προτιμότερο να σταματήσωμε εις την αποφασιστική αυτή εγκυρότητα –εγκυρότερη πάντως από τη γνώμη μερικών «εστέτ» δικών μας− κρίσι του Γάλλου ακαδημαϊκού. Και, υποθέτω, δεν θα κριθή αδικαιολόγητος μία απλή ερώτησίς μας: Πού να είνε, τί να κάμνουν και προ πάντων τί να λεν άραγε έπειτα από αυτήν την γνώμη του Κ. Μπουσέ οι φοβεροί εν ονόματι… της Τέχνης υποκινηταί της ιδέας μιας σταυροφορίας με σφυριά που θα «απήλλασσε την πόλιν από το… ανοσιούργημα»; Π. ΜΟΣΧΟΒΙΤΗΣ

Τον φανταζόμουνα τον αφανή αγωνιστήν σε μια χαράδρα πεσμένο στα χώματα πλαγιαστά με γυρμένο το κεφάλι τ’ αναμαλλιασμένο έτσι όπως γίνεται στο φυσικό, δίπλα του η κάσκα κατατρυπημένη κλπ. Μεις εδώ είδαμε, να κάνη ηλιοθεραπεία ένας σφιχτοδεμένος αρχαίος στρατιώτης, με φλέβες που σφύζουν από αίμα». ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ 31 Μαρτίου 1932

ΕΘΝΟΣ 18 Οκτωβρίου 1931

Σ’ όλους εκείνους τους λησμονημένους νεκρούς παρεχωρήθη μεγαλειώδης τάφος. Χαροκαμένες μαννούλες, πονεμένες αδελφές, απαρηγόρητες γυναίκες εκείνων που έπεσαν, δεν είναι ανάγκη τώρα ν’ αφήνετε τη θλιβερή σκέψι σας να πλανάται στα έρημα, φρικαλέα πεδία των μαχών. Έχετε εδώ έναν ωραίον τάφον, απάνω στον οποίον μπορείτε να χύσετε τα δάκρυά σας, με την πλαναίσθησι, ότι μπορεί καμμιά φορά να είναι και ο τάφος του δικού σας νεκρού. ΕΣΠΕΡΙΝΗ 27 Μαρτίου 1932

Δυστυχώς η Τέχνη δεν εισηκούσθη, το τερατούργημα συνετελέσθη και αι Αθήναι αντί Μνημείου Αγνώστου Στρατιώτου απέκτησαν Λιμενικά Έργα καταστρέφοντα το καλλίτερον σημείον της πρωτευούσης. Δύναται να υπάρξη επανόρθωσις; Ίσως ναι, αν αποφασισθή να επαναχωσθή όλη η εκσκαφή και να θεωρηθούν απολεσθέντα τα εκατομμύρια που εδαπανήθησαν, όπως απωλέσθησαν τόσα άλλα σπαταληθέντα ασκόπως υπό του Ελληνικού Κράτους. Αλλά θα έχη κανείς το θάρρος να το ομολογήση; Εάν ναι, τόσον το καλλίτερον διά τας Αθήνας. ΕΣΤΙΑ 27 Μαρτίου 1932

85



Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΠΟΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Μάρω Αδάμη-Καρδαμίτση Αλέξανδρος Παπαγεωργίου-Βενετάς


Σχέδιο κήπου αγγλικού τύπου για την εκσκαφή του πρώτου τμήματος του Βασιλικού κήπου, 1839.

88


Ludwig Lange, Η πηγή της Καλλιρρόης, όπου διαμορφώθηκε ο Κήπος, 1835.

Ό

πως είναι γνωστό τα Ανάκτορα των Αθηνών, η σημερινή Βουλή των Ελλήνων, ανεγέρθηκαν από τον Όθωνα, τον πρώτο βασιλιά του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Το κτήριο θεμελιώθηκε το 1836 βάσει σχεδίων του Βαυαρού αρχιτέκτονα Friedrich von Gärtner. Η επιλογή του συγκεκριμένου σημείου όπου κτίστηκαν τα Ανάκτορα υπήρξε πολύ επιτυχής, διότι προσέφερε έναν ανοικτό περιβάλλοντα χώρο σε υπερυψωμένη θέση, η οποία εξασφάλιζε άριστες οπτικές διασυνδέσεις.* Ξενίζει, ωστόσο, το γεγονός ότι ο Gärtner δεν έδειξε ενδιαφέρον να εντάξει τα Ανάκτορα στον πολεοδομικό ιστό τόσο της παλαιάς όσο και της νέας πόλης. Το οικοδόμημα ανεγείρεται σε μία προνομιούχο θέση που γεννά αυθορμήτως τη σκέψη δημιουργίας μιας εκτεταμένης περιοχής πρασίνου, η οποία θα μπορούσε να εκτείνεται από τις κλιτύς του Λυκαβηττού μέχρι τις όχθες του Ιλισσού. Και πράγματι, αργότερα το νότιο τμήμα αυτής της περιοχής θα αποκτήσει ενιαίο χαρακτήρα ζώνης αναψυχής στο κέντρο της πόλης, καθώς θα περιλάβει το Βασιλικό κήπο, τον κήπο του Ζαππείου, το χώρο του Ολυμπιείου και τον αναδασωμένο λόφο του Αρδηττού. Ωστόσο, ο αρχιτέκτονας των Ανακτόρων αγνόησε αυτήν τη δυνατότητα.

αυτού, προτείνεται μία οδός περιπάτου με δενδροστοιχίες, η οποία εφάπτεται μετωπικά στο κτήριο, χωρίς να καταλήγει πουθενά. Στο διάγραμμα του Gärtner εκείνο που εντυπωσιάζει είναι η ψυχρή αυστηρότητα της αξονικής συμμετρίας και το γεγονός ότι δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη η κλίση του εδάφους προς νότο. Ακριβείς προτάσεις για τη διαμόρφωση του κήπου δεν γίνονται. Έτσι, το σκαρίφημα υποβάλλει την ιδέα ότι πρόκειται μάλλον για διακοσμητική πλαισίωση της κάτοψης των Ανακτόρων, παρά για σχεδιαστική έκφραση μιας ιδέας για τη διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου. Ευτυχώς, το αρχικό αυτό σχέδιο –τελείως ξένο προς την ιδέα του πάρκου σε μορφή φυσικού τοπίου, που τόσο ταίριαζε στο φυσικό περιβάλλον της Αθήνας– δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Η πολεοδομική ένταξη των Ανακτόρων στην κάτοψη της πόλης έγινε αργότερα, με βάση το σχέδιο του αρχιτέκτονα και υπολοχαγού Hoch. Το σχέδιό του, το οποίο εκπόνησε επιτόπου, συνιστά μια συγκεκριμένη πολεοδομική πρόταση διευθέτησης του χώρου γύρω από τα Ανάκτορα. Προβλέπει μνημειακή πλατεία, διαστάσεων 215 x 150 μ., μπροστά στη δυτική πρόσοψη των Ανακτόρων. Το ακριβές περίγραμμα του Kήπου απουσιάζει από αυτό το σχέδιο. Το λεγόμενο «σχέδιο Hoch» εγκρίθηκε με το διάταγμα της 22ας Μαΐου/2 Ιουνίου 1837 ως οριστικό σχέδιο διαμόρφωσης της περιοχής δυτικά των Ανακτόρων, και στις κύριες γραμμές του εφαρμόστηκε πιστά. Λίγο αργότερα, σε πρωτόκολλο εργολαβίας του 1839 για την εκσκαφή του πρώτου τμήματος του Βασιλικού κήπου, έχουμε την πρώτη απόπειρα χάραξης κήπου αγγλικού τύπου.

Η ενασχόλησή του Gärtner με τη διαμόρφωση του τοπίου που επρόκειτο να περιβάλλει τα Ανάκτορα υπήρξε μάλλον συμβατική. Ενδεικτικό είναι ότι σε ένα σχέδιό του ο Gärtner αποτυπώνει σχηματικά την πρότασή του για τη διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου και τη διάταξη του Βασιλικού κήπου. Σε αυτό απουσιάζει εντελώς η απεικόνιση των κυρίων οδών της πρωτεύουσας σε σχέση με τα Ανάκτορα, και της κυριότερης τότε οδού που είχε ήδη διανοιχθεί στην παλαιά πόλη, της οδού Ερμού. Ανατολικά των Ανακτόρων και σε άμεση επαφή με αυτά, ο Gärtner σχεδιάζει ένα μεγάλο ημικύκλιο, διαμέτρου 500 μ. και επιφάνειας 120 στρεμμάτων, ως αυστηρά γεωμετρικό κήπο γαλλικού τύπου. Στις άλλες πλευρές σχεδιάζει υπαινικτικά μικρούς διακοσμητικούς οπωρόκηπους, ενώ δεν προβλέπει ευρύχωρο προαύλιο. Αντ’

Η δημιουργία όμως του Βασιλικού κήπου, του πρώτου οργανωμένου μεγάλου παραδείγματος κηποτεχνίας στην Ελλάδα, οφείλεται στη νεαρή σύζυγο του Όθωνα, Αμαλία. Κατά τη διάρκεια της εικοσιπεντάχρονης παραμονής της στην Αθήνα (1837-1862) η δημιουργία του Βασιλικού κήπου έμελλε να γίνει το σημαντικότερο έργο της ζωής της. Μόνη της, με καλαισθησία, θελη-

* Το κείμενο αποτελεί, στο μεγαλύτερο μέρος του, περίληψη των άρθρων του Αλέξανδρου Παπαγεωργίου-Βενετά και της Μάρως Καρδαμίτση-Αδάμη, που περιλαμβάνονται στον τόμο Το Κτήριο της Βουλής των Ελλήνων, (Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα 2009).

89


Μελέτη του Friedrich von Gärtner για τη διαμόρφωση του χώρου γύρω από το κτήριο των Ανακτόρων.

Το σχέδιο του Hoch για τη διαμόρφωση του χώρου μπροστά από το κτήριο των Ανακτόρων που εφαρμόστηκε το 1837.

ματικότητα και πείσμα διηύθυνε προσωπικά τη διαμόρφωση και τη φύτευση του Κήπου, τον οποίο εξακολουθούσε να φροντίζει και να εμπλουτίζει μέχρι την αποχώρησή της από την Ελλάδα.

μείας του Πανεπιστημίου Xaverius Landerer και του Αθηναίου αρχιτέκτονα Παναγή Βρετού-Κάλκου.

Ήδη αμέσως μετά το γάμο της και την εγκατάστασή της στην Ελλάδα η νεαρή βασίλισσα είχε ασχοληθεί με την οργάνωση του κήπου των οικιών Βούρου και Αφθονίδου, που φιλοξενούσαν το βασιλικό ζεύγος. Το μικρό αυτόν κήπο διαμόρφωσε κατά το γαλλικό πρότυπο με αυστηρά γεωμετρικά παρτέρια, ενώ δίπλα του μερίμνησε και για έναν οπωρόκηπο Φρόντισε επίσης και τον κήπο του Μεγάρου Κοντόσταυλου, όπου κατοικούσε ο Όθωνας από την εγκατάστασή του στην Αθήνα και μέχρι το γάμο του.

Ο Βασιλικός κήπος διαμορφώθηκε σύμφωνα με τις αρχές του αγγλικού τύπου του 18ου αιώνα σε ύφος «γραφικό» ή φυσικό. Γέφυρες, παγκάκια, πέργκολες, σπηλιές, μικρά περίπτερα. Ένας ελεύθερα διαμορφωμένος μεσογειακός κήπος, όπου όλα όμως είχαν στην πραγματικότητα προσεκτικά μελετηθεί. Η Αμαλία στάθηκε τυχερή καθώς μπόρεσε να συμπεριλάβει στον Κήπο σπαράγματα από αρχαία αγάλματα και κτίσματα, που βρέθηκαν κατά τις εκσκαφές του χώρου. Παραστάτες στο έργο της είχε η Αμαλία τον αυλάρχη Σκαρλάτο Σούτσο και τον ποιητή Θεόδωρο Ορφανίδη.

Στα γράμματα που αντάλλασσε με τον πεθερό της Λουδοβίκο Α΄ της Βαυαρίας μιλάει συχνά για τον Κήπο της. Σε ένα γράμμα του ο Λουδοβίκος γράφει σχετικά με τα δένδρα που αυτή φύτεψε σε έναν κήπο: «Με πολλή ευχαρίστηση έμαθα πως εμφύτευσες πολλά δένδρα. Σε παρακαλώ πολύ γράψε μου αν εμφύτευσες και πλατάνια. Πυκνές σειρές σκιερών δένδρων θα φέρουν πολλή δροσιά κατά το καλοκαίρι στην Αθήνα». Αναφέρεται άραγε στον κήπο του Μεγάρου Κοντόσταυλου, τον κήπο της οικίας Βούρου ή στον κήπο της Πλατείας Κλαυθμώνος, τον πρώτο κήπο που δενδροφύτευσε ο Βαυαρός γεωπόνος Smarat, πριν αναλάβει τη φροντίδα του Βασιλικού κήπου;

Το 1847 τα αρχικά όρια του Κήπου διευρύνθηκαν. Τότε ανατίθεται η διαμόρφωση του στο Γάλλο κηποτέχνη François Louis Bareaud, ο οποίος σχεδίασε το δίκτυο των δρομίσκων του και καθόρισε τη μορφή και τη θέση των διακοσμητικών στοιχείων, των μικρών κτισμάτων, των υδάτινων επιφανειών και των περίφρακτων χώρων του. Το σχέδιο του Κήπου, όπως το φιλοτέχνησε ο Bareaud, σώζεται στο Μόναχο (στο μουσείο της κοινότητας του Ottobrunn). Πρόκειται για ένα σπανίας ιστορικής αξίας τεκμήριο, μια έγχρωμη λιθογραφία με τίτλο Plan du jardin Royal à Athènes σε κλίμακα 1:1000 και με πλήρη υπομνηματισμό όλων των επί μέρους στοιχείων.

Με πρωτοβουλία της Αμαλίας για τη διευθέτηση του Βασιλικού κήπου συστήθηκε ειδική επιτροπή. Ο πρόεδρός της καθηγητής Βοτανικής Nikolaus Karl Fraas είχε και την ευθύνη του συντονισμού των εργασιών και της προμήθειας των φυτών. Τη φροντίδα του Κήπου είχε αρχικά ο Βαυαρός γεωπόνος Smarat με βοηθό τον Πρώσο κηπουρό Friedrich Schmidt, ο οποίος και τον διαδέχθηκε. Ο Schmidt παρέμεινε η ψυχή του Κήπου μέχρι το θάνατό του το 1889.

Ελάχιστες είναι οι αλλαγές που έχει υποστεί μέχρι σήμερα ο Κήπος σε σύγκριση με την αρχική του μορφή, όπως αυτή απεικονίζεται στο σχέδιο. Έτσι, απουσιάζουν από το σχέδιο αυτό το παρτέρι με το ηλιακό ρολόι, η δενδροστοιχία με τις ουασιγκτώνιες (φοίνικες) της δυτικής εισόδου, η μεγάλη πέργκολα με τις γλυσίνες, η βόρεια και η ανατολική είσοδος, που προστέθηκαν αργότερα, και ο περίφρακτος χώρος των ζώων στα ανατολικά της μεγάλης λίμνης. Αντίστοιχα, κάποια άλλα στοιχεία, όπως ο μεγάλος λαβύρινθος –που ίσως και να μην δημιουργήθηκε ποτέ–, δεν υπάρχουν σήμερα.

Τον αρχικό σχεδιασμό του Βασιλικού κήπου φαίνεται να έκανε –πάντοτε υπό την καθοδήγηση της Αμαλίας– ο Βαυαρός αρχιτέκτονας κήπων Eduard von Riedel το 1848. Αναφέρονται όμως και τα ονόματα του καθηγητή χη-

Αρχικά, ο Βασιλικός κήπος ήταν κλειστός για το κοινό. Το 1854 αποφασίστηκε να ανοίγει ορισμένες ώρες για το λαό. Το ίδιο περίπου καθεστώς 90


Άποψη της Ακρόπολης από το Βασιλικό κήπο, 1901-1903.

Άποψη του Κήπου, δεκαετία 1910.

θιού, στο «ελβετικό» περίπτερο της Αμαλίας. και ένα μικρό καφενείο στην οδό Ηρώδου του Αττικού, δίπλα στο στρατώνα των Ευζώνων της Προεδρικής Φρουράς, που γρήγορα έγινε αγαπημένο στέκι των Αθηναίων. Κατά τη διάρκεια της κατασκευής του Μετρό ήρθαν στο φως στην περιοχή του Κήπου ένα νεκροταφείο ελληνιστικών και πρώιμων ρωμαϊκών χρόνων, τμήμα του υδραγωγείου του Πεισιστράτου και ένα μεγάλο συγκρότημα ρωμαϊκών λουτρών. Ένα ακόμα λουτρό ήρθε στο φως κατά μήκος της λεωφόρου Βασιλίσσης Αμαλίας.

συνέχισε να ισχύει και επί Γεωργίου Α΄. Στις αρχές του 20ού αιώνα ο Κήπος ήταν ανοικτός Τετάρτη και Παρασκευή 4-6 μ.μ. το καλοκαίρι και 3-5 μ.μ. το χειμώνα. Ορισμένες μόνο γνωστές αθηναϊκές οικογένειες είχαν το προνόμιο να διαθέτουν κάρτες εισόδου τις οποίες προμήθευε το Αυλαρχείο. Από το 1917, μετά την παραίτηση του Κωνσταντίνου Α΄, ο Κήπος εκ των πραγμάτων γίνεται «Εθνικός» –ονομασία που θα διατηρήσει έως σήμερα. Εν τω μεταξύ τα βασιλικά ανάκτορα έχουν μεταφερθεί στα Ανάκτορα του Διαδόχου, στην οδό Ηρώδου του Αττικού (σημερινό Προεδρικό Μέγαρο). Το 1923 ο Κήπος χαρακτηρίστηκε κρατικός και παρέμενε ανοικτός για το κοινό καθημερινά από την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου. Χωρίς να αλλοιώνεται ο ρομαντικός χαρακτήρας του αγγλικού κήπου και το πνεύμα της αρχικής σύλληψης των δημιουργών του, τοποθετήθηκαν πολλά παγκάκια και σιδερένια καθίσματα, διανοίχθηκαν καινούριες είσοδοι, διαπλατύνθηκαν και διευθετήθηκαν τα μονοπάτια του, προκειμένου να μπορεί να φιλοξενηθεί μεγάλος αριθμός επισκεπτών. Πράγματι, από τότε και μέχρι σήμερα, ο Εθνικός κήπος αποτελεί τον αγαπημένο περίπατο των Αθηναίων.

Σήμερα ο Εθνικός κήπος έχει γύρω στα 7.000 δέντρα, 40.000 θάμνους και άλλα μικρότερα φυτά απ’ όλο τον κόσμο και αποτελεί κατ’ουσίαν και έναν ιδιαίτερα πλούσιο, ιστορικό, βοτανικό κήπο. Επτά είσοδοι οδηγούν σε αυτόν: μία από τη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, τρεις από την οδό Ηρώδου του Αττικού, δύο από το Ζάππειο και μία από τη λεωφόρο Βασιλίσσης Αμαλίας. Την παράδοση του γέρου κηπουρού Schmidt, που ταυτίστηκε με τον Κήπο, συνέχισε μια πλειάδα διευθυντών: Πέτρος Πάτσης (1887-1895), Σουκ (18951896), Ιωάννης Πάτσης (1897-;), Φρειδερίκος Καιζοκέφαλος (1923-1924), Αδριανός Κοσμάς (1924-1926), Ηρακλής Παπαθεοδώρου (1926-1945), Νικόλαος Ταμβάκης (1955-1985) και άλλοι.

Στο πέρασμα του χρόνου, στον Κήπο τοποθετήθηκε μια σειρά από μαρμάρινες προτομές με πρώτες αυτές του Ιωάννη Καποδίστρια (1866) και του Ελβετού φιλέλληνα Ιωάννη-Γαβριήλ Εϋνάρδου (1866), έργα του γλύπτη Ιωάννη Κόσσου. Ακολούθησαν οι προτομές του Σπυρίδωνα-Φιλίσκου Σαμάρα (1920), έργο του γλύπτη Μιχαήλ Τόμπρου, του Διονύσιου Σολωμού (1925), έργο του Θωμά Θωμόπουλου, και του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη (1926), έργο του Φωκίωνα Ρωκ. Το 1963 προστέθηκε μία ακόμα, ορειχάλκινη αυτή τη φορά, προτομή του ποιητή Jean Moréas (Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλου), έργο του Emile-Antoine Bourdelle.

Από το 1997 ο Κήπος περνά στην αρμοδιότητα της Περιφέρειας Αττικής. Το 2004 παραχωρείται για 90 χρόνια στο Δήμο Αθηναίων και ένα χρόνο αργότερα συγκροτείται ειδικό νομικό πρόσωπο με την ονομασία Δήμος Αθηναίων - Εθνικός Κήπος, αρμόδιο για τη διαχείρισή του. Ο κήπος της Αμαλίας, ο Βασιλικός και αργότερα Εθνικός κήπος, παραμένει ακόμη και σήμερα ένας από τους ωραιότερους κήπους, όχι μόνο της Αθήνας, αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης. Αγαπημένος τόπος διασκέδασης και παιχνιδιού των παιδιών προσελκύει πάντοτε στα σκιερά δρομάκια του μεγάλο αριθμό επισκεπτών. Φυσικά ένας τέτοιος κήπος απαιτεί συνεχή και αδιάκοπη φροντίδα. Στόχος της πολιτείας πρέπει να είναι η συντήρηση, διατήρηση και αποκατάστασή του, με σεβασμό στο αρχικό σχέδιο και την παράδοση.

Στη δεκαετία του 1950, για ένα μικρό διάστημα, λειτούργησε μέσα στον Κήπο και υπαίθριο θέατρο. Το 1984, σε μια γενικότερη προσπάθεια αναμόρφωσης του Κήπου, λειτούργησαν Βοτανικό Μουσείο μέσα στο μικρό, κομψό, διώροφο κτήριο, που είχε χτίσει ο Ερνέστος Τσίλλερ για το βασιλιά Γεώργιο. Παιδική Βιβλιοθήκη, με δύο αναγνωστήρια και αίθουσα παραμυ91


Η βασίλισσα έχει, ασύγκριτα, τον ωραιότερο κήπο του βασιλείου. Καλή χρονιά, κακή χρονιά ξοδεύουν για αυτόν πενήντα χιλιάδες δραχμές, το εικοστό των αποδοχών του αρχηγού του κράτους. Αν υπάρχει κάτι να ζηλέψει κανείς στο μικρό βασίλειο της Ελλάδας, είναι η κατοχή αυτού του μεγάλου κήπου. Λέω μεγάλου στην έκταση και όχι στο σχέδιο. Είναι ένας κήπος αγγλικού στυλ, γεμάτος από κυκλικές αλλέες, χωρίς μια λεωφόρο με μεγάλα δέντρα. Ένας κηπουρός της εποχής του Λουδοβίκου του 14ου θα σκανδαλιζόταν και θα φώναζε ότι η αυτής βασιλική μεγαλειότης εκτίθεται με αλλέες τέτοιου είδους. Ας μην κακοφανεί στον καλό Λενότρ: ο κήπος της βασίλισσας είναι ένα ωραίο πράγμα και ο κύριος Μπαρώ που τον δημιούργησε, ένας επιδέξιος άνθρωπος. Δίχως αμφιβολία, θα ήταν ίσως καλύτερα να αφήνονταν το πεδίο όπως ήταν, γυμνό, ακαλλιέργητο, καμένο και γεμάτο εδώ και κει από μερικά άγρια φυτά. Ο Θεόφιλος Γκωτιέ αγανακτούσε που έσπειραν εκεί πρασινάδες σε ένα μέρος τόσο γραφικό και καταστρέψανε τόσο όμορφους βράχους. Αλλά η βασίλισσα ήθελε να μαζέψει γύρω της σκιές, αρώματα, χρώματα, τιτιβίσματα πουλιών: Της έδωσαν ό,τι είχε ζητήσει. Εκείνοι που πέρασαν τρεις μήνες του καλοκαιριού στην Ελλάδα, ξαίρουν ότι το πιο πολύτιμο αγαθό, το πιο άξιο αναζήτησης είναι η σκιά. Βρίσκεις στο βασιλικό κήπο σύνολα όπου ο ήλιος δεν θα διεισδύσει ποτέ... Με μια καλή τύχη που δεν συμβαίνει παρά στους ευτυχείς, η βασίλισσα βρήκε, σκάβοντας τον κήπο της, τα ερείπια μιας ρωμαϊκής βίλλας. Κάπου διακόσια τετραγωνικά μέτρα μωσαϊκά. Επισκευάσανε ένα μέρος αυτού του πολύτιμου έργου, καταστρέψαν το υπόλοιπο και η βασίλισσα κατέχει σήμερα μια πελώρια στοά με πέντε ή έξη ωραιότατα τμήματα που το πάτωμά τους το έχουν προμηθεύσει οι Ρωμαίοι, την επίπλωση οι καμέλιες, τους τοίχους τα ροιάνθεμα. Το μεγαλύτερο θέλγητρο αυτού του κήπου, για τους ταξιδιώτες που έρχονται από τη Γαλλία, είναι ότι βλέπεις ν’ ανθίζουνε πάνω στο χώμα τα φυτά που εμείς καλλιεργούμε δίπλα σε μια σόμπα. Οι πορτοκαλιές του Λουξεμβούργου και του Κεραμεικού μοιάζουν πάντα κάπως με τα σγουρά δέντρα που δίνουν στα παιδιά για μπουναμάδες με έξη προβατάκια κι ένα βοσκό. Η βασίλισσα έχει ένα μικρό δάσος από πορτοκαλιές που είναι δέντρα και όχι παιχνιδάκια. Έχει φοινικιές ψηλότερες από του Βοτανικού κήπου του Παρισιού, που φυτρώνουν ανάμεσα σε μια πράσινη πελούζα. Ό,τι στοιχίζει πιο πολύ είναι η πελούζα και όχι οι φοινικές. Δεν θα μαθευτεί ποτέ πόσες φροντίδες χρειάζονται σε δουλειά και σε δροσερό νερό για να διατηρείς μέσα στην Αθήνα χλόη τον Ιούλιο μήνα. Είναι μια πολυτέλεια πραγματικά βασιλική... ...Η βασίλισσα αγαπά τον κήπο της όπως είναι. Αλλά θα τον αγαπούσε περισσότερο αν τα δέντρα θάταν πιο ψηλά. Λαχταρά ένα ψηλό δάσος. Δεν τόχει διόλου και δεν θα παρηγορηθεί ποτέ. Η φυτική γη είναι πολύ σπάνια, οι ρίζες των δέντρων δεν είναι αρκετά βαθειές, οι αέρηδες που φυσούν στην Αττική είναι εξαιρετικά σφοδροί: είδα κυπαρίσσια εκατοχρονίτικα να αναποδογυρίζονται μέσα σ’ ένα δευτερόλεπτο από το βοριά. Η βασίλισσα δεν θεωρεί τον εαυτό της ηττημένο. Υποχρεώνει τους κηπουρούς της να κλαδεύουν όλα τα δέντρα για να τους δώσει μπόι. Ύστερα από κάθε καταιγίδα, οι εργάτες βρίσκουν διακόσια ή τριακόσια δέντρα με τις ρίζες στον αέρα. Τα ξαναφυτεύουν όπως μπορούν και τα κλαδεύουν ακόμα πιο πολύ. ΕΝΤΜΟΝΤ ΑΜΠΟΥ, Η ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΟΘΩΝΟΣ «Η Σύγχρονη Ελλάδα» 1854 (μτφρ. Α. Σπήλιου, εκδ. Αφών Τολίδη 1972), σ. 106 κ.ε.

E. W. Rietschel – Fr. Hanfstaengl, Η βασίλισσα Αμαλία στον κήπο της, γύρω στο 1855.

92


93


Αστικά πάρκα. Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΤΟΠΙΩΝ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ

Ω

του με το ανάγλυφο της πόλης αλλά και τους αρχαιολογικούς χώρους και τα ιστορικά μνημεία της. Ο Εθνικός Κήπος, όπως σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε σταδιακά, αλλά και μέσω της εξέλιξής του ως δημόσιο πάρκο δεν αποτελεί απλά ένα σπουδαίο βοτανικό κήπο που συνέβαλε στην εξέλιξη της κηποτεχνίας και του τοπίου στην Ελλάδα, αλλά και τόπο ιδιαίτερης πολιτιστικής και ιστορικής σημασίας. Από τα είδη φυτών που εισήχθησαν για την κάλυψη των αναγκών του Εθνικού κήπου, ένας σημαντικός αριθμός εγκλιματίσθηκε και καθιερώθηκε στην ελληνική κηποτεχνία και στο ελληνικό τοπίο.

ς αστικό πάρκο εννοούμε καταρχήν έναν σημαντικής έκτασης τόπο που έχει δημόσια χρήση και είναι σήμερα πλέον ενταγμένος στον αστικό ιστό. Η θέση, το μέγεθος και η σχέση των τόπων αυτών, τόσο με τα στοιχεία του φυσικού ανάγλυφου της τοπογραφίας, όσο και με σημαντικές λειτουργίες της πόλης, διαφέρει κατά περίπτωση και σχετίζεται με την ιστορική τους διαδρομή αλλά και την ανάπτυξη της κάθε πόλης. Πρόκειται για κήπους που αρχικά ανήκαν σε σημαντικά κτήρια ή κτηριακά συγκροτήματα ή για ιδιόκτητες εκτάσεις σε γειτνίαση με αυτά, οι οποίοι αποτελούσαν τόπους για κυνήγι και αναψυχή. Οι περισσότεροι από αυτούς που αντανακλούν τις αισθητικές απόψεις και την οικονομική ευρωστία των ιδιοκτήτων τους, είναι μελετημένοι και οργανωμένοι από κηποτέχνες της εποχής τους, οι όποιοι σχεδιάζουν σύμφωνα με τις αρχές και την εξέλιξη της σημαντικής παράδοσης της τέχνης της κηποτεχνίας στην Ευρώπη ήδη από την εποχή της Αναγέννησης. Οι κήποι αυτοί αποτελούν μνημεία της πολιτιστικής παραγωγής της Ευρώπης, καθώς εκφράζουν ευρύτερες αισθητικές, σχεδιαστικές και ιδεολογικές αντιλήψεις της εποχής τους. Η απόδοση των τόπων αυτών σε δημόσια χρήση έγινε σταδιακά, ακολουθώντας τις ιστορικές εξελίξεις της Ευρώπης αλλά και τις ανάγκες που πρόεκυψαν μέσα από την ανάπτυξη και την οργάνωση των πόλεων.

Το πάρκο ως δημόσιος χώρος Η δημόσια χρήση σε μεγάλους ιδιωτικούς κήπους και πάρκα, δηλαδή η δυνατότητα της ελεγχόμενης πρόσβασης πολιτών σε αυτά από τους ιδιώτες που τα κατέχουν, διαπιστώνεται ήδη από την περίοδο της Αναγέννησης. Την εποχή αυτή διαμορφώνονται από την τάξη των ευγενών σημαντικοί ιδιωτικοί κήποι, που ανοίγουν στο κοινό συγκεκριμένες ώρες ή ημέρες ως τόποι ανάδειξης του κύρους των ιδιοκτητών τους. Η τακτική αυτή ακολουθείται και στη συνέχεια της ιστορίας πολλών κήπων της Ευρώπης και είναι ενδεικτικό ότι ο Εθνικός Κήπος προτού κηρυχθεί «κρατικός δημόσιος κήπος» (1923), όποτε ανοίγει στο κοινό από την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου, είναι προσβάσιμος στο μεγαλύτερο μέρος της έκτασής του και για λίγες ώρες την ημέρα, με την άδεια των Ανακτόρων.

Ο Εθνικός Κήπος της Αθήνας ανήκει στην κατηγορία των κήπων που σχεδιαστήκαν και οργανώθηκαν ως μέρος ενός σημαντικού ‒κυρίως από θεσμικής άποψης‒ κτηρίου: του κτηρίου των Ανακτόρων. Η επιλογή της θέσης του κτηρίου –επομένως και της ευρύτερης έκτασης που αποτέλεσε τον κήπο του– είχε ως συνέπεια τη δυνατότητα οργάνωσης ενός φυσικού τόπου μοναδικού ως προς το συσχετισμό

Η σύλληψη ωστόσο της ιδέας ενός πάρκου για τους πολίτες ανήκει στην εποχή του Διαφωτισμού, όταν αναγνωρίζεται μία από τις βασικές επιθυμίες και ανάγκες του ανθρώπου, αυτής του δικαιώματος της επαφής του με το φυσικό περιβάλλον ως συνθήκη βελτίωσης της ζωής του. Μία από τις πρώτες απόπειρες να εκφραστεί η αντίληψη αυτή ιδεολογικά αλλά και σχεδιαστικά στο τέλος του 18ου αιώνα 94


Κατόψεις ευρωπαϊκών αστικών πάρκων: Parco Villa Julia και Orto Botanico (Παλέρμο), Parc des Buttes Chaumont (Παρίσι), Pincio (Ρώμη), Jardini del Vaticano (Ρώμη).

η σύγχρονη εποχή: Οι υφιστάμενοι δημόσιοι κήποι ‒ εξυπηρετούν πραγματικά τους πολίτες;], θα αμφισβητήσει τον τρόπο σχεδιασμού των υφιστάμενων δημόσιων πάρκων και θα επιχειρήσει να διατυπώσει νέες αρχές σχεδιασμού της κηποτεχνίας που να ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες των πολιτών. Η άποψή του επικεντρώνεται στην πεποίθηση ότι ο “αγγλικός κήπος” που υπήρξε πρότυπο σχεδιασμού των πάρκων στη Γερμανία –με κύριο παράδειγμα τον Αγγλικό Κήπο (Englischer Garten) του Μονάχου– αναφέρεται στην αισθητική της μεσαίας αστικής τάξης και δεν αφορά την ολοένα αυξανόμενη εργατική τάξη που κατακλύζει τις πόλεις. Ο Migge έτσι προτείνει έναν περισσότερο ορθολογικό και λειτουργικό σχεδιασμό με γεωμετρικές φόρμες, συνεργάζεται με σημαντικούς αρχιτέκτονες της εποχής του, όπως ο Bruno Taut, και ασπάζεται τις αρχές της Neue Sachlichkeit και του “αρχιτεκτονικού” κήπου. Την ίδια περίπου εποχή διατυπώνεται και η άποψη της χρήσης γηγενών φυτών στο σχεδιασμό των κήπων –σε αντίθεση με τη συνήθη πρακτική εισαγωγής φυτών από αλλά μέρη της γης που ίσχυε εν γένει–, μια αντίληψη που εξυπηρετεί οικονομικά, αλλά ανταποκρίνεται και στις ευρύτερες εθνοκεντρικές και περιβαλλοντικές προσεγγίσεις που αναπτύσσονται σταδιακά.

(1799) αποδίδεται στον Friedrich Ludwig von Sckell, ο οποίος θα επανασχεδιάσει τον Αγγλικό Κήπο του Μονάχου με σκοπό να εξυπηρετηθεί «η επαναπροσέγγιση όλων των τάξεων της κοινωνίας που θα συναντηθούν ισότιμα στην φύση» (Olonetzky N., Sensations. A time travel through garden history [μτφρ. Α. Βοζάνη] σ. 77). Το έργο αυτό σηματοδοτεί ουσιαστικά την αφετηρία του σχεδιασμού αστικών πάρκων με δημόσια χρήση αλλά και την αναγνώριση της ανάγκης παροχής χώρων πρασίνου στους πολίτες. Ο κήπος του Μονάχου θα εντυπωσιάσει 50 χρόνια μετά την κατασκευή του, έναν από τους πρωτεργάτες του Central Park της Νέας Υόρκης, τον Andrew J. Downing, ο οποίος ενδεικτικά αναφέρει: «Όσο οπισθοδρομικοί και αν είναι οι Γερμανοί σε πολιτικά ζητήματα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι ιδιαίτερα προοδευτικοί στην προσέγγισή τους στο ζήτημα των δημόσιων πάρκων. Η δημοκρατική αυτή προσέγγιση είναι υποδειγματική για κράτη βαθιά δημοκρατικά όπως το δικό μας» (Olonetzky N., Sensations. A time travel through garden history [μτφρ. Α. Βοζάνη] σ. 86). Βρισκόμαστε στην περίοδο όπου σταδιακά οι χώροι πρασίνου χάνουν τη σημασία τους ως τόποι εξαιρετικής αισθητικής, και αποκτούν αξία ως τόποι σημαντικοί για τη βιωσιμότητα των ολοένα αναπτυσσόμενων πόλεων (κοινωνικοπολιτική άποψη και υγιεινή). Τα επόμενα χρόνια, τόσο σε ευρωπαϊκές πόλεις όσο και στην άλλη μεριά του Ατλαντικού, σχεδιάζονται και αποδίδονται στους πολίτες δημόσιοι χώροι πρασίνου.

Τα αστικά πάρκα όπως έχουν διαμορφωθεί στις περισσότερες πόλεις του κόσμου, αν και δεν ακολουθούν τους ίδιους κανόνες σχεδιασμού, έχοντας παραχθεί μέσα από διαφορετικές συγκυρίες και συχνά με διαφορετικό χαρακτήρα, παρουσιάζουν συγκεκριμένα κοινά χαρακτηριστικά που αναφέρονται κυρίως στον τρόπο με τον οποίο εντάσσονται στη ζωή της πόλης και των κατοίκων της.

Αστικό πάρκο Στις αρχές του 20ού αιώνα ωστόσο ο αρχιτέκτονας τοπίου Leberecht Migge (1881-1935), δημοσιεύοντας το άρθρο του «Der Hamburger Stadtpark und die Neuzeit: Die heutigen öffentlichen Garten ‒ dienen sie in Wahrheit dem Volke?» [Το αστικό πάρκο του Αμβούργου και

Το πάρκο ως προορισμός. ‘‘ Όπως ένα τοπίο-μυστικό’’ Ο σχεδιασμός των πάρκων βασίζεται σε συγκεκριμένες κάθε φορά αρχές οργάνωσης ιεραρχημένων πορειών και ενοτήτων φύτευσης 95


Κατόψεις ευρωπαϊκών αστικών πάρκων: Parque y Jardines de la Ciudadela (Βαρκελώνη), Πεδίον του Άρεως (Αθήνα), Parco del Valentino (Τορίνο).

και τις δράσεις της πόλης –καταφύγια εντέλει από το βλέμμα του “άλλου”. Ως τόποι προορισμού καλούν τον επισκέπτη να βιώσει μια αλληλουχία φυσικών θεμάτων και συνθηκών, κατευθύνοντας κάθε φορά το βλέμμα σε συγκεκριμένα σημεία μέσω της χάραξης της πορείας που ακολουθεί και της οργάνωσης της φύτευσης που την περιβάλλει. Η εμπειρία της επίσκεψης σε τέτοιου τύπου πάρκα προϋποθέτει εκτός από την επιθυμία της επαφής με ένα φυσικό τόπο και την αποδοχή της απόλαυσης συμμετοχής σε μια έντεχνη σκηνοθεσία του βλέμματος.

και ανάλογα με τις προθέσεις απέδωσε μια τυπολογία όπου ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά διαφοροποίησης αφορά στον τρόπο που “σκηνοθετείται” η δράση μας μέσα σε αυτά. Αν και υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι τόποι αυτοί “ανοίγονται” ως τόποι συνεύρεσης, διευκολύνοντας την ανάπτυξη κοινωνικών σχέσεων στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις, στις περισσότερες περιπτώσεις η κύρια δράση που φιλοξενούν είναι αυτή της μοναχικής απόδρασης, της συνεύρεσης με τον εαυτό μέσω της περιπλάνησης στη φύση. Η εμπειρία αυτή εξυπηρετείται όχι μόνο μέσω της επίδρασης αυτής καθαυτής της φύσης στον άνθρωπο, αλλά και μέσω του σχεδιασμού συγκεκριμένης τυπολογίας κήπων, ως τόπων όπου μπορεί κάνεις να περιπλανηθεί χωρίς κατ’ ανάγκην προορισμό, που μπορεί να “χαθεί”, ανακαλύπτοντας κάθε φορά νέα αξιοθέατα σημεία.

Το πάρκο ως μεταβατικός χώρος Τα αστικά πάρκα λόγω της κεντροβαρούς, όπως προαναφέρθηκε, θέσης τους στη σύγχρονη πόλη και του συσχετισμού τους με τα ιστορικά κέντρα των πόλεων στις περισσότερες περιπτώσεις, προσφέρονται επιπλέον και ως τόποι εναλλακτικής μετάβασης από το ένα σημείο της πόλης στο άλλο. Παρέχουν έτσι μια ιδιαίτερων συνθηκών μεταβατική πορεία, τόσο στους πολίτες, όσο και στους επισκέπτες της πόλης, ιδιαίτερα όταν –όπως στην περίπτωση του Εθνικού Κήπου– γειτνιάζουν με τόπους αρχαιολογικού ή τουριστικού ενδιαφέροντος. Οι ιδιαιτερότητες της μετάβασης αυτής δεν αφορούν μόνο την επιλογή ενός εξαιρετικά διαφορετικού περιβάλλοντος σε σχέση με το αστικό, αλλά και τη διάρκειά της –το χρόνο δηλαδή που αφιερώνεται σε αυτήν και που αν όχι απαραίτητα μεγαλύτερος συγκριτικά με άλλες επιλογές, μοιάζει διεσταλμένος. Η επιλογή

Η περίπτωση του Εθνικού Κήπου ανήκει ακριβώς στην παράδοση του σχεδιασμού κήπων ρομαντικής σχολής που χαρακτηρίζονται από τη δυνατότητα της «περιπλάνησης» και της «ανακάλυψης» τόπων που αποκαλύπτονται σταδιακά ή ξαφνικά (π.χ. στο γύρισμα μιας στροφής) στον περιπατητή. Σε αντίθεση με τον αστικό δημόσιο χώρο (πλατείες, πεζόδρομους κ.λπ.), όπου ο σχεδιασμός στοχεύει στην ανάπτυξη κοινωνικών σχέσεων μέσω της έντεχνης οργάνωσης περιοχών στάσης και κίνησης “ανοικτών” σε ένα μεγάλο εύρος κοινωνικών δράσεων, και όπου η εξυπηρέτηση της θέασης –του βλέπειν και του βλέπεσθαι– παίζει πρωταρχικό ρόλο, τα πάρκα αυτού του τύπου λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό ως καταφύγια από τη ζωή 96


Κατόψεις ευρωπαϊκών αστικών πάρκων: Parque de Maria Luisa (Σεβίλλη), Parco del Castello Sforzesco (Μιλάνο), Εθνικός Κήπος και παραπλήσιοι χώροι πρασίνου (Αθήνα).

των πολιτών, ως έκφραση μιας ευρύτερης πολιτικά στάσης που αφορά ‒μεταξύ άλλων‒ και την ποιότητα του αστικού εντέλει περιβάλλοντος. Εάν η δημόσια χρήση των πάρκων και η σταδιακή αναίρεση του αποκλεισμού τους αποτέλεσε ιστορικά κατάκτηση σε όφελος των πολιτών βρισκόμαστε σήμερα στην ανάγκη διατύπωσης στρατηγικών για μια νέα κατάκτηση εξίσου ριζοσπαστική και αναγκαία: τη διάχυση του αστικού πάρκου στο σύνολο της πόλης.

του αστικού πάρκου ως τόπου μετάβασης στην πόλη σημαίνει την απόφαση μιας μεγαλύτερης διάρκειας περίπατου με συγκεκριμένο προορισμό αλλά και την αναγνώριση της επιθυμίας για παράταση της διαδικασίας και του χρόνου μετάβασης, μία “αντίσταση” στις απαιτήσεις και τους χρόνους της ζωής στη σύγχρονη πόλη.

Επίλογος Τα αστικά πάρκα, είτε ως τόποι προορισμού, είτε ως τόποι μετάβασης, αποτελούν σημαντικά συστατικά στοιχεία της πόλης. Αν και μπορούν να νοηθούν ως παύσεις του αστικού ιστού, η δυναμική της “ασυνέχειας” που προσφέρουν εμπλουτίζει τις δράσεις και τις συμπεριφορές μας. Ως ζωντανοί μεταβαλλόμενοι οργανισμοί και ως κοινόχρηστοι χώροι έχουν ανάγκη εκσυγχρονισμού και συντήρησης τόσο σε επίπεδο υποδομών όσο και σε επίπεδο υποστήριξης της σχέσης τους με το άμεσο και ευρύτερο αστικό περιβάλλον. Έτσι η διάνοιξη μιας επιπλέον εισόδου που εξυπηρετεί τη συνέχεια ενός προτεινόμενου ιστορικού περιπάτου στην πόλη ή το κλείσιμο μιας άλλης για λόγους π.χ. ασφαλείας ενεργεί καθοριστικά στον τρόπο που συνδιαλέγεται ο τόπος αυτός με την πόλη αλλά και στο βαθμό επισκεψιμότητάς του. Η διασφάλιση της διατήρησης των ιστορικών δημόσιων πάρκων, αν και αυτονόητη σε προηγμένες πολιτιστικά κοινωνίες, οφείλει να κατοχυρώνεται νομικά από την πολιτεία και να αποτελεί συνείδηση 97


Ο κήπος μου έχει το πλεονέκτημα ότι από αυτόν φαίνονται οι ναοί, η θάλασσα, τα νησιά. Και τι ναοί! Τι θάλασσα! Τι βουνά! Βασίλισσα Αμαλία, 20 Νοεμβρίου 1847

Πανόραμα του Βασιλικού κήπου από το νότιο εξώστη των Ανακτόρων, γύρω στο 1860. Σχέδιο του Βασιλικού κήπου, όπου αποτυπώνονται όλα τα μορφολογικά του χαρακτηριστικά: χάραξη δρόμων, μικροαρχιτεκτονική, λιμνούλες, πέργκολες, φυτά. Αποδίδεται στο François-Louis Bareaud.

98


99


Ο ναός του Ολυμπίου Διός από το Βασιλικό κήπο, 1877.

100


Η πριγκίπισσα της Ουαλίας στην Αθήνα: το παλάτι και οι κήποι, η Ακρόπολη σε απόσταση, 1877.

101


Όπως σ’ όλα τα χρόνια, έτσι και τότε οι μαθηταί εγνώριζαν το γνωστό “σκασιαρχείο”. Άμα δια διαφόρους λόγους δεν ξέραμε καλά το μάθημα, αντί να πάμε στο Εθνικό Λύκειο, με φόβο να βγούμε “κουμπούρες”, όπως ελέγοντο τότε οι αμελέτητοι, πηγαίναμε στον απέναντι ευρισκόμενο Βασιλικό Κήπο. Τότε ο κήπος ανήκε στα γειτονικά Ανάκτορα του Βασιλέως Γεωργίου Α΄ και η είσοδος σ’ αυτόν γινόταν μόνο με ειδικές κάρτες που έδιναν στην πόρτα του, που βρισκόταν στην πίσω πλευρά των Παλαιών Ανακτόρων. Εμείς όμως κατορθώναμε τακτικά να μπαίνουμε από δύο σπασμένα ξύλινα κάγκελα της τότε έρημης οδού Ηρώδου του Αττικού. Καμμία φορά, σαν μαθητές, συναντούσαμε στον Κήπο τον Βασιλέα Γεώργιο με ναυτική στολή και το κλασσικό μπαστουνάκι, καθώς και τους νεαρούς πρίγκιπες. Οι “σκασιάρχες”, εκτός των άλλων, σκαρφάλωναν και στα ψηλά δένδρα, προκαλώντας τις φωνές του γνωστού φύλακα μπάρμπα-Λια, που με τη μαγκούρα στο χέρι μας κυνηγούσε. Δημήτριος Σκουζές

Μέλη της οικογένειας Δραγούμη στον Κήπο, 1891.

102


Ζευγάρι στον Κήπο. Στο βάθος διακρίνονται τα Ανάκτορα, π. 1900.

103


[Ο βασιλεύς] εκάλεσε διά του Φουγγ την δεσποινίδα Φρόσω Σούτσου να κάμουν ένα περίπατον εις τον βασιλικόν κήπον. Ήτο άνοιξις, ο κήπος χάρμα, ο ήλιος έκαιεν. Οι γκλυσίνες με τα κρεμαστά των άνθη –ένα χρώμα μωβ ανοιχτό– εσκόρπιζαν ένα άρωμα μεθυστικόν (...). Ο περίπατος διήρκεσε περί την ώραν. Ο βασιλεύς έκοψε, μόνος του, πολλά άνθη, γκλυσίνες ιδίως, τας οποίας προσέφερεν εις την δεσποινίδα Σούτσου... Ελεύθερον Βήμα, 1/6/1929

Ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ δίπλα στο μαρμάρινο ρολόι του κήπου των Ανακτόρων, 1906.

104


Δύο η ώρα το απόγευμα. Κάτω από ένα πράο ήλιο, η πόλις θαρρείς πως είνε απλωμένη για να στεγνώση από τις τελευταίες βροχές. Στον γαλάζιο ουρανό, κανένα προμήνυμα κακοκαιριάς. Ο κόσμος έχει ξεχυθή για ν’ απολαύση την αγαθή λιακάδα: (...) αστικές οικογένειες έχουν βγη σε περίπατο. Τα καταστήματα είνε κλειστά. Είνε μια ώρα ειρήνης, μια ώρα που οι χειμωνιάτικοι δημόσιοι κήποι, ο Εθνικός, το Ζάππειο – συγκεντρώνουν τον τακτικό τους κόσμο. Ο κόσμος των κήπων... Ελεύθερο Βήμα, 23/12/1928

Άποψη του Κήπου.

105


Άποψη του Κήπου, στο βάθος διακρίνονται τα Ανάκτορα, δεκαετία 1910.

106


Άποψη του Κήπου, στο βάθος διακρίνεται η Ακρόπολη, δεκαετία 1910.

107


Θέλουμε τη δροσιά του πρασίνου». Την έχετε. Ελάτε να πάμε στον Εθνικό Κήπο και στο Ζάππειο, τα δύο μεγάλα πάρκα μας που έχουν όλων των ειδών τις δροσερές απολαύσεις, λόφους και λόχμας, λίμνας και πίδακας, βαθύσκια απόμερα και σπηλιές και αδιάβατα, απλοχωριές στον ξάστερο ουρανό και πυκνά στριφτά κλωνάρια παρθένου φυτείας. Ελεύθερον Βήμα, 2/6/1935

Περίπατος στον Κήπο, 1919.

Στη σκιά των δέντρων του Κήπου, 1919.

108


Τα καταστήματα είνε κλειστά. Είνε μια ώρα ειρήνης, μια ώρα που οι χειμωνιάτικοι δημόσιοι κήποι, ο Εθνικός, το Ζάππειο – συγκεντρώνουν τον τακτικό τους κόσμο. Ο κόσμος των κήπων (...) Είνε ένας κόσμος –το έχετε παρατηρήση;– τόσο διάφορος από τον κόσμο που βλέπει κανείς οπουδήποτε αλλού. Μολονότι άνθρωποι διαφόρων κοινωνικών στρωμάτων, περνούν, μέσα στο πλαίσιο των πυκνών φυλλωμάτων που μυρίζουν υγρό χώμα και μέσα στην πράσινη γαλήνη που δεν διακόπτουν παρά τερετίσματα πουλιών, κελαρύσματα νερών και συρσίματα ξερών φύλλων, κάτι το κοινό μεταξύ τους και το ιδιαίτερο από όλους τους άλλους, ένα «αέρα οικογενείας», που λένε οι Γάλλοι. Ελεύθερο Βήμα, 23/12/1928

Στην όαση του Κήπου, 1919.

109


Ιερείς στον Κήπο, 1919.

110


Ο παραθερισμός εις τον κήπον είνε εξαίσιος. Τα δειλινά αρχίζουν πολύ ενωρίτερα από τα άλλα σημεία της πόλεως. Ενώ αλλού τα δένδρα βλέπουν με τρόμο να απλώνεται στη γη το σκιερό ομοίωμά των και να τεντώνεται, να τεντώνεται ατελείωτο διά να σβύση η φούντα του εις τον ορίζοντα μαζί με την δύσιν του ηλίου, μέσα εις τον κήπον δεν υπάρχουν φαντάσματα δένδρων το δειλινό. Όλοι οι ίσκιοι πυκνώνονται, συγχωνεύονται και χάνονται τα ομοιώματα των δένδρων εις την επιφάνεια της γης. Όλην την ημέραν, στους δρόμους του κήπου σκορπίζονται χρυσά φλουριά και κωνσταντινάτα, κηλίδες του ηλίου, ανάμεσα από τα τρεμουλιαστά φυλλώματα των δένδρων. Ελεύθερον Βήμα, 2/6/1935

Συζήτηση στα παγκάκια του Κήπου, 1919.

111


Εις το μεταξύ όμως ο πληθυσμός της πρωτευούσης ηυξήθη σημαντικότατα. Ο Βασιλικός Κήπος υπό τας σημερινάς του διαστάσεις είνε ανεπαρκέστατος εις τον κόσμον που αισθάνεται την ανάγκην ν΄ αναπνεύση ολίγην δροσιάν, χωρίς να έχη και τα μέσα να εξέλθη των Αθηνών. Εις τους δρομίσκους του Κήπου οι περιπατηταί συνωθούνται σχεδόν και τα καθίσματα λόγω του πολλού πλήθους είνε ως να μην υπήρχον καθόλου. Επικειμένου δε του θέρους το άνοιγμα εις το κοινόν και του τμήματος –είνε δε σχεδόν ο μισός κήπος- το οποίο αφηρέθη από τον Λαόν επιβάλλεται. Ελεύθερον Βήμα, 15/4/1923

Τα υπαίθρια ανθοπωλεία στον Κήπο, διακρίνονται διαβάτες και εύζωνοι, αρχές δεκαετίας 1920.

112


Επισκέπτες στο γεφυράκι του Κήπου, 1924.

113


Λουστράκια στον Κήπο, δεκαετία 1930.

114


Στραγαλατζήδες έξω από τον Κήπο, μέσα δεκαετίας 1920. Νταντάδες στον Κήπο, μέσα δεκαετίας 1920.

115


Άνδρας σε παγκάκι διαβάζοντας εφημερίδα, π. 1935.

116


Έχω ανακαλύψει ότι οι κύκνοι του Κήπου αγαπούν λαίμαργα τα παξιμάδια. Και γίνομαι μικρό παιδί και θέλω να πάρουν από το χέρι μου το κομματάκι, να το βρέξουν έπειτα και να το ξαναβρέξουν ώσπου να μαλακώση και να το φαν. Πλεούμενα φύλλα γιγάντιων κρίνων, τι δείγμα γαλήνης και ηρεμίας, τα υδροχαρή αυτά πουλιά, που λες να σχίζεται εμπρός των το νερό να περάσουν. Τα ματάκια των, χάντρες ξανθές, πονηρά και περίεργα και το ράμφος των μαύρο, ωσάν υπερήφανη αιχμή του βουνού όπου δεν στρώνεται το χιόνι. Τους είδατε να κάνουν βουτιές με την ουρά και τα πόδια προς τα επάνω, με τον λαιμό τεντωμένο στον πυθμένα για ολίγα χόρτα του βυθού; Τους είδατε αυτούς τους κύκνους του Κήπου να θυμώνουν και να απειλούν, να κυνηγιούνται με τα παπιά που κάμνουν τον καμπόσο γιατί μπορούν και ξεφεύγουν από το άπλωμα του λαιμού; Μα παραθερίζετε εις τας Αθήνας; Τότε τους είδατε. Ελεύθερον Βήμα, 2/6/1935

Δύο κύκνοι στη λίμνη, π.1935.

117


Δρόμος στον Κήπο, π. 1935.

118


Άνθρωποι σε παγκάκια στην αλέα με την πέργκολα, π. 1935.

119


Εις τον εθνικόν κήπο. Το φθινόπωρο είνε μια απόλαυσις εκεί. Ώρες ολόκληρες αγκαλιάζουμε την χαρά που οργιάζει γύρω και ρουφάμε μισομευθσμένοι το φως που παιχνιδίζει επάνω εις τα νερά της μεγάλης λίμνης του. Δημιουργός της χαράς αυτής ένας αθώος γελαστός μικρόκοσμος, που χοροπηδά γύρω από τις όχθες της λίμνης. Ελεύθερον Βήμα, 2/6/1935

Στη λίμνη με τις πάπιες του Κήπου, 1938.

120


121


Περίπατος στη λίμνη του Κήπου, 1938.

122


Εις τον εθνικόν κήπο. Το φθινόπωρο εινε μια απόλαυσις εκεί. Ώρες ολόκληρες αγκαλιάζουμε την χαρά που οργιάζει γύρω και ρουφάμε μισομευθσμένοι το φως που παιχνιδίζει επάνω εις τα νερά της μεγάλης λίμνης του. Δημιουργός της χαράς αυτής ένας αθώος γελαστός μικρόκοσμος, που χοροπηδά γύρω από τις όχθες της λίμνης.

Παιδάκια στη λίμνη του Κήπου, 1938.

123


124


Τον επισκέπτη του κήπου αποζημιώνει μια πληθώρα των πλέον ποικίλων δένδρων και θάμνων. Εδώ συνυπάρχουν φυτά των βορείων και των μεσογειακών χωρών, ευδοκιμεί μεγάλος αριθμός φυλλοβόλων και κωνοφόρων δένδρων, όπως μόνο κάτω από τον αττικό ουρανό είναι δυνατό να αναπτυχθούν. Φοινικιές συνδυάζονταν με βελανιδιές και με φράκτες από δάφνη Απόλλωνος και γιασεμιά που ευωδιάζουν. Ένα ευφυώς μελετημένο δίκτυο περίπλοκων δρομίσκων δημιουργεί την εντύπωση ότι η επιφάνεια του κήπου είναι κατά πολύ μεγαλύτερη από ό,τι στην πραγματικότητα. Κάτω από τον θερμό ουρανό της Αττικής η δροσιά και η σκιά είναι το δώρο το οποίο επιζητεί κανείς στους κήπους. Και γι’ αυτό τα πυκνοφυτευμένα δένδρα του Βασιλικού Κήπου της Αθήνας έχουν μεγαλύτερη αξία από τις γραφικές συστάδες δένδρων πάνω στους εκτεταμένους χλοοτάπητες των πάρκων στις χώρες του Βορρά. Hans Hermann Russack, 1942

Οι πάπιες της λίμνης του Κήπου, 1939-1940. Δρόμος του Κήπου, 1938.

125


Η επιλογή του αστικού πάρκου ως τόπου μετάβασης στην πόλη σημαίνει την απόφαση μιας μεγαλύτερης διαρκείας περίπατου με συγκεκριμένο προορισμό αλλά και την αναγνώριση της επιθυμίας για παράταση της διαδικασίας και του χρόνου μετάβασης, μία ‘αντίσταση’ στις απαιτήσεις και τους χρόνους της ζωής στην σύγχρονη πόλη. Α.Β.

Κυρία με καροτσάκι στον Κήπο, 1965.

126


Το μεγάλο ανοιξιάτικο πανηγύρι συνεχίζεται. Και ο εφετεινός χειμώνας μπορεί δικαιωματικά να χαρακτηρισθή η άνοιξις των παιδιών. Την απολαμβάνουν και οι μεγάλοι αλλά πρό παντός την νοιώθουν και την χαίρονται τα παιδιά. Τα πρωινά με το σκάσιμο του ήλιου διαλύεται η ομίχλη κ’ έπειτα σαν ευλογία Θεού ξεπροβάλη η άνοιξις, ανοίγει την πλατειά αγκαλιά της και υποδέχεται τα παιδιά. Κοπάδια παιδιών τρέχουν στον εθνικό κήπο, στο Ζάππειο, στο πράσινο του αρχαιολογικού μουσείου, έξω στο τέρμα Πατησίων στην περιοχή των Παναθηναίων, τριγύρω από τα περιβόλια. Ελεύθερο Βήμα, 31/1/1936

Εκδρομή στον Κήπο, π. 1950.

127


Ο κήπος είναι η χαρά των παιδιών. Μέσα στα σκιερά δρομάκια η ψυχή του παιδιού πλησιάζει τη φύση, τη μεγάλη μητέρα που το ζωογονεί με τη μυρωμένη της ατμόσφαιρα και του καλλιεργεί το αίσθημα του καλού και του ωραίου. (...) Το μεγαλύτερο μέρος της πελατείας του κήπου είναι μεγάλοι. Αν όμως ο βασιλικός κήπος δεν προορίζεται αποκλειστικώς για παιδιά, όλα εκεί μέσα προς το παιδί απευθύνονται. Αθηναϊκά Νέα, 24/5/1939

Μπαλονάς στον Κήπο, 1939-1940. Παιδάκια με καραβάκι, 1942.

128


129


Συντροφιές στον Κήπο, π. 1950.

130


Στα παγκάκια του Κήπου, 1953. Παιχνίδια στον Κήπο, 1955.

131


132


Χαρακτηριστική η συστάδα με τις ουασιγκτώνιες. Σκοπός των αναγεννησιακών κήπων ήταν η δημιουργία ενός παραδείσου όπου θεοί, ζώα και άνθρωποι ζουν αρμονικά. Μορφή έκφρασης της τέχνης –η αναζήτηση του χαμένου παραδείσου– ορισμένοι από τους πιο γνωστούς κήπους στον κόσμο έχουν περιληφθεί στα μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της Ουνέσκο– ιδεατές εικόνες του κόσμου και μιας εποχής.

«Ερωτόκριτος» από το θίασο Ν. Χατζίσκου – Τ. Νικηφοράκη στο Θέατρο του Εθνικού Κήπου, 1956. Το ηλιακό ρολόι του Κήπου, 1957.

133


134


135


(σ. 134-135) Το Βοτανικό Μουσείο στον Κήπο.

Τα λιοντάρια του Κήπου. Παγώνι του Κήπου, 1956.

136


137


Διαβάζοντας στον Κήπο, 1965.

138


Η είσοδος του Θέατρου επί της λεωφόρου Αμαλίας, 1966.

139


Παιδιά σε ξέφωτο του Κήπου.

140


141


Κίονας ιωνικού ρυθμού που μεταφέρθηκε από τα Ανάκτορα του Διαδόχου (σημ. Προεδρικό Μέγαρο).

142


Το ρωμαϊκό ψηφιδωτό που βρέθηκε στο χώρο του Κήπου. Πάνω από αυτό η βασίλισσα Αμαλία διαμόρφωσε μεταλλικό κιόσκι για τα καλοκαιρινά επίσημα γεύματά της.

143


144


Προτομή Ιωάννη Καποδίστρια, έργο του Ιωάννη Κόσσου, 1866. Προτομή Διονύσιου Σολωμού, έργο του Θωμά Θωμοπούλου, 1925. Προτομή Ιωάννη-Γαβριήλ Εϋνάρδου, έργο του Ιωάννη Κόσσου, 1866.

145


146


Προτομή Σπυρίδωνος-Φιλίσκου Σαμάρα, έργο του Μιχάλη Τόμπρου, 1920. Προτομή Jean Moréas (Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος), έργο του Emile-Antoine Bourdelle, 1963. Προτομή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, έργο του Φωκίωνα Ρωκ, 1926.

147


Η αλέα με τις ουασιγκτώνιες (φοίνικες).

148


149


ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΚΘΕΜΑΤΩΝ ΜΝΗΜΕΙΟ ΤΟΥ ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ

Σχέδια

Φωτογραφικό υλικό

1. Σχέδιο γενικής κάτοψης της πλατείας από τη συμμετοχή στο Διαγωνισμό για το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Α΄ πρόταση του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη με το ψευδώνυμο ΣΚΡΑ. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

1. Γενική άποψη της πλατείας των Παλαιών Ανακτόρων, National Geographic (Νοέμβριος 1925) (φωτ.: Σ. Ντ. Μόρις). [σ. κατ. 42]

2. Προοπτικό σχέδιο της πλατείας από τη συμμετοχή στο Διαγωνισμό για το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Α΄ πρόταση του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη με το ψευδώνυμο ΣΚΡΑ. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

2. Άποψη των Ανακτόρων, επιστολικό δελτάριο, π. 1910. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (Νεοελληνική Ιστορική Συλλογή Κωνσταντίνου Τρίπου). 3. Άποψη από τη λεωφόρο Βασιλίσσης Αμαλίας, π. 1925. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (Νεοελληνική Ιστορική Συλλογή Κωνσταντίνου Τρίπου).

3. Σχέδιο γενικής όψης της πλατείας από τη συμμετοχή στο Διαγωνισμό για το Μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη. Α΄ πρόταση του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη με το ψευδώνυμο ΣΚΡΑ. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

4. Γενική άποψη του κτηρίου από τη λεωφόρο Αμαλίας κατά τη διάρκεια των εργασιών εκχωματώσεως του χώρου για την κατασκευή του μνημείου, 1929. Αθήνα, Αρχείο ΕΡΤ ΑΕ (Συλλογή Π. Πουλίδη). [σ. κατ. 45 πάνω] 5. Λιθοξόος “ξεχονδρύνει” το περίγραμμα του αναγλύφου, 1931 (από: εφ. Έθνος [25 Σεπτεμβρίου 1931]). Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής. [σ. κατ. 46]

4. Όψη του υπεράνω του τάφου ανάγλυφου από την συμμετοχή στο Διαγωνισμό για το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Α΄ πρόταση του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη, με το ψευδώνυμο ΣΚΡΑ. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

6. Στιγμιότυπο από την τελετή αποκαλυπτηρίων του μνημείου, 25 Μαρτίου 1932, Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής. [σ. κατ. 48 κάτω]

5. Ανυπόγραφη σύνθεση για το υπεράνω του τύμβου ανάγλυφο, πιθανόν εναλλακτική πρόταση του γλύπτη Θωμά Θωμοπούλου. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη). [σ. κατ. 25]

7. Τα Παλαιά Ανάκτορα φωταγωγημένα την ημέρα των γάμων του Παύλου και της Φρειδερίκης, 1938. Αθήνα, Αρχείο ΕΡΤ ΑΕ (Συλλογή Π. Πουλίδη). [σ. κατ. 50-51]

6. Σύνθεση για το υπεράνω του τύμβου ανάγλυφο, του γλύπτη Θωμά Θωμόπουλου, από τη συμμετοχή στο Διαγωνισμό για το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Α΄ πρόταση του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη με το ψευδώνυμο ΣΚΡΑ. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη). [σ. κατ. 24]

8. Σκηνή από την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων από την Αθήνα, 1944. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 52]

7. Κάτοψη τάφου με σχέδιο μαρμαρόστρωσης από τη συμμετοχή στο Διαγωνισμό για το Μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη. Α΄ πρόταση του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη με το ψευδώνυμο ΣΚΡΑ. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη). [σ. κατ. 28-29]

9. Κατάθεση στεφάνου από το διοικητή του αντιτορπιλικού πλοίου «Αδρίας», αντιπλοίαρχου Ιωάννη Τούμπα, 1944. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (φωτ.: Β.Μ. Παυλίδης). [σ. κατ. 56]

8. Μελέτη δενδροφύτευσης της πλατείας του Μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτου. Μελέτη εφαρμογής. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη). [σ. κατ. 30]

10. Ο αντιβασιλέας Δαμασκηνός, ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου, ο Βρετανός αντιστράτηγος Ronald Scobie μπροστά στο μνημείο, 18 Οκτωβρίου 1944, Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. [σ. κατ. 58]

9. Σχέδιο γενικής όψης της πλατείας από τη συμμετοχή στο Διαγωνισμό για το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Β΄ πρόταση του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη με το ψευδώνυμο ΕΛΛΗΝ. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη). [σ. κατ. 26]

11. Συγκεντρωμένο πλήθος την ημέρα της Απελευθέρωσης, 12 Οκτωβρίου 1944. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (φωτ.: Β.Μ. Παυλίδης). [σ. κατ. 55] 12. Κατάθεση στεφάνου από νεαρό ζευγάρι, 12 Οκτωβρίου 1944. Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. [σ. κατ. 54]

10. Τομή ταφικού μνημείου από τη συμμετοχή στο Διαγωνισμό για το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Β΄ πρόταση του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη με το ψευδώνυμο ΕΛΛΗΝ. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

13. Κατάθεση στεφάνου από αναπήρους πολέμου, 1944. Αθήνα, Αρχείο ΕΡΤ ΑΕ (Συλλογή Π. Παυλίδη). [σ. κατ. 57 πάνω]

11. Προοπτικό ταφικού μνημείου από τη συμμετοχή στο Διαγωνισμό για το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Β΄ πρόταση του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη με το ψευδώνυμο ΕΛΛΗΝ. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

14. Μαθητική παρέλαση, 24 Μαρτίου 1958. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 63] 15. Παρέλαση, π. 1945. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 60] 16. Κατάθεση στεφάνου από μαθητές, 26 Οκτωβρίου 1949. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 62]

12. Σχέδιο “θυμιατηρίου” και ασπίδας. Οριστική μελέτη. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη). [σ. κατ. 31]

17. Στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, 1955. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 66]

13. Σχέδιο γενικής κάτοψης της Πλατείας από τη συμμετοχή στο Διαγωνισμό για το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Β΄ πρόταση του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη με το ψευδώνυμο ΕΛΛΗΝ. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

18. Στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, 1955. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 67] 19. Κατάθεση στεφάνου από Κύπριους μαθητές, Αρχείο Γενικής Γραμματείας Επικοινωνίας – Ενημέρωσης (φωτ.: Χαλκίδης, Press Photographer).

14. Γενική όψη του Μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη. Οριστική μελέτη. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη). [σ. κατ. 32-33]

20. Φρουρός με κρητική στολή, 1956. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 69] 21. Τελετή μπροστά στο μνημείο, 23 Μαρτίου 1956. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου.

15. Προοπτικό του Μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη. Προσχέδιο, οριστική μελέτη. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη). [σ. κατ. 27]

22. Κατάθεση στεφάνου από το Σώμα των Αδελφών Νοσοκόμων του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου.

16. Τμήμα κύριας όψης μνημείου, από τη συμμετοχή στο Διαγωνισμό για το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Β΄ πρόταση του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη με το ψευδώνυμο ΕΛΛΗΝ. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

23. Πλανόδιος πωλητής, δεκαετία 1950. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. 24. Στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, 1958. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (φωτ.: Ιωάννης Λάμπρου). [σ. κατ. 73]

17. Τομή κατά μήκος: σχέση πλατείας με παλάτι. Οριστική μελέτη, Οκτώβριος 1930. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

25. Ναύτες μπροστά στο μνημείο, π. 1960. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (φωτ.: Ιωάννης Λάμπρου). [σ. κατ. 72]

18. Τομή κατά πλάτος: οικοδομικά έργα διαρρυθμίσεως πλατείας παλαιών ανακτόρων. Οριστική μελέτη, Δεκέμβριος 1928. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

26. Κατάθεση στεφάνου, 1962. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 74]

19. Κάτοψη ανακτόρων και πλατείας: σχέδιο μαρμαροστρώσεως πλατείας. Οριστική μελέτη, Απρίλιος 1931. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

27. Τελετή μπροστά στο μνημείο, 1962. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (φωτ.: Ιωάννης Λάμπρου). [σ. κατ. 70-71]

20. Τύπος φανοστατών, για την πλατεία του μνημείου. Οριστική μελέτη, Αύγουστος 1932. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη). [σ. κατ. 33]

28. Στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, 1962. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (φωτ.: Ιωάννης Λάμπρου). [σ. κατ. 75] 30. Αλλαγή φρουράς, 1960-1969. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (φωτ.: Ιωάννης Λάμπρου).

21. Κάτοψη τάφου από τη συμμετοχή στο Διαγωνισμό για το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Β΄ πρόταση του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη με το ψευδώνυμο ΕΛΛΗΝ. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

31. Προπλάσματα των ασπίδων στο εργαστήριο του Κώστα Δημητριαδη. Αθήνα, Ελληνικό Λαογραφικό και Ιστορικό Αρχείο - Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Φωτογραφικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη). [σ. κατ. 35]

22. Φύτευση πλατείας Αγνώστου Στρατιώτου. Οριστική μελέτη. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

29. Αλλαγή φρουράς, 25 Ιουλίου 1984. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 78]

150


23. Σχέδιο αλυσίδας. Μελέτη εφαρμογής. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

25. Πρακτικό υπ’ αριθμόν 8 της επιτροπής επίβλεψης εκτέλεσης του Μνημείου, 17 Δεκεμβρίου 1930. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

24. Μαρμάρινο στηθαίο (κιγκλίδωμα) πλατείας Μνημείου Αγνώστου Στρατιώτου. Μελέτη εφαρμογής, Απρίλιος 1930 [σ. κατ. 32-33]

26. Ιδιωτικό συμφωνητικό μεταξύ του Εμμανουήλ Λαζαρίδη και του Φωκίωνα Ρωκ για τη δημιουργία της ανάγλυφης πλάκας του Μνημείου, 20 Ιανουαρίου 1931. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

25. Γενική κάτοψη, απεικονίζονται και τα ανθοπρατήρια. Μελέτη εφαρμογής. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη). 26. Όψη τοίχου μνημείου, σχέδιο επιμέτρησης. Μελέτη εφαρμογής.

27. Επιστολή Εμμανουήλ Λαζαρίδη προς τον Πρόεδρο της Κυβερνήσεως, 25 Σεπτεμβρίου 1931. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

Έγγραφα

28. Πρακτικό υπ’ αριθμόν 11 της επιτροπής επίβλεψης εκτέλεσης του Μνημείου, 9 Ιουλίου 1931. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη). 29. Πρακτικό υπ’ αριθμόν 12 της επιτροπής επίβλεψης εκτέλεσης του Μνημείου σχετικά με την αναγραφή και επικάλυψη με μόλυβδο ονομάτων μαχών επί των αναβαθμών του Μνημείου, 27 Ιουλίου 1931. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

1. Ιδιωτικό συμφωνητικό: η ανάθεση του έργου στο Φωκίωνα Ρωκ από τον Εμμανουήλ Λαζαρίδη. Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. 2. Επιστολή του Κώστα Δημητριάδη προς την επιτροπή παρακολούθησης του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη, 15 Ιουνίου 1931. Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.

30. Πράξις καταθέσεως εγγράφου, όπου καθίσταται ο Εμμανουήλ Λαζαρίδης ειδικός πληρεξούσιος και εντολοδόχος του Κωνσταντίνου Δημητριάδη και έχει το δικαίωμα να εισπράττει από τα δημόσια ταμεία τα ποσά που εγκρίνονται υπέρ του τελευταίου, 16 Νοεμβρίου 1931. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

3. Τηλεγράφημα του Κώστα Δημητριάδη προς το Φωκίωνα Ρωκ σχετικό με τις αντιδράσεις για το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτου. Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. 4. Γενικά έξοδα του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη. Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.

31. Πρωτόκολλο παραλαβής των εργασιών του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτου, 10 Μαΐου 1932. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

5. Έξοδα εκτέλεσης του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη. Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. 6. Δακτυλόγραφη επιστολή του Φωκίωνα Ρωκ προς την επιτροπή, παρακολούθησης του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη. Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.

32. Απόφαση Υπουργείου Συγκοινωνίας σχετικά με τη σύσταση επιτροπής παραλαβής του έργου ανέγερσης του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτου, 6 Οκτωβρίου 1932. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

7. Δημοσιεύματα τύπου σε ντοσιέ, σε ταξινόμηση Φωκίωνα Ρωκ. Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. 8. Περιγραφή πρότασης για τον Τάφο του Άγνωστου Στρατιώτη με το ψευδώνυμο ΣΚΡΑ, 25 Ιουνίου 1926. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

33. Έγγραφο του Υπουργείου Συγκοινωνίας προς τον αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη σχετικά με την έγκριση του πρωτόκολλου παραλαβής των εκτελεσθεισών εργασιών διαρρυθμίσεως της Πλατείας Αφανούς Στρατιώτου, 12 Απριλίου 1934. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

9. Γνωμοδότηση επιτροπής του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη σχετικά με τον τόπο ανέγερσης του μνημείου. Υπογράφεται από τον πρόεδρο της επιτροπής Γιάννη Ιακωβίδη, διευθυντή Σχολής Καλών Τεχνών, 17 Φεβρουαρίου 1928. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

34. Επιστολή-περιγραφή του μνημείου από τον αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη προς το Υπουργείο Τύπου και Τουρισμού, 24 Ιανουαρίου 1938. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη). [σ. κατ. 82]

10. Εξουσιοδότηση προς το διευθυντή του Υπουργείου των Στρατιωτικών για την υπογραφή συμβολαίου μεταξύ του Δημοσίου και του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη, 19 Ιουλίου 1928. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

35. Επιστολή Εμμανουήλ Λαζαρίδη προς τον Κώστα Δημητριάδη, 15 Φεβρουαρίου 1930, σχετικά με ασπίδα. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη).

11. Συμβόλαιο εργοληψίας 1.000.000 δραχμών μεταξύ του Υπουργείου των Στρατιωτικών και του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη, 1 Οκτωβρίου 1928. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

36. Τηλεγράφημα του Εμμανουήλ Λαζαρίδη προς τον Κώστα Δημητριάδη, 13 Απριλίου 1931. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη). 37. Επιστολή του Εμμανουήλ Λαζαρίδη προς τον Κώστα Δημητριάδη, 14 Αυγούστου 1931. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη).

12. Απόφαση Υπουργείου Συγκοινωνίας σχετικά με την αποζημίωση του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη, Νοέμβριος 1928. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

38. Επιστολή τον Κώστα Δημητριάδη προς τον Εμμανουήλ Λαζαρίδη, 19 Αυγούστου 1931. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη).

13. Πρακτικό υπ’ αριθμόν 1 της επιτροπής επίβλεψης εκτέλεσης του Μνημείου, 26 Ιανουαρίου 1929. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

39. Αίτηση του Κώστα Δημητριάδη σχετικά με την ανάληψη μελέτης ασπίδων για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, 1η Ιουλίου 1930. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη).

14. Πρακτικό υπ’ αριθμόν 2 της επιτροπής επίβλεψης εκτέλεσης του Μνημείου, 2 Ιουλίου 1929. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

40. Εγκριτική απόφαση υπουργείου συγκοινωνιών για την ανάθεση ασπίδων κ.λπ. στον Κώστα Δημητριάδη, 23 Ιουλίου 1930. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη).

15. Πρακτικό υπ’ αριθμόν 3 της επιτροπής επίβλεψης εκτέλεσης του Μνημείου, 10 Σεπτεμβρίου 1929. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

41. Έγγραφο Υπουργείου Συγκοινωνίας σχετικά με την καθυστέρηση παράδοσης του έργου, 15 Ιουλίου 1931. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη).

16. Ιδιωτικό συμφωνητικό (δακτυλογραφημένο) μεταξύ Εμμανουήλ Λαζαρίδη και Θωμά Θωμόπουλου, 15 Σεπτεμβρίου 1929. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

42. Απόφαση Υπουργείου Συγκοινωνιών για παράταση ημερομηνίας παράδοσης ασπίδων, 23 Ιανουαρίου 1932. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη).

17. Πρακτικό υπ’ αριθμόν 4 της επιτροπής επίβλεψης εκτέλεσης του Μνημείου, 23 Δεκεμβρίου 1929. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

43. Πίνακας πιστώσεων και πληρωμών Υπουργείου Συγκοινωνιών σχετικά με την εργολαβία του Κώστα Δημητριάδη, 17 Αυγούστου 1932. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη).

18. Πρακτικό υπ’ αριθμόν 5 της επιτροπής επίβλεψης εκτέλεσης του Μνημείου, 27 Δεκεμβρίου 1929. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

44. Έγγραφο Υπουργείου Συγκοινωνίας προς τον Εμμανουήλ Λαζαρίδη γνωστοποίησης έγκρισης αμοιβής για τον Κώστα Δημητριάδη, 10 Οκτωβρίου 1932. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη).

19. Πρακτικό υπ’ αριθμόν 6 της επιτροπής επίβλεψης εκτέλεσης του Μνημείου, 24 Φεβρουαρίου 1930. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη). 20. Επιστολή του γλύπτη Θωμά Θωμόπουλου προς τη Διεύθυνση Μηχανικού του Υπουργείου των Στρατιωτικών, 20 Μαρτίου 1930. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

45. Επιστολή του Φωκίωνα Ρωκ προς τον Κώστα Δημητριάδη, 28 Ιανουαρίου 1931. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη).

21. Πρακτικά Βουλής των Ελλήνων, περίοδος Β΄, σύνοδος Β΄, συνεδρίαση ΝΘ΄, σχετικά με τις εργασίες διαρρύθμισης της πλατείας για την κατασκευή του τάφου του Άγνωστου Στρατιώτου, 26 Μαρτίου 1930. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

46. Επιστολή του Φωκίωνα Ρωκ προς τον Κώστα Δημητριάδη, 14 Αυγούστου 1931. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη). 47. Επιστολή του Φωκίωνα Ρωκ προς τον Κώστα Δημητριάδη, 28 Αυγούστου 1931. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη).

22. Πρακτικό υπ’ αριθμόν 7 της επιτροπής επίβλεψης εκτέλεσης του Μνημείου, 26 Μαΐου 1930. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

48. Επιστολή Barani προς τον Κώστα Δημητριάδη και κάρτα Mutualiste (του Barani), 3 Σεπτεμβρίου 1931. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη).

23. Αντίγραφο επιστολής του Εμμανουήλ Λαζαρίδη, όπου παραθέτει τις γνώμες ανδρών «πολλής αισθητικής μορφώσεως» σχετικά με το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη,7 Οκτωβρίου 1930. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

49. Απάντηση του Κώστα Δημητριάδη (σχετικά με την παύση συνεργασίας λόγω κακού κλίματος), 5 Σεπτεμβρίου 1931. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη).

24. (Δακτυλόγραφο) συμβόλαιο εργοληψίας 733.000 δραχμών μεταξύ του Υπουργείου Συγκοινωνίας και του Κώστα Δημητριάδη σχετικά με τη μελέτη, εκτέλεση και τοποθέτηση των ασπίδων, 23 Ιουλίου 1930. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη).

50. Σχέδια επιστολής του Κώστα Δημητριάδη προς την επιτροπή παρακολούθησης του μνημείου, 15 Ιουνίου 1931. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη).

151


51. Χειρόγραφο κείμενο του Δ. Πετροκόκκινου με τίτλο «Μνημείον του Αγνώστου Στρατιώτου». Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη).

22. Στις καρέκλες του Κήπου, 1938. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (φωτ.: Δημήτρης Χαρισιάδης).

52. Αχρονολόγητες επιστολές σχετικές με το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Υπόμνημα προς το Υπουργείο Στρατιωτικών σχετικό με την εκτέλεση του μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη, 1931. Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητριάδη).

24. Μπαλονάς στον Κήπο, 1939-1940. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (φωτ.: Βούλα Παπαϊωάννου). [σ. κατ. 128]

Προπλάσματα

26. Άποψη του Κήπου, 1938. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (φωτ.: Δημήτρης Χαρισιάδης).

1. Κώστας Δημητριάδης (1881-1943), Νεκρός οπλίτης, πρόπλασμα για το Μνημείο του Άγνωστου στρατιώτη, γύψος, 23,5 x 51,5 x 5 εκ. Αθήνα, Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου.

27. Παιχνίδι στον Κήπο, 1955. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 131]

23. Κυρία με καρότσι στον Κήπο, 1965. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 126]

25. Στα παγκάκια του Κήπου, 1953. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου.

28. «Ερωτόκριτος» από το θίασο Ν. Χατζίσκου – Τ. Νικηφοράκη στο Θέατρο του Εθνικού Κήπου, 1956. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 131]

2. Κώστας Δημητριάδης (1881-1943), Νεκρός οπλίτης, πρόπλασμα για το Μνημείο του Άγνωστου στρατιώτη, γύψος, 27 x 65,5 x 7 εκ. Αθήνα, Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου. [σ. κατ. 47]

29. Το ηλιακό ρολόι του Κήπου, 1957. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 133]

3. Κώστας Δημητριάδης (1881-1943), Νεκρός οπλίτης, πρόπλασμα για το Μνημείο του Άγνωστου στρατιώτη, γύψος, 27 x 66 x 7 εκ. Αθήνα, Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου.

30. Παιχνίδια στη λίμνη, 1958. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου.

4. Κώστας Δημητριάδης (1881-1943), Νεκρός οπλίτης, πρόπλασμα για το Μνημείο του Άγνωστου στρατιώτη, γύψος, 27,5 x 66 x 7 εκ. Αθήνα, Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου.

32. Διαβάζοντας στον Κήπο, 1965. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 138]

31. Τα ζώα του Κήπου, 1964. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. 33. Η είσοδος του Θέατρου επί της λεωφόρου Αμαλίας, 1966. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 139]

Μακέτες

34. Το Βοτανικό Μουσείο (φωτ.: Λεωνίδας Κουργιαντάκης, 2007). [σ. κατ. 134-135]

1. Μακέτα για τον Άγνωστο Στρατιώτη, Συλλογή Προεδρικής Φρουράς.

35. Κίονας ιωνικού ρυθμού που μεταφέρθηκε από τα Ανάκτορα του Διαδόχου (σημ. Προεδρικό Μέγαρο) (φωτ.: Λεωνίδας Κουργιαντάκης, 2007). [σ. κατ. 142]

2. Μακέτα για τον Εθνικό Κήπο. Αθήνα, Αρχείο Βοτανικού Μουσείου, «Δήμος Αθηναίων - Εθνικός Κήπος Ν.Π.Δ.Δ.».

36. Το ρωμαϊκό ψηφιδωτό (φωτ.: Λεωνίδας Κουργιαντάκης, 2007). [σ. κατ. 143]

ΕΘΝΙΚOΣ ΚHΠΟΣ

37. Η αλέα με τις ουασιγκτώνιες (φοίνικες) (φωτ.: Λεωνίδας Κουργιαντάκης, 2007). [σ. κατ. 148-149]

Φωτογραφικό υλικό

38. Ο Κήπος από ψηλά (φωτ.: Λεωνίδας Κουργιαντάκης, 2007).

1. Η πηγή της Καλλιρρόης, όπου διαμορφώθηκε ο Κήπος, υδατογραφία του Ludwig Lange (1808-1868), του 1835. Μόναχο, Κρατική Συλλογή Σχεδίων. [σ. κατ. 89]

Προτομές

2. Πανόραμα του Βασιλικού Κήπου από το νότιο εξώστη των Ανακτόρων, λιθογραφία, π. 1860 (από: M.P. Vréto, Athènes Modernes, 1861). Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής. [σ. κατ. 98]

1. Προτομή του Ιωάννη Γ. Εϋνάρδου (1755-1863), έργο του Ιωάννη Κόσσου (1832-1878), του 1866. Αρχείο Fred Boissonnas, Οργανισμός Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού / Θεματοφύλακας: Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης. [σ. κατ. 145]

3. Ο ναός του Ολυμπίου Διός από το Βασιλικό Κήπο, The Illustrated London News (Μάρτιος 1877) (από: A. Nicholas, Εικονογραφημένη Ελλάδα, 1842-1885, Αθήνα, 1984). Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής. [σ. κατ. 100]

2. Προτομή του Ιωάννη Καποδίστρια (1776-1831), έργο του Ιωάννη Κόσσου (1832-1878), του 1866. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 144]

4. Η πριγκίπισσα της Ουαλίας στην Αθήνα: το παλάτι και οι κήποι, η Ακρόπολη σε απόσταση, The Illustrated London News (Μάρτιος 1877) (από: A. Nicholas, Εικονογραφημένη Ελλάδα, 1842-1885, Αθήνα, 1984). Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής. [σ. κατ. 101]

3. Προτομή του Σπυρίδωνα-Φιλίσκου Σαμάρα (1861-1917), έργο του Μιχάλη Τόμπρου (1889-1974), του 1920 (φωτ.: Λεωνίδας Κουργιαντάκης). [σ. κατ. 146]

5. Ζευγάρι στον Εθνικό Κήπο, στο βάθος διακρίνονται τα Ανάκτορα, π. 1900. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (Νεοελληνική Ιστορική Συλλογή Κωνσταντίνου Τρίπου). [σ. κατ. 103]

4. Προτομή του Διονύσιο Σολωμού (1798-1857), έργο του του Θωμά Θωμόπουλου (1873-1937), του 1924. Αθήνα, Αρχείο Εθνικού Κήπου «Δήμος Αθηναίων - Εθνικός Κήπος ΝΠΔΔ». [σ. κατ. 145]

6. Μέλη της οικογένειας Δραγούμη στον Εθνικό Κήπο, 1891. Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο (φωτ.: Ν. Κοντογιαννάκης). [σ. κατ. 102]

5. Προτομή του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη (1824-1879), έργο του Φωκίωνα Ρωκ (1891-1945), του 1926 (φωτ.: Λεωνίδα Κουργιαντάκη). [σ. κατ. 147]

7. Μέλη της οικογένειας Δραγούμη στον Εθνικό Κήπο, 1891. Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο (φωτ.: Ν. Κοντογιαννάκης).

6. Προτομή του Jean Moréas (φιλολογικό ψευδώνυμο του Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλου, 1856-1910), έργο του Emile-Antoine Bourdelle (1861-1929), του 1963 (φωτ.: Λεωνίδας Κουργιαντάκης). [σ. κατ. 147]

8. Μέλη της οικογένειας Δραγούμη στον Εθνικό Κήπο, 1891. Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο (φωτ.: Ν. Κοντογιαννάκης). 9. Στον Εθνικό Κήπο, 1919. Αρχείο Fred Boissonnas, Οργανισμός Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού / Θεματοφύλακας: Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης. [σ. κατ. 108 πάνω]

Σχέδια 1. Σχέδιο του Βασιλικού Κήπου, όπου αποτυπώνονται όλα τα μορφολογικά του χαρακτηριστικά: χάραξη δρόμων, μικροαρχιτεκτονική, λιμνούλες, πέργκολες, φυτά Αποδίδεται στο François-Louis Bareaud (κλίμακα 1:1000), επιχρωματισμένο, αχρονολόγητο και ανυπόγραφο, με γαλλικό κείμενο. Μόναχο (Ottobrunn), Μουσείο του Όθωνα, βασιλιά της Ελλάδος. [σ. κατ. 99]

10. Στον Εθνικό Κήπο, 1919, Αρχείο Fred Boissonnas, Οργανισμός Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού / Θεματοφύλακας: Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης. [σ. κατ. 109] 11. Στον Εθνικό Κήπο, 1919. Αρχείο Fred Boissonnas, Οργανισμός Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού / Θεματοφύλακας: Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης. [σ. κατ. 108 κάτω]

2. Εθνικός Κήπος, Κηποτεχνικό σχέδιο, Ν. Ταμβάκης, 1980, σινική μελάνη σε ριζόχαρτο. Αθήνα, Αρχείο Εθνικού Κήπου. «Δήμος Αθηναίων - Εθνικός Κήπος ΝΠΔΔ».

12. Άποψη του Κήπου, στο βάθος διακρίνονται τα Ανάκτορα, επιστολικό δελτάριο, δεκαετία 1910. Αθήνα, Συλλογή Μ. Καρδαμίτση-Αδάμη. [σ. κατ. 106]

3. Μελέτη φύτευσης Εθνικού Κήπου, 1929-1931 (κλίμακα 1:100). Αθήνα, Αρχείο Εθνικού Κήπου. «Δήμος Αθηναίων - Εθνικός Κήπος ΝΠΔΔ».

13. Άποψη του Κήπου, στο βάθος διακρίνεται η Ακρόπολη, επιστολικό δελτάριο, δεκαετία 1910. Αθήνα, Συλλογή Μ. Καρδαμίτση-Αδάμη. [σ. κατ. 107]

4. Σχέδιο για την κατασκευή στηθαίου (λεπτομέρεια), 1929-1931 (κλίμακα 1:10). Αθήνα, Αρχείο Εθνικού Κήπου. «Δήμος Αθηναίων - Εθνικός Κήπος ΝΠΔΔ».

14. Τα υπαίθρια ανθοπωλεία στον Κήπο. Διακρίνονται διαβάτες και εύζωνοι, αρχές δεκαετίας 1920. Αθήνα, Αρχείο ΕΡΤ ΑΕ (Συλλογή Π. Πουλίδη). [σ. κατ. 112]

5. Σχέδιο διαμόρφωσης του χώρου για την εγκατάσταση υπαίθριου θεάτρου, Π. Μακαρέζος, 1962 (κλίμακα 1:200). Αθήνα, Αρχείο Εθνικού Κήπου. «Δήμος Αθηναίων - Εθνικός Κήπος ΝΠΔΔ».

15. Επισκέπτες στο γεφυράκι του Κήπου, 1924. Αθήνα, Αρχείο ΕΡΤ ΑΕ (Συλλογή Π. Πουλίδη). [σ. κατ. 113] 16. Νταντάδες στον Κήπο, μέσα δεκαετίας 1920. Αθήνα, Αρχείο ΕΡΤ ΑΕ (Συλλογή Π. Πουλίδη). [σ. κατ. 115 κάτω]

6. Μελέτη ανακαίνισης του δικτύου δρομίσκων, Ν. Ταμβάκης, 1980 (κλίμακα 1:500). Αθήνα, Αρχείο Εθνικού Κήπου. «Δήμος Αθηναίων - Εθνικός Κήπος ΝΠΔΔ».

17. Στραγαλατζήδες έξω από τον Κήπο, μέσα δεκαετίας 1920. Αθήνα, Αρχείο ΕΡΤ ΑΕ (Συλλογή Π. Πουλίδη). [σ. κατ. 115 πάνω]

ΨΗΦΙΑΚΟ ΥΛΙΚΟ ΤΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ

18. Άποψη του Κήπου, επιστολικό δελτάριο, δεκαετία 1910. Αθήνα, Συλλογή Μ. Καρδαμίτση-Αδάμη.

Εφημερίδες για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη

19. Στον Κήπο, π. 1911. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (Νεοελληνική Ιστορική Συλλογή Κωνσταντίνου Τρίπου).

1. Εφ. Έθνος (15 Σεπτεμβρίου 1930), Μ., «Ο εξωραϊσμός των Αθηνών - Το Μνημείον του Αγνώστου Στρατιώτου Είνε κατά τα δύο τρίτα έτοιμον». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

20. Το περίπτερο της Διεύθυνσης του Κήπου, π. 1935. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (Νεοελληνική Ιστορική Συλλογή Κωνσταντίνου Τρίπου).

2. Εφ. Η Πρωία (13 Αυγούστου 1931), «Γλυπτικά Κακουργήματα». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής. 3. Εφ. Αθηναϊκά Νέα (14 Αυγούστου 1931), «Επισπεύδεται η λάξευσις του Αγνώστου Στρατιώτου - Πώς απεφασίσθει η εκτέλεσις του τερατουργήματος- Τα μέλη της Επιτροπής και η εκ Παρισίων εγγύησις». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

21. Η λίμνη με τις πάπιες, 1938. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (φωτ.: Δημήτρης Χαρισιάδης). [σ. κατ. 120-121]

152


Έγγραφα για τον Εθνικό Κήπο

4. Εφ. Αθηναϊκά Νέα (14 Αυγούστου 1931), Δημητριάδης Φωκ., «Το Μαρτύριον του Αγνώστου», γελοιογραφία. Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής. 5. Εφ. Αθηναϊκά Νέα (16 Αυγούστου 1931), «Ο Άγνωστος Στρατιώτης». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

1. Αίτηση αδείας της Δημαρχίας Αθηνών προς το Βασιλικό Αυλαρχείο για την αποζημίωση των ιδιοκτητών γηπέδων που ενσωματώθηκαν στο Βασιλικό Κήπο. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

6. Εφ. Αθηναϊκά Νέα (24 Αυγούστου 1931), Γιοκαρίνης Ν., «Ο Άγνωστος Στρατιώτης - Η Εξαπάτησις - Ποιος είναι ο γλύπτης». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

2. Πρόσκληση της Διοικήσεως Αττικής προς τον Ιωάννη Τζίνη, ιδιοκτήτη του υπ’ αριθ. 88 αγρού, να παρουσιασθεί στον αρχιτέκτονα των Ανακτόρων. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

7. Εφ. Η Βραδυνή (25 Αυγούστου 1931), Γουν. Αντ., «Το επίμαχον ζήτημα - Αι γνώμαι των καλλιτεχνών διά τον Άγνωστον Στρατιώτην - Τι λέγει ο κ. Θωμόπουλος». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

3. Προσδιορισμός ποσού αποζημίωσης από την Επί των Εσωτερικών Γραμματεία της Επικρατείας για τους ιδιοκτήτες των γηπέδων που θα απαλλοτριωθούν για τη διαμόρφωση του Βασιλικού Κήπου. Το ποσό αποζημίωσης ορίζεται σε 60 λεπτά τον πήχυ για όσους λάβουν εθνικές γαίες και σε 40 για όσους εισπράξουν μετρητά. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

8. Εφ. Η Πρωία (28 Αυγούστου 1931), Ο Απόμαχος, «Η κωμωδία της ζωής - Ο Άγνωστος Στρατιώτης». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

4. Αίτηση της Εφορίας των Βασιλικών Κήπων προς τη Γραμματεία Εσωτερικών για τη δημιουργία, κατά τη θέληση της Α.Μ., ενός κήπου πλησίον του νέου παλατιού. Σύμφωνα με την Εφορία ο τόπος είναι μετρημένος και σημειωμένος. Η Γραμματεία θα πρέπει να μεριμνήσει προκειμένου βρεθούν και να προσέλθουν στην Εφορία του Βασιλικού Κήπου οι ιδιοκτήτες των χωραφιών. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

9. Εφ. Αθηναϊκά Νέα (29 Αυγούστου 1931), Γιοκαρίνης Ν., «Ο Άγνωστος Στρατιώτης - Το σθένος». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής. 10. Εφ. Αθηναϊκά Νέα (2 Σεπτεμβρίου 1931), Διβάρας Χ., «Ο Άγνωστος Στρατιώτης - Αι Ασπίδες - Το μνημείο θα είναι ιταλογαλλικόν». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

5. Εντολή της Επί των Εσωτερικών Γραμματείας της Επικρατείας να καταμετρηθούν ταχέως τα κτήματα, να αποζημιωθούν οι ιδιοκτήτες και να ξεκινήσουν οι εργασίες διαμόρφωσης του Βασιλικού Κήπου. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

11. Εφ. Η Βραδυνή (7 Σεπτεμβρίου 1931), Γουν. Αντ., « Αι γνώμαι των καλλιτεχνών μας - Διά το Μνημείον του Αγνώστου Στρατιώτου - Τι λέγει ο κ. Τόμπρος». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

6. Κατάλογος δέντρων για τις ανάγκες του Κήπου από τον οίκο Burdin. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

12. Εφ. Έθνος (25 Σεπτεμβρίου 1931), Μοσχοβίτης Π., «Γύρω από τον θόρυβον διά το Μνημείον του Αγνώστου Το περίφημον ανάγλυφον του Νεκρού Οπλίτου διά το οποίον έγινεν η τελευταία εκστρατεία - Μια αποφασιστική μαρτυρία του κ. Ε. Βενιζέλου». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

7. Κατάλογος και κόστος δέντρων. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

13. Εφ. Έθνος (18 Οκτωβρίου 1931), Μοσχοβίτης Π., «Μια ώρα με ένα ‘Αθηναίο Παριζιάνο’ - Ο Γάλλος γλύπτης και ακαδημαϊκός κ. Μπουσέ ομιλεί διά την Ελλάδα, τον κ. Βενιζέλον και τον ‘Άγνωστον Στρατιώτην». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

9. Επιστολή του Υπουργού των Ναυτικών, Κωνσταντίνου Κανάρη, προς το Βασιλικό Αυλαρχείο σχετικα με τη μεταφορά τροφών με την κανονιοφόρο «ο Κανάρης». Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

14. Εφ. Αθηναϊκά Νέα (24 Μαρτίου 1932), «Εναντίον Ξέρξου». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

10. Επιστολή Γάλλων προμηθευτών φυτών προς την Α. Μ. το Βασιλέα της Ελλάδος Όθωνα. Οι Γάλλοι που έπεσαν θύματα κλοπής στην Ελλάδα προσφέρουν τα υπόλοιπα φυτά τους σε χαμηλές τιμές στο Βασιλιά προκειμένου να φύγουν για την Πορτογαλία (Αlges). Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

8. Αίτηση του Γ. Μπαρικόπουλου προς τον Βασιλέα όπου ζητά να εργάζεται με μισθό κατά μήνα και όχι ημερομίσθιο προκειμένου να εκθρέψει την πολυμελή οικογένειά του

15. Εφ. Ελεύθερον Βήμα (26 Μαρτίου 1932), «Ο χθεσινός εορτασμός της Εθνικής εορτής - Τα αποκαλυπτήρια του Μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτου». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

11. Έγγραφο του Νομάρχη Μεσσηνίας προς το Βασιλικό Αυλαρχείο σχετικά με τη μεταφορά δέντρων (πορτοκαλιές) από τη Μεσσηνία. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

16. Εφ. Εσπερινή (27 Μαρτίου 1932), Γιαλ. Ασημ., «Ο Άγνωστος». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής. 17. Εφ. Εστία (27 Μαρτίου 1932), Ειδικός, «Καλλιτεχνικόν τερατούργημα - Ο τάφος του Αφανούς». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

12. Έγγραφο του Δημάρχου Αθηναίων προς το Βασιλικό Αυλαρχείο σχετικό με την ολοκλήρωση της διαδικασίας δημοπρασίας για την κατασκευή υδραγωγείου. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

18. Εφ. Αθηναϊκά Νέα (28 Μαρτίου 1932), Εκ του «Σωματείου των Ελλήνων γλυπτών», «Αποδοκιμάζεται το τερατούργημα - Το σωματείον των Ελλήνων γλυπτών διά το ‘‘Μνημείον του Αγνώστου Στρατιώτου’’». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

13. Έγγραφο από το Βασιλικό Νομισματοκοπείο προς το Βασιλικό Αυλαρχείο σχετικά με τη μεταφορά εργατών από το Νομισματοκοπείο στους Βασιλικούς Κήπους εξαιτίας της παύσεως εκτυπώσεως χαρτονομισμάτων. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

19. Εφ. Αθηναϊκά Νέα (30 Μαρτίου 1932), Γιοκαρίνης Ν., «Η κοινή αγανάκτησις - Πιστοποιητικά του Αγνώστου - Κάτι ετοιμάζεται». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

14. Έγγραφο της Διεύθυνσης Αστυνομίας Αθηνών και Πειραιώς προς το Βασιλικό Αυλαρχείο σχετικά με την ανεύρεση και καταδίωξη του «καταστρέψαντος τα δενδρόφυτα επί της οδού Φαληρέως». Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

20. Εφ. Ελεύθερον Βήμα (31 Μαρτίου 1932), Παπαντωνίου Ζ., «Το Μνημείον του Αγνώστου και η λύσις της Βυζαντινής Εκκλησίας». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

15. Επιστολή Μαρίας Μωραΐτη (ιδιοκτήτριας οικοπέδου στην περιοχή) προς το Υπουργείο των Εσωτερικών σχετικά με την επέκταση του Βασιλικού Κήπου. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

21. Εφ. Αθηναϊκά Νέα (30 Μαρτίου 1932), «Περί το ανοσιούργημα - Γενική η αγανάκτησις διά το κακότεχνον Μνημείον του Αγνώστου». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

16. Άδεια υπογεγραμμένη από το Βασιλικό Αυλάρχη σε εργάτη του Κήπου προκειμένου να μεταβεί στην πατρίδα του (Αργυρόκαστρο) για τέσσερις μήνες. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

22. Εφ. Έθνος (6 Αυγούστου 1932), Καίσαρης Χρ., «Αγγλικός ύμνος προς τας Αθήνας - Αι πρόοδοι και ο καλλωπισμός των - Το Μνημείον του Αγνώστου Στρατιώτου». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

17. Επιστολή της χήρας Α. Ταβαίκα(;) προς την Υ.Α. Μεγαλειότητα τη Βασίλισσα της Ελλάδος με την οποία ζητά να αγοράσουν τη φοινικιά που έχει στον κήπο της για τις ανάγκες του Βασιλικού Κήπου. Με τα χρήματα θα αναθρέψει την οικογένειά της. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

Εφημερίδες για τον Εθνικό Κήπο

18. Επιστολή σιδηρουργού προς το Βασιλικό Αυλαρχείο. Ο σιδηρουργός που μέχρι τότε κατασκεύαζε τα εργαλεία για τον κήπο διαμαρτύρεται διότι προτιμήθηκε κάποιος άλλος, ο οποίος ήταν περισσότερο ακριβός. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

1. Εφ. Ελεύθερον Βήμα (15 Απριλίου 1923), Δημοσίευμα προς τον Υπουργό Γεωργίας περί αποκαταστάσεως του Κήπου και αποδόσεως του στο λαό. Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής. 2. Εφ. Ελεύθερον Βήμα (21 Νοεμβρίου 1926), Παλαμάς Κωστής, «Η σημερινή ποιητική εορτή - Αριστοτέλης Βαλαωρίτης - Η προτομή του εις τον Εθν. Κήπον», «Για το Βαλαωρίτη πάλι». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

19. Έγγραφο του Βασιλικού Αυλαρχείου προς τη Διεύθυνση Αστυνομίας Αθηνών και Πειραιώς με το οποίο ενημερώνει ότι «ποιμνίον κατέτρωγε κατά την παρελθούσα νύκτα σημαντική ποσότητα της δεντροστοιχίας της λεωφόρου Αμαλίας». Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

3. Εφ. Ελεύθερον Βήμα (22 Νοεμβρίου 1926), «Τα χθεσινά αποκαλυπτήρια της προτομής Βαλαωρίτου - Οι εκφωνηθέντες λόγοι». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής. 4. Εφ. Ελεύθερον Βήμα (23 Δεκεμβρίου 1928), Ουράνης Κώστας, «Μορφές της Αθήνας - Με τη χειμωνιάτικη λιακάδα στους χειμωνιάτικους κήπους». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

20. Έγγραφο της Διεύθυνσης Αστυνομίας Αθηνών και Πειραιώς προς το Βασιλικό Αυλαρχείο ότι διενεργεί τα δέοντα σχετικά με το ποιμνίο που κατέφαγε σημαντική ποσότητα της δεντροστοιχίας της λεωφόρου Αμαλίας. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

5. Εφ. Ελεύθερον Βήμα (1 Ιουνίου 1929), Στεφάνου Στεφ., «Μια γενεά που πέρασε - Τα πρώτα χρόνια ενός βασιλέως Η 25η Μαρτίου - Ένας περίπατος εις τον βασιλικόν κήπον με την Φρόσω Σούτσου». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

21. Απόφαση του Βασιλικού Αυλαρχείου βάσει της οποίας η είσοδος στον Κήπο θα επιτρέπεται κατόπιν αδείας με αφορμή την καταστροφή των φυτών από τους επισκέπτες. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

6. Εφ. Ελεύθερον Βήμα (2 Ιουνίου 1935), Γιοκαρίνης Ν., «Δι’ όσους δεν φεύγουν - Παραθερισταί των Αθηνών - Μέσα εις τον κήπον». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

22. Απόφαση του Βασιλικού Αυλαρχείου σχετικά με τη διαδικασία χορηγήσεως αδείας και επισκέψεως του Ανακτορικού Κήπου. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

7. Εφ. Ελεύθερον Βήμα (20 Ιουλίου 1935), Πάτσης Σπύρος, «Το ζήτημα της ημέρας. Τα αγαθά της δημοκρατίας Μια επιστολή του κ. Σπ. Πάτση». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

23. Έγγραφο του Υπουργείου των Εσωτερικών προς το Βασιλικό Αυλαρχείο που ενημερώνει σχετικά με αιτήσεις πολιτών να δοθεί άδεια να ποτίζουν τα αμπέλια τους από το υδραγωγείο του Κήπου. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

8. Εφ. Ελεύθερον Βήμα (19 Οκτωβρίου 1935), Ηλ. Βασ., «Μέσα εις τον κήπο». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

24. Έγγραφο του Βασιλικού Αυλαρχείου προς τη Διεύθυνση Αστυνομίας Αθηνών και Πειραιώς με το οποίο ενημερώνει ότι μυλωνάς κλέβει νερό από το κανάλι και στη συνέχεια ρίχνει μέσα χώμα και χόρτα. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

9. Εφ. Το Βήμα (4 Ιανουαρίου 1963), «Η Προτομή του Ζαν Μορεάς». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής. 10. Εφ. Ελεύθερον Βήμα (31 Ιανουαρίου 1936), Ροδάς Μιχ., «Τα παιδιά». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

25. Επιλογή επιστολών της βασίλισσας Αμαλίας. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους.

11. Εφ. Αθηναϊκά Νέα (24 Μαΐου 1939), Τζαμουράνης Ε., «Υγεία και Ψυχαγωγία - Η χαρά των παιδιών εις τον βασιλικό κήπο - Ένας νέος παπαγάλος». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

Οπτικοακουστικό υλικό

12. Εφ. Τα Νέα (14 Μαΐου 1963), «Ετοιμασίες των θιάσων Κατερίνας και Κήπου - Η Λαδικού στον Κήπο - Αποκαλυπτήρια της προτομής του Ζαν Μωρεάς». Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής.

1. Κινηματογραφικό αρχειακό υλικό από το 1924 έως και το 1944 που αποτυπώνει γεγονότα που συνδέθηκαν με την ιστορία του κτηρίου. Καλλιτεχνική επιμέλεια: Βασίλης Δούβλης. Παραγωγή: Βουλή των Ελλήνων, Διάρκεια: 8΄. 2. Παντελή Αθανασιάδη, Το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Παραγωγή: Βουλή - Τηλεόραση, Διάρκεια: 4΄ 30΄΄.

153


Εικόνες εκτός έκθεσης 1. Άποψη του μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη (φωτ.: Λεωνίδας Κουργιαντάκης, 2009). [σ. κατ. 10]

28. Άποψη της Ακρόπολης από το Βασιλικό κήπο, επιστολικό δελτάριο, 1901-1903. Αθήνα, Ελληνικό Λαογραφικό και Ιστορικό Αρχείο. [σ. κατ. 91 αριστερά]

2. Άποψη του μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη (φωτ.: Λεωνίδας Κουργιαντάκης, 2009). [σ. κατ. 22]

29. Άποψη του Κήπου, επιστολικό δελτάριο, δεκαετία 1910. Αθήνα, Συλλογή Μάρως Καρδαμίτση Αδάμη. [σ. κατ. 91 δεξιά]

3. Σχέδιο του Κώστα Δημητριάδη, όπου απεικονίζεται ο τρόπος τοποθέτησης των μεταλλικών ασπίδων στους αναλημματικούς τοίχους του μνημείου. Ιούλιος 1931. Αθήνα, Ελληνικό Λαογραφικό και Ιστορικό Αρχείο (Αρχείο Κώστα Δημητιάδη). [σ. κατ. 34]

30. E. W. Rietschel – Fr. Hanfstaengl, Η βασίλισσα Αμαλία στον κήπο της, γύρω στο 1855, λιθογραφία, αντίγραφο ελαιογραφίας του E. W. Rietschel, Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. [σ. κατ. 93]

4. Αναπαράσταση του ταφικού οικοδομήματος («μνημείο του Χαβρία») στον Κεραμεικό της Αθήνας (από: Ursula Knigge, Der Kerameikos von Athen: Führung durch Ausgrabungen und Geschichte [Athen 1988] (ελλ. μτφρ. Ο Κεραμεικός της Αθήνας. Ιστορία – Μνημεία – Ανασκαφές [Αθήνα 1990] σελ. 163). [σ. κατ. 37]

31. Κατόψεις ευρωπαϊκών αστικών πάρκων: Parco Villa Julia και Orto Botanico (Παλέρμο), Parc des Buttes Chaumont (Παρίσι), Pincio (Ρώμη), Jardini del Vaticano (Ρώμη) (από: Αλέξανδρος Παπαγεωργίου-Βενετάς, Ο Κήπος της Αμαλίας. Σχεδιασμός, Ίδρυση και εξέλιξη του Εθνικού Κήπου της Αθήνας [Αθήνα 2008] σελ. 127). [σ. κατ. 95]

5. Το «Κενοτάφιο», Λονδίνο. [σ. κατ. 38] 6. Ο τάφος του Γάλλου Άγνωστου Στρατιώτη στην Αψίδα του Θριάμβου, Παρίσι. [σ. κατ. 39]

32. Κατόψεις ευρωπαϊκών αστικών πάρκων: Parque y Jardines de la Ciudadela (Βαρκελώνη), Πεδίον του Άρεως (Αθήνα), Parco del Valentino (Τορίνο) (από: Αλέξανδρος Παπαγεωργίου-Βενετάς, Ο Κήπος της Αμαλίας. Σχεδιασμός, Ίδρυση και εξέλιξη του Εθνικού Κήπου της Αθήνας [Αθήνα 2008] σελ. 127). [σ. κατ. 96]

7. Τα Βασιλικά Ανάκτορα από τα νοτιοδυτικά, γύρω στα 1860, λιθογραφία (από: M.P. Vréto, Athènes Modernes, 1861). Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής. [σ. κατ. 40-41] 8. Εργασίες εκχωμάτωσης του χώρου μπροστά από τα παλαιά Ανάκτορα για τη διαμόρφωση του μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη, 1928. Αθήνα, Αρχείο Πολεμικού Μουσείου. [σ. κατ. 43]

33. Κατόψεις ευρωπαϊκών αστικών πάρκων: Parque de Maria Luisa (Σεβίλλη), Parco del Castello Sforzesco (Μιάνο), Εθνικός Κήπος και παραπλήσιοι χώροι πρασίνου (Αθήνα) (από: Αλέξανδρος Παπαγεωργίου-Βενετάς, Ο Κήπος της Αμαλίας. Σχεδιασμός, Ίδρυση και εξέλιξη του Εθνικού Κήπου της Αθήνας [Αθήνα 2008] σελ. 127). [σ. κατ. 97]

9. Γενική άποψη των παλαιών Ανακτόρων από τη λεωφόρο Αμαλίας κατά τη διάρκεια των εργασιών εκχωμάτωσης του χώρου για την κατασκευή του μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη, 1929. Αθήνα, Αρχείο ΕΡΤ ΑΕ (Συλλογή Π. Πουλίδη). [σ. κατ. 44 πάνω]

34. Ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ δίπλα στο μαρμάρινο ρολόι του κήπου των Ανακτόρων, 1906. Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. [σ. κατ. 104]

10. Γενική άποψη των παλαιών Ανακτόρων κατά τη διαμόρφωση για την κατασκευή του μνημείου, 1929. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής (Αρχείο Εμμανουήλ Λαζαρίδη). [σ. κατ. σ. κατ. 44 κάτω]

35. Άποψη του Κήπου, επιστολικό δελτάριο, χ.χρ. Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. [σ. κατ. 105]

11. Εργασίες διαμόρφωσης του αναλημματικού τοίχου του μνημείου. Αθήνα, Ελληνικό Λαογραφικό και Ιστορικό Αρχείο. [σ. κατ. 45 κάτω]

36. Ιερείς στον Κήπο, 1919. Αρχείο Fred Boissonnas, Οργανισμός Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού / Θεματοφύλακας: Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης. [σ. κατ. 110]

12. Άποψη της πλατείας Ανακτόρων κατά την τελετή των αποκαλυπτηρίων του Άγνωστου στρατιώτη, 25 Μαρτίου 1932 (από εφημερίδα της εποχής). Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής. [σ. κατ. 48 πάνω]

37. Συζήτηση στα παγκάκια του Κήπου, 1919. Αρχείο Fred Boissonnas, Οργανισμός Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού / Θεματοφύλακας: Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης. [σ. κατ. 111]

13. Το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη καλυμμένο από στεφάνια, 1933, επιστολικό δελτάριο. Αθήνα, Ελληνικό Λαογραφικό και Ιστορικό Αρχείο. [σ. κατ. 49 πάνω]

38. Λουστράκια στον Κήπο, δεκαετία 1930. Θεσσαλονίκη, Μουσείο Φωτογραφίας. [σ. κατ. 114] 39. Άνδρας σε παγκάκι διαβάζοντας εφημερίδα, π. 1935. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (Νεοελληνική Ιστορική Συλλογή Κωνσταντίνου Τρίπου). [σ. κατ. 116]

14. Το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, 1933, επιστολικό δελτάριο. Αθήνα, Ελληνικό Λαογραφικό και Ιστορικό Αρχείο. [σ. κατ. 49 κάτω]

40. Δύο κύκνοι στη λίμνη, π. 1935. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (Νεοελληνική Ιστορική Συλλογή Κωνσταντίνου Τρίπου). [σ. κατ. 117]

15. Σκηνή από την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων από την Αθήνα 1944. Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. [σ. κατ. 53]

41. Δρόμος στον Κήπο, π. 1935. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (Νεοελληνική Ιστορική Συλλογή Κωνσταντίνου Τρίπου). [σ. κατ. 118]

16. Ο Βρετανός αντιστράτηγος Ronald Scobie μπροστά στο μνημείο, 18 Οκτωβρίου 1944. Αθήνα, Αρχείο ΕΡΤ ΑΕ (Συλλογή Π. Πουλίδη). [σ. κατ. 57 κάτω]

42. Άνθρωποι σε παγκάκια στην αλέα με την πέργκολα, π. 1935. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (Νεοελληνική Ιστορική Συλλογή Κωνσταντίνου Τρίπου). [σ. κατ. 119]

17. Ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου και ο Βρετανός αντιστράτηγος Ronald Scobie καταθέτουν στεφάνια στον Άγνωστο Στρατιώτη κατά την επιστροφή της κυβέρνησης στην Ελλάδα, 18 Οκτωβρίου 1944. Αθήνα, Αρχείο Πολεμικού Μουσείου. [σ. κατ. 59]

43. Περίπατος στη λίμνη του Κήπου, 1938. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (φωτ.: Δημήτρης Χαρισιάδης). [σ. κατ. 122]

18. Οι πολεμικές σημαίες μπροστά στο μνημείο, 1944-1950. Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. [σ. κατ. 61]

44. Παιδάκια στη λίμνη του Κήπου, 1938. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (φωτ.: Δημήτρης Χαρισιάδης). [σ. κατ. 123]

19. Ανάπηροι πολέμου μπροστά στο μνημείο, 27 Οκτωβρίου 1950. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 64-65] 20. Φρουροί με κρητική στολή, 1956. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 68]

45. Οι πάπιες της λίμνης του Κήπου, 1939-1940. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (φωτ.: Βούλα Παπαϊωάννου). [σ. κατ. 124]

21. Το Κτήριο της Βουλής, το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη και η Πλατεία Συντάγματος, 1967. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 76]

46. Δρόμος του Κήπου, 1938. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (φωτ.: Δημήτρης Χαρισιάδης). [σ. κατ. 125]

22. Το Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη σε ημέρα εθνικού πένθους, ο φρουρός κρατά το όπλο υπό μάλης, 1978. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (φωτ.: Ιωάννης Λάμπρου). [σ. κατ. 77]

47. Εκδρομή στον Κήπο, π. 1950. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (Νεοελληνική Ιστορική Συλλογή Κωνσταντίνου Τρίπου). [σ. κατ. 127]

23. Αλλαγή φρουράς, 1984. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 79] 24. Άποψη του μνημείου από το κτήριο της Βουλής (φωτ.: Λεωνίδας Κουργιαντάκης, 2009). [σ. κατ. 81]

48. Παιδάκια με καραβάκι, 1942. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (φωτ.: Δημήτρης Χαρισιάδης). [σ. κατ. 129]

25. Σχέδιο κήπου αγγλικού τύπου για την εκσκαφή του πρώτου τμήματος του Βασιλικού κήπου, 1839. Αθήνα, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχείο Ανακτόρων. [σ. κατ. 88]

49. Συντροφιές στον Κήπο, π. 1950. Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη - Φωτογραφικό Αρχείο (Νεοελληνική Ιστορική Συλλογή Κωνσταντίνου Τρίπου). [σ. κατ. 130]

26. Μελέτη του Friedrich von Gärtner για τη διαμόρφωση του χώρου γύρω από το κτήριο των Ανακτόρων (από: Κατερίνα Δεμενεγή-Βιριράκη, Παλαιά Ανάκτορα Αθηνών. Το κτήριο της Βουλής των Ελλήνων [Αθήνα 2007] σελ. 120) [σ. κατ. 90 αριστερά]

50. Στα παγκάκια του Κήπου, 1953. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 131 πάνω] 51. Τα λιοντάρια του Κήπου. Αθήνα, Αρχείο Εθνικού Κήπου «Δήμος Αθηναίων - Εθνικός Κήπος ΝΠΔΔ». [σ. κατ. 136]

27. Το σχέδιο του Hoch για τη διαμόρφωση του χώρου μπροστά από το κτήριο των Ανακτόρων που εφαρμόστηκε το 1837 (από: Κατερίνα Δεμενεγή-Βιριράκη, Παλαιά Ανάκτορα Αθηνών. Το κτήριο της Βουλής των Ελλήνων [Αθήνα 2007] σελ. 121) [σ. κατ. 90 δεξιά]

52. Παγώνι του Κήπου, 1956. Αθήνα, Αρχείο Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. [σ. κατ. 137] 53. Παιδιά σε ξέφωτο του Κήπου (φωτ.: Λεωνίδας Κουργιαντάκης, 2007). [σ. κατ. 140-141]

154



ISBN 978-960-6757-23-5


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.