Afor(M)ess

Page 1



Afor(M)ess



ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΓΓΛΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ 12ο σεμινάριο συγγραφικής

Αfor(M)ess *

“To find a form that accommodates the mess, that is the task of the artist now.” Samuel Beckett

ΑΘΗΝΑ 2010


Αfor(M)ess Ετήσιο περιοδικό Τεύχος αρ. 12

Διεύθυνση περιοδικού α-φορμές: Λιάνα Σακελλίου-Σουλτς Επιμέλεια τεύχους: Λιάνα Σακελλίου-Σουλτς

© Πανεπιστήμιο Αθηνών Φιλοσοφική Σχολή Τμήμα Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας

Ποίηση

ISSN: 1108-1333

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους ή όλου της παρούσας έκδοσης χωρίς την άδεια της Διευθύντριας του περιοδικού.

Την εικόνα του εξώφυλλου φιλοτέχνησε η καθηγήτρια Βασιλική Δενδρινού.


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ....................................................................................................................................... 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ........................................................................................................................................ 2 ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΜΙΛΟΥΝ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥΣ........................................................................... 3 Ανδριάνα Αγγελοπούλου.................................................................................................................... 5 Αρώματα, A Scarlet Rose, Γκρίζα Χρώματα Ειρήνη Απανωμεριτάκη .................................................................................................................... 8 A Perfect Plan, Storm, Fireworks Ελισσάβετ Βελλή .............................................................................................................................. 11 Unforgetful, Astarte Endemoniada, Up the Glastonbury Tor Δήμητρα Γραμπού............................................................................................................................ 14 Poetry, Adam’s Thoughts, Suicide Incident Νικολέμμα Πολυξένη Δημητρίου ................................................................................................... 17 Learning Vivaldi’s Spring, The Red Poppy, Just a Dream Γεωργία Ζόμπολου ........................................................................................................................... 20 Μικρές Τραγωδίες Μεγάλων Ανθρώπων, Περιπλανήσεις ενός Ποιητή Γιάννης Καλκούνος .......................................................................................................................... 22 Ποσειδώνας, Το Αγόρι και το Δέντρο, Ένα Μέρος για Θλιμμένα Αστέρια, Το Υπόγειο (ή αλλιώς, κάποιο από τα κλουβιά του σώματος) Μαρία Καλογήρου ........................................................................................................................... 26 Το Φιλί, Πρόγευμα, Όνειρα² Γεωργία Καραβασίλη ...................................................................................................................... 29 The Trip Κωνσταντίνα- Αλεξάνδρα Κατσάρη .............................................................................................. 30 (άτιτλο), (άτιτλο) Ευαγγελία-Μαρία Κιαγιά ................................................................................................................ 32 Book of Tigers, The Call, Thoughts From the Old Turtle Island Φαμπιόλα Κοντράση........................................................................................................................ 35 Για σένα που δεν υπάρχεις πια, River Named Desire, Παπαρούνα Ευαγγελία Κουτσουράδη ................................................................................................................. 38 Circus, The Alchemist of the Woods


Χριστίνα Μανδιλάκη ....................................................................................................................... 40 (άτιτλο), Fairies, (άτιτλο) Ανδρέας Μάρκου.............................................................................................................................. 43 The Chain οf Being, Thoughts Σπυρούλα Μιχαήλ ............................................................................................................................ 45 Environment, Sunflowers, The Beach Αγάπη Μυλωνά ................................................................................................................................ 48 Black-paged Photo Album, Ασπρόμαυρη Εφηβεία, Μια Παρτίδα Σκάκι Κλειώ Νικολιδάκη ........................................................................................................................... 51 A Bottle of Ladybirds, An Impression, Why Blows the Air, Evidence of a Life Untold Παναγιώτα Παπαδημητρίου ........................................................................................................... 55 Ι Know, Τιμητική Άδεια, Missing Wings Νικόλαος Περάκης ........................................................................................................................... 58 Family Portrait, The Ball Room, The Moonlight Βασιλένα Σταυροπούλου ................................................................................................................. 61 Mona Lisa, Little Fairy, Miss Potty Στέφανος Τριτσάρης ........................................................................................................................ 64 Εις Υγείαν, Ο Θησαυρός μου Αλεξία Φωκά .................................................................................................................................... 66 Νυχτερινή Πτήση, Twelve-line Mess, Simon’s Bedroom on a Summer’s Night 11:36 Σπύρος Χαιρέτης .............................................................................................................................. 69 Α Single Red Rose, (άτιτλο), (άτιτλο) Σωτηρία Χρονοπούλου .................................................................................................................... 72 Αϋπνία, Ρέκβιεμ σε έναν Φίλο, Water Water Everywhere and not a drop to drink Oι Afor(M)ess παρουσιάζουν: Τασούλα Καραγεωργίου, Λευτέρης Ξανθόπουλος, Γιάννης Πατίλης ............................................................................................................................................. 75


ΠΡΟΛΟΓΟΣ Οι Afor(M)ess είναι συλλογικό προϊόν του μαθήματος της συγγραφικής, το οποίο αποτελεί μέρος του προγράμματος σπουδών του Τμήματος Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας. Το σεμινάριο αυτό, το οποίο προσφέρεται ετησίως από τον Τομέα Λογοτεχνίας και Πολιτισμού, το δίδαξα για 12η φορά το 2010 στους φοιτητές και φοιτήτριες του Η’ (εαρινού) εξαμήνου. Βοήθεια στην ηλεκτρονική και γραμματολογική επιμέλεια των κειμένων προσέφεραν οι φοιτήτριες του σεμιναρίου Νικολέμμα Πολυξένη Δημητρίου και Κλειώ Νικολιδάκη. Τελειώνοντας, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τις φοιτήτριες και τους φοιτητές που παρακολούθησαν το σεμινάριο, καθώς και όλους του συναδέλφους που περιέβαλαν την προσπάθεια αυτή με ενδιαφέρον και αγάπη. Είμαι επίσης ευγνώμων προς τους ομιλητές που συνέβαλαν με τη συμμετοχή τους στην έκβαση του σεμιναρίου. Τους αναφέρω μαζί με το αντικείμενο της ομιλίας τους. Ιωσήφ Βεντούρας, «Η ποίηση στην ψηφιακή εποχή. Ηλεκτρονικό περιοδικό Poeticanet» Τασούλα Καραγεωργίου, «Το μετρό» Πλάτων Μαλλιάγκας, «Το Πείραμα της Αριάδνης» Λευτέρης Ξανθόπουλος, «Ντοκιμαντέρ για τον Αντρέι Γκορένκο» Γιάννης Πατίλης και Ηρώ Νικοπούλου, «Αφιέρωμα του περιοδικού Πλανόδιον στον Αντρέι Γκορένκο»

Λιάνα Σακελλίου-Σουλτς

1


ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στη διάρκεια των 3.000 χρόνων της ποίησης, με χρονολόγηση από τον Όμηρο, τους αρχαίους Σουμέριους και διαμέσου των κειμένων ανθρώπων από πολυάριθμους διαφορετικούς πολιτισμούς, από τους πιο πρωτόγονους έως το δικό μας τον οποίο θεωρούμε τελικά μοντέρνο, υπάρχει κάτι το κοινό. Σε κάθε ποίηση ή σε κάθε συζήτηση γι αυτήν, υπάρχει πάντα προβληματισμός σχετικά με το τι είναι ποίηση ή με το τι κάνει η ποίηση. Πάντα μοιάζει να έχει ήδη εφευρεθεί σαν να είναι μια δραστηριότητα την οποία δεν δημιουργούμε αλλά μας δημιουργεί εκείνη. Κανείς δεν ανακάλυψε την ποίηση, όμως σε κάθε αναπαράσταση αυτής της αρχέγονης κτήσης, σε κάθε στίχο, ρωτάμε πάλι, τι είναι ποίηση; Τι μας προσφέρει; Σύμφωνα με τη μεταμοντέρνα σκέψη του Jean-Francois Lyotard, κάθε πολιτισμική δραστηριότητα δημιουργεί την ανάγκη για ένα νέο ορισμό του εαυτού της, καθώς αλλάζουμε και προσδιοριζόμαστε ξανά στην πορεία των ποιητικών μας δραστηριοτήτων. Αν η ποίηση δεν μας άλλαζε, θα ήταν ένα αδρανές απόκτημα, ένα πράγμα, και όχι μια καταγραφή της περιπέτειας του ανθρώπινου πνεύματος μέσα στη ζωή, μια περιπέτεια που εξερευνά τον τρόπο που η γλώσσα δημιουργεί εμάς και τον κόσμο μας. Ίσως η ποίηση να είναι περισσότερο η καταγραφή της πορείας που έχει πάρει κάποιο ανθρώπινο πνεύμα παρά ένα συγχρονικό και στατικό πράγμα του οποίου τα μέρη δεν χρειάζονται νέο ορισμό στην πορεία προς την πλήρη εξέλιξή τους. Καθώς ένα ποίημα μεγαλώνει, τα μέρη του συνεχώς αναπροσδιορίζονται με βάση τα καινούρια μέρη, αφήνοντας μονάχα μια τροχιά της εξέλιξης που έχει πετύχει ο ποιητής. Βέβαια, η ποίηση ασχολείται με τόσα και τόσα θέματα που είναι αμέτρητα. Όμως εάν το ποίημα πρόκειται να αλλάξει τον ποιητή, πρέπει να μιλήσει στον δημιουργό του, θα μπορούσε ακόμη και να τον εκπλήξει δίνοντάς του κατευθυντήριες γραμμές. Αυτός ο διάλογος που ξεκινά από το ποίημα και όχι από τον ποιητή, μου δημιουργεί την εντύπωση ότι το πιο κοινό θέμα στην ποίηση, δηλαδή το θέμα μέσω του οποίου μπορούν να αναδειχτούν άλλα θέματα είναι το θέμα του τι είναι η ποίηση. Εξερευνώντας το θέμα αυτό, ο ποιητής μαθαίνει τι κάνει η ποίηση για τους ανθρώπους. Ανακαλύπτοντας όλο και περισσότερο τη φύση της ποίησης, ο ποιητής αισθάνεται ενωμένος με τους ποιητές του παρελθόντος, αφού η ποίηση δεν ανακαλύφθηκε τώρα αλλά έχει ξεκινήσει την πορεία της από τις απαρχές της ανθρωπότητας. Κάποιοι ποιητές συγκινούνται, ακόμα και παθιάζονται, όταν αισθάνονται ότι η ποίηση δημιουργεί και εκείνους και τον κόσμο τους, και τους ενώνει με τις χιλιάδες γενεές πριν από αυτούς. Αισθάνονται τη δύναμη που είχαν οι προηγούμενοι ποιητές να κατασκευάσουν την αισθαντικότητα της ανθρωπότητας μέσω της γλώσσας. Και πιστεύουν επίσης ότι μπορούν να απελευθερώσουν αυτή τη δύναμη ώστε να επενεργήσει μέσα τους. Γίνονται οι αντιπρόσωποι της ανθρωπότητας, οι εξερευνητές μιας ανθρώπινης πραγματικότητας που δεν έχει γίνει αντιληπτή μέχρι τώρα και, με μια νέα ενόραση, που δεν είναι εντελώς δική τους, κάνουν τη γλώσσα να λέει κάτι που δεν μπορούσε να πει πριν. Γνωρίζουμε τον στίχο του Shelley «Κάνε με λύρα σου». Εγώ θα πρόσθετα ότι η λύρα ακούγεται με τους ήχους των χιλιάδων λυρών που προηγήθηκαν. Με αυτή την ομαδική συνήχηση ο ήχος της λύρας αποκτά μεγαλύτερη δύναμη και ομορφιά. Η πιο δημιουργική γραφή αναδύεται όταν το άτομο λειτουργεί ως εκπρόσωπος της ανθρώπινης κοινότητας. Μέσω της ποίησης το άτομο βρίσκει ένα τρόπο να αναπτύξει το ανθρώπινο είδος, τον πιο όμορφο. Λιάνα Σακελλίου-Σουλτς

2


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΜΙΛΟΥΝ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥΣ Ενώπιος Ενωπίω Αν με ρωτούσατε τι είναι για εμένα ένα ποίημα, θα απαντούσα ότι είναι ένα δάκρυ (δάκρυ χαράς ή λύπης).Το ποίημα, όπως και το δάκρυ, είναι το αποτέλεσμα της ανάγκης μας να εκφράσουμε αυτό που δε λέγεται με λόγια. Το ποίημα - θα προσέθετα- είναι η απεικόνιση του κόσμου ιδωμένου από τη διαπεραστική ή ανατρεπτική ματιά του δημιουργού που αναδεικνύει αόρατες ή αγνοημένες σημασίες των πραγμάτων. Το ποίημα μιλά για τα πράγματα μετουσιώνοντας τον εργασιακό λόγο, αφού δίνει «φωνή» στα κενά (σιωπές) ανάμεσα στις λέξεις. Η ποίηση διευρύνει τα όρια της γλώσσας και επομένως, σύμφωνα και με τον Βιτγκενστάιν, διευρύνει τα όρια του κόσμου μας. Πιστεύω ότι το ποίημα, ιδωμένο έτσι, περιέχει στην ουσία του ένα μυστικό στοιχείο. Αυτά όταν μιλούμε για το περιεχόμενο του ποιήματος. Υπάρχει όμως και η μορφή του. Η σύνθεση του ποιητικού κειμένου μου μοιάζει με χορογραφία των λέξεων, όπου υπάρχει συνδυασμός πρωτοτυπίας, αρμονίας και απλότητας σε ένα σημειολογικά σύγχρονο πλαίσιο. Γράφοντας ποιήματα προσπαθώ να ανασύρω στην επιφάνεια τον λανθάνοντα καταπιεσμένο λυγμό μου που θα μπορούσε να είναι λυγμός και πολλών άλλων και επομένως να έχει γενικότερο ενδιαφέρον. Η διαδικασία της δικής μου γραφής ξεκινά από μια ιδέα που πολλές φορές δεν απέχει από ένα όνειρο ή πηγάζει από αυτό. Στη συνέχεια η γραφίδα ακολουθεί μια ανεξέλεγκτη πορεία που οδηγεί σε μονοπάτια απρόσμενα και γι’ αυτό πολλές φορές επικίνδυνα για το ίδιο το ποιητικό αποτέλεσμα. Χρειάζεται λοιπόν το εργαστήρι μου που θα ελέγξει, θα απορρίψει ή θα αναμορφώσει το αρχικό κείμενο και, επίσης, θα του δώσει μια μορφή τέτοια, ώστε η φωνή μου να είναι η φωνή της εποχής μου. Ακολουθεί ένα χρονικό διάστημα που αποκαλώ διάστημα δοκιμασίας, στη διάρκεια του οποίου το ποίημα αποθηκεύεται. Αν το έργο μου στο πέρας του διαστήματος αυτού συνεχίσει να μου φαίνεται αποδεκτό, το δημοσιοποιώ. Ιωσήφ Βεντούρας ___ «Σκέψεις για την ποίηση» Γράφω όταν θέλω να φέρω στην επιφάνεια ένα κομμάτι του εαυτού μου που εκτιμώ περισσότερο από το καθημερινό μου πρόσωπο, όταν υποτάσσομαι σε μια ανάγκη που εμφανίζεται αιφνίδια, αλλά όχι τυχαία, και η οποία με καλεί να δώσω μια διέξοδο στη σύγκρουση του πραγματικού με το ιδεατό. Καταφεύγω στην ποίηση επειδή εμπιστεύομαι τη γλώσσα. Πιστεύω στην ιερότητα της ποίησης, θεωρώ ότι εγγυάται μιαν ιδιότυπη κάθαρση, δική μας και των άλλων. Κατά κανόνα συλλαμβάνω ένα διασπασμένο όλον. Οι συλλογές μου έχουν μια ενότητα, ας την πούμε σκηνικού χώρου ή εσωτερικού τοπίου. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια κυρίαρχη έμμονη ιδέα, η οποία αποζητεί την υλοποίησή της, κατακερματισμένη έστω και διεσπαρμένη στα ποιήματα μιας συλλογής. Αυτό μου συνέβη και με τη συλλογή μου , «Το μετρό». Την ιδέα συνέλαβα όταν κατέβηκα τις κυλιόμενες σκάλες, την πρώτη μέρα λειτουργίας του. Από τη στιγμή εκείνη και μετά, η ιδέα αυτή με καθοδηγούσε ζητώντας βασανιστικά και επίμονα την υλοποίησή της. Ίσως να είναι αυτό η έμπνευση, μία εις το εναντίον μεταβολή, ένα αμφιθυμικής υφής οδυνηρό ξάφνιασμα που σε υποτάσσει στην τυραννία και στη μαγεία του. Πάντως συμβαίνει συχνά ένας ποιητής να προκαλεί την έμπνευση δημιουργώντας όρους και προϋποθέσεις για την έλευσή της. Ο Καβάφης π.χ. αφήνει επίτηδες να σβήνει η λάμπα στο δωμάτιό του. Το δηλώνει ο ίδιος στον «Καισαρίωνά» του. 3


Η ανάγνωση- καμιά φορά και η παρανάγνωση - των άλλων ποιητών γίνεται πολύ συχνά αφετηρία δημιουργίας. Μπορεί το ερέθισμα να είναι μια λέξη, μια φράση ή ένα ολόκληρο ποίημα. Τα παραδείγματα είναι πλείστα. Η ποίηση είναι ένα υπόγειο μεγάλο ποτάμι που μέσα στην κοίτη του συνείρονται οι φωνές των ποιητών όλων των εποχών και όλων των αιώνων. Αν δεν ενωτισθείς τον ήχο του, δεν πρόκειται ποτέ να γράψεις ποιήματα που μάχονται τη δίψα. Είναι αυτονόητο χρέος του ποιητή να διαβάζει ποίηση και επίσης αυτονόητο ότι θα προτιμά αυτούς με τους οποίους έχει κατακτήσει κοινό κώδικα υπόγειας συνομιλίας. Ίσως η ποίηση στο σύνολό της να μην είναι παρά διάλογος με την άλλη ποίηση - άμεσος ή υπαινικτικός. Ας μην ξεχνάμε ότι η ανάγνωση της ποίησης δεν είναι απλώς γνώση είναι και εμπειρία, βίωμα ποιητικό. Κατά κανόνα η πρώτη γραφή είναι μια ακατέργαστη μάζα ωραίου ίσως λίθου. Μέσα του βρίσκεται φυλακισμένη η μορφή ή αν θέλετε η αυθεντική ποιητική ιδέα. Απαιτείται μόχθος -που κάποτε είναι ατελέσφορος-για την απελευθέρωση της. Η γλώσσα δεν παραδίδεται εύκολα στον ποιητή, όταν πρόκειται μάλιστα για μια γλώσσα , όπως η ελληνική που διαθέτει τόσο εύρος και τόσο ιστορικό βάθος, η εκδρομή δεν έχει τέλος. Ο ποιητής οφείλει να σέβεται τη γλώσσα. Αν δεν υποταχθεί σ' αυτήν δεν πρόκειται ποτέ να την κυριεύσει. Πιστεύω ότι η θεωρία έπεται και δεν προηγείται της ποιητικής πράξης. Αμφισβητώ την αυθεντικότητα μιας λογοτεχνίας του συρμού που φιλοδοξεί να επιβάλει θεωρητικές εφαρμογές στο ποιητικό σώμα. Μια κυριαρχία της θεωρίας στον χώρο της ποίησης θα μπορούσε ίσως να σημαίνει την υποταγή της στους νόμους της αγοράς -κάτι που δυστυχώς παρατηρείται σε άλλους λογοτεχνικούς χώρους και ευτυχώς όχι στην ποίηση. Η καλή ποίηση προαναγγέλλει τις θεωρίες του μέλλοντος. Ασφαλώς και πρέπει ένας νέος δημιουργός να σκύψει μέσα του· για να ανασύρει όμως αυτό το «μέσα» και για να το μετατρέψει από απροσδιόριστη αίσθηση σε δυναμική, ευθύβολη και συγκινησιακή γλώσσα, θα πρέπει να αναζητήσει τη χρυσή τομή ανάμεσα στο ναρκισσιστικό κατά κανόνα αυθόρμητο και σ' αυτό που θα ονόμαζα ποιητική ευθύνη απέναντι στον κόσμο. Το αίτημα της γνησιότητας πρέπει να συνοδεύεται από μια αίσθηση χρέους απέναντι στην ποιητική αλήθεια, που μπορεί να είναι κάποτε προσωπική, αλλά ποτέ δεν γίνεται στην καλή ποίηση ατομική. Είναι μια ιερή υπόθεση για μένα η ποίηση, μια στιγμιαία έστω εμπειρία αθανασίας. Το μερίδιο του ανθρώπου στον ουρανό. Είναι η γλώσσα στην ποιοτικότερή της έκφραση. Έχει τεράστια, κοσμογονική δύναμη η ποίηση. Δεν αλλάζει τον κόσμο, δημιουργεί όμως σύμπαντα. Κανείς δεν γίνεται πλούσιος με την ποίηση, χωρίς όμως αυτήν θα ήμασταν απελπιστικά φτωχοί. Μπορεί στην καθημερινότητά μας να μην είμαστε καθόλου ποιητές, ακόμα και όσοι γράφουμε ποιήματα, η αίσθηση όμως ότι υπάρχει κάπου η ποίηση είναι ύψιστη παραμυθία, το φάρμακο που κάνει να μην νιώθεται η πληγή. Τασούλα Καραγεωργίου

___ Ξεκίνησα να γράφω από αγάπη για τη μητρική μου γλώσσα. Οι ιστορίες που διηγούμαι στα γραπτά μου είναι απλώς προφάσεις για να ασχοληθώ με τις λέξεις και τους άπειρους συνδυασμούς τους. Δευτερευόντως θέλησα να μιλήσω για ζητήματα που με απασχολούν από μικρό παιδί: για τις αντίρροπες δυνάμεις της τάσης απομόνωσης του καλλιτέχνη και της ευθύνης του απέναντι στο κάλεσμα της κοινότητας. Για τη δυνατότητα να έρθουμε μεταξύ μας σε επικοινωνία τα πρόσωπα μέσα σε έναν κόσμο που οδεύει προς τον απόλυτο ατομισμό. Για το πώς η ποίηση μπορεί να γίνει πυξίδα μας μέσα στην καθημερινή ζωή, χωρίς να εξαφανιστούμε σε δαιδαλώδη μονοπάτια φυγής. Για το πώς είναι δυνατόν, σε μερικές περιπτώσεις, η παρεκτροπή να μας οδηγήσει στον σωστό προορισμό. Για το πώς η “τρέλα” μπορεί να αποδειχτεί σωφροσύνη, ενώ η ορθολογικά οργανωμένη ζωή και η “συνετή” σκέψη μπορεί να είναι επιλογές πνευματικής ένδειας. Στόχος μου ήταν πάντα “να διευρύνω συνεχώς τα όρια του κόσμου μου, διευρύνοντας τα όρια της γλώσσας” και των εκφραστικών δυνατοτήτων μου. Να περιγράφω το υπέροχο αίνιγμα του ανθρώπινου ψυχισμού, 4


χωρίς να προσπαθώ να το λύσω. Να δίνω αίσια προοπτική (αλλά όχι “happy end”) σε υποθέσεις που φαίνονται εκ των προτέρων χαμένες. Πολύ αργότερα κατάλαβα ότι υπήρχαν κι άλλες κρυφές προσδοκίες στην απόφασή μου να γίνω συγγραφέας: μια ανομολόγητη φιλοδοξία να ξεχωρίσω. Ίσως και μια αγωνία να αφήσω πίσω μου κάτι που δεν θα πεθάνει ποτέ. Ωστόσο θεωρώ ότι αυτά δεν αρκούν για να με κάνουν να συνεχίζω ακόμα και σήμερα να γράφω, έπειτα από είκοσι περίπου χρόνια, εν μέσω τόσων αντιξοοτήτων και δυσχερειών. Κάποια στιγμή έθεσα το κρίσιμο ερώτημα στον εαυτό μου: “Μπορείς να ζήσεις χωρίς να γράφεις;” Η απάντηση ήρθε άμεσα, αρνητική και χωρίς περιστροφές. Από τότε τα πράγματα για μένα είναι απλά: όταν θα μπορώ να ζήσω χωρίς να γράφω, δεν θα γράφω πια. Πλάτων Μαλλιάγκας ___ Θαύμα στο Ασκέλι Ξύπνησε από δυνατό πλατάγισμα νερού, τρομαγμένη. Πετάχτηκε από τον βαρύ μεσημεριάτικο ύπνο της, κλαίγοντας με λυγμούς. Το κεφάλι της ασήκωτο, με το ζόρι στεκόταν στη θέση του. Το κακό όνειρο κρατούσε. Είχε κοιμηθεί έξω, στο οικογενειακό τους χτήμα, το πιο δροσερό σημείο του νησιού, όπως έλεγε και ο πατέρας της, κάτω από τη συκιά, το δέντρο που αγαπούσε πιο πολύ απ’ όλα μικρή, με τα πυκνά φυλλώματα. Το χτήμα ήταν μεγάλο και παλιό και η χρήση του, που υπάκουε στην αντίληψη των ανθρώπων της γης, σπίτι όσο να χωρείς και χωράφι όσο να θωρείς πήγαινε κληρονομικά πάππου προς πάππον, δηλαδή από εγγονούς σε δισέγγονα και από θείους σε συγγενείς. Οι ρίζες του δέντρου γκρίζες, λείες και δυνατές όπως δουλεμένο μπράτσο πολεμιστή με σπαθί, σέρνονταν για κάμποσο μισές μέσα, μισές έξω από τη γη, πλησίαζαν και από τις τέσσερις μεριές τη μεγάλη στέρνα κυκλωτικά, την αγκάλιαζαν και χάνονταν πάλι κάτω βαθιά, μέσα στο χώμα. Τριγύρω δεν ακουγόταν ψυχή, εκτός από τα τζιτζίκια, που τεμάχιζαν τη σιωπή σε εκατοντάδες, σε μυριάδες μικρά κομματάκια και τη σκόρπιζαν βροχή σπασμένα γυαλικά τριγύρω στην ώριμη πλάση, οπού καιγόνταν από τον ήλιο του καλοκαιριού και τίποτε άλλο. Ξάφνου, εκεί μπροστά της, η πέτρινη στέρνα με τους γυρίνους, τα βαθρακάκια και τα μικροσκοπικά κολεόπτερα που πηδούσαν με άλματα από τη μια άκρη του νερoύ στην άλλη ή γλυστρούσαν σαν έμπειροι παγοδρόμοι στην επιφάνεια, εκεί λοιπόν που δεν το περίμενε κανείς, όπως συνήθως συμβαίνει στα όνειρα, η ταπεινή στέρνα στο Ασκέλι μεταμορφώθηκε αίφνης στη θαυματουργή κολυμπήθρα, την επιλεγόμενη Εβραϊστί Βηθεσδά, την κολυμπήθρα του ευαγγελιστή Ιωάννη, του εν Πάτμω και της Αποκαλύψεως προς το τέλος του βίου του, των Αγίων Τόπων και της Αγίας Γραφής ενωρίτερα. Πλήθος ανήμποροι άνθρωποι, κουτσοί, λεπροί, τυφλοί, παραλυτικοί μαζί με εμπόρους, ζητιάνους και γυρολόγους κάθε λογής, συνωστίζονταν ο ένας δίπλα στον άλλον περιμένοντας εξ ουρανού τον άγγελο να κατεβεί και να ταράξει προς στιγμήν με το μαγικό ραβδί του τα νερά για να επιστρέψει και πάλι στο σπίτι του, εκεί ψηλά στον απέραντο θόλο, που μας σκεπάζει όλους με τα ουράνια φτερά του και μας προστατεύει, δικαίους και αδίκους, αθώους και αμαρτωλούς, τη στέγη του κόσμου όπως λένε αυτοί που γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα, όπου και η κατοικία του καλού μας θεού. Εκείνος ο τυχερός θνητός, ο ένας και μοναδικός κάθε φορά, ο προνομιούχος θνητός που θα γρηγορούσε και θα είχε την ετοιμότητα και την ευφυΐα να βουτήξει πρώτος στη δεξαμενή, αμέσως μετά την ευλογημένη παρέμβαση από τον ουρανό και τη θεία ταραχή του ύδατος, θεραπευόταν αυτομάτως από ό,τι κακό ή στραβό και αν έπασχε.

5


Όταν έβγαινε από το αγιασμένο νερό, ήταν πιό δυνατός και πιό εύμορφος και από τον ίδιο τον θεό Άδωνι, αν τύχαινε να είναι άνδρας ή πιό όμορφη και πιό νέα και από την ίδια τη θεά Αφροδίτη, αν τύχαινε να είναι γυναίκα. Είχε μαζευτεί κόσμος πολύς εκεί πέρα στον κήπο, τόσο πολλοί που δεν χωρούσαν άλλο, κόντευε να την πνίξουν, έσπρωχνε να βρει την άκρη για να ξεφύγει από τα ασυγκράτητα πλήθη, να βγει έξω από αυτόν τον ανήκουστο βραχνά όμως όλο και κατέφθαναν καινούργιοι ασθενείς, άλλος κρατώντας στα χέρια του σταυρουδάκι, άλλος κομματάκι από το τίμιο ξύλο, άλλος κομποσχοίνι για τις προσευχές του και άλλος τέλος, κάτω από την αμασχάλη του, τη γυμνή κάρα αγίου ασκητή της ερήμου όπου σε χρόνους παλαιούς και αρχαίους εμαρτύρησε θάνατο φριχτό και ανομολόγητο. Όλοι κάθουνταν με τις ώρες, με τις ημέρες, ακόμα και με τους μήνες τριγύρω από τη στέρνα, έτρωγαν, έπιναν, είχαν σηκώσει τέντες και πανιά για τον ήλιο και τη βροχή και κοιμούνταν από κάτω και κανείς τους, ούτε οι ίδιοι, ούτε οι δικοί τους που τους παράστεκαν, ούτε βεβαίως και οι περιπλανώμενοι τήδε κακείσε προφήτες θα μπορούσαν να πουν με βεβαιότητα, πότε επιτέλους θα παρουσιαστεί ολόλευκος ο άγγελος Κυρίου με τη ρομφαία του για να οργανώσει το θαύμα. Αυτήν ακριβώς τη στιγμή, ένα δυνατό πλατάγισμα νερού ακούστηκε από πολύ κοντά, από δίπλα της σχεδόν, που την έκανε να πεταχτεί έξω από τον ταραγμένο της λήθαργο και να επιστρέψει, με μεγάλη προσπάθεια ομολογώ, στην πραγματική της, στην καθημερινή ζωή. Ανασαίνοντας βαριά και με λυγμούς, όπως έχω ήδη αναφέρει λεπτομερώς στην αρχή, έτριψε τα μάτια, στήριξε το κεφάλι της και με τα δυο της χέρια, ανακάθισε στο χώμα και προσπάθησε να καταλάβει εάν όντως είχε κατεβεί στη γούρνα άγγελος Κυρίου εξ ουρανού ή εάν αυτό το τεράστιο ερπετό μπροστά της, που είχε βγάλει την κεφαλή του έξω από το νερό και την κοιτούσε κατευθείαν στα μάτια, ήταν το ίδιο με εκείνο το φιδάκι της στέρνας, που έβλεπε όταν έπαιζε μικρό παιδί και τσαλαβουτούσε στα νερά δίχως να το φοβάται, η καλή τύχη του περιβολιού όπως έλεγε και η γιαγιά της, που έκανε κουμάντο σε όλα τα μέσα και στα έξω του σπιτιού και δεν άφηνε κανέναν μα κανέναν να βλάψει το ζωντανό. Καθώς ανασηκώθηκε μουδιασμένη και προχώρησε κομματάκι, το μεγάλο γυαλιστερό χέλι που στεκόταν όρθιο στην επιφάνεια του νερού και λικνιζόταν μπροστά της, γιατί περί αυτού επρόκειτο, και που έμοιαζε τώρα με τη ρίζα του δέντρου που μόλις πριν από λίγο είχε για προσκέφαλο στον μεσημεριανό της ύπνο, έδωσε αναπάντεχα ένα σάλτο και με ένα κατακόρυφο, ένα ψηλοκρεμαστό μακροβούτι θα έλεγα, βυθίστηκε με ανείπωτη χάρη στα σκοτεινά νερά. Εκείνη, μόλις που πρόλαβε να δει την ουρά του να χτυπάει, να πλαταγίζει και να χάνεται στα βαθιά · μετά, χοντρές φουσκάλες από τα βάθη της γης έσκασαν στην επιφάνεια και μετά σιωπή, μόνο σιωπή. Λευτέρης Ξανθόπουλος ___ Ποιήματα, Ποίηση, Ποιητική Καμμιά φορά τα ίδια τα ποιήματά μας που μιλάνε για την ποίηση διασώζουν καλύτερα την άποψή μας για την ποιητική λειτουργία και την σχέση της προς το υποκείμενο της γραφής από τις εκ των υστέρων σκέψεις μας, τις συνήθως θεωρητικές, που κάνουμε γι’ αυτήν. Έτσι ανατρέχοντας στις ποιητικες μου συλλογές, στα είκοσι περίπου ποιήματα, που από το 1970 ώς σήμερα, έχουν ως θέμα τους, άλλα περισσότερο άλλα λιγότερο, την ποιητική γραφή, μπορώ να διακρίνω καλύτερα το ποιητικό μου πιστεύω στην ίδια την ποιητική πράξη. Από τα ποιήματα αυτά επιλέγω τρία, που τα παραθέτω στο τέλος, ως τα πλέον αντιπροσωπευτικά. Πρόκειται για το «Υπάρχω για να ληστεύω την ανυπαρξία...» από το Ζεστό Μεσημέρι (1984), το «Ποιητική Θεωρία» από το Γραφέως Κάτοπτρον (1989) και το «Κόριννα, μνήμη σπαραγμάτων» από το τελευταίο μου βιβλίο, την Ακτή Καλλιμασιώτη (2009). 6


Τα ποιήματα αυτά εκφράζουν ανάγλυφα, κάτι που σε μεγάλο βαθμό θα μπορούσε να διασταυρωθεί και με τα υπόλοιπα: την άποψη ότι ο ποιητής είναι ένας μεσάζων, ένα ευαίσθητο medium, ανάμεσα σ’ έναν πρωταρχικό κόσμο, υπέρτερο και αδιάγνωστο αφενός, και στον κόσμο της γραφής εφετέρου, η οποία τελικά λειτουργεί ως συλλογή και έκθεση αναμνηστικών ή τεκμηρίων της διαισθητικής εμπειρίας αυτού του πρωταρχικού κόσμου. Φυσικά πρόκειται για μια πολύ παλιά ιδέα για την κατανόηση του ποιητικού φαινομένου, της οποίας η αξία, ακόμη και σήμερα, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό τόσο από την επιμονή της να διεκδικεί την προσοχή μας σ’ έναν κόσμο απομάγευσης και θετικιστικών/επιστημονικών εξηγήσεων σαν (και) τον σημερινό, όσο και από τον τρόπο με τον οποίο την υλοποιεί κανείς στην ποιητική πράξη. Το καλό ποίημα δεν πρέπει να θυμίζει τίποτε άλλο εκτός από τον εαυτό του, γιαυτό λέω πως το υπαρκτικό του πεδίο είναι το Τίποτα. Αυτό βέβαια σε απόλυτη μορφή. Σπάνια όμως είναι έτσι. Εκείνο που συχνότερα συμβαίνει, και τότε το ποίημα έχει οπωσδήποτε ενδιαφέρον, είναι να βρίσκουμε διεσπαρμένα στην ύλη του, σε στίχους, εικόνες, στροφές κ.ά., τα ίχνη μιας έστω και στιγμιαίας επίσκεψης αυτού τοῦ ξένου για την κοσμική ύπαρξη του ποιητή κόσμου, τον οποίο οι παλιοί μάστορες έλεγαν Μούσα και σεβάζονταν ταπεινά τον ιερό του χαρακτήρα. Γιάννης Πατίλης

7


Ανδριάνα Αγγελοπούλου _________________________________________________________________________________ ΑΡΩΜΑΤΑ Με αποφασιστικότητα μαζεύω τα πράγματά σου Έτσι απλά για να μην τα βλέπω Είχαν δίκιο, όλοι είχαν δίκιο Ο έρωτας με κάποιον σαν κι εσένα Δε βγαίνει σε καλό Συνέχισα να μαζεύω και βρήκα Ένα μπουκαλάκι Μια μινιατούρα με το αγαπημένο σου άρωμα Το άνοιξα και ψέκασα Στο χέρι μου Να σε μυρίσω πάνω μου Για όσο αντέξουν οι σταγόνες του Τι κι αν έφυγες Σε μυρίζω στον αέρα Είναι αρκετό όμως Για να πάψω να σ’ αναζητώ;

8


A SCARLET ROSE

Somewhere in Athens A black and white image And a scarlet rose is the only antithesis A red spot in the black and white image Giving it life, as it does to the grey city A girl reaching for it trying to reach for it trying to touch it, feel it Take a bit of its color This intense scarlet Provocative and lustful But it is out of reach Her childhood prevails You see, intense colors and contradictions Can be reached only by a few people.

9


ΓΚΡΙΖΑ ΧΡΩΜΑΤΑ Ήρθε η ώρα πια να φύγω Σε κούτες στοιβαγμένες βλέπω Τις στιγμές της ζωής μου Σε κίτρινα χάρτινα κουτιά Όσα έζησα εδώ Σ’ ένα από αυτά δίνει χρώμα Και φως Ένα μαντήλι που μου χάρισες εσύ Για να με ζεσταίνει όταν εσύ δεν είσαι κοντά Κι όμως, τώρα που λείπεις το κόλπο δεν πιάνει Τίποτα δε με ζεσταίνει Ανεβαίνω στην ταράτσα κρατώντας Το μαντήλι στα χέρια μου Αγναντεύω την πόλη που αφήνω Κάπου μέσα της ζεις κι εσύ Στη σκέψη αυτή, η πόλη αλλάζει Γίνεται πιο φιλική Τι κι αν δεν είσαι εδώ Κάπου υπάρχεις, ζεις και αναπνέεις Αποχαιρετώ την πόλη και μαζί της κι εσένα Η πιο μοναχική μέρα της ζωής μου Αφήνω το χρωματιστό μαντήλι να το πάρει ο αέρας Να δώσει φως και ζωή σ’ αυτή Τη γκρίζα πόλη Όπως έδωσες κι εσύ στην άχρωμη ζωή μου

10


Ειρήνη Απανωμεριτάκη _________________________________________________________________________________ A PERFECT PLAN

A day to remember this one could be, at least for the two of them Celebration of nature today, but human mind cannot pretend Silence is everywhere, birds and pines just stood there Not saying a thing, roses only whispering Loss, dressed in irony, is about to come Purple flora rests in here, among old crosses, White reminders of a past, maybe forgotten, Still aching and sharp; roses still murmuring, That is a perfect place for these souls to sleep, Eternal grass will frighten bitterness for good A bottle with skull and crossbones would do as well So their last common plan is waiting Dim, yet so clear and defined Only the two of them, ready to follow their third soul Well prepared against perdition Thinking that life can be controlled with a single injection Silence

11


STORM

Hands are shaking, thunders are out there But it is only rain, like cleaning the air Tiny drops falling will make you forget Listen to the water knocking instead Noises on the roof, but nothing is there Violent gales mixed with lights everywhere Sounds from dark skies, ready to fight Against a trembling sparrow under moonlight Nature’s wrath is overheard In the room where pain tries to mend Memories silently follow the storm Drowning the bed sheets in a commanding tone This magic liquid comes to flow Pillows can be wet you know When is the end? Windows were begging Just open your eyes and torture is ending

12


FIREWORKS

Where is this place where water is green? Gold chains hold it, under the misery of a queen When she is near, faces do not smile here A kingdom of loss in every garden Waiting for the spring that never comes Back streets and bridges are crying “I am hungry” yelled a tree, “children burned me They took all my flowers, I have been hungry for weeks” This is not London, it cannot be true There are Fireworks instead and satiate people too Just take a look at these gardens, Eden will come true Through this brush, you will forget your worries Celebrate now with crickets and fairies Drinking our emerald water and be filled with paint

13


Ελισσάβετ Βελλή _________________________________________________________________________________ UNFORGETFUL

The age of persuasion came unseen Strange functions of strange machines Different people, Aeon of the blind Women and children slain appease War lords of unbecoming tribes New laws enforced to serve blood-oaths Of kinship to their darker god It leaves you broken To realize we have forgotten The obvious: the world is us, not them We will create a third Hemisphere, One that does not allow us to forget.

14


ASTARTE ENDEMONIADA

I: Enchantment She All that is real and dear to me Moonchildish Well of Dreams II: Submission Endymion's nightmare In unreal shapes of green

Shining in eluding lights Encircled Mysterion. Imposes dreams Translucent unto virgin eyes She Makes me Hear the call of another prophet I hear the voice of a brighter void Eludes from right between my arms Over my head I dance outside myself

III: Confrontation I give no milk no honey But offerings of defunct faith and What is left of soul To see your secret blue and gold Your image and your kind Bid me to muse and slumber Make me count moments Two times ten and four "Invoke me under my stars! Love is the law, love under will"*

15


*Liber Al Vel Legis: 57 UP THE GLASTONBURY TOR

Boots ankle deep in mud Our two figures panting up the slippery path With each step we think we will fall Each step lasts ten or twenty breaths The morning rain made it worse No solid place to stand on or hold Now clutching the rusted wire that keeps the cows out of the path Now the bushes, scratching my hands, not letting go Then I cry for your hand Still slipping in our clumsy walk You and I desperately trying to balance on the path up the Tor A calf trying to stand on all four in a farm below

16


Δήμητρα Γραμπού _________________________________________________________________________________ POETRY

The mythical bond that unites us all and persuades the fairies to sing and the world to flip no earthquake or other maux just God’s respiration upon us and beautiful whispers among us so fresh, yet so old. Still does it not remind you of anything at all? You fool! It is the divine poetry that offers happiness and gold. So please, turn the TV off and imitate the noble.

17


ADAM’S THOUGHTS

You are there to protect her. You are there to defend her. No freedom, no lust just a ring among the hands. It is not your choice. The social is that made you that and you to follow. Yet‌ what a beautiful face that she has Your part she is your land your art. It is not the social her love this is that made you lust her deepest smile.

18


SUICIDE INCIDENT

When the boy becomes a man and his flower calls him dad then the dream is all complete and everything else is relative. Imagine the pain he feels within the crush, the suffering and all the things. The flower is dead it will not be heard -againand people will be compassionate what if they are not? The flower will not blossom But it will stay behind when everything else will move through time. So do not be surprised when he will stop crying, forget all the mourning and find the child.

19


Νικολέμμα Πολυξένη Δημητρίου _________________________________________________________________________________ LEARNING VIVALDI’S SPRING

Do Two little girls studying the notes On a piano made of Humpty Dumpty’s and Contrary Mary’s Do, Re Trying to play Vivaldi’s Four Seasons “Spring” One little girl with golden locks One little girl with brown curls Do, Re, Mi Loosely caught with fashionable ribbons bought On their day out together At the market Do, Re, Mi, Fa The lazy afternoon sun falls On their frills and locks Sprinkling them with a soft light Do, Re, Mi, Fa, Sol Rosying their nearly lady-like cheeks Filling their hearts With sweet anticipation for Do, Re Mi, Fa, Sol, La They stand near to each other Help one another with The notes Do, Re, Mi, Fa, Sol, La, Si Not to press a wrong note Not to play too fast or too slow Till they play Vivaldi’s Spring Do, Re, Mi, Fa, Sol, La, Si, Do.

20


THE RED POPPY

man and woman Dead. red veins drown the Tiny universe with opium. child Dead. the black seeds of the abyss of the heart in the tiny Universe. Tiny Universe delicate, tiny, unnoticed. easily forgot in time. easily dead. But Still Now Lives Noticeable Small deadly poisonous beautiful

21


JUST A DREAM

You remind me of a knight, courageous and strong. Your armor is steel, the holy cross shines against the sun. Your cloak is rich in crimson and your swift sword shines. You want to travel to an Avalon of the past Ready to face huge armies of all evil. To reach your lady, your queen, your faith. You are Guinevere’s Lancelot, You are Deirdre’s Naoise, You are Arthur of Camelot. But you forget: Guinevere never did marry Lancelot. Naoise was tricked and died. Arthur did not return.

22


Γεωργία Ζόμπολου _________________________________________________________________________________ ΜΙΚΡΕΣ ΤΡΑΓΩΔΙΕΣ ΜΕΓΑΛΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ Κορμιά αδύναμα, ψυχές βασανισμένες, Όνειρα που έμειναν όνειρα Και μια μοίρα αδυσώπητη που επιμένει Να ζητάει περισσότερα Από αυτούς που ήδη έδωσαν πολλά Και να τους σέρνει σε μάταιες αναζητήσεις Ανάμεσα σε τάφους άγνωστους Μήπως και βρουν αυτό που πάντα έψαχναν Μήπως και πάψουν να νιώθουν άδειοι Μήπως και καταλάβουν ποιοι στ’ αλήθεια είναι, Από πού έρχονται και πού πηγαίνουν.

23


ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΠΟΙΗΤΗ Απομεινάρια αρχαίων πολιτισμών ο ποιητής επισκέπτεται. Φτάνει στη γη που γέννησε σπουδαίους ανθρώπους και τη θαυμάζει. Στέκεται μπροστά από ναούς και μνημεία και τάφους. Ακολουθεί τα ίχνη των ανθρώπων κι αγγίζει τα σημάδια που άφησαν στο χρόνο κι εμπνέεται. Γιατί οι ένδοξοι πολιτισμοί πάντοτε είναι πηγή έμπνευσης της ποίησης. Κι ο ποιητής δοξάζει αυτό που έγινε αφορμή για ένα νέο δημιούργημα, δικό του. Κι ύστερα φεύγει γιατί έτσι πάντα γίνεται. Ποτέ ο ποιητής δε μένει σ’ έναν τόπο. Περιπλανιέται μέσα στο χρόνο σε μέρη διαφορετικά που τον γεμίζουν εμπειρίες και όνειρα, μα πάνω από όλα με έμπνευση και κουράγιο για να συνεχίσει το δύσκολο έργο του.

24


Γιάννης Καλκούνος _________________________________________________________________________________ ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ Φύκια φύτρωσαν στις πληγές, στα γένια σου κοράλλια –τι περίτεχνα σάβανα! Με καρβουνιασμένες λαμπάδες οι αχινοί θρηνούν πάνω στα πλευρά σου -αρρωστημένοι θεατρίνοι-· μαύρο το στεφάνι που φοράς –ένα χταπόδι αγριεμένο– ελάχιστος φόρος τιμής στο βασιλιά που έταξε χαμένες Ατλαντίδες. Ελαφριά· ας είναι τα κύματα βουβά· οι πνιγμένοι δε συγχώρησαν ποτέ.

25


ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΚΑΙ ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ – Γιατί κιτρίνισαν τα φύλλα σου; –Έτσι θ’ ασπρίσουν και τα μαλλιά σου. –Δεν νιώθεις μοναξιά; –Θα τη νιώσεις εντονότερη κι ας έχεις τριγύρω σου ανθρώπους· σαν το αυγουστιάτικο φεγγάρι δεν θα σ’ αγκαλιάσει καμιά. –Έχεις πονέσει ποτέ; – Σαν τα σκουλήκια που σκάβουν τον κορμό μου, τόσοι πόνοι θα σε ανταμώσουν. –Τα δέντρα στενοχωριούνται; –Δεν θα κλάψω για κανένα, μα δεν γέλασα ποτέ. –Θα γεράσουμε μαζί; –Η σκιά μου θα είναι πιο μακριά από τα χρόνια σου, μα θα είναι άχρωμη· όταν στο μαρμάρινο κήπο ξαποστάσεις, με ένα κίτρινο σεντόνι τη σκόνη που άφησες θα κρύψω.

26


ΕΝΑ ΜΕΡΟΣ ΓΙΑ ΘΛΙΜΜΕΝΑ ΑΣΤΕΡΙΑ Το μικρό σπίτι στη σελήνη είναι χάρτινο μα ανέμους δε φοβάται. Φαίνεται φιλόξενο και μέσα του φωλιάζουν τ’ αστέρια που σβήνουν, ζαρωμένα, γεμάτα ντροπή. Ντύνονται με κονσερβοκούτια γυαλιστερά και τα σπίρτα σαν θεό λατρεύουν. Στις γλάστρες τους ανθίσανε σιωπές –γαρύφαλλα στον επιτάφιό τους– σπόροι ήταν οι δικές σας προσευχές, γράμματα χαμένα, δίχως παραλήπτη.

27


ΤΟ ΥΠΟΓΕΙΟ (΄Η ΑΛΛΙΩΣ, ΚΑΠΟΙΟ ΑΠΟ ΤΑ ΚΛΟΥΒΙΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ) Σαν φοβισμένος Κρόνος κατάπια τα παιδιά μου –όνειρα που δεν είδα να μεγαλώνουν– σε σκοτεινό κελί βαθιά με χολή τα ξέπλυνα –στους 38 βαθμούς Κελσίου– ναρκωμένα σαν ήταν τους χάρισα ψεύτικα φτερά που ποτέ δε θα ανοίξουν, (βαθιά) σ’ ένα κλουβί, τρομαγμένο από κλουβιά.

28


Μαρία Καλογήρου _________________________________________________________________________________ ΤΟ ΦΙΛΙ Εγώ, εσύ κι ένα φιλί, Μόνοι, μαζί, μακριά. Το φιλί σου έγινε διάφανο Κι η αγκαλιά σου ξένη. Ένα γιγάντιο άψυχο πανί Θαμμένο κάτω από τη γη Η Ιερά Σινδόνη του κόκκινου φιλιού σου. Πανί ιερό, για να έχω να προσεύχομαι. Μα, αν υπάρχει Θεός, ποτέ δε θα μάθω. Ίσως και να ήταν άψυχο πανί. Τα μάτια δεν είναι αρκετά για να αντικρίσεις το Θεό Κι ας είσαι τόσο κοντά.

29


ΠΡΟΓΕΥΜΑ Ξύπνησες. Δεν είπες «Bonjour». Ποτέ δεν το έλεγες. Ποτέ δεν είχαμε ένα «καθώς πρέπει» πρόγευμα. Δεν φάγαμε με χειροποίητες, λινές πετσέτες. Κάθε φορά που ακούω γάλα να σερβίρεται, αηδιάζω. Κάθε φορά που βλέπω χοντροκομμένες τηγανιτές πατάτες, θυμάμαι εσένα. Τα δοκίμασα όλα. Να κάνω το γλυφό γάλα ζαχαρούχο. Padre, δεν θα με νιώσεις ποτέ. Δεν είμαι εγώ που ζω σε βικτωριανό παλάτι, Μα εσύ, που αρνείσαι να ζήσεις σε άλλο τόπο. Όχι. Δεν συμπληρώνουμε ο ένας τον άλλο. Μεγάλωσα. Δεν υπάρχει πια ο Αϊ Βασίλης.

30


ΟΝΕΙΡΑ 2 C: Καλημέρα σας! Έχω ένα δέμα για την κυρία Χ. Π: Κυρία Χ; Δεν υπάρχει καμία κυρία Χ εδώ. C: Μα πώς; Να, έχω και την ακριβή διεύθυνση: «Πολυκατοικίας & Πολυκατοικίας Γωνία». Π: Η διεύθυνσή σας είναι σωστή κύριε, μα δεν υπάρχει κυρία Χ. C: Προφανώς κάποιο λάθος έχει γίνει! Πω πω μπέρδεμα! Π: Χμμμ... Έχω μια ιδέα! Γιατί δε δίνετε το δέμα στην κυρία Ψ; C: Μα αυτό είναι αδύνατον! Να παραδώσω το δέμα σε άλλον παραλήπτη; Θα βρω τον μπελά μου για τα καλά... Π: Αγαπητέ μου, δεν το έχετε καταλάβει ακόμα; Τι να παραδώσετε το δέμα στην κυρία Χ, τι στην κυρία Ψ! Τι στον κύριο Φ, τι στον κύριο Ω! Όλοι τους δεν είναι παρά ένα μάτσο γράμματα στριμωγμένα σε μικρά, ορθογώνια, φωτεινά κουδούνια!!!! C: Όχι, δυστυχώς, όλοι τους είναι ένα μπουκέτο όνειρα, φυλακισμένα στους παγερούς γκρίζους τοίχους σου. Κι αν ο Χ μοιάζει με τον Ψ, και ο Φ με τον Ω, δεν είναι παρά γιατί όλοι τους «τετραγώνισαν» τα όνειρα τους στην «Πολυκατοικίας & Πολυκατοικίας Γωνία».

31


Γεωργία Καραβασίλη _________________________________________________________________________________ THE TRIP

Hey you, Yeah you with the green eyes and the green mind, You, the one covered in lyrics and books, The one with the sharp mind; Hey man, I am talking to you, Who was influenced, Was an influence to many, How many more travels will satisfy your thirst for the world, How many more books will help you put down the words For the description of beauty, As the one in your head? How many more questions in your head need to be answered? Another trip or another prize? Perhaps a trip called life would be the right one.

32


Κωνσταντίνα-Αλεξάνδρα Κατσάρη _________________________________________________________________________________

People leave and people come Sometimes it is your choice, sometimes it is not. Towards a wall your dreams may move fast like waves, strong or smooth. If big, your sorrows carve your soul they hit you mercilessly as the sculptor his doll. Something changes or just your age thoughts as ghosts mystically turn the page. Be kind for serenity and nice for glory describe the ego as peaceful but not worried. Inside your mind the truth cannot lie, it is yourself that you will dislike.

33


- Oh no! The child! Oh no! It is dead. - Wake up, honey. You’re sleeping. We are in bed. - We lost our rose. We lost all we had. - Do not cry, my love. It was just a dream. Just a bad dream. - It was not a dream. Listen to his song. We must go, sweetie. He needs us both. - Then pull me towards you, because there is something here. Yes, I hear it now. A second voice. Do you hear? - No, I cannot. Our child is crying. His voice wants me, there is no time. - My bowels speak, touch them, feel them. Two short hands are holding me, I cannot avoid it. - Forgive me my love, I am leaving now. Whenever you need me, listen to us singing. - Farewell, my beloved. I have to stay. Please tell our child “mother will not be late”.

34


Ευαγγελία-Μαρία Κιαγιά _________________________________________________________________________________ BOOK OF TIGERS

Beautiful old yellow pages full of drawings Words, words, words and joyful poems Tales from India with smirking tigers Stories from older times with magical streets My first and loyal friend, Always waiting for me patiently. Forgive me, I have not stopped traveling. Just the Indian River had taken me far Away from your land, In places where the tigers may suffocate. I will not be lost; I keep your stories as a map I will be back. The Indian River will always bring me back to you When the tigers want to be heard again.

35


THE CALL

Bored to death, surfing on the net, hidden on a s(h)elf. Tired of hanging around with fake smiles of the world, She called.“Hello, it is me. I am here for you” she said, “Do you remember Robert?” Her light voice opened the mirror of my soul. The glass never forgets. “When was the last time you looked in the mirror?” Yes I have changed but I am not forgetting. The line disconnecting. Happy screams, joyful smiles, playful thoughts were back then The time when I was not afraid of death, The time when I had not broken my own mirror. “The past was there to heal you” she finally said. Now ready to get into my broken glass. Opened the eyes and closed the other pair. Difficult not to see myself in pieces. It is my turn now to meet her again I am the one responsible for her.

36


THOUGHTS FROM THE OLD TURTLE ISLAND

Whispers and names from different voices Races and sounds heard in all parts of my body “New World, the land of the free, of the liberty The melting pot of the nations.” They’ve got it all wrong My fostered children never really cared They wanted a chance to live But alone in my colorful yards They’ve got it all wrong I have turned fat and old now You know how it is to be like that? I can barely move my limps; I have no power now My head started bleeding and my shell is shattered I can only smell blood and pain. Death and blood are my recent history I am not protected any more My children are now dead An old mother seeing her children slaughtered Not much hope left for me Just to continue my long way Till my breath stops.

37


Φαμπιόλα Κοντράση _________________________________________________________________________________ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙΣ ΠΙΑ Κοίτα όμορφη θέα που έχει από δω Θέα μαγευτική Θέα που ξυπνά και μαγεύει τον κάθε πεθαμένο Όχι όμως εμάς Eμείς πληρώσαμε ακριβά Το τίμημα του να είμαστε ζωντανοί

38


RIVER NAMED DESIRE

I am floating down the river Feel my heart overflow Four years without my lover I am in this boat alone Floating down the river named desire Will we make it back together? Or drift into the river alone Further down the river my love And share what we both lusted for Our river named desire

39


ΠΑΠΑΡΟΥΝΑ Βρίσκεσαι στον τόπο της ανακύκλωσης Πλάσματα σε συνοδεύουν στην παρέλαση Γίνεσαι ένα με αυτούς που ξεχάστηκαν Με αυτούς που πληγώθηκαν Με τα μωρά που αποβλήθηκαν Γίνεσαι ένα με πλάσματα που δεν ήξερε κανείς ότι υπήρχαν Είσαι και εσύ στην παρέλαση του θανάτου Κρατώντας την παπαρούνα της ανακύκλωσης Κρατώντας την παπαρούνα της επιστροφής

40


Ευαγγελία Κουτσουραδή _________________________________________________________________________________ CIRCUS

Like a beast in chains, trapped in lethargy. Trained to make tricksthey laugh. Poor bird in the cage, They will never set you free! You pretend a joyful chirpingthey feel contend. They think they have framed you, both beast and bird. But you will break both chains and cage. Just take the first step and we will follow. We own the forest, they own the tree. The blood of divinity flows within us.

41


THE ALCHEMIST OF THE WOODS

You strive to save the forestthe lake, the pine tree, the oak. The Naiads and the Dryads are your treasure. Seeking for elixirs of eternal life, your never ending quest. But why, some of us do not listen; the Echo of your words fades away in the background, though the ear is so sensitive to the tinkling sound of the coinsalways more to come. What is left behind is the ruin, its grave fo-rests on the hurt ground.

42


Χριστίνα Μανδιλάκη _________________________________________________________________________________

People come and go endlessly Women of cosmopolitan Cannes Men of cold Chicago They never look at each other Their heads just stay straight Fascinated by what they see Walking fast through the crowd The sound of ripping paper Echoes all around the room Without interrupting their thoughts Weeks pass one after the other No irregularity in the horizon

43


FAIRIES

Fairies of teeth Fairies of luck Fairies of night Fairies of day You wake up Wash your face Drink a cup of coffee Always believing in fairies You go to your job Open your computer Drink a second cup of coffee Always believing in fairies You go to your boss's office He yells at you You end up fired Where are the fairies now?

44


You have always been my shield Each night I think of you The moments that we are apart Seem like time has stopped I start counting backwards once again And my lust for you is growing stronger How can I deny you? How come I cannot escape you? Come what may I am eternally yours My sweet little bed

45


Ανδρέας Μάρκου _________________________________________________________________________________ THE CHAIN OF BEING

Since I was a kid I always had a dream I had always wanted to have one As my best friend did. I did not buy it, it was a gift I got it on a new year’s eve And the first thing I remember saying Was the promise that I will learn how to play it. Every time I enter my room I remember the promise that I have not kept And as time goes by I will always say ‘I’ll give it a try’.

46


THOUGHTS

Some say life is a long journey, Full of happiness, pleasure, but also pain, But what is worth in any case, Is an observation you may make. The way you feel, the choices you make, A photograph you may take. You must follow your own path Even when you must climb mountains to find your true love. But to see real life as it is, forget about materialism, Remember the cat you once saw on the Acropolis marbles, Or even when you were in Japan looking for a job. But above all remember, ‘Thinking Green’ may save the world!

47


Σπυρούλα Μιχαήλ _________________________________________________________________________________ ENVIRONMENT

Get rid of the capitalist mentality And search for environment’s vitality. Supporting environment in measures Means compromising life’s treasures.

48


SUNFLOWERS

A unique mixture of yellow shades, Wilted sunflowers and hope fade. A green font and a yellow vase, Complete the picture of my favorite painting. Sad thoughts, disappointing dreams, Are expressed through these beautiful schemes. No matter what it can reveal, This painting, this complaint, Can be nothing else but ideal.

49


THE BEACH

Under the hot sun you get sweaty, And cool water gets your body wet. Umbrellas, sand and diving boards, Tanned faces never get bored. Walking around the crowded place, Water splashes all over your face. Lying and tanning on the golden sand, Under the burning and roasting sun. Heat, Noise and Crystal waters too, The Beach is a magic place for you.

50


Αγάπη Μυλωνά _________________________________________________________________________________ BLACK-PAGED PHOTO ALBUM

I come to you when people say I have not seen anything worthwhile I come to you to climb again those Rocky Mountains of yours I come to you when they say “This is your homeland now” I come to you for those snowy cliffs I had only seen in fairy tales For those Boxing Day parties And that sunny day at your National Zoo How friendly your wild animals seemed to me I come to you to weep over your last page Farewell dedications And it still feels like swimming in your Canadian Lake shores – so comforting I come to you when all human voices fail To hear what you have to say to me I will keep coming to you my dear Until I am too old to hear

51


ΑΣΠΡΟΜΑΥΡΗ ΕΦΗΒΕΙΑ Αυτή η πληγή που άνοιγε με τη φωτογραφία στην κορνίζα Να διηγείται τους άγουρους παροξυσμούς της εφηβείας Που έκανε τους γείτονες να φοβούνται και να σταυροκοπιούνται Κι όλα εκείνα τα ρήματα τα αρχαΐζοντα πριν σε βαφτίσουν Πώς σε είπαν; Όλο μου διαφεύγει το όνομα σου Ίσως γιατί στα γράμματά μου όλο «φως μου» σε φώναζα η ανίδεη κι όλο εσύ παράπονα «σου περισσεύει η τρυφερότητα, ε;» Κι όλο εγώ να ψάχνω στις λέξεις ρουχαλάκια πιο κατάλληλα Να τις ντύσω αλλά ο Μάρτης να ξανάρχεται ευαγγελιστής Όχι εσύ, «σκέτος ληστής», οι λεπτομέρειες κάνουν τη διαφορά Κι όλο η ζωή να έχει αντίθετες προθέσεις απ’ της Άνοιξης Κι όλο να μου ζητάς πίσω τα σκοτάδια που τραγουδήσαμε μαζί.

52


ΜΙΑ ΠΑΡΤΙΔΑ ΣΚΑΚΙ Μου έλεγες μην τα παρατάς Είναι η ζωή πεδίο μάχης Να το παλεύεις να κρατάς Τα βήματα πρέπει να μάθεις Άσε με να σου δείξω εγώ Αναλαμβάνω την ευθύνη Έχεις σπουδαίο Στρατηγό Σωστά για να σε κατευθύνει Δε θα μου πάρει και πολύ Μπήκαμε σε καινούργιο αιώνα Για να επουλωθεί η πληγή Μπορεί ακόμα ένα χειμώνα Ελέγχεις με τον Ίππο σου Και την βασίλισσα κοιτάζεις Μετακινείς τον Πύργο σου Σε απειλώ μα δεν διστάζεις Δεν ήταν κάτι πιο πολύ Μια επίθεση αποτυχημένη Κι όταν μας βρήκε η αυγή Ήμουν εγώ η νικημένη «Ρουά!» μου είπες, «έχασες!» «Πώς πέφτει ο Βασιλιάς σου κοίτα!» Την άμυνα σου ξέχασες Ήταν μοιραία αυτή η ήττα Δεν ήταν κάτι πιο πολύ Από μία Παρτίδα Σκάκι Μου πήρες Βασιλιά και Αυλή Και χάθηκες μες το σοκάκι

53


Κλειώ Νικολιδάκη _________________________________________________________________________________ A BOTTLE OF LADYBIRDS

Do you remember the plot by the schoolyard, covered in green blades in spring? When the chamomiles flooded the air with their scent, who knew what the future would bring? Our childhood afternoons were carelessly spent. Aimlessly spent… but still… Do you remember the challenge? The ladybirds on the leaves were so many and I wanted them all. “I’ll fill a bottle with them!” “No, you can’t!” I started hunting and you followed me. The shiny red beetles left tiny brown droplets in our hands and we carried on. “It’s getting dark, let’s stop for now. How many are they?” “Not a bottle yet” “Let’s set them free and we’ll catch them tomorrow”. We never did. I wonder where the ladybirds have gone. I’d fill a bottle with them.

54


AN IMPRESSION

What else is left but an impression of green, of yellow, of white and blue? The piercing gaze through a veil, the pulsing grass, the clouds that flew. What else is left but the remembrance of endless walks, unknown whereto? A glimpse of light in the greyness, in colours cold like morning dew.

55


WHY BLOWS THE AIR

Why blows the air if not to oppress and steal the amber scent of day? The cypress tries to pierce the sky to quench its roots with crimson rain. Where is your house? Where do you go? The night is but an hour away, and when the dreaded moment comes allow the subterranean call to prevail. Lethargic lie, overwhelmed, among the violets on your way, for at the seizure of your light the air will move to slake your name.

56


EVIDENCE OF A LIFE UNTOLD

Another empty page awaits to be the witness of the day. Seventeen lines or maybe more; “It all depends,” I always say. What could be written and what not? The blots of ink are taking shape. Recall, select, forget, record. I choose the script of what’s today. At times the lines are not enough. How could they possibly contain the inner conflicts and the thoughts, the dreams, and love, and pain? Other times the page is vast, there is nothing I want to say. The pen negates, the words are lost and all that happened waves farewell. Would someone like to read, I wonder let everything before his eyes unfold. The journal always lies there, evidence of a life untold.

57


Παναγιώτα Παπαδημητρίου _________________________________________________________________________________ I KNOW Αγάπη μου Μάζεψες το νεροχύτη (έτσι λες χαϊδευτικά το πλύσιμο των πιάτων) Άπλωσες τα ρούχα που είχα πλύνει Και τώρα, στις δώδεκα παρά Προσφέρεσαι να δαχτυλογραφήσεις Ποιήματα για μένα. Να σου λέω και να γράφεις Τι να σου πω; Δεν θα τα καταλάβεις. Γράψε. Στον μικρό Κύριλλο: Little Cyril, there must be a special place for you in heaven Young victims of immigration Martyrs who were brought like slaves From one continent to the other, Saying goodbye to the yesterworld forever. I imagine Life as a Greek is sickening When you are really Russian. The air is malicious Its oxygen gets lost in translation. Teta, How do you spell xenos? I know It’s spelled x-like the one they try to draw across your name e- for empty, clean slate, start over, format yourself n- as in nothing left of you when you are done assimilating o- resembling the zero you will feel like after this welcoming process s- for shhh. Surely you do not share the shock with those around you. I know another boy like you. He was brought like a piece of luggage across the ocean. To a better life. His malaria involved needles. He died at 15 on his bed in his room but not in his country. I know a girl like you. She travelled to and fro against her will. Her malaria involved pills. She survived and moved back to her homeland, took a deep breath, lived again, loved again. Την προσέχει ένας ιππότης κι ας μην την καταλαβαίνει.

58


ΤΙΜΗΤΙΚΗ ΑΔΕΙΑ Ζευγάρι μέσα στο δρόμο προχωρεί στολή φορώντας χακί τιμητικές στην τσέπη νόμπελ σωστό τους έπρεπε. Είχε ο ένας ιδέα, πρωτότυπη. Ακριβά πολύ, ανέκδοτα, δωρεάν να τα μοιράζουν στο καψιμί σημείο ανταλλαγής φόβων. Οκτώ λόχοι περάσανε και όλοι τους γελάσανε, ακόμα και ο Κώστας.

59


MISSING WINGS

It’s not a ticket for a plane I need -χώρα της ελευθερίας, ελάτε προς εμέ φτωχοί και πεινασμένοι – I have seen Lady Liberty from up close She handed me no food Arms not large enough to Shield me from American blows. Her torch did light the way, of course -Δούλε-ψε δούλεψε λίγο ακόμα, σπίτι κι αμάξι κι όλο τον κόσμο στα πόδια σου, τρέξε λίγο ακόμαIt is not a ticket for a plane I need No suitcase packed with all my things can take me to the place I seek -χωρίς φτερά μένεις στη γη ψάχνεις εδώ, κοιτάς εκεί, μα ούτε στην Αμερική θα δεις με άλλα μάτιαMy missing wings can take me there where nothing ties me down to earth I see the reason of my birth and angels fill the air.

60


Νικόλαος Περάκης _________________________________________________________________________________ FAMILY PORTRAIT Τhe Grand Gallery is bustling with paintings Masters looking at you from every corner Through their art There, by the window, just next to the Caravaggio You stand You stand there with all your family Dressed up as we do for family photos Waiting there for hours, days, years. Yοu are still standing there Your grandchildren whispering forgotten secrets Your servants are gone Your bones have turned into ashes But you are still there Looking at us Wanting to know more.

61


THE BALLROOM

Under the old chandelier And through the now stained glass I think I see your face Just like the shadows in the dark It is hard to see your smile What if the light were stronger?

62


THE MOONLIGHT

The night springs out with elfish forms Fairies dance on the pavement And in the vague and empty room Moonlight cracks the dark I stand alone, an empty mirror Where the reflection used to be There is only darkness.

63


Βασιλένα Σταυροπούλου _______________________________________________________________________________ MONA LISA

In a dazzling room, surrounded by saints and slaves, rich and poor, the absence of your presence was obvious. Filthy, well-brushed, long hair like dull grades of life. Ugly face, plain sight, tight lips like a full representation of boredom. Captivated in a frame, guarded by fame, I wonder what is the purpose of your existence.

64


LITTLE FAIRY

With the innocence of youth, With the colour of truth Dancing around the world, spreading the power of love, Oh, Little, little fairy, reality is near but you go away, you can never be here. Trying to fly in the depth of sky, lost in tales, in music’s veins searching for passion, but with no discussion you again escape from everything that is already made, Oh, Little, little fairy the reality is near but you go away, you can never be here. The only thing that will ever last is the imaginative world that you forever trust.

65


MISS POTTY

Shiny curls, sorrowful eyes, sibylline lips Miss Potty what have you seen? Joy, success, pain and love hidden in your cobwebby, floral dress ready to explode. Standing in a leopard footstool your detractive silence breaks my bones, I want to shout “Tell me your thoughts�, but you are always there looking away, indeed Miss Potty you know me very well, the age you have come from does not let you speak but listen to my last request teach me complacency.

66


Στέφανος Τριτσάρης _________________________________________________________________________________ ΕΙΣ ΥΓΕΙΑΝ Κοιτάζω εκεί που άλλοτε στεκόταν η μορφή σου, γεμάτη ελπίδα κι όνειρα για τη ζωή. Για τη ζωή! Τί ειρωνεία! Άλλοι τη διάλεξαν πολύ πιο πριν, για σένα μόνη επιλογή ένας θάνατος. Βλέπω λοιπόν το διάδρομο γεμάτο από κενό και σκέφτομαι όλες τις πλαστές ταυτότητές σου. Και τι δεν είσαι τώρα που έφυγες γι’ αυτούς: άλλοι τρελό, άλλοι κιοτή κι άλλοι απλά χαμένο σε βαπτίσαν. Δε δίνω βέβαια σημασία σ’ αυτά τα λόγια τ’ αβασάνιστα∙ κάνε κι εσύ το ίδιο! Δε θα ρωτήσω το γιατί, απλά υποθέτω. Όταν βρεθούμε κάποτε ξανά μου λες αν θέλεις: προς το παρόν πίνω τη δίψα την ακόρεστη να σβήσω. Και το ποτήρι μου γεμάτο μοναξιά υψώνω στην υγειά σου: Πέτα φτερό στον άνεμο για μέρη μακρινά! Γι’ άλλους τρελός, γι’ άλλους κιοτής, γι’ άλλους απλά χαμένος, για μένα πάντοτε απλώς ο Αδελφός μου.

67


Ο ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΜΟΥ Ο θησαυρός του καθενός είναι διαφορετικός Μεγάλος ίσως ή μικρός μα πάντοτε σημαντικός. Είναι για άλλους τιμαλφή με περισσή αξία, και γι’ άλλους άλλα πράγματα με πιο πολλή ουσία. Αυτός λοιπόν ο θησαυρός δεν είναι άλλος για μένα, παρά μια τόσο δα μικρή και ταπεινούλα πένα. Όχι αυτή που το χαρτί λερώνει με μελάνι, αλλά αυτή που τις χορδές να τραγουδούνε κάνει. Χορδές διαφορετικές με ήχο γλυκό και φίνο από κιθάρα εξάχορδη, μπουζούκι, μαντολίνο. Κι αν για τους άλλους είν’ απλά μια ασημένια πένα, τονίζει κάθε μου χαρά, γιατρεύει κάθε μου έγνοια. Ένα κομμάτι μέταλλο μικρό σαν φυλλαράκι, πότε με λύπη γρατζουνά και πότε με μεράκι, ακούραστα, ασταμάτητα και δίχως αντιρρήσεις και κουβαλά αισθήματα και χίλιες δυο αναμνήσεις! Από ταξίδια κι εκδρομές κι από παλιές ημέρες, γιορτές και ξεφαντώματα κι από τρελές βεγγέρες. Φίλους παλιούς και συγγενείς και μια παλιά μου αγάπη, που θα θυμάμαι πάντοτε σαν μια γλυκιά αυταπάτη. Αυτά λοιπόν κι άλλα πολλά σαν θα την αντικρύσω, μου τα θυμίζει η πένα μου και τότε εγώ δακρύζω. Θυμάμαι αυτά που γίνανε, σκέφτομαι όσα θα ’ρθούνε όπως το κάνουν οι τρελοί κι αυτοί που αναπολούνε. Γι αυτό λοιπόν για μένανε τόσο πολύ αξίζει, γιατί πιο πίσω στα παλιά μπορεί και με γυρίζει. Σας ομολόγησα λοιπόν ποιος είναι ο Θησαυρός μου, που δεν θα τον αντάλλαζα με το χρυσό του κόσμου!

68


Αλεξία Φωκά _________________________________________________________________________________ ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΠΤΗΣΗ Με τόλμη και επιδεξιότητα ξέφυγε από το χέρι του το μπαλόνι με τα χρυσοκόκκινα κρόσσια. Ήσυχα τα νυχτολούλουδα του ουρανού το σήκωσαν στα διάφανα δίχτυα τους, ενώ τα μάτια του παιδιού με παράπονο το ακολουθούσαν σε μονοπάτια παράφωνα να φεύγει και μαγικά: μια παράνομη πινελιά στη σκοτεινή οροφή, μια πολύχρωμη καρφίτσα στο πανωφόρι της νύχτας, μια ντροπαλή πεταλούδα στην αυλή των αστεριών.

69


TWELVE-LINE MESS Οι φιλοδοξίες των κύκνων ποτέ δεν απασχόλησαν πολλούς Ούτε η διαδικασία χώνεψης της μέλισσας Η τηλεοπτική αυτοαναφορικότητα οδηγεί σε μια απόγνωση πιο αβάσταχτη κι από αυτή νοικοκυράς Μια βόλτα στην πινακοθήκη ίσως κάνει το αμίλητο παιδί να ουρλιάξει και ο ρωμαλέος δημοσιογράφος εξακολουθεί να ψιθυρίζει βρώμικα στο ζαλισμένο μάτι Ενώ έξω η απρόσεχτη λεωφόρος μοιράζει πέντε σάπιες φράουλες-ευχαριστώ σε κάθε περαστικό: Οι συνομωσίες μπορούν να σου δώσουν φτερά κι εσύ αρκείσαι να κινείς τα νήματα μιας βαλσαμωμένης πεταλούδας;

70


SIMON'S BEDROOM ON A SUMMER NIGHT, 11.36

—fence-jumping sheep are so —banal —what if we rip that silver thread off your space pyjamas —tangle our hands together— let our fingers dance —around the planets—the comets —the shooting stars of the sheets? —fancy a show? —the wretched puppets are going to put on another royal ball —until the clock strikes twelve —they hide back into the drawer —in the company of —an amputated soldier—a mermaid tail —a glass slipper —the obituary of an antique nightstand —maybe we could go around the neighbourhood —steal the golden lashes off the kids' pillows—throw them in the sea —maybe some other kids will pick them up —one night—while searching for starfish? —time to sneak into the barn —let us count the colours —in the sheep's pyjamas —careful not to wake the shepherd

71


Σπύρος Χαιρέτης _________________________________________________________________________________ A SINGLE RED ROSE

A single red rose to simply make your day and take your pain away to let you feel to turn it real to put you in the game to keep alive the flame to melt your heart to force a start to make you cry to tell a lie to make you love or even hate the one who makes your heart pulsate A single red rose

72


δεν λες κουβέντα μα η τρικυμία μέσα σου φουντώνει κι αγριεύει έχεις τα χέρια σου σφιχτά, σε στάση αγκαλιάς -από συνήθεια χέρια αδειανά όμως μένουνε και κάτι μέσα λείπει χωρίς φωνή, χωρίς ψυχή, σαν άλλος Προμηθέας εξήγηση ζητάς από το θείο- Γύπα ποιό σώμα άραγε πενθείς; ποιό λάθος ξεπληρώνεις; γυναίκα αειπάρθενε και μαυροφορεμένη;

73


Τόπος: Ομόνοια

Σ’ ένα φτηνό ξενοδοχείο Ποιός φανταζόταν τι εμέλετο να γίνει 2 ψυχές χωρίς πατρίδα, 2 σώματα ξενιτεμένα ακροβατώντας σε σκοινί φλερτάρουν με το θάνατο για θάνατο αναίτιο η μοίρα όμως παιχνίδια παίζει καθώς κρατάει μια ψυχή και άλλη για αντάλλαγμα δωρίζει Αντρέι για Αντρέα

Αγοραπωλησία δίκαιη;

Ποιός ξέρει; Μόνο αυτός που από ψηλά ελέγχει Και τις ζωές μας -ζωές ασήμαντεςΣαν μαριονέτες παίζει

74


Σωτηρία Χρονοπούλου _________________________________________________________________________________ ΑΫΠΝΙΑ Σηκώθηκες ξανά απ’ το λευκό νεκροκρέβατο Γεμίζεις τα πνευμόνια σου με λιβανιές Η καρδιά σου πάλλεται επώδυνα Προσπαθείς να πατήσεις σταθερά στο έδαφος Ακουμπάς προσεκτικά όλο το πέλμα Φτάνεις στο παράθυρο-Α! Έχει πανσέληνο απόψεΟι σκιές μεγαλώνουν στο σπίτι Αόρατα χέρια ψηλαφίζουν τις κουρτίνες Παγωμένα χνώτα ξαφνιάζουν τον λευκό σου λαιμό Θέλεις να βγεις τρέχοντας από το τσακισμένο σπίτι Οι νυχτερίδες ατάραχες κρεμασμένες ανάποδα -υποβόσκουνΌλα λουσμένα στην πυκνή ομίχλη Τίποτα δε μένει ίδιο μια νύχτα σαν κι αυτή Επιστρέφεις στο λευκό νεκροκρέβατο, νομίζεις θα αποκοιμηθείς Βασανίζεσαι, ιδρώνεις, πνίγεσαι, τραντάζεσαι Αφουγκράζεσαι το πνιγηρό γογγυσμό των ψυχών στον Άδη Μεταθανάτιοι λυγμοί τυλιγμένοι σε απόγνωση Η μονότονη βροχή χτυπάει ανελέητα την οροφή Οι σοβάδες πέφτουν αθόρυβα, το σπίτι καταρρέει Ένα σκυλί αλυχτάει. Ο απόηχος χάνεται. Ησυχία. Δε θυμάμαι παρακάτω. Μάλλον πέθανα.

75


ΡΕΚΒΙΕΜ ΣΕ ΕΝΑΝ ΦΙΛΟ Σαν έρθει εκείνη η μέρα, μήτε τρίξιμο, μήτε ψίθυρος Τίποτα δεν θα ταράξει την εύθραυστη σιωπή. Τα κυπαρίσσια ασάλευτα, σε στάση πένθιμη θα πνέουν. Θαρρείς πως θ’ αναπνέουν. Όλοι αμίλητοι, μαυροντυμένες οπτασίες. «Ήταν καλός άνθρωπος», κάποιοι θα πουν κι αμέσως όλοι θα συμφωνήσουν. Και ύστερα την κάσα του θα σκύψουν να φιλήσουν.

76


WATER WATER EVERYWHERE AND NOT A DROP TO DRINK -το φριχτό τρίξιμο του καραβιού -πνέουν νεκροί άνεμοι -αργοσαλεύουν εύθραυστα κορμιά -πένθιμη ανάσα κυμάτων -ο κόσμος ξεμακραίνει -το πνιγηρό σκότος της αβύσσου -βυθισμένοι όλοι σε μιαν ανείπωτη κατάρα -τα στόματα τομές μυστηρίου και τα μάτια αχνοφέγγουν θάνατο

77


Οι Αfor(M)ess παρουσιάζουν:

Τασούλα Καραγεωργίου ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΕΙΠΑ ΝΑ ΒΑΛΩ ΤΟ ΠΙΟ ΚΑΛΟ ΜΟΥ ΠΟΙΗΜΑ Για σένα είπα να βάλω το πιο καλό μου ποίημα με λέξεις απαστράπτουσες με λέξεις που θαμπώνουνε τα μάτια την ακοή και την αφή --από κρουστό μετάξι τη γεύση και την όσφρηση --με άρωμα αφράτου μήλου λέξεις αισθητικές κι αισθαντικές λέξεις που σαγηνεύουν. Βρίσκω κουρέλια στην ντουλάπα, τελικά κάτι φαρδιά κάτι στενά κάτι ξεθωριασμένα κάτι φθαρμένα απ’ τον καιρό και από τις ματαιώσεις. Θα βάλω το λοιπόν αυτά. Μαγεία είναι η ποίηση -ας με μεταμορφώσει. Ποιητική Τεχνολογία (1998)

78


Λευτέρης Ξανθόπουλος ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΠΙΛΟΓΟ

Να θησαυρίζεις ψιθύρους ορυκτών ψιθύρους ορυκτών και πουλιών ορυκτών πουλιών και νερών ψιθύρους φωτιάς φωτιάς και ρολογιών Εσένα. Να θησαυρίζεις οσμές καπνού οσμές καπνού και σπιτιών οσμές καπνού σπιτιών και βρεφών οσμές ερώτων ερώτων και σταθμών Eσένα. Να θησαυρίζεις εμένα εμένα το σήμερα εμένα το χτές και το σήμερα το χτές το αύριο και το σήμερα εμένα το τίποτα το τίποτα και το ποτέ εμένα το μηδέν και το παν Εσένα. Περιπέτειες Πλανόδιου Σωματοφύλακα Ονείρων (1981).

79


Γιάννης Πατίλης ΣΚΕΨΕΙΣ ΔΙΑΦΟΡΟΙ ΠΟΙΗΤΟΥ ΑΝΕΡΧΟΜΕΝΟΥ …Αισθάνομαι περίφημα έτσι καθώς περνάω το δρομάκο κι ο ήλιος δύει στο κεφάλι μου. Ίσως νά ’μαι λιγάκι τραγικός, ιδεατός… Αύριο θά ’χουμε πάλι ποιήματα· τα ποιήματα ―σκέφτουμαι― είναι σαν τα δυστυχήματα γράφουνται πάντα μ’ αίμα (-ψέμα;)!... Μια τέτοια σκέψη μ’ ωραΐζει στρίβω τη Θόλου χωρίς να νοιάζομαι καθόλου κάποιους αμέριμνους που μένουν στα Πετράλωνα αμέτοχους μιας τέτοιας δύσης στο κεφάλι μου. Αλλά τώρα προσέχτε (1973)

[1] ΥΠΑΡΧΩ για να ληστεύω την ανυπαρξία. Από κει κουβαλάω με κόπο Υπέροχα ποιήματα. Είναι διάφανα, φωτεινά κι ανέκφραστα. Αλλά στο δρόμο μου πέφτουνε, σπάνε. Τα μπαλώνω, τα κολλάω μέ λέξεις. Με λέξεις που οι άνθρωποι λενε. Μ’ αυτά που ξέρω, που βλέπω κι ακούω. Και τα χαλάω μ’ αυτό που υπάρχει. (Από τη συλλογή Ζεστό Μεσημέρι)

80


[2] Ποιητική Θεωρία Το Ποίημα Χτίζεται Εκεί που υπήρχε Το Τίποτα Για να συμβολίζει Το Τίποτα Που υπήρχε Στη θέση του (Από τη συλλογή Γραφέως Κάτοπτρον) [3] Κόριννα, μνήμη σπαραγμάτων Υπάρχει γιατί υπάρχει το κενό το ποίημα και ο στίχος ο βαθύς Μ’ ανάδοχο τον Χρόνο τό ‘χει βαφτίσει η Μούσα σ’ άδεια κολυμβήθρα Κι αν βγει γερό όσο γερνά Νέα Ανοίγματα στη σάρκα του θά φέρνει για να χωρά και τον καινούργιο αναγνώστη Γιατί αυτός της ποίησης είναι ο σκοπός ο τελικός Να καταστρέφει πάντα το Γνωστό για να ανθίζει το Καινούργιο και το Άγνωστο Και κάθε τι το Αυτονόητο να ντύνει με τη γυμνή ομορφιά του Ακατανόητου Γι’ αυτό και πάντα ο στίχος ο πιο αυθεντικός θά ‘ναι κι ο πιο βαθιά κατεστραμμένος (Από τη συλλογή Ακτή Καλλιμασιώτη και άλλα ποιήματα) 81





Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.