ΥΠΟΞΕΙΑ ΔΥΣΠΕΠΤΙΚΗ ΟΞΕΩΣΗ ΣΕ ΕΚΤΡΟΦΕΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΩΝΑΓΕΛΑΔΩΝ

Page 1

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

ΤΟΜΕΑΣ ΚΛΙΝΙΚΩΝ

ΚΛΙΝΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΖΩΩΝ

«ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΣΥΧΝΟΤΗΤΑΣ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΤΗΣ ΥΠΟΞΕΙΑΣ ΔΥΣΠΕΠΤΙΚΗΣ ΟΞΕΩΣΗΣ ΣΕ ΕΚΤΡΟΦΕΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΑΓΕΛΑΔΩΝ»

ΓΕΩΡΓΙΟΣ Χ. ΚΙΤΚΑΣ ΚΤΗΝΙΑΤΡΟΣ

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2011

1


ΓΕΩΡΓΙΟΣ Χ. ΚΙΤΚΑΣ © 2011

Α.Π.Θ. ©

«ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΣΥΧΝΟΤΗΤΑΣ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΤΗΣ ΥΠΟΞΕΙΑΣ ΔΥΣΠΕΠΤΙΚΗΣ ΟΞΕΩΣΗΣ ΣΕ ΕΚΤΡΟΦΕΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΑΓΕΛΑΔΩΝ»

ISBN:

«Η έγκριση της παρούσας διπλωματικής μεταπτυχιακής εργασίας από την Κτηνιατρική Σχολή του Α.Π.Θ. δεν υποδηλώνει αποδοχή των γνωμών του συγγραφέα». (Ν. 5343/1932, άρθρο 202, παρ.2)

2


Τριμελής εξεταστική επιτροπή

Νικόλαος Πανούσης, επίκουρος καθηγητής (επιβλέπων) Χαρίλαος Καρατζιάς, καθηγητής (μέλος) Γεώργιος Βαλεργάκης, λέκτορας (μέλος)

3


Στους γονείς μου

4


Πίνακας περιεχομένων ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ………………………………………………………………………7 ΠΡΟΛΟΓΟΣ………………………………………………………………………….8 1. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ……………………………………………9 1.1 Εισαγωγή-Ορισμός………………………………………………….…………9 1.2 Αιτιοπαθογένεια της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης…………..……………10 1.2.1 Φυσιολογία του pH της μεγάλης κοιλίας……………………….………10 1.2.2 Ενδογενείς προστατευτικοί μηχανισμοί κατά της μείωσης του pH της μεγάλης κοιλίας………………………………………….……………………13 1.2.3 Παθογένεια της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης στις γαλακτοπαραγωγούς αγελάδες.………………………...………….…………14 1.3 Διάγνωση της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης……………...……….………16 1.3.1 Μέτρηση του pH της μεγάλης κοιλίας…………………………………16 1.3.2 Άλλες παράμετροι του περιεχομένου της μεγάλης κοιλίας...…….……18 1.3.3 Χαρακτηριστικά των κοπράνων.……….………………………………19 1.3.4 Παράμετροι στο γάλα………………………..…………………………21 1.3.5 Παράμετροι στο ούρο..….…………...…………………………………21 1.3.6 Αιματολογικές και βιοχημικές παράμετροι……….……………………22 1.4 Επιπτώσεις της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης…………………..…………23 1.4.1 Μείωση της πρόσληψης ξηράς ουσίας…………………………………23 1.4.2 Μεταβολές της γαλακτοπαραγωγής……………………….………...…23 1.4.3 Ενδονυχίτιδα και χωλότητα…………………………….………………23 1.4.4 Φλεγμονή - παρακεράτωση του βλεννογόνου της μεγάλης κοιλίας..…24 1.4.5 Μεταβολική οξέωση……………………………………………………24 1.5 Αντιμετώπιση της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης…………..…………..…26 2. ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΕΡΕΥΝΑ..……………………….…………………………...….…29 2.1 Υλικά και μέθοδοι……………………………………………………...…….29 2.2 Αποτελέσματα………………………………………………………….…….41 2.3 Συζήτηση……………………………………………………………………..45 2.3.1 Η συχνότητα εμφάνισης της νόσου…………………………...………..45 2.3.2 Μέγεθος συστατικών του σιτηρεσίου…………………....……………..47 2.3.3 Καταρτισμός των σιτηρεσίων………………….….…………..………..47 2.3.4 Λοιποί παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση της νόσου…....………48 2.4 Συμπεράσματα………………………………………………………..……50 2.5 Προτάσεις…………………………………………………….……………51 5


3. ΠΕΡΙΛΗΨΗ…..……………………………………………………..……………52 SUMMARY…………………………………………………………….……………53 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ……………………………………………………………………54 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ………………………………………………………………………61

6


Ευχαριστίες Όπως κάθε πνευματικό πόνημα, έτσι και η παρούσα εργασία δε θα είχε ολοκληρωθεί χωρίς τη βοήθεια πολλών ανθρώπων. Για το λόγο αυτό, νιώθω την ανάγκη να τους ευχαριστήσω τονίζοντας παράλληλα ότι χωρίς τη συνδρομή τους, η μεταπτυχιακή μου διατριβή δεν θα είχε πραγματοποιηθεί. Ευχαριστώ θερμά τον κ. Ν. Πανούση, επίκουρο καθηγητή της Κτηνιατρικής Σχολής ΑΠΘ, επιβλέποντα και καθοδηγητή μου, ο οποίος με περιέβαλε με εμπιστοσύνη και μου έδωσε την ευκαιρία να πραγματευτώ, να εμβαθύνω και να παρουσιάσω από τη δική μου σκοπιά το ενδιαφέρον ζήτημα της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης των γαλακτοπαραγωγών αγελάδων. Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω θερμά τον κ. Γ. Βαλεργάκη, λέκτορα της Κτηνιατρικής Σχολής ΑΠΘ, καθώς και τον κ. Χ. Καρατζιά, καθηγητή της Κτηνιατρικής Σχολής ΑΠΘ, για την πολύτιμη συμβολή τους στην περαίωση της διατριβής. Επιπλέον οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους τους καθηγητές-μέλη της συντονιστικής επιτροπής του συγκεκριμένου Μεταπτυχιακού Προγράμματος για την καλή συνεργασία και την προθυμία τους. Ευχαριστώ επίσης θερμά τον κ. Θ. Παπατσίμπα για τη συμβολή του στην ανεύρεση των εκτροφών, χωρίς την έμπρακτη συνδρομή του οποίου η διατριβή μου δεν θα είχε υλοποιηθεί. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους τους παραγωγούς για τη δυνατότητα που μου έδωσαν να πραγματοποιήσω την έρευνά μου στις εκτροφές τους, όπως επίσης και τους υποψήφιους διδάκτορες και μετεκπαιδευόμενους της Κλινικής Παραγωγικών Ζώων για το άριστο κλίμα συνεργασίας που πάντα υπήρχε μεταξύ μας.

7


ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Η παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή πραγματοποιήθηκε με σκοπό τη διερεύνηση της συχνότητας εμφάνισης της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης σε εκτροφές γαλακτοπαραγωγών αγελάδων στην Ελλάδα και τη δημιουργία μιας πρώτης εικόνας της έκτασής της. Υποψίες για την ύπαρξη της νόσου και στη χώρα μας έχουν επανειλημμένα διατυπωθεί

από

κλινικούς

κτηνιάτρους,

χωρίς

ωστόσο

να

συνοδεύονται έως σήμερα με αποδείξεις. Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη τα παραπάνω, αποφασίστηκε η διενέργεια της παρούσας έρευνας. Το κείμενο της παρούσας διατριβής αποτελείται από δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος, το οποίο αποτελεί το γενικό μέρος της παρούσας εργασίας, γίνεται βιβλιογραφική ανασκόπηση της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης των βοοειδών. Στο δεύτερο μέρος περιγράφεται η δική μας έρευνα και συγκεκριμένα τα υλικά και οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν, τα αποτελέσματα που προέκυψαν, η συζήτηση των αποτελεσμάτων και τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την έρευνα. Τέλος, διατυπώνονται σχετικές προτάσεις και παρατίθεται η σχετική βιβλιογραφία και το παράρτημα με το ερωτηματολόγιο που συμπληρώθηκε από τους ιδιοκτήτες των εκτροφών που περιελήφθησαν στην έρευνα.

8


ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΣΥΧΝΟΤΗΤΑΣ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΤΗΣ ΥΠΟΞΕΙΑΣ ΔΥΣΠΕΠΤΙΚΗΣ ΟΞΕΩΣΗΣ ΣΕ ΕΚΤΡΟΦΕΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΑΓΕΛΑΔΩΝ 1. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ 1.1 Εισαγωγή-Ορισμός Η υποξεία δυσπεπτική οξέωση (Subacute Ruminal Acidosis, SARA), επίσης γνωστή και ως υποκλινική (Subclinical Ruminal Acidosis, SRA), αποτελεί μία διαταραχή του πεπτικού συστήματος των βοοειδών κατά την οποία το pH του περιεχομένου της μεγάλης κοιλίας (Μ.Κ.) εμφανίζει πτώση, λίγες ώρες μετά τη χορήγηση τροφής, κάτω από 5,5 και έως 5 (Kleen, 2003). Παρά το γεγονός ότι ο παραπάνω ορισμός γίνεται ευρύτερα αποδεκτός από τη διεθνή βιβλιογραφία, υφίστανται ακόμη αποκλίνουσες απόψεις τόσο για την κατώτερη αποδεκτή τιμή pH του στομαχικού περιεχομένου (Garrett, 1996, Plaizier και συν., 2008, Keunen και συν., 2002), όσο και για το αν η εξέλιξη της νόσου είναι υποκλινική, υποξεία ή ακόμη και χρόνια (Garrett, 1996, Slyter, 1976, Nocek, 1997). Η νόσος απαντάται συχνότερα σε εντατικές εκτροφές βοοειδών, τόσο παραγωγής γάλακτος όσο και κρέατος. Αναφέρεται ως συχνή παθολογική κατάσταση στις ΗΠΑ (Garrett και συν., 1997), στην Ιταλία (Morgante και συν., 2007), στη Δανία (Kleen και συν., 2009), στο Ιράν (Tajik και συν., 2009) και στην Ιρλανδία (O’ Grady, 2008). Στις ΗΠΑ και στον Καναδά θεωρείται νόσος μεγάλης οικονομικής σημασίας. Συγκεκριμένα, υπολογίζεται ότι επιφέρει ζημία 1,12 δολάρια την ημέρα ανά προσβεβλημένη αγελάδα, ενώ η ζημία που επιφέρει στη γαλακτοπαραγωγό αγελαδοτροφία των ΗΠΑ υπολογίζεται σε 0,5-1 δισεκατομμύριο δολάρια ετησίως (Enemark, 2007). Η νόσος θεωρείται μεγάλης σπουδαιότητας όχι μόνο εξαιτίας των οικονομικών επιπτώσεων αλλά και γιατί συνδέεται άμεσα με το επίπεδο της ευζωίας των αγελάδων, καθώς οι χωλότητες που παρατηρούνται ως επιπλοκή της SARA στις εκτροφές βοοειδών, αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους αρνητικούς παράγοντες ευζωίας τους. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, η SARA αποτελεί τον κύριο προδιαθέτοντα παράγοντα εμφάνισης της ενδονυχίτιδας (Nocek, 1997, NRC, 2001). Η υποξεία δυσπεπτική οξέωση είναι μία νόσος που πιθανά θα απασχολεί την γαλακτοπαραγωγό αγελαδοτροφία όλο και περισσότερο στο μέλλον. Η βελτίωση του γενετικού υλικού των αγελάδων με ζώα που θα μπορούν να καταναλώνουν μεγαλύτερες ποσότητες ξηρής ουσίας, θα αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου (Krause και Oetzel, 2006). 9


1.2 Αιτιοπαθογένεια της SARA

1.2.1 Φυσιολογία του pH του περιεχομένου της μεγάλης κοιλίας

Το pH του περιεχομένου της Μ.Κ. των γαλακτοπαραγωγών αγελάδων κυμαίνεται φυσιολογικά μεταξύ 5,5 – 7 (Krause και Oetzel, 2005). Το pH μειώνεται όταν συγκεντρώνονται στη Μ.Κ. οργανικά οξέα, όπως τα πτητικά λιπαρά οξέα και το γαλακτικό οξύ. Η διατροφή των αγελάδων με μεγάλη ποσότητα συμπυκνωμένων ζωοτροφών και μικρή αναλογία χονδροειδών προς συμπυκνωμένων προκαλεί υπέρμετρη αύξηση της παραγωγής των πτητικών λιπαρών οξέων (Oetzel, 1999). Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι οι συμπυκνωμένες ζωοτροφές περιέχουν κατά κανόνα μεγαλύτερο ποσοστό ευκολοζυμώσιμων υδατανθράκων που ζυμώνονται με ταχύ ρυθμό από τους μικροοργανισμούς της Μ.Κ., γεγονός το οποίο προκαλεί ταχεία ανάπτυξη των αμυλολυτικών βακτηρίων του περιεχομένου της Μ.Κ. (NRC, 2001). Η ποσότητα λήψης αυτών των υδατανθράκων από τα ζώα δεν εξαρτάται μόνο από τη συγκέντρωσή τους στο σιτηρέσιο, αλλά και από την ολική ξηρή ουσία που οι αγελάδες προσλαμβάνουν. Στο Διάγραμμα 1, φαίνεται ότι οι αγελάδες οι οποίες βρίσκονται μεταξύ της 90ης και της 150ης ημέρας της γαλακτικής περιόδου (days-inmilk; DIM), και κατά συνέπεια προσλαμβάνουν μεγαλύτερες ποσότητες ξηρής ουσίας, έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης pH στομαχικού περιεχομένου μικρότερου από 5,5. Στην υποξεία δυσπεπτική οξέωση η πτώση του pH οφείλεται κυρίως στην αύξηση της συγκέντρωσης των πτητικών λιπαρών οξέων και όχι στη συγκέντρωση του γαλακτικού οξέως, η οποία παρατηρείται σε ευρεία έκταση σε pH < 5, δηλαδή στην οξεία δυσπεπτική οξέωση (Oetzel και συν., 1999).

10


Διάγραμμα 1. Συχνότητα εμφάνισης χαμηλού pH Μ.Κ. (<5,5) ανάλογα με τις ημέρες σε γαλακτοπαραγωγή (DIM) 766 αγελάδων σε 61 εκτροφές (Krause και Oetzel, 2006).

Το pH του περιεχομένου της Μ.Κ. ποικίλλει σημαντικά κατά τη διάρκεια της ημέρας. Έτσι, μεταβολές της τάξης 0,5 - 1 μονάδας είναι συχνές και εξαρτώνται άμεσα από την ποσότητα των υδατανθράκων που προσλαμβάνονται κατά τη διάρκεια κάθε γεύματος (Nocek και συν., 2002). Χαρακτηριστικό παράδειγμα των παραπάνω μεταβολών μετά από τα γεύματα παρουσιάζεται στο Διάγραμμα 2. Η χορήγηση περισσότερων γευμάτων κατά τη διάρκεια της ημέρας, μολονότι μειώνει την ποσότητα των υδατανθράκων που προσλαμβάνονται σε κάθε γεύμα, δεν λύνει το πρόβλημα. Αντίθετα, αυξάνεται με τον τρόπο αυτό η ημερήσια πρόσληψη ξηρής ουσίας και κατά συνέπεια η συνολική ποσότητα υδατανθράκων, μειώνοντας έτσι περισσότερο το pH του περιεχομένου της μεγάλης κοιλίας (Oetzel και Nordlund, 1998) (Διάγραμμα 3).

11


Διάγραμμα 2. Μεταβολές του pH του περιεχομένου της Μ.Κ. μετά τη χορήγηση τροφής σε αγελάδες στην αρχή της γαλακτικής περιόδου στις οποίες χορηγείται ενιαίο σιτηρέσιο 2 φορές την ημέρα (Oetzel, 1997).

Διάγραμμα 3. Διακυμάνσεις του pH του περιεχομένου της Μ.Κ. αγελάδας σε περίοδο 24 ωρών όταν χορηγούνται: α) 2 γεύματα την ημέρα και β) 6 γεύματα την ημέρα. Η μέση τιμή του pH στην πρώτη περίπτωση ήταν 6,02 ενώ στη δεύτερη 5,78. Η πρόσληψη ξηρής ουσίας αυξήθηκε από 17,4 kg σε 21,3 kg, αντίστοιχα (Krause, 2005).

12


1.2.2 Ενδογενείς προστατευτικοί μηχανισμοί κατά της μείωσης του pH του περιεχομένου της μεγάλης κοιλίας

Το πεπτικό σύστημα των βοοειδών είναι εφοδιασμένο με μία σειρά προστατευτικών μηχανισμών για την αποτροπή της πτώσης του pH της Μ.Κ. Η αύξηση της οξύτητας του περιεχομένου της Μ.Κ., οδηγεί αρχικά στην αναστολή λήψης τροφής. Μια πιθανή εξήγηση αυτού του φαινομένου είναι ότι η οξύτητα του στομαχικού περιεχομένου προκαλεί φλεγμονή του βλεννογόνου της μεγάλης κοιλίας, με αποτέλεσμα τη μείωση της προσλαμβανόμενης ξηρής ουσίας. Άλλη πιθανή εξήγηση είναι ότι η μείωση του pH προκαλεί αύξηση της οσμωτικότητας του περιεχομένου της Μ.Κ., η οποία με τη σειρά της οδηγεί στο αίσθημα του κορεσμού, με αποτέλεσμα την άρση της πρόσληψης τροφής (Carter και Grovum, 1990). Ένας ακόμη προστατευτικός μηχανισμός κατά της πτώσης του pH είναι η παραγωγή σιέλου. Η σίελος των μηρυκαστικών αποτελεί σημαντικό ρυθμιστικό παράγοντα του pH της Μ.Κ. αφού περιέχει μεγάλες συγκεντρώσεις νατρίου, καλίου, διττανθρακικών και φωσφορικών αλάτων (Van Soest, 1994). Ωστόσο, το χαμηλό pH της Μ.Κ. δεν φαίνεται να αποτελεί ερέθισμα για την παραγωγή σιέλου. Η ποσότητα του παραγόμενου σιέλου εξαρτάται άμεσα από το χρόνο που δαπανά η αγελάδα για τη μάσηση της τροφής της είτε κατά τη πρόσληψη είτε κατά το μηρυκασμό (Maekawa και συν., 2002). Σημαντικό προστατευτικό ρόλο στη ρύθμιση του pH διαδραματίζει η ικανότητα της Μ.Κ. να απορροφά άμεσα τα πτητικά λιπαρά οξέα που συγκεντρώνονται στο περιεχόμενό της. Η απορρόφηση γίνεται παθητικά από το τοίχωμα της Μ.Κ. (Bergman, 1990), το οποίο φέρει για το σκοπό αυτό θηλές που προβάλλουν από το τοίχωμά της. Όταν η αγελάδα διατρέφεται με μεγαλύτερες ποσότητες συμπυκνωμένων ζωοτροφών οι θηλές επιμηκύνονται με αποτέλεσμα την αύξηση της λειτουργικής τους ικανότητας (Dirksen και συν., 1985). Σε περίπτωση βλάβης των θηλών, όπως σε χρόνια φλεγμονή της Μ.Κ. με ίνωση, η ικανότητα τους να απορροφούν τα πτητικά λιπαρά οξέα μειώνεται σημαντικά, καθιστώντας δυσχερή τη ρύθμιση του pH της Μ.Κ. Τέλος, όταν το pH του περιεχομένου της Μ.Κ. κυμαίνεται μεταξύ 5,6 και 6, τα βακτήρια που παράγουν γαλακτικό οξύ, όπως ο Streptococcus bovis, και τα βακτήρια που χρησιμοποιούν το παραγόμενο γαλακτικό οξύ, όπως το Megasphaera elsdenii, βρίσκονται σε ισορροπία, εμποδίζοντας έτσι την

13


πτώση του pH λόγω της αυξημένης συγκέντρωσης γαλακτικού οξέος (Goad και συν., 1998).

1.2.3 Παθογένεια της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης στις γαλακτοπαραγωγές αγελάδες

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η πτώση του pH της Μ.Κ. οφείλεται στην ταχεία συσσώρευση των πτητικών λιπαρών οξέων στο περιεχόμενό της (Oetzel, 1999). Αυτό είναι δυνατόν να οφείλεται στην υψηλή συγκέντρωση ευκολοζυμώσιμων υδατανθράκων, που ζυμώνονται με ταχύ ρυθμό, στο σιτηρέσιο, ή στην κακή προσαρμογή της Μ.Κ. σε σιτηρέσιο πλούσιο στους εν λόγω υδατάνθρακες, όπως αυτό της γαλακτοπαραγωγής (Oetzel και Nordlund, 1998). Στις γαλακτοπαραγωγές αγελάδες οι περίοδοι με τις μεγαλύτερες πιθανότητες για την εμφάνιση SARA είναι το αρχικό και το μεσαίο στάδιο της γαλακτικής περιόδου (Kleen, 2003). Η μετάβαση από το σιτηρέσιο της ξηρής περιόδου σε αυτό της γαλακτοπαραγωγής αυξάνει τον κίνδυνο, στην αρχή της γαλακτικής περιόδου, να εμφανίσουν οι αγελάδες υποξεία δυσπεπτική οξέωση (Nocek, 1997). Κατά τη διάρκεια της ξηρής περιόδου η Μ.Κ. είναι προσαρμοσμένη σε ένα σιτηρέσιο βασισμένο σε χονδροειδείς ζωοτροφές, γεγονός που προκαλεί μείωση του μήκους των θηλών της, ενώ οι μικροοργανισμοί που κυριαρχούν είναι κυτταρινολυτικοί, ικανοί να διασπούν κυρίως χονδροειδείς τροφές. Όπως αναφέρθηκε, η μείωση του λειτουργικού μήκους των θηλών της Μ.Κ. ελαττώνει την ταχύτητα απορρόφησης των πτητικών λιπαρών οξέων, γεγονός που προκαλεί αύξηση της συγκέντρωσής τους με αποτέλεσμα την πτώση του pH του περιεχομένου της Μ.Κ. Ο χρόνος προσαρμογής της Μ.Κ. στο σιτηρέσιο της γαλακτικής περιόδου διαρκεί 4 έως 6 εβδομάδες, χρόνος απαραίτητος για την αύξηση της επιφάνειας των θηλών από 10 mm2 σε 60 mm2 (Dirksen και συν., 1985), ενώ για την προσαρμογή των μικροοργανισμών της Μ.Κ. σε σιτηρέσιο με αυξημένο ποσοστό συμπυκνωμένων ζωοτροφών απαιτούνται 3 εβδομάδες (Mackie και Gilchrist, 1979). Ο χρόνος των 3 εβδομάδων είναι απαραίτητος για την αύξηση του πληθυσμού των Megasphaera elsdenii και Selenomonas ruminantium, βακτηρίων τα οποία μεταβολίζουν το γαλακτικό οξύ όταν παράγεται σε μικρές ποσότητες στη Μ.Κ. και το μετατρέπουν σε πτητικά λιπαρά οξέα. Η M.K. των αγελάδων που βρίσκονται στο μέσο της γαλακτικής περιόδου είναι καλά προσαρμοσμένη σε σιτηρέσια πλούσια σε συμπυκνωμένες ζωοτροφές και 14


έτσι ο κίνδυνος να εμφανίσουν SARA μπορεί να προέλθει από σφάλματα στον καταρτισμό του σιτηρεσίου και στην προετοιμασία του. Ένας από τους σημαντικότερους

στόχους

της

γαλακτοπαραγωγού

αγελαδοτροφίας

είναι

η

μεγιστοποίηση της γαλακτοπαραγωγής. Για να επιτευχθεί αυτό επιχειρείται η ενσωμάτωση στο σιτηρέσιο του υψηλότερου δυνατού ποσοστού συμπυκνωμένων ζωοτροφών, χωρίς ταυτόχρονα να τεθεί σε κίνδυνο η υγεία της αγελάδας. Η χορήγηση υπερβολικής ποσότητας ευκολοζυμώσιμων υδατανθράκων αυξάνει την πιθανότητα πρόκλησης δυσπεπτικής οξέωσης. Πρόσθετο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου αποτελεί η υγρασία και ο τρόπος επεξεργασίας των δημητριακών καρπών. Αν οι καρποί είναι αλεσμένοι, νιφαδοποιημένοι ή περιέχουν υψηλά ποσοστά υγρασίας, ο κίνδυνος πρόκλησης SARA είναι μεγαλύτερος, αφού οι συνθήκες αυτές ευνοούν την ταχύτερη ζύμωση των υδατανθράκων που περιέχονται σε αυτούς (Owens και συν., 1998). Σημαντικό ρόλο στην πρόκληση της νόσου φαίνεται να διαδραματίζει ο τεμαχισμός των χονδροειδών ζωοτροφών. Οι χονδροειδείς τροφές που κόβονται σε πολύ μικρά τεμάχια ελαττώνουν σημαντικά τη διάρκεια του μηρυκασμού, γεγονός που οδηγεί στην παραγωγή μικρότερης ποσότητας σιέλου, με αποτέλεσμα την πτώση του pH, λόγω της μείωσης της ρυθμιστικής επίδρασης της σιέλου στο pH της M.K. (Nordlund και συν., 1995). Αυτό συνήθως παρατηρείται όταν ο ενσιρωδιανομέας λειτουργεί για μεγαλύτερο χρόνο, αντί του συγκεκριμένου απαιτούμενου χρόνου ανάμιξης. Αν το σιτηρέσιο περιέχει λιγότερο από 7% μακρόκλωνα τεμάχια τροφής (όπως αυτά διαχωρίζονται με τους ηθμούς διήθησης της συσκευής Penn State Particle Separator) υπάρχει αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης (Grant και συν., 1990). Στον αντίποδα, αν το σιτηρέσιο έχει μεγαλύτερο από το απαιτούμενο ποσοστό μακρόκλωνων τεμαχίων τροφής, τότε είναι εύκολο για την αγελάδα

να

τα

διαχωρίσει,

καταναλώνοντας

έτσι

μεγαλύτερο

ποσοστό

συμπυκνωμένων τροφών από εκείνο που υπολογίστηκε κατά τον καταρτισμό του σιτηρεσίου (Martin, 1999, 2000).

15


1.3 Διάγνωση της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης

Η διάγνωση της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης με βάση μόνο τα κλινικά συμπτώματα είναι αδύνατη επειδή αυτά δεν είναι παθογνωμονικά και, επιπλέον, εμφανίζονται ημέρες ή εβδομάδες μετά την πτώση του pH της Μ.Κ. (Kleen και συν., 2003). Έτσι μόνο υποψία της νόσου μπορεί να υπάρξει. Με βάση τον ορισμό της SARA, η διάγνωσή της στηρίζεται στη μέτρηση του pH του περιεχομένου της Μ.Κ. Εκτός από την μέτρηση του pH του περιεχομένου της μεγάλης κοιλίας, υπάρχουν και άλλα διαγνωστικά κριτήρια που παρουσιάζουν διαφορετικού βαθμού συσχέτιση με τη νόσο, όπως χαρακτηριστικά των κοπράνων, του γάλακτος, του αίματος, του ούρου κ.α. Τα κριτήρια αυτά αναφέρονται αναλυτικότερα στη συνέχεια.

1.3.1 Μέτρηση του pH του περιεχομένου της μεγάλης κοιλίας

Για τη μέτρηση του pH του στομαχικού περιεχομένου των αγελάδων περιγράφονται δύο μέθοδοι στη διεθνή βιβλιογραφία: 1) Λήψη περιεχομένου της Μ.Κ. με στομαχικό καθετήρα ή με παρακέντηση της μεγάλης κοιλίας και μέτρηση του pH με κατάλληλη συσκευή και 2) Τοποθέτηση ειδικής συσκευής-πομπού στη μεγάλη κοιλία (μετά από χειρουργική επέμβαση και δημιουργία συριγγίου) που στέλνει

απευθείας τις μετρήσεις του pH του περιεχομένου της σε ειδικό δέκτη,

συνδεδεμένο με ηλεκτρονικό υπολογιστή, καταγράφοντας έτσι τις τιμές του pH ολόκληρο το 24ωρο (Duffield και συν., 2004). Σχετικά με την αξιοπιστία των δύο μεθόδων μέτρησης του pH της M.K., η τοποθέτηση της συσκευής-πομπού αποτελεί την ακριβέστερη μέθοδο. Τα τελευταία χρόνια ξεκίνησε η διάθεση στο εμπόριο συσκευών με μορφή βώλων που χορηγούνται από το στόμα στη Μ.Κ. και καταγράφουν συνεχώς (έως 50 ημέρες) το pH ώστε να γίνεται έγκαιρη και ακριβής διάγνωση της νόσου στην κλινική πράξη. Οι Duffield και συν. (2004) σύγκριναν τις τιμές του pH του στομαχικού περιεχομένου που λάμβαναν με οισοφαγικό καθετήρα ή μετά από παρακέντηση της Μ.Κ. και διαπίστωσαν ότι τα δείγματα που λήφθηκαν με παρακέντηση ήταν ακριβέστερα και είχαν κατά μέσο όρο τιμή pH 0,44 μικρότερη σε σύγκριση με αυτά που λήφθηκαν με καθετήρα. Η διαφορά αυτή των τιμών οφείλεται στην πρόσμειξη του δείγματος με σίελο κατά τη διαδικασία λήψης του περιεχομένου της Μ.Κ. με καθετήρα, γεγονός που αυξάνει το pH. Για την αποφυγή του παραπάνω φαινομένου προτείνεται η απόρριψη των πρώτων 200 ml στομαχικού περιεχομένου 16


και η χρησιμοποίηση των επόμενων 200 ml. Πράγματι, στην ίδια μελέτη ο μέσος όρος της διαφοράς του pH μειώθηκε στις 0,35 μονάδες. Σε ανάλογη μελέτη των Enemark και συν. (2004) η μέση διαφορά ήταν 0,76 (Πίνακας 1).

Εκτροφή (αριθμός αγελάδων) 1 (10) 2 (9) 3 (10) 4 (9) 5 (10) 6 (10)

Μέση τιμή pH (ΟΚ) 7,09 6,64 6,56 6,36 7,05 6,57

Μέση τιμή pH (ΠΜΚ) 6,02 5,92 6,25 5,64 6,06 5,88

Μέση διαφορά 1,07 0,68 0,33 0,72 1,04 0,69

Πίνακας 1. Μέση διαφορά pH περιεχομένου Μ.Κ. μεταξύ δειγμάτων που λήφθηκαν με οισοφαγικό καθετήρα (ΟΚ) και με παρακέντηση Μ.Κ. (ΠΜΚ) σε έξι διαφορετικές εκτροφές γαλακτοπαραγωγών αγελάδων (Enemark και συν. 2004).

Στον Πίνακα 2 συνοψίζονται οι τιμές του pH και ο χαρακτηρισμός τους, σε συνάρτηση με τη μέθοδο λήψης του.

Αντιστοίχιση τιμής pH Μ.Κ. με την παρουσία SARA Μέθοδος λήψης στομαχικού περιεχομένου

SARA αρνητικό

Οριακά φυσιολογικό

SARA θετικό

Παρακέντηση Μ.Κ.

>5,8

>5,5 – 5,8

≤5,5

Οισοφαγικός καθετηριασμός

>6,2

>5,9 – 6,2

≤5,9

Πίνακας 2. Η ερμηνεία της τιμής του pH για την παρουσία ή όχι SARA ανάλογα με τη μέθοδο δειγματοληψίας (Duffield και συν., 2004, Enemark, 2008).

Η διάγνωση της SARA έχει μεγαλύτερη σημασία όταν γίνεται σε επίπεδο εκτροφής και όχι σε ατομικά περιστατικά αγελάδων. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει να ληφθεί στομαχικό περιεχόμενο από ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του πληθυσμού της εκτροφής. Το δείγμα που χρειάζεται ένας κλινικός στην πράξη για να διαπιστώσει το κατά πόσο υπάρχει πρόβλημα SARA σε μία εκτροφή δεν απαιτείται να είναι τόσο μεγάλο όσο το αντίστοιχο ενός ερευνητή. Έτσι, ένα δείγμα με διάστημα εμπιστοσύνης του μέσου 75% είναι αρκετό σε σύγκριση με κάποιο αντίστοιχο με διάστημα εμπιστοσύνης του μέσου 95%, ποσοστό σύνηθες σε επίπεδα έρευνας (Oetzel, 2004). Για την κλινική πράξη (διάστημα εμπιστοσύνης μέσου 75%), η 17


μέτρηση του pH από στομαχικό περιεχόμενο τουλάχιστον 12 ζώων

θεωρείται

αντιπροσωπευτική για ολόκληρη την ομάδα (π.χ. ομάδα υψηλής γαλακτοπαραγωγής) από την οποία προέρχεται το δείγμα (Oetzel, 2004). Παραπάνω αναφέρθηκε ότι μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης παρατηρείται στην αρχή και στο μέσο της γαλακτικής περιόδου. Ως αρχικό στάδιο της γαλακτικής περιόδου θεωρούνται οι πρώτες 90 ημέρες στην γαλακτοπαραγωγή (Κατσαούνης, 2000). Στις εκτροφές όπου χορηγείται βασικό και συμπληρωματικό σιτηρέσιο, μεγαλύτερη περίοδος κινδύνου για την εμφάνιση της SARA θεωρούνται οι πρώτες 50 DIM, ενώ σε όσες χορηγείται ενιαίο σιτηρέσιο μεγαλύτερη περίοδος κινδύνου είναι το διάστημα μεταξύ 50 και 150 DIM (Oetzel 2004), που περιλαμβάνει ζώα τόσο στο αρχικό όσο και στο μεσαίο στάδιο της γαλακτοπαραγωγής. Οι Nordlund και συν. (1995) υποστήριξαν ότι η εξέταση τουλάχιστον 12 αγελάδων και από τα δύο παραπάνω στάδια, εφόσον καταναλώνουν το ίδιο σιτηρέσιο, θα είχε μεγαλύτερη διαγνωστική αξία. Οι Kleen και συν. (2003) προτείνουν οι εξεταζόμενες αγελάδες να ευρίσκονται μεταξύ 2ης και 180ης ημέρας της γαλακτοπαραγωγής. Εάν σε 3 ή περισσότερες από τις 12 αγελάδες (≥25%) από τις οποίες λήφθηκαν δείγματα με παρακέντηση το pH της Μ.Κ. είναι ίσο ή μικρότερο του 5,5, τότε η εκτροφή θεωρείται ότι πάσχει από SARA. Η λήψη στομαχικού περιεχομένου με παρακέντηση της Μ.Κ. μπορεί να εφαρμοστεί στην κλινική πράξη και είναι ανεκτή από τις αγελάδες, χωρίς ιδιαίτερες επιπλοκές. Οι Kleen και συν. (2004) διαπίστωσαν ότι εμφανίζονται επιπλοκές σε ποσοστό 5,5% (9/164 αγελάδες) και αφορούν κυρίως τη δημιουργία υποδόριων αποστημάτων και αιματωμάτων. Η μέθοδος της παρακέντησης περιγράφεται αναλυτικά στο κεφάλαιο «Υλικά και μέθοδοι» της παρούσας εργασίας.

1.3.2 Άλλες παράμετροι του περιεχομένου της μεγάλης κοιλίας

Εκτός από την τιμή του pH του περιεχομένου της μεγάλης κοιλίας, στοιχεία για τη μεταβολή της κατάστασης του περιεχομένου της στις διάφορες δυσπεψίες, συμπεριλαμβανομένης και της SARA, παρουσιάζονται στον Πίνακα 3 (Enemark, 2008). Παρόμοια δεδομένα αναφέρονται και από τον Kleen και συν. (2009) όπου τα χαρακτηριστικά του περιεχομένου της M.K. βαθμολογούνται από το 1 ως το 5, με τις υψηλότερες βαθμολογίες να υποδεικνύουν φυσιολογικότερο στομαχικό περιεχόμενο. Στην παραπάνω έρευνα, με εξαίρεση τη σύσταση, τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του 18


περιεχομένου της M.K. είχαν υψηλή συσχέτιση με το pH του. Τέλος, η συγκέντρωση του βαλερικού οξέως στην M.K. έχει συσχετιστεί πρόσφατα με την παρουσία υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης (Enemark και συν., 2004, Bramley και συν., 2005, Morgante και συν., 2007), κάτι που αποδίδεται στην αυξημένη παραγωγή του οξέος αυτού από γαλακτολυτικά βακτήρια, η ανάπτυξη των οποίων προϋποθέτει την ύπαρξη γαλακτικού οξέος στη Μ.Κ. Επομένως, η αυξημένη συγκέντρωση βαλερικού οξέος στη μεγάλη κοιλία μπορεί να υποδεικνύει την παρουσία δυσπεπτικής οξέωσης με προηγούμενη συγκέντρωση γαλακτικού οξέος.

1.3.3 Χαρακτηριστικά των κοπράνων

Η υποξεία δυσπεπτική οξέωση των αγελάδων συνοδεύεται από διάφορες μεταβολές των χαρακτηριστικών των κοπράνων. Τέτοιες μεταβολές παρατηρούνται στο χρώμα, στην οσμή και στο μέγεθος των άπεπτων σωματιδίων στα κόπρανα. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση που μία αγελάδα πάσχει από SARA παράγει κόπρανα τα οποία είναι χρώματος ανοιχτού κίτρινου (Kleen, 2003). Η οσμή τους αναφέρεται ως γλυκόξινη (sweet and sour) (Oetzel, 2000), ενώ παρουσιάζουν αφρώδη σύσταση και αυξημένη ποσότητα φυσαλίδων (Hall, 2002). Εξαιτίας του γεγονότος ότι τα πάσχοντα ζώα σχηματίζουν μικρή στοιβάδα ή «στρώμα» χονδροειδών τροφών στη μεγάλη κοιλία, οι κυτταρινούχες τροφές δεν κατακρατούνται αρκετά στη Μ.Κ. για να ζυμωθούν, αλλά περνούν άπεπτες στα κόπρανα, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται σε αυτά σωματίδια μήκους 1-2 εκατοστών αντί του φυσιολογικού του μισού εκατοστού (Hall, 2002). Άπεπτες περνούν από τη Μ.Κ. και οι συμπυκνωμένες ζωοτροφές, αφού στα κόπρανα των ζώων αυτών παρατηρούνται ως και ολόκληροι δημητριακοί καρποί. Τέλος, το pH των κοπράνων δεν σχετίζεται με την παρουσία SARA (Enemark, 2004). Παλαιότερες εργασίες συσχέτισαν τη νόσο με την παραγωγή περισσότερο υδαρών από το φυσιολογικό κοπράνων (Nocek, 1997, Kleen και συν., 2003, Oetzel, 2003) αλλά σε πρόσφατη έρευνα των Kleen και συν. (2009) δεν βρέθηκε να υπάρχει συσχέτιση μεταξύ της σύστασης των κοπράνων και της νόσου.

19


Πίνακας 3. Οι σημαντικότερες μεταβολές του περιεχομένου της μεγάλης κοιλίας των αγελάδων και η σημασία τους (Enemark, 2008 - τροποποιημένος από Dirksen, 1979)

Χρώμα

Οσμή

Ιξώδες

Γκρι-καφέ ή πράσινο3

Αρωματική

Ελαφρά ιξώδες

4-8 λεπτά

5,5-6,8

<3 λεπτά

1-2 ml/ώρα

+++

Gram- >Gram+

Ενεργή ζύμωση Μ.Κ.

Σκούρο καφέ/πράσινο

Ελαφριά οσμή αμμωνίας

Ποικίλλει

Ποικίλλει

6,8-8,5

;

+/+++

Gram- >Gram+

Αλκάλωση Μ.Κ.

Υδαρές

Όχι/ταχεία

5,2-3,8

>5 λεπτά

-

Gram- >Gram+

Οξεία δυσπεπτική οξέωση5

Ελαφρώς ιξώδες

Όχι/ταχεία

6,2-5,3

<3 λεπτά

n/↑

+++

Gram- >Gram+4

Υποξεία δυσπεπτική οξέωση

Γαλακτώδες/πράσινο Δυσάρεστη/όξινη

Ελαφρώς γαλακτώδες /καφέ

Όξινη

Επίπλευση/καθίζηση

1

Αριθμός πρωτοζώων: -= απουσία, += λίγα, ++= μερικά, +++= άφθονα, n= φυσιολογικά

2

Μικροβιακή σύνθεση: Κυριαρχούν ανάλογα με την περίπτωση Gram+ ή Gram-βακτήρια

3

Εξαρτάται από τη διατροφή

4

Απόλυτη αύξηση Gram+ βακτηρίων

5

Συγκέντρωση γαλακτικού οξέως στη Μ.Κ. > 30 mg/100ml

pH

20

Δοκιμή μπλε του Δοκιμή ζύμωσης Αριθμός μεθυλενίου γλυκόζης πρωτοζώων1

Μικροβιακή σύνθεση2

Διάγνωση


1.3.4 Παράμετροι στο γάλα

Γενικά, η χαμηλή περιεκτικότητα του γάλακτος σε λίπος προκαλείται από μη διατροφικά (φυλή ζώου, εποχή και στάδιο γαλακτοπαραγωγής) και διατροφικά αίτια, όπως: 1) διατροφή των ζώων με υψιενεργειακό σιτηρέσιο, φτωχό σε χονδροειδείς ζωοτροφές, 2) διατροφή με επεξεργασμένες χονδροειδείς ζωοτροφές, π.χ. πελετοποιημένες, 3) προσθήκη ιοντοφόρων (π.χ. μονενσίνη) στο σιτηρέσιο και 4) προσθήκη στο σιτηρέσιο αυξημένης ποσότητας ακόρεστων λιπαρών οξέων (Gürtler και Schweigert, 2000, Oetzel, 2007). Κάποια από τα παραπάνω (τα 1 και 2), εκτός από την ελάττωση της λιποπεριεκτικότητας του γάλακτος, αποτελούν και αίτια πρόκλησης SARA. Έχει ήδη αποδειχθεί από πολλές μελέτες ότι η SARA προκαλεί πτώση της λιποπεριεκτικότητας του γάλακτος (Dirksen, 1985, Nordlund και συν., 1995, Stone, 1999, Chalupa και συν., 2000, Oetzel, 2000), όμως, όπως συμπεραίνεται από τα προαναφερόμενα, δεν αποτελεί απαραίτητα την αιτία της μειωμένης λιποπεριεκτικότητας του γάλακτος (Kleen και συν., 2003). Η λιποπεριεκτικότητα του γάλακτος στις εκτροφές υπολογίζεται από την εξέταση δείγματος που λαμβάνεται: 1) από τη δεξαμενή γάλακτος σε καθημερινή βάση

και

2)

ατομικά,

σε

μηνιαία

συνήθως

βάση.

Η

ελάττωση

της

λιποπεριεκτικότητας του γάλακτος που προκαλεί η SARA συμβαίνει ατομικά στις πάσχουσες αγελάδες, με αποτέλεσμα να απαιτείται προσβολή αρκετών αγελάδων από τη νόσο ώστε να επηρεαστεί η λιποπεριεκτικότητα του γάλακτος της δεξαμενής (Garrett, 1996, Nocek, 1997). Οι ατομικές μετρήσεις της λιποπεριεκτικότητας του γάλακτος αγελάδων στο μέσο της γαλακτικής περιόδου ίσως θα μπορούσαν να αποτελέσουν έναν πρόωρο διαγνωστικό δείκτη της SARA (Enemark και συν., 2004). Η μέτρηση της λιποπεριεκτικότητας είναι καλύτερο να γίνεται σε εβδομαδιαία βάση αντί μηνιαίας, ούτως ώστε να μπορεί να γίνουν αντιληπτές ακόμη και μικρές χρονικές περίοδοι ελάττωσης του λίπους του γάλακτος (Enemark και συν., 2004).

1.3.5 Παράμετροι στο ούρο

Είναι γνωστό ότι η διαφορά ανιόντων-κατιόντων στο σιτηρέσιο επηρεάζει το pH των ούρων (Oetzel, 2004). Με βάση αυτό το δεδομένο και προσπαθώντας να βρουν μία λιγότερο επεμβατική μέθοδο από την παρακέντηση της Μ.Κ. για τη 21


διάγνωση της SARA, οι Cowles και Murphy μελέτησαν τη συσχέτιση του pH του ούρου με το pH της μεγάλης κοιλίας. Τα αποτελέσματα έδειξαν συσχέτιση του pH της Μ.Κ. με το pH των ούρων, όμως το ίδιο συνέβαινε ακόμα και όταν οι αγελάδες διατρέφονταν με σιτηρέσιο το οποίο δεν προκαλούσε SARA, το οποίο φανερώνει έλλειψη ειδικότητας της μεθόδου. Επειδή, λοιπόν η συσχέτιση του pH του ούρου με το pH της Μ.Κ. δεν είναι ειδική και επηρεάζεται σημαντικά από διατροφικούς παράγοντες, προτείνεται ο προσδιορισμός της καθαρής νεφρικής απέκκρισης οξέων-βάσεων (NABE) ως ένδειξη της SARA (Enemark, 2008).

1.3.6 Αιματολογικές και βιοχημικές παράμετροι

Έχουν παρατηρηθεί μεταβολές στο αιματολογικό και βιοχημικό προφίλ ζώων που πάσχουν από SARA, χωρίς όμως να είναι απόλυτο ότι οι μεταβολές αυτές μπορούν να χρησιμοποιηθούν αξιόπιστα για τη διάγνωση της SARA. Έτσι, οι Brown και συν. (2000) διαπίστωσαν σε παχυνόμενα αρσενικά μοσχάρια με SARA ότι το pH και τα διττανθρακικά του αίματος ήταν μειωμένα, ενώ ταυτόχρονα υπήρχε και έλλειμμα

βάσεων

(μεταβολική

οξέωση).

Σε

διδακτορική

έρευνα

που

πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στην Κλινική Παραγωγικών Ζώων της Κτηνιατρικής Σχολής του Α.Π.Θ. (Καρατζιά, 2010) αποδείχθηκε ότι η υποξεία δυσπεπτική οξέωση έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του αιματοκρίτη, της αιμοσφαιρίνης, των λευκών αιμοσφαιρίων και την εκατοστιαία αναλογία των ουδετερόφιλων λευκοκυττάρων, ενώ προκαλεί μείωση της εκατοστιαίας αναλογίας των λεμφοκυττάρων. Στην ίδια έρευνα βρέθηκε ότι αυξάνεται η τιμή της γλυκόζης, του β-υδροξυβουτυρικού και του ακετοξικού οξέος στον ορό του αίματος. Ακόμη, διαγνωστικά στοιχεία ενδεχομένως να προσφέρει ο έλεγχος των πρωτεϊνών οξείας φάσης στο αίμα (απτοσφαιρίνη και αμυλοειδές-Α), οι οποίες αυξάνονται λόγω της φλεγμονής της Μ.Κ. από την υποξεία δυσπεπτική οξέωση (Gozho και συν., 2005, 2006).

22


1.4 Επιπτώσεις της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης

1.4.1 Μείωση της πρόσληψης ξηρής ουσίας

Μία από τις πρώτες επιπτώσεις της SARA είναι η μείωση της όρεξης (Garrett, 1996, Stock, 2000, Garry, 2002) και αποδίδεται στην αύξηση της οσμωτικότητας του περιεχομένου της Μ.Κ. (Enemark, 2008). Συγκεκριμένα, η αύξηση της οσμωτικής πίεσης πάνω από τα 300 mOsm/L μειώνει την πρόσληψη τροφής, καθώς και τη βακτηριακή ζύμωση των κυτταρινών και του αμύλου (Carter και Grovum, 1990). Ο Allen (2000) αποδίδει τον περιορισμό της κατανάλωσης τροφής στη μειωμένη πέψη των κυτταρινών, στην αύξηση των πτητικών λιπαρών οξέων και κυρίως του προπιονικού, καθώς και στην αύξηση της οσμωτικής πίεσης. Τέλος, αρκετές μελέτες συσχετίζουν την SARA με την αύξηση των πρωτεϊνών οξείας φάσης στο αίμα, γεγονός που υποδεικνύει φλεγμονή, πιθανόν του βλεννογόνου της Μ.Κ. (Gozho και συν., 2005, 2006, 2007). Είναι γνωστό ότι η φλεγμονή διαφόρων οργάνων της αγελάδας μειώνει την πρόσληψη ξηρής ουσίας (Weingarten, 1996, Andersen και συν., 2000).

1.4.2 Μεταβολές της γαλακτοπαραγωγής

H SARA προκαλεί μείωση της γαλακτοπαραγωγής, της λιποπεριεκτικότητας του γάλακτος και της περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες κατά 2,7 kg/ημέρα, 0,3% και 0,12%, αντίστοιχα (Stone, 1999).

1.4.3 Ενδονυχίτιδα και χωλότητα

Η ενδονυχίτιδα και η χωλότητα που αυτή προκαλεί, αποτελεί τη σημαντικότερη επιπλοκή της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης (Oetzel, 2000, Cook και συν., 2004). Εάν η συχνότητα εμφάνισης ενδονυχίτιδας υπερβαίνει το 10% σε μία εκτροφή αποτελεί ένδειξη παρουσίας SARA (Nordlund και Garrett, 1994, Garrett, 1996). Η ενδονυχίτιδα θεωρείται μία πολυπαραγοντική νόσος, χωρίς να έχουν αποσαφηνιστεί πλήρως τα αίτιά της (Nocek, 1997). Σύμφωνα με τον Nocek (1997), η πτώση της τιμής του pH της Μ.Κ. προκαλεί την απελευθέρωση αγγειοενεργών ουσιών, όπως η ισταμίνη και η λιποπολυσακχαριδική ενδοτοξίνη (LPS), ουσίες 23


βακτηριακής προέλευσης, οι οποίες προκαλούν αλλοιώσεις στα τριχοειδή του χορίου των άκρων και κατ’ επέκταση αιμορραγίες, φλεγμονή και χωλότητα (Nocek, 1997). Στον αντίποδα, οι Gozho και συν. (2007) απέδειξαν ότι σε συνθήκες υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης η LPS εντοπίζεται μόνο στο περιβάλλον της μεγάλης κοιλίας και όχι στο περιφερικό αίμα, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με την υπόθεση του Nocek (1997). Η νόσος εμφανίζεται κλινικά με οξεία και, συχνότερα, υποξεία-χρόνια μορφή. Η οξεία μορφή προκαλεί χωλότητα σε περισσότερα του ενός άκρα ταυτόχρονα, ενώ η υποξεία-χρόνια μορφή εκδηλώνεται κυρίως με αιμορραγίες και έλκη πέλματος, καθώς και με παραμόρφωση του σχήματος των χηλών (Πανούσης και Καρατζιάς, 1999).

1.4.4 Φλεγμονή - παρακεράτωση του βλεννογόνου της μεγάλης κοιλίας

Η φλεγμονή της Μ.Κ. είναι συχνό επακόλουθο της SARA. Η παθοφυσιολογία της συγκεκριμένης διεργασίας δεν έχει αποσαφηνιστεί πλήρως, θεωρείται όμως ότι ευθύνονται για την εμφάνισή της η αυξημένη συγκέντρωση πτητικών λιπαρών οξέων στη μεγάλη κοιλία, κυρίως του βουτυρικού και του προπιονικού, καθώς και οι μεταβολές της οσμωτικής πίεσης (Dirksen, 1985). Ο βλεννογόνος της Μ.Κ. είναι ευαίσθητος στο χαμηλό pH, το οποίο οδηγεί σε φλεγμονή, διαβρώσεις και έλκη επειδή τα επιθηλιακά κύτταρα της Μ.Κ. δεν προστατεύονται από βλέννη, όπως του ηνύστρου. Οι αλλοιώσεις που προκαλούνται στο βλεννογόνο της Μ.Κ. λειτουργούν ως πύλες εισόδου βακτηρίων στην αιματική κυκλοφορία, όπως του Fusobacterium necrophorum και του Arcanobacterium pyogenes, με αποτέλεσμα τη δημιουργία αποστημάτων σε όργανα όπως το ήπαρ, η καρδιά, οι πνεύμονες και οι νεφροί (Dirksen και συν., 1985, Nocek, 1997, Kleen και συν., 2003, Oetzel, 2003). Η αποστηματοποίηση του ήπατος μπορεί να προκαλέσει το σύνδρομο της οπίσθιας κοίλης φλέβας, το οποίο παρουσιάζεται κλινικά με επίσταξη, αιμόπτυση και, ίσως, ξαφνικό θάνατο (Nordlund και συν., 1995, Radostits και συν., 2007, Smith, 2008).

1.4.5 Μεταβολική οξέωση

Η υποξεία δυσπεπτική οξέωση φέρεται να προκαλεί μεταξύ άλλων και μεταβολική οξέωση στον οργανισμό (Owens και συν., 1998). Η χρόνια μεταβολική οξέωση προκαλεί βλάβη στον οργανισμό με διάφορους μηχανισμούς, όπως: 1) 24


μειώνοντας την εξαρτώμενη από τη γλυκόζη έκκριση της ινσουλίνης (Bigner και συν., 1996), 2) αυξάνοντας την έκκριση κορτιζόλης (Ras και συν., 1996), 3) μειώνοντας τη φαγοκυτταρική δραστηριότητα (Rossow και Horvath, 1988) και 4) μειώνοντας τη μεταναστευτική ικανότητα των ουδετερόφιλων (Hofirek και συν., 1995). Συμπερασματικά, η SARA, μέσω της χρόνιας μεταβολικής οξέωσης, μπορεί να ελαττώσει την ανοσολογική ικανότητα και, κατά συνέπεια, να μειώσει την αντίσταση του οργανισμού ενάντια σε διάφορα λοιμώδη νοσήματα (Mwansa και συν., 1992).

25


1.5 Αντιμετώπιση της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης

Η υποκλινική φύση της νόσου, σε συνδυασμό με την καθυστέρηση της εμφάνισης των κλινικών συμπτωμάτων μετά το οξεωτικό επεισόδιο, καθιστά πιο σημαντική την πρόληψή της παρά τη θεραπεία (Enemark, 2008). Η αντιμετώπιση της νόσου βασίζεται σε διαχειριστικά και διατροφικά μέτρα (Kleen και συν., 2003). Τα συχνότερα αίτια που απαιτούν διατροφικές και διαχειριστικές παρεμβάσεις, το είδος αυτών και το αποτέλεσμα που επιφέρουν στην αντιμετώπιση της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης παρουσιάζονται στον Πίνακα 5. Σημαντικό ρόλο για την αντιμετώπιση της SARA παίζει η χορήγηση με τη τροφή ρυθμιστικών ουσιών και καλλιεργειών ευεργετικών βακτηρίων. Η πιο ευρέως χρησιμοποιούμενη ρυθμιστική ουσία για την αντιμετώπιση της SARA είναι το διττανθρακικό νάτριο, ένα μέσον το οποίο χρησιμοποιείται ουσιαστικά ως υποκατάστατο της σιέλου (Kleen και συν., 2003). Η προσθήκη ενός φυσικού ζεόλιθου, του κλινοπτιλόλιθου, προλαμβάνει την εμφάνιση της SARA, όπως αποδείχθηκε με βάση τα χαρακτηριστικά του περιεχομένου της Μ.Κ. (pH κ.α.) και με ιστολογική εξέταση παρασκευασμάτων της Μ.Κ. (Καρατζιά, 2010). Η παραπάνω έρευνα καθιστά την προσθήκη του κλινοπτιλόλιθου ένα ισχυρό μέσο πρόληψης της νόσου. Στον Πίνακα 6 παρατίθενται μερικές ακόμη ουσίες που χρησιμοποιούνται για την πρόληψη της SARA. Τέλος, η ενεργητική ανοσοποίηση ίσως στο μέλλον χρησιμοποιηθεί ως μέσο πρόληψης της SARA. Συγκεκριμένα, οι Shu και συν. (2000) μείωσαν την πιθανότητα εμφάνισης οξείας δυσπεπτικής οξέωσης σε πρόβατα με τη χορήγηση ζωντανού εμβολίου κατά του Streptococcus bovis, του βακτηρίου της Μ.Κ. που κυρίως ευθύνεται για την παραγωγή πτητικών λιπαρών οξέων (σε pH > 5,5) και γαλακτικού οξέος (σε pH ≤ 5,5), τα οποία ελαττώνουν το pH. Οι ίδιοι ερευνητές το 1999 διαπίστωσαν παρόμοια αποτελέσματα σε παχυνόμενα βοοειδή.

26


Πίνακας 5. Συχνά αίτια εμφάνισης της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης και προτεινόμενα μέτρα αντιμετώπισης (Enemark, 2008). Πρόβλημα

Επέμβαση για αντιμετώπιση

Αποτέλεσμα

Διάρκεια προσαρμογής σε υψιενεργειακό σιτηρέσιο ≤ 4 εβδομάδες (πριν και μετά τον τοκετό)

Σταδιακή προσαρμογή σε υψιενεργειακό σιτηρέσιο διάρκειας 4-6 εβδομάδων

Κατάλληλη ανάπτυξη βλεννογόνου Μ.Κ. και των μικροοργανισμών της

Απότομη αύξηση της χορηγούμενης ποσότητας των συμπυκνωμένων ζωοτροφών

Μέγιστη αύξηση των συμπυκνωμένων/ημέρα = 0,25 Kg

Η Μ.Κ. μπορεί να απορροφά/εξουδετερώνει VFA και γαλακτικό οξύ

Ένα μόνο TMR σιτηρέσιο γαλακτοπαραγωγής και ένα ξηρής περιόδου

Δημιουργία σιτηρεσίων ανάλογα με το στάδιο της γαλακτοπαραγωγής

Το ποσοστό ενέργειας της τροφής αντιστοιχεί στις δυνατότητες μεταβολισμού της M.K.

Λάθη στην προετοιμασία του σιτηρεσίου (μεταβολές σε DM, NEL και NDF)

Εντοπισμός και διόρθωση λαθών (δειγματοληψίες σιλό, % υγρασία, ακριβής ζύγιση, δειγματοληψίες από την ταΐστρα)

Ισορροπία μέσα στη Μ.Κ. (μεταξύ γαλακτογόνων και γαλακτολυτικών βακτηρίων)

Υπερβολική επεξεργασία δημητριακών καρπών (άλεση, νιφαδοποίηση, εξώθηση, προσθήκη ατμού)

Ανάλυση του μεγέθους των συμπυκνωμένων ζωοτροφών

Μείωση της ταχύτητας ζύμωσης των καρπών στη Μ.Κ.

Σιτηρέσια με υψηλό DCAD που ελαττώνουν το pH της M.K.

Προσθήκη ρυθμιστικών ουσιών στο σιτηρέσιο ή διέγερση μηρυκασμού και δραστηριότητας Μ.Κ. (7% τροφής με μήκος > 3,5cm), 17-30% NDF (7080% από χονδροειδείς ώστε να είναι αρκετό το eNDF), 35-45% της DM ως NFC

Αύξηση της ρυθμιστικής ικανότητας του pH της Μ.Κ. άμεσα ή μέσω αυξημένης παραγωγής σιέλου

> 15% μακρόκλωνα σωματίδια χονδροειδών ζωοτροφών

Ανάλυση δειγμάτων από την ταΐστρα και ικανοποιητικό μήκος ταΐστρας

Το σωστό μήκος τεμαχισμού εμποδίζει τη διαλογή των τροφών από τα ζώα και το σωστό μήκος ταΐστρας εμποδίζει τη μεγάλη κατανάλωση τροφής σε μικρό χρονικό διάστημα

Υπερβολική ανάμιξη ή επεξεργασία του TMR (μειωμένο μέγεθος σωματιδίων και περιεκτικότητα σε eNDF)

Διόρθωση του χρόνου ανάμιξης και συντήρηση ζυγαριών του TMR

Το ομοιογενές σιτηρέσιο παρέχει ισορροπημένο περιβάλλον στη Μ.Κ.

VFA – Πτητικά λιπαρά οξέα, TMR – Ενιαίο σιτηρέσιο, DM – Ξηρά ουσία, NEL – καθαρή ενέργεια γαλακτοπαραγωγής, NDF – Κυτταρίνες διαλυτές σε απορρυπαντικό ουδέτερου pH, DCAD – Διαφορά κατιόντων ανιόντων του σιτηρεσίου, eNDF – ουσιαστικές NDF, NFC – Υδατάνθρακες μη προερχόμενοι από συμπυκνωμένες ζωοτροφές


Πίνακας 6. Προτεινόμενες δόσεις διαφόρων ρυθμιστικών ουσιών που προστίθενται στα σιτηρέσια γαλακτοπαραγωγής (Hutjens, 1991) Ουσία

Ποσότητα (g/ημέρα)

Διττανθρακικό νάτριο

110-225

Sodium sesquicarbonate (διττανθρακικό και ανθρακικό νάτριο)

110-225

Οξείδιο του μαγνησίου

50-90

Νατριούχος μπεντονίτης

110-454

Ανθρακικό ασβέστιο

115-180

Ανθρακικό κάλιο

270-410

28


2. ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΕΡΕΥΝΑ

2.1 Υλικά και μέθοδοι

Για την εκπόνηση της μελέτης αυτής χρησιμοποιήθηκαν ζώα από δώδεκα συνολικά εκτροφές γαλακτοπαραγωγών αγελάδων από τους νομούς Θεσσαλονίκης, Κιλκίς και Ροδόπης. Οι αγελάδες όλων των εκτροφών άνηκαν στη φυλή Holstein και κάθε εκμετάλλευση περιλάμβανε 60 έως 500 ζώα. Σε όλες τις μονάδες χορηγούνταν ενιαίο σιτηρέσιο (Total Mixed Ration, TMR) στα ζώα τους. Για το σκοπό της έρευνας λήφθηκε δείγμα περιεχομένου της Μ.Κ. από τουλάχιστον 12 ζώα κάθε εκτροφής. Οι αγελάδες διατρέφονταν με το ίδιο σιτηρέσιο και βρίσκονταν μεταξύ της 10ης της 90ης ημέρας της γαλακτικής περιόδου, με σκοπό την αξιολόγηση τους στο αρχικό στάδιο της περιόδου αυτής. Οι αγελάδες επιλέγονταν τυχαία εφόσον ευρίσκοντο στο συγκεκριμένο στάδιο της γαλακτοπαραγωγής και ήταν κλινικά υγιείς. Συνολικά από τις 12 εκτροφές λήφθηκαν δείγματα στομαχικού περιεχομένου από 153 ζώα. Στις αγελάδες που επιλέχθηκαν διενεργήθηκε παρακέντηση της μεγάλης κοιλίας, στο διάστημα 5-8 ωρών μετά τη χορήγηση του TMR (Nordlund και Garrett, 1994, Garrett, 1996) και συλλέχθηκε υγρό περιεχόμενο της μεγάλης κοιλίας. Ο χρόνος που επιλέχθηκε να γίνει η δειγματοληψία αντιστοιχεί στο χρόνο που παρουσιάζεται η ελάχιστη τιμή του pH του περιεχομένου της Μ.Κ. (Krause και Oetzel, 2006). Η μέτρηση του pH των δειγμάτων γινόταν αμέσως μετά την ολοκλήρωση των δειγματοληψιών από τα ζώα της κάθε εκτροφής, με τη βοήθεια φορητής συσκευής μέτρησης pH (Horiba, B-213, Kyoto, Japan), σε θερμοκρασία δωματίου (Εικόνες 1 και 2). Δείγμα στομαχικού περιεχομένου με pH 5,5 ή μικρότερο θεωρήθηκε ως θετικό για SARA, pH μεταξύ 5,5 και 5,8 οριακά φυσιολογικό και μεγαλύτερο από 5,8 αρνητικό για SARA. Για να θεωρηθεί μία εκτροφή ότι πάσχει από υποξεία δυσπεπτική οξέωση θα πρέπει η τιμή του pH του περιεχομένου της Μ.Κ., τουλάχιστον στο 25% των αγελάδων στις οποίες έγινε έλεγχος, να είναι ίσο ή μικρότερο από 5,5 (Garrett και συν., 1997). Σε κρίσιμο επίπεδο κρίθηκαν οι εκτροφές οι οποίες είχαν 33,33% ή παραπάνω των αγελάδων τους με pH περιεχομένου Μ.Κ. ≤ 5,8. Παράλληλα, τέθηκε και δεύτερο χαμηλότερο φυσιολογικό όριο pH Μ.Κ. το 5,6 (Plaizier και συν., 2009), ώστε να διαπιστωθούν τυχόν σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο ορίων. 29


Εικόνα 1. Η φορητή συσκευή μέτρησης pH, τα διαλύματα με pH 4 και 7 που χρησιμοποιήθηκαν για τη ρύθμιση και έλεγχο της συσκευής πριν από κάθε μέτρηση, το δείγμα προς μέτρηση, η βελόνα που χρησιμοποιήθηκε για την παρακέντηση της Μ.Κ., αποσταγμένο νερό και διηθητικό χαρτί για τον καθαρισμό της συσκευής.

Εικόνα 2. Μέτρηση pH δείγματος του περιεχομένου της Μ.Κ.

Για την παρακέντηση της μεγάλης κοιλίας και τη συλλογή του περιεχομένου ακολουθήθηκε η μέθοδος όπως περιγράφεται από το Nordlund (1995). To σημείο παρακέντησης ευρίσκεται στην οριζόντια ευθεία που διέρχεται από την αριστερή επιγονατίδα, σε απόσταση 15 έως 20 εκατοστά πίσω από την τελευταία πλευρά, 30


ανάλογα με το μέγεθος της αγελάδας. Μετά τον προσδιορισμό του σημείου παρακέντησης, η περιοχή ξυριζόταν και γινόταν αντισηψία με διάλυμα ιωδιούχου ποβιδόνης σε ακτίνα 5 cm, με στόχο την εκτέλεση της παρακέντησης με άσηπτες, κατά το δυνατόν, συνθήκες (Εικόνα 3).

Εικόνα 3. Η περιοχή στην οποία θα πραγματοποιηθεί η παρακέντηση, έχει ξυριστεί και έχει καθαριστεί με διάλυμα ιωδιούχου ποβιδόνης.

Τα ζώα συγκρατούνταν σε παγίδες στην ταΐστρα και χορηγείτο τοπικό αναισθητικό με διήθηση στο σημείο της παρακέντησης. Συγκεκριμένα, 4 ml διαλύματος ξυλοκαΐνης 2% χορηγούνταν υποδόρια (2 ml) και ενδομυϊκά (2 ml) 5 λεπτά πριν την παρακέντηση (Εικόνα 4).

31


Εικόνα 4. Η χορήγηση της ξυλοκαΐνης.

Πριν τη διενέργεια της παρακέντησης, ένας βοηθός σήκωνε την ουρά του ζώου κάθετα προς τη σπονδυλική στήλη για καλύτερη ακινητοποίηση (Εικόνα 5), ενώ σε μερικά ζώα, ιδιαίτερα δύστροπα, απαιτείτο η χρήση και ρινοσφιγκτήρα. Οι βελόνες παρακέντησης (Εικόνα 1) ήταν πολλαπλών χρήσεων, από ανοξείδωτο ατσάλι, διαμέτρου 16 G και μήκους 13 εκατοστών, της εταιρίας Hauptner, οι οποίες καθαρίζονταν και αποστειρώνονταν μετά από κάθε χρήση, σε ξηρό κλίβανο. Μετά την είσοδο της βελόνας, για την αναρρόφηση του περιεχομένου τοποθετούνταν πλαστική σύριγγα μιας χρήσης περιεκτικότητας 5 ml και λαμβάνονταν δείγμα περιεχομένου Μ.Κ. τουλάχιστον 2 ml (Εικόνα 6).

32


Εικόνα 5. Παρακέντηση της μεγάλης κοιλίας: η ουρά της αγελάδας έχει ανυψωθεί για καλύτερη συγκράτηση.

Εικόνα 6. Η αναρρόφηση του περιεχομένου της Μ.Κ. μετά την παρακέντησή της.

Η αναρρόφηση του περιεχομένου γινόταν ήπια ώστε να αποφευχθεί η δημιουργία αρνητικής πίεσης στη σύριγγα, γεγονός που θα οδηγούσε σε διαχωρισμό του CO2 από το στομαχικό υγρό αλλοιώνοντας έτσι την τιμή του pH. Η παρουσία αίματος στο υγρό που συλλέχθηκε, οδηγούσε σε απόρριψή του και συλλογή δείγματος από άλλο ζώο. 33


Την ημέρα της δειγματοληψίας λαμβάνονταν επίσης δύο δείγματα TMR αμέσως μετά τη διανομή του στις ταΐστρες, ώστε να αξιολογηθεί το μέγεθος των συστατικών του σιτηρεσίου. Τα δύο δείγματα βάρους περίπου 2 kg το καθένα, λαμβάνονταν από δύο τυχαία σημεία της ταΐστρας και τοποθετούνταν σε πλαστικές σακούλες. Στη συνέχεια τα δύο δείγματα αναμιγνύονταν σε νέο χάρτινο περιέκτη (Εικόνα 7). Για την αξιολόγηση του μεγέθους των συστατικών του σιτηρεσίου, χρησιμοποιήθηκε ο διαχωριστής Penn State Particle Separator (Nasco Ltd., USA). Ο διαχωριστής αυτός αποτελείται από 3 ηθμούς διήθησης φθίνουσας διαμέτρου και από 1 βάση (Εικόνα 8). Οι ηθμοί διήθησης τοποθετούνται ο ένας πάνω στον άλλο με την ακόλουθη σειρά: ο ηθμός με τις μεγαλύτερες οπές στην κορυφή, εκείνος με τις μεσαίου μεγέθους οπές στη συνέχεια, έπειτα ο ηθμός με τις μικρού μεγέθους οπές και τέλος η βάση.

Εικόνα 7. Η ανάμιξη των 2 δειγμάτων τροφών από το σιτηρέσιο στο χάρτινο περιέκτη.

34


Εικόνα 8. Οι 3 ηθμοί διήθησης και η βάση του Penn State Particle Separator.

Από το αναμιγμένο δείγμα σιτηρεσίου του χάρτινου περιέκτη μεταφέρονταν στο ανώτερο ηθμό περίπου 800 g τροφής (Εικόνα 9). Για τον κανονικό διαχωρισμό των τεμαχίων της τροφής, το ποσοστό υγρασίας του δείγματος δεν πρέπει να υπερβαίνει το 45%.

35


Εικόνα 9. Η στοίβαξη των 3 ηθμών διήθησης και της βάσης και η τοποθέτηση της αρχικής ποσότητας TMR σε αυτά.

Μετά την τοποθέτηση της αρχικής ποσότητας TMR στον ανώτερο ηθμό, ακολουθείται η παρακάτω διαδικασία διαχωρισμού: οι ηθμοί τοποθετούνται πάνω σε μία επίπεδη επιφάνεια και ανακινούνται εμπρός-πίσω πέντε φορές. Η παραπάνω διαδικασία επαναλαμβάνεται 8 φορές συνολικά, αφού κάθε φορά οι ηθμοί γυρίσουν κατά 90 μοίρες (Εικόνα 10). Η ανακίνηση γίνεται με συχνότητα περίπου 1,1 ανακίνηση το δευτερόλεπτο, ενώ το εύρος της κίνησης πρέπει να είναι περίπου 17 εκατοστά.

Εικόνα 10. Τρόπος ανακίνησης για το διαχωρισμό των τεμαχίων της τροφής.

36


Μετά την ανακίνηση, το περιεχόμενο που υπάρχει σε κάθε ηθμό και στη βάση (Εικόνα 11) ζυγίζεται (Εικόνα 12) και τα αποτελέσματα καταγράφονται σε ειδικό φύλλο του Microsoft excel (Πίνακας 7). Όταν το ποσοστό τεμαχίων ήταν μικρότερο από 7% στον ανώτερο ηθμό τότε το συγκεκριμένο σιτηρέσιο θεωρείτο παράγοντας κινδύνου για την πρόκληση υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης. (Krause and Oetzel 2006). Σύμφωνα με τις οδηγίες χρήσης του κατασκευαστή του διαχωριστή ποσοστό μεγαλύτερο από 50% σε οποιοδήποτε από τους ηθμούς με τις μεσαίου μεγέθους ή με τις μικρότερες οπές ή ποσοστό μεγαλύτερο από 20% στη βάση είναι πιθανό να οδηγήσει μεταξύ άλλων και σε πρόκληση SARA.

Εικόνα 11. Διαχωρισμός των σωματιδίων της τροφής στους 3 ηθμούς διήθησης και στη βάση. Ανώτερος ηθμός πάνω αριστερά, μεσαίος ηθμός πάνω δεξιά, κατώτερος ηθμός κάτω αριστερά και βάση κάτω δεξιά.

37


Εικόνα 12. Ζύγιση του περιεχομένου του πρώτου ηθμού διήθησης.

Τέλος, σε κάθε εκτροφή συμπληρώνονταν ένα ερωτηματολόγιο (παράρτημα) σχετικά με τα χαρακτηριστικά της, τη διαχείρισή της, καθώς και τη σύσταση του σιτηρεσίου για την αξιολόγηση πιθανών παραγόντων κινδύνου που θα μπορούσαν να συντελέσουν στην εμφάνιση υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης. Συγκεκριμένα, τα σιτηρέσια αξιολογήθηκαν (με βάση τους Πίνακες Ζωοτροφών του NRC 2001) ως προς την ποσότητα των διαλυτών σε ουδέτερο αλλά και όξινο διάλυμα απορρυπαντικού κυτταρικών τοιχωμάτων [Neutral Detergent Fiber, (NDF) και Acid Detergent Fiber, (ADF)], το ποσοστό των NDF που προέρχονται από χονδροειδείς ζωοτροφές (Forage NDF, F-NDF), το ποσοστό των υδατανθράκων που δεν προέρχονται από κυτταρίνες (Non Fiber Carbohydrates, NFC), το ποσοστό των χονδροειδών ζωοτροφών και τέλος η προσθήκη ή μη διττανθρακικού νατρίου ή κλινοπτιλόλιθου. Τα όρια που τέθηκαν ήταν: 1) η ελάχιστη ποσότητα NDF να αποτελεί το 28% της ξηρής ουσίας (τουλάχιστον το 75% να προέρχεται από χονδροειδείς ζωοτροφές), 2) η ελάχιστη ποσότητα ADF να αποτελεί το 19% της ξηρής ουσίας, 3) το μέγιστο NFC να αποτελεί το 38% της ξηρής ουσίας και 4) τουλάχιστον το 40% της ξηρής ουσίας του σιτηρεσίου να προέρχεται από τις χονδροειδείς ζωοτροφές (NRC, 2001) Τέλος, αξιολογήθηκε η προσθήκη επαρκούς ή ανεπαρκούς (<110 g) ή και καθόλου διττανθρακικού νατρίου στο σιτηρέσιο και η προσθήκη ή μη κλινοπτιλόλιθου. Κατόπιν, τα αποτελέσματα κωδικοποιήθηκαν και μεταφέρθηκαν με μορφή αριθμών στο λογισμικό Excel της Microsoft. Από τα στοιχεία που συλλέχθηκαν από τα ερωτηματολόγια αξιολογήθηκαν η παρουσία μίας ή περισσοτέρων ομάδων γαλακτοπαραγωγής, το μήκος ταΐστρας ανά 38


αγελάδα, ο αριθμός ποτίστρων, η χορήγηση τροφής αμέσως μετά το άρμεγμα και η σειρά εισαγωγής των ζωοτροφών στον ενσιρωδιανομέα. Τα όρια που τέθηκαν για τους παραπάνω παράγοντες ήταν η μία ή παραπάνω ομάδες αγελάδων ανάλογα με τη γαλακτοπαραγωγή, το μήκος ταΐστρας 0,7 m ανά αγελάδα, ενώ σωστή σειρά εισαγωγής των ζωοτροφών στον ενσιροδιανομέα θεωρήθηκε η προσθήκη πρώτα των σανών και του αχύρου, έπειτα των συμπυκνωμένων και τέλος του ενσιρώματος (Oelberg, 2009). Τα αποτελέσματα των ερωτηματολογίων και του Penn State Particle Separator συσχετίστηκαν στατιστικά τόσο σε επίπεδο εκτροφής όσο και σε ατομικό επίπεδο με την εμφάνιση ή όχι SARA. Η στατιστική επεξεργασία των αποτελεσμάτων έγινε με ανάλυση διακύμανσης και ένα στατιστικό πρότυπο που περιελάμβανε όλους τους παραπάνω διατροφικούς και διαχειριστικούς παράγοντες, με τη χρήση του λογισμικού SPSS 17.0. Ως επίπεδο σημαντικότητας ορίστηκε το P = 0,05.

39


Ονομασία Εκτροφής Τοποθεσία

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ Δείγμα: Ηθμός Διήθησης

Βάρος (γραμμάρια)

Ανώτερος Μεσαίος Χαμηλότερος Βάση

60.0 353.0 331.0 151.0 895.0

Σύνολο

ΕΞΑΓΩΓΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ Τμήμα 1. Κατανομή των τεμαχίων τροφής

Δείγμα: Εναπομείναντα τεμάχια σε κάθε ηθμό διήθησης

Τμήμα 2.

Ηθμός Διήθησης

(% του συνόλου)

Ανώτερος Μεσαίος Χαμηλότερος Βάση

7 39 37 17

Παράμετροι του δείγματος Μέσο μέγεθος τεμαχίων (mm) Τυπική απόκλιση (mm)

Αθροιστικά τεμάχια (% κάτω από κάθε ηθμό διήθησης)

93 54 17

Δείγμα:

5.30 2.87

Πίνακας 7. Φύλλο του Microsoft excel στο οποίο εισάγονται τα αποτελέσματα της ζύγισης μετά την ανακίνηση των ηθμών διήθησης και εξαγωγή των αποτελεσμάτων. Οι αριθμοί αποτελούν παράδειγμα του πειραματισμού.

40


2.2 Αποτελέσματα

Αξιολογώντας τα αποτελέσματα κατά εκτροφή, προέκυψαν τα παρακάτω: Με βάση τον ορισμό της SARA (pH στομαχικού περιεχομένου ≤ 5,5), η νόσος διαγνώστηκε κατά τη στιγμή της δειγματοληψίας σε 4 από τις 12 εκτροφές (33,33%), ήταν σε οριακό επίπεδο σε άλλες 3 (25%), ενώ η νόσος δεν ανευρέθηκε σε 5 εκτροφές (41,66%). Από το σύνολο των εκτροφών μόνο σε 4 δεν βρέθηκε αγελάδα με pH Μ.Κ. μικρότερο του 5,5. Θέτοντας ως κατώτερο φυσιολογικό όριο του pH το 5,6 (Plaizier και συν. 2008), οι εκτροφές οι οποίες είχαν SARA ανέρχονταν σε 7 (ποσοστό 58,33%) και μόνο σε 2 δεν εντοπίστηκε αγελάδα με pH Μ.Κ. μικρότερο του 5,6. Σε αυτή την περίπτωση δεν διαπιστώθηκε η νόσος στις υπόλοιπες 5 μονάδες. Όταν τα αποτελέσματα αναλύθηκαν σε ατομικό επίπεδο, προέκυψε ότι 24 αγελάδες από το σύνολο των 153 είχαν pH Μ.Κ. ≤ 5,5 (15,69%), σε οριακό επίπεδο ήταν 25 ζώα (ποσοστό 16,34%), ενώ δεν ανευρέθηκε η νόσος σε 104 ζώα. Θέτοντας ως χαμηλότερο φυσιολογικό όριο το pH = 5,6 προέκυψε ότι νοσούσαν 36 ζώα (23,53%). Ο μέσος όρος του pH όλων των δειγματοληψιών ήταν 5,98 (εύρος τιμών 5,09 – 7,05). Αναλυτικά τα αποτελέσματα των μετρήσεων του pH των δειγμάτων παρουσιάζονται στους Πίνακες 8 και 9.

41


Εκτροφή

Δείγμα (τιμή pH) 1 1 5,82 2 6,25 3 7 4 6,61 5 6,05 6 5,56 7 5,57 8 5,82 9 5,47 10 5,36 11 6,62 12 5,91

2 5,79 6,5 6,8 5,54 6,75 6,78 5,82 6,34 5,94 6,11 5,28 5,48

3 5,56 6 6,97 5,69 6,02 6,55 5,53 6,05 6,37 6,05 5,52 5,88

4 5,59 6,1 6,16 5,94 5,8 6,78 6,05 6,08 5,93 7,05 6,18 5,83

5 5,38 6,5 6,13 6,07 5,99 5,85 6,09 6,77 5,53 6,51 5,44 6,05

6 6,09 5,81 6,32 5,91 6,07 5,83 6,03 6,08 5,91 5,91 5,66 5,27

7 6,07 6,07 6,32 5,83 5,99 6,49 5,54 6,28 5,66 5,82 5,49 6,07

8 5,84 6,48 6,16 6,5 6,22 5,56 6,09 5,84 5,45 5,17 5,31 5,62

9 5,9 6,02 6,28 5,98 6,27 6,07 6,47 5,38 5,19 5,88 5,72 5,91

10 5,39 5,59 6,38 5,7 6,49 6,78 6,26 6,08 5,88 6,74 5,23 5,25

11 6,12 5,79 6,36 5,57 6,08 6,7 5,09 5,81 5,22 5,42 5,44 5,49

12 5,82 5,79 6,52 6,12 6,98 5,37 6,7 5,38 5,62 5,66 5,29 6,13

Πίνακας 8. Αποτελέσματα των δειγματοληψιών.

Σύνολο δειγμάτων Σύνολο δειγμάτων με pH > 5,5 < 5,8 Σύνολο δειγμάτων με pH < 5,6 Σύνολο δειγμάτων με pH ≤ 5,5

153 25 36 24

16,34% 23,53% 15,69%

Πίνακας 9. Συγκεντρωτικά αποτελέσματα των δειγματοληψιών.

42

13

14

15

6,47 6,33 6,07 6,19 6,33

6,32 5,79

5,67 5,91

Ποσοστό ζώων με pH ≤ 5,5 16,67% 0,00% 0,00% 0,00% 0,00% 8,33% 7,69% 15,38% 33,33% 25,00% 50,00% 33,33%

Ποσοστό ζώων με pH < 5,6 33,33% 7,14% 0,00% 13,33% 0,00% 25,00% 30,77% 15,38% 41,67% 25,00% 57,14% 33,33%


Όπως αναφέρθηκε, το μέγεθος τεμαχισμού των ζωοτροφών του σιτηρεσίου ελέγχθηκε με τη χρήση ειδικής συσκευής (Penn State Particle Separator). Με βάση την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων του τεμαχισμού των ζωοτροφών, προέκυψε ότι 3 εκτροφές (οι 9, 10 και 12) είχαν μεγάλο ποσοστό μικρών τεμαχιδίων ή μικρό ποσοστό μεγάλων τεμαχιδίων ή και τους δύο παράγοντες μαζί, γεγονός που αξιολογείται ως παράγοντας κινδύνου (Πίνακας 10).

Εκτροφές

1

2

3

4

5

6

7

8

9

10

11

12

Ανώτερος (%)

23

7

17

24

31

16

44

24

9

9

7

5

Μεσαίος (%)

38

39

23

25

37

31

21

39

36

21

35

17

Χαμηλότερος (%)

33

37

46

40

24

39

21

31

52

50

43

57

Βάση (%)

6

17

14

10

9

14

14

5

2

20

15

21

Πίνακας 10. Ποσοστό (%) των τεμαχίων του TMR που παρέμειναν σε κάθε ηθμό διήθησης.

Με βάση τις απαντήσεις που έδωσαν οι παραγωγοί στο ερωτηματολόγιο, τα σιτηρέσια ελέγχθηκαν με το πρόγραμμα του NRC (2001) ως προς τα %NDF, %FNDF, %ADF, %NFC, ποσοστό επί της ξηρής ουσίας που προέρχεται από χονδροειδείς ζωοτροφές και η προσθήκη ή όχι διττανθρακικού νατρίου και κλινοπτιλόλιθου. Από τα αποτελέσματα προέκυψε ότι σημαντικές αποκλίσεις στα σιτηρέσιά τους σημείωναν 3 εκτροφές (οι 9, 10 και 12), μέτριες 6 (οι 1, 3, 4, 5, 6 και 8), ενώ χωρίς αποκλίσεις ήταν 3 (οι 2, 7 και 11). Τα προβλήματα εντοπιζόταν στο %F-NDF και στο %NFC (Πίνακας 11).

Εκτροφές

1

2

3

4

5

6

7

8

9

10

11

12

NDF

34,8

37,6

34,7

32,2

33,0

37,4

37,8

34,4

35,9

33,7

37,4

36,7

F-NDF

30,7

29,3

26,8

25,3

27,3

28,6

30,0

30,2

21,3

24,3

28,1

23,9

%F-NDF

0,88

0,78

0,77

0,79

0,83

0,76

0,79

0,88

0,59

0,72

0,75

0,65

ADF

21,7

24,4

22,6

20,2

21,6

22,7

24,6

21,8

21,6

20,5

24,0

22,1

NFC

42,2

37,2

40,9

45,9

40,3

41,7

38,9

46,0

41,8

43,0

36,3

44,3

Χονδροειδείς

63,8

57,6

56,2

50,4

59,9

55,0

60,5

61,3

44,0

51,6

55,3

47,5

Λίγο*

Ναι

Όχι

Ναι

Ναι

Όχι

Όχι

Όχι

Ναι

Ναι

Λίγο

Όχι

Διττανθρακικό Na

Πίνακας 11. Σύσταση των σιτηρεσίων των εκτροφών, με βάση τους Πίνακες Ζωοτροφών του NRC (2001) και το ερωτηματολόγιο. *(<110 g/αγελάδα/ημέρα)

43


Από τη στατιστική επεξεργασία προέκυψε ότι το pH του περιεχομένου της Μ.Κ.

ήταν

σημαντικά

υψηλότερο

στις

εκτροφές

που

είχαν:

2

ομάδες

γαλακτοπαραγωγής αντί για 1 (P < 0,05), ατομικές θέσεις ανάπαυσης (P < 0,05), σωστό μήκος τεμαχισμού των ζωοτροφών (P < 0,05), σωστή σύσταση σιτηρεσίων (P < 0,05) και εισήγαγαν με σωστή σειρά τις ζωοτροφές στον ενσιρωδιανομέα (P < 0,05). Αντίθετα, ο μεγάλος αριθμός ποτίστρων (P < 0,05), το μεγάλο μήκος ταΐστρας ανά αγελάδα (P < 0,05) και η παράθεση τροφής αμέσως μετά το άρμεγμα (P < 0,05) συσχετίζονταν με χαμηλότερο pH του περιεχομένου της μεγάλης κοιλίας.

44


2.3 Συζήτηση

Στόχος της παρούσας διατριβής ήταν η διερεύνηση της συχνότητας εμφάνισης της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης σε εκτροφές γαλακτοπαραγωγών αγελάδων στην Ελλάδα και η δημιουργία μιας πρώτης εικόνας της έκτασής της.

2.3.1 Συχνότητα εμφάνισης της νόσου

Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της έρευνας, η υποξεία δυσπεπτική οξέωση απαντάται στη χώρα μας και μάλιστα σε σημαντική έκταση. Συγκεκριμένα, από το σύνολο των 153 ζώων που εξετάστηκαν, τα 24 είχαν pH στομαχικού περιεχομένου μικρότερο από 5,5. Αυτό μεταφράζεται σε ποσοστό 15,69% όλων των ζώων και είναι παρόμοιο με τα ποσοστά που βρήκαν άλλοι ερευνητές σε άλλες χώρες. Ειδικότερα, σύμφωνα με μελέτη των Garrett και συν. (1997) στις ΗΠΑ έπασχαν από υποξεία δυσπεπτική οξέωση το 19% και 26% των αγελάδων που βρίσκονταν στην αρχή και στο μέσο της γαλακτικής περιόδου, αντίστοιχα, από το σύνολο των 15 εκτροφών που εξετάστηκαν. Πρόσφατη έρευνα στο Ιράν από τους Tajik και συν. (2009) έδειξε ότι το 27,6% των αγελάδων σε σύνολο 196 αγελάδων έπασχε από SARA (το 29,3% των αγελάδων βρίσκονταν στην αρχή και το 26,4% βρίσκονταν στο μέσο της γαλακτικής περιόδου). Τέλος, σε ανάλογη έρευνα από τους Kleen και συν. (2009) στη Δανία, το 13,7% των αγελάδων που εξετάστηκαν εμφάνιζαν pH μικρότερο από 5,5 ενώ το 16,8% είχε pH μεταξύ 5,6 και 5,7. Συνολικά εξετάστηκαν 197 αγελάδες από 18 εκτροφές. Σε όλες τις παραπάνω έρευνες η λήψη του στομαχικού περιεχομένου έγινε με παρακέντηση της Μ.Κ. όπως αυτή περιγράφεται από τους Nordlund και συν. (1995). Σε επίπεδο εκτροφής, διαπιστώσαμε στην έρευνά μας ότι 4 από τις 12 εκτροφές αντιμετώπιζαν υποξεία δυσπεπτική οξέωση, αριθμός που μεταφράζεται σε 33,33% των μονάδων από τις οποίες έγινε δειγματοληψία. Οι Garrett και συν. (1997) βρήκαν ότι στο 33,33% των εκτροφών που εξετάστηκαν είχε SARA σε επίπεδο εκτροφής και μάλιστα η νόσος ήταν παρούσα σε ποσοστό μεγαλύτερο από 40% επί των αγελάδων που έγινε παρακέντηση της μεγάλης κοιλίας. Σε αντίστοιχη έρευνα που έγινε στην Ιταλία από τους Morgante και συν. (2007), προέκυψε ότι 3 από τις 10 εκτροφές εμφάνιζαν αγελάδες με pH Μ.Κ. μικρότερο ή ίσο από 5,5 σε ποσοστό 45


μεγαλύτερο από 33%, ενώ 5 εκτροφές βρίσκονταν σε οριακό επίπεδο με περισσότερο από το 33% των αγελάδων τους να έχουν pH Μ.Κ. μικρότερο από 5,8. Στην Ιρλανδία, σε μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε 12 εκτροφές όπου οι αγελάδες είχαν τη δυνατότητα βόσκησης, βρέθηκε ότι 3 εκτροφές (25%) έπασχαν από SARA, ενώ 6 (50%) βρίσκονταν σε υψηλό κίνδυνο να εμφανίσουν τη νόσο (O’Grady και συν., 2008). Περισσότερες από το 33% των παραπάνω αγελάδων είχαν pH περιεχομένου Μ.Κ. μικρότερο από 5,8 Από τα προαναφερθέντα γίνεται αντιληπτό ότι και σε επίπεδο εκτροφής τα αποτελέσματα της έρευνάς μας συμβαδίζουν με αυτά άλλων χωρών. Μία ακόμη ενδιαφέρουσα παρατήρηση που προκύπτει από την έρευνα είναι ότι εφόσον θέσουμε σαν κατώτερο φυσιολογικό όριο pH του περιεχομένου της Μ.Κ. το 5,6 (Plaizier και συν. 2008), τα αποτελέσματα αλλάζουν σημαντικά. Το σύνολο των αγελάδων με υποξεία δυσπεπτική οξέωση ανέρχεται σε 36 από τις 153 συνολικά (ποσοστό 23,53%), ενώ οι εκτροφές, οι οποίες αντιμετωπίζουν πρόβλημα, ανέρχονται σε 7 από τις 12, η πλειονότητα δηλαδή των μονάδων σε ποσοστό 58,33%. Ακολουθώντας αυτή τη μικρή διαφορά της τιμής του pH στον ορισμό της νόσου, φαίνεται ότι το πρόβλημα της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης εμφανίζεται πολύ μεγαλύτερο στη χώρα μας από ότι σε άλλες χώρες. Η καταγραφή μελλοντικά περισσότερων εκτροφών και περισσότερων ζώων θα ήταν περισσότερο διαφωτιστική προς την κατεύθυνση της συχνότητας εμφάνισης της SARA στις ελληνικές εκτροφές γαλακτοπαραγωγών αγελάδων. Προς την ίδια κατεύθυνση θα ήταν και η αναβάθμιση της μεθόδου καταγραφής και διάγνωσης της νόσου, με μέθοδο που θα κατέγραφε συνεχόμενα και για μεγαλύτερη χρονική περίοδο και όχι στιγμιαία, όπως γίνεται με τη μέθοδο της παρακέντησης, τα δεδομένα του pH της Μ.Κ. των αγελάδων στις εκτροφές. Δεδομένου ότι μεταβάλλοντας την τιμή του pH της Μ.Κ. κατά 0,1 το ποσοστό εκτροφών με SARA εκτινάσσεται από 33,33% σε 58,33%, γίνεται αντιληπτή η τεράστια σημασία της ακριβούς και χρονικά σωστής καταγραφής της νόσου στις αγελάδες σε εκτροφές. Θα ήταν λοιπόν εξαιρετικά χρήσιμο για τη διάγνωση της νόσου στο μέλλον να υπάρξει η δυνατότητα εμπορικής διάθεσης, σε λογικό κόστος, ορισμένων συσκευών που τοποθετούνται εντός της Μ.Κ. και επιτρέπουν τη συνεχή καταγραφή του pH του στομαχικού περιεχομένου. Με τον τρόπο αυτό θα λαμβάνονταν ακριβή στοιχεία για το χρόνο εμφάνισης της SARA σε ένα ζώο ατομικά, αφού όπως αναλύθηκε στην εισαγωγή το pH παρουσιάζει ημερήσια διακύμανση και ο στόχος της παρακέντησης της Μ.Κ. σε συγκεκριμένο χρόνο μετά 46


τη χορήγηση σιτηρεσίου είναι η πιθανή σύμπτωση με το χαμηλότερο δυνατόν σημείο της διακύμανσης του pH.

2.3.2 Μέγεθος συστατικών του σιτηρεσίου

Όπως φάνηκε από την ανάλυση των αποτελεσμάτων, το μέγεθος των ζωοτροφών του σιτηρεσίου είχε στατιστικά σημαντική επίδραση στην εμφάνιση της νόσου. Στις τρεις από τις τέσσερις εκτροφές που εμφάνιζαν SARA, διαπιστώθηκε με το διαχωριστή Penn State Particle Separator μεγάλο ποσοστό τεμαχίων τροφών στον κατώτερο ηθμό, καθιστώντας έτσι το μικρότερο από το φυσιολογικό μέγεθος των τεμαχίων των ζωοτροφών σημαντικό παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση της νόσου. Παρόμοια ευρήματα αναφέρονται από τους Morgante και συν. (2007), οι οποίοι διαπίστωσαν ότι το αυξημένο ποσοστό λεπτοτεμαχισμένων τροφών αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση της SARA σε 5 εκτροφές. Η αιτία του παραπάνω φαινομένου στην έρευνά μας οφείλεται στον υπερβολικό χρόνο ανάμιξης του σιτηρεσίου μέσα στον ενσιρωδιανομέα, με αποτέλεσμα να τεμαχίζονται υπερβολικά οι χονδροειδείς ζωοτροφές. Συστήνεται λοιπόν η χρήση του διαχωριστή Penn State ως εργαλείου ελέγχου του τεμαχισμού των ζωοτροφών στις εκτροφές και, έμμεσα, ως εργαλείου αποφυγής της SARA. Όπως αναφέρθηκε και στο γενικό μέρος, οι λεπτοτεμαχισμένες χονδροειδείς ζωοτροφές μειώνουν τον μηρυκασμό και κατά συνέπεια την παραγωγή σιέλου, η οποία δρα ρυθμιστικά στο pH του στομαχικού περιεχομένου. Επομένως, η χρήση της παραπάνω συσκευής θα πρέπει να διαδοθεί, τουλάχιστο στις σύγχρονες μονάδες εκτροφής γαλακτοπαραγωγών αγελάδων.

2.3.3 Καταρτισμός των σιτηρεσίων

Η επεξεργασία των αποτελεσμάτων έδειξε ότι η σύσταση των σιτηρεσίων είχε στατιστικά σημαντική επίδραση στην εμφάνιση της νόσου. Στις τρεις από τις τέσσερεις εκτροφές που παρουσίασαν SARA διαπιστώθηκαν κατά τον έλεγχο των σιτηρεσίων τους σημαντικά σφάλματα στον καταρτισμό τους, γεγονός που συντέλεσε στην εμφάνιση της νόσου. Στην τέταρτη εκτροφή που παρουσίασε SARA δεν διαπιστώθηκαν σφάλματα στον καταρτισμό των σιτηρεσίων, με βάση το ερωτηματολόγιο, και στον τεμαχισμό των ζωοτροφών. Με βάση τα προηγούμενα, με στόχο την αποφυγή της εμφάνισης της SARA, προτείνεται να ελέγχεται σε πρώτη 47


φάση ο καταρτισμός των σιτηρεσίων με βάση βιβλιογραφικά δεδομένα σχετικά με τα %NDF, %F-NDF, %ADF, %NFC και το ποσοστό επί της ξηρής ουσίας που προέρχεται από χονδροειδείς ζωοτροφές και σε περίπτωση που δεν βρεθούν σφάλματα κατά τον έλεγχό του, να διενεργείται χημική ανάλυση των ζωοτροφών.

2.3.4 Λοιποί παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση της νόσου

Με βάση τα αποτελέσματα του ερωτηματολογίου, ορισμένοι ακόμα παράγοντες που αξιολογήθηκαν και είχαν στατιστικά σημαντική επίδραση στην εμφάνιση της νόσου ήταν οι ακόλουθοι: 1) Ο διαχωρισμός των αγελάδων σε 2 ομάδες με βάση τη γαλακτοπαραγωγή τους ή όχι, 2) Η λανθασμένη σειρά εισαγωγής των ζωοτροφών στον ενσιρωδιανομέα, 3) Ο ελεύθερος σταβλισμός με ενιαίο χώρο ανάπαυσης σε σύγκριση με τον ελεύθερο σταβλισμό με ατομικές θέσεις ανάπαυσης, 4) Ο μεγάλος αριθμός ποτίστρων, 5) Το μεγάλο μήκος ταΐστρας ανά αγελάδα και 6) Η παράθεση τροφής αμέσως μετά το άρμεγμα. Το εύρημα ότι ο διαχωρισμός των αγελάδων σε 2 ομάδες, ανάλογα με τη γαλακτοπαραγωγή, συνδυαζόταν με μειωμένη παρουσία της SARA, πιθανόν να οφείλεται στο υψηλότερο επίπεδο διαχείρισης των συγκεκριμένων εκτροφών. Επίσης, είναι λογικό η λανθασμένη σειρά εισαγωγής των ζωοτροφών στον ενσιρωδιανομέα να προδιαθέτει στην εμφάνιση της νόσου, εφόσον αυτές δεν αναμιγνύονται σωστά και δεν διανέμεται με τον τρόπο αυτό ομοιόμορφο σιτηρέσιο στην ταΐστρα και είναι πιθανή η συγκέντρωση αυξημένης ποσότητας συμπυκνωμένων ζωοτροφών σε κάποια σημεία της. Η δυσμενής επίδραση του ενιαίου χώρου ανάπαυσης συγκριτικά με τις ατομικές θέσεις ανάπαυσης στην εμφάνιση της νόσου, αποδίδεται στο ότι οι εκτροφείς που έλαβαν μέρος στην έρευνα και χρησιμοποιούσαν ενιαίο χώρο ανάπαυσης για τα ζώα τους δεν φρόντιζαν για τη διατήρηση σωστών συνθηκών σταβλισμού και δεν είχαν την απαιτούμενη πυκνότητα σταβλισμού. Η ύπαρξη αυξημένης ποσότητας λάσπης στο προαύλιο του ομαδικού σταβλισμού στερεί χώρο κατάκλισης και ανάπαυσης από την αγελάδα, κάτι που ελαττώνει το συνολικό χρόνο μηρυκασμού και κατά συνέπεια μειώνει την παραγωγή σιέλου και αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης SARA. Αντίθετα, η ύπαρξη ατομικών θέσεων ανάπαυσης (κρεβατιών) που είχαν κατάλληλες διαστάσεις, καλή ποιότητα κατασκευής και καθαριζόταν τακτικά, εξασφάλιζε στα ζώα επαρκή χώρο ανάπαυσης και επαρκή 48


χρόνο μηρυκασμού, δρώντας αποτρεπτικά για την εμφάνιση της SARA. Με παρόμοιο με το προηγούμενο σκεπτικό, συμβάλλει στην εμφάνιση της SARA και η αυξημένη πυκνότητα σταβλισμού. Η επίδραση του μεγάλου αριθμού των ποτίστρων, του μεγάλου μήκους της ταΐστρας ανά αγελάδα και της παράθεσης της τροφής αμέσως μετά το άρμεγμα, στην εμφάνιση της SARA απαιτεί παραπέρα διερεύνηση. Η περίπτωση οι παράγοντες αυτοί να ευνοούν την εμφάνιση της SARA δε μοιάζει τόσο λογική και δεν αναφέρεται κάτι αντίστοιχο στην υπάρχουσα βιβλιογραφία. Άλλη πιθανή εκδοχή είναι η παρουσία τους να μην αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση της SARA, αλλά η αρνητική επίδραση που ασκούν οι πρώτοι τρεις παράγοντες, οι οποίοι άλλωστε συνυπάρχουν, να είναι μεγαλύτερη από την όποια θετική ή ουδέτερη επίδρασή που θα μπορούσε να έχει το μεγάλο μήκος ταΐστρας ανά αγελάδα, οι πολλές ποτίστρες και η χορήγηση τροφής αμέσως μετά το άρμεγμα.

49


2.4 Συμπεράσματα

Από τα αποτελέσματα της παραπάνω έρευνας συνάγονται τα παρακάτω συμπεράσματα:

Έπειτα από πολυετείς κλινικές υποψίες, επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης στην Ελλάδα.

Η συχνότητα εμφάνισης της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης είναι ανάλογη με αυτήν των άλλων χωρών. Συγκεκριμένα βρέθηκε ότι πάσχει το 33,33% των εκτροφών, ενώ σε ατομικό επίπεδο διαγνώστηκε με SARA το 15,69% των αγελάδων.

Η χρήση διαφορετικών κατώτερων φυσιολογικών τιμών pH περιεχομένου Μ.Κ. ως σημείο ορισμού της SARA μεταβάλλει σημαντικά τη συχνότητα εμφάνισης της νόσου, τόσο σε ατομικό, όσο και σε επίπεδο εκτροφής.

Ο τεμαχισμός των ζωοτροφών αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου εμφάνισης της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης και είναι σημαντικό να αξιολογείται στις εκτροφές τακτικά με τη χρήση κατάλληλης συσκευής.

Ο λανθασμένος καταρτισμός των σιτηρεσίων είναι δυνατόν να προκαλέσει τη νόσο και θεωρείται απαραίτητη η τακτική αξιολόγησή του. Σε μερικές περιπτώσεις κρίνεται απαραίτητη και η χημική ανάλυση του σιτηρεσίου.

Η παρακέντηση της Μ.Κ. αποτελεί ένα ισχυρό εργαλείο στη διάθεση του κλινικού κτηνιάτρου, με εύκολη εφαρμογή, καλή ανεκτικότητα από τα ζώα, με ελάχιστες παρενέργειες και με χαμηλό κόστος.

50


2.5 Προτάσεις

Καθίσταται αναγκαία η συνέχιση της έρευνας σε μεγαλύτερη κλίμακα, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων περιοχών της Ελλάδας, ώστε να προκύψει μια πληρέστερη εικόνα της συχνότητας εμφάνισης της SARA στην Ελλάδα.

Προτείνεται η μελέτη της παρουσίας της νόσου σε εκτροφές κρεοπαραγωγών βοοειδών στη χώρα μας.

Προτείνεται η μελέτη της συχνότητας εμφάνισης της νόσου σε εκτροφές οι οποίες χορηγούν βασικό και συμπληρωματικό σιτηρέσιο χωριστά.

Προτείνεται η μελέτη συσχέτισης περισσότερων παραγόντων κινδύνου με τη συχνότητα εμφάνισης και τη βαρύτητα της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης.

Προτείνεται η μελέτη της νόσου παράλληλα με τη χημική ανάλυση των σιτηρεσίων τα οποία χορηγούνται στα ζώα.

51


3. ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η διερεύνηση της συχνότητας εμφάνισης της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης των γαλακτοπαραγωγών αγελάδων στην Ελλάδα. Από 12 εκτροφές, λήφθηκαν δείγματα υγρού περιεχομένου της Μ.Κ. με παρακέντηση από 153 γαλακτοπαραγωγές αγελάδες (τουλάχιστον 12 από κάθε εκτροφή, από τη 10η ως την 90η ημέρα της γαλακτικής περιόδου) και προσδιορίστηκε το pH του με φορητή συσκευή μέτρησης. Η δειγματοληψία γινόταν 5-8 ώρες μετά την παράθεση της τροφής. Σε όλες τις εκτροφές χορηγούνταν ενιαίο σιτηρέσιο. Το μέγεθος τεμαχισμού των ζωοτροφών του σιτηρεσίου ελέγχθηκε με τη χρήση ειδικής συσκευής (Penn State Particle Separator), ενώ με τη χρήση ερωτηματολογίου συγκεντρώθηκαν πληροφορίες σχετικά με τους διαχειριστικούς παράγοντες κινδύνου. Η στατιστική επεξεργασία έγινε με ανάλυση διακύμανσης. Θέτοντας ως κατώτερο φυσιολογικό όριο το pH στομαχικού περιεχομένου το 5,5, διαπιστώθηκε ότι το 15,69% των αγελάδων έπασχε από τη νόσο. Πρόβλημα αντιμετώπιζε το 33,33% των εκτροφών (≥25% των ζώων με pH ≤ 5,5), ενώ στο 25% των εκτροφών η κατάσταση ήταν οριακή. Αντίστοιχα, αν θεωρηθεί ως κατώτερο φυσιολογικό όριο pH στομαχικού περιεχομένου το 5,6, έπασχε από τη νόσο το 23,53% των αγελάδων ενώ πρόβλημα αντιμετώπιζε το 58,33% των εκτροφών. Η ομαδοποίηση των αγελάδων, η σειρά εισαγωγής των ζωοτροφών στον ενσιρωδιανομέα, το μήκος τεμαχισμού τους, η σύσταση του σιτηρεσίου και οι συνθήκες σταβλισμού είχαν στατιστικά σημαντική επίδραση στην εμφάνιση της νόσου. Προτείνεται η συνέχιση της έρευνας μελλοντικά, σε μεγαλύτερη κλίμακα, για τη μελέτη παραγόντων που δεν συμπεριλήφθηκαν στην παρούσα έρευνα.

52


ARISTOTLE UNIVERSITY OF THESSALONIKI FACULTY OF VETERINARY MEDICINE DEPARTMENT OF CLINICS FARM ANIMAL CLINIC

STUDY OF THE PREVALENCE OF SUBACUTE RUMINAL ACIDOSIS IN DAIRY FARMS

GEORGIOS C. KITKAS

SUMMARY

The aim of the present study was to assess the prevalence of subacute ruminal acidosis (SARA) in dairy farms in Greece. From a total of 153 Holstein dairy cows, from 12 farms (≥12 cows per farm), ruminal fluid samples via rumenocentesis were obtained and their pH was measured with a portable pH-meter. The sampling was performed 5-8 hours after the morning feeding. All of the farms were fed total mixed rations (TMR) and the TMR’s particle size was determined with the aid of the Penn State Particle Separator. By completing a questionnaire form from all of the farms, it was possible to evaluate risk factors for SARA development. Statistical analysis was conducted using a linear multivariate model; P < 0.05 was used to define significance. SARA was found in 15.69% of the sampled cows. The disease was present in 33,33% of the farms (≥ 25% of the cows with pH ≤ 5.5), while in another 25% of the farms the situation was marginal. If we consider the lowest normal rumen pH to be 5.6 then the disease was present in 58.33% of the farms and SARA was found in 23.53% of the cows. The number of groups of cows in lactation, the order in which the feeds were added into the mixing wagon, the particle length size, the ration composition, housing type (free stall or bedded pack) and stocking density significantly influenced the presence of the disease. In order to obtain a more comprehensive picture of SARA evaluating parameters not included in the present study, a larger scale study should be conducted.

53


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ξενόγλωσση βιβλιογραφία

1. Allen, M.S., 2000. Effects of diet on short-term regulation of feed intake by lactating dairy cattle. Journal of Dairy Science 83: 1598–1624. 2. Andersen, P.H., 2000. Bovine endotoxicosis: aspects of relevance to ruminal acidosis. Dr. Veterinary Science Thesis, The Royal Veterinary and Agricultural University, Copenhagen. 3. Bergman, E.N., 1990. Energy contributions of volatile fatty acids from the gastrointestinal tract in various species. Physiological Reviews 70: 1580– 1588. 4. Bigner, D.R., Goff, J.P., Faust, M.A., Burton, J.L., Tyler, H.D., Horst, R.L., 1996. Acidosis effects on insulin response during glucose tolerance tests in jersey cows. Journal of Dairy Science 79: 2182–2188. 5. Bramley, E., Lean, I.J., Costa, N.D., Fulkerson, W.J., 2005. Acidosis in dairy cows. Journal of Animal Science 83 (Suppl. 1): 251 (abstract). 6. Brown, M.S., Krehbiel, C.R., Galyean, M.L., Remmenga, Peters, J.P., Hibbard, B., Robinson, J., Moseley, W.M., 2000. Evaluation of models of acute and subacute acidosis on dry matter intake, ruminal fermentation, blood chemistry, and endocrine profiles of beef steers. Journal of Animal Science 78: 3155–3168. 7. Carter, R.R., Grovum, W.L., 1990. A review of the physiological significance of hypertonic body fluids on feed intake and ruminal function: salivation, motility and microbes. Journal of Animal Science 68: 2811–2832. 8. Chalupa, W., C. J. Sniffen, and G. M. Stone, 2000: Balancing rations for milk components Asian-Australasian. Journal of Animal Science 13 (Suppl.): 388– 396. 9. Cook, N.B., Nordlund, K.V., Oetzel, G.R., 2004. Environmental influences on claw horn lesions associated with laminitis and subacute ruminal acidosis in dairy cows. Journal of Dairy Science 87 (Suppl.): E36–E46. 10. Cowles, K.E., Murphy, M.R. Urine pH: Potential diagnostic criterion for subacute ruminal acidosis (SARA) in lactating dairy cows. 54


http://www.livestocktrail.uiuc.edu/uploads/dairynet/papers/Urine%20pH%20L actating%20Dairy%20Cows%20DD%202008.pdf. Accessed on 22 January 2011. 11. Dirksen, G., 1979. Digestive system. In: Rosenberger, G. (Ed.), Clinical Examination of Cattle, second edition Verlag Paul Parey, Berlin and Hamburg, Germany, p. 186. 12. Dirksen, G., Liebich, H., Mayer, H., 1985. Adaptive changes of the ruminal mucosa and functional and clinical significance. Bovine Practitioner 20: 116– 120. 13. Duffield, T., Plaizier, J.C., Fairfield, A., Bagg, R., Vessie, G., Dick, P., Wilson, J., Aramini, P., McBride, B.W., 2004. Comparison of techniques for measurement of rumen pH in lactating dairy cows. Journal of Dairy Science 87: 59–66. 14. Enemark J.M.D., Jørgensen, R.J., Kristensen, N.B., 2004. An evaluation of parameters for the detection of subclinical rumen acidosis in dairy herds. Veterinary Research Communication 28: 687–709. 15. Enemark J. M. D. 2008. The monitoring, prevention and treatment of subacute ruminal acidosis (SARA): A review. The Veterinary Journal 176: 32–43. 16. Garrett, EF; Nordlund, KV; Goodger, WJ and Oetzel, GR (1997). A crosssectional field study investigating the effect of periparturient dietary management on ruminal pH in early lactation dairy cows. Journal of Dairy Science, (Suppl. 1), 80: 169. 17. Garry, F.B., 2002. Indigestion in ruminants. In: Smith, B.P. (Ed.), Large Animal Internal Medicine, 3rd edition Mosby, St. Louis and Baltimore, pp. 722–747. 18. Goad, D.W., Goad, C.L., Nagaraja, T.G., 1998. Ruminal microbial and fermentative changes associated with experimentally induced subacute acidosis in steers. Journal of Animal Science 76: 234-241. 19. Gozho G et al. 2005. Subacute Ruminal Acidosis Induces Ruminal Lipopolysaccharide Endotoxin Release and Triggers an Inflammatory Response. Journal of Dairy Science 88: 1399–1403. 20. Gozho G.N., Krause, D.O., Plaizier, J.C. 2006. Rumen lipopolysaccharide and inflammation during grain adaption and subacute ruminal acidosis in steers. Journal of Dairy Science 89: 4404–4413. 55


21. Gozho, G.N., Krause, D.O., Plaizier, J.C., 2007. Ruminal lipopolysaccharide concentration and inflammatory response during grain induced subacute ruminal acidosis in dairy cows. Journal of Dairy Science 90: 856–866. 22. Grant, R.J., Colenbrander, V.F., Mertens, D.R., 1990. Milk fat depression in dairy cows: role of silage particle size. Journal of Dairy Science 73: 18341842. 23. Gurtler, H., and F. J. Schweigert, 2000: Physiologie der Laktation. In: Engelha rdt, W., and V. U. G. Breves (eds), Physiologie der Haustiere, pp. 572–593. Enke-Verlag, Stuttgart. 24. Hall, M. B. 2002. Rumen acidosis: Carbohydrate feeding considerations. Pages 51–61 in Proc. 12th International Symposium on Lameness in Ruminants. J. K. Shearer, ed. Orlando, FL. 25. Hofirek, B., Slosarkova, S., Ondrova, J., 1995. Effect of chronic metabolic acidosis on migration activity of polymorphonuclear leukocytes in sheep. Veterinarni Medicina 40: 171–175. 26. Hutjens, M.F., 1991. Feed additives. Veterinary clinics of North America. Food Animal Practice 7: 525-540. 27. Keunen, J.E., Plaizier, J.C., Kyrazakis, L., Duffield, T.F., Widowski, T.M., Lindinger, M.I., McBride, B.W., 2002. Effects of a subacute ruminal acidosis model on the diet selection of dairy cows. Journal of Dairy Science 85: 3304– 3313. 28. Kleen, JL; Hooijer, GA; Rehage, J and Noordhuizen, JPT (2003). Subacute ruminal acidosis (SARA): a review. Journal of Veterinary Medicine Series A, 50: 406-414. 29. Kleen, J.L., Hooijer, G.A., Rehage, J., Noordhuizen, J.P.T.M., 2004. Rumenocentesis (rumen puncture): a viable instrument in herd health diagnosis. Deutsche Tierarztliche Wochenschrift 111: 458–462. 30. Kleen, J. L., G. A. Hooijer, J. Rehage, J. P. T. M. Noordhuizen, 2009. Subacute ruminal acidosis in Dutch dairy herds. Veterinary Record 164: 681684. 31. Krause, M. and Oetzel, G. 2005. Inducing Subacute Ruminal Acidosis in Lactating Dairy Cows. Journal of Dairy Science 88: 3633–3639.

56


32. Krause, M. and Oetzel, G. 2006. Understanding and preventing subacute ruminal acidosis in dairy herds: A review. Animal Feed Science and Technology 126: 215–236. 33. Mackie, R.I., Gilchrist, F.M.C., 1979. Changes in lactate-producing and lactate utilising bacteria in relation to pH hydrogen-ion concentration in the rumen of sheep during stepwise adaptation to a high-concentrate diet. Applied Environmental Microbiology 67: 422–430. 34. Maekawa, M., Beauchemin, K.A., Christensen, D.A., 2002. Effect of concentrate level and feeding management on chewing activities, saliva secretion, and ruminal pH of lactating cows. Journal of Dairy Science 85: 1165–1175. 35. Markusfeld, O. 1987. Periparturient traits in seven high dairy herds. Incidence rates, association with parity, and interrelationships among traits. Journal of Dairy Science 70: 158. 36. Martin, R., 1999. TMR particle distribution analysis at six hour time intervals. In: Proceedings of the UW Arlington Dairy Day, Dairy Science Department, University of Wisconsin-Madison, pp. 7–16. 37. Martin, R., 2000. Evaluating TMR particle distribution: a series of on-farm case studies. In: Proceedings of the Four-State Professional Dairy Management Seminar, MWPS-4SD8, Midwest Plan Service, Ames, Iowa, pp. 75–88. 38. Morgante M., C. Stelletta, P. Berzaghi, M. Gianesella and I. Andrighetto. 2007. Subacute rumen acidosis in lactating cows: an investigation in intensive Italian dairy herds. Journal of Animal Physiology and Animal Nutrition 91: 226-234. 39. Mwansa, P., Makarechian, M., Berg, R.T., 1992. The effect of level of concentrate in feedlot diets on the health status of beef calves. Canadian Veterinary Journal 33: 665–668. 40. Nocek, J.E., 1997. Bovine acidosis: implications on laminitis. Journal of Dairy Science 80: 1005–1028. 41. Nocek, J.E., Kautz, W.P., Leedle, J.A.Z., Allman, J.G., 2002. Ruminal supplementation of direct-fed microbials on diurnal pH variation and in situ digestion in dairy cattle. Journal of Dairy Science 85: 429–433.

57


42. Nordlund, K.V., Garrett, E.F., 1994. Rumenocentesis – a technique for collecting rumen fluid for the diagnosis of subacute rumen acidosis in dairy herds. The Bovine Practitioner 28: 109–112. 43. Nordlund, K.V., Garrett, E.F., Oetzel, G.R. 1995. Herd-based rumenocentesis: a clinical approach to the diagnosis of subacute rumen acidosis. Compendium on Continuing Education for the Practicing Veterinarian – Food Animal 17: S48–S56. 44. NRC. 2001. Nutrient requirements of dairy cattle. 7th Edition National Academy Press. Washington DC. USA. 45. Oelberg, T., 2009. Tips for improving TMR consistency. Hoard’s West, W: 174-175, December 2009. 46. Oetzel, G. R., and Nordlund, K. V., 1998. Effect of dry matter intake and feeding frequency on ruminal pH in lactating dairy cows. Journal of Dairy Science 81(Suppl. 1): 297. 47. Oetzel, G.R., Nordlund, K.V., Garrett, E.F., 1999. Effect of ruminal pH and stage of lactation on ruminal lactate concentrations in dairy cows. Journal of Dairy Science 82 (Suppl. 1): 38. 48. Oetzel, G.R., 2000. Clinical aspects of ruminal acidosis in dairy cattle. In: Proceedings of the 33rd Annual Convention of the American Association of Bovine Practitioners, Rapid City, USA, pp. 46–53. 49. Oetzel, G. R., 2004. Monitoring and testing dairy herds for metabolic disease. Veterinary Clinics of North America – Food Animal Practice 20 (2004): 651– 674. 50. Oetzel, G. R., 2007. Subacute ruminal acidosis in dairy herds: Physiology, pathophysiology, milk fat responses, and nutritional management. In: Preconference Seminar 7A: Dairy Herd Problem Investigation Strategies: Lameness, cow comfort, and ruminal acidosis, 40th Annual Conference of the American Association of Bovine Practitioners, (Vancouver - BC), Canada, pp. 89–119. 51. O’Grady, L., Doherty, M.L., Mulligan, F.J., 2008. Subacute ruminal acidosis (SARA) in grazing Irish dairy cows. The Veterinary Journal Volume 176, Issue 1: 44-49. 52. Owens, F.N., Secrist, D.S., Hill, W.J., Gill, D.R., 1998. Acidosis in cattle: a review. Journal of Animal Science 76: 275– 286. 58


53. Plaizier, J. C., Krause, D. O., Gozho, G. N. & McBride, B. W., 2008 Subacute ruminal acidosis in dairy cows: the physiological causes, incidence and consequences. Veterinary Journal 176: 21-31. 54. Radostits, O. M., Gay, C. C., Hinchcliff, K.W., Constable, P. D., 2007. Veterinary medicine: A textbook of the diseases of cattle, horses, sheep, pigs and goats. Elsevier. 55. Ras, A., Janowski, T., Zdunczyk, S., 1996. Einfluss subklinischer und acuter Azidose ante partum bei Kuhen auf den Graviditatsverlauf unter Berucksichtigung der Steroidhormonprofile. Tierarztliche Praxis 24: 347–352. 56. Rossow, N., Horvath, Z., 1988. In: Rossow, N., Horvath, Z. (Eds.), Innere Krankheiten der Haustiere, Band II, Funktionelle Storungen. Jena: Fischer, p. 246. 57. Shu, Q., Gill, H.S., Hennessy, D.W., Leng, R.A., Bird, S.H., Rowe, J.B., 1999. Immunization against lactic acidosis in cattle. Research in Veterinary Science 67: 65–71. 58. Shu, Q., Gill, H.S., Leng, R.A., Rowe, J.B., 2000. Immunization with a Streptococcus bovis vaccine administered by different route against lactic acidosis in sheep. The Veterinary Journal 159: 262–269. 59. Slyter, L.L. 1976. Influence of acidosis on rumen function. Journal of Animal Science 43: 910-929 60. Smith, B. 2008. Large Animal Internal Medicine. Mosby. 61. Stock, R., 2000. Acidosis in cattle: an overview. In: Proceedings of the 33rd Annual Convention of the American Association of Bovine Practitioners, Rapid City, USA, pp. 30–37. 62. Stone, W. C. 1999. The effect of subclinical rumen acidosis on milk components. Pages 40–46 in Proc. Cornell Nutrition Conference Feed Manufacturers Cornell University, Ithaca, NY. 63. Tajik, J., Nadalian, M. G., Raoofi, A., Mohammadi, G. R., Bahonar, A. R., 2009. Prevalence of subacute ruminal acidosis in some dairy herds of Khorasan Razavi province, northeast of Iran. Iranian Journal of Veterinary Research, Shiraz University, Vol. 10, No. 1, Ser. No. 26. 64. Van Soest, P.J., 1994. Nutritional Ecology of the Ruminant, Second Edition. Cornell University Press, Ithaca, New York.

59


65. Weingarten, H.P., 1996. Cytokines and food intake: the relevance of the immune system to the student of ingestive behavior. Neuroscience Biobehavior Review 20: 163–170.

Ελληνόγλωσση βιβλιογραφία

1. Καρατζιά, Μ. Α., 2010. Μελέτη της δυνατότητας πρόληψης της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης των γαλακτοπαραγωγών αγελάδων με την προσθήκη ζεόλιθου (κλινοπτιλόλιθου) στο σιτηρέσιό τους. Διδακτορική διατριβή, Α.Π.Θ. 2. Κατσαούνης, Ν. Κ., 1999. Βοοτροφία. Εκδόσεις Σύγχρονη Παιδεία Θεσσαλονίκη 3. Πανούσης,

Ν.

και

Καρατζιάς,

Χ.,

1999.

Η

ενδονυχίτιδα

στις

γαλακτοπαραγωγούς αγελάδες. Δελτίο της Ελληνικής Κτηνιατρικής Εταιρείας 50 (3): 206-211.

60


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

61


ΔΕΛΤΙΟ ΕΡΕΥΝΑΣ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΚΤΡΟΦΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ.................................................................................................................. ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΕΚΤΡΟΦΗΣ............................................................................................. ΜΕΓΕΘΟΣ ΕΚΤΡΟΦΗΣ................................................................................................. ΜΕΣΗ ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗ ΑΝΑ ΑΓΕΛΑΔΑ: ΤΟ ΤΡΕΧΟΝ ΕΤΟΣ................................................................................ ΤΟ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΕΤΟΣ................................................................ ΜΕΣΗ ΛΙΠΟΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΓΑΛΑΚΤΟΣ: ΤΟ ΤΡΕΧΟΝ ΕΤΟΣ................................................................................ ΤΟ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΕΤΟΣ................................................................

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΕΚΤΡΟΦΗΣ ΟΜΑΔΟΠΟΙΗΣΗ ΑΓΕΛΑΔΩΝ: ΟΜΑΔΕΣ ΤΩΝ ΑΓΕΛΑΔΩΝ ΣΕ ΞΗΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟ......................................... ΟΜΑΔΕΣ ΤΩΝ ΑΓΕΛΑΔΩΝ ΣΕ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗ............................. ΟΜΑΔΕΣ ΕΓΚΥΩΝ ΜΟΣΧΙΔΩΝ..................................................................... ΑΛΛΗ ΟΜΑΔΑ...................................................................................................

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΣΥΝΘΕΣΗ ΣΙΤΗΡΕΣΙΩΝ: (ΣΕ ΞΕΧΩΡΙΣΤΟ ΦΥΛΛΟ) ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΖΩΟΤΡΟΦΩΝ:

Ναι.....................

Όχι.....................

ΑΡΙΘΜΟΣ ΓΕΥΜΑΤΩΝ ΑΝΑ ΗΜΕΡΑ........................................................................ ΩΡΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ ΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΤΟ ΤΑΙΣΜΑ....................................................... ΣΕΙΡΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΜΠΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΖΩΟΤΡΟΦΕΣ ΣΤΟΝ ΕΝΣΙΡΩΔΙΑΝΟΜΕΑ................................................................................................................................. ..........................................................................................................................................

62


ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΑΠΟΧΗΣ ΤΩΝ ΑΓΕΛΑΔΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΡΟΦΗ ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΡΜΕΓΜΑ (ΑΡΜΕΓΜΑ ΚΑΙ ΑΝΑΜΟΝΗ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΑΝΑΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΑΡΜΕΚΤΗΡΙΟΥ).................................. ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΡΟΦΗ ΣΤΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΤΩΝ ΑΓΕΛΑΔΩΝ ΑΜΕΣΩΣ ΜΕΤΑ ΤΟ ΑΡΜΕΓΜΑ;

Ναι.....................

Όχι........................

ΣΤΑΒΛΙΣΜΟΣ

ΜΗΚΟΣ ΤΑΙΣΤΡΑΣ ΑΝΑ ΖΩΟ: ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΞΗΡΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ..................................................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΥΨΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ......................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΧΑΜΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ...................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΤΩΝ ΕΓΚΥΩΝ ΜΟΣΧΙΔΩΝ...................................... ΑΛΛΗ ΟΜΑΔΑ.....................................................................................

ΤΥΠΟΣ ΤΑΙΣΤΡΑΣ: ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΞΗΡΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ................................................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΥΨΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ......................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΧΑΜΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ..................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΤΩΝ ΕΓΚΥΩΝ ΜΟΣΧΙΔΩΝ..................................... ΑΛΛΗ ΟΜΑΔΑ.....................................................................................

ΑΝΑΛΟΓΙΑ ΘΕΣΕΩΝ ΠΑΓΙΔΕΥΣΗΣ ΑΝΑ ΖΩΟ: ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΞΗΡΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ..................................................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΥΨΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ.......................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΧΑΜΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ...................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΤΩΝ ΕΓΚΥΩΝ ΜΟΣΧΙΔΩΝ...................................... ΑΛΛΗ ΟΜΑΔΑ.......................................................................................

ΑΡΙΘΜΟΣ ΠΟΤΙΣΤΡΩΝ ΚΑΙ ΜΕΓΕΘΟΣ ΤΟΥΣ: ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΞΗΡΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ................................................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΥΨΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ.......................... 63


ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΧΑΜΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ..................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΤΩΝ ΕΓΚΥΩΝ ΜΟΣΧΙΔΩΝ.................................... ΑΛΛΗ ΟΜΑΔΑ....................................................................................

ΤΥΠΟΣ ΧΩΡΟΥ ΑΝΑΠΑΥΣΗΣ: ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΞΗΡΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ.................................................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΥΨΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ.......................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΧΑΜΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ..................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΤΩΝ ΕΓΚΥΩΝ ΜΟΣΧΙΔΩΝ..................................... ΑΛΛΗ ΟΜΑΔΑ.....................................................................................

ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΧΩΡΟΥ ΑΝΑΠΑΥΣΗΣ ΑΝΑ ΖΩΟ: ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΞΗΡΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ..................................................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΥΨΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ.......................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΧΑΜΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ...................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΤΩΝ ΕΓΚΥΩΝ ΜΟΣΧΙΔΩΝ...................................... ΑΛΛΗ ΟΜΑΔΑ.......................................................................................

ΑΝΑΛΟΓΙΑ ΚΡΕΒΑΤΙΩΝ ΑΝΑ ΖΩΟ: ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΞΗΡΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ..................................................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΥΨΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ.......................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΧΑΜΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ...................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΤΩΝ ΕΓΚΥΩΝ ΜΟΣΧΙΔΩΝ...................................... ΑΛΛΗ ΟΜΑΔΑ.....................................................................................

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΚΡΕΒΑΤΙΩΝ: ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΞΗΡΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ................................................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΥΨΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ......................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΧΑΜΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ...................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΤΩΝ ΕΓΚΥΩΝ ΜΟΣΧΙΔΩΝ...................................... ΑΛΛΗ ΟΜΑΔΑ......................................................................................

64


ΤΥΠΟΣ ΣΤΡΩΜΝΗΣ ΚΡΕΒΑΤΙΩΝ: ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΞΗΡΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ.................................................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΥΨΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ.......................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΧΑΜΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ...................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΤΩΝ ΕΓΚΥΩΝ ΜΟΣΧΙΔΩΝ...................................... ΑΛΛΗ ΟΜΑΔΑ......................................................................................

ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΠΡΟΑΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΕΜΒΑΔΟΝ ΤΟΥ: ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΞΗΡΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ..................................................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΥΨΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ.......................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΧΑΜΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ...................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΤΩΝ ΕΓΚΥΩΝ ΜΟΣΧΙΔΩΝ...................................... ΑΛΛΗ ΟΜΑΔΑ......................................................................................

ΤΥΠΟΣ ΔΑΠΕΔΟΥ ΣΤΟ ΣΤΑΒΛΟ: ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΞΗΡΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ..................................................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΥΨΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ.......................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΧΑΜΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ...................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΤΩΝ ΕΓΚΥΩΝ ΜΟΣΧΙΔΩΝ...................................... ΑΛΛΗ ΟΜΑΔΑ......................................................................................

ΤΥΠΟΣ ΔΑΠΕΔΟΥ ΣΤΟ ΠΡΟΑΥΛΙΟ: ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΞΗΡΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ..................................................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΥΨΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ.......................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΧΑΜΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ...................... ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΤΩΝ ΕΓΚΥΩΝ ΜΟΣΧΙΔΩΝ...................................... ΑΛΛΗ ΟΜΑΔΑ......................................................................................

65


ΣΙΤΗΡΕΣΙΑ

ΣΙΤΗΡΕΣΙΟ ΥΨΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ:

ΣΙΤΗΡΕΣΙΟ ΧΑΜΗΛΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

ΣΙΤΗΡΕΣΙΟ ΞΗΡΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ

ΣΙΤΗΡΕΣΙΟ ΕΓΚΥΩΝ ΜΟΣΧΙΔΩΝ

ΑΛΛΟ ΣΙΤΗΡΕΣΙΟ

66


ΑΤΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΓΕΛΑΔΩΝ

ΤΙΜΗ pH ΜΕΓΑΛΗΣ ΚΟΙΛΙΑΣ.................................................................................... ΑΥΞΩΝ ΑΡΙΘΜΟΣ ΔΕΙΓΜΑΤΟΣ................................................................................. ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΝΩΤΙΟΥ ΑΓΕΛΑΔΑΣ............................................................................... ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΓΕΝΝΗΣΗΣ ΑΓΕΛΑΔΑΣ………………………………………….. ΗΜΕΡΕΣ ΣΕ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗ........................................................................... ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗ: ΤΗΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΓΑΛΑΚΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ........................................... ΤΗΝ ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΓΑΛΑΚΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ..................................................... ΛΙΠΟΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΣ: ΤΗΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΓΑΛΑΚΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ.......................................... ΤΗΝ ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΓΑΛΑΚΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ..................................................... ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΝΟΣΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΓΕΛΑΔΑΣ (ΚΥΡΙΩΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΤΟΚΕΤΟ) .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... .......................................................................................................................................... 67


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.