ΕΦ - Τεύχος 26

Page 1



© Frank Miller, Sin City, Dark Horse

Φεμινισμός και ανεκτικότητα Το βιβλίο του Μισέλ Φουκό, Επιτήρηση και τιμωρία, είναι ένα κείμενο αναφοράς για πρόσωπα και κοινωνικές ομάδες που θεωρούν άδικο το Κοινωνικό Συμβόλαιο, που εκτιμούν ότι οι θεμελιώδεις κανόνες της οργάνωσης των κοινωνιών είναι αποτέλεσμα άδικων εξουσιαστικών σχέσεων, που έχουν πειστεί από την ανάλυση του γάλλου φιλόσοφου ότι τα σύγχρονα κράτη πλέον έχουν στραφεί σε νέες μορφές ελέγχου και ομαλοποίησης οι οποίες εναρμονίζονται καλύτερα στις πειθαρχικές, επιτηρητικές και σωφρονιστικές απαιτήσεις της εξουσίας. Σύμφωνα με την ανάλυση αυτή, το σύστημα είναι άδικο, η φυλακή είναι απλώς πιο εξευγενισμένη εκδοχή των μεθόδων του Μεσαίωνα, όταν η τιμωρία της παράβασης ήταν σκληρή και γινόταν δημόσια. Ο χώρος των φυλακών είναι χώρος εκτός της κοινωνίας, δυνάμει σχολείο επέκτασης της παραβατικότητας. Ο Φουκό δεν περιγράφει ένα εναλλακτικό σύστημα απονομής του Δικαίου (ίσως γι’ αυτό κάποιοι συγγενείς της σκέψης του, όπως ο Hulsman, διεκδικούν μια κοινωνία χωρίς φυλακές) και δεν μπαίνει στον κόπο να μιλήσει για τη στρατηγική της επανένταξης των εκτός κοινωνίας στην κοινωνία. Αλλά οι κοινωνίες θέτουν τις δικές τους προτεραιότητες που, ως ατελείς, οφείλουν να τις θέσουν – ενώ τα τέλεια σύμπαντα των φιλοσόφων δικαιούνται να τις αγνοήσουν. Οι κοινωνίες λοιπόν κρίνονται και από τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονται στους παραβάτες των νόμων. Όλων των νόμων; Όλων, ανεξαιρέτως. Οι οργανωμένες κοινωνίες, λοιπόν, δικάζουν και, αν επιβεβαιώσουν την παράβαση τα δικαστήρια, καταδικάζουν τους παραβάτες, οι οποίοι ενδεχομένως να βρεθούν και στη φυλακή. Υποτίθεται ότι στη φυλακή πληρώνουν το χρέος τους στην κοινωνία και, όταν αποφυλακισθούν, οι ανοιχτές κοινωνίες δεν μπορούν να τους αρνηθούν τη δυνατότητα να επιστρέψουν στις τάξεις τους – να εργαστούν, να ταξιδέψουν, να διεκδικήσουν τις δυνατότητες που τους δίνει η ελευθερία στο πλαίσιο της νομιμότητας. Στην παράσταση Γυναίκες του Ουαζντί Μουαουάντ, που ανέβηκε στις 9 Ιουλίου στο Ηρώδειο, εμφανιζόταν ένα πρόσωπο καταδικασμένο για φόνο. Ήταν ο Γάλλος πρώην ροκ σταρ Μπερτράν Καντά ο οποίος, το 2003, είχε ξυλοκοπήσει μέχρι θανάτου τη σύντροφό του, Μαρί Τρεντινιάν (κόρη του διάσημου Γάλλου ηθοποιού Ζαν-Λουί Τρεντινιάν). Ο Καντά δικάστηκε και καταδικάστηκε από τη δικαιοσύνη της χώρας του, αποφυλακίστηκε το 2010 και ο Μουαουάντ του έδωσε τη δυνατότητα να επιστρέψει στον κόσμο: του ζήτησε να γράψει μουσική αλλά και να εμφανιστεί στην παράστασή του. Η πράξη του σήκωσε ουρανομήκεις κραυγές: με ποιο δικαίωμα ξαναβγαίνει ο δολοφόνος στο προσκήνιο, δικάστηκε λίγο, ουσιαστικά επιβραβεύονται όσοι ασκούν βία κατά των γυναικών… Ορισμένες ήταν αναμενόμενες, η οικογένεια της Μαρί, π.χ., είναι ευνόητο ότι δύσκολα μπορεί να συγχωρήσει. Ορισμένες άλλες, τυφλά ακτιβιστικές, θα μπορούσαν να το έχουν δει αλλιώς. Η ουσία, πάντως, είναι ότι τα μεγάλα φεστιβάλ της Ευρώπης δεν πήραν το ρίσκο. Ευτυχώς, το πήρε το Φεστιβάλ Αθηνών. Και στην Ελλάδα, αντέδρασαν έντονα μερικές φεμινίστριες. Η γενική γραμματέας Ισότητας των Φύλων Μαρία Στρατηγάκη δεν επιθυμούσε να εμφανιστεί δημόσια ο καταδικασμένος για φόνο καλλιτέχνης, θεωρούσε ότι κάτι τέτοιο θα λειτουργούσε αποτρεπτικά προς την πρόληψη και την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας – η γραμματεία Ισότητας εξέδωσε και επίσημη ανακοίνωση. Πολλοί φοβήθηκαν επεισόδια (που ευτυχώς δεν έγιναν) στη πρεμιέρα. [Αλήθεια, το φεμινιστικό κίνημα μόνο τη βία κατά των γυναικών έχει στην ατζέντα του; Η βίαιη καθημερινότητά μας στο όνομα μιας συνολικότερης απογοήτευσης από την πολιτική είναι εκτός ατζέντας;] Η παράσταση, με λιγότερο κόσμο και συρρικνωμένη κατά μία ημέρα, τελικά έγινε – κι αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι μια νίκη της κουλτούρας της ελευθερίας στη χώρα που, πολύ συχνά, συζητά την ελευθερία υπό προϋποθέσεις. Τα κινήματα έχουν προφανώς δικαίωμα να διεκδικούν, αλλά δεν έχουν δικαίωμα να δικάζουν. Ακόμα κι ο Φουκό, που δεν ενέκρινε το Κοινωνικό Συμβόλαιο, δεν θα «εξουσιοδοτούσε» οποιαδήποτε κοινωνική ομάδα να λειτουργεί ως δυνάμει φορέας Δικαίου, εκτός κάποιου δικαιοκρατικού συστήματος. Και στο τέλος τέλος, πόσο προοδευτικό είναι να θέλεις να βγάλεις εκτός κοινωνίας, εκτός ζωής έναν άπαξ παραβάτη, που πλήρωσε για την παράβασή του; «Από την αρχή θεώρησα σημαντικό να ξαναδώσω θέση ανάμεσα στους ζωντανούς σε έναν άνθρωπο ο οποίος έχει εκτίσει την ποινή του», είχε δηλώσει ο σκηνοθέτης της παράστασης. Βεβαίως κάποιοι μπορεί να μην την θεωρούν επαρκή. «Η συμμετοχή του δεν είναι μία κίνηση ούτε πρόκλησης ούτε απρέπειας, αλλά ένας διάλογος αυτού του ανθρώπου με τους ζωντανούς». Θα προτιμούσα το φεμινιστικό κίνημα της χώρας μου να επιδιώκει την επανένταξη ενός ανθρώπου στον κόσμο των ζωντανών – θα προτιμούσα να έχει επικρατήσει η γενναιοδωρία, η κατανόηση, η συγχώρεση, η πίστη σε μια κοινωνία που δεν αποκλείει. Η ανεκτικότητα.

[

H Eφημερίδα του Eλληνικού φεστιβάλ

Eιδική έκδοση για το πρόγραμμα του 2011 Nο 26 (4/2011) [14/7/2011] ISSN: 1791-1729 Διευθυντής Σύνταξης: Hλίας Kανέλλης Eπιμέλεια ύλης: Μαίρη Κιτροέφ Σύνταξη: Έλια Aποστολοπούλου, Nικόλας Zώης, Kατερίνα Kόμητα, Kατερίνα Oικονομάκου, Nίκη Oρφανού, Aντώνης Σακελλάρης, Έλενα Xρηστοπούλου Συνεργάζονται: Τηλέμαχος Αναγνώστου, Άννα Δαμιανίδη, Σταύρος Καπλανίδης, Ξένια Πηρούνια, Χαρά Σακελλάρη, Μαρία Σιδηροπούλου, Κατερίνα Σχινά Kόμικς: Ηλίας Κυριαζής Φωτογράφοι: Bίκυ Γεωργοπούλου, Bασίλης Mαθιουδάκης Σχεδιασμός: Z-axis Δημιουργικό: Aνδρέας Pεμούντης Eκτύπωση: IPIΣ A.E.

]

Eλληνικό Φεστιβάλ A.E. Yπεύθυνος σύμφωνα με το νόμο: Γιώργος Λούκος

Διοικητικό Συμβούλιο Πρόεδρος: Γιώργος Λούκος Aντιπρόεδρος: Λουκάς Τσούκαλης Mέλη: Δάκης Ιωάννου, Σάντρα Μαρινοπούλου Τάκης Αράπογλου, Νίκη Τζούδα Δημήτρης Πασσάς

MEΓAΣ XOPHΓOΣ

XOPHΓOΙ

XOPHΓOI EΠIKOINΩNIAΣ

XOPHΓOΣ ΦIΛOΞENIAΣ

ME THN YΠOΣTHPIΞH

Ηλίας Κανέλλης

EDITORIAL

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 3


Xατζηχρήστου 23 & Mακρυγιάννη 11742 / AΘHNA / T. 210 9282900 H εικόνα του εξωφύλλου: Η Σιλβί Γκιλέμ στην παράσταση 6.000 μίλια μακριά. Φωτογραφία: Lesley Leslie-Spinks

6

EΠΙΣτοΛεΣ

7

ΑNτΙΦεΣτΙΒΑΛ

12 ΑμΑΛΙΑ μουτουΣη Μέσα στη Μήδεια έχει πολύ σκοτάδι

15 ΧρηΣτοΣ ΛουΛηΣ Ελπίζω, μεγαλώνοντας να μη φέρομαι σαν ντίβα

18 ΣτΑμΑτηΣ ΦΑΣουΛηΣ

ΣεΛ. 12

Όλοι μου οι φόβοι έχουν βγεί αληθινοί

22 ΣΙΛΒΙ ΓκΙΛεμ Τσουνάμι 6.000 μίλια μακριά 28 ΦΙΛΑρετη κομνηνου Η Κλυταιμνήστρα κάνει κακές παρέες

30 ΑντζεΛΑ μΠρουΣκου Δεν είμαι συνήγορος της Κλυταιμνήστρας

32 MINIMAXIMuM IMPROvIsION – NATRYX Άτεχνο ελαφροπειραματικό ΣεΛ. 28 34 ΑΓΓεΛΙκη ΠΑΠΑΘεμεΛη – ΔημητρηΣ ΞΑνΘοΠουΛοΣ [PEquOD] Ας δούμε τη ζωή μας στα ίσια

36 ΒΑΣΙΛηΣ ΧρΙΣτοΠουΛοΣ Το να επιβιώσουμε δεν μας είναι αρκετό 39 ΔημητρΑ ΓΑΛΑνη – vAssILIKOs Όλα αυτά που μας ενώνουν 45 ΘΑνΑΣηΣ ΓεΩρΓΙου – ΦΩτηΣ νΙκοΛΑου Μικρός χάρτης συναντήσεων 46 ΘΑνΑΣηΣ ΣΑρΑντοΣ Εμείς πάντα κρίση έχουμε 48 μΑνΙΑ ΠΑΠΑΔημητρΙου Τώρα, κύριε Νίκο, είσαι εδώ... ΣεΛ. 39 ΣεΛ. 50

50 υΒοννη μΑΛτεζου Ό,τι θέλει να πεθάνει, το πετάω 53 ΓεΩρΓΙΑ μΑυρΑΓΑνη – ΧΑΠΙ εντ This is the end my only friend 54 ΑνEΣτηΣ ΑζAΣ – ομAΔΑ PROjEcTOR Μπορείτε να φανταστείτε την Ελλάδα χωρίς τρένα;

56 17ο ΔΙεΘνεΣ ΦεΣτΙΒΑΛ Χορου κΑΛΑμΑτΑΣ Αν πας στην Καλαμάτα...

60 sTAR WARs Tα άστρα 61 juIcY LIu Στον υπέροχο κόσμο του Ελληνικού Φεστιβάλ 62 ΦροντΙΣτηΣ ΣκηνηΣ Επιφυλλίδα 4 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]

ΠEPIEXOMENA


Ηλίας Κυριαζής


Aγαπητή EΦ... σχόλια και επιστολές, στη διεύθυνση: free_press01@greekfestival.gr

το βλέμμα του καστελούτσι στην εποχή της κενότητας

το ΠροΓρΑμμΑ 14.7 έως 27.7.2011 εκΘεΣεΙΣ The Last Grand Tour - Σύγχρονοι Περιηγητές στην Ελλάδα Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης 15 Απριλίου - 10 Οκτωβρίου, Ξεναγήσεις για το κοινό κάθε Πέμπτη στις 19.00 και κάθε Κυριακή στις 12.30 ΑRRRGH! Τέρατα και Σημεία στη Μόδα Μουσείο Μπενάκη 14 Μαΐου - 31 Ιουλίου Τετ. Πέμ. Κυρ.: 10:00 - 18:00, Παρ., Σάβ.: 10:00 - 22:00, Δευτ.-Τρ.: κλειστά Άερναουτ Μικ – Pulverous / Mock Up Πειραιώς 260, Α, 1 Ιουνίου - 20 Ιουλίου

ΘεΑτρο Άντζελα Μπρούσκου - Φιλαρέτη Κομνηνού Κλυταιμνήστρα - Χώρος Ε Πειραιώς 260, Κτίριο Ε 13-15 Ιουλίου, 21:00 Εταιρεία Θεάτρου Pequod – Υπόθεση Εργασίας Πειραιώς 260, Κτίριο Δ, 14-17 Ιουλίου, 21:00 Εθνικό Θέατρο - Σταμάτης Φασουλής – Σκηνοβάτες Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, 15-16 Ιουλίου, 21:00 Πειραματική Σκηνή ΘΟΚ – Φώτης Νικολάου - Λίγο ακόμα Πειραιώς 260, Κτίριο Η, 16-18 Ιουλίου, 21:00 Θανάσης Σαράντος– Όνειρο στο κύμα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη Πειραιώς 260, Κτίριο Ε, 18 Ιουλίου 21:00, 19-20 Ιουλίου 21:00 & 23:00 Αντώνης Αντύπας – Μήδεια του Ευριπίδη Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, 22-23 Ιουλίου, 21:00 Ο Γνωστός μας Άγνωστος κύριος Γκάτσος Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου, 22-23 Ιουλίου, 21:30 ΠΟΛΕΟΔΟΜΕΣ Ομάδα Χάπι Εντ – Πολεοδομία #4: Η ταράτσα του Αυτόχειρα Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών , 15-17 Ιουλίου, 21:00 Ομάδα Projector – Πολεοδομία #5: Ταξίδι με Τρένο ΟΣΕ (Καρόλου 1-3), 18-20 Ιουλίου, 21:00

μουΣΙκη Συναυλία με τη Δήμητρα Γαλάνη και τον Vassiliko Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου, 15-16 Ιουλίου, 21:30 Κρατική Ορχήστρα Αθηνών - Βασίλης Χριστόπουλος Αφιέρωμα στον Γκούσταβ Μάλερ Ωδείο Ηρώδου Αττικού, 15 Ιουλίου, 21:00

XοροΣ Sadler’s Wells – Σιλβί Γκιλέμ 6.000 μίλια μακριά Χορογραφίες Εκ, Φορσάϊθ, Κίλιαν Ωδείο Ηρώδου Αττικού, 19-20 Ιουλίου, 21:00

Το εγώ του ατόμου από την πρώτη παιδική ηλικία πρέπει να παραιτηθεί από την ολοκληρωτική κατοχή του γονέα και να πενθήσει την παντοδύναμη και απόλυτη ένωση που θα είχε μαζί του εφ’ όρου ζωής (πρωταρχικό πένθος). Η διάβαση από το πρωταρχικό πένθος είναι η απαραίτητη συνθήκη για κάθε πιθανή ανάπτυξη του ατόμου, διότι το άτομο έτσι μπορεί να διακρίνει τον εαυτό του από τον άλλον (τον γεννήτορα) και να ανακαλύψει την εσωτερικότητά του. Το τελευταίο επιτυγχάνεται τόσο πληρέστερα, όσο πιο ευαίσθητος είναι ο γονέας στις ανάγκες του παιδιού του, πράγμα που σημαίνει ότι ο ίδιος το αντιλαμβάνεται ως ξεχωριστό ον και όχι ως απόληξή του. Σε αντίθετη περίπτωση, κάθε πένθος είναι μια πληγή. Και για να κλείσει μια πληγή πρέπει πρώτα να ανοίξει. Κάτι που δεν άρχισε δεν μπορεί να τελειώσει. Τότε μιλάμε για το ακινητοποιημένο ή κατεψυγμένο πένθος που μπορεί να ενεργοποιηθεί αργότερα και να οδηγήσει, ανάλογα με το βαθμό καταπόνησης που θέτει στο εγώ, στη μελαγχολία και την ψύχωση (υπαρξιακά ζητήματα). Το άτομο εδώ αρνείται το πένθος του και το εκβάλλει («αδειάζει») στο περιβάλλον του. Έτσι στερεί τον εαυτό του από την υλικότητά του, την καταγωγή του, τις επιθυμίες του, τη δυνατότητα του να νοιώθει σημαντικός και να θεωρεί σημαντικούς και τους άλλους. Στην παράσταση του Ρομέο Καστελούτσι έχουμε έναν πατέρα και ένα γιο. Ο πατέρας λερώνεται διαρκώς και ο γιος τον φροντίζει αγόγγυστα. Του συμπεριφέρεται τρυφερά, μητρικά, σαν το μικρό παιδί που πρέπει να καθησυχάσει κανείς όταν υποχρεωτικά το αφήνει μόνο του καθώς μπαινοβγαίνει στο δωμάτιο για να το φροντίσει. Φαίνεται πως διαθέτει έναν αδιαμφισβήτητο χώρο για τον πατέρα μέσα του, ένα χώρο με καλό περιεχόμενο. Ο πατέρας όμως, συνεχίζοντας να λερώνεται, φαίνεται σα να μην μπορεί να συγκρατήσει τίποτα και «αδειάζει» ολόκληρος αποβάλλοντας ό,τι έχει και δεν έχει μέσα του υπό μορφή περιττωμάτων. Δεν διατηρεί πλέον τον έλεγχο και παλινδρομεί μεταφορικά και ρεαλιστικά σε κατάσταση σχεδόν ζωώδη. Το ζωώδες εδώ, όπως και σε άλλα ενδεχομένως έργα του Ρομέο Καστελούτσι, είναι αυτό που δεν έχει «ψυχικοποιηθεί» και γι’ αυτό παραμένει ζωώδες (οργανισμός). Χάνεται δηλαδή εδώ το περιεχόμενο του πατέρα που στηρίζει και συγκροτεί, η πεποίθηση και η πίστη εν προκειμένω ότι ο πατέρας είναι αξιόπιστος και στηρίζει. Ο γιος καταφεύγει απελπισμένος στον Υιό του Θεού (ένα

υπερμέγεθες πορτραίτο του Ιησού στη μέση της σκηνής με το βλέμμα σταθερά προσηλωμένο στους θεατές). Ένα βλέμμα παρηγορητικό, αλλά παράλληλα τόσο διαπεραστικό που έχει παραλυτική δύναμη και ακινητοποιεί αυτούς που κοιτάζει. Είναι λοιπόν ένα βλέμμα που στηρίζει και «ψυχικοποιεί» ή ένα βλέμμα που «αδειάζει» και απονεκρώνει κάποιον; Στη συνέχεια, στη σκηνή εμφανίζονται 12 παιδιά (οι 12 μαθητές του Χριστού), τα οποία αδειάζοντας τις σχολικές τους τσάντες από μολότοφ και χειροβομβίδες, τις εξαπολύουν στο πρόσωπο του Ιησού. Είναι εξοργισμένα, καθότι διαψεύσθηκαν. Ο πατέρας δεν στηρίζει, ο Θεός δεν υπάρχει. Είναι τα παιδιά που «αδειασμένα» από εφόδια να μεγαλώσουν ψυχικά και πνευματικά θα δυσκολευτούν αργότερα να «σκεφθούν με τη δική τους σκέψη». Στη συνέχεια, ο ηλικιωμένος με το αντισηπτικό στο χέρι αποχωρεί. Η εικόνα του Ιησού σκίζεται από το εσωτερικό της και ανά σημεία λερώνεται. Πάνω της προβάλλονται και φωτίζονται εναλλάξ οι φράσεις: Είσαι ο ποιμένας μου. Δεν είσαι ο ποιμένας μου. Θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς αντίστοιχα: Είμαι ζωντανός; Είμαι νεκρός; Ούτε ναι, ούτε όχι. Δημιουργείται το παράδοξο που επιτάσσει στο εγώ να υπάρχει μόνο στο βαθμό που δεν υπάρχει. Στην παράσταση η αποβολή («άδειασμα» του εντερικού περιεχομένου του πατέρα, απογοήτευση του γιου, «άδειασμα» των σακιδίων των παιδιών) είναι ένα ανελέητο πράττειν και δεν αφήνει την εμπειρία κάποιου σε εκκρεμότητα, έτσι που να διαμορφωθεί σε κάτι καλό (καλό περιεχόμενο) που να συγκροτήσει τη σκέψη. Αλλά και στη εποχή μας όλα εκκενώνονται. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να σκεφτούν για να συγχωρήσουν τα λάθη τους και να αποχαιρετήσουν τα πένθη τους. Γρήγορη δράση, γρήγορη αντίδραση παγιδευμένες στον κλοιό μιας στείρας αντιπαράθεσης. Ανάμεσα στη μελαγχολία και τη διωκτικότητα, οι πολιτικές λύσεις που δίδονται δεν είναι παρά το αποτέλεσμα ενός μανιακού πράττειν χωρίς σκέπτεσθαι. Είναι η εποχή της παντοδύναμης κενότητας που περιλαμβάνει παράλληλα τη στέρηση από τη σημασία ή ακόμη χειρότερα τη στέρηση από την ικανότητα του να δίνει κανείς ο ίδιος νόημα στη ζωή του. Ευτυχία Γιομελά Ψυχίατρος, Ψυχαναλύτρια Ομάδας, Ηθοποιός

Ανασκούμπωμα ή πανηγύρια; Με αφορμή την επιστολή του κ. Γ. Ελευθεράκη που δημοσιεύθηκε στο φύλλο της 16.6.2011, θα καταθέσω μια παρατήρηση: Είναι ιστορικά διαπιστωμένο ότι το σύνθημα «ας ανασκουμπωθούμε» που ο κ. Ελευθεράκης αντιτάσσει στο άκαιρο ξόδεμα δυνάμεων έχει συστηματικά υπηρετηθεί και προωθηθεί μέσα από την τέχνη. Ας με διορθώσει όποιος έχει διαφορετικά παραδείγματα αλλά, απ’ όσο ξέρω, τα έργα τέχνης που τέθηκαν στην υπηρεσία τέτοιων κοινωνικά επωφελών στόχων είχαν ένα κοινό γνώρισμα: ήταν τέχνη φτηνή, ανίκανη να διαρκέσει στο χρόνο και, ως εκ τούτου, μακροπρόθεσμα «αντιεμπορική». Όποιο έργο γράφτηκε με στρατευμένες προθέσεις επεβίωσε, όποτε επεβίωσε, για εντελώς διαφορετικούς λόγους. Το «Τραγούδι των δασών» του Σοστακόβιτς μπορεί να εξέφρασε με τον τρόπο του το σύνθημα «ας ανασκουμπωθούμε», αλλά σήμερα αποτελεί απλώς μια ιστορική πηγή του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Η 5η Συμφωνία του, που συντέθηκε κάτω από την ανάγκη συμβιβασμού με το σταλινικό καθεστώς, έγινε το δημοφιλέστερο έργο του συνθέτη στη Δύση! Την ίδια στιγμή, το καθεστώς εμφάνιζε τον Τσαϊκόφσκι ως τον Ρώσο ομόλογο του Μπετόβεν, μολονότι είχε κάθε λόγο να θεωρεί τη μουσική του σύμβολο της αστικής παρακμής. Σε πλήρη αντίθεση με αυτόν τον κυκεώνα των ειρωνειών, η 8η Συμφωνία του Σοστακόβιτς απετέλεσε μεγάλο έργο επειδή επέτυχε τη σύνθεση του συλλογικού δράματος (εισβολή των Ναζί στη Ρωσία) με τους προσωπικούς προσανατολισμούς του δημιουργού. Δεν έχουμε να διαλέξουμε λοιπόν ανάμεσα σε «ανασκούμπωμα» και «πανηγύρια», αλλά ανάμεσα σε καλή και κακή τέχνη. Αθηνόδωρος Βαρζελιώτης athenodoros@yahoo.gr

εΠΙΣτοΛεΣ


ξεπουλήσαμε

© Εύη Φυλακτού

EΠEIΔH H TEXNH EMΠNEETAI AΠO TH ZΩH

Η φωτογραφία, από την πρώτη μέρα προπώλησης των εισιτηρίων για την παράσταση του Bridge Project Ριχάρδος Γ’ με τον Κέβιν Σπέισι στον πρωταγωνιστικό ρόλο και τον Σαμ Μέντες στη σκηνοθεσία, είναι ενδεικτική των προτιμήσεων και των αναγκών του κοινού. Η ουρά στα εκδοτήρια φτάνει μέχρι την οδό Πανεπιστημίου, ενώ δεν ήταν λίγοι κι αυτοί που με το ρολόι ανά χείρας περίμεναν να πάει 00.01, ώστε να μπορέσουν αν κλείσουν ηλεκτρονικά τα εισιτήριά τους. Λόγω της μεγάλης ζήτησης, το Φεστιβάλ αποφάσισε να προστεθεί άλλη μία παράσταση την Κυριακή 31 Ιουλίου. Η σταθερή αξία του Κέβιν Σπέισι και του Σαμ Μέντες και η εμπειρία από το Χειμωνιάτικο Παραμύθι του 2009 στρέφει τον προσανατολισμό σε παραστάσεις σημαντικές καλλιτεχνικά και εμπορικά, όπου το καλλιτεχνικό όραμα συναντάται με την αποδοχή του κοινού. Αφήστε που όσοι το είδαν στο Λονδίνο μιλούν για εμπειρία. Σπεύσατε, λοιπόν, για ένα σπουδαίο θέατρο.

TO EΠOMENO ΔEKAΠENΘHMEPO The Bridge Project Ριχάρδος ο Γ' του Ουίλλιαμ ΣαίξπηρΤο διατλαντικό εγχείρημα επιστρέφει στο αργολικό θέατρο μετά από δύο χρόνια με τον Σαμ Μέντες να σκηνοθετεί τον Κέβιν Σπέισι στον ρόλο του Ριχάρδου Γ΄ (29-31 Ιουλίου, Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου) Εθνικό Θέατρο - Μιχαήλ Μαρμαρινός Ηρακλής μαινόμενος του Ευριπίδη Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός επιλέγει ένα από τα λιγότερο παιγμένα έργα του Ευριπίδη για να κλείσει το φετινό Φεστιβάλ Επιδαύρου (5-6 Αυγούστου, Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου) ΣXOΛIA

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 7


νικ κέιβ – ρότζερ Γουότερς

Δυο θρύλοι στην πόλη Εκτός Φεστιβάλ Αθηνών, ήταν δύο από τα πιο φορτισμένα αθηναϊκά μουσικά γεγονότα του καλοκαιριού – αν και διαφορετικού μεταξύ τους βεληνεκούς. Ο Νικ Κέιβ εμφανίστηκε στη Μαλακάσα, ο Ρότζερ Γουότερς έστησε το Τείχος των Pink Floyd στο ΟΑΚΑ… Από τον Τηλέμαχο Αναγνώστου

εΠΙμενουν

Τ

he Wall. Είναι από τα γνωστότερα μουσικά κομμάτια στην ελληνική ενδοχώρα. Για πολλούς, νοσταλγούς, μεγαλύτερους δηλαδή σε ηλικία, εκφράζει τη σχέση με μια εποχή περισσότερο παρορμητική, πιο παθιασμένη – και πάντως, λιγότερο εκτεθειμένη στην ανάλυση. Μια εποχή όπου τα συνθήματα έφταναν για να δηλώσεις επαναστάτης, δεν χρειαζόταν να αναλύσεις επιπλέον την επαναστατικότητα. Ήταν μια εποχή μετάβασης. Τέλος της δεκαετίας του 1970, που δεν φανταζόμασταν ότι φράσεις όπως «We don’t need no education» θα αποκτούσαν στενή σχέση με την ελληνική πραγματικότητα, όπου το να μη θέλεις πραγματική εκπαίδευση (αλλά μόνο το πτυχίο) ανήχθη σε αξία της καθημερινότητας. Κι ήταν επίσης η εποχή όπου τα γουρούνια-

Πάνω αριστερά, ο Νίκ Κέιβ στο Terra Vibe, κάτω ο Ρότζερ Γουότερς στο ΟΑΚΑ.

καπιταλιστές των Pink Floyd ήταν αφηρημένες εκφράσεις μιας αντιπαλότητας που εξαιρούσε τη μεσαία τάξη από την υποχρέωση να κοιτάζεται στον καθρέφτη. Εν πάση περιπτώσει, όλα αυτά επανήλθαν στη συναυλία του 68χρονου σήμερα x-Floyd, Ρότζερ Γουότερς, στη συναυλία του της 8ης Ιουλίου. Μια συναυλία στην οποία συναντήθηκαν η τεχνολογία, το θέαμα, το ίδιο το κοινό που έγινε μέρος της παράστασης, καθώς κάθε τραγούδι ξυπνούσε το παρελθόν στους παλιότερους και επικαιροποιούνταν μέσα από τον μύθο του στους νεότερους. Το θέαμα εντυπωσίασε. Στην αρχή, ένα αεροπλάνο φαίνεται πάνω από το ΟΑΚΑ και, ανάμεσα σε εκκωφαντικούς θορύβους βομβαρδισμών, πέφτει πάνω στο τείχος που πιάνει φωτιά. Οι φλόγες κατακλύζουν τη σκηνή, υπαινίσσονται έναν πόλεμο. Μέσα στην κα-

8 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]

ταστροφή, γεννιέται ο Πινκ, alter ego του μαυροντυμένου Γουότερς (που όπως μάθαμε ο πατέρας του είχε σκοτωθεί στον πόλεμο). Και τα άλλα μέλη του θιάσου ήταν όπως τα ξεραμε οι παλιότεροι: η ανυπόφορα προστατευτική μάνα, οι δάσκαλοι, οι γυναίκες, οι δικαστές, όλοι βάζουν another brick in the wall. Ο Γουότερς, πάντως, που κάποια ελληνικούλια τα γνωρίζει καλά, ήταν όλα τα λεφτά πάνω στη σκηνή, ακόμα κι όταν ευχαρίστησε στη γλώσσα μας τους θεατές οι οποίοι είχαν κλείσει τα κινητά τους. Ήταν ένας τρόπος να αισθανθούν κολακευμένοι κι όσοι δεν πειθάρχησαν και να το κάνουν εκ των υστέρων. Ο Νικ Κέιβ εμφανίστηκε λίγες νύχτες πριν, στο Terra Vibe της Μαλακάσας. Όχι με τους Bad Seeds αλλά με το άλλο του συγκρότημα, τους Grinders, και με κοινό σαφώς μικρότερο από αυτό που μπορεί

να συγκεντρώσει (ήταν καμιά χιλιοπεντακοσαριά άτομα), έκανε όσα περίμενε κανείς να κάνει. Απ’ την κιθάρα στο πιάνο και τούμπαλιν, κλότσαγε το μικρόφωνο, καβάλαγε την πλάτη του Γουόρεν Έλις, πηδούσε στα χέρια των θαυμαστών του τραγουδώντας μακριά από τη σκηνή, αφηγούνταν ιστορίες για χωρισμούς και (ανθρώπινα) χαλάσματα... Κάποια στιγμή φόρεσε ακόμα και μια περικεφαλαία, δυο χρήσεων –στις αποκριές και στις εκρήξεις εθνικής υπερηφάνειας– σαρκάζοντας το κιτς (και διασκεδάζοντας μαζί του). Και πού να ’ξερε όλες τις διαστάσεις του. Η βραδιά άνοιξε με το «Mickey Mouse and the Goodbye Man», κι ακούστηκαν ακόμα τραγούδια όπως «No Pussy Blues», «Evil» , «Palaces of the Montezuma», «Kitchenette»… Αφιέρωσε κι ένα τραγούδι στην Αθήνα, το «Depth Charge Ethel». Είθε το ΔΝΤ να ξεχρεώσει. s

ΣΧοΛΙΑ


Φεστιβάλ Χορού καλαμάτας

μια όαση στα νύχια της γραφειοκρατίας Το Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας ξεχώρισε από την αρχή. Δεν ήταν απλώς ακόμα ένα «φεστιβάλ Μπρεχτ» για την ελληνική επαρχία (κατά την προσφυή γελοιογραφία του ΚΥΡ) ούτε μια επιδερμική απόπειρα να φτιαχτεί μια όαση κουλτουριάρηδων σε ένα άνυδρο τοπίο, την οποία για ένα διάστημα θα επισκέπτονται οι φίλοι απ’ την Αθήνα, ώσπου κάποιοι να κουραστούν – οι επισκέπτες ή οι οικοδεσπότες. Από την Έλια Αποστολοπούλου

T

© Bίκυ Γεωργοπούλου

ο προσωπικό στοίχημα της Βίκυς Μαραγκοπούλου, που το οραματίστηκε, το έστησε, του έδωσε το χαρακτήρα και το γιγάντωσε, εξαρχής φωτογράφιζε μια συστηματική δουλειά υποδομής. Μια δουλειά που, εκτός από το να συγκεντρώνει μερικές από τις πιο πρωτοποριακές παραστάσεις του μοντέρνου χορού παγκοσμίως, θα λειτουργούσε και ως πόλος καλλιτεχνικής παιδείας και ως παράθυρο στον κόσμο των δυνάμεων μιας κοινωνίας κατά βάσιν αποκλεισμένης από ό,τι συμβαίνει εκεί έξω.

Πετυχημένο πείραμα. 17 χρόνια μετά, το επίτευγμα της Καλαμάτας είναι ένα αξιοπρόσεκτο, μοναδικό στην κατηγορία του πείραμα. Ακόμα και σήμερα, εποχή οικονομικής δυσπραγίας για τη χώρα, το Φεστιβάλ διεξάγεται κανονικά – μικρότερο μεν σε διάρκεια, αλλά με κεντρικές παραστάσεις που ανοίγουν διάλογο με τα προβλήματα του καιρού μας, εργαστήρια, σεμινάρια, όλα όσα κάνουν μια διοργάνωση σημαντικό γεγονός με διάρκεια και επιδραστικότητα σε μια μικρή πόλη. Τα προβλήματα του Καλλικράτη. Η ουσία είναι, πάντως, ότι εκτός της δυσάρεστης οικονομικής συγκυρίας, σοβαρό πλήγμα στη λειτουργία του Φεστιβάλ έφερε η γραφειοκρατία. Η ασάφεια του «Καλλικράτη», π.χ., που ορίζει το νέο πλαίσιο της αυτοδιοίκησης, δημιουργεί προβλήματα εκεί που κανείς δεν τα περίμενε. Ο νόμος επιβάλλει, π.χ., να ενισχύεται η τοπική αγορά. Αλλά επειδή στην αγορά της Καλαμάτας δεν υπάρχουν κάποιες συγκεκριμένες κολλητικές ταινίες ή φωτιστικά που χρειάζονται, οι ιθύνοντες του Φεστιβάλ δεν μπορούν να βρουν τρόπο να τις προμηθευτούν. Επίσης, το Φεστιβάλ απαγορεύεται να πληρώνει τη φιλοξενία καλλιτεχνών και συνεργείων, με αποτέλεσμα τεράστια αναστάτωση των οικονομικών υπηρεσιών του, που αναγκάζονται τα συγκεκριμένα έξοδα να τα περνούν στις αμοιβές των συντελεστών των παραστάσεων, με επιπλέον επιβαρύνσεις για ΦΠΑ και εφορία. Η γραφειοκρατία έπληξε και την προπώληση, που ξεκίνησε με αποδείξεις,

ΣXOΛIA

ονε WOMAN sHOW H Bίκυ Mαραγκοπούλου. Δεκαεπτά χρόνια στα ηνία του Φεστιβάλ Καλαμάτας, συνεχίζει να πορεύεται υπερβαίνοντας συνεχώς δυσκολίες. Φέτος, λόγω γραφειοκρατικών κωλυμάτων, είναι και καλλιτεχνική διευθύντρια, και λογίστρια, και διαχειρίστρια, και οργανωτική γραμματέας. Κουράγιο.

γιατί δεν είχαν προλάβει να εκδοθούν εισιτήρια, αφού χρειάζονταν πρώτα να γίνουν χρονοβόροι διαγωνισμοί. Για κάθε δαπάνη χρειάζεται σύμβαση που εκ των προτέρων έγκριση από την περιφέρεια και τον επίτροπο και αν δεν έχουν ολοκληρωθεί στο τέλος μπορεί οι συνεργάτες και οι ομάδες χορού να μην μπορούν να πληρωθούν. Όπως καταλαβαίνει κανείς, τέτοιες χρονοβόρες

διαδικασίες στο όνομα του δημοσιονομικού ελέγχου μπορούν να δημιουργήσουν τεράστιες δυσχέρειες στην ουσία. Το Φεστιβάλ Καλαμάτας είχε χτίσει έναν μηχανισμό με ανθρώπους που γνώριζαν το αντικείμενο, μηχανισμό που το πιθανότερο είναι ότι δεν θα μπορεί φέτος να συμβάλλει στη διεκπεραίωση των προβλημάτων, αφού δεν είναι εύκολο να υπογραφούν νέες συμβάσεις

με τα πρόσωπα που τον απάρτιζαν. Όσοι ξέρουν λένε πως όλα αυτά φορτώνουν με επιπλέον δουλειές τη διευθύντρια που, πλέον, όλα περνούν από το χέρι της: καλλιτεχνικά, οικονομικά, διοικητικά, οργανωτικά. Μέγαρο Χορού Καλαμάτας: Μια από τις βασικές υποδομές του Φεστιβάλ Καλαμάτας είναι το Μέγαρο Χορού. Έχει ξεκινήσει πριν από 17 χρόνια μαζί με το Φεστιβάλ –ήταν ιδέα του τότε υπουργού Πολιτισμού Θάνου Μικρούτσικου. Στην πορεία, και ενώ η κατασκευή του προχωρούσε, πέρασε από το νου διαφόρων να χρησιμοποιηθεί και για άλλες δραστηριότητες, που προφανώς θα αλλοίωναν τους αρχικούς σχεδιασμούς αλλά και θα έβαζαν από την πίσω πόρτα σωματεία και φορείς της αυτοδιοίκησης που ελάχιστη σχέση έχουν με τη δουλειά του φεστιβάλ, το επίπεδο, την εκπαιδευτική σημασία του και τους εν γένει στόχους του. Σήμερα, και αφού ήδη φιλοξενήθηκε μια έκθεση τοπικών φωτογράφων με εικόνες από γάμους (!), τα πράγματα μοιάζουν να επανέρχονται στον αρχικό σχεδιασμό. Το Μέγαρο πρέπει να λειτουργήσει με κεντρικό άξονα το χορό, να μπορεί να φιλοξενήσει και άλλες εκδηλώσεις με μόνο κριτήριο τις υψηλές προδιαγραφές τους και τελικός στόχος να είναι η ποιοτική αναβάθμιση της πόλης. Αυτή τη στιγμή, η α’ φάση του έργου που περιλαμβάνει το κυρίως θέατρο είναι σχεδόν ολοκληρωμένη, απομένει ένα πολύ μικρό κομμάτι που θα ολοκληρωθεί μόλις εκταμιευθεί η τελευταία δόση του έργου. Η β’ φάση περιλαμβάνει τα στούντιο και τους βοηθητικούς χώρους, αλλά δεν έχει ενταχθεί ακόμα σε κάποιο πρόγραμμα, ώστε να ξεκινήσει η χρηματοδότησή του. Μόλις ολοκληρωθεί, όμως, το κυρίως θέατρο, το Μέγαρο θα τεθεί σε λειτουργία. Μείζον θέμα είναι η διοίκησή του. Ο δήμος Καλαμάτας καταλαβαίνει ότι δεν είναι σε θέση να το αναλάβει και ο δήμαρχος δηλώνει και δημοσίως ότι δεν θέλει τη διοίκησή του. Το ΥΠΠΟΤ προσπαθεί να βρει μια λύση που θα εξυπηρετεί τους στόχους της ίδρυσής του. s Αναλυτικά, το πλήρες πρόγραμμα του Φεστιβάλ Καλαμάτας στις σελ. 56-59.

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 9


Για ορισμένα φιλοσοφικά μοτίβα στο Salves της Μαγκί Μαρέν: ο εικονο-χώρος ως σωματικός χώρος

Πώς η μαγκί μαρέν «οργανώνει τον πεσιμισμό» Σε μια εποχή όπου το ζητούμενο είναι ο καλλιτεχνικός πειραματισμός για την κατασκευή νέων μορφών ζωής και όπου οι δυνατότητες είναι πιο σημαντικές από τις «πραγματικότητες», οι ουτοπικές χειρονομίες του χοροθεάτρου της Μαγκί Μαρέν χαράσσουν γραμμές φυγής στον σχεδόν ολοκληρωτικά εγχάρακτο πολιτικο-οικονομικό χώρο της καθημερινότητας.

© Didier Grappe

Από τον Διονύση Καββαθά

BIA... Σκηνή από το Salves της Μαγκί Μαρέν, που παρουσιάστηκε στην Πειριώς 260 το διάστημα 27-29 Ιουνίου.

σε σκηνική δράση; Τι ακριβώς σημαίνει η γλωσσική φόρμουλα «να οργανώσουμε τον πεσιμισμό», η οποία έγινε κατανοητή περισσότερο σαν πολιτικό σύνθημα παρά σαν αισθητικό αίτημα. Η ρήση αυτή του Μπένγιαμιν βρίσκεται σε κείμενό του για τον σουρεαλισμό (1929) και τη δανείζεται από τον Γάλλο συγγραφέα Naville, ο οποίος διερωτάται για τις προϋποθέσεις της κομμουνιστικής επανάστασης από τη σκοπιά των τότε διανοούμενων. Στο εγκώμιο του σουρεαλισμού, το ζητούμενο για τον Μπένγιαμιν είναι η πολιτικο-επαναστατική εκμετάλλευση της ναρκωτικής μέθης, του ονείρου και της τεχνικής για την υπέρβαση του αστικού υποκειμένου και της αισθητικής του. Στο πλαίσιο αυτό οργάνωση της απαισιοδοξίας δεν σημαίνει τίποτε άλλο από τον εξοστρακισμό της ηθικολογικής μεταφοράς από την πολιτική και την ανακάλυψη ενός καθαρού εικονο-χώρου εντός του πολιτικού χώρου.

E

χει παρατηρήσει κανείς ότι η μουσική απελευθερώνει το πνεύμα; ότι δίνει φτερά στη σκέψη; ότι γίνεται κανείς περισσότερο φιλόσοφος όσο περισσότερο γίνεται μουσικός; έγραφε ο Νίτσε το 1888, σχολιάζοντας την περίπτωση Μπιζέ1. Η ρήση αυτή ισχύει με ελάχιστες τροποποιήσεις και αντιστροφές και για τη Mαγκί Mαρέν σήμερα. Η σχέση της με τη φιλοσοφία, εν προκειμένω τον Βάλτερ Μπένγιαμιν (και στο MayB τη λογοτεχνία: τον Μπέκετ) την κάνει να γίνεται καλύτερη και γονιμότερη στη τέχνη του χοροθεάτρου, παρότι τα μέσα που μετέρχονται η τέχνη και η φιλοσοφία είναι τελείως διαφορετικά. Μπορεί μεν η φιλοσοφία να επιδίδεται στην επινόηση εννοιών, ενώ η τέ-

χνη του χοροθεάτρου στην κατασκευή σχημάτων εμπειρίας του χώρου και του χρόνου καθώς και στη δοκιμασία καινοφανών παθημάτων, όμως οι παρεμβολές μεταξύ τους είναι εξίσου δυνατές όσο και επιθυμητές. Άλλωστε, για τον ανθρώπινο εγκέφαλο, οι διακρίσεις μεταξύ φιλοσοφίας, επιστήμης, τεχνολογίας και τέχνης είναι εντελώς αδιάφορες, όπως και για έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή δεν υπάρχουν διακρίσεις μεταξύ ακουστικών και οπτικών δεδομένων, παρά μόνον η λογική άλγεβρα των 0 και 1 που σε λειτουργικό επίπεδο αντιστοιχούν σε ηλεκτρικές συνάψεις και διακοπές συνάψεων. Εντός αυτής της ζώνης απροσδιοριστίας και αδιακριτότητας (Ντελέζ), στο «μεταξύ» των διαφόρων εκφραστικών μέσων, έρχεται λοιπόν η Μαγκί Μαρέν να

10 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]

αναπτύξει την καλλιτεχνική της δράση, δημιουργώντας πολλαπλότητες που συνδέουν αναδραστικά τις έννοιες και τις λειτουργίες με τα αισθήματα και τα παθήματα, την ανόργανη τεχνολογία (των μαγνητοφώνων) και τον νεκρό κόσμο των αντικειμένων (τραπέζια, υφάσματα) με το οργανικό σώμα των χορευτών. Η οργανική αυτή σύνθεση, ή μάλλον η κατασκευή νέων «οργάνων» στο χώρο της τέχνης, είναι ίσως μια από τις κρυφές πτυχές της φόρμουλας που θα επιχειρήσουμε να φωτίσουμε στη συνέχεια. *** Τι διάβασε λοιπόν η Μαγκί Μαρέν στον φιλόσοφο και ιστορικό νέων μορφών αντίληψης Βάλτερ Μπένγιαμιν και πώς μετέγραψε τις φιλοσοφικές του έννοιες

Ας τα πάρουμε με τη σειρά. Τι εννοεί εδώ ο Μπένγιαμιν κατ’ αρχάς με τον όρο «ηθικολογική μεταφορά»; Ουδόλως τυχαία, οι ηθικολογικές κατηγορίες τις οποίες ο Μπένγιαμιν επιθυμεί να υπερβεί στον χώρο της πολιτικής δράσης δεν είναι άλλες από τις ήδη γνωστές ακόμη και σήμερα έννοιες της ελευθερίας, του ευρωπαϊκού ανθρωπισμού και της συνεννόησης; Στην περίπτωση του Μπένγιαμιν, οργάνωση του πεσιμισμού σημαίνει την αποδιοργάνωση των ψευδοηθικών κατηγοριών που εισβάλλουν στον πολιτικό χώρο. Έτσι το αίτημα ενός ηρωικού πεσιμισμού ή ενός «ενεργητικού μηδενισμού», όπως θα έλεγε ο Νίτσε, είναι η οργανωμένη «δυσπιστία στη μοίρα της ελευθερίας, δυσπιστία για τη τύχη της ευρωπαϊκής ανθρωπότητας και προ πάντων δυσπιστία, δυσπιστία και δυσπιστία σε κάθε μορφή συναίνεσης/ συνεννόησης: μεταξύ των τάξεων, των λαών, των μεμονωμένων ατόμων». Η Μαγκί Μα-

AνΑΛυΣη


κΑτΑΣτροΦη William Hogarth (1697-1764), The Bathos, λιθογραφία. Το τελευταίο έργο του καλλιτέχνη, που εκδόθηκε όσο αυτός ήταν εν ζωή, αναπαριστά έναν κόσμο ερειπίων, αποτέλεσμα μιας σύγκρουσης όλων εναντίον όλων.

ρέν, διαβάζοντας αυτές τις γραμμές στο δοκίμιο του Μπένγιαμιν, πήρε το μάθημά της και το μετέτρεψε σε σκηνικό πάθημα. Η «μεγάλη υποψία» του Νίτσε για τα τέρατα του ανθρωπολογικού ύπνου, την οποία μοιράστηκαν και οι αποδομιστές Χάιντεγκερ, Φουκό και Ντεριντά, είναι και το ίδιον της καλλιτεχνικής δυσπιστίας της Μαγκί Μαρέν για τη τέχνη ως φορέα κοινωνικής «συμφιλίωσης» ή έκφρασης πανανθρώπινων αξιών. Όσο και αν η συνεργασία και η συνεννόηση είναι το ζητούμενο στο έργο της Salves, όσο και αν οι περφόρμερ της δείχνουν πως προσπαθούν συνεχώς να οικοδομήσουν την εμπιστοσύνη και τη συνεννόηση μεταξύ τους, η προετοιμασία του μεγάλου τραπεζιού (μυστικό δείπνο;) στο φινάλε του έργου καταλήγει στη ρήξη κάθε συναίνεσης και συνεννόησης, σ’ έναν αμείλικτο αγώνα όλων εναντίον όλων που έχει ως συνεπακόλουθο τον εξοστρακισμό των ηθικολογικών μεταφορών από την τέχνη. Το αποτέλεσμα είναι η σώρευση «ερειπίων επί ερειπίων», τα οποία φαίνεται να περιβάλλουν τον θεατή όπως στην μπαρόκ αλληγορία του William Hogarth, The Bathos (1764). Και αν σε τούτο το μεγαλειώδες έργο υφίσταται μια ειρωνεία όσον αφορά τις αξίες αυτού του κόσμου, οι οποίες καταρρέουν η μία μετά την άλλη μέσα στην σαρωτική προέλαση του χρόνου, έτσι και στο Salves όλα τα υψηλά σύμβολα της τέχνης αναδεικνύονται σε θνητά πράγματα που προξενούν το γέλιο. Ένα γέλιο που ακυρώνει όλες τις πολιτικές μας ψευδαισθήσεις, αλλά κυρίως όλες τις καλλιτεχνικές μας προσδοκίες και συνήθειες. Με το δεύτερο σκέλος όμως της υπό ανάλυση πρότασης περί «οργάνωσης του πεσιμισμού» εισερχόμαστε στον πυρήνα του καλλιτεχνικού διακυβεύματος της Μαγκί Μαρέν. Τι σημαίνει η «ανακάλυψη ενός καθαρού εικονο-χώρου»; Η πρώτη επισήμανση του Μπένγιαμιν είναι σίγουρα αυτή που κινητοποίησε τα μέγιστα τη χορογράφο Μαγκί Μαρέν: «αυτός ο εικονο-χώρος δεν δύναται να χαρτογραφεί σε καμία περίπτωση μέσω ενατένισης». Ας μας επιτραπεί εδώ να αφήσουμε κατά μέρος τις πολιτικές αναφορές της έννοιας του εικονο-χώρου και να εστιάσουμε στις καθαρά αισθητικές και αισθητηριακές διαστάσεις του. Αυτό που απομένει ως «υπόλοιπο», γράφει ο Μπένγιαμιν, μετά τον διονυσιακό διαμελισμό του αστικού υποκειμένου/καλλιτέχνη αφενός σε δημιούργημα της φύσης και αφετέρου σε πολιτικό συλλογικό σώμα, είναι ένας εικονο-χώρος που χαρακτηριστικό του είναι η υλικότητα, η «σωματικότητα». Το γεγονός αυτό δηλώνει ότι οι ενατενιστικές προοπτικές

ΑνΑΛυΣη

της οπτικής αίσθησης απωθούνται χάριν μιας νέας αίσθησης που ο Μπένγιαμιν θα ονομάσει αργότερα «απτική πρόσληψη». Η εικόνα, παύει πλέον να είναι αντικείμενο ενατένισης και εισβάλλει βίαια στον παραλήπτη της, καταργώντας την «αισθητική» απόσταση που παραδοσιακά τους χώριζε. Ο Μπένγιαμιν έχει βέβαια κατά νου την κινηματογραφική εικόνα όταν κάνει λόγο για την απτικότητα του νέου εικονο-χώρου. Πρόκειται για «εναλλαγή των χώρων και των οπτικών γωνιών, που εισδύουν στον θεατή σαν ωστικά κύματα», γεγονός που εμποδίζει την καθήλωση της εικόνας από την πλευρά του παρατηρητή. Ο θεατής μιας τέτοιας σεκάνς από εικόνες-δράσεις ανταποκρίνεται μέσω μιας «διεσπαρμένης προσοχής», αδυνατώντας να συνθέσει το αντικείμενο της πρόσληψής του ή να παραδοθεί ανενόχλητα σε συνειρμούς σκέψεων. Ακριβώς με έναν τέτοιο εικονο-χώρο βρισκόμαστε όμως αντιμέτωποι και στο Salves, το οποίο φαίνεται να έχει υιοθετήσει τις νέες τεχνικές της όρασης και της προσοχής που εν τω μεταξύ έχουν επιβληθεί από τα νέα τεχνικά μέσα. Τα αλλεπάλληλα σοκ, που προκαλούν οι συνεχείς μεταβολές του οπτικο-ακουστικού αυτού θεάματος, απαιτούν από τον παραλήπτη τους «τεταμένη πνευματική εγρήγορση» και όχι αισθητικές κρίσεις για τις οποίες δεν έχει –ούτως ή άλλως– κανέναν χρόνο πλέον. *** Παραβιάζουμε ανοιχτές θύρες, αν υποστηρίξουμε ότι εν τέλει το χοροθέατρο της Μαγκί Μαρέν μας προσφέρει μια

αρχαιολογία μορφών ζωής; Χειρονομία, κίνηση και χώρος καθίστανται εδώ στοιχεία μιας νέας αισθητικής υπέρβασης των ορίων, η οποία υπονομεύει τον προκατασκευασμένο κόσμο των εικόνων μας, προτείνοντας μη-γραμμικά μοντέλα αντίληψης. Ιδιαίτερα το στοιχείο μιας μη-λειτουργικής χρήσης του σώματος μας, που χαρακτηρίζει το χοροθέατρό της, μπορεί να ερμηνευτεί ως μορφή αντίστασης έναντι μιας ωφεμιλιστικής, και άρα, περιορισμένης οικονομίας που κυριαρχεί στις καθημερινές μορφές της ζωής μας. Η κριτική που ασκείται από το χοροθέατρο της Μαγκί Μαρέν στο πειθαρχημένο και λειτουργικά καθορισμένο σώμα μας δεν μας οδηγεί σε έναν απλό «απελευθερωτικό» λόγο και σε μια επαναστατική πρακτική που θεωρεί ότι θα βρει κάτω από το πειθαρχημένο σώμα μας την αυθεντική ανθρώπινη φύση (κατά το αναρχικό: «κάτω από την άσφαλτο είναι η παραλία»), όπως πίστεψαν οι πρωτοπορίες της δεκαετίας του ’20 του περασμένου αιώνα. Αντ’ αυτού, το σώμα παρουσιάζεται στο Salves ως πεδίο μάχης διαφόρων πολιτισμικών λόγων, πρακτικών και μορφών ζωής, εντός του οποίου η προσαρμογή στον κανόνα και η αντίσταση είναι αλληλένδετες. Έτσι η αναζήτηση και η έλλειψη προσανατολισμού γίνονται θεματικές της ίδιας της περφόρμανς. Α-τοπικοί, μη-γραμμικοί χώροι και χρόνοι, διακοπτόμενες και επαναλαμβανόμενες σεκάνς, απεδαφικοποιημένοι ήχοι που ακούγονται μέσα από τα μαγνητόφωνα, παρελαύνοντα παραθέματα από την ιστορία της τέ-

χνης: όλα αυτά μας προτείνουν σχήματα μιας αντίληψης που δεν υπακούει σε προκαθορισμένους αισθητικούς κανόνες παρά μόνο στο αίτημα της διαρκούς μεταβολής. Το Salves δεν είναι «παράσταση»· είναι ένα «ξέσπασμα» του χώρου και του χρόνου αλλά και οργάνωση των θραυσμάτων τους: μια γιορτή για τις αισθήσεις. Βέβαια, η δυσπιστία απέναντι στις ουτοπίες της «συναίνεσης» και της «συμφιλιωμένης» κοινότητας δεν σημαίνει και ολοκληρωτική παραίτηση από μεμονωμένες ουτοπικές χειρονομίες. Σε μια πολιτιστική κατάσταση όπου απαιτείται άμεση δράση την ίδια στιγμή που καθίσταται αδύνατο να θεμελιώσει κανείς τις πράξεις του σε κάποια μεταφυσική αρχή, σε μια εποχή όπου το ζητούμενο είναι ο καλλιτεχνικός πειραματισμός για την κατασκευή νέων μορφών ζωής και όπου οι δυνατότητες είναι πιο σημαντικές από τις «πραγματικότητες», οι ουτοπικές χειρονομίες του χοροθεάτρου της Μαγκί Μαρέν χαράσσουν γραμμές φυγής στον σχεδόν ολοκληρωτικά εγχάρακτο πολιτικο-οικονομικό χώρο της καθημερινότητας. Το ζητούμενο δεν είναι η λύτρωση, όπως έλεγε ο Κάφκα, αλλά μια έξοδος, μια γραμμή φυγής… s Ο Διονύσης Καββαθάς είναι επίκουρος καθηγητής φιλοσοφίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

1 Ο Νίτσε τα είχε βάλει με τον Βάγκνερ και επικαλούνταν τον Μπιζέ ως μουσικό που του ελάφρυνε τη διάθεσή του.

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 11


μέσα στη μήδεια έχει

πολύ σκοτάδι

Αμαλία μουτούση

Είναι η δεύτερη φορά που ανεβάζει Μήδεια - και θυμάται την πρώτη της φορά με νοσταλγία, τότε ακόμα ήταν νεόφερτη στην περιπέτεια του θεάτρου, συνεργαζόταν με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό, είχε πολύ ρομαντισμό και πολύ πάθος. Έχασε το ρομαντισμό και το πάθος με τα χρόνια; θα αναρωτηθείτε. Προφανώς όχι. Αλλά η εμπειρία είναι πάντα μια παράμετρος που κάνει τη ματιά σου αναθεωρητική, που τιθασσεύει τον αυθορμητισμό. Και βοηθάει στην εμβάθυνση. Η Αμαλία Μουτούση μιλάει για την αναμέτρησή της με το ρόλο μιας παιδοκτόνου που, προφανώς, δεν είναι ο πρωταγωνιστικός δρόμος σε ένα οικογενειακό δράμα αλλά ένα ταξίδι στα σκοτεινά βάθη της συνείδησης. Και αναγγέλλει ένα διάλειμμα από το θέατρο, για μια κινηματογραφική ταινία... Από τη Νίκη Ορφανού Φωτογραφία: Bίκυ Γεωργοπούλου

Ο

ι αρρώστιες της ψυχής, οι ανθρώπινες λύπες κι όχι οι χαρές είναι το υλικό και ο σκοπός της τέχνης, μας λέει ο Ευριπίδης στη Μήδεια, τη σκοτεινότερη ίσως τραγωδία που μας κληροδότησε ο αρχαίος κόσμος. Μετά από είκοσι χρόνια από την πρώτη της τριβή με το ρόλο, η Αμαλία Μουτούση μπαίνει και πάλι στο πετσί της Μήδειας, στην παραγωγή που θα δούμε σε λίγες μέρες στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, και ακολουθεί την ηρωίδα στην πορεία της προς το απόλυτο σκοτάδι, το θάνατο – αλλά και το πιο εκτυφλωτικό φως. «Δεν νομίζω ότι αυτό που ενδιαφέρει τόσο τον Ευριπίδη είναι η Μήδειαπαιδοκτόνος, όσο η ίδια η κατάδυση της Μήδειας στο σκοτάδι, ο δικός της θάνατος», επισημαίνει η ίδια. Τη συναντώ στο σπίτι της. Στο τραπέζι είναι ακουμπισμένα κείμενα και σημειώσεις πάνω στη Μήδεια. Πριν βουτήξουμε στα βαθιά, μιλάμε για τις προηγούμενες δουλειές της δίπλα σε διάσημους ξένους σκηνοθέτες: για τους Πέρσες που έκανε με τον Ντίμιτερ Γκότσεφ και για τον Κλήρο του μεσημεριού που σκηνοθέτησε στο Εθνικό Θέατρο ο Γιόσι Βίλερ. Στο όνομα του τελευταίου, η Αμαλία Μουτούση χαμογελά πλατιά:

«Αν μπορούσα να δουλεύω μόνιμα μαζί του, θα το έκανα με πολύ μεγάλη ευχαρίστηση!» Κι έτσι ξεκινάμε τη συνέντευξη απ’ αυτό...

Πρόσφατα, ο Μορίς Ντιροζιέ του Θεάτρου του Ήλιου μου είπε ότι «γίνεσαι ηθοποιός όταν βρίσκεις τον σκηνοθέτη σου». Συμφωνείτε μ’ αυτή την άποψη; Αυτό μπορεί να το πει ο ηθοποιός που έχει βρει τον σκηνοθέτη του. Υπάρχουν πολλοί που δεν τον έχουν βρει ακόμα, αλλά εφευρίσκουν κι αυτοί ένα τρόπο να είναι ηθοποιοί. Ωστόσο, ξέρω καλά ότι όταν βρίσκεις τον σκηνοθέτη με τον οποίο μπορείς να λειτουργήσεις πραγματικά, βρίσκεις τον εαυτό σου. Γιατί ο σκηνοθέτης, στην ιδανική του εκδοχή, είναι αυτός που σου ανοίγει χώρο, που σε στηρίζει στην προσπάθειά σου να εξερευνήσεις περιοχές μέσα σου – κάτι που δεν μπορείς να κάνεις από μόνος σου. Χωρίς αυτόν, επιστρέφεις πάντα σ’ έναν εαυτό που σου είναι γνωστός, που έχει να κάνει με τα αντανακλαστικά σου. Για να μεγαλώσεις ως καλλιτέχνης, όμως, χρειάζεσαι αυτό το χώρο κι αυτή τη στήριξη. Όταν δεν υπάρχουν τέτοιες ευτυχείς συναντήσεις, οι ηθοποιοί αγωνίζονται να το επιτύχουν μόνοι τους, με

12 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]

δικές τους δυνάμεις. Αλλά είναι κάτι πάρα πολύ δύσκολο, γιατί ούτως ή άλλως το υλικό που έχουμε να παλέψουμε πάντα αντιστέκεται. Κάθε υλικό, όχι μόνο το αρχαίο δράμα. Ίσως να είναι ακόμα δυσκολότερο με το αρχαίο δράμα, γιατί έχουμε να κάνουμε με ποιητικό λόγο. Εδώ νιώθεις την αντίσταση του ίδιου του σώματος. Πας να μιλήσεις, να πεις αυτά τα λόγια, κι επειδή αυτά πρέπει να περάσουν μέσα απ’ το σώμα, το σώμα αντιστέκεται. Δεν μπορεί να εκφράσει άφοβα έννοιες χωρίς να επεμβαίνει. Η γνώμη σου επεμβαίνει, οι σκέψεις σου μπαίνουν στη μέση... Με τη Μήδεια, μ’ απασχολεί το πώς θα μπορούσε να προσεγγιστεί αυτή η ηρωίδα όχι σαν αποτέλεσμα, αλλά σαν διαδρομή. Πώς θα μπορούσε να προσεγγιστεί μέσα από έναν πολύ βαθύ ενθουσιασμό. Χωρίς να φοβηθείς τη βουτιά προς τα κάτω. Αντιδράς μέσα σου, σκέφτεσαι: εκεί μέσα υπάρχει πολύ σκοτάδι, υπάρχει φόβος, υπάρχει φρίκη... Πώς μπορείς λοιπόν αυτό το πράγμα να το αντιμετωπίσεις, να μπεις σ’ αυτό παιδικά, άφοβα – ή, όπως θα λέγαμε στη δική μας γλώσσα, απενοχοποιημένα;

Ναι, πολύ. Συνήθως έχουμε μεγαλύτερη ευκολία να μιλάμε γι’ αυτά τα πράγματα, παρά να κατοικούμε μέσα τους. Μιλάμε για τον πόνο, ή για μια μάνα που σκοτώνει τα παιδιά της. Ο λόγος αυτά τα πράγματα τα μαλακώνει, κι έτσι, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, τα ωραιοποιούμε για να τα αντέξουμε. Η Μήδεια δεν σφάζει τα παιδιά της, τα «θυσιάζει». Πρέπει, όμως, αν θέλεις να είσαι ειλικρινής μ’ αυτό το υλικό, να επιτρέψεις στον εαυτό σου να τρομάξει. Πρέπει να το αφήσεις να συμβεί. Και το ιδανικό θα ήταν να μιλήσεις για τον τρόμο τον ίδιο, κι όχι για σένα και για το πώς είσαι εσύ όταν τρομάζεις. Να κάνεις τον θεατή να δει τον ίδιο τον πόνο να περπατάει, κι όχι τον άνθρωπο που πονάει. Δεν νομίζω ότι κάνει οικογενειακό δράμα ο Ευριπίδης· μιλάει για πολύ πιο ουσιαστικά πράγματα. Βέβαια, αυτό που περιέγραψα δεν είναι εύκολο να το κάνει ένας ηθοποιός. Θέλει πάρα πολλή δουλειά και συνθήκες εργασίας όχι συγκυριακές, όπου ενώνονται κάποιοι άνθρωποι για να κάνουν μια παράσταση σε τρεις μήνες και μετά δεν θα ξαναβρεθούν. Απ’ την αρχή ξέρεις τι μπορείς να περιμένεις απ’ αυτό.

Φοβάσθε μήπως ανακαλύψετε πράγματα για τον εαυτό σας που σας τρομάζουν;

Είναι η δεύτερη φορά που ερμηνεύετε το ρόλο αυτό. Τι θυμάστε από εκείνη την πρώτη εμπειρία;

ΘεΑτρο


Μτώήνηδς Αεντιύπαας Αν

«εΧΩ ΑνΑΓκη τη ΔουΛεΙΑ» «Συνήθως, καταναλώνουμε περισσότερα απ’ όσα παράγουμε και μόνο στο θέατρο είμαστε υπερπαραγωγικοί», η Αμαλία Μουτούση αποφεύγει να μιλάει άμεσα για τη συγκυρία – αλλά, έστω και εμμέσως, είναι διακριτικά κριτική.


Το ιδανικό θα ήταν να μιλήσεις για τον τρόμο τον ίδιο, κι όχι για σένα και για το πώς είσαι εσύ όταν τρομάζεις. Να κάνεις τον θεατή να δει τον ίδιο τον πόνο να περπατάει, κι όχι τον άνθρωπο που πονάει. Δεν νομίζω ότι κάνει οικογενειακό δράμα ο Ευριπίδης· μιλάει για πολύ πιο ουσιαστικά πράγματα

Έχουν περάσει είκοσι χρόνια από τότε. Ήταν με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό, ήμασταν μαζί τα πρώτα δεκαπέντε ή είκοσι χρόνια της θεατρικής μου διαδρομής. Η Μήδεια ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία για μένα, ο πρώτος μου ρόλος στο αρχαίο δράμα. Ήμουν πολύ νέα και, απ’ ό,τι θυμάμαι, πολύ ανοιχτή, πολύ αγνή, όπως είσαι συνήθως σ’ αυτή την ηλικία. Αυτός ο ρόλος υπήρξε καθοριστικός για μένα, άνοιξε ένα χώρο μέσα μου. Όλ’ αυτά τα χρόνια που δουλεύω στο θέατρο, αλλά και εκτός του θεάτρου, αγωνίζομαι –ακόμα και όταν δεν το συνειδητοποιώ– να μην κλείσει αυτός ο χώρος. Επίσης, εκείνη η εμπειρία ήταν καθοριστική γιατί τότε κατάλαβα τι σημαίνει να μιλήσεις τον ποιητικό λόγο και να συμμετέχει σ’ αυτό κάθε μέλος του σώματός σου, να νιώθει όλο το σώμα σου τον κάματο, όπως συμβαίνει με τους αθλητές... Είναι, κατά τη γνώμη σας, η μανία της εκδίκησης που κάνει τη Μήδεια να σκοτώσει τα παιδιά της; Ή κάτι άλλο; Είναι η εμμονή με το απόλυτο. Με τον θάνατο. Λέει κάπου ο Χάινερ Μίλερ στη δική του Μήδεια μια φράση που μου άρεσε πολύ –εκείνη η παράσταση με τον Μαρμαρινό που ανέφερα είχε διπλές Μήδειες: εγώ έπαιζα τη Μήδεια του Ευριπίδη και η Αλέκα Κατσέλη τη Μήδεια του Μίλερ– «Αν ξέρατε από ζωή, θα γλείφατε το χέρι που σας χαρίζει θάνατο», λέει η ηρωίδα την ώρα που σφάζει τα παιδιά της. Είναι ηττημένη, δεν έχει τίποτα. Έχει κόψει τις γέφυρες με ό,τι ήταν δικό της, ακολουθώντας τον απόλυτο έρωτα. Κι αφού ερωτεύεται απόλυτα, πρέπει και να μισήσει απόλυτα. Είναι η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος.

Στο τέλος του έργου βλέπουμε την ανάληψη της Μήδειας στον ουρανό. Υπάρχει, πιστεύετε, άσυλο ή σωτηρία γι’ αυτόν που διαπράττει έγκλημα; Μ’ αρέσει πολύ αυτή η ερώτηση, ίσως γιατί είναι δύσκολο ν’ απαντηθεί. Η ανάληψη της Μήδειας έχει απασχολήσει όλους τους σχολιαστές της τραγωδίας, από τον Αριστοτέλη μέχρι τους σύγχρονούς μας. Ερμηνεύουν την ανάληψη ως σωτηρία και φαντάζονται ότι ίσως να έπρεπε να γίνει αυτό το έγκλημα... Εγώ καταλαβαίνω την ανάληψη ως θάνατο. Μπορεί η Μήδεια να μην πεθαίνει βιολογικά, αλλά πεθαίνει – και νομίζω ότι γι’ αυτό το θάνατο, τον «εν ζωή», μιλάει αυτό το έργο. Μιλάει για το θάνατο πριν το θάνατο. Όχι πως δεν έχουμε εδώ μπόλικους βιολογικούς θανάτους, και μάλιστα βίαιους. Είναι όμως περισσότερο απ’ όλα ο θάνατος της ίδιας της Μήδειας που απασχολεί τον συγγραφέα. Γιατί η Μήδεια είχε υπάρξει δολοφόνος και πριν σφαγιάσει τα παιδιά της. Είχε κόψει κομματάκια τον αδελφό της, έχει κοροϊδέψει τις κόρες του Πελία για να ψήσουν τον πατέρα τους και άλλα πολλά. Είχε κυριολεκτικά πατήσει επί πτωμάτων γι’ αυτόν τον έρωτα, για να μπορέσει ο Ιάσων να φτάσει στις «ύψιστες σφαίρες της ζωής», και γι’ αυτό και γίνεται μετά τιμωρός του. Ο Ευριπίδης τη βάζει να ξεριζώνει σιγά σιγά τη ζωή της, καταστρέφοντας οτιδήποτε τη δένει με τη ζωή. Για να ξαναγεννηθεί, πρέπει πρώτα να πεθάνει, να φτάσει δηλαδή στον πάτο, να χάσει τα πάντα. Μόνο τότε θα βρει το φως. Αυτό το φως μας φέρνει στο νου σύγχρονα κείμενα, όπως αυτά της Σάρα Κέιν, ή το Ρομπέρτο Τσούκο του Κολτές... Ναι, οπωσδήποτε. Το απόλυτο σκοτάδι, και μετά το φως. Πάει ο νους σου σε πολλά πράγματα... Στη γυναίκα που δίνει ζωή η οποία όμως ξεριζώνεται από μέσα της, ή ακόμα και σ’ αυτόν τον κύκλο αίματος που έχει η γυναίκα... Μπορείς να σκεφτείς πολλά αν δεν σου φτάνει αυτό το «η Μήδεια παιδοκτόνος», που εμένα δεν μου λέει τίποτα. Πιστεύετε ότι έχετε επιρροές από εκείνη την πρώτη δουλειά στη Μήδεια και στην τωρινή παραγωγή; Δεν ξέρω. Αναρωτιέμαι και εγώ γι’ αυτό. Νομίζω ότι φέρω μέσα μου αυτό το χώρο για τον οποίο σου μίλησα. Θα ήταν πολύ ωραίο αν έβγαινε αυτό στην ερμηνεία μου. Θα το ήθελα πάρα πολύ. Δεν ξέρω αν θα συμβεί. Άλλωστε, η ερμηνεία μου έχει να κάνει με τις συνθήκες της συγκεκριμένης παράστασης, μ’ αυτό που γεννήθηκε στις πρόβες με τους συγκεκριμένους ανθρώπους. Ξέρω, όμως, στα σίγουρα ότι αν δεν έχω αυτό το χώρο ανοιχτό, δεν είμαι εγώ χαρούμενη, δεν ευχαριστιέμαι. Είναι σαν να γίνονται όλα χωρίς να περνάνε από μέσα μου, χωρίς να μ’ αγγίζουν. Νομίζω, πάντως, ότι σ’ αυτή την παραγωγή είχαμε μια

14 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]

καλή συνεργασία. Είμαστε άνθρωποι από διαφορετικούς χώρους, από διαφορετικές γενιές, και νομίζω ότι έγινε μια συγκινητική προσπάθεια να συγκλίνουν οι επιθυμίες όλων μας. Αυτό έχει δώσει στην παράσταση μια δική της ζωή. Από κει και πέρα, δεν μπορώ ν’ απαντήσω με βεβαιότητα· είναι κάτι που θα νιώσω στις παραστάσεις. Άλλωστε, η Επίδαυρος είναι ένας εντελώς ξεχωριστός χώρος, και γι’ αυτό μπορεί να τ’ αλλάζει όλα. Οι παραστάσεις μπορεί να μη θυμίζουν σε τίποτα αυτά που έχουν γίνει στις πρόβες. Πρέπει να βρεις τρόπο να επικοινωνήσεις με το χώρο, δεν μπορείς να πας και να του φορέσεις κάτι. Δεν σας προκαλεί άγχος αυτό; Κάποιοι καλλιτέχνες, μου έρχεται τώρα στο μυαλό ο Ρομέο Καστελούτσι, υποστηρίζουν ότι ένας χώρος με μεγάλη ιστορία δεν σ’ αφήνει ελεύθερο, ασκεί αντιθέτως βία πάνω σου... Όχι, δεν το βλέπω έτσι. Στην Επίδαυρο νιώθω ότι εκείνη την ώρα που παίζουμε παράγεται μια ζωή πέρα απ’ τη δική μας. Νιώθω ότι μια απλή κίνηση, όπως ένα χάδι στο μάγουλο, μπορεί να σταματήσει το χρόνο. Είναι όπως τα αγάλματα – εσύ συνεχίζεις, και η κίνηση μένει στην αιωνιότητα. Κι αυτή η αίσθηση μένει μέσα μου ενώ παίζω, με συγκινεί. Δεν ξέρω αν το βλέπει αυτό το κοινό, αν βλέπει αυτά τα μικρά πράγματα που παγώνουν και μένουν ενώ ο δικός μας χρόνος τρέχει. Μπορεί και όχι. Αλλά εγώ το νιώθω, κι αν μπορέσω να το έχω συντροφιά μου αυτό το συναίσθημα –και παράλληλα να κάνω και τη δουλειά μου– θα είμαι πολύ ευχαριστημένη. Έτσι κι αλλιώς, είμαι ευχαριστημένη βέβαια που έχω τη δυνατότητα να κάνω αυτή τη δουλειά... Είχατε λείψει απ’ τη σκηνή για μεγάλο χρονικό διάστημα, για δυο χρόνια νομίζω... Ναι, με βοηθάει πολύ το να απομακρύνομαι κάποιες φορές. Άλλωστε, πάντα ο ίδιος άνθρωπος είμαι, είτε κάνω θέατρο είτε δεν κάνω. Ίδιος εννοώ ως προς τις σκέψεις μου, αυτά που με νοιάζουν, αυτά που μ’ ενδιαφέρουν... Δεν αισθάνομαι χαμένη όταν δεν βρίσκομαι στη σκηνή, ξέρω ποια είμαι. Κι έχω την ανάγκη να απομακρύνομαι γιατί, μερικές φορές, στο θέατρο, επειδή γίνονται όλα με γρήγορους ρυθμούς, τελικά χάνεις το δάσος και ασχολείσαι με το δέντρο. Γιατί έχεις ένα ρόλο, έχεις μια παράσταση, πρέπει να δουλέψεις, κι όλα αυτά μερικές φορές σε πνίγουν. Πρέπει να μπορείς να βγαίνεις και να βλέπεις τα πράγματα απ’ έξω, σαν παρατηρητής. Εμένα μου κάνει πάρα πολύ καλό. Δεν θα μπορούσα να κάνω κι αλλιώς, για να πω την αλήθεια, γιατί, όταν δουλεύω, το δόσιμο είναι ολοκληρωτικό... Μετά ο οργανισμός μου έχει ανάγκη να ξεχάσει, ν’ αρχίσει απ’ την αρχή, να κοιμηθεί, κι όχι μόνο κυριολεκτικά. Παραδόξως, στο θέατρο οι Έλληνες καλλιτέχνες έχουν μια υπερπαραγωγικότητα, ενώ σ’ όλα τα

άλλα μας χαρακτηρίζει η μη παραγωγικότητα. Κι αυτό πρέπει να μας απασχολεί. Έχετε τη δυνατότητα να είστε ιδιαίτερα επιλεκτική στις συνεργασίες σας. Για ποιους λόγους βρίσκετε μια πρόταση ελκυστική; Να μ’ αρέσει ο ρόλος ή να με ερεθίσει μια ιδέα που, ακόμα και αν δεν με έλκει ο ρόλος, θα με βάλει σε μια διαδικασία να σκεφτώ και ν’ ανακαλύψω πράγματα. Να νιώθω κάτι για τους συνεργάτες μου, να χαίρομαι στη σκέψη ότι θα δουλέψουμε μαζί. Ίσως όμως το σημαντικότερο να είναι κάτι πιο διαισθητικό, να έχει να κάνει μ’ αυτό που νιώθω ότι χρειάζομαι τη δεδομένη στιγμή στη ζωή μου. Μετά τη Μήδεια θα κάνω μια ταινία για το σινεμά με τον Ηλία Γιαννακάκη: θα παίξω το ρόλο μιας γυναίκας, της Χαράς, η οποία απάγει ένα νεογέννητο παιδί γιατί δεν έχει δικό της. Η ταινία λέγεται Η χαρά της Χαράς. Μετά θα ξεκουραστώ... Δεν θέλω να δεσμευτώ από τώρα σε πράγματα που είναι γι’ αργότερα, γιατί δεν ξέρω πώς θα αισθάνομαι τότε, αν θα εξακολουθώ να τα θέλω... s

Info Αντώνης Αντύπας Μήδεια του Ευριπίδη Η Αμαλία Μουτούση ερμηνεύει τη Μήδεια, την ηρωίδα που, προδομένη από τον έρωτά της, οργανώνει την πιο σκληρή και αποτρόπαιη τιμωρία. Σκηνοθεσία: Αντώνης Αντύπας. Παίζουν ακόμα: Χρήστος Λούλης, Άρης Λεμπεσόπουλος, Δημήτρης Ήμελλος, Γιάννης Νταλιάνης, Θέμις Πάνου, Μαρία Καλλιμάνη, Γιώργος και Κωνσταντίνος Κοσμίδης. Χορηγός επικοινωνίας: Mega Channel. Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου 22-23 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 50€, 40€, 30€, 20€, 15€, 10€

ΘEATPO


α ι ε δ ή Μτώνης Αντύπας Αν

Χρήστος Λούλης

ελπίζω, μεγαλώνοντας να μη φέρομαι σαν ντίβα


Μ’ έναν ακόμη τραγικό ρόλο επιστρέφει ο Χρήστος Λούλης στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου: αυτή τη φορά ερμηνεύει τον Ιάσονα στη Μήδεια του Ευριπίδη, μια παραγωγή που υπογράφει σκηνοθετικά ο Αντώνης Αντύπας. Ο ηθοποιός, στη συνέντευξη που μας παραχώρησε, μιλά για τη πρώτη του –μάλλον τρομακτική– συνάντηση με το κείμενο του Ευριπίδη, και επισημαίνει ότι το θέατρο, όπως και η θρησκεία, αφορά σε μια μεταφυσική ανάγκη του ανθρώπου... Από τη Νίκη Ορφανού Φωτογραφίες: Bίκυ Γεωργοπούλου

ΣημΑΣΙΑ εΧεΙ TO TAΞΙΔΙ Στην κορυφή: ο Αντώνης Αντύπας, με τα υπόλοιπα μέλη του θιάσου, στη διάρκεια της ανάγνωσης της Μήδειας. Απέναντι, ο Χρήστος Λούλης - που υποδύεται τον Ιάσονα, έναν αργοναύτη. Και, σύμφωνα με τον ηθοποιό, «κάθε άντρας που θεωρεί τον εαυτό του αργοναύτη έχει ερωτευθεί το ταξίδι, το καράβι, το μέσο που τον πάει».

Αυτή είναι η πρώτη φορά που καταπιάνεστε με τη Μήδεια, έτσι δεν είναι; Κι όμως, είναι η δεύτερη! Η πρώτη ήταν μια ερασιτεχνική παραγωγή της ομάδας του Πανεπιστημίου Πειραιά, στη Σαλαμίνα. Πρέπει να έχουν περάσει από τότε δεκαέξι χρόνια, ίσως και παραπάνω. Έκανα τον Άγγελο, με μεγάλη αρχαιοπρέπεια μάλιστα. Δεν το ευχαριστήθηκα. Θυμάμαι ότι μ’ είχε καταλάβει ένα ολοκληρωτικό μούδιασμα από πάνω ώς κάτω! Μετά, έκανα μισή ώρα να μιλήσω... Γιατί όταν είσαι νέος και δεν ξέρεις τι σου γίνεται, και είσαι γεμάτος απορίες που στριφογυρίζουν στο κεφάλι σου, και πας να πεις αυτά τα λόγια και να αναμετρηθείς με τέτοια μεγέθη – που ποτέ στην πραγματικότητα δεν κατακτάς, αλλά εξοικειώνεσαι κάπως μαζί τους με το χρόνο και την προσπάθεια– την ώρα εκείνη διαπιστώνεις με τρόμο ότι δεν ξέρεις τι να κάνεις με τα χέρια σου, με τα πόδια σου, δεν ξέρεις τι να κάνεις τη φωνή σου, παγώνεις ολόκληρος από το τρακ, από την ανημποριά... Νιώθετε ότι έχουν πλέον ικανοποιηθεί αυτές οι απορίες; Οι απορίες δεν ικανοποιούνται ποτέ, τουλάχιστον οι σημαντικές. Αυτό που μπορώ να πω για τη Μήδεια είναι ότι είναι ένα έργο που έχει να κάνει με τις δύο διαφορετικές φύσεις του άντρα και της γυναίκας. Αυτές οι φύσεις δεν μπορούν να συναντηθούν. Υπάρχουν άνθρωποι που φέρουν με κάποιο τρόπο και τις δύο, αλλά αυτή η γνώση δεν μεταδίδεται. Έτσι, ένας άντρας και μια γυναίκα μόνο εικασίες μπορούν να κάνουν ο ένας για τον άλλον. Οι απορίες θα μένουν. Κάποιοι βλέπουν ακόμη στο έργο τη σύγκρουση ανάμεσα στον απόλυτο ορθολογισμό του Ιάσονα, που εκφράζει μια κοινωνία με υλιστικά οράματα, και την αρχαία θρησκεία-μαγεία... Ναι, υπάρχει κι αυτή η σύγκρουση στο έργο. Αυτά τα πράγματα τα αγγίζουμε όσο μπορούμε να τ’ αντέξουμε, κι ίσως και γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Ο Αντώνης Αντύπας, άλλωστε, δεν είναι σκηνοθέτης των άκρων, δεν επιχειρεί να βρει ένα στοιχείο στο έργο και

16 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]

να το αναδείξει. Έχει τη φιλοδοξία να κάνει μια παράσταση που θα αγγίζει όσο το δυνατόν περισσότερα πράγματα. Στο κέντρο της έχει την ίδια την ιστορία της Μήδειας, την πλοκή. Αυτό είναι αρκετό για το σκηνοθέτη, για να φτιάξει μια παράσταση και να πει την ιστορία τίμια – δεν μ’ αρέσει η λέξη, αλλά δεν βρίσκω άλλη αυτή τη στιγμή. Προσωπικά, άλλωστε, δεν πιστεύω ότι υπάρχει ένας τρόπος, ο «σωστός» για να προσεγγίσεις μια τραγωδία, ή και οποιοδήποτε θεατρικό κείμενο. Μ’ αρέσει να τα δοκιμάζω όλα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι με εκφράζουν απόλυτα. Φυσικά κι αυτή η συγκεκριμένη δουλειά δεν με εκφράζει εκατό τοις εκατό, αλλά αυτό το θεωρώ καλό πράγμα. Πάντα το ζήτημα για μένα είναι η απόσταση που θα διανύσει κανείς ανάμεσα στη θέση που είχε πριν και στη θέση που θα έχει τελικά μαζί με τους άλλους. Αυτή είναι η ουσία της τέχνης. Έχω υπάρξει και σε δουλειές στις οποίες φαινομενικά συμφωνούσαμε όλοι, και λέγαμε, «τι ωραία, όλοι συμφωνούμε». Και χειροκροτούσαμε τους εαυτούς μας και λέγαμε πόσο πολύ εκτιμούμε ο ένας τον άλλον. Αλλά δεν είχε ουσία, ήταν ένα άδειο κέλυφος. Δεν χρειάζεται, λοιπόν, σε μια δουλειά να συμφωνείς απόλυτα. Αυτό που χρειάζεται είναι να μπορείς να συγκλίνεις ώστε να βρεις έναν κοινό τόπο.

Κι εσείς; Είστε αργοναύτης; Και ναι και όχι... Εμείς οι κανονικοί άνθρωποι είμαστε μάλλον λίγο απ’ όλα, ενώ οι ήρωες των τραγωδιών ήταν ένα πράγμα, ήταν απόλυτοι. Εμείς εμπνεόμαστε απ’ αυτούς και γινόμαστε για λίγο αργοναύτες, μετά ξαναγυρίζουμε στη γυναικεία μας φύση. Στο θέατρο βέβαια μ’ αρέσει η πρόκληση, μ’ αρέσουν οι περιπέτειες. Δεν διαλέγω τα σίγουρα.

Ερμηνεύετε τον Ιάσονα… Ο οποίος, παρά τις αδυναμίες του, είναι ένας συμπαθής τύπος. Εντάξει, τα κάνει θάλασσα, και ίσως αρχικά να αισθάνεται κανείς και μια ευχαρίστηση βλέποντάς τον να τιμωρείται. Πατάει τους όρκους του, παρατάει τη γυναίκα του για μια νεότερη, κι αυτό το κάνει όχι από πάθος, αλλά από ωφελιμισμό. Αλλά αυτή η ευχαρίστηση χάνεται όταν βλέπεις αυτόν τον άντρα, ο οποίος σ’ όλη του τη ζωή υπήρξε ένας υπολογιστής, καλός στο να κατευνάζει τα πάθη και να βάζει στόχους, να έρχεται αντιμέτωπος μ’ αυτό το απόλυτο σκοτάδι που, αν και εγγονή του Ήλιου, είναι η Μήδεια. Στο τέλος, τα χάνει όλα, ωστόσο, όπως κι ο Άμλετ, στην πιο τραγική του στιγμή έχει μια φοβερή διαύγεια. «Μακάρι να μην είχα γεννηθεί ποτέ, μακάρι να μην είχα κάνει ποτέ παι-

Δουλεύετε όμως συχνά με τους ίδιους ανθρώπους… Εντάξει, δουλεύω συχνά με τον Θωμά Μοσχόπουλο και τον Νίκο Καραθάνο. Με τον Θωμά είμαστε τέσσερα ή πέντε χρόνια τώρα συνεργάτες – αν και τώρα κάνω ένα διάλειμμα, έτσι τα έφερε η ζωή. Πάντως νομίζω ότι ακόμα κι όταν δουλεύεις με τους ίδιους ανθρώπους, δεν σημαίνει ότι έχεις επιλέξει απαραίτητα την ασφάλεια. Υποτίθεται ότι ο στόχος πάντα είναι να πας πιο βαθιά. Άλλωστε και ο Ιάσονας τους ίδιους συντρόφους είχε στο ταξίδι του. Και παρά τα όσα νομίζουν κάποιοι, όλοι μας έχουμε ευθύνη κι όχι μόνο αυτός που είναι στο τιμόνι. Συνήθως ο σκηνοθέτης είναι ο καπετάνιος, μπορεί όμως απλώς να φαίνεται έτσι απ’ έξω, και η αλήθεια να είναι διαφορετική. Μπορεί στην

διά», λέει. Τον Ιάσονα τον καταλαβαίνω γιατί είναι άνθρωπος, ενώ η Μήδεια είναι θεότητα, γίνεται θεότητα με την πράξη της. Άλλωστε, όπως το βλέπω εγώ, ο Ιάσων δεν την ξεγέλασε στ’ αλήθεια. Ήταν πάντα ένας αργοναύτης και γι’ αυτό άλλωστε είπε το ναι σ’ εκείνη που ήταν ξένη, και μάγισσα… Γιατί υπάρχουν οι αργοναύτες, κι εκείνοι που κάθονται στο σπίτι τους. Εκείνοι που δεν θέλουν έναν καινούργιο ουρανό, που δεν μπορούν να καταλάβουν την αλλαγή της ζωής. Οι αργοναύτες είναι αυτοί που όχι μόνο την αποδέχονται την αλλαγή, αλλά την επιζητούν. Ο Ιάσων, λοιπόν, είχε ερωτευτεί την Αργώ, όχι τη Μήδεια. Δεν μπορούσε να κάτσει σπίτι του, κι αυτό δεν θα άλλαζε όταν την έπαιρνε γυναίκα του. Κάθε άντρας που θεωρεί τον εαυτό του αργοναύτη έχει ερωτευτεί το ταξίδι, το καράβι, το μέσο που τον πάει...

ΘEATPO


πραγματικότητα να είναι ο σκηνοθέτης ο «σύντροφος» κι εγώ ο «Ιάσων». Άλλωστε πάντα ζούμε τη ζωή τη δική μας, όχι τη ζωή των άλλων. Και στη ζωή τη δική μας, εμείς είμαστε καπετάνιοι. Ή τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε να νιώθουμε. Ξέρω και κάποιους που νιώθουν ότι είναι κωπηλάτες. Κρίμα. Θα έπρεπε όλοι μας να νιώθουμε ότι είμαστε καπετάνιοι στη ζωή μας. Μιλήσατε προηγουμένως για τη μάλλον άτυχη εμπειρία της πρώτης Μήδειας. Μπορείτε να ξεχωρίσετε κάποιες δουλειές που καθόρισαν, σε κάποιο σημαντικό βαθμό, την αντίληψή σας για το τι σημαίνει να κάνεις θέατρο; Σημαντική για μένα υπήρξε η πρώτη μου επαγγελματική παράσταση, που ήταν μια αντικατάσταση που έκανα στο Happy End του Μπρεχτ, παραγωγή του Θεάτρου Τέχνης, με την Κάτια Γέρου. Ήταν το 1998. Αλλά η παράσταση που με «τράνταξε» ήταν το Καθαροί πια της Σάρα Κέιν, σε σκηνοθεσία του Λευτέρη Βογιατζή. Τότε γνωρίστηκα και με την Αμαλία Μουτούση. Κάναμε, θυμάμαι, οκτώ μήνες πρόβα, φτάναμε τις δώδεκα ώρες δουλειά τη μέρα. Και μετά ξεκινήσαμε τις παραστάσεις, και κάθε μέρα είχαμε αντιδράσεις, με κάποιους θεατές πάντα να φεύγουν βρίζοντας. Είχα βγει απ’ τη σχολή μόλις ένα χρόνο πριν, ήταν η δεύτερη παραγωγή στην οποία έπαιζα – είχα ξεκινήσει με τον Βασιλιά Ληρ και μετά είχα πέσει στα βαθιά, με το κείμενο της Κέιν. Ήμουν πολύ φρέσκος ακόμα κι αυτό όλο μου ήταν βαρύ, με σημάδεψε. Κατάλαβα ότι ο ηθοποιός δεν είναι επάγγελμα, αλλά μια πολυτέλεια: σε πληρώνουν για να ζεις μ’ έναν άλλον τρόπο, για να βλέπεις τα πράγματα μ’ άλλο μάτι... Είναι βέβαια μια ανάγκη αυτή η πολυτέλεια, δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε χωρίς αυτήν, όπως δεν θα μπορούσαμε να ζούμε σε σπίτια χωρίς παράθυρα. Ο άνθρωπος χρειάζεται την τέχνη, χρειάζεται τη φαντασία, γιατί έχει ψυχή. Άλλοι πάνε στις εκκλησίες και την ικανοποιούν την ανάγκη τους, άλλοι πάνε στο θέατρο. Όλοι μας θέλουμε και πρέπει να έχουμε επαφή με κάτι άλλο που να είναι είτε έξω από μας, είτε βαθιά μέσα μας... χωρίς αυτό δεν υπάρχει κοινωνία. Ποια είναι για εσάς η ιδανική συνθήκη δουλειάς; Είμαι πολύ βολικός. Ό,τι μου φέρεις μπροστά μου θα το φάω. Γενικώς δεν θεωρώ ότι ο ηθοποιός είναι πνευματική δουλειά, είναι κυρίως σωματική δουλειά, και είναι καλό όταν μπορούμε να δουλεύουμε έτσι, «χειρωνακτικά». Αλλά αυτό το εξασφαλίζεις μόνο όταν δουλεύεις σταθερά με μια συγκεκριμένη ομάδα, αν είσαι σε κάποιο ensemble. Έχω δουλέψει και σε ensemble – με τον Θωμά Μοσχόπουλο ακόμα το προσπαθούμε μάλλον– και μόνος. Παντού, ωστόσο, υπάρχει ο φόβος, η ελπίδα, η ανασφάλεια, η δυσπιστία, η βλακεία. Εγώ προσωπικά δεν μπορώ να πω ότι θέλω ένα πράγμα, είμαι ανοιχτός σε όλα. Όπως είπα, δεν είμαι δύσκολος, ούτε δύστροπος. Μ’ ενδιαφέρει περισσότερο το να συγκλίνω και όχι να μένω στο κάστρο μου. Μπορεί να έχω κάποιες σκέψεις για το τι θέλω, αλλά το κυριότερό μου μέλημα είναι ν’ ακούσω τον άλλον και να προσπαθήσω να τον καταλάβω. Η περιέργειά μου είναι μεγαλύτερη από τη διάθεσή μου να μιλήσω. Ελπίζω μεγαλώνοντας να μην κουραστώ τόσο, ώστε ν’ αρχίσω να γίνομαι δύστροπος, ή να φέρομαι σαν ντίβα... Τι ήταν αυτό που σας έφερε στη σκηνή; Όλοι όσοι ανεβαίνουμε στη σκηνή θέλουμε, στα βάθη της ψυχής μας, ν’ αλλάξουμε τις ζωές αυτών που μας βλέπουν. Θέλουμε να μας θαυμάσουν και να μας αγαπήσουν. Μερικοί μάλιστα το θέλουν τόσο πολύ που τους βγαίνει σε μίσος. Θέλουν τόσο πολύ ν’ αγαπήσουν και ν’ αγαπηθούν –κάτι που ίσως τους έχει λείψει– που κάνουν ό,τι μπορούν για να τους μισήσει το κοινό. Είναι ένα περίεργο πράγμα... Απ’ την άλλη, είναι κι αυτοί που έχουν ως το απόλυτο μέτρο τους το τι θέλει το κοινό. Ποτέ δεν ήμουν αυτής της άποψης. Ακούω πολλούς συναδέλφους να το λένε, αλλά δεν συμφωνώ. Ποτέ δεν πίστεψα ότι το κοινό ξέρει τι θέλει. Κι αυτό είναι κάτι που το βλέπεις όχι μόνο στο θέατρο αλλά παντού, είναι κάτι που

ΘEATPO


Σταμάτης Φασουλής

Όλοι μου οι φόβοι έχουν

βγεί αληθινοί

Όχι, ο γνωστός σκηνοθέτης δεν αισθάνεται σαν μια σύγχρονη Κασσάνδρα. Η τελευταία απλώς εμφανίζεται στο έργο του Σκηνοβάτες, που ανεβαίνει στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου. Κι ο ίδιος μιλάει για την παράσταση, το χώρο που την υποδέχεται, αλλά και για όλα αυτά που έβλεπε να έρχονται καταπάνω μας. Από τον Νικόλα Ζώη Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

18 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]


Γ

ια μισό λεπτό! Το γράμμα «η» στον τίτλο Σκηνοβάτες δεν συνιστά λογοπαίγνιο; «Βγάλαμε τη λέξη από τη “σκηνή” και το “βαίνω”. Συμπεριλαμβάνει όμως κι άλλες έννοιες. Και του “επιβάτη”, και του “επιβήτορα”, και του “βαίνω” δηλαδή, και του “βατώ”», εξηγεί ο Σταμάτης Φασουλής. Και μάλλον αυτή η λέξη θα μπορούσε να χαρακτηρίσει και τον ίδιο από τότε που ολοκλήρωσε τη Δραματική Σχολή του Εθνικού και στελέχωσε τη βασική ομάδα του Ελεύθερου Θεάτρου και της Ελεύθερης Σκηνής, μέχρι σήμερα που έχει ανεβάσει όλα σχεδόν τα θεατρικά είδη, ενίοτε και με τη συχνότητα ενός ακάματου. Αυτήν την περίοδο, πάντως, κι αφού οι ενδεχόμενες απεργίες του Σωματείου Εργαζομένων του Εθνικού Θεάτρου τελικά δεν πραγματοποιήθηκαν, ετοιμάζεται, μαζί με ένα 30μελή θίασο και εντυπωσιακά σκηνικά, ν’ ανεβάσει μια παράσταση για τα κατορθώματα τριών παλαιότερων θιάσων που στήνουν θεατρικούς αγώνες με φόντο την κατάρρευση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ένα θέατρο μέσα στο θέατρο σχεδόν, και γραμμένο κατά κάποιο τρόπο για ν’ ανέβει στην ίδια την Επίδαυρο. Όπως λέει, το αρχαίο αργολικό θέατρο τον γεμίζει με συγκίνηση, και άλλα είναι τα ζητήματα που τον αγχώνουν σήμερα. Ένα απ’ αυτά, είναι για τον Σταμάτη Φασουλή ακόμα και η γλώσσα που χρησιμοποιούμε για να τα περιγράψουμε. Και ίσως γι’ αυτό, καμιά φορά, είναι καλή και η σιωπή που δίνει το λόγο στις Κασσάνδρες. Τουλάχιστον σ’ εκείνες όπως αυτή του φινάλε των Σκηνοβατών, που κάνει μια προφητεία ικανή να μεταδοθεί μόνο με τη βοήθεια της τέχνης.

το Ιερο τηΣ ΠροοΔου Ο Σταμάτης Φασουλής, που σκηνοθετεί τους Σκηνοβάτες, ένα θέατρο ποικιλιών, στην Επίδαυρο. Δεν τον τρομάζει η ιερότητα του χώρου: «Σαχλαμάρες», απαντά. «Το ιερό δεν σημαίνει μόνο ιερό παράδοσης αλλά και ιερό νεωτερισμού και προόδου. Το ιερό δεν ανήκει σε κανέναν και σε καμία τάξη, ούτε κοινωνική ούτε αισθητική. Δεν ξέρω ποιος είναι αυτός που μπορεί να καθορίσει τι είναι αυτό που πρέπει να παιχτεί στην Επίδαυρο και τι όχι».

ΘEATPO

Έχετε σκηνοθετήσει από κλασικά έργα μέχρι επιθεωρήσεις, μιούζικαλ, και παραστάσεις για παιδιά. Τους Σκηνοβάτες, σαν ποιο είδος θεάτρου να τους αντιμετωπίσουμε; Οι Σκηνοβάτες γίνανε ειδικά για το θέατρο της Επιδαύρου. Ο τόπος της δράσης είναι το αρχαίο θέατρο, μόνο που ο χρόνος είναι άλλος, είναι το 200 μ.Χ. Τρεις περιπλανώμενοι θίασοι από τη Φρυγία, τη Magna Grecia και την Αθήνα, μαζεύονται εκεί και παίζουν αποσπάσματα από τραγωδίες και κωμωδίες, γιατί δεν έχουν χορηγούς πια, δεν έχουν δημόσιες τελετές, θυσίες. Η Ρώμη έχει ξεπέσει και τους έχει σχεδόν ξεχάσει. Ένα τέτοιο έργο, ωστόσο, δεν ξέρω να σας πω σε ποιο θεατρικό είδος ανήκει. Η αρχική ιδέα πώς προέκυψε; Στο Ασκληπιείο της Κω, στον Κυπαρίσσιο Απόλλωνα. Σ’ αυτό το μαγικό τοπίο, μια έξοχη καλοκαιρινή μέρα, ένας φίλος αρχαιολόγος μου έδειξε μια αρχαία

επιγραφή στην οποία αναφερόταν ότι κάποια με το όνομα Απολλωνία η Συρακούσια κέρδισε σε κάτι θεατρικούς αγώνες του νησιού. Κι άρχισε να μου λέει πως έτσι καταλάβαμε ότι έπαιζαν θέατρο και γυναίκες, ότι έπαιρναν και βραβεία –τα οποία έδιναν κυρίως οι θεατές– σε παραστάσεις που αποτελούσαν ένα θέαμα σύνθετο, με αποσπάσματα από τραγωδίες ή κωμωδίες. Η έλλειψη χορηγών δεν τους επέτρεπε να φτιάξουν κανονικούς χορούς. Έπαιρναν λοιπόν, φύρδην μίγδην, ένα τραγούδι από έναν, ένα από άλλον. Ένα απόσπασμα απ’ τον Σοφοκλή, ένα απ’ τον Σενέκα, μετά ένα μονόλογο από έναν άγνωστο συγγραφέα, κι έπειτα αυτοσχεδίαζαν. Ένα θέατρο ποικιλιών θα το λέγαμε, περίπου ένα βαριετέ της εποχής, αλλά με πολύ ακριβές στιγμές, όπως και πολύ χυδαίες. Μέχρι και αγώνες πάλης είχαν, ακροβάτες, ξυλοπόδαρους, φωτιές, τέτοια πράγματα. Αυτά γίνονταν τότε. Σήμερα τι ακριβώς θα περιλαμβάνει το κείμενο; Θα είναι ένα κολάζ αποσπασμάτων; Όχι, το έργο είναι καινούργιο, γραμμένο από μένα. Στους Σκηνοβάτες, οι τρεις θίασοι διεκδικούν το βραβείο του κοινού, λέγοντας παράλληλα και την ιστορία του θεάτρου. Υπάρχουν και πολλοί «φλύακες»: ιλαροτραγωδίες, δηλαδή, που παίζονταν μετά το δράμα –αλλά όχι στην Αθήνα– και που διαπραγματεύονταν το ίδιο θέμα με την προηγούμενη τραγωδία, αλλά από την κωμική της πλευρά, σαν να κορόιδευαν, ν’ αμφισβητούσαν το έργο. Είναι αυτό που κάνανε οι «μιμάδες», οι μίμοι δηλαδή που δεν μιμούνταν μόνο, αλλά μιλούσαν κιόλας. Κι όλα αυτά αυτοσχέδια. Πάνω στη βάση του σεναρίου μιας τραγωδίας, την οποία κάνανε κωμωδία. Στο δελτίο τύπου διαβάζουμε: «εντυπωσιακές αθλοπαιδιές, μονομαχίες, ακροβατικά και θεαματικές επιδείξεις με φωτιές». Να περιμένουμε δηλαδή κάτι σαν υπερπαραγωγή; Συναισθηματική υπερπαραγωγή, ναι. Ίσως να είναι και «υπερπαραγωγή» όπως την εννοείτε, δεν θα έχει όμως την όψη που φαντάζεστε. Οι τρεις θίασοι που κάνουν την παράσταση την κάνουν με κουρέλια. Μερικοί από τους ηθοποιούς είναι αυτό που λέμε «τηλεοπτικοί». Συμφωνείτε με χαρακτηρισμούς σαν κι αυτόν; Ποιοι είναι τηλεοπτικοί; Κανείς δεν είναι τηλεοπτικός. Επειδή είναι ηθοποιοί θεάτρων σαν το Εθνικό αλλά έχουν βγει δυοτρεις φορές στην τηλεόραση, σε σίριαλ; Κάποιοι δεν έχουν παίξει και σε διαφημίσεις; Τους ρώτησε κανείς πώς περνάνε; Τους

ρώτησε πόσα παίρνουν απ’ το θέατρο; Ας μάθει πρώτα όποιος ενδιαφέρεται, κι ας τους πει μετά τηλεοπτικούς. Ο συγκεκριμένος θίασος είναι από τους πιο «ήσυχους» από πλευράς κραυγαλέων ονομάτων. Δεν έχει ηθοποιούς που από πίσω τους δεν έχουν τίποτε άλλο παρά μόνο τον ήχο του ονόματός τους. Το επιζητάτε αυτό σ’ ένα θίασο; Είμαι πολύ ανοιχτός στις επιλογές μου. Αν κάποιος ταιριάζει στο ρόλο, δεν πα να ’χει κάνει τηλεόραση, να μην έχει κάνει, να είναι γνωστός, να μην είναι, να είναι φίλος μου, να είναι εχθρός μου. Τον ρόλο θα τον παίξει, ο κόσμος να χαλάσει. Αν έχει καταδικαστεί για φόνο, σαν τον Μπερτράν Καντά που συμμετέχει στην παράσταση Γυναίκες του Ουαζντί Μουαουάντ, προκαλώντας αντιδράσεις και στην Ελλάδα; Δεν είναι τυχαίο, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ότι οι άνθρωποι που αντιδρούν είναι οι ίδιοι που, όταν θέλουν την επανένταξη ενός αποφυλακισμένου, φωνάζουν γιατί η κοινωνία δεν τον δέχεται. Ένας άνθρωπος εξέτισε την ποινή του, έχοντας κάνει ό,τι πιο αποτρόπαιο θα μπορούσε να κάνει. Επομένως τον σκοτώνουμε; Δεν πρέπει να επανενταχτεί στην κοινωνία; Πρέπει να τον καταδικάσει κι αυτή στην πείνα, στην εξαθλίωση και στο περιθώριο; Η Επίδαυρος σας δημιουργεί άγχος; Σας αφήνει παγερά αδιάφορο; Ή κάτι άλλο; Με αφήνει φοβερά συγκινημένο. Σε αφήνει ένας τέτοιος χώρος αδιάφορο; Όποτε πάω εκεί, ακόμα κι όταν βλέπω παραστάσεις, συγκινούμαι απ’ το χώρο και μόνο. Είναι πολύ, πάρα πολύ σημαντικός. Σχεδόν υπερβατικός. Είναι από μόνος του ένα θεατρικό έργο, για να μην πω ένα θεατρικό ποίημα. Και μόνο τη στιγμή που περιμένεις την παράσταση, την ώρα που σβήνουν τα φώτα, ησυχάζει ο κόσμος και ακούς τον γκιώνη, αυτά τα δύοτρία δευτερόλεπτα, αναβιβάζεσαι. Έχει δηλαδή ιδιότητες που ανήκουν στο χώρο της μεταφυσικής; Έχει την ιερότητα για την οποία πολλοί σκίζουν τα ρούχα τους σε «βλάσφημες» παραστάσεις; Αυτά είναι σαχλαμάρες. Το ιερό δεν σημαίνει μόνο ιερό παράδοσης, αλλά και ιερό νεωτερισμού και προόδου. Το ιερό δεν ανήκει σε κανέναν και σε καμία τάξη, ούτε κοινωνική, ούτε αισθητική. Δεν ξέρω ποιος είναι αυτός που μπορεί να καθορίσει τι είναι αυτό που πρέπει να παιχτεί στην Επίδαυρο και τι όχι. Μάλλον η ίδια η Επίδαυρος και μόνο. Από μόνη της ξέρει ή να ξερνάει ή να καταπίνει ή να αναβιβάζει παραστάσεις. Η Επίδαυρος είναι ο μεγαλύτερος σκηνοθέτης των παραστάσεων.

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 19


κΑν’ το οΠΩΣ Στη ρΩμη Οι Σκηνοβάτες γίνανε ειδικά για το θέατρο της Επιδαύρου. Ο τόπος της δράσης είναι το αρχαίο θέατρο, ο χρόνος το 200 μ.Χ., γι’ αυτό και οι πρώτες εικόνες που διέρρευσαν, για να κοινοποιηθεί η παράσταση, παραπέμπουν στην τέχνη των ρωμαϊκών χρόνων. Τρεις περιπλανώμενοι θίασοι από τη Φρυγία, τη Magna Grecia και την Αθήνα, μαζεύονται εκεί και παίζουν αποσπάσματα από τραγωδίες και κωμωδίες, γιατί δεν έχουν χορηγούς πια, δεν έχουν δημόσιες τελετές, θυσίες. Η Ρώμη έχει ξεπέσει και τους έχει σχεδόν ξεχάσει.

Info Εθνικό Θέατρο - Σταμάτης Φασουλής Σκηνοβάτες Ο Σταμάτης Φασουλής σκηνοθετεί έναν εξαιρετικό θίασο σε μια παράσταση που έχει απ’ όλα: αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή τραγωδία και κωμωδία, ύμνους και χωρικά, μονομαχίες και ακροβατικά. Παίζουν: Νένα Μεντή, Σοφία Φιλιππίδου, Νίκος Κουρής, Τάνια Τρύπη, Ελένη Κοκκίδου, Μάκης Παπαδημητρίου, Λαέρτης Μαλκότσης, Ευαγγελία Μουμούρη, Θανάσης Αλευράς, Σωκράτης Πατσίκας, Άλκηστις Πουλοπούλου, Φοίβος Ριμένας, Μαργαρίτα Λουμάκη, Αγορίτσα Οικονόμου, Γιώργος Δεπάστας, Δημήτρης Τσέλιος, Δήμητρα Σιγάλα, Χρήστος Σπανός, Τζένη Διαγούπη, Ελένη Βεργέτη, ΚλειώΔανάη Οθωναίου, Μίνως Θεοχάρης, Νάντια Κοντογεώργη, Ηρώ Μπέζου, Σπύρος Ανδρεόπουλος, Άγγελος Τριανταφύλλου, Σπύρος Κυριαζόπουλος, Αντώνης Πασβάντης, Δημήτρης Καπετανάκης, Νεφέλη Κουρή Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου 15-16 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 50€, 45€, 25€, 15€ (Άνω Διάζωμα, Φοιτητικό, ΑΜΕΑ)


Τελικά οι κινητοποιήσεις των εργαζομένων του Εθνικού Θεάτρου δεν θα πραγματοποιηθούν. Τέλος καλό όλα καλά; Με τόσο λόγο που γίνεται γύρω από τις απεργίες γενικά, υπάρχουν πράγματα που σας απασχολούν ακόμα; Προς το παρόν δεν νομίζω να υπάρχει κάποιο άλλο μεγάλο άγχος για φέτος, αλλά για τη δουλειά μας γενικότερα. Όπως έχουν, άλλωστε, για τη δουλειά τους και όλοι στην Ελλάδα. Αυτό που με καταθλίβει είναι η χειραγώγηση των απεργιών από τα κόμματα, που βέβαια δεν είναι καινούργιο εφεύρημα. Και ήδη τα κόμματα πληρώνουν το ποσοστό τους, εξαιτίας του ότι τόσα χρόνια είχαν δικά τους σωματεία, ελεγχόμενα από τα ίδια. Και τώρα ξαφνικά έρχονται εναντίον τους. Η αβεβαιότητα για το μέλλον της δουλειάς σας γίνεται ποτέ λόγος για να νοσταλγήσετε κάτι από το θεατρικό παρελθόν σας; Δεν σκέφτομαι ποτέ το παρελθόν. Ούτε το μέλλον σκέφτομαι, μόνο το τώρα. Ίσως από φόβο, δεν ξέρω από τι, πάντως δεν καταφεύγω ποτέ σ’ αυτά. Είναι πολύ σπάνιο να σκεφτώ κάτι από παλιά, και αν γίνει θα γίνει τυχαία και σχεδόν φωτογραφικά. Αν το φέρει κάποιος στην κουβέντα, αλλάζω αμέσως θέμα. Την επικαιρότητα την παρακολουθείτε στενά; Και αν ναι, μέσα απ’ τα παραδοσιακά μέσα, ή μήπως και μέσα από blogs, social media κ.λπ.; Την παρακολουθώ θέλοντας και μη, όπως όλοι μας. Μέσα από εφημερίδες, το ραδιόφωνο, την τηλεόραση, αλλά και από το ίντερνετ. Δεν διαβάζω blogs γιατί δεν μου αρέσει η γλώσσα που μιλούν τώρα. Νομίζω ότι πρέπει να παρέλθει μια δεκαετία για να καταφέρει να ξεπεράσει

τον εαυτό της. Τη χρησιμοποιούν μάλλον αυτοί που βρίσκουν ευκαιρία να μιλήσουν, ενώ ουδέποτε είχαν μιλήσει κάπου, και πια ανακαλύπτουν τον τρόπο, χάνουν όμως το μέτρο. Αρχίζει πάντως και δημιουργείται μια καινούργια γλώσσα σιγά σιγά, που θα κάνει τα πράγματα καλύτερα, και τον καθένα να μιλάει πιο απελεύθερα. Το άκουσμά της δεν θα οφείλεται σε πίεση που σκάει μετά από αιώνες, δεν θα προέρχεται από τη σκέψη «α, τώρα θα πω την άποψή μου γιατί είμαι κάποιος». Γιατί μ’ αυτό τον τρόπο, το «είμαι κάποιος», το ότι γίνεται κανείς σημαντικός, υπερισχύει της γνώμης του. Και τις περισσότερες φορές γίνεται τελικά φαφλατάς, κυνικός ή υβριστής. Σήμερα ωστόσο, κάποιοι αναζητούν τρόπους να πουν τη γνώμη τους, για να κάνουν αισθητή και τη δική τους ύπαρξη. Τους καταλαβαίνω. Αλλά αυτό είναι σημαντικό όταν είναι γνήσιο. Όταν είναι κοπαδηδόν, είναι μόδα. Όλοι κάνουμε πράγματα για να κάνουμε αισθητή την παρουσία μας. Από εκεί και πέρα, το θέμα είναι το πώς. Με φόνο, ή με αγάπη; Μ’ ένα έγκλημα ή με μια παράσταση; Και οι δύο είναι αισθητές παρουσίες – και του δολοφόνου και του ποιητή. Ενίοτε μπορεί να εμφανίζονται και ταυτόχρονα. Αλλά διαλέγεις. Ή διαλέγει η ζωή για σένα. Απ’ όσα ακούτε γύρω σας σήμερα, ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος που σας δημιουργείται; Δυστυχώς όλοι οι φόβοι μου έχουν βγει αληθινοί. Και όσους περισσότερους έχω, τόσο βγαίνουν. Όλη αυτή την κατάσταση στη χώρα τη φοβόμουν χρόνια. Φοβόμουν πάρα πολύ ότι θα ξεφουσκώσει όλο αυτό. Όχι ότι θα συναντήσει τον οικονομικό αλγόριθμο που θα το οδηγήσει στη

σημερινή του μορφή. Απλώς ήταν ένας φόβος, μια αγωνία ότι κάποια στιγμή θα μείνουμε στο δρόμο. Τι κάναμε λάθος; Όλα τα κάναμε λάθος, δεν είδα και τίποτα να κάνουμε καλό. Εκτός από δυοτρεις καλλιτέχνες, δυο-τρεις επιστήμονες – και όχι καριέρας, αλλά ερευνητές. Ο κρατικός μηχανισμός δεν λειτούργησε ποτέ. Ο ψηφοφόρος δεν λειτούργησε ποτέ σαν ψηφοφόρος αλλά σαν πελάτης. Και οι δύο πλευρές είναι επομένως συνυπεύθυνες, και ο πολιτευτής και ο πολίτης που ήθελε να εξαγοράσει την ψήφο του. «Ναι, ωραία» σκεφτόταν, «εγώ ψηφίζω, δώσε μου κι εσύ κάτι». Δεν ήταν ψήφος εμπιστοσύνης αυτό, ήταν ψήφος ανταλλαγής. Και είναι γελοίο ότι εδώ και δύο αιώνες, όποιο κόμμα ανέβει στην εξουσία βάζει τους δικούς του δημοσίους υπαλλήλους φτιάχνοντας ένα δημόσιο υδροκέφαλο. Το οποίο είναι εναντίον του ίδιου του λαού που το ζήτησε. Και εναντίον των πολιτικών, οι οποίοι υπέκυψαν σ’ αυτό το αίτημα και το ικανοποίησαν απλόχερα. Μήπως γι’ αυτό φταίει απλώς το ότι η Ελλάδα είναι ένα μικρό χωριό στο οποίο όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους; Δεν το γνωρίζω. Μου αρέσει όμως πάρα πολύ μια φράση του Κώστα Μητρόπουλου, στα Νέα. «Η ύφεση», λέει ο Μητρόπουλος, «άρχισε την 25η Μαρτίου 1821, στις δέκα το πρωί, στην Αγία Λαύρα». Αν είχατε τη δύναμη, ακόμα και θεϊκή στην περίπτωσή μας, τι θα αλλάζατε στη χώρα; Α, δεν νομίζω ότι μπορώ ν’ αξιωθώ κάτι τέτοιο. Κι ύστερα, κανείς δεν μιλάει για την Ελλάδα πια, κανείς δεν μιλάει για τον τόπο, κανείς δεν τον ξέρει. Ξέρει πρώτα τον εαυτούλη του, μετά λίγο την οικογένειά του και ώς εκεί. Ο τόπος δεν υπάρχει πια και θα το δεις ότι δεν ενδιαφέρεται κανείς γι’ αυτόν. Δεν αναφέρεται πουθενά, δεν υπάρχει μέσα μας σαν έννοια, όπως ούτε και κανένας συνεκτικός δεσμός μεταξύ των Ελλήνων. Δεν έχουμε κοινά συμφέροντα, δεν έχουμε κοινούς μύθους, κοινή γλώσσα. Ένας αχταρμάς, όλο μονάδες, μονάδες, μονάδες, δέκα εκατομμύρια μονάδες, οι οποίες δεν μπορούν να συνδεθούν με τίποτα. Γι’ αυτό φταίμε όλοι μας. Δεν είναι μόνο θέμα κυβερνήσεων, είναι και θέμα νοοτροπίας. Στο τέλος της παράστασης, η Κασσάνδρα κάνει μια πρόβλεψη για το θέατρο. Μήπως να της ζητούσαμε να κάνει μία και για εμάς; Κάνει και κάτι τέτοιο. Είναι όμως σε τόσο ποιητικό επίπεδο, που δεν ξέρω αν μπορεί να μεταδοθεί παρά μόνο θεατρικά. Δεν είναι κάτι που λέγεται, είναι κάτι που προσπαθεί να δημιουργήσει η παράσταση συναισθηματικά. Βιώνεται εκείνη την ώρα, αν βέβαια βιωθεί. Πολλές φορές σχεδιάζουμε πράγματα, δεν σημαίνει όμως ότι βγαίνουν κιόλας. s

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 21


μΙΑ κΑΘημερΙνη 46ΑρΑ

© Lesley Leslie-Spinks

Η Σιλβί Γκιλέμ στη χορογραφία του Ματς Εκ, Ajo (Αντίο). Η χορεύτρια χορεύει στους ήχους της Σονάτας για πιάνο, έργο 111, του Μπετόβεν, με ερμηνευτή τον Ίβο Πογκορέλιτς.


Σιλβί Γκιλέμ

τσουνάμι 6.000 μίλια μακριά Ο Γουίλιαμ Φόρσαϊθ, ο Ματς Εκ και ο Γίρζι Κίλιαν υπογράφουν τις τρεις χορογραφίες της Σιλβί Γκιλέμ, που παρουσιάζονται στο Ηρώδειο, 19 και 20 Ιουλίου. Η παράσταση έχει τίτλο 6.000 μίλια μακριά και παραπέμπει στον πρόσφατο σεισμό της Ιαπωνίας (αγαπημένης χώρας της καλλιτέχνη) και στο φονικό τσουνάμι που ακολούθησε... Από τη Νίκη Ορφανού


A

ν και ασυνήθιστο για μπαλαρίνα, η γοητευτική Γαλλίδα χορεύτρια (που περιέγραψε κάποτε τον εαυτό της ως «ένα ψηλό σπαράγγι») δεν ασχολήθηκε με το χορό παρά όταν ήταν ήδη έντεκα χρονών, και μάλλον αρχικά από απλή περιέργεια. Γι’ αυτήν, ο χορός φαινόταν σαν μια καινούργια πρόκληση. «Ήθελα να δω πόσο μακριά μπορώ να πάω, αλλά και τι μπορεί να κάνει το σώμα μου». Στα 46 της χρόνια, η Σιλβί Γκιλέμ δοκιμάζει ακόμα αυτά τα όρια. Έχοντας από το 2000 ανταλλάξει τους κανόνες και τις τεχνικές του κλασικού ρεπερτορίου με την εικονοκλαστική δύναμη του μυαλού και του σώματός της, ψάχνει συνεχώς για νέες προκλήσεις. Κατά τ’ άλλα, ζει με σχετική ανωνυμία στο Νότινγκ Χιλ του Λονδίνου, ταξιδεύει συχνά και οραματίζεται έναν κήπο. Η ιδέα του ν’ αποσυρθεί δεν της είναι άγνωστη. «Το σκέφτομαι συχνά, και για αρκετά χρόνια», έχει ομολογήσει. «Μερικές φορές αναρωτιέμαι: γιατί τα κάνω όλα αυτά; Νιώθω κουρασμένη και κάπως χαμένη... Αλλά μετά ξυπνάω, και η σκέψη μιας νέας πρόκλησης με συναρπάζει». Η Σιλβί Γκιλέμ έχει χορέψει αρκετές φορές στην Αθήνα, στο πλαίσιο του Ελληνικού Φεστιβάλ. Επιστρέφει φέτος με το 6.000 μίλια μακριά, που υπογράφουν τρεις κορυφαίοι χορογράφοι, ο Γουίλιαμ Φόρσαϊθ, ο Ματς Εκ και ο Γίρζι Κίλιαν. Ο τίτλος αναφέρεται στo πρόσφατo τσουνάμι και την καταστροφή που προκάλεσε στην Ιαπωνία, μια από τις αγαπημένες χώρες της καλλιτέχνη. Το 6000 μίλια μακριά αποτελείται από τρεις χορογραφίες: οι δύο απ’ αυτές, από τους Γουίλιαμ Φόρσαϊθ και Ματς Εκ, είναι φτιαγμένες ειδικά για τη Σιλβί Γκιλέμ και αφορούν, πολύ απλά, στη σχέση ανάμεσα στο χορό και το να γερνάς. Η Σιλβί Γκιλέμ γερνάει και το διασκεδάζει: στις δύο χορογραφίες είναι ντυμένη σαν μεσήλικη γυναίκα που ψωνίζει τα ρούχα της απ’ τη λαϊκή αγορά (κλείνοντας ίσως το μάτι σε όλους εκείνους που ήθελαν επί χρόνια να την παρουσιάζουν ως μια αυτάρεσκη κοκέτα, «κολλημένη» με την εικόνα της). Παρά το... καμουφλάζ, όμως, η 46χρονη χορεύτρια είναι σαγηνευτική όσο ποτέ, και ταυτοχρόνως εντυπωσιάζει με την εκπληκτική τεχνική της, την οποία καθόλου δεν φαίνεται να έχει αγγίξει ο χρόνος. Η τρίτη χορογραφία, με την υπογραφή του κορυφαίου Γίρζι Κίλιαν και με τίτλο 27’52’’, υπήρξε η αφορμή για μπόλικα ανασηκωμένα φρύδια, κυρίως αυτά των Βρετανών κριτικών, κατά την παγκόσμια πρεμιέρα του έργου στο Λονδίνο, στο Sadler’s Wells. Όχι μόνο δεν εμφανίζεται σ’ αυτήν η ίδια η Γκιλέμ, αλλά και η ίδια η δημιουργία δεν φαίνεται να ταιριάζει θεματολογικά με τις άλλες δύο. Βέβαια, η Γαλλίδα σταρ δεν αρνήθηκε ποτέ ότι έχει τις

δικές της απόψεις για την τέχνη και γενικότερα... Αυτή είναι η τέταρτη φορά που η χορεύτρια συνεργάζεται με τον Αμερικανό χορογράφο Γουίλιαμ Φόρσαϊθ. Πολύ γνωστό ανάμεσα στις προηγούμενες συνεργασίες τους είναι το In the Μiddle, Somewhat Elevated, που ο χορογράφος δημιούργησε το 1987, και το οποίο, αν και κατατάσσεται στις πιο mainstream δουλειές του, ανέδειξε τις εκπληκτικές δυνατότητες της νεαρής τότε χορεύτριας. Το νέο κομμάτι φέρει τον τίτλο Rearray, και χαρακτηρίστηκε ως «μια πυθαγόρεια μελέτη της ουσίας της κίνησης». Πρόκειται για ένα ντουέτο που η καλλιτέχνης ερμηνεύει με τον Νικολά Λε Ρις, επίσης «παιδί» του Μπαλέτου της Όπερας του Παρισιού. Είναι μια χορογραφία σύντομη σε διάρκεια αλλά εξαιρετικά φιλόδοξη. Ξεκινά με τις αρχές του κλασικού μπαλέτου, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του Μπαλέτου της Όπερας του Παρισιού –από το οποίο η Σιλβί Γκιλέμ απέδρασε το 1989 για να δοκιμάσει νέες φόρμες– και προχωρά σε άλλες αναζητήσεις, αυτές που εκφράζουν τη χορεύτρια τα τελευταία δέκα χρόνια. Η δουλειά αυτή είναι έτσι ένα σχόλιο πάνω στην παραδοσιακή φόρμα και τις δυνατότητές της, αλλά και μια ματιά στην ίδια την ιστορία της Γκιλέμ. Το Rearray διακρίνεται από μια διάθεση εσωτερικότητας, καθώς οι χορευτές φαίνονται χαμένοι στην εξερεύνηση της ίδιας τους της τέχνης, προσπαθώντας ν’ αναδείξουν μονοπάτια και πιθανότητες αγάπης και αφοσίωσης. Στο τέλος, οι δύο φιγούρες χάνονται στο σκοτάδι, ακόμα χορεύοντας, για πάντα... Αυτή τη χορογραφία τη δούλεψε ο Γουίλιαμ Φόρσαϊθ, γνωστός για τη διάθεσή του να συνδημιουργεί με τους χορευτές του, μαζί με τη Σιλβί Γκιλέμ σ’ ένα στούντιο του Sadler’s Wells του Λονδίνου. Οι ιδέες του Φόρσαϊθ προέκυπταν μέσα από εξαντλητικές θεωρητικές ασκήσεις τις οποίες έδινε στους χορευτές. Κατόπιν, δούλεψαν πάνω στη δομή της χορογραφίας, που ακολουθεί τη μουσική του συνθέτη Ντέιβιντ Μόροου. «Την πρώτη βδομάδα δουλειάς με τον Μπιλ (Φόρσαϊθ), δεν μπορούσα να περπατήσω μετά τις πρόβες· κυριολεκτικά σερνόμουν. Δεν ήταν ότι οι κινήσεις ήταν τόσο δύσκολες, έφταιγε ο ρυθμός που ήταν εξουθενωτικός. Έπρεπε να είμαι διαρκώς σε ετοιμότητα, να καταλαβαίνω τι λέει και να βρίσκω ένα τρόπο να το μεταφράζω σωματικά. Ήταν πραγματικά μια δύσκολη αποστολή. Αλλά η αλήθεια είναι ότι μ’ αρέσει να δουλεύω σ’ αυτό το στυλ, ερμηνεύοντας δηλαδή τον δημιουργό – είναι κάτι που μου ταιριάζει. Είναι επώδυνο σωματικά αλλά η ανταμοιβή είναι μεγάλη...» Λίγους μήνες νωρίτερα, το Δεκέμβριο του 2010, η Σιλβί Γκιλέμ είχε πάρει το αεροπλάνο για τη Στοκχόλμη, για να δουλέψει, για τρίτη φορά, με τον Σουηδό

24 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]

χορογράφο Ματς Εκ. Ο ίδιος είχε στη διάθεσή του μόνο δεκαπέντε μέρες για να ολοκληρώσει αυτή τη χορογραφία, και η πίεση ήταν μεγάλη. Πρόκειται για ένα σόλο που ονομάζεται Αντίο, τίτλο που δανείζεται από την τελευταία σονάτα για πιάνο του Μπετόβεν. Κατά τη διάρκεια της πρόβας, το κομμάτι αυτό έπαιζε διαρκώς, όσο η Γκιλέμ επαναλάμβανε τις κινήσεις που της έδειχνε ο χορογράφος. Σ’ ένα δεύτερο στάδιο, η Σιλβί Γκιλέμ τις προσάρμοζε στη δική της γλώσσα, κάνοντας τη χορογραφία δική της. «Κάποιοι χορογράφοι θέλουν τη συμμετοχή σου στη δημιουργία μιας χορογραφίας. Περιμένουν από σένα να προτείνεις δικά σου πράγματα, να πειραματίζεσαι, να αυτοσχεδιάζεις. Αυτός ο τρόπος δουλειάς εμπεριέχει για τον χορευτή ένα μεγάλο ρίσκο: οι ιδέες σου και οι προτάσεις σου μπορεί και να απορριφθούν! Αλλά, απ’ την άλλη, είναι μια δημιουργική διαδικασία που σε κάνει να εξερευνάς τον εαυτό σου και τις δυνάμεις σου όσο καμία άλλη. Ο Γουίλιαμ Φόρσαϊθ, για παράδειγμα, επιδιώκει τη συμμετοχή, το να βρίσκεσαι εκεί, σωματικά όσο και πνευματικά, και να συνεισφέρεις. Άλλοι προτιμούν να σε κατευθύνουν, να σε οδηγούν στον δικό τους κόσμο. Σε κάθε περίπτωση, έχω ανάγκη να νιώσω ότι η δουλειά του χορογράφου, η γλώσσα του, το σύμπαν του, με αφορά», εξηγεί η ίδια σε συνέντευξή της σε λονδρέζικη εφημερίδα. «Γιατί κάθε δουλειά είναι προσωπική για τον χορευτή. Αν δεν τη νιώθει δική του, αν αισθάνεται ότι καλείται να αναπαραγάγει απλώς κάτι που δεν είναι δικό του, τότε δεν του προσφέρει τίποτα. Άλλωστε, αν δεν αισθάνεσαι δική σου τη δουλειά που ερμηνεύεις, ποτέ δεν θα καταφέρεις να την επικοινωνήσεις στο κοινό. Είτε είσαι χορευτής του κλασικού μπαλέτου είτε του σύγχρονου χορού, η ειλικρίνεια είναι σημαντική, έχει να κάνει με τις επιλογές σου».

O

ι πρόβες για το Αντίο μάλλον δεν ήταν περίπατος για τη Γαλλίδα χορεύτρια, που έπρεπε να συνεχίσει με γρήγορους ρυθμούς, παρά το ότι αρρώστησε με γρίπη. Το αποτέλεσμα όμως δικαίωσε τις προσπάθειές της. Στο Αντίο βλέπουμε αρχικά το πρόσωπο της Γκιλέμ μέσα από μια στενόμακρη οθόνη, ενώ αργότερα εμφανίζεται και η ίδια στη σκηνή, για να συμπληρώσει, να αμφισβητήσει, να παίξει με την κινηματογραφημένη της εκδοχή. Η ταινία μοιάζει κάποιες φορές με αντανάκλαση της χορεύτριας. Εδώ έχουμε μια γυναίκα που αποχαιρετά την ελευθερία, ή ίσως τη νεότητα... Είναι, ωστόσο, ένα χαρούμενο και συγκινητικό κομμάτι,

ιδιαίτερα θεατρικό, με αρκετή δόση χιούμορ. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το Αντίο θυμίζει μια γιορτή για τη ζωή που έχουμε ήδη ζήσει. Η Σιλβί Γκιλέμ έχει, άλλωστε, πολλούς λόγους για να γιορτάζει τη ζωή που έζησε. Ως κόρη γυμνάστριας, ασχολήθηκε από νωρίς με το σώμα της, και μάλιστα παρά λίγο να μπει στη γαλλική ολυμπιακή ομάδα. Εκείνο τον καιρό, την ξεχώρισε ο διευθυντής της Σχολής Μπαλέτου της Όπερας του Παρισιού και της πρόσφερε μια θέση στη σχολή. Η Σιλβί ήταν μόλις 11 χρονών, αλλά ήξερε να λέει «ναι» στις προκλήσεις. Στα δεκαεννιά της, αναδείχτηκε etoile από τον Ρούντολφ Νουρέγιεφ που είχε αναλάβει, από το 1983, καλλιτεχνικός διευθυντής του διάσημου Μπαλέτου της Όπερας του Παρισιού. Αλλά γρήγορα η νεαρή χορεύτρια ήταν έτοιμη ν’ ανοίξει τα φτερά της και πέρα απ’ το συγκεκριμένο Μπαλέτο, σε άλλες σκηνές και σ’ άλλες συνεργασίες, κάτι που την έφερε αντιμέτωπη με τον πεισματάρη Νουρέγιεφ. Το 1989, η Σιλβί, σε ηλικία μόλις 24 χρονών, εγκατέλειψε το Μπαλέτο της Όπερας του Παρισιού και κατέφυγε στο Λονδίνο: το Βασιλικό Μπαλέτο του Λονδίνου δέχτηκε τη νεαρή σταρ με ενθουσιασμό. Εκεί δούλεψε με πολλούς σύγχρονους χορογράφους και τελειοποίησε την τεχνική της – αλλά η όρεξή της ν’ ανακαλύψει νέα πράγματα μεγάλωνε. Η Σιλβί Γκιλέμ ήθελε να σπρώχνει διαρκώς τα όριά της. «Είμαι σαν παιδί που θέλει να εκπλήσσεται. Έχω μεγάλη περιέργεια, θέλω να μαθαίνω συνεχώς κάτι καινούργιο, ακόμα κι όταν αυτό σημαίνει ότι ξεβολεύομαι, ή ακόμα κι ότι μπαίνω σε μπελάδες. Αλλά δεν μ’ αρέσει να δουλεύω με συνταγές – αυτές μπορούν να εγγυηθούν μια καλή δουλειά, αλλά ποτέ μια εξαιρετική». Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η Σιλβί Γκιλέμ –που είχε κατακτήσει τον τίτλο «Δεσποινίς Όχι» διεκδικώντας το δικαίωμα να αρνείται προτάσεις, να επιλέγει τα κοστούμια της και να επιτρέπει μόνο σε ορισμένους δημοσιογράφους να τη φωτογραφίζουν– ένιωσε ότι, όσον αφορούσε στο κλασικό μπαλέτο, είχε κάνει τα πάντα κι ότι ήταν έτοιμη να δοκιμάσει άλλα πράγματα. «Δεν ήθελα να χάνω χρόνο με πράγματα που δεν μ’ ενδιέφεραν. Δυστυχώς, αν το πεις αυτό, θεωρείσαι επαναστάτης», έχει πει η ίδια. Αν, όμως, η αναζήτηση νέων συνεργασιών με σημαντικούς χορογράφους του σύγχρονου χορού –ανάμεσά τους ο Ράσελ Μάλιφαντ, ο Άκραμ Καν, αλλά και ο Ρομπέρ Λεπάζ– και η διάθεση για ανανέωση της γλώσσας του κλασικού μπαλέτου υπήρξαν ένα μεγάλο στοίχημα, η Σιλβί Γκιλέμ σίγουρα το κέρδισε, μολονότι ποτέ δεν δέχτηκε ότι εγκατέλειψε τον κλασικό χορό. Άλλωστε, όπως τονίζει η ίδια, δεν πιστεύει πολύ στους θεωρητικούς διαχωρισμούς. Η ουσία βρίσκεται πάντα αλλού. s

ΧοροΣ


«Την πρώτη βδομάδα δουλειάς με τον Μπιλ (Φόρσαϊθ), δεν μπορούσα να περπατήσω μετά τις πρόβες· κυριολεκτικά σερνόμουν. Δεν ήταν ότι οι κινήσεις ήταν τόσο δύσκολες, έφταιγε ο ρυθμός που ήταν εξουθενωτικός». Η Σιλβί Γκιλέμ εξηγεί τον πόνο της χορεύτριας.

Info Sadler’s Wells – Σιλβί Γκιλέμ 6.000 μίλια μακριά Χορογραφίες Εκ, Φόρσαϊθ, Κίλιαν Η διεθνώς καταξιωμένη χορεύτρια έρχεται στην Αθήνα για να παρουσιάσει ένα πρόγραμμα που έκανε πρεμιέρα στις αρχές Ιουλίου στο Λονδίνο. Χορογραφίες Ματς Εκ, Γουίλιαμ Φόρσαϊθ και Γίρζι Κίλιαν για δύο βραδιές μόνο. Με την υποστήριξη της Rolex. Ωδείο Ηρώδου Αττικού 19-20 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 50€, 45€, 40€, 35€, 20€ (Άνω διάζωμα), 15€/20€ (Φοιτητικό), 15€ (ΑΜΕΑ)

© Lesley Leslie-Spinks

ΔυΣκοΛη ΔουΛεΙΑ


© Gilles Tapie

σταρ

με τους δικούς της

όρους

Γ

εννημένη Παριζιάνα, έδειξε από νωρίς τις ιδιαιτέρες σωματικές τις δυνατότητες, ξεχωρίζοντας για την εκπληκτική ευλυγισία της. Κόρη γυμνάστριας, προπονήθηκε από νωρίς από τη μητέρα της, και μάλιστα με τόση επιτυχία που υπήρξε υποψήφια για τη γαλλική ολυμπιακή ομάδα. Όλα αυτά, ώς τη μέρα που την πρόσεξε ο τότε διευθυντής της Σχολής Μπαλέτου της Όπερας του Παρισιού και της προσέφερε μια θέση στη σχολή. Η Σιλβί ήταν 11 χρονών. Πέντε μόλις χρόνια αργότερα, συμμετείχε σε παράσταση της Όπερας του Παρισιού και δύο χρόνια μετά το ντεμπούτο της βρέθηκε αίφνης κάτω από τους προβολείς της δημοσιότητας κερδίζοντας το πρώτο βραβείο στον Διε-

θνή Διαγωνισμό Μπαλέτου Varna. Την επόμενη χρονιά, το 1983, ο Ρούντολφ Νουρέγεφ έγινε καλλιτεχνικός διευθυντής του Μπαλέτου της Όπερας του Παρισιού. Θέλοντας να βάλει το στίγμα του και να προωθήσει νέα ταλέντα, δίνει στην 18χρονη Σιλβί, έναν μεγάλο ρόλο στον Δον Κιχώτη του. Καθώς εκείνη αποδεικνύεται αντάξια της εμπιστοσύνης του, οι ευκαιρίες που της προσφέρει αυξάνονται. Η Γκιλέμ χορεύει σημαντικούς ρόλους στις παραστάσεις του αλλά και σε χορογραφίες του Μπαλανσίν, του Ρόμπινς και άλλων σημαντικών χορογράφων διευρύνοντας την παιδεία και καλλιεργώντας τις δεξιότητές της. Από την επόμενη χρονιά, και μετά την επιτυχία της στη Λίμνη των Κύκνων, η Γκιλέμ γίνεται η παρτενέρ του Νουρέγεφ στη σκηνή και εμφανίζεται σε ολοένα και πιο τολ-

26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]

μηρές παραγωγές, πετυχαίνοντας πάντα να κλέβει την παράσταση. Ο Φόρσαϊθ είναι ένας από τους σημαντικούς χορογράφους που αναγνωρίζει και χρησιμοποιεί στο έπακρο το ταλέντο της, χτίζοντας πρωταγωνιστικούς ρόλους γύρω της. Η ακραία, ανατρεπτική και κάποτε ριψοκίνδυνη κίνησιολογία του, αποτελεί το ιδανικό περιβάλλον για να προχωρήσει η Γκιλέμ πέρα από τις κλασικές φόρμες. Το 1989 η εικοσιτετράχρονη Σιλβί σόκαρε τον Νουρέγεφ εγκαταλείποντας το Μπαλέτο της Όπερας του Παρισιού για να χτυπήσει την πόρτα του Βασιλικού Μπαλέτου του Λονδίνου, που τη δέχεται ανενδοίαστα – τι ειρωνεία αφού εκείνος τους την είχε συστήσει! Στο Λονδίνο, η Γκιλέμ ξεκινά με τη Λίμνη των Κύκνων. Η παράσταση γίνεται δεκτή με ενθουσια-

σμό. Η φινέτσα, το βάθος και η τόλμη της επί σκηνής επαινούνται, αλλά και πάλι επικρίνεται από μερικούς επειδή επιτρέπει στις σωματικές της ικανότητες να επισκιάζουν την εκφραστικότητα ή την ευαισθησία της σε σχέση με το ρόλο. Στο Λονδίνο τελειοποίησε την τεχνική της, εκφραστικά και τεχνικά, φτάνοντας στα άκρα για να επεκτείνει τα όριά της. Δούλεψε με πολλούς σύγχρονους χορογράφους, αλλά ίσως η σχέση της με τον Μορίς Μπεζάρ να ήταν η σημαντικότερη. Οι προκλήσεις που της προσέφερε εκείνος στάθηκαν καταλυτικές, καθώς απαιτούσαν από εκείνη να ενοποιήσει το μέσο με το περιεχόμενο, να χρησιμοποιήσει δηλαδή το κορμί της για να εκφράσει τον βαθύτερο προσωπικό της ηφαιστιογενές τοπίο. Το 1990 επέστρεψε στο Παρίσι για τρεις παραστάσεις που είχαν την απήχηση ροκ συναυλίας, αποδεικνύοντας περίτρανα πια πως εκείνο το όχι στον Νουρέγιεφ ήταν σωστό. Ακολούθησαν πολλά βραβεία, συμπεριλαμβανομένου του Παρασήμου της Λεγεώνας της Τιμής που της απένειμε ο Φρανσουά Μιτεράν, και παραστάσεις στη Μόσχα, τη Νέα Υόρκη και ολόκληρο τον κόσμο. Μέχρι σήμερα, η ηλεκτροφόρα σκηνική παρουσία της ενθουσιάζει τους κριτικούς και ξεπουλά τα εισιτήρια. Δίνοντας πάντοτε το προσωπικό της στίγμα, προσδίδει άκρα δεξιοτεχνία, θεατρικότητα, χάρη και δύναμη σε κάθε της ρόλο. Με το ιδανικό της σώμα, την εκφραστικότητα των πράσινων ματιών της, τη χαρισματική σωματική ευφυΐα της και τις εκπληκτικές εκτάσεις των μακριών ποδιών της, αποτελεί σίγουρα μοναδική περίπτωση. Μέχρι σήμερα, η «Δεσποινίς Όχι», αρνείται να έχει ατζέντη, «επειδή, τελικά, εσύ θα πάρεις την απόφαση έτσι κι αλλιώς». Τα πολλά όχι της καριέρας της (όχι αυτή η χορογραφία, όχι αυτός ο παρτενέρ, όχι αυτό το θέατρο) την έχουν γλιτώσει από τους συνήθεις τραυματισμούς του επαγγέλματος – λέγοντας όχι σέβεται τον εαυτό της, επαγγελματικά, αλλά και προσωπικά: δεν δέχτηκε ποτέ να απαλύνει τις εκφραστικές της ρυτίδες, να βάψει τα μαλλιά της, που πια γκριζάρουν ή να στολιστεί για μια συνέντευξη. Όταν πριν από λίγα χρόνια δέχτηκε να φωτογραφηθεί για τη «Vogue», ξεσήκωσε αντιδράσεις, κάνοντάς το και πάλι με τους δικούς της όρους: γυμνή, ξυπόλυτη, εντελώς άβαφη και με λυτά μαλλιά. «Αυτή είμαι». Υπάρχουν πάντα εκείνοι που επιμένουν πως τα ανοίγματά της κατέστρεψαν τη γραμμή του κλασικού μπαλέτου. Και κάποιοι άλλοι απαντούν πως τα ανοίγματα αυτά (σήμα κατατεθέν της) απλά διεύρυναν τα όρια της τέχνης της, ανοίγοντας νέους δρόμους για τις μπαλαρίνες του μέλλοντος. Εξάλλου, έχει χορέψει κλασικούς και σύγχρονους ρόλους με την ίδια επιτυχία, έχει χορογραφήσει, και η καριέρα της ακόμη ακμάζει – ποιος ξέρει σε ποια κατεύθυνση θα την οδηγήσει στο μέλλον το δυνατό της ένστικτο και τα περίφημα όχι της… s

ΧοροΣ


© Nigel Norrington © Erick Labbe

2

1 4

© Bill Cooper

3

5

ΣτΙΓμεΣ μΙΑΣ ΛΑμΠρηΣ ΠορεΙΑΣ 1. Η Σιλβί Γκιλέμ σε γιαπωνέζικο περιβάλλον. Eonnagata (2009), σε σκηνοθεσία Ρομπέρ Λεπάζ, εκτελεί μια χορογραφία του παλαιού συνεργάτη της Ράσελ Μάλιφαντ. 2. Ένα πολυσυζητημένο ντουέτο, που είδαμε και στο Ηρώδειο, το 2007. Ο Άκραμ Καν και η Σιλβί Γκιλέμ στην παράσταση Sacred Monsters. 3. Αυτοπροσωπογραφία για το περιοδικό Vogue, που αναπαρήχθη αρκετές φορές - πιο πρόσφατα, στο εξώφυλλο του εβδομαδιαίου ένθετου περιοδικού της γαλλικής Monde. 4. To σόλο της Σιλβί Γκιλέμ στο Μπολερό του Ραβέλ, σε χορογραφία του Μορίς Μπεζάρ, είχε εντυπωσιάσει και συγκινήσει τους θεατές του Ηρωδείου, το καλοκαίρι του 2008, που χειροκροτούσαν περί τα 15 λεπτά. 5. Push, μια παράσταση του 2005, με τη Σιλβί Γκιλέμ και τον Ράσελ Μάλιφαντ.


α ρ τ σ ή ν μ ι α τ υ κλ ος ε

Χώρ

Φιλαρέτη κομνηνού

η κλυταιμνήστρα

κάνει κακές

παρέες «Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 είχα παίξει την Ηλέκτρα με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδας, σε σκηνοθεσία Ανδρέα Βουτσινά. Θυμάμαι λοιπόν πως, όταν τελειώσαμε τις παραστάσεις, είχα πει μέσα μου πως τώρα πια θέλω να παίξω την Κλυταιμνήστρα. Θέλω να περάσω στο απέναντι στρατόπεδο και να καταλάβω τον κόσμο της». Λόγια της Φιλαρέτης Κομνηνού, που φέτος, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες της Άντζελας Μπρούσκου, έχει την ευκαιρία να προσεγγίσει τον κόσμο ενός από τα πιο πολύπλοκα πρόσωπα του αρχαίου δράματος. Από την Κατερίνα Κόμητα Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου


Αποκαλύψτε μας λίγα πράγματα για την παράσταση με τον τίτλο Κλυταιμνήστρα – Χώρος Ε. Πρόκειται για περφόρμανς που βασίζεται σε σύνθεση από κείμενα, βασικός άξονας των οποίων είναι το πρόσωπο της Κλυταιμνήστρας - κείμενα από τις τραγωδίες Αγαμέμνων και Ηλέκτρα, από έργα των Χόφμανσταλ, Σαρτρ και Μπρίκνερ, ενώ περιλαμβάνονται και διάσπαρτες φράσεις που έχουν ειπωθεί κατά καιρούς από γυναίκες οι οποίες έχουν διαπράξει φόνο. Δεν είμαι τόσο το πρόσωπο της Κλυταιμνήστρας του αρχαίου δράματος, αλλά περισσότερο η μορφή ή η συμπεριφορά της γυναίκας-μάνας που μένει έξω από το πεδίο της μάχης και εισπράττει το αποτέλεσμα και την απώλεια του άντρα και του παιδιού της. Όλο αυτό ακούγεται σαν μια μελέτη που προσπαθεί να ρίξει φως σ’ ένα από τα πιο αινιγματικά πρόσωπα του αρχαίου δράματος… Είναι σαν να έχεις ένα φακό και κάθε φορά, μέσα απ’ την ματιά ενός διαφορετικού συγγραφέα, να φωτίζεις το πρόσωπο της Κλυταιμνήστρας από άλλη οπτική γωνία: τη μια στιγμή μπορεί να είναι η γυναίκα-τιμωρός, την επόμενη ένα φοβισμένο πλάσμα, ενοχικό, που αγωνιά για την επερχόμενη τιμωρία, ενώ λίγο αργότερα μπορεί να ξαναγίνει τόσο επικίνδυνη, όσο μόνο ένα θηλυκό μπορεί να γίνει, αν το υποτιμήσεις ή το προσβάλεις. Υπάρχουν πάρα πολλές διαφορετικές εκδοχές της Κλυταιμνήστρας και η δική μας προσέγγιση λειτουργεί σαν καλειδοσκόπιο. Αυτή είναι η πρώτη φορά που συνεργάζεστε με την Άντζελα Μπρούσκου. Πώς ήταν η συνεργασία σας; Δημιουργική κι εκρηκτική, με την έννοια ότι οι πρόβες μας δεν ήταν καθόλου «καθισμένες» και «καθώς πρέπει». Επίσης, η συνεργασία μας είχε και χιούμορ, ειδικά όταν συναντιόμασταν με τα κορίτσια της ορχήστρας σ’ ένα στούντιο της οδού Σωκράτους. Εμείς στον τέταρτο όροφο να ψάχνουμε ήχους και να ανακαλύπτουμε μελωδίες και τα «κορίτσια» από κάτω να ψαρεύουν πελάτες. Ε, αυτό, από μόνο του, έχει κάτι το σουρεαλιστικό… Θυμάστε μια χρονιά-σταθμό στην καριέρα σας; Το 2002, όταν πήγα για πρώτη φορά στο Φεστιβάλ της Αβινιόν. Εκείνο ήταν το πιο σημαντικό και συμβολικό καλοκαίρι. Εκεί ανακάλυψα για πρώτη φορά τον Καστελούτσι και εκεί είδα την παράσταση του Βαρλικόφσκι Καθαροί πια. Θυμάμαι πως ζούσαμε κάτι σαν πυρετό: τη μια παρακολουθούσαμε θέατρο σ’ ένα χώρο που θύμιζε σκηνή τσίρκου, την άλλη σε μικρές αποθήκες, καθισμένοι σε εργοστασιακούς πάγκους, κι ύστερα βρισκόμασταν στο επιβλητικό Palais des Pap, ή σ’ ένα κάστρο, τυλιγμένοι σε κάτι κουβέρτες –γιατί έκανε πολύ κρύο θυμάμαι– να βλέπουμε τον Άμλετ του Πίτερ Μπρουκ. Όλο αυτό ήταν σχεδόν ένα πολιτισμικό

ΘEATPO

σοκ… Εκείνο το καλοκαίρι ήταν σαν να άνοιξε ένα παράθυρο στο μυαλό και στην ψυχή μου. Μετά απ’ όλα αυτά, άρχισε να αλλάζει και η δική μου η ματιά πάνω στο θέατρο και η σχέση μου με αυτό. Μου δημιουργήθηκε η ανάγκη να μπω σε μια διαδικασία έρευνας. Τι εννοείτε ακριβώς λέγοντας «άλλαξε η σχέση μου με το θέατρο»; Ότι δεν μ’ ενδιαφέρει και δεν μου αρκεί πια η ασφάλεια του να παίξω ένα ρόλο καλά. Όλο και περισσότερο πιστεύω σ’ αυτό που λέμε «συναντήσεις». Δηλαδή να συναντηθούμε θεατρικά, με ρίσκο πάντα και ν’ αποτύχουμε, αφού κανείς ποτέ δεν σου εξασφαλίζει ότι θα βρεθεί το κοινό ενδιαφέρον για μια παράσταση ή ότι δεν θα παιχτούν περίεργα παιχνίδια εξουσίας… Γιατί στις σχέσεις των ανθρώπων, και ειδικά των ανθρώπων του θεάτρου, υπάρχει πολύ έντονο το «εγώ», κι έτσι, ενώ φαινομενικά όλοι θέλουμε να συνεργαστούμε, κάτι στην πορεία μπορεί να ξεστρατίσει. Όταν όμως συμβαίνει να έχεις μια καλή συνάντηση στο θέατρο, ξαναζείς αυτή την ανηλικότητα που είχες όταν ξεκίναγες, κι αυτό είναι πολύ σπουδαίο. Όταν σε μια συνεργασία τα πράγματα δεν πάνε και τόσο καλά, πώς αντιδράτε; Υπήρξαν φορές που έπαιξα τον ρόλο αμυντικά. Τον πήρα αγκαλιά, όπως παίρνει κανείς το σωσίβιό του όταν βλέπει πως το καράβι αρχίζει να μπάζει νερά. Για να το πω αλλιώς, λειτούργησα μ’ ένα ένστικτο επιβίωσης. Φυσικά, όπως καταλαβαίνετε, σε μια τέτοια περίπτωση, δεν μπορεί κανείς ν’ απογειωθεί ερμηνευτικά. Κι αφού ο λόγος για ενδιαφέρουσες θεατρικές συναντήσεις και συρραφές κειμένων, πώς ερμηνεύετε αυτή την τάση, που ολοένα και μεγαλώνει, για δημιουργία μέσα απ’ αυτό που ονομάζουμε devised theater, ενός θεάτρου δηλαδή που το θεατρικό κείμενο δημιουργείται κάθε φορά από τους συντελεστές, αλλά και μέσα από μια διαδραστική διαδικασία (interactive theater); Είναι ολοφάνερο ότι, τουλάχιστον την τελευταία δεκαετία, ολοένα και περισσότερο παρουσιάζεται η ανάγκη να καταργηθεί η ορθόδοξη θεατρική γραφή που είναι πολύ συγκεκριμένη. Μια εξήγηση θα μπορούσε να είναι πως οι δημιουργοί νιώθουν καταπιεσμένοι από τη στέρεα δομή ενός θεατρικού έργου. Απ’ την άλλη, η αποδόμηση της κανονικής συγγραφής σου προσφέρει σίγουρα μια άλλη ελευθερία. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν πάψει να με γοητεύουν τα μεγάλα έργα, και πάντα θα θέλω να μπαίνω στη διαδικασία να ερμηνεύσω ένα ρόλο με την ψυχολογική μέθοδο. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, διδάσκοντας και στη σχολή του Εθνικού και στο Πανεπιστήμιο, έχω επηρεαστεί από την ανάγκη των νέων παιδιών για έρευνα. Η νέα γενιά απαιτεί ελευθερία και δεν θέλει

να αγκυλώνεται μέσα από τα πολύ συγκεκριμένα πλαίσια που μπορεί να έχει ένα θεατρικό έργο. Μου λέτε δηλαδή ότι κάνετε «κακές παρέες»… Σας λέω ότι είμαι πολύ τυχερή που έχω την ευκαιρία να έρχομαι σε επαφή με τα παιδιά αυτής της γενιάς. Ξέρετε, η υποκριτική είναι κάτι το πολύ ρευστό, διαμορφώνεται. Γι’ αυτό και μ’ ενοχλεί ο δογματισμός και το απόλυτο στα θέματα της τέχνης. Δηλαδή, ποιος μου εγγυάται εμένα ότι αυτό που σήμερα θεωρούμε σύγχρονη υποκριτική δεν θα το αντιμετωπίσει με ειρωνεία και χλευασμό μια άλλη γενιά ηθοποιών σε δυο δεκαετίες από σήμερα; Ας μην ξεχνάμε πως και εμείς, ως γενιά, σταθήκαμε επικριτικά στην υποκριτική της δεκαετίας του ’60… Έχετε φανταστεί ποτέ τον εαυτό σας σε ρόλο σκηνοθέτη; Δεν ξέρω. Καμιά φορά οι ηθοποιοί ίσως να κρύβουμε κι έναν σκηνοθέτη μέσα μας. Πόσο μάλλον όταν περνάμε πολλά χρόνια στα πλαίσια του ερμηνευτή-ηθοποιού. Τότε ίσως αρχίζουμε να αισθανόμαστε ότι κάτι μας λείπει και φλερτάρουμε με την ιδέα να δούμε το πράγμα στο σύνολό του. Παρ’ όλα αυτά, προς το παρόν, κρατάω το ρόλο του ερμηνευτή. Aργότερα δεν ξέρω τι θα κάνω… Τι είναι αυτό που, προς το παρόν, σας κρατάει και δεν περνάτε στην άλλη όχθη; Μπορεί να είναι ο φόβος – και δεν μιλάω για το φόβο της έκθεσης. Ξέρετε, κάθε επιθυμία δημιουργεί αυτόματα κι ένα φόβο. Λαχταράς, επιθυμείς κάτι, αλλά ταυτόχρονα το φοβάσαι κιόλας. Όταν αργότερα θ’ απαλλαγώ απ’ αυτό το φόβο, μπορεί και να το δοκιμάσω. Η εξωτερική σας εμφάνιση τι ρόλο έπαιξε στην καριέρα σας; Το πιστεύεις δεν το πιστεύεις, στα πρώτα δέκα χρόνια ούτε που μου περνούσε από το νου. Μόνο όταν άρχισα να κάνω τηλεόραση ανοίχτηκε αυτό το περίεργο κεφάλαιο. Ίσως εκεί να με απασχόλησε –ή είδα να απασχολεί τους άλλους– αυτό που λέγεται «εμφάνιση». Καταλάβαινα ότι οι ρόλοι που μου προτείνανε είχαν να κάνουν πάντα με την εμφάνιση. Και τότε φρόντισα, όσο γινόταν, ν’ αντισταθώ, γιατί, χωρίς να το καταλάβεις, μπορεί να σε τοποθετήσουν και να σε καθορίσουν ως κάτι συγκεκριμένο. Και, αντιστεκόμενη, έχασα βέβαια αρκετά χρήματα… Αυτό που αναφέρεται ως «σκηνική παρουσία», τι είναι τελικά; Καλλιτεχνικό βάρος, γοητεία, μαγνητισμός; Είναι κάτι που το αισθάνεσαι αυτόματα· που συμβαίνει και το εισπράττεις. Έχω την εντύπωση πως είναι χάρισμα και πως δεν γίνεται να το αποκτήσεις προσπαθώντας. Την τεχνική σου, ναι, μπορεί να τη δουλέψεις, το μαγνητισμό όχι… Επίσης, έχω καταλήξει πως αυτή η ενέργεια αυξάνεται την ώρα που ο ηθοποιός, επί

σκηνής, νιώθει μια εσωτερική αρμονία. Είναι δηλαδή ευχαριστημένος μ’ αυτό που κάνει, χωρίς αυτή η ικανοποίηση να μετατρέπεται σε κάτι παραμορφωτικό, σε επίδειξη δεξιοτεχνίας. Ακόμα, πιστεύω ότι η σκηνική παρουσία δεν έχει να κάνει μόνο με τη δεξιοτεχνία του ηθοποιού, αλλά και με το αν ο άλλος παίζει μ’ έναν τρόπο επικίνδυνο· αν ρισκάρει. Τι εννοείτε να παίζει με «τρόπο επικίνδυνο»; Έχω δει ηθοποιούς που παίζουν σαν να έχει «τριπάρει» το μυαλό τους, κι αυτό αυτόματα περνάει στο σώμα του· κι ύστερα στο σώμα του θεατή. Είναι σαν ο ηθοποιός να εκλύει μια ενέργεια που έχει να κάνει με το βαθμό συγκέντρωσής του, αλλά και με το βαθμό της ευχαρίστησης του. Στον αντίποδα, βλέπεις άλλους ηθοποιούς να παίζουν με μια αμηχανία επί σκηνής, σαν να μην ξέρουν τι ακριβώς κάνουν, που βρίσκονται. Σαν να μην τους ικανοποιεί αυτός ο χώρος, η σκηνή, σαν να μην καταλαβαίνουν τι τους συμβαίνει. Ποια συμβουλή έχετε κρατήσει απ’ αυτές που σας έχουν δώσει; Δεν μου την έχουν δώσει έτσι ακριβώς, αλλά θα σου πω. Για χάρη της δημοσιότητας και της επιτυχίας, να μη χάσω την προσωπική μου ευτυχία. Δεν θα ήθελα σε καμιά περίπτωση να γίνω ένα νευρωσικό άτομο που ζει μέσα στην αγωνία και τη νεύρωση της επιτυχίας. Το έχουν δει τα μάτια μου αυτό, γι’ αυτό το λέω. Και να σου πω κάτι; Αυτός ο πολύ σπουδαίος ηθοποιός ο οποίος ξέρω ότι στη ζωή του είναι μικροπρεπής, ασήμαντος, κομπλεξικός, δυσάρεστος, μ’ ένα σωρό ψυχώσεις και νευρώσεις, παύει να με ενδιαφέρει. Προσωπικά, θα ήθελα να μπορεί να συναντηθεί αυτό που κάνω σαν καλλιτέχνης μ’ αυτό που κάνω στη ζωή μου. Να γίνει δηλαδή η ζωή μου ένα έργο τέχνης. Για μένα αυτό είναι το ιδανικό, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι το έχω πετύχει κιόλας… Αν ξεκινούσατε τη ζωή σας από την αρχή, τι θα αλλάζατε; Τα ίδια θα έκανα. Τόσο καλά τα κάνατε όλα; Όχι, αλλά τα πράγματα δεν μπορείς να τα καθοδηγείς πάντα. Είναι πολύ αστείο να προαποφασίζεις τι θα κάνεις, γιατί πολλές φορές η ζωή έχει άλλη γνώμη κι εσύ, απλώς, ανταποκρίνεσαι… Δηλαδή δεν επιδιώκετε να έχετε πλήρη έλεγχο των πραγμάτων; Είναι κάποιες φορές που παίρνω στα χέρια μου το τιμόνι της ζωής μου, κι άλλες που λέω «Βρε, μήπως η ζωή είναι πιο σοφή από μένα; Άσε να δω που θα με βγάλει». Μπορεί να είναι θέμα σοφίας ή και ηλικίας, αλλά δεν τον μπορώ τον πλήρη έλεγχο, γιατί όταν τον έχεις, σημαίνει ότι λειτουργεί πάρα πολύ το μυαλό σου κι αυτό σε στεγνώνει. Γι’ αυτό κι εγώ, εδώ και πολλά χρόνια, άρχισα να εμπιστεύομαι το ένστικτό μου, κι όλο αυτό που υπάρχει μέσα στην καρδιά. s

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 29


κλυταιμονήςσετρα

Χώρ

Άντζελα μπρούσκου

Δεν είμαι

συνήγορος της κλυταιμνήστρας Το θέατρο δεν είναι δικαστήριο με ενόρκους και εισαγγελείς. Η σκηνοθέτρια με την ερευνητική ματιά το γνωρίζει καλά αυτό, κι ας επιμένει να καταπιάνεται με θέματα βίας και δικαιοσύνης. Αυτή τη φορά επιλέγει ένα πρόσωπο του αρχαίου δράματος, ιδανικό για τα θεατρικά ενδιαφέροντά της, και του δίνει την ικανότητα να περιπλανηθεί στη μνήμη για να αναμετρηθεί με όσους την έπιασαν στο στόμα και στην πένα τους. Είπαμε όμως, όχι απαραίτητα για να την υποστηρίξει. Γιατί η Κλυταιμνήστρα, μυθικό πρόσωπο και σύμβολο για αιώνες, ξέρει πια να υπερασπίζεται τον εαυτό της. Από τον Νικόλα Ζώη Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης


Α

ν η φιλόδοξη ηρωίδα του αρχαίου δράματος είχε με κάποιο τρόπο τη δυνατότητα να εφεσιβάλει την υπόθεσή της και να εγκαινιάσει, όπως ο γιος της, ένα ακόμα επίπεδο κοινωνικής οργάνωσης, ένα σύγχρονο δικαστήριο θα είχε περισσότερα ζητήματα να λάβει υπόψη του. Η Κλυταιμνήστρα μπορεί και να εμφανιζόταν στην αίθουσα αγέρωχη, με τον αέρα μιας vamp, έτοιμη να υποστηρίξει, αν όχι την αθωότητά της, τουλάχιστον το δικαίωμα σε κάποιο ελαφρυντικό. Εξάλλου, για το αν έκανε ή αν δέχτηκε περισσότερο κακό, οι μελετητές της ακόμα ερίζουν. Ενώ, εδώ και αιώνες, τα επιχειρήματα των μαρτύρων κατηγορίας δεν ακούγονται σε όλους ισχυρότερα από εκείνα των μαρτύρων της υπεράσπισης. Αν μάλιστα κάπου στο ακροατήριο καθόταν και η Άντζελα Μπρούσκου, ίσως να έκαναν αισθητή την παρουσία τους και μερικές πτυχές της υπόθεσης ακόμα. Η απόφοιτος του Θεάτρου Τέχνης, η μία εκ των ιδρυτριών του Θεάτρου Δωματίου και υπεύθυνη για πολλές παραστάσεις κλασικού αλλά και ερευνητικού ρεπερτορίου, μπορεί να μην έπαιρνε ξεκάθαρη θέση, θα έπιανε όμως χαρτί και μολύβι και θα σκάρωνε μια παράσταση στην οποία η Κλυταιμνήστρα δεν θα ανήκε σε άλλο γένος παρά σ’ εκείνο που «ήταν πάντα αντικείμενο βίας». Η ίδια προσδιορίζει καταστατικά αυτή την προσέγγιση: «Αισθάνομαι απλά ότι, απ’ την εποχή της Κλυταιμνήστρας μέχρι σήμερα, τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει και τόσο πολύ. Η γυναίκα πάντα ήταν το αντικείμενο βίας, το αποδεικνύουν και οι στατιστικές. Ακόμα κακοποιούνται, κι αυτή η πραγματικότητα σαφώς και αναμετριέται σήμερα με το πρόσωπο μιας γυναίκας όπως εκείνη». Η αρχική αιτία πίσω απ’ την επιλογή της ηρωίδας ποια ήταν; Πάντα μ’ ενδιέφερε, όχι μόνο θεατρικά αλλά και ως γυναίκα, το θέμα της βίας και της κακοποίησης. Απλά, σ’ αυτό το πρόσωπο συναντιούνται ακόμα περισσότερα πράγματα, για τα οποία πρέπει να μιλάμε. Είναι θέματα που έχω αντιμετωπίσει κι εγώ στη ζωή μου. Έχω βρεθεί αντιμέτωπη και με βία σωματική, όταν έπρεπε κάποια στιγμή να υπερασπιστώ τον εαυτό μου. Οι νόμοι, όμως, το κράτος και η κοινωνία, μ’ ένα τρόπο την καλύπτουν και την κουκουλώνουν, όπως κάνει κι η οικογένεια. Είτε γιατί ντρεπόμαστε, είτε γιατί φοβόμαστε, είτε γιατί δεν θέλουμε ν’ αποκαλύψουμε μια αλήθεια που θα εμπλέξει και άλλους ανθρώπους. Γιατί όμως το 2011 μιλάμε ακόμα γι’ αυτά τα ζητήματα; Τόσες λίγες βελτιώσεις έχουν γίνει; Γιατί σε όλες τις θρησκείες και σ’ όλα τα μέρη όπου εντοπίζεται η θρησκευτική εξάρτηση, η γυναίκα είναι ακόμα σύμβολο κακού και πονηριάς. Είναι αυτή η οποία αποπλανεί τον άντρα, αυτή που, σε σχέση μ’ εκείνον, βρίσκεται από κάτω – ποτέ επί

ΘEATPO

ίσοις όροις. Από παλιά, όταν είναι αδιάθετη είναι μολυσμένη και πρέπει ν’ αποφεύγεται. Όταν είναι έγκυος είναι βάρος. Η ελεύθερη σκέψη και γνώμη της έρχονται πάντα σε δεύτερη μοίρα. Υπάρχουν ακόμα χώρες που κάνουν κλειτοριδεκτομή... Το αρχαίο δράμα είχε τρόπους να δικαιώσει τη γυναίκα, να τη βγάλει απ’ τη θέση στην οποία την ήθελε ο κοινωνικός της ρόλος; Παρόλο που η γυναίκα ούτε στη δημοκρατία της αρχαίας Αθήνας είχε δικαιώματα, στην τραγωδία τουλάχιστον μπορούμε να την ακούσουμε, ν’ ακούσουμε τον δημόσιο λόγο της. Στο αρχαίο δράμα μπορούμε να δούμε πολύ καθαρά τη σύνθετη φύση της, η οποία δεν περιλαμβάνει μόνο ένα πράγμα. Δεν είναι η σύζυγος ενός άντρα. Είναι αυτόνομη ύπαρξη, ανεξάρτητη, με γνώμη, που γεννάει παιδιά και τα μεγαλώνει. Ακόμα και να τα σκοτώνει; Να σκοτώνει το γένος του πατέρα, όχι αυτά. Το αρχαίο δράμα κάνει διάλογο μ’ αυτή τη διαφορά. Δεν λέω ότι δικαιολογείται τέτοιος φόνος, δεν πιστεύω όμως ότι υπάρχει γυναίκα που θέλει, για παράδειγμα, να στείλει τα παιδιά της στον πόλεμο για να πεθάνουν. Ο Χάινερ Μίλερ λέει ότι η Ιφιγένεια είναι το πρώτο θύμα του Τρωικού Πολέμου – κάτι που συχνά παραγνωρίζουμε για χάρη των αντρώνθυμάτων. Και κάπου εδώ ερχόμαστε στην Κλυταιμνήστρα. Αν μείνουμε μόνο στο ότι είναι μια άπιστη σύζυγος που σκότωσε τον άντρα της, έχοντας δηλαδή πολύ ποταπά κίνητρα, κάτι παραβλέπουμε απ’ τη φύση της. Δεν είναι μονοσήμαντη. Δεν υποστηρίζω την πράξη της, αλλά η Κλυταιμνήστρα είναι κι ένα όργανο δικαιοσύνης που την απονέμει κατά τη γνώμη της. Και είναι ο τελευταίος κρίκος σε μια αλυσίδα φόνων που έχουν προκληθεί από άντρες. Την παράσταση πλαισιώνει χρήση οπτικοακουστικού υλικού. Πώς συνυπάρχει με την κεντρική αφήγηση; Η μουσική και οι ήχοι έχουν γραφτεί στην πρόβα. Όπως δουλέψαμε με την ηθοποιό, έτσι δουλέψανε και οι μουσικοί, παρακολουθώντας παράλληλα το κείμενο. Όλες οι γρήγορες εναλλαγές τοπίων –γεωγραφικών αλλά και ψυχικών– ενισχύονται μέσα απ’ τη μουσική. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα ταξίδι μέσα στη μνήμη, που ο ήχος το ακολουθεί, το συνοδεύει, το υποστηρίζει. Άλλοτε υπογραμμίζει, και άλλοτε λειτουργεί ενισχύοντας τις εντάσεις της αφήγησης. Κάπως έτσι λειτουργεί και το οπτικό κομμάτι, σαν να είναι όμως και μέρος της ιστορίας. Τι θα ακούσουμε στο έργο; Αποσπάσματα απ’ τα αρχαία κείμενα, από μεταγενέστερους συγγραφείς που καταπιάστηκαν με την Κλυταιμνήστρα και από έργα μελετητών; Την ευθύνη για τη σύλληψη και τη δραματουργία την αναλαμβάνω εγώ. Το νήμα που ενώνει και δίνει μία ομοιογένεια σε

πολύ διαφορετικά κείμενα είναι η προσπάθεια να δούμε την Κλυταιμνήστρα πριν ή μετά τις πράξεις της, να συνδιαλέγεται με τις συνέπειές τους, είτε τις έχει κάνει είτε όχι. Μέσα στο έργο μπορούμε να δούμε την ηρωίδα από διάφορες γωνίες, σαν ένα άτομο πια μοναχικό, που δεν μπορεί να επηρεαστεί απ’ την πραγματικότητα, απ’ το περιβάλλον της ή απ’ την ιστορία – αν θεωρήσουμε ότι η Κλυταιμνήστρα είναι κι ένα πολιτικό πρόσωπο. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να σκέφτεται. Πιο πολύ, λοιπόν, θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει τη δομή μιας ταινίας, ότι είναι ένα μοντάζ. Μέσα στο έργο μάλιστα, ο μύθος της Κλυταιμνήστρας συναντιέται με το μύθο της ηθοποιού-σταρ, η οποία, χωρίς να είναι μεγάλη, αρχίζει να έρχεται αντιμέτωπη με το θάνατο και τα γηρατειά. Και η ηθοποιός θέτει επί σκηνής τα ερωτήματα που η ίδια έχει ν’ αντιμετωπίσει υποδυόμενη το ρόλο σε διάφορες στιγμές του. Πόσο ασφαλές είναι να χαρακτηρίσουμε την Κλυταιμνήστρα μοιραία γυναίκα του αρχαίου δράματος; Ναι, υπάρχει αυτό το στοιχείο. Δεν ήταν αγία η Κλυταιμνήστρα, κι εγώ δεν είμαι συνήγορός της. Ήταν πολύ φιλόδοξη, πολύ όμορφη. Η σχέση της με την εξουσία δεν ήταν απλώς μιας γυναίκας που ήθελε να κυβερνήσει και να πάρει τη θέση του Αγαμέμνονα. Χρησιμοποίησε την περιουσία του κράτους, όπως θα λέγαμε σήμερα, προς όφελός της. Δεν ήταν η βασίλισσα που μοίρασε την περιουσία της στο λαό. Γι’ αυτό κάνει μια προσευχή στον Απόλλωνα, στην οποία αυτό που την απασχολεί περισσότερο είναι να μη χάσει τα πλούτη και την εξουσία της. Μέσα απ’ αυτό, και η ηθοποιός που έχει φτάσει σε τέτοια ύψη καριέρας και επιτυχίας εμφανίζεται να έχει σ’ ένα βαθμό την ίδια ανησυχία. Ότι, την επόμενη μέρα, όλα αυτά μπορεί να χαθούνε. Η απώλεια πλούτου, οποιουδήποτε μεγέθους, βιώνεται διαφορετικά ανάλογα με το φύλο, ειδικά σήμερα; Νομίζω ότι σήμερα το βιώνουμε όλοι το ίδιο. Οι περισσότεροι έχουμε κατά κάποιο τρόπο γίνει ίσοι στη φτώχεια, κι αυτό είναι μια μορφή δικαιοσύνης. Όμως το δουλεμπόριο και η πορνεία έχουν αυξηθεί όσο ποτέ. Βλέπεις ότι οι χώρες, είτε νόμιμα είτε παράνομα, ακόμα εξάγουν γυναίκες που μπορεί να είναι και μορφωμένες. Και αναγκάζονται, λόγω οικονομικής δυσπραγίας, να χρησιμοποιήσουν ως έσχατο μέσο ανταλλαγής το σώμα τους. Πώς βιώνει το θέατρο αυτόν τον ιδιότυπο εξισωτισμό; Θα περάσει από δύσκολες μέρες μέχρι να επιζήσει, ή ο κόσμος θ’ απομακρυνθεί για χάρη πιο υλικών αναγκών; Νομίζω ότι η πραγματική αξία του θεάτρου δεν βασιζόταν ποτέ στα χρήματα, ούτε στις υπερπαραγωγές – που δεν ξέρω αν θα μας λείψουν. Το θέατρο βασίζεται στην ανάγκη των ανθρώπων να συναντηθούν όπως παλιά και να συνομιλήσουν για τα ερωτήματα, με τον τρόπο

που μπορεί να το κάνει η τέχνη. Να παρηγορηθούν γι’ αυτά που τους απασχολούν και να νιώσουν ο ένας την παρουσία του άλλου. Αυτό είναι κάτι που χάνεται, γι’ αυτό και οι άνθρωποι θέλουν να βγαίνουν στους δρόμους, στις πλατείες. Για να μιλήσουν. Το βλέπουμε καθαρά σήμερα: μέσα απ’ αυτό το κακό που μας έχει τύχει, οι άνθρωποι γίνονται πιο κοινωνικοί, πιο επικοινωνιακοί. Για ποιους ισχύει, όμως, αυτή η συνάντηση στο θέατρο, όταν οι δημιουργοί ή τα έργα χωρίζονται σε mainstream και εναλλακτικά; Εσάς, για παράδειγμα, σας έχουν χαρακτηρίσει ακόμα και «περιθωριακή». Και πώς ορίζεται το εναλλακτικό σε σχέση με οτιδήποτε άλλο; Τέτοιοι διαχωρισμοί θυμίζουν κάπως τη διάκριση μεταξύ των βιολογικών προϊόντων και των υπολοίπων. Αν τα πρώτα είναι τα φυσιολογικά, τι εξυπηρετεί η επισήμανσή τους μ’ ένα επίθετο; Όσοι λοιπόν λέγεται ότι ανήκουμε στον εναλλακτικό χώρο, μπορεί να είμαστε «βιολογικά προϊόντα» λόγω του μόχθου που απαιτείται, του τρόπου που ζούμε, του τρόπου που δεν υποστηρίζεται η δουλειά μας. Το ίδιο το κράτος περιθωριοποιεί οτιδήποτε είναι αυτό που θα λέγαμε χειροποίητο. Το θέατρο, όμως, εμπεριέχει την έρευνα, τη σύγκρουση, τον πειραματισμό, την ανταλλαγή. Και φυσικά την ανανέωση, και στην υποκριτική και στην αισθητική του. Η οποία αισθητική είναι και η ηθική του. Αν μπορούσατε, αυτό το είδος του θεάτρου θα το βγάζατε απ’ το «περιθώριο»; Ή κάτι τέτοιο θα το καταδίκαζε; Η αλήθεια είναι ότι χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή. Επειδή κάθε Κυριακή βλέπεις χιλιάδες ανθρώπους στο γήπεδο, επειδή χιλιάδες παρακολουθούν τηλεόραση, ή επειδή η Επίδαυρος μπορεί να γεμίζει εξαιτίας αγαπημένων ονομάτων και απ’ το χώρο της τηλεόρασης ή της κωμωδίας, δεν σημαίνει ότι όλοι αυτοί είναι απαραίτητα και το πραγματικό κοινό του θεάτρου. Δεν πιστεύω ότι η τέχνη έχει πολύ μεγάλο ακροατήριο. Εξάλλου, ο κόσμος δεν φταίει, πρέπει όμως να μυηθεί. Απ’ τη στιγμή που δεν έχουμε εκπαίδευση, που δεν υπάρχουν ανώτατες σχολές θεάτρου, που δεν υπάρχει ανάλογη παραγωγή, δεν υπάρχει και ανάλογο κοινό. Το θέατρο μάλλον διατηρεί μια κακή φήμη και υπάρχουν ακόμα γονείς που ανησυχούν αν τα παιδιά τους γίνουν ηθοποιοί. Δεν υποστηρίζεται απ’ το κράτος ως πολιτιστικό αγαθό, οπότε μοιραία δεν παρακολουθείται από μεγάλη μερίδα του κόσμου. Δηλαδή δεν είναι όλα για όλους; Δεν είναι ακριβώς έτσι. Το κοινό που απλώς γεμίζει χώρους, καταναλώνει το θέαμα και εκτονώνει την επιθυμία του – είτε αυτή είναι να γελάσει είτε να κλάψει. Ας πούμε ότι η τέχνη έχει μία μοναχικότητα. Κι αυτή τη μοναχικότητα ίσως να έχει και το πρόσωπο αυτής της γυναίκας μέσα στο έργο. Η οποία μπορεί να είναι η Κλυταιμνήστρα. s

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 31


κλυταιμονήςσετρα

Χώρ

Άτεχνο ελαφροπειραματικό Μεταξύ μινιμαλισμού και χάους, οι Minimaximum Improvision, μαζί με τη Natryx πλαισιώνουν το μονόλογο της Κλυταιμνήστρας. Από την Έλενα Χρηστοπούλου Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης

M

ε συγκινεί όταν συνεργάτιδες/ φίλες συμπληρώνουν η μία την πρόταση της άλλης, σε σημείο που να μην ξεχωρίζεις ποια είπε τι. Οι επτά γυναίκες της συνεργασίας Minimaximum Improvision και Natryx (Θάλεια Ιωαννίδου, Δέσποινα Τσάφου, Τζελίνα Πάλλα, Ειρήνη Χριστοφάκη, Χριστίνα Κατσάρη, Άλκηστη Στεφανίδου και Αναστασία Χρυσανθακοπούλου), από τις πιο δυνατές μουσικές παρουσίες των 00’s, αναλαμβάνουν να συνοδεύσουν με τις οπτικο-ακουστικές αφηγήσεις τους το μη σάουντρακ για το μη μιούζικαλ της Κλυταιμνήστρας.

Πώς γνωριστήκατε; Πώς αποφασίσατε να γίνετε οι Minimaximum; Θάλεια: Προέκυψε κάπως συμπτωματικά. Με αφορμή τα Yuria το 2005, καταλήξαμε να αυτοσχεδιάζουμε με μια φίλη πιανίστρια, και από κει βρεθήκαμε να παίζουμε με τον Κίραν Χέμπντεν (των Four Tet), που έκανε ένα ντουέτο μαζί με τον ντράμερ Στιβ Ριντ. Εκείνο τον καιρό είχε έρθει η Δέσποινα από Ισπανία, οπότε ήρθε μαζί μας να παίξει κανένα αντικείμενο: χαρτιά, mini disc, ανεμιστήρα – απ’ αυτά που παίζει. Η πιανίστρια ήθελε να κάνει άλλα πράγματα, οπότε είπαμε με τη Δέσποινα, πιάσε εσύ το μπάσο, θα πιάσω εγώ την φαρφίζα, θα βρούμε και κάποιον άλλο. Ε, γύρισε τότε και η Τζελίνα, η οποία έπαιζε με τους Horror Vacui, και έβαλε τα κείμενα και τις φωνές. Δέσποινα: Μετά πήγαμε στο Φεστιβάλ Πειραματικού Κινηματογράφου στο Τριανόν όπου ήρθε και η Ειρήνη. Ειρήνη: Με ρώτησαν: «Ψάχνουμε για ντράμερ». «Α, ωραία», τους λέω, «εγώ!» «Είσαι ντράμερ;» με ρωτάνε. «Όχι». «Καλά, έλα να δοκιμάσουμε». Και πώς μάθατε;

32 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]

Ειρήνη: Με τις πρόβες! Δέσποινα: Στο Mir Festival ήρθε και η Χριστίνα που κάνει τα visuals, μετά κάναμε μια συνεργασία με τη Natryx στο six d.o.g.s., και τώρα ήρθε και η Άλκηστη στην ηχοληψία. Θάλεια: Γενικά έχει δέσει το πράγμα από τη διάθεση να εκφραζόμαστε μέσω της μουσικής. Μεταξύ μας το λέμε για πλάκα, αλλά εγώ το εννοώ ότι κάνουμε «άτεχνο ελαφροπειραματικό»! Δέσποινα: Δεν είμαστε δεξιοτέχνες, δεν κάνουμε έντεχνο, κάνουμε άτεχνο! Θάλεια: Μας νοιάζει το πώς η μουσική βγάζει συναισθήματα και φτιάχνει ατμόσφαιρες κι ιστορίες, είτε σαν παράσταση/έκφραση προς τους άλλους είτε μεταξύ μας. Όταν είμαστε στο στούντιο και παίζουμε μουσική και βάζει ο καθένας το δικό του κομμάτι, είναι απογειωτικό – συναισθηματικά τουλάχιστον. Χριστίνα: Για την εικόνα, να πω ότι συνήθως δεν υπάρχει συγκεκριμένη αφήγηση, αλλά προσπαθεί να αποδώσει μέσα από ατμόσφαιρες αυτή την πορεία και να συνεργάζεται με τη μουσική. Από μόνη της θεωρώ ότι δε στέκεται, χρειάζεται τη συνύπαρξη με τη μουσική για να λειτουργεί αφηγημα-

τικά. Εδώ μας κάλεσε η Άντζελα Μπρούσκου. Πρόκειται για ένα έργο, το οποίο βασίζεται μεν στην αρχαία τραγωδία, αλλά αναφέρεται και πάρα πολύ στο σήμερα. Με ποιον τρόπο; Χριστίνα: Αρχικά, το κείμενο που χρησιμοποιούμε δεν είναι αμιγώς από την αρχαία τραγωδία. Είναι σαν ένα κολάζ, όπου κρατάμε το αρχετυπικό σχήμα αυτής της γυναίκας, το τι αντιπροσωπεύει, αλλά περιέχει διάφορα πράγματα, για παράδειγμα, ακόμα και μια πολεμική περιγραφή από το Β΄ Παγκόσμιο. Πρόκειται για ένα αντιπολεμικό, αρκετά σύγχρονο, προφανώς, σχόλιο. Ο άξονας είναι η στάση μιας γυναίκας, η οποία έχει καταγραφεί ως η δολοφόνος, η κακούργα. Το κείμενο δίνει μια άλλη οπτική στο γιατί έφτασε να κάνει αυτά που έκανε. Σε σχέση με την Κλυταιμνήστρα, τι σας έχει απασχολήσει περισσότερο; Τζελίνα: Είναι πολλά πράγματα. Ο ατέρμονος κύκλος της βίας είναι ένα βασικό θέμα που επαναλαμβάνεται. Αυτό μας έχει δώσει την αφορμή.

ΘEATPO


ηΛεκτρΙκΑ κορΙτΣΙΑ Οι Minimaximum Improvision. Από αριστερά: Ειρήνη Χριστοφάκη, Θάλεια Ιωαννίδου, Δέσποινα Τσάφου, Τζελίνα Πάλλα, Άλκηστη Στεφανίδου και, τελευταία δεξιά, η Χριστίνα Κατσάρη. Δεύτερη από δεξιά, η Αναστασία Χρυσανθακοπούλου, η Natryx, που συμπράττει με τα άλλα κορίτσια.

Θάλεια: Το εφιαλτικό στοιχείο επίσης, και η μνήμη. Έχει να κάνει με τον άνθρωπο, αυτή την «ανθρωπίνα» που είναι μόνη της και σκέφτεται όλα αυτά τα πράγματα. Τα ζει όντως; Δέσποινα: Και οι νεκροί. Χριστίνα: Ο χρόνος. Τζελίνα: Ο θάνατος. Δέσποινα: Αυτοί που φύγανε... Τζελίνα: Αυτό που μένει στη μνήμη, στο ασυνείδητο. Αναστασία: Έχω την αίσθηση ότι ταξιδεύουμε και μουσικά στο χρόνο με τα κομμάτια που παίζουμε. Όπως το ίδιο το έργο παίζει με το χρόνο και τα όρια είναι θολά, έτσι κι εσύ πηγαίνεις μπρος και πίσω. Κι έτσι γίνεται άχρονο μ’ ένα τρόπο. Δηλαδή; Τζελίνα: Δεν αναφέρεται σε μια δεδομένη χρονική περίοδο όλο αυτό. Είναι εκτός χρόνου. Αναστασία: Και το πώς παίζουμε επίσης παίζει ρόλο. Μέσα στο χώρο του θεάτρου μάς δίνεται η δυνατότητα ως μπάντας να παίξουμε με το χρόνο. Τα κομμάτια εναλλάσσονται και χτίζουν μια άλλη χρονική διάσταση. Τζελίνα: Συμμετέχουμε και δραματουρ-

ΘEATPO

γικά, υπάρχει ένα πιο performative στοιχείο. Δέσποινα: Γενικότερα το λες περφόρμανς και όχι θέατρο με την κλασική έννοια. Και σαν δομή και σαν αισθητική. Αναστασία: Κι επίσης δεν είναι μιούζικαλ, επειδή απλά έχει μπάντα! Είχα σχηματίσει μια εντύπωση ότι δουλεύετε αυτοσχεδιαστικά. Τζελίνα: Δουλεύουμε με τον αυτοσχεδιασμό αλλά σε αρχικό στάδιο. Στη συνέχεια προκύπτουν τα διάφορα θέματα. Δέσποινα: Και στις συναυλίες που κάνουμε, τα κομμάτια δεν είναι ξεχωριστά – ενώνονται οι μουσικές, έχουν ροή. Το αποτέλεσμα είναι μια αφήγηση που μπορεί να έχει ξεκινήσει από αυτοσχεδιασμό, αλλά ενοποιείται σ’ ένα σύνολο με δομή. Σαν να φτιάχνετε ταινίες. Θάλεια: Υπάρχει όντως σκηνοθεσία, αλλά οι σκηνές είναι ηχητικές. Και πριν έρθει η Χριστίνα, είχαμε την τάση να βάζουμε κάποια εικόνα σαν υπόκρουση. Πώς βάζουν άλλοι σάουντρακ; Εμείς βάζαμε εικόνες!

Καμιά φορά, όμως, η πολλή εικόνα με την πολλή μουσική μπορεί να γίνει κουραστική. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για κάτι τόσο πολυδιάστατο όπως αυτή η παράσταση. Πώς κινείστε μέσα σ’ αυτό για να κρατηθεί η ισορροπία, για να μη δημιουργηθεί θόρυβος; Εκτός αν θέλετε να φτιάξετε θόρυβο... Τζελίνα: Μα, είμαστε έτσι ούτως ή άλλως: ζούμε σ’ έναν πολυδιάστατο κόσμο, έχουμε από διαφορετικές πλευρές εικόνες, ήχους, κι ερεθίσματα, τα οποία προσπαθούμε να τα ισορροπούμε και να τα συνθέτουμε. Χριστίνα: Κάποιες φορές, πάντως, ακόμα κι εγώ που φτιάχνω τις εικόνες θέλω να έχω σιωπή από την εικόνα. Αρκετές φορές λειτουργεί με τέτοιο τρόπο στην παράσταση: σιωπηλά, αντί ως λόγος. Τζελίνα: Αυτό είναι κι ένα στοίχημα για τη σχέση μεταξύ τόσων διαφορετικών ανθρώπων. Αυτό που αξίζει, διατηρείται. Είναι σαν ένα πείραμα δημοκρατίας. Δοκιμάζονται οι σχέσεις, ο λόγος του καθενός, τα στοιχεία που αξίζει να κρατηθούν, κι αυτά παίρνουν τη θέση τους τελικά. s

Info Άντζελα Μπρούσκου Φιλαρέτη Κομνηνού Κλυταιμνήστρα - Χώρος Ε Η Φιλαρέτη Κομνηνού ενσαρκώνει την Κλυταιμνήστρα υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες της Άντζελας Μπρούσκου. Σε μια παράλληλη αφήγηση με τον μονόλογο της Κλυταιμνήστρας εμφανίζεται το μουσικό σύνολο Minimaximum improVision & natryx με τη χρήση οπτικοακουστικού υλικού. Πειραιώς 260, Κτίριο Ε 13-15 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 20€, 10€

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 33


ο Θορο τουΣ οΔηΓεΙ Η Αγγελική Παπαθεμελή και ο Δημήτρης Ξανθόπουλος, ιδρυτικά μέλη της ομάδας Pequod. Στην παράστασή τους, Υπόθεση εργασίας, τους κατευθύνει ένα χωρίο από το Γουόλντεν, κλασικό κείμενο του Αμερικανού συγγραφέα Ντέιβιντ Θορό (1817-1862), που λέει: «Πρέπει να ζούμε τη ζωή μας αντρίκια, να κουβαλάμε όλα αυτά που έχουμε φορτωθεί, να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε. Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν τη ζωή τους σε μια σιωπηλή απόγνωση. Αυτό που άλλοι ονομάζουν αποδοχή των συνθηκών».

Αγγελική Παπαθεμελή – Δημήτρης Ξανθόπουλος [Pequod]

ας δούμε τη ζωή μας

στα ίσια


Η ομάδα Pequod πέφτει με τα μούτρα στη δουλειά και δημιουργεί πρωτότυπο υλικό πάνω σ’ ένα από τα πιο πολυσυζητημένα βάσανα: την εργασία. Από την Έλενα Χρηστοπούλου Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης

Info

O

εγκέφαλος είναι ένα υπέροχο όργανο, έγραφε ο ποιητής Ρόμπερτ Φροστ. «Αρχίζει να δουλεύει τη στιγμή που ξυπνάς το πρωί, και δε σταματά μέχρι να φτάσεις στο γραφείο». Όταν το «γραφείο» είναι μια αποθήκη για πρόβες θεάτρου, τότε ο εγκέφαλός σου δουλεύει υπερωρίες, όπως κάνει η ομάδα Pequod που προετοιμάζει πυρετωδώς την Υπόθεση εργασίας. Μετά τον πετυχημένο Γλάρο τους, δυο χρόνια πριν, προσεγγίζουν τώρα το αιώνιο ερώτημα «Γιατί δουλεύουμε;», παρουσιάζοντας ένα κολάζ από απόψεις, εμπειρίες και υλικά, χωρίς να φοβούνται να μιλήσουν για όλα τα κλισέ που αναπόφευκτα το συνοδεύουν. Με κούραση, αλλά και αγάπη για την εργασία τους, μας μίλησαν ο σκηνοθέτης Δημήτρης Ξανθόπουλος και η ηθοποιός Αγγελική Παπαθεμελή, ιδρυτικά μέλη της ομάδας. Ποια ήταν η έμπνευσή σας για την Υπόθεση εργασίας; Δημήτρης Ξανθόπουλος: Πριν τρίατέσσερα χρόνια, είχαμε σκεφτεί με την Αγγελική να κάνουμε κάτι και της είχα προτείνει να κάνουμε κάτι σχετικό με την εργασία. Τότε δεν ήταν και τόσο επίκαιρο όσο σήμερα, φάνταζαν λίγο πιο ευοίωνα τα πράγματα. Εξαρτιόμαστε πολύ απ’ αυτό που κάνουμε, μας δημιουργεί μεγάλες πιέσεις και μεγάλες χαρές, αντιφάσεις, επιθυμίες. Το βασικό ερώτημα ήταν «Γιατί δουλεύουμε;», πέραν των προφανών λόγων. Το ενδιαφέρον ήταν να δούμε τι σημαίνουν όλα αυτά και πώς μεταφράζονται. Όταν λέτε πώς μεταφράζονται, πώς μεταφράζονται σε τι; Δ.Ξ.: Όταν γνωρίζεις έναν άνθρωπο, τον ρωτάς πρώτα πώς τον λένε και μετά τι δουλειά κάνει. Μόνο τυχαίο δεν είναι αυτό. Η ίδια η δουλειά για κάποιους μπορεί να είναι πηγή δημιουργικότητας, χαράς, ζωντάνιας, ενώ για άλλους το ακριβώς αντίθετο. Και το πώς τα ιεραρχείς όλα αυτά από ένα σημείο και μετά, όλο αυτό το αλισβερίσι – δουλειά, ζωή, ταυτότητα. Η όλη προσπάθεια έγκειται στο πώς μεταφράζεται όλο αυτό θεατρικά. Αγγελική Παπαθεμελή: Είναι ουσιαστικά ιστορίες και σκέψεις ανθρώπων γύρω απ’ αυτό το θέμα, κι αυτό είναι το κείμενό μας. Όλοι οι συμμετέχοντες έφεραν ό,τι υλικό θεωρούσαν κατάλληλο. Σταδιακά αποκτούσε το κείμενο μια

ΘEATPO

μορφή και καταλάβαινες τι περιττεύει, τι επαναλαμβάνεται, τι δεν χωράει. Από την προηγούμενή σας παράσταση στη Knot Gallery, που είναι ένας ενιαίος χώρος, ώς την Πειραιώς 260, που είναι ένας οριοθετημένος χώρος, πώς μεταβάλλεται για σας η εμπειρία και πώς έχει συνεισφέρει στη σχετική έρευνά σας γύρω από τον σκηνικό χώρο; Δ.Ξ.: Η αλήθεια είναι οτι μπορείς να εμπλέξεις το κοινό στη διαδικασία. Αν θες να μην τους έχεις μόνο απέναντι, μπορείς να το επιτύχεις ακόμα και με τη μετωπική συνθήκη. Πιστεύω ότι υπάρχει κάτι που είναι πιο ουσιαστικό από το πού τοποθετείς τους θεατές. Είναι το πώς τοποθετείσαι εσύ απέναντί τους. Νομίζω ότι προς αυτή την κατεύθυνση η δουλειά μας είναι ίδια. Όταν παίξαμε το Γλάρο στην Καβάλα, μετά κάναμε μια συζήτηση με κάτι παιδιά που παρακολουθούσαν ένα εργαστήριο υποκριτικής και μια κοπέλα είπε ότι «ενώ συνήθως όταν γίνεται κάτι διαδραστικό εγώ μένω σε απόσταση, αυτή τη φορά δεν ένιωσα καθόλου έτσι· ένιωσα μια οικειότητα, και σαν να με απορροφά αυτό το πράγμα». Αυτό έχει να κάνει με το πώς οι άνθρωποι χειρίζονται αυτό που κάνουν. Μακάρι να το καταφέρουμε κι εδώ, κι ας τους έχουμε εκεί απέναντι και σ’ αυτό το μέγεθος· μακάρι να έχουμε αυτή την αίσθηση του οικείου, του μαζί. Στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ, διαβάζουμε πως η παράσταση είναι «χωρίς κοστούμια, σκηνικά, μακιγιάζ». Δεν είναι σαφές, όμως, αν αυτό αναφέρεται στην Υπόθεση εργασίας ή στο Γλάρο. Α.Π.: Αυτό είναι μάλλον μια αστοχία που όντως αναφέρεται στην προηγούμενη δουλειά μας, αλλά μοιάζει σαν να αναφέρεται στην Υπόθεση εργασίας. Δεν ισχύει. Αυτό που ισχύει είναι ότι υπήρξε μια προσπάθεια ώστε το σκηνικό να μπορεί να φιλοξενήσει πολλά πράγματα, να μην είναι χώρος γραφείου ή οικοδομής, αλλά ταυτόχρονα να εντάσσεται στον ήδη υπάρχοντα χώρο. Για τα κοστούμια, παρομοίως, θέλαμε να μην ορίζουν μια επαγγελματική ιδιότητα, αλλά να χωρέσουν πολλούς ανθρώπους. Μια αφαιρετική προσέγγιση, δηλαδή; Α.Π.: Είναι αρκετά αφαιρετικό, αλλά είναι κάτι που πρέπει να έχει και μια θεατρική υπόσταση. Σ’ ένα χώρο συγκεκριμένων διαστάσεων. Είμαστε λίγο κακοί στην ορολογία, δεν ξέρω αν αυτό που κάνουμε είναι αφαιρετικό, γι’ αυτό

και λέμε πολλά λόγια. Δ.Ξ.: Διαμορφώνουμε κι εμείς, όπως όλοι, την αισθητική μας καθώς δουλεύουμε. Αυτό που έχεις στο μυαλό σου μ’ αυτό που γίνεται πράξη στη συνέχεια, έχει απόσταση. Και κάθε φορά είναι ένας διάλογος και με τον εαυτό σου. Όταν όλα αυτά σμίξουν, τότε καταλαβαίνεις τι φτιάχνεις. Μιας και αναφέρατε το θεωρητικό κομμάτι, στο κείμενο προθέσεών σας λέτε πως σας ενδιαφέρει η αποδέσμευση από τη νατουραλιστική απεικόνιση. Τι εννοείτε, και πώς συνδέεται μ’ αυτό η Υπόθεση εργασίας; Α.Π.: Είναι αυτό που λέμε ότι δεν χρειάζεται να δημιουργήσεις ένα περιβάλλον με τραπέζι, καρεκλίτσες, φλιτζανάκια – αυτό που λέμε για τον Τσέχοφ «σαμοβάρι». Προσπαθούμε να υπάρξει ο λόγος του έργου, ή του κειμένου, γυμνός, κι αυτό τώρα που το σκέφτομαι μάλλον είναι αφαιρετικό! (γελάει) Η ανθρώπινη ύπαρξη έχει μια δύναμη μεγάλη από μόνη της. Και το βλέπεις καθημερινά στη ζωή. Μπορεί να σε καθηλώσει ένας άνθρωπος, ο οποίος να στέκεται έτσι, σκέτος, μόνος του στη μέση του δρόμου. Ακόμα κι αν τον καδράρεις μόνο του, χωρίς το περιβάλλον του. Όταν ο ηθοποιός βρίσκεται ολόκληρος επί σκηνής με το σώμα, το μυαλό και την ψυχή του, όλα τα υπόλοιπα πράγματα μπορεί κάποια στιγμή να τον βοηθήσουν να πιαστεί από κάτι, αλλά συνήθως μπαλώνουν και καλύπτουν – δεν είναι απαραίτητα. Ποια είναι η δική σας φυσική αντίδραση στην εργασία; Έλξη, περιφρόνηση, ειρωνεία, χαρά, δισταγμός; Δ.Ξ.: Η Αγγελική θέλει διακοπές! (γελάει) Α.Π.: Όντως! Προσπαθώ να βρω τρόπους να δουλέψω γι’ αυτή την παράσταση, αλλά η αλήθεια είναι ότι θέλω διακοπές. Η δουλειά με απασχολεί μ’ έναν τρόπο που δεν μου τον επιβάλλει κανείς. Μου τον επιβάλλει η ανάγκη της παράστασης, ένα αίσθημα «καθήκοντος», αλλά μου τον επιβάλλει και το ότι με έλκει, το ότι την αγαπώ. Κι όλα αυτά υπάρχουν ταυτόχρονα. Δ.Ξ.: Δουλεύοντας με τους Pequod, άλλαξα πολύ σε σχέση με τη δουλειά. Δεν μου άρεσε πολύ να δουλεύω, και δεν έχω δουλέψει στη ζωή μου ποτέ πιο πολύ. Είναι όμως από τις λίγες φορές που έχω φτάσει να πιστεύω ότι αν επιμείνεις, η δουλειά αποδίδει. Πριν, ήμουν λίγο «στρίβειν διά του αρραβώνος». Προτιμούσα να είμαι με φίλους, παρά να δουλεύω. Πρώτη φορά νιώθω ότι κάτι γίνεται και

Εταιρεία Θεάτρου Pequod Υπόθεση εργασίας Η ομάδα Pequod διερευνά το θέμα της εργασίας στη σημερινή εποχή, αντλώντας υλικό από άρθρα, εμπειρίες εργαζομένων, σκέψεις και προβληματισμούς. Ο Δημήτρης Ξανθόπουλος σκηνοθετεί μια παράσταση χωρίς δοσμένο κείμενο. Πειραιώς 260, Κτίριο Δ 14-17 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 25€, 20€, 15€

προχωράει. Αυτό για μένα σε προσωπικό επίπεδο είναι μεγάλο κέρδος. Γιατί, κι εδώ έρχονται τα μεγάλα κλισέ, επειδή δουλεύεις με τον εαυτό σου και με τους άλλους, δεν αφορά πια μόνο τη δουλειά. Μια στιγμή ωρίμανσης για μένα ήταν όταν συνειδητοποίησα πως όλα θέλουν δουλεια· ό,τι σε απασχολεί θέλει να δουλέψεις πάνω του. Δεν μπερδεύονται λίγο τα πράγματα για σας, όντας καλλιτέχνες; Το κατά πόσο ορίζεστε απ’ τη δουλειά σας... Δ.Ξ.: Αυτό που μπορώ να σκεφτώ είναι ότι για μένα δεν σταματά ποτέ η δουλειά. Επειδή μεγάλο κομμάτι της είναι η παρατήρηση, τη συνεχίζεις όλη την ώρα. Α.Π.: Αλλά είναι κάτι που γίνεται αυτόματα. Δεν το κάνεις, συμβαίνει. Πρέπει πάντω να πω ότι για να κάνει κανείς τον καλλιτέχνη, αναγκάζεται να κάνει κι άλλες δουλειές για να ζήσει. Δ.Ξ.: Αυτό ισχύει όμως γενικότερα πια: οι άνθρωποι κάνουν δυο και τρεις δουλειές. Μιλώντας γενικά, λοιπόν, καθένας που κάνει μια δουλειά που τον απασχολεί την κουβαλά παντού. Υπάρχουν διάφορα γνωμικά γύρω από την εργασία. Υπάρχει κάποιο που να αγαπάτε ιδιαίτερα; Δ.Ξ.: Είναι ανάλογα με τη μέρα, και το τι συμβαίνει στο σπίτι! Έχω ένα που με απασχολεί πάρα πολύ. Από το Γουόλντεν του Θορό. Α.Π.: Λέει: «Πρέπει να ζούμε τη ζωή μας αντρίκια, να κουβαλάμε όλα αυτά που έχουμε φορτωθεί, να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε. Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν τη ζωή τους σε μια σιωπηλή απόγνωση. Αυτό που άλλοι ονομάζουν αποδοχή των συνθηκών». Δ.Ξ.: Κατάλαβες τι σε περιμένει; (γελάει) Αυτό θα μπορούσε να είναι μια παράσταση από μόνο του. Περιέχει τα πάντα – για τον έρωτα, για το θάνατο. Άσε με τώρα, γιατί είμαι κουρασμένος κι ευσυγκίνητος. Α.Π.: Άντε πήγαινε να ζήσεις τη ζωή σου αντρίκια τώρα... s

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 35


Βασίλης Χριστόπουλος

δεν μας είναι “αρκετό το να επιβιώσουμε

© Patrick Pfeiffer

ΓΙΑτΙ μΑΣ ΑρεΣεΙ ο μΑΛερ Ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, Βασίλης Χριστόπουλος, εξηγεί τον Μάλερ με λίγες λέξεις: «Αγγίζει ακόμα και το λιγότερο μυημένο κοινό γιατί η μουσική του έχει αμεσότητα και δυναμισμό. Στην εποχή του μάλιστα είχε χαρακτηριστεί και είχε κατηγορηθεί ως αγοραίος συνθέτης. Έκτοτε, και εν πολλοίς χάρις στον Μητρόπουλο, έχει γίνει πολύ δημοφιλής και νομίζω ότι η συγκεκριμένη συμφωνία είναι αρκετά επίκαιρη σήμερα, επειδή μεταφέρει το μήνυμα της ελπίδας».

Info Κρατική Ορχήστρα Αθηνών Βασίλης Χριστόπουλος Αφιέρωμα στον Γκούσταβ Μάλερ Στο πλαίσιο του αφιερώματος στον Μάλερ, η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, υπό τη μουσική διεύθυνση του νέου καλλιτεχνικού διευθυντή της Βασίλη Χριστόπουλου, παρουσιάζει τη Συμφωνία της Αναστάσεως του Μάλερ. Συμμετέχουν η Κρατική Χορωδία της Λεττονίας με διευθυντή τον Maris Sirmais, και η Χορωδία της ΕΡΤ. Ωδείο Ηρώδου Αττικού 15 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 30€, 15€, 10€

ΘEATPO


Η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών (ΚΟΑ) παρουσιάζει τη 2η Συμφωνία του Μάλερ στο Ηρώδειο και ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής της, Βασίλης Χριστόπουλος, μας υπόσχεται ένα καλοκαιρινό βράδυ που, εκτός από πανσέληνο, θα έχει κι ένα αισιόδοξο φινάλε. Άρτι αφιχθείς απ’ τη Γερμανία, ο Βασίλης Χριστόπουλος παραδέχεται ότι μάλλον του τα έφερε καλά η ζωή, αισθάνεται τυχερός, και δηλώνει ότι η απόφασή του να ανταποκριθεί στο κάλεσμα της ΚΟΑ και να γυρίσει στην Ελλάδα αυτή τη συγκεκριμένη περίοδο ήταν απόλυτα συνειδητή. Και ίσως αφήνει τον Μάλερ να του αλλάξει τη ζωή... Από τη Χαρά Σακελλάρη Να ξεκινήσουμε με την παράσταση στο Ηρώδειο; Βέβαια. Θα παρουσιάσουμε τη 2η Συμφωνία του Μάλερ, τη συμφωνία της Αναστάσεως. Γραμμένη για μια πολύ μεγάλη ορχήστρα, χορωδία μικτή και σολίστ, είναι από τα δημοφιλέστερα και συγκλονιστικότερα έργα του συνθέτη αυτού, που είναι ούτως ή άλλως αρκετά δημοφιλής. Ο Μάλερ αγγίζει ακόμα και το λιγότερο μυημένο κοινό γιατί η μουσική του έχει αμεσότητα και δυναμισμό. Στην εποχή του μάλιστα είχε χαρακτηριστεί και είχε κατηγορηθεί ως αγοραίος συνθέτης. Έκτοτε, και εν πολλοίς χάρις στον Μητρόπουλο, έχει γίνει πολύ δημοφιλής και νομίζω ότι η συγκεκριμένη συμφωνία είναι αρκετά επίκαιρη σήμερα, επειδή μεταφέρει το μήνυμα της ελπίδας. Ναι μεν συμμετέχουμε στο αφιέρωμα για τα 100 χρόνια από το θάνατο του συνθέτη, αλλά η 2η Συμφωνία είναι ένα έργο το οποίο πάντα ήθελα να παρουσιάσω, γιατί το φινάλε του σε γεμίζει αισιοδοξία για μια καινούργια αρχή, για έναν καλύτερο κόσμο. Το αγαπώ πολύ και ήθελα να το παρουσιάσω συμβολικά στην πρώτη μου συναυλία ως καλλιτεχνικός διευθυντής της ΚΟΑ. Εξάλλου, το έργο απαιτεί μία ορχήστρα του μεγέθους και της ποιότητας της ΚΟΑ. Δεν μπορεί να το παίξει ένα μικρότερο συμφωνικό σύνολο. Ο Τεοντόρ Αντόρνο συνέκρινε την ευρύτητα της μαλερικής συμφωνίας μ’ εκείνη ενός μυθιστορήματος, και είχε πει ότι η μουσική του Μάλερ είναι πληβειακής φύσης. Εσάς τι σας έλκει στη μουσική του Μάλερ; Ο Αντόρνο έκανε διάφορους τέτοιους αφορισμούς. Εγώ διαβάζω ένα βιβλίο τώρα, το οποίο ονομάζεται Πώς ο Μάλερ μπορεί ν’ αλλάξει τη ζωή σας, και είναι του Νόρμαν Λεμπρέχτ, ενός Άγγλου σχολιαστή των πολιτιστικών δρώμενων, μουσικολόγου και λογοτέχνη. Το βιβλίο είναι αρκετά ενδιαφέρον γιατί θεωρεί ότι ο Μάλερ αγγίζει τρομερά άμεσα την ψυχή του κάθε ακροατή. Γιατί, τελικά, τα θέματα με τα οποία ασχολείται ο Μάλερ είναι θέματα πανανθρώπινα. Βέβαια αυτό ισχύει για το μεγαλύτερο μέρος της μουσικής δημιουργίας, αλλά ο συνθέτης αυτός πραγματεύεται τέτοια θέματα μ’ έναν απίστευτα άμεσο και ανεπιτήδευτο τρόπο. Στην ουσία, ο Μάλερ ανάγει το τετριμμένο σε μεγάλη τέχνη.

MOYΣΙκη

Από το Μάιο έχετε αναλάβει τα ηνία της ΚΟΑ. Ποια είναι η μέχρι τώρα εμπειρία σας; Πολλή γραφειοκρατία, η οποία απαιτεί ενέργεια και χρόνο και σε αποσπά από τα κατεξοχήν καλλιτεχνικά καθήκοντα. Απ’ την άλλη μεριά, όμως, έχω μία πολύ καλή αίσθηση από το καλλιτεχνικό επίπεδο των μουσικών. Πιστεύω ότι η ορχήστρα έχει ένα τρομερά καλό έμψυχο δυναμικό, εφάμιλλο πολλών σημαντικών ευρωπαϊκών ορχηστρών. Απλώς είναι λιγάκι εγκλωβισμένη στην παθογένεια του δημοσίου, στην τρομερή γραφειοκρατία και στους ασφυκτικούς νομικούς περιορισμούς. Για παράδειγμα, είναι τρομερά χρονοβόρα και επίπονη η στελέχωση νέων θέσεων που έχουν χηρέψει λόγω συνταξιοδότησης. Δεν γίνεται τόσο αυτόματα όσο θα έπρεπε. Αυτά πρέπει να αντιμετωπίσω εγώ και τα αντιμετωπίζω ήδη. Τι ονειρεύεστε για το μέλλον της ορχήστρας και πώς θα τα καταφέρετε σε μία ομολογουμένως δύσκολη εποχή; Ναι, είναι μια δύσκολη εποχή, στην οποία όμως η αναγκαιότητα της τέχνης καθίσταται ολοένα και πιο επιτακτική, πιο πρόδηλη. Εγώ θα προσπαθήσω να προσφέρω, δουλεύοντας πολύ συγκεντρωμένα και με πολλή ενέργεια στις πρόβες, ώστε ν’ ανέβει κι άλλο το καλλιτεχνικό επίπεδο της ορχήστρας. Θέλω ν’ ανέβει ο πήχης της απόδοσης τόσο, ώστε να ξέρει το κοινό ότι η κάθε συναυλία θα έχει εγγυημένα ένα πολύ υψηλό επίπεδο. Θα έχουμε πολύ ενδιαφέροντα προγράμματα του χρόνου, τα οποία θ’ ανακοινώσουμε το Σεπτέμβριο. Το όνειρό μου είναι να γεμίζει ασφυκτικά μια αίθουσα, να ξεπουλιούνται οι περισσότερες συναυλίες, και να συνειδητοποιήσει ο κόσμος ότι έχει ένα θησαυρό, τον οποίο συντηρεί ο ίδιος ο Έλληνας φορολογούμενος και στον οποίο έχει πρόσβαση με πολύ χαμηλό κόστος. Δηλαδή, ότι μπορεί να απολαύσει μια βραδιά πολύ υψηλού επιπέδου και μια συναρπαστική ζωντανή εμπειρία μ’ ένα κόστος χαμηλότερο απ’ αυτό μιας θεατρικής παράστασης ή ενός καλού εστιατορίου. Βέβαια, θα ήθελα ν’ αναμορφώσω και το εικαστικό κομμάτι και τη γενικότερη αισθητική παρουσία μας, γιατί δεν είμαστε ορχήστρα που παίζει μόνο για το ραδιόφωνο, αλλά είμαστε μια ζωντανή ορχήστρα.

Άρα, πιστεύετε ότι, μ’ αυτούς τους τρόπους και παρά τις δυσκολίες, μπορεί μια ορχήστρα να επιβιώσει; Πιστεύω ότι μπορεί και πρέπει να επιβιώσει. Όχι απλώς να επιβιώσει, αλλά και να μεσουρανήσει. Το να επιβιώσουμε δεν μας είναι αρκετό. Θέλουμε να είμαστε σημείο αναφοράς στον πολιτιστικό χάρτη της πρωτεύουσας και όλης της Ελλάδας. Σε μια παλιότερη συνέντευξή σας, διάβαζα ότι αποφεύγετε την απόλυτη εξειδίκευση και προτιμάτε τη σφαιρική γνώση, γι’ αυτό προσπαθείτε να μην περιορίζετε το ρεπερτόριο σας. Ναι, ισχύει αυτό. Νομίζω ότι η απόλυτη εξειδίκευση στενεύει τελικά τον άνθρωπο. Ήδη, η διεύθυνση ορχήστρας είναι ένας απόλυτα εξειδικευμένος τομέας, ένα επάγγελμα το οποίο δεν υπήρχε πριν 150 χρόνια περίπου. Παλαιότερα, οι άνθρωποι συνέθεταν, έπαιζαν διάφορα όργανα, διηύθυναν ορχήστρες. Κι ακόμα παλαιότερα ήταν και μουσικοί και μαθηματικοί και αστρονόμοι. Εγώ είμαι ανθρωπιστής και θεωρώ ότι πρέπει να έχουμε ευρεία παιδεία. Ο κίνδυνος είναι να υποκατασταθεί η γνώση από την πληροφορία. Αν ασχολούμαστε με διάφορες επουσιώδεις πληροφορίες, τότε πραγματικά δεν έχουμε περιθώριο να εμβαθύνουμε σε τίποτα. Αν, όμως, προσπαθούμε πραγματικά να γνωρίσουμε ένα αντικείμενο χωρίς να συσσωρεύουμε απλώς εφήμερες πληροφορίες, τότε είναι εύκολο να γίνουμε λίγο πιο σφαιρικοί. Αυτή την ιδέα θα προσπαθήσετε να τη μεταφέρετε και στην ΚΟΑ; Η ΚΟΑ, ως το αντιπροσωπευτικότερο μουσικό συγκρότημα της χώρας, πρέπει να προσφέρει στο κοινό της το ευρύτερο δυνατό φάσμα ρεπερτορίου. Πρέπει δηλαδή να παίζουμε σύγχρονη ελληνική και παγκόσμια δημιουργία, να παίζουμε τα μεγάλα έργα του κλασικού και ρομαντικού ρεπερτορίου και πρέπει –και θα το κάνουμε– να παίζουμε και μουσική μπαρόκ. Δεν μπορούμε ν’ αποκλείσουμε αυτό το πολύ σημαντικό τμήμα της παγκόσμιας μουσικής κληρονομιάς από τα προγράμματα της ΚΟΑ. Πρέπει να το προσφέρουμε κι αυτό στο κοινό μας με μια ιστορικά ενημερωμένη, αλλά σύγχρονη και συναρπαστική ερμηνεία. Κι αυτό μπορούμε να το κάνουμε γιατί

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 37


έχουμε το πλεονέκτημα να είμαστε μεν ένα μεγάλο σύνολο, το οποίο όμως μπορεί να είναι ευέλικτο. Αυτός είναι ο στόχος μας: ναι στη διαφοροποίηση, όχι όμως στην απόλυτη εξειδίκευση, την περιχαράκωση και τις ετικέτες. Η απόλυτη εξειδίκευση πτωχαίνει τελικά και τον ίδιο τον καλλιτέχνη και τους αποδέκτες του.

Έχετε συνεργαστεί και με τις «όπερες των ζητιάνων», μια ομάδα που έχει σκοπό την παραγωγή παραστάσεων όπερας και μουσικού θεάτρου χαμηλού κόστους και σύγχρονης αισθητικής, σε χώρους έξω από τους συνηθισμένους. Ποια ήταν η εμπειρία σας απ’ αυτή τη συνεργασία; Είναι εξαιρετικά τα παιδιά που κάνουν τις «όπερες των ζητιάνων». Τους θαυμάζω πολύ, γιατί ακριβώς αποδεικνύουν ότι το χαμηλό κόστος δε συνεπάγεται απαραίτητα έκπτωση στην καλλιτεχνική ποιότητα και στη δραματική αμεσότητα. Κι αυτό νομίζω το επιτυγχάνουν. Δεν σημαίνει, δηλαδή, ότι μια πολύ ακριβή παραγωγή είναι και καλή. Επίσης, εκείνο που κάνουν κυρίως οι «όπερες των ζητιάνων» και το οποίο θεωρώ σημαντικό είναι ότι αντιμετωπίζουν την όπερα ως κατεξοχήν θεατρικό είδος, με αποτέλεσμα να μη βλέπουν το θεατρικό και σκηνοθετικό κομμάτι της ως αφορμή για ν’ ακούσουμε κάποιους να τραγουδούν με ωραία φωνή. Ωραία η φωνή, αλλά πρέπει να συνδυάζεται και με την αλήθεια. Είναι πολύ αξιόλογη ομάδα. Είναι τελικά η ενασχόληση με την κλασική μουσική ακριβό σπορ; Απευθύ-

νεται σε όλους ή έχει ως αποδέκτη μια συγκεκριμένη ελίτ; Όχι, δεν απευθύνεται σε ελίτ. Το αντικρούω αυτό κατηγορηματικά. Αυτή είναι μια εντύπωση την οποία μαχόμαστε. Εμείς δεν παίζουμε για τους ειδήμονες, αλλά για όλο τον κόσμο. Η κλασική μουσική είναι γραμμένη για να απευθύνεται σε όλο τον κόσμο. Τα έργα δεν έχουν γραφτεί για μουσικολόγους. Απλώς, όπως συμβαίνει και με οποιοδήποτε άλλο είδος τέχνης, εάν κάποιος έχει εκπαιδευτεί σε ορισμένες βασικές αρχές της τέχνης αυτής, μπορεί να την αντιληφθεί σε μεγαλύτερο βάθος και άρα να αντλήσει μεγαλύτερη πνευματική ευχαρίστηση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι εμείς θέλουμε ανθρώπους εξειδικευμένους ή μόνο μουσικούς· αντιθέτως, θέλουμε και τον απλό ακροατή να έρχεται και παίζουμε και γι’ αυτόν. Και μην ξεχνάτε πόσο εύκολα προσλήψιμη είναι η λεγόμενη κλασική μουσική ή η λόγια μουσική σε σάουντρακ ταινιών ή ως μουσική την οποία ακούς στο μετρό. Και δεν είναι ακριβό σπορ. Αν κάποιος πηγαίνει ν’ ακούσει λαϊκούς τραγουδιστές, μπορεί να πληρώσει δεκαπλάσια τιμή σε σχέση μ’ αυτό που θα δώσει για μια συναυλία της ΚΟΑ στο Μέγαρο. Άρα, είναι προσβάσιμη τέχνη και πολύ συναρπαστική. Αυτό είναι το μήνυμα που θέλουμε να περάσουμε. Γυρίσατε πρόσφατα στην Ελλάδα από το εξωτερικό. Πώς προσαρμόζεστε; Προσπαθώ να μην προσαρμόζομαι πάρα πολύ εγώ, αλλά να προσαρμόζω λιγάκι και το περιβάλλον μου στις απαιτήσεις, στον επαγγελματισμό και στις

38 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]

Αν σας ρωτούσε κάποιος φίλος σας ξένος για την πολιτική και κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα, πώς θα του απαντούσατε; Τα πράγματα είναι πάρα πολύ δύσκολα προφανώς. Εκείνο που προσπαθώ να εξηγήσω στους ξένους φίλους μου είναι ότι είναι πολύ δύσκολο να κρίνει κανείς απ’ έξω. Δηλαδή, τα πράγματα δεν είναι άσπρα και μαύρα. Είναι αρκετά περίπλοκα και είναι αρκετά εύκολο να πέσουμε σε αφορισμούς του τύπου «ο λαός είναι τεμπέλης ή βλάκας». Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Υπάρχει μεγάλη κοινωνική οργή αυτή τη στιγμή κι ένα αίσθημα αδικίας και απαισιοδοξίας, το οποίο είναι απόλυτα κατανοητό. Ταυτόχρονα, δε σημαίνει ότι η κάθε αλλαγή φέρνει και το τέλος του κόσμου. Είναι δύσκολη η κατάσταση. Εγώ είμαι υπεύθυνος για ένα πολύ μικρό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας και το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να κάνω τη δουλειά μου όσο γίνεται καλύτερα. Ανταποκρίθηκα στο κάλεσμα της χώρας μου ν’ αναλάβω μια πολύ σημαντική θέση στην πιο δύσκολη στιγμή της νεώτερης

© Regine Heiland

© Jane Method

συνθήκες που έχω γνωρίσει στη Γερμανία. Ως διευθυντής, έχω το πλεονέκτημα να διαμορφώνω λίγο τις συνθήκες, τουλάχιστον στο μικρόκοσμο του οργανισμού στον οποίο βρίσκομαι. Η προσαρμογή είναι και καλή και κακή. Δηλαδή, πρέπει κανείς να προσαρμόζεται σ’ ένα βαθμό στη νοοτροπία και στην πραγματικότητα του χώρου στον οποίο βρίσκεται, αλλά ταυτόχρονα δεν πρέπει να συμβιβάζεται τόσο πολύ ώστε ν’ αποδέχεται τα κακώς κείμενα που μπορούν ν’ αλλάξουν.

ιστορίας της απολύτως συνειδητά. Από εκεί και πέρα, χρειάζεται ψυχραιμία και χρειάζεται ο καθένας ν’ αναλάβει τις ευθύνες του. Αντίδραση δεν χρειάζεται; Ναι, βεβαίως! Χρειάζεται αντίδραση, αλλά η αντίδραση είναι καλό να μη γίνεται μηχανικά. Θα πρέπει να προηγηθεί ένας ελάχιστος χρόνος για να συνειδητοποιήσουμε αν η αντίδραση είναι επιβεβλημένη και προς ποια κατεύθυνση. Νομίζω ότι το πιο σημαντικό είναι να ξεφύγουμε από τον φαύλο κύκλο της βίας, η οποία έχει κορυφωθεί τα τελευταία χρόνια και η οποία είναι, κατά τη γνώμη μου, απόλυτα καταδικαστέα απ’ όπου κι αν προέρχεται. Είτε προέρχεται από ακροδεξιούς χώρους, είτε από αντιεξουσιαστικούς, είτε από το αστυνομικό κράτος. Δεν οδηγεί πουθενά τελικά. Απλώς προσωρινά μπορεί να καταστείλει κανείς κάποιες αντιδράσεις, αλλά το πρόβλημα διογκώνεται. Νομίζω ότι χρειάζεται διάλογος, ειλικρίνεια και κατανόηση απ’ όλους. Ν’ αναζητούμε την αιτία, κι όχι μόνο να καταδικάζουμε την έκφανση. s

ΣυμΦΩνΙΑ τηΣ ΑνΑΣτΑΣεΩΣ Πάνω αριστερά, η σοπράνο Σοφία Κυανίδου, κάτω δεξιά η μετζοσοπράνο Δάφνη Ευαγγελάτου, σολίστ στη συμφωνία που, σύμφωνα με τους μουσικολόγους, «δίνει μουσική απάντηση στην υπαρξιακή αγωνία του φθαρτού ανθρώπου».


Δ ή μ η τ ρ α Γ α λ ά ν η – vAssILIKOs

Όλα αυτάπου αυτά που

μας ενώνουν Aπό τον Αντώνη Σακελλάρη

Α

υτά που μας ενώνουν είναι πολύ περισσότερα απ’ αυτά που μας χωρίζουν, λέει ο Vassilikos. Πριν από μερικά χρόνια, αυτό θ’ ακουγόταν παράξενο για δύο καλλιτέχνες που προέρχονται από δύο τόσο διαφορετικές σχολές. Η Δήμητρα Γαλάνη –με μια πορεία τεσσάρων δεκαετιών στο ελληνικό, λαϊκό και έντεχνο τραγούδι, που την επέλεξαν ως ερμηνεύτρια όλοι οι μεγάλοι του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα: Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, Ξαρχάκος, Μικρούτσικος– και ο Vassilikos – εδώ και δύο δεκαετίες μέλος του πιο γνωστού ίσως ελληνικού αγγλόφωνου συγκροτήματος, των Raining Pleasure, που κατάφερε, με τους δίσκους και τις εμφανίσεις του, να δώσει μεγάλη ώθηση στην ελληνική ανεξάρτητη σκηνή, αλλά και να περάσει τα σύνορα της χώρας. To αποτέλεσμα της συνεργασίας τους είναι ένας ήχος τόσο ελληνικός και ταυτόχρονα τόσο παγκόσμιος, που ξεκινάει από τον Χατζιδάκι και φτάνει μέχρι την electronica και τις βασικές ροκ αναφορές. Με μια νοητή γραμμή, ενώνονται οι μπουάτ με τα κλαμπ και τα ιστορικά λαϊβάδικα. Συναντήσαμε τους δυο καλλιτέχνες και μιλήσαμε μαζί τους...

μουΣΙκη

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 39


vAssILIKOs

ό,τι δεν έχει καταστρέψει

“ ακόμα ο Έλληνας Σ’ αυτή τη χώρα, αξίζει

Ο Vassilikos δε σταματάει να ψάχνει νέους εκφραστικούς τρόπους. Βγάζει ένα άλμπουμ με διασκευές, το Vintage, συνεργάζεται με τον Κωνσταντίνο Bήτα, κάνει ραδιοφωνικές εκπομπές αφιερωμένες στην ποίηση, και συναντά τη Δήμητρα Γαλάνη, όπου βρίσκουν όλα αυτά που ενώνουν δύο τόσο διαφορετικούς καλλιτέχνες. Αλλά τι σημαίνει μουσικός στη σημερινή Ελλάδα, όπου τελειώνουν πολλά και δεν μπορούμε καλά καλά να φανταστούμε τι αρχίζει... 40 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]

μουΣΙκη


το μετεΩρο ΒημΑ Ο Vassilikos (φωτογραφημένος σε τυπικό αθηναϊκό κλιμακοστάσιο), δηλώνει μετέωρος, ανάμεσα στην Ελλάδα και σε μια χώρα της Ευρώπης - ήταν η Γερμανία, θα είναι η Βρετανία. Τον απωθούν προσωπικοί λόγοι, αλλά και η γενικότερη κατάσταση. Τον κρατούν «κάποιοι πυρήνες ελεύθερων ανθρώπων που δεν σκέφτονται ελληνικα».

O

Vassilikos ξεκίνησε να παίζει μουσική με τους Raining Pleasure στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Το ότι έμεναν στην Πάτρα δεν τους εμπόδισε να διαγράψουν μια πορεία μοναδική για ελληνική ανεξάρτητη αγγλόφωνη μπάντα. Ήδη από τους πρώτους δίσκους τους, διέκρινε κανείς τις φλέβες ενός σπάνιου ταλέντου, που ενσωμάτωνε επιρροές από τον Μικρό Πρίγκιπα, τον Χατζιδάκι, τους Smiths και τους Triffids (από κομμάτι των οποίων, εξάλλου, πήραν τ’ όνομα τους). Η μουσική τους θα μπορούσε να γράφεται κάπου στην Αγγλία από μια μπάντα που έχει μεγαλώσει με όλη την κληρονομιά της pop και της rock. O Vassilikos έκανε αμέσως μεγάλη εντύπωση για την πολύ ζεστή φωνή, τις στιχουργικές ικανότητες και την προφορά του, που απείχε χιλιόμετρα από το κλισέ που χρησιμοποιούνταν εκείνη την εποχή για να περιγράψει τα αγγλόφωνα συγκροτήματα: «τα αγ-

μουΣΙκη

γλικά του Στρατηγάκη». Η μεγάλη επιτυχία, αλλά και οι γκρίνιες για την πιο εμπορική στροφή τους, ήρθε με το άλμπουμ Flood. Την απάντηση στη γκρίνια την έδωσαν οι ίδιοι με τα επόμενα άλμπουμκομψοτεχνήματα: Forwards + Backwards, Reflections και Who’s Gonna Tell Juliet. Και η συνέχεια είναι ακόμα πιο ενδιαφέρουσα. Τη σημαίνει η συνεργασία με τη Δήμητρα Γαλάνη. Τα πώς και τι, στη συνομιλία που ακολουθεί. Ποιος από τους δύο έκανε την πρώτη απόπειρα προσέγγισης; Με τη Δήμητρα γνωριστήκαμε πριν από μερικά χρόνια μέσω ενός κοινού συνεργάτη. Είχαμε κάνει μερικά πραγματάκια μαζί. Η Δήμητρα είχε συμμετάσχει σ’ ένα δίσκο των Raining Pleasure και μετά εγώ συμμετείχα στο δίσκο της Πίξελ, για τον οποίο της είχα γράψει το «Αίνιγμα». Έτσι, αναπτύχθηκε σιγά σιγά μια σχέση πολύ στενή. Και οι δύο βλέπαμε ότι κάποια στιγμή η σχέση αυτή θα γεννούσε κάτι ακόμα πιο βαθύ και ενδιαφέρον. Εννοείτε αυτή τη σειρά συναυλιών; Ναι, ανάμεσα σε άλλα. Συνειδητοποιήσαμε ότι αυτά που μας ενώνουν είναι πολύ περισσότερα απ’ αυτά που μας χωρίζουν. Όχι μόνο ως καλλιτέχνες, αλλά και ως ανθρώπους. Μας ενώνει μια κοινή ματιά πάνω στην τέχνη και στα πράγματα γενικότερα. Αυτά που μας ενώνουν μουσικά είναι πάρα πολλά. Έχουμε απίστευτα πολλές κοινές αναφορές, οι οποίες είναι και η βάση της συνεργασίας μας. Οι συναυλίες μας είναι ακριβώς αυτό το πάντρεμα των ερεθισμάτων και του οράματός μας για τη μουσική και το μέλλον της. Προσπαθήσαμε και οι δύο να επιστρέψουμε σ’ αυτό που είναι ο πυρήνας της τέχνης μας: να παίζουμε μουσική που μας αρέσει, επειδή μας αρέσει, και για ανθρώπους που αγαπάνε τη μουσική, χωρίς να μας το επιβάλλει κανείς. Αυτό είναι όλο. Είναι ένα σύνολο τραγουδιών απ’ όλο τον κόσμο – αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, γερμανικά και ελληνικά. Άρα, μιλάμε για κοινή εμφάνιση, όπου ο καθένας μας θα έχει και το δικό του «χώρο». Ας πούμε ότι είναι το σημείο όπου ενώνεται ο απόηχος από το Πίξελ της Δήμητρας με το δικό μου Vintage. Μιας και αναφερθήκαμε στο Vintage, πείτε μου μερικά πράγματα γι’ αυτό το δίσκο. Πώς προέκυψε η ιδέα να κάνετε ένα δίσκο με διασκευές και πώς επιλέξατε τα τραγούδια του; Σ’ ένα διάλειμμα των Raining Pleasure, είχα την ανάγκη να μπω στο στούντιο χωρίς να έχω ξεκάθαρα στο μυαλό μου τι ήθελα να κάνω. Τελικά, άρχισα να διασκευάζω τραγούδια που πάντα θαύμαζα και ήθελα να τα έχω παίξει. Από τα 50 τραγούδια που ηχογραφήσαμε εκείνη την περίοδο, κράτησα τα 15. Όταν τελείωσε η ηχογράφηση, αισθάνθηκα ότι δεν έχω τελειώσει μ’ αυτή την προσπάθεια, γι’ αυτό και το ονόμασα Vol. 1, χωρίς όμως να ξέρω αν θ’ ακολουθήσει Vol. 2. Πιστεύω ότι είναι ένας κύκλος που δεν έχει

κλείσει. Μπορεί όμως να κλείσει μετά από 10 χρόνια.

ντα και θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν μ’ αυτή τη μορφή.

Υπάρχουν τραγούδια που θαυμάζετε, αλλά που δεν θα προσπαθούσατε ποτέ να διασκευάσετε; Σίγουρα. Είναι άπειρα τα κομμάτια που μ’ έχουν σημαδέψει, αλλά νιώθω ότι δεν έχω να προσθέσω τίποτα άλλο σ’ αυτά. Είναι απλά τέλεια. Δεν εννοώ βέβαια ότι τα κομμάτια που συμπεριελήφθησαν στο άλμπουμ δεν είναι φανταστικά, απλά ένιωθα ότι μπορώ να προσπαθήσω να εκφραστώ παίζοντάς τα, χωρίς να τα προσβάλω· ότι υπάρχει χώρος μέσα τους και για μένα.

Μένετε στην Ελλάδα; Τώρα ναι. Μέχρι πριν ένα χρόνο ήμουν μεταξύ Γερμανίας και Ελλάδας και από το φθινόπωρο θα βρίσκομαι μεταξύ Αγγλίας και Ελλάδας. Νιώθω σαν να είμαι ανάμεσα σ’ ένα καταπέλτη που με σπρώχνει να φύγω από εδώ, και σ’ ένα μαγνήτη που με τραβάει προς το Λονδίνο. Άρα, είναι αναπόφευκτο να βρεθώ εκεί.

Πάνω σε τι δουλεύετε τώρα; Γράφω συνέχεια νέο υλικό που αφορά είτε εμένα είτε τους Raining Pleasure.

Τι σας κρατάει εδώ; Λίγα πράγματα. Κάποιοι πυρήνες ελεύθερων ανθρώπων που ευτυχώς δεν σκέφτονται ελληνικά. Κάποια πράγματα που μόνο εδώ μπορούν να συμβούν, όπως είναι το schoolwave, στην επιτροπή του οποίου είμαι από την αρχή. Αυτό είναι ίσως το πιο ενδιαφέρον πράγμα που συμβαίνει αυτή τη στιγμή και δεν θα μπορούσε να συμβεί πουθενά αλλού.

Άρα το συγκρότημα εξακολουθεί να υφίσταται. Βεβαίως! Απλά κάναμε μια παύση, κατά την οποία δοκιμάζω κάποια πιο προσωπικά πράγματα. Τώρα ξεκουραζόμαστε λίγο από τη μπάντα, αλλά οι Raining Pleasure έχουν πολύ δρόμο μπροστά τους. Είμαστε το μακροβιότερο συγκρότημα στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή. Μήπως ξεχνάτε τους Last Drive; Όχι. Οι Last Drive είχαν σταματήσει να υφίστανται για πάνω από 12 χρόνια και επανασυνδέθηκαν πριν από μια πενταετία. Εμείς υπάρχουμε 21 συναπτά έτη. Είστε ένας Έλληνας crooner; (χαρακτηρισμός που αποδίδεται σε τραγουδιστές της τζαζ και της ποπ, αλλά όχι μόνο, που τραγουδούσαν με απαλή και βαθιά φωνή ερωτικά τραγούδια, π.χ. Σινάτρα, Μπινγκ Κρόσμπι) Κοίτα, ο καθένας μπορεί να λέει ό,τι θέλει. Εμένα αυτό δεν με αγγίζει και δεν με αφορά. Σίγουρα δεν με προσβάλλει και δεν το θεωρώ γραφικό, ίσα ίσα, θαυμάζω πολλούς από τους παλιούς crooners. Νομίζω ότι κάποιοι σκέφτηκαν αυτό το χαρακτηρισμό επειδή επέλεξα να διασκευάσω ένα κομμάτι του Πολ Άνκα. Γράφετε και ποίηση; Έχω ένα πρόβλημα μ’ αυτή τη λέξη, αλλά ας πούμε ναι. Γράφω στίχους, καταγράφω σκέψεις. Γράφω κάτι σαν ποίηση, στα ελληνικά και στα αγγλικά. Η διαφορά με το να γράφω στίχους για τη μουσική μου, ή για την μπάντα, είναι ότι γράφω και στα ελληνικά. Ό,τι έχει μείνει ως τώρα στην άκρη είναι ό,τι έχω γράψει στα ελληνικά. Δεν συνηθίζω να μεταφράζω στίχους και δεν έχω επιλέξει ακόμα να ντύσω μουσικά ελληνικούς στίχους. Γιατί συμβαίνει αυτό; Έχει να κάνει με την πορεία δύο δεκαετιών που έχω στο αγγλόφωνο τραγούδι. Μου έρχεται πιο εύκολα να γράψω μουσική πάνω σε αγγλικό στίχο. Και ό,τι έχω γράψει με ελληνικό στίχο έχει μείνει ακυκλοφόρητο. Πρώτα απ’ όλα, γιατί οι Raining Pleasure είναι αγγλόφωνη μπά-

Τι σας σπρώχνει μακριά από εδώ; Πολλοί προσωπικοί λόγοι, αλλά και η γενικότερη κατάσταση.

Γιατί μόνο εδώ; Τα παιδιά που το στήσανε προσπάθησαν να το βγάλουν προς την Ευρώπη, αλλά πάντα είχαν ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο: το χρήμα. Όλοι όσοι ήρθαν σε επαφή μαζί τους, τους ρωτούσαν πώς θα βγει χρήμα απ’ αυτή την ιστορία. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν πως έχουν στήσει κάτι τόσο όμορφο και ελπιδοφόρο χωρίς να βγάζουν λεφτά. Αυτός ήταν κι ο λόγος που ασχολήθηκα από την αρχή με το schoolwave, ότι δηλαδή δίνει κίνητρο σε νέα παιδιά ν’ ασχοληθούν με τη μουσική πιο ζεστά, προκειμένου να εμφανιστούν σ’ ένα τόσο ωραίο φεστιβάλ. Όταν ξεκίνησα εγώ με τους Raining Pleasure, δεν μπορούσαμε να διανοηθούμε κάτι τέτοιο. Κι όλη αυτή η προσπάθεια έχει καταφέρει ν’ ανεβάσει πολύ το επίπεδο των συγκροτημάτων που συμμετέχουν. Για μένα, το schoolwave είναι ένα από τα λίγα πράγματα που αξίζουν σ’ αυτή τη χώρα. Τα υπόλοιπα ποια είναι; Η φύση, ο ήλιος, ο καιρός, η θάλασσα. Ό,τι δεν έχει καταφέρει να καταστρέψει ακόμα ο Έλληνας. Δεν ξέρω τι, αλλά κάτι συμβαίνει με τους Έλληνες. Ίσως έχει να κάνει με το DNA, με το κάρμα αυτού του λαού. Παλιότερα δεν τα πίστευα όλα αυτά, αλλά τώρα πια δεν μπορώ να τα αγνοήσω. Ίσως έχει περάσει πια στο DNA μας η αρπαχτή, όπως τη μάθαμε από τους παππούδες μας. Είναι αυτό που μας κάνει γυφτοέλληνες κι αυτό που πνίγει κάθε καλή προσπάθεια σ’ αυτό τον τόπο. Ελπίζω αυτό που ζούμε τώρα ν’ αλλάξει λίγο τον τρόπο που σκεφτόμαστε σ’ αυτή τη χώρα. Δυστυχώς, όμως, δε βλέπω σημάδια γύρω μου ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο. Το ζητούμενο για μένα είναι να κατακτήσουμε ένα νέο εσωτερικό πολιτισμό που θα αντανακλάται στην καθημερινότητά μας. Ν’ αποκτήσουμε επιτέλους άμυνες απέναντι σ’ όλη αυτή την ξεφτίλα. s

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 41


© Γιώργος Μαλεκάκης


Δήμητρα Γαλάνη

ντρέπομαι για τη γενιά μου

Η Δήμητρα Γαλάνη είναι ένας άνθρωπος του 21ου αιώνα. Και, ως τέτοιος, δεν σταματάει ποτέ να παρακολουθεί τις εξελίξεις. Μόνιμα σε άμεση σύνδεση με ό,τι καλό συμβαίνει στον πολιτισμό, μόνιμα online, όπως λέει η ίδια, δεν επαναπαύεται ποτέ στις παλιές δόξες. Πειράζει συνέχεια το παλιό της υλικό, γράφει καινούργια μουσική, και την αφορούν τα πάντα. Θα μπορούσε να έχει ξεκινήσει την πορεία της στο τραγούδι φέτος, και όμως, έχει ήδη πάνω από σαράντα χρόνια στο χώρο. Αυτή η συνεχής αναζήτηση την οδήγησε στη συνεργασία με τον Vassiliko, μαζί με τον οποίο θα τη δούμε στη σκηνή της Μικρής Επιδαύρου, να παίζουν ο ένας τη μουσική του άλλου, να μας παρουσιάζουν ό,τι αγαπάνε περισσότερο από το παγκόσμιο μουσικό στερέωμα και να ψάχνουν το απρόβλεπτο.

«ζουμε Σε ΣυΓΧυΣη» Η Δήμητρα Γαλάνη έχει θέμα με τον σύγχρονο πολιτισμό μας. «Ακόμα και οι αντιδράσεις μας αφήνουν να φανεί μια μακρόχρονη σύγχυση», σημειώνει. Ελπίζει, ωστόσο, στη δυναμική των καθαρών προτάσεων μιας νεότερης γενιάς.

Μιλήστε μας για τη συναυλία που ετοιμάζετε με τον Vassiliko. Η αφορμή γι’ αυτή τη συνάντηση είναι το Ελληνικό Φεστιβάλ, που θεωρώ ότι είναι ένας από τους λίγους πνεύμονες πολιτισμού σ’ αυτή την άθλια κατάσταση που ζούμε αυτό τον καιρό. Η αιτία, όμως, απ’ την άλλη, είναι η απεριόριστη εκτίμηση που έχω στον Vassiliko. Πιστεύω ότι είναι ένας από τους πιο χαρισματικούς ανθρώπους που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στη νεότερη μουσική σκηνή της χώρας. Μετά την εμφάνιση στην Επίδαυρο, θα συνεχίσουμε σε λίγους και πολύ προσεκτικά επιλεγμένους χώρους. Ξέρετε, προσπαθώ να είμαι πολύ επιλεκτική ως προς τους χώρους στους οποίους εμφανίζομαι, γιατί θεωρώ ότι ο χώρος παίζει πολύ σημαντικό ρόλο. Η μουσική δονείται διαφορετικά σε κάθε χώρο, αλλά και κάθε χώρος από τη μουσική. Διαφωνώ με τη λογική «παίζω όπου κάτσει». Αν εξαιρέσουμε κάποιους καλλιτεχνικούς πυρήνες ανά την Ελλάδα, που κρατάνε πολύ ψηλά το πολιτιστικό επίπεδο των εκδηλώσεών τους, όπως συμβαίνει ας πούμε στην Καλαμάτα και στην Καβάλα, όλο το υπόλοιπο καλοκαιρινό πανηγύρι με αφήνει παγερά αδιάφορη. Είναι όλο αυτό που περιγράφετε μια αντανάκλαση του επιπέδου του πολιτισμού στην Ελλάδα;

Δεν νομίζω ότι χρειαζόμαστε ως δείκτη του πολιτιστικού επιπέδου τα καλοκαιρινά δρώμενα. Ο όλος τρόπος που λειτουργεί αυτή η χώρα, οι άνθρωποι που την κυβερνούν, αλλά και ο τρόπος που αντιδρούμε ως λαός σ’ αυτή την κατάσταση, αφήνουν να φανεί ο πολιτισμός μας. Ακόμα και οι αντιδράσεις μας αφήνουν να φανεί μια μακρόχρονη σύγχυση. Δεν λέω ότι δεν γίνονται ελπιδοφόρα πράγματα. Και ευτυχώς! Όλες αυτές οι συγκεντρώσεις στις πλατείες είναι μια διαδικασία συλλογικοποίησης και συνειδητοποίησης που την έχουμε τόσο πολύ ανάγκη... Αλλά κι αυτό ακόμα μερικές φορές μου φαίνεται σαν χαμένο. Του λείπουν οι στόχοι. Υπάρχουν βέβαια άτομα και ομάδες που βλέπουν τα πράγματα καθαρά κι έχουν ξεκάθαρους στόχους, αλλά έχω συχνά την αίσθηση ότι επικρατούν οι πολλοί άλλοι που κουβαλούν προσωπικά προβλήματα, κάνοντας την κατάσταση πολύ μπερδεμένη. Είναι πια ένα περίεργο μείγμα. Δεν είναι όμως αυτή η αντίδραση και ο τρόπος που εκφράζεται λίγο-πολύ αναμενόμενη; Δεν είναι λογικό αυτή η σύγχυση που επικρατεί επί δεκαετίες να εκφράζεται και μέσα από τις αντιδράσεις; Ασφαλώς. Όμως, αυτό το περίεργο κράμα που έχει δημιουργηθεί συχνά εμποδίζει ν’ ακουστούν οι καθαρές προτάσεις των νέων ανθρώ[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 43


χρειαζόμαστε

κρατικοδίαιτους

Δεν

καλλιτέχνες. Στρατηγική χρειαζόμαστε, και προώθηση

πων που προσπαθούν να χαράξουν έναν εναλλακτικό δρόμο. Έχω την αίσθηση ότι εμείς οι παλιότεροι πνίγουμε τη φωνή των νέων ανθρώπων, με τα συμπλέγματα και τα αρνητικά φορτία που κουβαλάμε. Σ’ όλες αυτές τις, όντως εντυπωσιακές σε όγκο, συγκεντρώσεις, πιστεύω ότι οι μόνοι που έχουν να πουν κάτι, οι μόνοι που έχουν δικαίωμα να διαμαρτυρηθούν για την αδικία που βιώνουν και στην οποία δεν έπαιξαν ρόλο, είναι οι άνθρωποι της ηλικίας σας. Νέοι άνθρωποι, με απίστευτα πολλές γνώσεις και χαρίσματα, που κάθονται εκεί, κοιτάνε απέναντι και βλέπουν το απόλυτο τίποτα. Η δική μου γενιά έχει μεγάλη ευθύνη σ’ αυτό που υφίστανται τώρα οι νέοι. Η απληστία τους, η πλαστή ευμάρεια, μια δανεική virtual πραγματικότητα που ζούσαμε τόσα χρόνια, η ανικανότητα να δούμε τι είναι σημαντικό, αυτές είναι οι αιτίες για τη δική σας δυστυχία. Δεν λέω βέβαια ότι μόνο οι νέοι περνούν δύσκολα, κάθε άλλο! Αλλά η γενιά της μεταπολίτευσης δεν έβλεπε αυτό που ερχόταν με θόρυβο εδώ και χρόνια; Από το λαϊκισμό του ’81 μέχρι και πριν δυο χρόνια; Δεν είχε πάρει χαμπάρι; Ίσα ίσα, το επιβράβευαν κιόλας. Γιατί τους βόλευε. Εγώ προσωπικά ντρέπομαι πάρα πολύ για τη γενιά μου. Τι πιστεύετε ότι θα βγει απ’ αυτό; Κοιτάξτε, αυτές οι αντιδράσεις είναι ένα σύμπτωμα της κοινωνίας που τις γέννησε και κουβαλούν τα χαρακτηριστικά της. Μπορεί να οδηγήσουν σε κάτι θετικό. Μπορεί να κινητοποιήσουν την κοινωνία μας, ώστε ν’ αρχίσει να σκέφτεται και να λειτουργεί λίγο διαφορετικά. Τα αποτελέσματα όμως θα φανούν σε βάθος χρόνου. Εγώ προσπαθώ να παραμένω αισιόδοξη. Είναι γεγονός ότι όλοι ξέρουμε πια ότι κάτι πρέπει ν’ αλλάξει. Κι αυτό είναι καλό. Η σημερινή κατάσταση θα γεννήσει ένα νέο πολιτισμό; Σίγουρα. Το ξεβόλεμα δημιουργεί έναν καινούργιο διάλογο. Ο κόσμος πια ψάχνει ανθρώπους με κοινούς κώδικες επικοινωνίας. Ξαναρχίζει μια πολύ ζωντανή κουβέντα. Ξεφεύγουμε σιγά σιγά από την αθλιότητα της τηλεόρασης και της κατανάλωσης εύκολης διασκέδασης και εύκολων συναισθημάτων. Αρκεί ο παρορμητισμός αυτής της εποχής να οδηγήσει στη συνειδητοποίηση ότι μόνο

εμείς μπορούμε να τ’ αλλάξουμε όλα. Δεν έχουμε να περιμένουμε πια τίποτα από κανέναν. Η αλλαγή θα ξεκινήσει από εμάς τους ίδιους και θα αφορά πρώτα εμάς τους ίδιους. Γιατί όταν υπάρχει ατομική συνειδητότητα, υπάρχει και συλλογική συνειδητοποίηση.

ακούνε σ’ ένα πικάπ μ’ ένα ζευγάρι σωστά ηχεία. Γι’ αυτό και η αγορά του βινυλίου γνωρίζει τέτοια άνθηση. Γιατί πάντα αυτό που εσύ επιλέγεις, και όχι αυτό που σου πλασάρουν, θέλεις να το «αποκτήσεις» μ’ ένα διαφορετικό, πιο προσωπικό, τρόπο.

Ισχύει όμως και το αντίστροφο. Μα ναι, αυτά πράγματα είναι αλληλένδετα. Μέσα από τις συλλογικές διαδικασίες διαμορφώνεις και διαμορφώνεσαι. Και συνειδητοποιούμε πια ότι τίποτα δεν είναι πολυτέλεια. Ούτε η καθαριότητα μιας πόλης, ούτε ο καθημερινός μας πολιτισμός, τίποτα. Δεν υπάρχουν πια λεπτομέρειες. Όλα είναι σημαντικά. Όταν το καταλάβουμε αυτό, θα ξεπεράσουμε την παρατεταμένη εφηβεία που ζούμε ως κοινωνία. Θα αναλάβουμε επιτέλους τις ευθύνες μας και θα συνειδητοποιήσουμε τις αθλιότητες που έχουμε κάνει.

Είναι δηλαδή άλλη μια ένδειξη ότι τα πράγματα θ’ αποκτήσουν τις αληθινές τους διαστάσεις μέσα απ’ την κρίση; Όλο αυτό το δηλητήριο που γευόμαστε καθημερινά, όλη αυτή η τόσο επώδυνη κατάσταση, δεν μπορεί παρά να επαναπροσδιορίσει αξίες σ’ όλα τα επίπεδα. Δεν μπορεί παρά να τα κατεβάσει όλα στην πραγματική τους κλίμακα. Όταν θα καταλάβουμε ότι ο κόσμος δεν αρχίζει και τελειώνει σ’ εμάς, τότε μόνο για καλό συμβαίνουν όλα.

Γνωρίζοντας τη στενή σας σχέση με το ίντερνετ, νομίζω ότι έχει αξία ν’ ακούσουμε τη γνώμη σας για το ρόλο που έχει παίξει αυτό το εργαλείο σ’ αυτή την κατάσταση, αλλά και ως προς τις αντιδράσεις που γεννιούνται. Όπως είπατε, το ίντερνετ είναι ένα σπουδαίο εργαλείο. Σε ενημερώνει. Δεν σε κάνει όμως καλύτερο πολίτη ή καλύτερο άνθρωπο. Ο αναλογικός βλαξ και αμόρφωτος δεν έχει διαφορά από τον ψηφιακό βλάκα και αμόρφωτο. Όση χρήση του ίντερνετ και να κάνεις, πάλι θα χρειαστείς την κουλτούρα σου για να σε προσδιορίσει. Επίσης, παρότι είμαι χρόνια χρήστρια του διαδικτύου, δεν με ενθουσιάζουν τα λεγόμενα social networks. Μπορώ να αντιληφθώ τη συμβολή τους στην άμεση διάδοση μηνυμάτων για εξεγέρσεις ή και επαναστάσεις, αλλά, δεν ξέρω, έχω πρόβλημα με ό,τι γίνεται τόσο πολύ της μόδας. Σ’ ένα βαθμό με απωθεί. Πώς διαμόρφωσε το ίντερνετ τη μουσική; Η σχέση αυτών των δύο ήταν πάντα εξαιρετική. Μη βλέπετε μόνο την κατάσταση με τις δισκογραφικές στην Ελλάδα. Στο εξωτερικό, όπου η αγορά λειτουργεί πολύ πιο σοβαρά, το ίντερνετ ωφέλησε πολύ τη μουσική. Στην Ελλάδα, όπου τόσα χρόνια ζούσαμε σε μια virtual φούσκα, απλά ανέδειξε τις παραφωνίες. Κι αυτή η φούσκα έσκασε. Και σκάζοντας αποκάλυψε ποιες ήταν οι πραγματικές διαστάσεις της μουσικής αγοράς στην Ελλάδα. Ήταν γελοίο αυτό που συνέβαινε δέκα χρόνια πριν, που οι εταιρείες βράβευαν καλλιτέχνες για δίσκους που γίνονταν 8 ή 18 φορές πλατινένιοι. Ένας πολύ επιτυχημένος δίσκος, πλέον, πουλάει το πολύ μέχρι 20.000-30.000 αντίτυπα. Και πολλά είναι. Ας μη γελιόμαστε. Οι δισκογραφικές δεν καταρρέουν λόγω του ίντερνετ, αλλά λόγω του λάθος τρόπου που οδήγησαν την αγορά με προϊόντα πολύ κακής ποιότητας. Αυτοί που είναι λάτρεις της καλής μουσικής θα συνεχίσουν ν’ αγοράζουν ποιοτικά πράγματα και να τ’

44 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]

Όλα αυτά που συζητάμε τόση ώρα ορίζουν το πλαίσιο για τη συναυλία με τον Vassiliko, αλλά και για τη δουλειά σας; Μα, τόση ώρα για τη συναυλία δε συζητάμε; (γέλια) Ακριβώς, αυτή η συναυλία είναι άλλη μια προσπάθεια να φέρουμε τα πράγματα στις πραγματικές τους διαστάσεις. Δηλαδή, απλά να παίξουμε τη μουσική που μας αρέσει. Με τον Vassiliko και την ομάδα των τόσο ταλαντούχων μουσικών και τεχνικών που μας βοηθάνε, αυτό το στοίχημα βάλαμε ουσιαστικά. Να περάσουμε καλά. Να παίξουμε και ν’ ακούσουμε τη μουσική που αγαπάμε, αυτόν τον παγκόσμιο ήχο που μας συνδέει. Όλα αυτά που μας έχουν μεγαλώσει και μας έχουν μορφώσει μέσα απ’ τους ρυθμούς και τα συναισθήματά τους. Επαναπροσδιορίζουμε τον ήχο μας μέσα απ’ τη ματιά του άλλου. Αυτό για μένα είναι ένας μόνιμος στόχος. Προσπαθώ να δω τη μουσική μου μέσα απ’ την οπτική –κυρίως νέων– ανθρώπων τους οποίους συναντώ και τους οποίους θαυμάζω. Γιατί, ξέρετε, στη χώρα μας έχουμε το προνόμιο να έχουμε καταπληκτικούς νέους μουσικούς με απίστευτο ταλέντο και γνώσεις. Αλλά δυστυχώς αυτοί σπάνια βγαίνουν στην επιφάνεια. Γιατί συμβαίνει αυτό; Είναι αυτή η τρομερή σκιά των ΜΜΕ που δεν αναδεικνύει τέτοια πράγματα, που φοβάται ή μισεί την ποιότητα. Αντίθετα, τα ΜΜΕ επιμένουν εμμονικά ν’ αναδεικνύουν την αθλιότητα και το σκουπίδι. Δείτε τι γίνεται με το Φεστιβάλ. Πάει εξαιρετικά καλά. Έχουμε το προνόμιο να βλέπουμε τις κορυφαίες παραστάσεις στον κόσμο. Κι όμως, τα ΜΜΕ το αγνοούν, τη στιγμή που θα έπρεπε να πέφτουν πάνω του μπας και φωτιστούν, ως ετερόφωτα που είναι. Όλα αυτά εμένα με κάνουν εξαιρετικά καχύποπτη. Δεν είναι δυνατό να προσπαθούν τόσο επίμονα να θάψουν τον τόσο πλούσιο πολιτισμό που παράγει αυτή η χώρα. Όμως, παρά τη σκοτεινιά που προσπαθούν με τόση ζέση να ρί-

ξουν πάνω μας, δεν έχουν ελπίδα. Και ξέρετε γιατί; Γιατί εμείς έχουμε ένα πολύ σημαντικό όπλο: τη γλώσσα μας, τον πολιτισμό μας. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, ξέρετε. Αλλάζει όλο τον τρόπο σκέψης μας. Λειτουργεί σχεδόν ερήμην μας και δεν είναι και τόσο εύκολο να τον εξαφανίσουν. Πιστεύετε δηλαδή ότι υπάρχει οργανωμένο σχέδιο με τέτοιους στόχους; Όχι βέβαια. Δεν πιστεύω τις συνωμοσιολογίες. Πιστεύω, όμως, στην απίστευτη απονιά της εξουσίας, σ’ ένα φεουδαρχισμό που χαρακτηρίζει τους κυβερνώντες και σ’ έναν αιώνιο ραγιαδισμό αυτής της χώρας. Πιστεύω σ’ ένα κακό κάρμα της χώρας, που τώρα αρχίζουμε να βλέπουμε την αρχή του τέλους του. Η υψηλή πολιτιστική παραγωγή, και συγκεκριμένα η μουσική, που προαναφέρατε δεν έχει απήχηση στον μέσο Έλληνα ακροατή λόγω του αρνητικού ρόλου των ντόπιων ΜΜΕ. Στο εξωτερικό γιατί δεν ακούγεται, σε αντίθεση με τη μουσική άλλων χωρών; Μα είναι θέμα πολιτικής. Λείπουν οι κεντρικές πολιτικές επιλογές για την προώθησή της. Και δεν εννοώ ότι είναι θέμα χρημάτων. Δεν χρειαζόμαστε κρατικοδίαιτους καλλιτέχνες. Στρατηγική χρειαζόμαστε, και προώθηση. Πώς μπορείς να χαράξεις τέτοια στρατηγική όταν την ίδια στιγμή κλείνεις τα μουσικά λύκεια; s

Info Συναυλία με τη Δήμητρα Γαλάνη και τον Vassiliko Η Δήμητρα Γαλάνη και ο Vassilikos μάς καλούν σε μια μουσική συνάντηση που δεν βασίζεται στο σίγουρο και στο δοκιμασμένο. Μια βόλτα στην Επίδαυρο, λοιπόν, με απρόβλεπτη εξέλιξη. Ενορχηστρώσεις: Γιώργος Ζαχαρίου, Vassilikos, Επιμέλεια ορχήστρας, πιάνο, keyboards: Γιώργος Ζαχαρίου, Κιθάρες: Θίο Γκουτσίδης, Λάμπης Κουντουρόγιαννης, Πλήκτρα: Βασίλης Τριανταφυλλόπουλος, Μπάσο, Φωνητικά: Στέλιος Προβής, Drums, Κρουστά: Σεραφείμ Γιαννακόπουλος, Επιμέλεια ήχου: Κώστας Βάμβουκας, Επιμέλεια φωτισμού: Βασίλης Πουφτής, Ηχοληψία: Παναγιώτης Ηλιόπουλος, Stage manager: Νίκος Καραδοσίδης Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου 15-16 Ιουλίου, 21:30 Εισιτήρια: 30€, 20€, 10€

μουΣΙκη


Θανάσης Γεωργίου – Φώτης νικολάου

μικρός χάρτης συναντήσεων

Info Πειραματική Σκηνή ΘΟΚ Φώτης Νικολάου - Λίγο ακόμα

Πώς να χαρτογραφήσεις ένα έργο που μιλάει για τη μνήμη και τα θραύσματά της, για το φως και το σκοτάδι, την ελπίδα και την απελπισία, χωρίς να είναι έργο μυθοπλασίας; Πώς να γίνεις συγκεκριμένος για ένα έργο που εμπνέεται από την απρόβλεπτη δομή της ίδιας της ζωής για να «γεννήσει» ένα σκηνικό σύμπαν εξίσου απρόβλεπτο;

Ο χορογράφος Φώτης Νικολάου και ο ηθοποιός Θανάσης Γεωργίου αναλαμβάνουν τη σκηνοθεσία της νέας χοροθεατρικής παράστασης της Πειραματικής Σκηνής του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου. Δεκατρείς άνθρωποι συναντιούνται σ’ ένα δωμάτιο ευχών, προσπαθώντας να εκπληρώσουν κάποιες απ’ τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες τους. Πειραιώς 260, Κτίριο Η 16-18 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 25€, 20€, 10€

Συναντήσεις Θανάσης, Νιόβη, Αλεξία, Αντώνης, Κατερίνα, Λέα, Μυρτώ, Νίκος, Πάνος, Ριαλένα, Φωτεινή, Φώτης, Χρήστος Αργήσατε Θανάσης, Νιόβη, Αντώνης + Θεατές Αυτοί έρχονται πάντα με τις επιθυμίες τους Όλοι Tempus fugit Θανάσης, Μυρτώ, Χρήστος + Όλοι

I

σως ο μόνος τρόπος να ξεκινήσει κανείς είναι να μιλήσει για την έμπνευσή του, για εκείνο δηλαδή το καθοριστικό σημείο απ’ όπου ξεκινάνε όλα. Για εμάς, ένα τέτοιο σημείο εκκίνησης στάθηκαν οι προσωπικές συναντήσεις. Οι συναντήσεις που έχουμε με τον εαυτό μας, όταν μια στιγμή απρόσμενης χαράς ή ανείπωτης λύπης μας φέρνει κοντά, πολύ κοντά, στην ουσία της ύπαρξης μας – εκεί που κανένας δεν μπορεί να κρυφτεί από λόγια που ποτέ δεν ειπώθηκαν, επιθυμίες που ποτέ δεν εκπληρώθηκαν και εξομολογήσεις που ποτέ δεν έγιναν. Κι έπειτα υπάρχουν και οι συναντήσεις που έχουμε με τους «άλλους», μ’ αυτούς που έμειναν και μ’ αυτούς που έφυγαν και που η παρουσία ή απουσία τους απ’ τη ζωή μας, μας καθορίζει για πάντα. Είναι εκείνες που μας κάνουν να επιθυμούμε και να ονειρευόμαστε. Αυτά λοιπόν είναι τα υλικά του Λίγο ακόμα. Λίγα όνειρα, κάποιες επιθυμίες, πολλές εξομολογήσεις, μα, πάνω απ’ όλα, αυτές οι απρόσμενες συναντήσεις. Κάπως έτσι, απρόσμενα, συναντηθήκαμε κι εμείς με την Αλεξία, τον Αντώνη, τον Θανάση, την Κατερίνα, την Κωνσταντίνα, τη Λέα, τη Μαρία, τη Μυρτώ, τον Νίκο, τη Νιόβη, τον Πάνο, τη Ριαλένα, τη Φωτεινή και τον Χρήστο στην Πειραματική Σκηνή του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου και φτιάξαμε το Λίγο ακόμα. 26 σκηνές, που ελπίζουμε να βρουν το δρόμο τους και να συναντηθούν μ’ εσάς με τον ίδιο τρόπο που φτιάχτηκαν. Απρόσμενα.

Η μνήμη Μυρτώ + Αλεξία, Κατερίνα, Λέα, Νιόβη, Φωτεινή + Νίκος Χωρίς ντροπή Θανάσης, Κατερίνα, Λέα, Μυρτώ, Νιόβη, Νίκος, Πάνος, Χρήστος + Νίκος Εις μνήμην Όλοι Επιθυμίες (πρόσεχε τι εύχεσαι γιατί μπορεί να γίνει) Όλοι Μια ρομαντική ιστορία αγάπης Νιόβη + Νίκος + Όλοι Πόσο μ’ αρέσουν, φίλε μου, τα μάτια σου Πάνος Sposa son disprezzata Νιόβη + Πάνος + Νίκος Τώρα που έμειναν μόνο τα όνειρα, τι άλλο θες να αφηγηθώ; Λέα, Θανάσης + Όλοι Αγκάλιασέ με Αντώνης + Ριαλένα Πέφτουν τα σώματα σαν τα πεπρωμένα Κατερίνα + Όλοι Προσευχή Μυρτώ, Θανάσης + Όλοι Like a moth to a flame Φωτεινή Κάποιος να δώσει μια απλή απάντηση Θανάσης, Κατερίνα, Λέα, Μυρτώ, Νιόβη, Πάνος, Χρήστος Time is just memory mixed with desire Λέα + Νίκος + Όλοι Δείξε μου Αλεξία + Φώτης Αυτοκτονίες Όλοι Μια πράξη αποχαιρετισμού Αντώνης, Χρήστος, Θανάσης + Όλοι Έχετε αγαπήσει ποτέ; Νιόβη, Πάνος + Όλοι + Θεατές Μια απλή απάντηση Θανάσης Τι κάνετε; Μας βλέπουν τόσα μάτια! Χρήστος + Όλοι

26 συναντήσεις λοιπόν, 26 διαδρομές. Από τον έναν / στον άλλον / και πίσω / στον άλλον.

ΘEATPO

Συγγνώμη… Θανάσης + Νίκος + Όλοι Αντίο, ώς αύριο, ώς την άλλη συνάντηση Όλοι

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 45


Info Θανάσης Σαράντος - Όνειρο στο κύμα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη Ο Θανάσης Σαράντος, πιστός στην αγάπη του για τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, καταπιάνεται αυτή τη φορά με το διήγημα Όνειρο στο κύμα. Σκηνοθετεί και υποδύεται τον νεαρό βοσκό που ερωτεύτηκε τη Μοσχούλα, σε μια δραματοποιημένη αφήγηση με παράλληλη προβολή κινηματογραφικών εικόνων. Στις κινηματογραφικές προβολές εμφανίζονται οι Καλλιόπη Σίμου και ο Μιχάλης Θεοφάνους. Με την υποστήριξη του Μουσείου «Σπίτι του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη» και του Δήμου Σκιάθου. Πειραιώς 260, Κτίριο Ε 18 Ιουλίου 21:00, 19-20 Ιουλίου 21:00 & 23:00 Εισιτήρια: 20€, 10€

ΣTO MAYρO NEρO Ο σκηνοθέτης Θανάσης Σαράντος καθρεφτίζεται στο «μαύρο νερό του υποσυνείδητου», στο σκηνικό της παράστασης, η κεντρική κατασκευή του οποίου είναι μια πλεούμενη σχεδία γραφείου. Απέναντι, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης.


Εμείς πάντα

κρίση έχουμε

Θανάσης Σαράντος

Με αφορμή τα 100 χρόνια απ’ το θάνατο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, ο Θανάσης Σαράντος σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στον θεατρικό μονόλογο Όνειρο στο κύμα, το ομώνυμο διήγημα του «αγίου του ελληνικών γραμμάτων», που γράφτηκε το 1900. Από την Έλια Αποστολοπούλου Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

O

Θανάσης Σαράντος, ηθοποιός και σκηνοθέτης, άνθρωπος του θεάτρου, αλλά και του κινηματογράφου, καταπιάνεται και πάλι με τον αγαπημένο του συγγραφέα Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Μετά τον Αμερικάνο που σκηνοθέτησε και έπαιξε το 2010, αυτή τη φορά θα παρουσιάσει το Όνειρο στο κύμα. Τον συναντήσαμε στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, όπου εδώ και τρεις μήνες κάνει εντατικά πρόβες. «Είναι δύσκολο να παίζεις και να σκηνοθετείς ταυτόχρονα, αλλά ήθελα να έχω τον απόλυτο έλεγχο. Είναι ένα στοίχημα για μένα». Για τη συνέχεια, ο Θανάσης Σαράντος μας επιφυλάσσει άλλο ένα διήγημα του Σκιαθίτη συγγραφέα, το Έρωςήρως, αφού έχει πάθει πια «πώρωση» με τον Παπαδιαμάντη, όπως λέει ο ίδιος.

Διαβάζω ότι στην παράστασή σας η δραματοποιημένη αφήγηση σμίγει με την κινηματογραφική εικόνα με ζωντανή μουσική. Δηλαδή, τι θα δούμε ακριβώς; Η παράσταση είναι ένας μονόλογος. Πρόκειται για το όνειρο ενός δικηγόρου, ενός περιορισμένου μισθωτού που δεν βλέπει κανένα μέλλον στη ζωή του. Έφυγε από την ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Σκιάθο και βρέθηκε στην Αθήνα, όπου δεν έχει καταφέρει ν’ αναπτύξει ουσιαστικές επαφές. Το μόνο που τον διασώζει είναι η ανάμνηση του νησιού του και της κοπέλας που αποτέλεσε τον πρώτο, ενδεχομένως και τον τελευταίο, έρωτά του. Παράλληλα, οι κινηματογραφικές προβολές έρχονται να ενισχύσουν, όχι όμως περιγραφικά, αυτά που ζει ο ήρωας. Οι πιο ουσιαστικές περιγραφές βρίσκονται στον λόγο του Παπαδιαμάντη. Οι άλλοι ηθοποιοί, η Μοσχούλα κι ο νεαρός βοσκός, δεν εμφανίζονται ζωντανά στη σκηνή, μόνο στις προβολές. Η παράσταση, όμως, δουλεύεται με τον κόσμο. Για μένα ο συμπαίκτης είναι το κοινό. Θα δοκιμαστεί μάλιστα στη συνέχεια και στη Σκιάθο, στο 3ο Συνέδριο

ΘEATPO

για τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, όπου θα έχουμε την τιμή να την παρουσιάσουμε με την υποστήριξη του Δήμου Σκιάθου και του μουσείου «Σπίτι του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη». Στο σκηνικό βλέπουμε ένα γραφείο να πλέει πάνω σε νερό. Για ποιο λόγο; Αποφασίσαμε να υλοποιήσουμε τον κόσμο του διηγήματος ως μια πλεούμενη σχεδία γραφείου που περικλείεται απ’ το μαύρο νερό του υποσυνειδήτου, του ονείρου. Ο κεντρικός ήρωας περικλείεται απ’ τη στασιμότητα του νερού που είναι μαύρο. Τι ρόλο παίζει η μουσική; Η μουσική, την οποία έχει γράψει ο Λάμπρος Πηγούνης, ένας εξαιρετικός νέος συνθέτης, παίζει πρωταρχικό ρόλο. Πρόκειται για ηχοτοπία που μας μεταφέρουν στη φύση όπου γεννήθηκε ο ήρωας. Πολλά στοιχεία προέρχονται από τη βυζαντινή υμνολογία και κυρίως από τον «Ακάθιστο ύμνο». Βασικό μουσικό όργανο είναι η φλογέρα. Γιατί επιλέξατε το Όνειρο στο κύμα; Αυτό το διήγημα έχει ένα μυστήριο, ενώ είναι και πρωτοποριακό, γιατί περιέχει την πρώτη περιγραφή γυμνού στην ελληνική λογοτεχνία. Η πρώτη ερωτική επαφή του ήρωα, δημιουργεί μέσα του πρωτόγνωρα συναισθήματα. Εξαιτίας του γεγονότος αυτού, η ζωή του αποκτά μια άλλη πνοή, δεν καταλαβαίνει τι του συμβαίνει και προσπαθεί να το εξηγήσει. Είναι ένα συναίσθημα που ελπίζω κάποια στιγμή να ζήσουν όλοι οι άνθρωποι – να ερωτευτούν. Αυτό είναι τελικά το αντίδοτο στο θάνατο: ο έρωτας. Ο Παπαδιαμάντης, ένας άνθρωπος χριστιανικών αξιών, «θεούσος» κατά τον Ξενόπουλο, γδύνει τη Μοσχούλα, της κάνει έρωτα με την περιγραφή του. Ο λόγος του είναι ερωτικός και αισθησιακός. Έχει μια λατρεία για τη γυναίκα και τη φύση, που αποτελούν τον ίδιο έρωτα γι’ αυτόν. Αυτό ήταν για μένα ένα δέλεαρ για να προσπαθήσω να μεταφέρω

αυτό το έργο στο θέατρο. Η ενασχόλησή μου με αυτό το κείμενο αποτελεί μια μορφή αντίστασης σ’ αυτό που συμβαίνει σήμερα. Έχουμε χάσει το ηθικό μας ως Έλληνες, γι’ αυτό είπα από κόντρα να κάνω κάτι ελληνικό. Μ’ ενδιαφέρει πάρα πολύ το ελληνικό στοιχείο και, ειδικά αυτή την εποχή, νιώθω ότι έχω και μια ευθύνη ως Έλληνας καλλιτέχνης να ασχολούμαι με ελληνικά πράγματα. Θα πρέπει να είμαστε πολύ περήφανοι που βγήκε απ’ αυτό τον τόπο ένας Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Ελπίζω να σταθώ άξιος σ’ αυτή την προσπάθεια και η παράσταση να ακουμπήσει στον κόσμο. Πώς αντιμετωπίζετε τον σκόπελο της γλώσσας στο έργο του Παπαδιαμάντη; Παρ’ όλο που είναι ένα μικρό διήγημα, η γλώσσα ήταν μια μεγάλη δυσκολία. Είναι πολύ πυκνή στο συγκεκριμένο διήγημα και με δυσκόλεψε περισσότερο απ’ ό,τι στον Αμερικάνο. Μου πήρε καιρό να καταλάβω και να αποδώσω το κείμενο, αλλά είναι τόσο δυνατό που είναι χαρά μου να ερευνώ το θέμα Παπαδιαμάντης. Περνάει υπογείως έναν ερωτισμό και έναν αισθησιασμό που με δυσκόλεψε ν’ αναδείξω. Δεν κάνω καμία περικοπή στο κείμενο, έχω επέμβει μόνο σε κάποια σημεία που δραματουργικά δεν βοηθούν την παράσταση, γιατί νιώθω ότι, αν κόψεις κάτι, χάνεις πάρα πολλά πράγματα από το όλον. Κάποια πράγματα στην αρχή μπορεί να φαίνονται άσχετα, αλλά στο τέλος συμπληρώνουν το παζλ. Στον Αμερικάνο, νιώσατε ότι το κοινό δυσκολεύτηκε να παρακολουθήσει το κείμενο; Παρά την αρχική δυσκολία, μετά από δέκα λεπτά όλος ο κόσμος είχε μπει μέσα στη γλώσσα του και παρακολου-

θούσε την υπόγεια ιστορία του Παπαδιαμάντη. Δεν είναι η πρώτη φορά που ασχολείστε με έργο του Παπαδιαμάντη. Τι σας τραβάει σ’ αυτόν; Η επαφή μου με τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη ξεκίνησε όταν ήμουν 10 χρονών και κέρδισα ένα βιβλίο με τα χριστουγεννιάτικα διηγήματα του Παπαδιαμάντη στη νεοελληνική. Δεν το εκτίμησα τότε δεόντως, μου έκανε όμως εντύπωση ο Αμερικάνος. Αργότερα, στην εφηβεία μου, τον διάβασα στην πρωτότυπη μορφή του και τον εκτίμησα. Κάποια στιγμή, αποφάσισα ν’ ανεβάσω τον Αμερικάνο κι έπειτα ήρθε το Όνειρο στο κύμα. Αυτός ο άνθρωπος, παρότι θεωρείται ένας απομονωμένος καλόγερος, είχε τη διεισδυτική ματιά να εμβαθύνει στα αισθήματα και στις ψυχές των ανθρώπων, παρατηρούσε, έβλεπε. Αυτό είναι που μου κάνει εντύπωση. Όσο υπερβολικό κι αν ακουστεί, μετά απ’ αυτόν, για μένα, είναι ο Ευριπίδης. Τόσο πολύ τον αγαπώ. Κάθε φορά που διαβάζω ένα διήγημά του ανακαλύπτω πράγματα για τον εαυτό μου. Κάνουμε θέατρο για να μάθουμε τον εαυτό μας. Είναι ένας εξαιρετικά επίκαιρος συγγραφέας, έχει μιλήσει για όλα τα ζητήματα που μας απασχολούν και σήμερα. Στον Παπαδιαμάντη είναι εμφανείς οι ρίζες της ελληνικότητας, της ιστορίας και της φυλής μας. Στην περίπτωσή του, μία λέξη ισούται με χίλιες εικόνες. Υπάρχει κρίση στον χώρο της τέχνης; Η κρίση βοηθά τους καλλιτέχνες ν’ ασχοληθούν με λίγα πράγματα και με λίγα μέσα να βγάλουν την ουσία. Δεν χρειάζονται πολυτέλειες. Στον Αμερικάνο το κείμενο αποδόθηκε με ένα πιάνο, μια βαλίτσα κι ένα παλτό. Εξάλλου, εμείς πάντα κρίση έχουμε. s

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 47


μαστε νέοι αγνοούμε ή, από το φόβο των γηρατειών, υποτιμούμε. Υπάρχουν όμως κάποιες ψυχές που δεν φοβούνται. Τολμούν ν’ αναπτύξουν την περιέργειά τους προς κάθε κατεύθυνση, όσο άκαιρο κι αν μοιάζει αυτό στα μάτια των υπολοίπων. Αυτό που μοιάζει ν’ αφήνει πίσω της η παρουσία του Νίκου Γκάτσου (όπως διαγράφεται στο βιβλίο της Αγαθής Δημητρούκα) είναι η βαθιά πίστη στην ανθρώπινη συντροφικότητα και, ταυτόχρονα, η απόλυτη ταπεινότητα απέναντι στο θάνατο, που σε κάνει να πιστεύεις στη δύναμη της ζωής.

Info Ο γνωστός μας άγνωστος κύριος Γκάτσος H Μάνια Παπαδημητρίου σκηνοθετεί μια μουσικοθεατρική παράσταση με αφορμή τα 100 χρόνια από την γέννηση του ποιητή Νίκου Γκάτσου και μας δίνει μια ευκαιρία ν’ ανακαλύψουμε τις άγνωστες πτυχές του. Παίζουν: Τάσος Αντωνίου (τραγούδι, κιθάρα, μαντολίνο), Εβελίνα Αραπίδου (τραγούδι), Θεοδώρα Ευγενάκη (τραγούδι), Αγαπητός Μανδαλιός, Μάνια Παπαδημητρίου (τραγούδι)

Έχετε δηλώσει ότι μέσα από την παράσταση ανατρέχετε και στα τελευταία εκατό χρόνια της ελληνικής ιστορίας. Ποια μέθοδο ακολουθείτε; Ταξιδεύουμε στο χρόνο εκ των πραγμάτων, εφόσον παρακολουθούμε τη ζωή του ποιητή. Εστιάζουμε λοιπόν σε διάφορες στιγμές της ελληνικής ιστορίας και ντύνουμε αυτές τις ξεχωριστές στιγμές με τραγούδια του Γκάτσου που νομίζουμε ότι ταιριάζουν, καθώς και με το ανάλογο οπτικό υλικό που άλλοτε είναι εικαστικό, άλλοτε συντίθεται με τεκμήρια εποχής.

Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου 22-23 Ιουλίου, 21:30 Εισιτήρια: 30€, 20€, 10€

Μ

ε αφορμή τη συμπλήρωση των εκατό χρόνων από τη γέννηση του Νίκου Γκάτσου, η Μάνια Παπαδημητρίου σκηνοθετεί μια μουσικοθεατρική παράσταση για τον πολύπλευρο ποιητή της Αμοργού (και σημαντικό στιχουργό του ελληνικού τραγουδιού). Η παράσταση αντλεί υλικό από το βιβλίο της Αγαθής Δημητρούκα Πουλάμε τη ζωή, χρεώνουμε το θάνατο, στο οποίο αναδεικνύονται στοιχεία της προσωπικής ζωής του ποιητή.

Γιατί επιλέξατε τον Γκάτσο για την παράσταση σας; Ο Νίκος Γκάτσος γεννήθηκε το 1911 στην Ασέα Αρκαδίας και πέθανε το 1992 στην Αθήνα. Έζησε δύο παγκοσμίους πολέμους, τη Μικρασιατική Καταστροφή, κατοχή, εμφύλιο, δύο δικτατορίες, τη μεταπολίτευση, την άνοδο και την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Διαβάζεις σήμερα την Αμοργό και νιώθεις ότι είναι σαν να μιλάει ο Γκάτσος ξαφνικά στους Έλληνες του σήμερα, θέλοντας να μας δώσει κουράγιο για το καινούργιο ρήμαγμα της χώρας. Και να φανταστείτε ότι όταν πρωτοκυκλοφόρησε η Αμοργός, οι Έλληνες την απαξίωσαν, δεν την κατάλαβαν. Χρειάστηκε να τον υμνήσουν οι ξένοι κριτικοί για να γίνει ευρύτερα αποδεκτός και στη χώρα του. Κατά παράξενο λόγο, είναι ο ποιητής της μιας ποιητικής σύνθεσης.

Ποιητής της Αμοργού, ο Νίκος Γκάτσος δεν ξαναέγραψε ποιητική σύνθεση. Αντίθετα, έγραφε στίχους λαϊκών τραγουδιών, οι συνεργασίες του με τον Μάνο Χατζιδάκι και τον Σταύρο Ξαρχάκο είναι ανεπανάληπτες. Η Μάνια Παπαδημητρίου ξανασυναντά τον Νίκο Γκάτσο και τον παρακολουθεί στις προσωπικές του στιγμές, από την Ασέα Αρκαδίας στο Μπραζίλιαν, κι από ‘κει στην αιωνιότητα. Παράλληλα με την ελληνική ιστορία του 20ού αιώνα. Από την Ξένια Πηρούνια Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου Από το 1958 και μετά γράφει μόνο στίχους για τραγούδια. Γιατί όχι ποίηση ξανά αλλά μόνο στιχουργική; Μήπως γιατί όπως έλεγε ο Ελύτης γι’ αυτόν: «Καλύτερα ταπεινή τέχνη που να λειτουργεί παρά υψηλή που σκονίζεται στα ράφια»; Γιατί τον αποκαλείτε «γνωστό άγνωστο»; Eίναι ένα λογοπαίγνιο που έχει να κάνει με το γρίφο γύρω από την προσωπικότητά του, καθώς δεν έδωσε ποτέ καμία συνέντευξη. Όσα ξέρουμε είναι ό,τι έχουν πει οι άλλοι γι’ αυτόν. Πίστευε ότι ο ποιητής πρέπει να μένει μόνο για το έργο του. Αλλά τον θυμόμαστε και από τις μαρτυρίες των φίλων του, μερικών από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του 20ού αιώνα. Ήταν, όπως είχε σημειώσει ο Εμπειρίκος, ένα πρόσωπο ιερό για την κοινότητα της διανόησης της Αθήνας αλλά και για τον λαό. Ποιος ξέρει ότι ο ποιητής της Αμοργού είναι και

48 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]

ο στιχουργός του «Μάτια βουρκωμένα» ή του «Στου Όθωνα τα χρόνια» ή του «Διχτυού», του «Μάνα μου Ελλάς» και του «Μια Κεφαλλονίτισσα»; Είναι λοιπόν και παραμένει και γνωστός και άγνωστός μας. Και πάντα επίκαιρος, σαν να είναι ανάμεσά μας: κύριος Νίκος Γκάτσος. Πώς προσεγγίσατε την προσωπικότητά του; Το βιβλίο της συντρόφου του Αγαθής Δημητρούκα, Πουλάμε τη ζωή, χρεώνουμε το θάνατο, αποτέλεσε για μας τον πυρήνα. Φέρνει στο φως για πρώτη φορά την προσωπική του ζωή. Με τέτοια ευγένεια και λεπτότητα, όμως, που ένιωσα, όταν το διάβασα, πως ο έρωτας δύο ανθρώπων μπορεί να είναι και κάτι διαφορετικό απ’ αυτό που φαντάζεται κανείς όταν είναι νέος και ότι ο χρόνος μόνο μπορεί να μας δώσει τα κλειδιά για να κατανοήσουμε πλευρές της ανθρώπινης ύπαρξης που όταν εί-

Στην παράσταση ενσωματώνετε την ερμηνεία, το τραγούδι, τη σύνθεση, τη video art... Πόσο δύσκολο είναι να συνδυαστούν αυτά τα είδη – η τέχνη με την τεχνολογία; Είναι αρκετά δύσκολο, ειδικά όταν η παραγωγή είναι τόσο μικρή που δεν είναι δυνατόν να δοκιμαστούν τα πράγματα στις σωστές τους διαστάσεις, παρά μόνο στο χώρο. Οι ηθοποιοί υπήρξαν ήρωες, το ίδιο και οι μουσικοί μας και όλοι όσοι βοήθησαν αφιλοκερδώς για να γίνει αυτή η παράσταση, στόχος της οποίας είναι να αποκατασταθεί το σπίτι του Νίκου Γκάτσου στην Ασέα. Γιατί των ποιητών τα σπίτια είναι ο τόπος της ψυχής των πολιτών μιας χώρας. Σας ξέραμε ως ερμηνεύτρια θεατρικών ρόλων, σας συναντάμε και να σκηνοθετείτε. Σκηνοθέτρια ή ηθοποιός; Σε τέτοιες εποχές, αυτές οι ερωτήσεις είναι νομίζω άκαιρες. Βλέπεις άσχετες περσόνες σε άσχετες θέσεις που διαχειρίζονται και πολλά λεφτά. Τι συζητάμε τώρα; Σκηνοθέτης, ηθοποιός και επίσης μουσικός. Γιατί ο λόγος είναι μουσική και η μουσική είναι λόγος. Έτσι κι αλλιώς, από το πιάνο και τη μουσική προσήλθα στη σκηνή. Πώς βλέπετε το μέλλον του θεάτρου; Σ’ αυτό θα απαντήσω με μια φράση του Γκάτσου στον Σαββόπουλο, όταν ανησυχούσε για την τύχη της μουσικής: «Κι εσείς, κύριε Σαββόπουλε, για τι ενδιαφέρεστε; Για την τέχνη ή για τον εαυτό σας;» Για να μην κατηγορηθώ λοιπόν κι εγώ ότι, μιλώντας για το θέατρο, ουσιαστικά ανησυχώ για τον εαυτό μου, δεν λέω τίποτα. Γιατί μπορεί ο Γκάτσος να είναι παρών και να μας ακούει. s

μουΣΙκη


τεΧνη Που Δεν ΣκονΙζετΑΙ Η Μάνια Παπαδημητρίου ασχολείται με την ιδιωτική ζωή του Νίκου Γκάτσου (απέναντι). Τον προσεγγίζει ως την εστέτ μορφή που έγραψε κυρίως στίχους λαϊκών τραγουδιών. Διότι, όπως έλεγε κι ο Ελύτης, «καλύτερα ταπεινή τέχνη που να λειτουργεί παρά υψηλή που σκονίζεται στα ράφια».

μάνια Παπαδημητρίου

τώρα, κύριε νίκο, είσαι εδώ...


υβόννη μαλτέζου

Ό,τι θέλει να πεθάνει,

το πετάω

Ήταν σχεδόν παιδί όταν πρωτανέβηκε στο σανίδι. Ύστερα ήταν τυχερή. Βρέθηκε στην ιδρυτική ομάδα του Ελεύθερου Θεάτρου. Η ζωή της ταυτίστηκε με την περιπέτεια του θεάτρου, στον κινηματογράφο εμφανίστηκε σε ελάχιστες ταινίες (κυρίως σε έργα του Λάκη Παπαστάθη και της Κατερίνας Ευαγγελάκου). Φέτος ανέβηκε στην ταράτσα γιατί υποδύεται μια γυναίκα (την ποιήτρια και συγγραφέα Κοραλία Θεοτοκά) που επέλεξε να αυτοκτονήσει πηδώντας από την ταράτσα... Από την Κατερίνα Κόμητα Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου


Info ΠΟΛΕΟΔΟΜΕΣ Ομάδα Χάπι Εντ Πολεοδομία #4: Η ταράτσα του αυτόχειρα Η Υβόννη Μαλτέζου ενσαρκώνει, στην ταράτσα του Γαλλικού Ινστιτούτου, την παραγνωρισμένη ποιήτρια Κοραλία Θεοτοκά, που αυτοκτόνησε πέφτοντας από την ταράτσα της πολυκατοικίας της. Σκηνοθεσία: Γεωργία Μαυραγάνη. Με την υποστήριξη του Γαλλικού Ινστιτούτου και της Γαλλικής Πρεσβείας στην Ελλάδα. Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών 15-17 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 20€, 10€ (Φοιτητικό)

I

δρυτικό μέλος του Ελεύθερου Θεάτρου, με σημαντικές παραστάσεις στο ενεργητικό της και συμμετοχές σε αρκετές κινηματογραφικές ταινίες, η Υβόννη Μαλτέζου απολαμβάνει φέτος τη συνεργασία της με μια παρέα νέων ανθρώπων, την ομάδα Χάπι Εντ. Σε λίγες μέρες, στην ταράτσα του Γαλλικού Ινστιτούτου, θα μετατραπεί σ’ ένα «αιωρούμενο σώμα, που ζει τις τελευταίες στιγμές της, λίγο πριν την αυτοκτονία». Στη συνομιλία μας, η Υβόννη Μαλτέζου μιλάει χαμηλόφωνα, τόσο, ώστε είναι στιγμές που αναρωτιέμαι αν το μαγνητόφωνο καταφέρνει να τη γράψει. Κι έτσι, σιγά και ήρεμα, ξεδιπλώνει με απλότητα και βαθιά ειλικρίνεια τη ζωή της, απαντώντας σε κάθε ερώτηση χωρίς τον παραμικρό δισταγμό. Μεγάλο πράγμα… Πώς προέκυψε η συνεργασία με την ομάδα Χάπι Εντ; Τη Γεωργία Μαυραγάνη δεν τη γνώριζα προσωπικά, αν και στο παρελθόν είχε τύχει να δω δουλειά της. Όταν με πλησίασε και μου πρότεινε αυτή τη συνεργασία, την εμπιστεύτηκα απ’ την πρώτη στιγμή, αφενός γιατί με κέντρισε πολύ το πρόσωπο από το οποίο αντλούσε το θέμα της, αφετέρου γιατί μου είπε ότι ήμουν η πρώτη της επιλογή, πως ήθελε, δηλαδή, να δουλέψει μαζί μου.

Η ποιήτρια Κοραλία Θεοτοκά, η δεύτερη γυναίκα του Γιώργου Θεοτοκά, αυτοκτόνησε το 1976 πέφτοντας από την ταράτσα του σπιτιού της στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας. Γνωρίζω ότι το έργο έλαβε κατά πολύ υπόψη του την αυτοκτονία αυτή, αλλά όχι μόνο. Τελικά πως δουλεύτηκε η παράσταση; Ξεκινήσαμε συγκεντρώνοντας διαφορετικά κείμενα γύρω από το θέμα της αυτοκτονίας και προχωρήσαμε σε μια συρραφή κειμένων. Από την Κοραλία Θεοτοκά κρατήσαμε φράσεις της, δύο ποιήματα, και το αποχαιρετιστήριο γράμμα της. Παράλληλα, χρησιμοποιήσαμε ένα μεγάλο μέρος από το διήγημα του Μιχαήλ Μητσάκη Αυτόχειρ, κομμάτια από το Μήπως; της Μαργαρίτας Καραπάνου και της Φωτεινής Τσαλίκογλου, αλλά και έργα των Πίντερ, Καμί, Βαλερί και Δημήτρη Δημητριάδη. Θα χαρακτηρίζατε λοιπόν την Ταράτσα του αυτόχειρα σχόλιο πάνω στην αυτοκτονία;

Ακριβώς. Η αυτόχειρας, λίγο πριν το τέλος, μοιάζει να κάνει έναν απολογισμό ζωής και εκθέτει τους λόγους που την οδήγησαν στο αδιέξοδό της. Πώς είναι να κάνεις πρόβα σε μια ταράτσα; Δύσκολα. Ερχόμασταν στις 8 η ώρα το πρωί και φεύγαμε κατά τις 10:30, πριν δηλαδή ανέβει για τα καλά ο ήλιος. Αυτό που δεν θα ξεχάσω, όμως, είναι η μέρα που πέφτανε τα πολλά χημικά στο Σύνταγμα. Ήταν τραγικό να τ’ ακούς, να τα βλέπεις και να ξέρεις ότι πλάι σου υποφέρουν άνθρωποι. Φυσικά πολύ γρήγορα τα χημικά έφτασαν μέχρι το Γαλλικό Ινστιτούτο. Προσπαθήσαμε να συνεχίσουμε την πρόβα, αλλά ήταν αδύνατο. Ήμουν με το ένα πόδι στο Σύνταγμα και με το άλλο στην ταράτσα. Τουλάχιστον μοιραζόμασταν τα χημικά. Έχετε ξαναπαίξει σε ταράτσα; Όχι ποτέ. Ευτυχώς με το ύψος τα πάω καλά, ωστόσο αισθάνομαι μεγάλη μοναξιά και – μη σας πω– τρόμο, γιατί αυτή είναι η πρώτη φορά που παίζω μόνη μου… Είχατε ποτέ κάποια εμπειρία αυτοκτονίας στο στενό σας περιβάλλον; Ναι, το 1986, όταν αυτοκτόνησε ο Νίκος Σκυλοδήμος, συμμαθητής μου στη Σχολή του Εθνικού και μετέπειτα συνάδελφος στο Ελεύθερο Θέατρο. Ο Νίκος κρεμάστηκε από τους σωλήνες του καλοριφέρ στην κουζίνα του σπιτιού του την ημέρα των γενεθλίων του, στις 16 Μαΐου 1986. Ήταν μια πολύ καθοριστική εμπειρία, που μας συγκλόνισε. Εσείς με τους «αποχαιρετισμούς» τι σχέση έχετε; Εγώ ευτυχώς δεν έχω φτάσει σ’ αυτό το σημείο. Φυσικά το σκέφτηκα κατά καιρούς, όπως όλοι οι άνθρωποι, αλλά απ’ τη στιγμή που γέννησα το παιδί μου και μετά δεν μου ξαναπέρασε απ’ το μυαλό. Λένε ότι, αν κρατηθείς απ’ την αγάπη, ίσως να μη φτάσεις ποτέ στην αυτοκτονία, αν κι έχουμε παραδείγματα που δεν μπόρεσαν να κρατηθούν ούτε από εκεί. Πώς πήρατε την απόφαση να γίνετε ηθοποιός; Ευτυχώς, δεν βρέθηκα ποτέ μπροστά στο ερώτημα «τι θα κάνω στη ζωή μου;» Ο δρόμος χαράχτηκε αβίαστα μέσα από σχολικές παραστάσεις και παραστάσεις παιδικού θεάτρου. Κι ύστερα, το ένα έφερε το άλλο: από το παιδικό θέατρο με

Όλα τελειώνουνε στο μαύρο Ο αγαπημένος ήταν Οκτώβρης με πουλιά χόρταινε φως τα μάτια μου τον ήπιε το νερό στο χώμα. Θέλω να γεννηθώ ξανά για να τον κλάψω. Όλα τελειώνουνε στο μαύρο... Κοραλία Θεοτοκά #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 51


η κοραλία των τάφων

Κοραλία Ανδρειάδη Θεοτοκά (1935-1976) έγραψε ποιήματα, ανάμεσα σε πολλές άλλες ενασχολήσεις. Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 ασχολήθηκε με την εισαγωγή και τον εκτελωνισμό ινδικών ταινιών, για λογαριασμό του κινηματογραφικού διανομέα πατέρα της. Την απασχολούσε η ιστορία της τέχνης, αλλά για λόγους επιβίωσης εργάστηκε ως ξεναγός, έως το 1966, οπότε παντρεύτηκε τον Γιώργο Θεοτοκά, με τον οποίο γνωρίζονταν επτά χρόνια. Όταν, την ίδια χρονιά, ο Θεοτοκάς πέθανε, η σύζυγός του αφιέρωσε τη ζωή της με την έκδοση του ανέκδοτου έργου του ή τις κριτικές επανεκδόσεις των ήδη γνωστών κειμένων του. Επίσης, έγραψε ποιήματα σκοτεινά, στα οποία προείκαζε ένα αποτρόπαιο τέλος. Στις 18 Δεκεμβρίου 1976 αυτοκτόνησε, πέφτοντας από την ταράτσα του σπιτιού της, στην Αθήνα.

Η

πρότειναν σε επαγγελματικές παραστάσεις κι έτσι έπαιξα, ως παιδί πάντα, στο Έγκλημα και τιμωρία που είχε κάνει ο Σεβαστίκογλου και σε μια παράσταση του Μυράτ. Πληρωνόσασταν γι’ αυτές τις συμμετοχές; Ναι, τα πρώτα λεφτά μου ως ηθοποιός τα έβγαλα πριν ακόμα τελειώσω το δημοτικό. Στο παιδικό θέατρο, τα χρήματα ήταν ελάχιστα βέβαια, ενώ, ως επαγγελματίας, πληρώθηκα για πρώτη φορά στις παραστάσεις που σας προανέφερα. Γνωρίζω ότι έχετε δουλέψει και ως μοντέλο στη Σχολή Καλών Τεχνών. Υποψιάζομαι ότι η οικογένειά σας τα έβγαζε πέρα δύσκολα. Οι γονείς μου ήταν Μικρασιάτες και ο πατέρας μου εργαζόταν ως ζωέμπορος κι ύστερα ως κρεοπώλης. Οικονομικά είχαμε τα πάνω και τα κάτω μας, γιατί το εμπόριο την έχει πάντα αυτή την αστάθεια. Δυστυχώς, ο πατέρας πέθανε όταν ήμουν 13 χρονών, κι έτσι μείναμε πίσω –η μητέρα μου και τρία κορίτσια–, χωρίς σύνταξη και χωρίς σπίτι. Αναγκαστήκαμε, λοιπόν, να δουλέψουμε όλοι. Κάπου τότε δούλεψα και στην Σχολή Καλών Τεχνών για ένα περίπου χρόνο.

Φυσικά δεν ήμουν γυμνό μοντέλο, γιατί ήμουν παιδί. Με ζωγράφιζαν κεφάλι και κάποια στιγμή ολόσωμο, αλλά με ρούχα. Το πολύ συγκινητικό είναι ότι, μετά από πολλά πολλά χρόνια, μια ζωγράφος βρήκε κάτι σκίτσα μου και μου τα χάρισε. Τα έχω καδράρει. Τι θησαυρός! Μετά το θάνατο του πατέρα σας, η μητέρα σας έμεινε πίσω, μόνη με τρία κορίτσια. Θα ήταν δύσκολο κάτι τέτοιο εκείνη την εποχή. Πώς το αντιμετώπισε; Σαν την Μπερνάντα Άλμπα. Από την αγωνία της να μαζέψει αυτά τα τρία κορίτσια, λειτούργησε με αυταρχισμό και μας έκλεισε στο σπίτι. Εγώ, για παράδειγμα, τελείωνα από τη σχολή του Εθνικού στις 10 το βράδυ, και στις 10 και μισή έπρεπε να είμαι σπίτι. Πώς αντέδρασε στην απόφασή σας ν’ ασχοληθείτε με το θέατρο; Το ήθελε, γιατί νόμιζε ότι θα βγάλω λεφτά, αλλά την ξεγέλασα δυστυχώς… (γέλια) Η μητέρα μου νόμιζε ότι θα παίξω σε ταινίες και η πεποίθησή της ενδυναμώθηκε όταν άρχισα πράγματι να έχω προτάσεις. Αυτές τις προτάσεις, όμως, εγώ τις πέταγα στα σκουπίδια. Κάπου τότε συγκρουστήκαμε... Γιατί αρνιόσασταν τις προτάσεις που σας έκαναν; Τις ταινίες που μου πρότειναν τις θεωρούσα εμπορικές και τελικά έπαιξα μόνο σε μία. Το καλοκαίρι που ετοιμαζόταν το Ελεύθερο Θέατρο, μου έκαναν μια πρόταση να πρωταγωνιστήσω σε μια κωμωδία που ανέβαζε ένας εμπορικός θίασος. Θυμάμαι πως πήγα, υπέγραψα το συμβόλαιο και, όταν βγήκα έξω, σχεδόν λιποθύμησα. Δεν μπορούσα να διανοηθώ αυτό που είχα κάνει. Έτσι, την επόμενη ημέρα πήγα και είπα στον επιχειρηματία κάτι τερατώδη ψέματα, ότι δηλαδή έχω αδενοπάθεια και πρέπει να πάω στο βουνό… Εκείνος κατάλαβε αμέσως τι είχε γίνει, κούνησε το κεφάλι του, έβγαλε το συμβόλαιο και το ’σκισε. Ας πάμε στο Ελεύθερο Θέατρο. Καταρχάς ποιος ήταν ο θίασος; Ήμασταν συμμαθητές από δυο τάξεις στη σχολή του Εθνικού: εγώ, ο Κώστας Αρζόγλου, ο Νίκος Σκυλοδήμος, ο Δημήτρης Καμπερίδης, ο Γιώργος Σαμπάνης, η Σμαράγδα Σμυρναίου, ο Μηνάς Χατζησάββας, ο Γιώργος Κοτανίδης, η Άννα Παναγιωτοπούλου και ο Σταμάτης Φασουλής. Ήσασταν λοιπόν παιδιά 22-25 χρονών που αποφασίσατε να φτιάξετε ένα ελεύθερο θέατρο στο Άλσος Παγκρατίου, μεσούσης της δικτατορίας… Ναι, και νομίζω πως τελικά ήταν η δικτατορία αυτή που καθόρισε τις επιλογές μας. Δεν είχαμε εξάλλου και πολλές επιλογές: είτε θα μέναμε στο Εθνικό – κάποιους από εμάς μας είχαν ήδη ζητήσει να μείνουμε, αλλά έπρεπε να υπογράψουμε δήλωση νομιμοφροσύνης,

52 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]

οπότε δεν το συζητάγαμε καθόλου– είτε θα βγαίναμε έξω, όπου, με εξαίρεση το Θέατρο Τέχνης, υπήρχε μόνο το εμπορικό θέατρο. Όμως, οι πιο πολλοί ήμασταν αριστεροί και κόντρα στο πολιτικό κλίμα της εποχής. Έτσι, θελήσαμε ν’ αρθρώσουμε το δικό μας λόγο. Να μιλήσουμε για τα πράγματα για τα οποία κανείς δεν μιλούσε εκείνη την εποχή. Το αίτημά μας, εξάλλου, αφορούσε ένα θέατρο ποιότητας, ένα θέατρο διαφορετικό. Η κίνησή μας ήταν μια κίνηση ελευθερίας, γιατί πράγματι ήμασταν ενάντιοι σε κάθε μορφή εξουσίας και βίας. Δηλαδή, δεν ήταν καθόλου τυχαίο που στη δεύτερη παράστασή μας καταργήσαμε τον σκηνοθέτη… Ούτε τη δική του εξουσία αντέχαμε. Κι αυτή η αντιπαράθεση με τη δικτατορία καθόρισε τελικά και το θεατρικό μας κείμενο. Δημιουργήσαμε έναν έμμεσο σατιρικό λόγο για να συνεννοούμαστε με το κοινό και να ξεγελάμε τη λογοκρισία. Υπήρχε κάποιος καταμερισμός εργασιών; Ναι, κατά καιρούς γινόντουσαν αυτά. Κάποιος ήταν υπεύθυνος τύπου, κάποιοι άλλοι ασχολούνταν με τα πιο πρακτικά θέματα, όπως η κατασκευή των σκηνικών και των κοστουμιών. Πάντως στην ουσία ήταν ομαδική δουλειά κι αυτή η ομαδικότητα ήταν και τρόπος ζωής. Συναντιόμασταν δηλαδή στις 11 το πρωί και χωρίζαμε στις 4 το βράδυ. Κι αν συναντιόμασταν πιο αργά, ήταν γιατί δουλεύαμε σε άσχετες δουλειές για να μαζέψουμε λεφτά και να τα βάλουμε στο Ελεύθερο Θέατρο. Το κοινό λάτρεψε τις παραστάσεις σας. Παρ’ όλα αυτά, η αρχική ομάδα άντεξε περίπου 10 χρόνια και, μετά την αποχώρηση κάποιον μελών, μετονομάστηκε σε Ελεύθερη Σκηνή. Αυτή η αλλαγή πώς έγινε και γιατί; Προσωπικά έφυγα γιατί η ομάδα δεν ήταν πια όπως είχε ξεκινήσει. Βλέπετε, βρισκόμασταν πια και στη Μεταπολίτευση κι είχαν εκλείψει οι λόγοι της αντιπαράθεσης με τη χούντα. Τότε ήταν που άρχισαν να βγαίνουν στην επιφάνεια οι εγωισμοί και οι φιλοδοξίες. Τότε λοιπόν, εγώ, ο Σαμπάνης και ο Καμπερίδης, μαζί με κάποια άλλα παιδιά που μπήκαν στην ομάδα, φτιάξαμε το Αμόρε. Δυστυχώς, όμως, τα κάναμε θάλασσα οικονομικά, και μετά από τρία χρόνια και τρεις παραστάσεις το πουλήσαμε στο Γιάννη Χουβαρδά. Γιατί αποτύχατε; Ήσασταν κακοί διαχειριστές; Δεν ήταν μόνο αυτό. Είχαμε μπει πια στη δεκαετία του ’80 κι ήταν σαν να είχε αλλάξει η εποχή. Σαν να έπρεπε να υπάρχει ένας ηγέτης. Δεν γινόταν δηλαδή να ξαναστήσουμε το ομαδικό μοντέλο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Γιάννης Χουβαρδάς, που διέθετε προσωπικό όραμα, κράτησε το Αμόρε και το ανέδειξε. Είχε παρέλθει, λέτε, η εποχή των κολεκτιβιστικών σχημάτων με καθαρά ισό-

τιμες σχέσεις. Βεβαίως, στο εξωτερικό επιζούν ακόμα τέτοια σχήματα και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία. Ναι, το βλέπουμε τώρα αυτό στη Μνουσκίν και κλαίμε. Ακριβώς αυτό είχα στο μυαλό μου. Κάτι τέτοιο λοιπόν οραματιζόσασταν εκείνη την εποχή οι δημιουργοί του Ελεύθερου Θεάτρου; Θέλατε να κάνετε κάτι αντίστοιχο με το Θέατρο του Ήλιου; Ναι. Μα ξεκινήσαμε και την ίδια εποχή άλλωστε. Βέβαια εκείνο το θέατρο είχε τη Μνουσκίν, ενώ εμείς δεν είχαμε κάποια ηγετική φυσιογνωμία να μας συνδέει. Κάποιες φήμες, πάντως, λένε πως η διοίκηση της Μνουσκίν είναι… σταλινικού τύπου. Ναι, αλλά εγώ στην πρόσφατη παράστασή της είδα ευτυχισμένους ηθοποιούς. Είδα ένα σύνολο 36 ηθοποιών που επί 4 ώρες εκτελούσαν με φοβερή ακρίβεια σκηνές συνόλου –δηλαδή δεν τα συλλαμβάνει το μυαλό του ανθρώπου αυτά τα πράγματα–, να υποκλίνονται στο τέλος χαρούμενοι. Αυτό σημαίνει ότι συμμετέχουν σ’ αυτό που κάνουν· ότι έχουν μερίδιο στη δημιουργία. Πολλές φορές η καριέρα έρχεται σε αντίθεση με την προσωπική ζωή ενός καλλιτέχνη. Σε εσάς συνέβη αυτό; Πράγματι συνέβη όταν μεγάλωνα το γιο μου. Τότε, για αρκετά χρόνια, δούλεψα περιστασιακά και ήμουν περισσότερο με το παιδί μου. Βέβαια έπαιξε ρόλο και μια εσωτερική αλλαγή που βίωνα εκείνη την περίοδο, καθώς, όταν τελείωσε το Ελεύθερο Θέατρο και το Αμόρε, ένιωσα μετέωρη. Περιγράφετε κάτι σαν υπαρξιακή κρίση; Όπως το λέτε – δεν ήθελα να το πω εγώ. Αυτό το «και τώρα τι κάνω από εδώ και πέρα» μου πήρε πολλά χρόνια. Όμως, κάποια στιγμή ανασυγκροτήθηκα. Έπρεπε να συνεχίσω, γιατί ήμουν σε οριακό σημείο, αλλιώς θα πέρναγα στην κατάθλιψη. Κοιτώντας πίσω, μετανιώνετε για τις επιλογές σας; Καθόλου. Ίσα ίσα, νοιώθω τυχερή που είχα αυτή τη διαδρομή. Η εμπειρία της ομάδας διαμόρφωσε τη θεατρική μου ταυτότητα και με καθόρισε ως άνθρωπο και ως ηθοποιό. Τι είναι αυτό που διδαχθήκατε μέσα απ’ το θέατρο; Όταν ψάχνεις τους ρόλους, πρέπει να βαθαίνεις, να ξεφλουδίζεις μέχρι να φτάσεις στην καρδιά, στον πυρήνα των πραγμάτων. Μαζεύεις υλικό από κείμενα, από εμπειρίες, από άλλες παραστάσεις, κι ύστερα προχωράς αφαιρώντας, πετώντας, όπως πετάει ο συγγραφέας τις αποτυχημένες απόπειρές του στο καλάθι κι ο ζωγράφος τα πρώτα σκίτσα. Αυτό έχω διδαχθεί και στη ζωή μου: να πετάω ό,τι θέλει να πεθάνει. s

ΘεΑτρο


Γεωργία μαυραγάνη

d n e e h t s i s tmhyi only friend

ΠοΛεοΔομεΣ

Γεωργία Μαυραγάνη – Χάπι Εντ Πολεοδομία #4: Η ταράτσα του αυτόχειρα

H Γεωργία Μαυραγάνη σκηνοθετεί την ιστορία μιας γυναίκας που φούνταρε από την ταράτσα. Στηριγμένη σε κείμενα της Κοραλίας Θεοτοκά, του Μιχαήλ Μητσάκη, αλλά και της Μαργαρίτας Καραπάνου, της Φωτεινής Τσαλίκογλου, του Πίντερ, του Καμί, του Βαλερί, του Δημήτρη Δημητριάδη. Aς μιλήσουμε για ήττες. Από τη Μαρία Σιδηροπούλου Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

Ποιο είναι το κεντρικό ζήτημα που πραγματεύεται ο μονόλογος; Δεν θα χαρακτήριζα την παράσταση με την αυστηρή έννοια του όρου «μονόλογος». Εννοώ ότι δεν είναι αποκλειστικά και μόνο μία παράσταση που στηρίζεται στην πρόζα, αλλά περισσότερο μια περφόρμανς με θέμα τη μοναξιά και την ήττα. Όταν προέκυψε η ιδέα με τις ταράτσες και τους ενδιαμέσους χώρους, ήξερα ότι θέλω να δώσω το λόγο στον «Έναν», και μάλιστα στον Έναν που δεν τα καταφέρνει, που υφίσταται την ήττα, δηλαδή στον αυτόχειρα. Έβαλα άλλωστε αυτό τον τίτλο για να δηλώσω εξαρχής τη θέση απ’ την οποία θεώνται τα πράγματα σ’ αυτή την παράσταση: απ’ τη θέση αυτού που αδυνατεί.

ΘEATPO

Η συγγραφέας και πεζογράφος, Κοραλία Θεοτοκά, αυτοκτόνησε το Δεκέμβριο του 1976. Γιατί επιλέξατε τους στίχους της; Σ’ εκείνη βασίστηκε η Ταράτσα του αυτόχειρα ή προϋπήρξε η ιδέα και χρησιμοποιήσατε το έργο της; Γνώριζα από πριν το έργο αυτής της σπουδαίας αλλά παραγνωρισμένης ποιήτριας. Έργο δυνατό και ευθύβολο. Σε απόλυτη αρμονία με τη σκληρότητα του σήμερα. Η ιδέα με τις ταράτσες μού ανακίνησε τη μνήμη. Ο μονόλογος πώς οργανώθηκε δραματουργικά; Περάσαμε από πολλά μονοπάτια. Δεν επιλέξαμε να κάνουμε μια παράσταση γύρω απ’ την αυτοκτονία, αλλά μια πα-

ράσταση με θέμα την ύπαρξη και τα αδιέξοδά της. Διαβάσαμε πολλά, κρατήσαμε λίγα. Κέντρο μας είναι ο φόβος και ο υπαρξιακός ίλιγγος. Υπάρχουν συγκεκριμένες σκηνοθετικές παρεμβάσεις που θα πρέπει να γνωρίζουμε; Ναι, υπάρχουν, αλλά είναι έκπληξη. Εκείνο που θα ήθελα να τονίσω είναι πως σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσα να κάνω αυτή την παράσταση χωρίς το «σώμα» και το «πνεύμα» της Υβόννης Μαλτέζου και όλων των υπολοίπων συνεργατών: τη μουσική του Νίκου Βελιώτη, που ορίζει αρκούντως την ατμόσφαιρα· το σκηνικό της Ιωάννας Τσάμη και τους φωτισμούς του Αλέκου Γιάνναρου.

Ποιος είναι ο λειτουργικός ρόλος της ταράτσας του Γαλλικού Ινστιτούτου και του αστικού τοπίου στη συγκεκριμένη παράσταση, αλλά και στις Πολεοδομές γενικά; Είναι μια ταράτσα με θέα όλη την Αθήνα, πράγμα που βοηθά το θέαμα να απευθύνει την ποίησή του σε όλη την πόλη και τους ανθρώπους της. Ο Χώρος καθόρισε την επιλογή των κειμένων, αλλά και τον τρόπο άρθρωσής τους. Είναι μια συνομιλία με την πόλη και τον «ουρανό». Δύσκολο να το διαχειριστεί κάνεις υποκριτικά και σκηνοθετικά. Όλες οι παραστάσεις των Πολεοδομών αναφέρονται στο άμεσο –και ομολογουμένως αρκετά δύσκολο– σήμερα. s

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 53


Π ο Λ ε ο Δ ο μ εΣ Ανέστης Αζάς – Ομάδα Projector Πολεοδομία #5: Ταξίδι με τρένο

μπορείτε να φανταστείτε την ελλάδα χωρίς τρένα;


με το τρενο Απέναντι: ο Πρόδρομος Τσινικάρης (στην κορυφή) και ο Ανέστης Αζάς φωτογραφίζονται στο Μέγαρο του ΟΣΕ, όπου και θα πραγματοποιηθεί η παράστασή τους, Ταξίδι με τρένο. Η ιστορία των σιδηροδρόμων, που αφηγούνται, στην Ελλάδα δεν ακολούθησε τη φορά που πήρε χεδόν σε όλο τον κόσμο. Αλλού, το τρένο κατέκτησε τις υψηλές ταχύτητες και παραμένει κορυφαία επιλογή για ταξιδιώτες και διακίνηση εμπορευμάτων. Εδώ, βάλτωσε, υποχωρώντας στην κυρίαρχη κουλτούρα του αυτοκνήτου. Δεξιά: γελοιογραφία του Γάλλου σκιτσογράφου Αlbert Dubout (1905-1976), η σειρά του οποίου για τη σιδηροδρομική γραμμή Μονπελιέ-Παλαβά λε Φλοτ θεωρείται κλασική. Η λεζάντα της γελοιογραφίας αναφέρει: «Παρακαλώ! Γιατί κύριοι σπρώχνετε το βαγόνι της δεύτερης θέσης, ενώ έχετε εισιτήριο της τρίτης;»

Ο τίτλος του θέματος αυτού πρωτοεμφανίστηκε σε αφίσες του συνδικάτου του ΟΣΕ, όταν άρχισε να συζητείται έντονα η συρρίκνωσή του. Η παράσταση Ταξίδι με τρένο είναι ένα ρέκβιεμ στον (ελληνικό) σιδηρόδρομο, που έπεσε θύμα της κυρίαρχης κουλτούρας του αυτοκινήτου αλλά και των δομικών προβλημάτων της αντιπαραγωγικής ελληνικής πραγματικότητας. Από την Ξένια Πηρούνια Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης

Info ΠΟΛΕΟΔΟΜΕΣ Ομάδα Projector Πολεοδομία #5: Ταξίδι με τρένο Με τη συμμετοχή ανθρώπων που έχουν εργαστεί στον ΟΣΕ, η ομάδα Projector στήνει μια παράσταση με αφετηρία την ταράτσα του ΟΣΕ, χρησιμοποιώντας τους κώδικες του «θεατρικού ντοκιμαντέρ». Σκηνοθεσία: Ανέστης Αζάς, Πρόδρομος Τσινικόρης. ΟΣΕ (Καρόλου 1-3) 18-20 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 20€, 10€ (Φοιτητικό)

ΘEATPO

Ποιοι συμμετέχουν στο Ταξίδι με τρένο; Ηθοποιοί σε συνεργασία με εργαζόμενους στους σιδηροδρόμους; Δεν συμμετέχουν ηθοποιοί στην παράσταση, παρά μόνο εργαζόμενοι που αφηγούνται προσωπικές ιστορίες. Στο ταξίδι χρησιμοποιήσαμε ανθρώπους του ΟΣΕ. Για παράδειγμα, τον Νίκο Σμπαρούνη, συγκοινωνιολόγο, που δουλεύει στην Αττικό Μετρό και είναι τεχνικός σιδηροδρόμων, τον Κώστα Ντεμελή, τεχνίτη στο εργοστάσιο της Λεύκας, τον Γιώργο Φωτιάδη, μηχανοδηγό στους κλιβάνους του Ευαγγελισμού, και πολλούς άλλους εργαζόμενους στο χώρο αυτό. Πώς τους επιλέξατε; Κάναμε μια εντατική έρευνα τους τελευταίους δύο μήνες. Προσπαθήσαμε να τους προσεγγίσουμε και μέσω του ίδιου του ΟΣΕ, αλλά και μέσω του Συλλόγου Φίλων Σιδηροδρόμου. Ήρθαμε σε επαφή

με πάρα πολλούς ανθρώπους. Μέσα από συνεντεύξεις που πραγματοποιήσαμε, καταφέραμε να τους συγκεντρώσουμε. Το έργο, στο σύνολό του, θα βασιστεί στις συνεντεύξεις αυτών των ανθρώπων τις οποίες συνθέσαμε σε μορφή κειμένου. Κάποιους απ’ αυτούς κατορθώσαμε να τους πείσουμε να λάβουν μέρος και στην παράσταση. Γιατί επιλέξατε άτομα τα οποία δεν έχουν άμεση σχέση με την ηθοποιία και το θέατρο; Το θεωρήσατε πιο αποδοτικό; Πιο αποδοτικό δεν είναι. Η δουλειά με τους επαγγελματίες ηθοποιούς είναι πολύ πιο εύκολη, και κάτι που μας είναι γνώριμο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η επιλογή αυτών των ανθρώπων καταλήγει να είναι πιο ενδιαφέρουσα, γιατί καθιστά άμεσο το βλέμμα μέσα σ’ ένα συγκεκριμένο μικρόκοσμο, ο οποίος, εγώ προσωπικά, επιθυμούσα να είναι

όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστικός. Ερχόμαστε σ’ επαφή μ’ αυτούς τους ανθρώπους όπως ακριβώς είναι. Δεν υπάρχει καμία ερμηνεία, πέρα από κείνη που θα προκύπτει, εκ των πραγμάτων, μέσα απ’ τη σύνθεση των κειμένων. Είναι αυτό που λέμε reality theater. Καμία προσπάθεια παραμόρφωσης, αλλά παρουσίαση των πραγμάτων, των ανθρώπων και του λόγου όπως ακριβώς είναι. Η παράσταση θα πραγματοποιηθεί στο Μέγαρο του ΟΣΕ. Για ποιο λόγο; Για να δείξουμε συμβολικά τη μετάβαση της ελληνικής κοινωνίας. Το ταξίδι, δηλαδή, είναι μεταφορικό και κυριολεκτικό. Ασχολούμαστε με το βλέμμα ενός μικρόκοσμου, αυτού του ΟΣΕ, και, μέσα απ’ την ιστορία των σιδηροδρόμων, μελετάμε, κατά κάποιο τρόπο, τη μεταβατική περίοδο που διανύει η ελληνική κοινωνία. Είναι, λοιπόν, αυτό το ταξίδι ιδωμένο μέσα απ’ αυτό το χώρο. s­­

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 55


17ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού καλαμάτας

Info 17ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας 14-21 Ιουλίου 2011

Σεμινάρια Σεμινάριο σύγχρονου χορού Πηγές ενέργειας με τη Λάουρα Αρίς Αλβάρες, 13-21 Ιουλίου Εργαστήρι με τη Μάικε Μπλίκερ Ο χορός ως τρόπος σκέψης, 15-17 Ιουλίου Εργαστήρι Χορογραφίας 7+1 «7 πρόβες + 1 παράσταση» με τις ομάδες Amorphy, Lemurius, Νταλίκα, Πρόσχημα, Φοra etc., 13-21 Ιουλίου

Παράλληλες εκδηλώσεις Προβολές χορογραφικού υλικού των ομάδων που συμμετέχουν στο «7+1» σε βίντεο, 14-21 Ιουλίου Προβολή ταινιών χορού του Βιμ Βαντεκέιμπους, 16, 19 Ιουλίου Συνάντηση-συζήτηση με την Ιβάνα Μίλερ, 16 Ιουλίου Η σκέψη σε συντονισμό με το χορευτικό βήμα ή ασυντόνιστη μ’ αυτό: μία διαλεκτική που προέρχεται από το χορό. Διάλεξη της Μάικε Μπλίκερ, 17 Ιουλίου

Χορεψτε μΑζΙ τηΣ

...Κι ο άνεμος ψιθύρισε μια χούφτα παραμύθια... Αφήγηση παραμυθιών με τη Λίλλυ Τριαντάρη, 17, 19 Ιουλίου

Η Λάουρα Αρίς Αλβάρες, από τη Βαρκελώνη, είναι υπεύθυνη για το σεμινάριο σύγχρονου χορού «Πηγές Ενέργειας». Επειδή ο χορός δεν απαιτεί απλώς καθηλωμένους θεατές, χρειάζεται ενεργούς συμμέτοχους.

Βραδιά χιπ-χοπ με τους B-TWINS 18 Ιουλίου

Αν πας στην

Καλαμάτα...

Χοροί για ένα πιάνο, δύο πιανίστες και τέσσερα χέρια με τους πιανίστες Μαρία Παπαπετροπούλου και Ζακ Μπερνιέ, 20 Ιουλίου Παράσταση του εργαστηρίου «7 πρόβες + 1 παράσταση» με τις ομάδες Amorphy, Lemurius, Νταλίκα, Πρόσχημα, Φοra etc., 21 Ιουλίου Πληροφορίες-εισιτήρια: www.kalamatadancefestival.gr

Το Φεστιβάλ Χορού της Καλαμάτας ανοίγει τις πόρτες του για 17η συνεχή χρονιά και υποδέχεται το κοινό από τις 14 έως τις 21 Ιουλίου. Όπως πάντα, ομάδες καθιερωμένες συναντώνται με νεότερες δυνάμεις που υποστηρίζουν στιβαρά τη δημιουργική πρότασή τους, σε μια γιορτή του μοντερνισμού και της αναζήτησης. Ποιες είναι οι παραστάσεις και τα σχήματα της φετινής διοργάνωσης; Από τον Τσερκάουι έως τον Χόφες Σέχτερ κι από την Ιβάνα Μίλερ στους Αερίτες της Πατρίσιας Απέργη, η πολυμορφία της έκφρασης συναντά την πολυπλοκότητα της ζωής, που μόνο η τέχνη μπορεί να μεταφράσει σε γοητεία. Από την Έλια Αποστολοπούλου

56 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]

ΧοροΣ


Eastman - Σίντι Λάρμπι Τσερκάουι Σίντι Λάρμπι Τσερκάουι, Νταμιάν Ζαλέ, Άντονι Γκόρμλεϊ Babel (words) Το παιδί-θαύμα της βελγικής θεατρικής σκηνής, Σίντι Λάρμπι Τσερκάουι, ενηλικιώθηκε και επιστρέφει στην Καλαμάτα. Μια παράσταση βαθυστόχαστη και ανάλαφρη ταυτόχρονα, όπου χτίζονται και γκρεμίζονται αόρατοι πύργοι. Η μουσική έρχεται να καταργήσει την ασυνεννοησία και να οδηγήσει στη συμφιλίωση σε αυτή την αντεστραμμένη Βαβέλ. Στην Αθήνα τον είχαμε απολαύσει με την ομάδα Les Ballets C de la B του Αλέν Πλατέλ στην παράσταση pitié! το 2008 στο Ηρώδειο. Αμφιθέατρο Κάστρου Καλαμάτας 14-15 Ιουλίου

I’m’company - Ιβάνα Μίλερ Playing Ensemble Again and Again Η Ιβάνα Μίλερ πειραματίζεται με τη διόγκωση και συρρίκνωση μιας στιγμής, τη στιγμής της υπόκλισης. Παρόν, παρελθόν και μέλλον όλα μαζί σε μια παράσταση ευρηματική, αστεία και μελαγχολική. Η ανατρεπτική και αποκαλυπτική χρήση του λόγου αποτελεί το σήμα κατατεθέν της κροάτισσας χορογράφου και συγγραφέα που ζει και εργάζεται στο Παρίσι και στο Άμστερνταμ. Η ομάδα I’m’company εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Γυμναστήριο Πολυκλαδικού Λυκείου Καλαμάτας 15-16 Ιουλίου

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 57


Σύνολο κρουστών Τύπανα & sinequanon Projections Το σύνολο κρουστών Τύπανα του Δημήτρη Δεσύλλα θα ερμηνεύσει ζωντανά μουσικά έργα των Τζον Κέιτζ, Ιάνη Ξενάκη, Γιοσιχίσα Τάιρα και Βαγγέλη Κατσούλη, ενώ οι sinequanon, μια από τις σημαντικότερες ομάδες χορού στην Ελλάδα, θα παρουσιάσουν μια χορογραφία του έργου Okho του Ιάνη Ξενάκη που χορογράφησαν ειδικά για το Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας. Η έκπληξη της βραδιάς: το συγκρότημα B-Twins που χορεύουν χιπ-χοπ στον Εξάλογο του Βαγγέλη Κατσούλη. Αμφιθέατρο Κάστρου Καλαμάτας 17 Ιουλίου

Αερίτες - Πατρίσια Απέργη d.όπα! (dopamines of post Athenians) Η Πατρίσια Απέργη, το νέο αίμα του ελληνικού σύγχρονου χορού παρουσιάζει την νέα της παράσταση d.όπα! (dopamines of post Athenians) με την ομάδα της, τους Αερίτες. Εξετάζει ζητήματα που άπτονται της ταυτότητας και της καταγωγής του Νεοέλληνα και διερωτάται πόσα «όπα» χρειάζεται να ψιθυρίσουμε μέχρι να σηκωθούμε. Το έργο επιλέχθηκε από το Aerowaves, το διασυνοριακό δίκτυο χορού, για να παιχτεί στο ομώνυμο φεστιβάλ του The Place στο Λονδίνο και περιοδεύει σε φεστιβάλ και θέατρα του εξωτερικού. Γυμναστήριο Πολυκλαδικού Λυκείου Καλαμάτας 18 Ιουλίου


l‘association fragile - Κριστιάν Ριζό b.c, janvier 1545, fontainebleau Πρώην μουσικός σε συγκρότημα, σχεδιαστής μόδας, φωτιστής και νυν εικαστικός καλλιτέχνης και χορογράφος, απόγονος του Μπενβενούτο Τσελίνι, του Μανέ και συγγενής με τον Τακέσι Κιτάνο και τον Ντέιβιντ Λιντς. Όλα αυτά είναι ο Κριστιάν Ρίζο, μία από τις πιο σημαντικές μορφές της σύγχρονης τέχνης στη Γαλλία. Ο τίτλος της παράστασης αναφέρεται στο άγαλμα μιας νύμφης που κατασκεύασε ο Μπενβενούτο Τσελίνι για τον Φραγκίσκο Α΄ όταν έφτασε στην αυλή του στο Φοντενεμπλό. Χορεύει η Ζιλί Γκιμπέρ. Γυμναστήριο Πολυκλαδικού Λυκείου Καλαμάτας 20 Ιουλίου

Hofesh Shechter Company - Χόφες Σέχτερ Political Mother Το Φεστιβάλ κλείνει με το έργο του Ισραηλινού χορογράφου Χόφες Σέχτερ Political Mother, στο οποίο ο ίδιος υπογράφει και το σάουντρακ. Ένα έργο για τους μηχανισμούς της εξουσίας και του ελέγχου, για την υποταγή και την αντίσταση. Δέκα χορευτές ζωντανεύουν με καταιγιστική κίνηση ετερόκλητα στιγμιότυπα από πλήθη που εξεγείρονται, ροκ συναυλίες, δημαγωγούς σε παροξυσμό, ζευγάρια που αγαπιούνται, αιχμαλώτους σε απόγνωση. Αμφιθέατρο Κάστρου Καλαμάτας 21 Ιουλίου


STAR WARS Τα άστρα & οι προτάσεις του δεκαπενθημέρου – 2 σε 1 Από τον Άγγελο Γκαγκάριν

To tip του ασ τρολόγου

Αν δε ν ψάξ εις, δε ν θα βρεις

Κριός

Καρκίνος

Ζυγός

Αιγόκερως

(21 Μαρτίου – 19 Απριλίου) Οι άλλοι θα προσπαθήσουν να σε ρίξουν, πουλώντας σου φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Μην υποκύψεις, μη μασήσεις, μην ακούς τις υποσχέσεις τους, όσο πειστικές κι αν είναι, όσο κι αν έχεις ανάγκη να πιστέψεις τα μεγάλα τους λόγια. Λάβε υπόψη σου ότι διαθέτεις στοιχεία ή πράγματα που οι άλλοι επιθυμούν ή θα ήθελαν να εκμεταλλευτούν για δικό τους όφελος. Προστάτευσε την κάθε είδους ιδιοκτησία σου (είτε οικονομική είτε πνευματική) ή, τέλος πάντων, προσπάθησε να την πουλήσεις σε μια πολύ καλή τιμή. Την ίδια ώρα, στον επαγγελματικό τομέα, ένα πρόβλημα στην επικοινωνία με τους συνεργάτες σου θα σου δυσκολέψει λίγο τη ζωή. Μην ανησυχείς, πολύ σύντομα τα πράγματα θ’ αλλάξουν προς το καλύτερο! Θέατρο: Ο γνωστός μας άγνωστος κύριος Γκάτσος 22-23 Ιουλίου, Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου

(22 Ιουνίου – 22 Ιουλίου) (Υπαρξιακή) μοναξιά μου όλα, (υπαρξιακή) μοναξιά μου τίποτα, μην μ’ αφήνεις τώρα που’ ναι όλα πιο δύσκολα. Για χάρη σου το διέλυσα το τραγουδάκι, Καρκίνε μου, γι’ αυτό κι ελπίζω να το πήρες το μήνυμα. Αν πάλι όχι, θα σ’ το κάνω πιο λιανά: Αισθάνεσαι ότι οι άλλοι δεν σε καταλαβαίνουν, δεν σε νιώθουν – κοινώς ζουν στον κόσμο τους. Λες και θα μπορούσαν να ζήσουν κάπου αλλού… Σου έχω λοιπόν άσχημα νέα: Αυτή ακριβώς η συμπεριφορά σου είναι που τελικά απωθεί τους άλλους με την επιτυχία πανίσχυρου εντομοκτόνου. Κανείς δεν αντέχει να βλέπει τόσα μούτρα και κανείς δεν αντέχει ν’ ακούει τόσα παράπονα. Η επικοινωνία δεν είναι μόνο θέμα δέκτη αλλά και πομπού. Και ο πομπός στην προκειμένη περίπτωση κάνει παράσιτα. Μουσική: Συναυλία με τη Δήμητρα Γαλάνη και τον Vassiliko 15-16 Ιουλίου, Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου

(23 Σεπτεμβρίου – 23 Οκτωβρίου) Αν, λέω αν, αποφασίσεις να κάνεις μια καλή συζήτηση με το σύντροφό σου, χωρίς προκαταλήψεις και υστεροβουλίες, θ’ ανακαλύψεις πολύ ενδιαφέροντα πράγματα και θα δεις την κατάσταση από μια διαφορετική σκοπιά. Γιατί ακόμα και οι πολύ δικοί μας άνθρωποι πολλές φορές δεν τολμούν να μας αποκαλύψουν τους πολύ έντονους φόβους τους ή τις πολύ έντονες επιθυμίες τους. Η εποχή ευνοεί τις καθαρές κουβέντες που είναι απαραίτητες για να βάζουμε τη ζωή μας στη σωστή βάση και να χαρίζουμε στο μέλλον μας καλύτερες προοπτικές. Ναι; Κατά τ’ άλλα, ευνοείται η ανακαίνιση του χώρου σου, που ενδεχομένως θα σε ανέβαζε και ψυχολογικά – όχι δηλαδή ότι είσαι και ιδιαιτέρως πεσμένος, αλλά μπορείς και καλύτερα. Εικαστικά: Άερναουτ Μικ, Pulverous / Mock-Up 1 Ιουνίου-20 Ιουλίου Πειραιώς 260, Κτίριο Α

(22 Δεκεμβρίου – 19 Ιανουαρίου) Μην προκαλείς τους ανθρώπους που αγαπάς και πολύ περισσότερο μην τους εξωθείς στα άκρα. Η υπομονή έχει κι αυτή τα όριά της. Οι άλλοι μπορεί να σ’ αγαπούν και να σου έχουν αδυναμία, αλλά κάποια στιγμή θα εκραγούν. Γιατί, αν προσπαθήσεις να μπεις στη θέση των άλλων, θα δεις ότι, εδώ και καιρό, παίζουν το ρόλο του θηριοδαμαστή. Η κυκλοθυμία σου και τα ξεσπάσματά σου έχουν κουράσει, οπότε κανόνισε την πορεία σου και, επιτέλους, βάλε λίγο νερό στο κρασί σου. Στον οικονομικό τομέα θα αντιμετωπίσεις κάποιες δυσκολίες, τις οποίες θα πρέπει να αντιμετωπίσεις με σύνεση και ρεαλισμό. Μια καλύτερη διαχείριση και ο περιορισμός των εξόδων σου θα δώσουν τη λύση. Θέατρο: Εταιρεία Θεάτρου Pequod, Υπόθεση Εργασίας 14-17 Ιουλίου, Πειραιώς 260, Κτίριο Δ

Ταύρος

Λέων

(20 Απριλίου – 20 Μαΐου) Τον τελευταίο καιρό, τα έξοδά σου υπερβαίνουν κατά πολύ τα έσοδά σου, με αποτέλεσμα να έχεις ρίξει τελείως έξω το οικονομικό σου καράβι. Σιγά σιγά θα πρέπει να κάνεις τις απαραίτητες διορθωτικές κινήσεις, να μαζέψεις λίγο τα λουριά και να προσπαθήσεις να βρεις μια ακόμα πηγή εσόδων προκειμένου να μπαλώσεις λίγο την κατάσταση. Την ίδια ώρα, μια αντίστοιχη σπατάλη συμβαίνει και στην κοινωνική σου ζωή, αφού αποδέχεσαι σχεδόν οποιαδήποτε πρόσκληση για έξοδο απ’ όπου κι αν προέρχεται. Το αποτέλεσμα είναι να έχεις ξοδέψει κάθε απόθεμα ψυχικής και σωματικής ενέργειας, χωρίς δυστυχώς να έχεις αντλήσει την ικανοποίηση που τόσο απεγνωσμένα ψάχνεις. Η λύση, και εδώ, είναι η ίδια: οικονομία φίλε μου, οικονομία! Μουσική: Κρατική Ορχήστρα Αθηνών / Αφιέρωμα στον Γκούσταβ Μάλερ 15 Ιουλίου, Ηρώδειο

(23 Ιουλίου – 22 Αυγούστου) Μια απρόσμενη βοήθεια από σημαντικά πρόσωπα θα σε βοηθήσει να πετύχεις τους επαγγελματικούς στόχους που έχεις θέσει εδώ και καιρό. Βρίσκεις ανθρώπους που εκτιμούν τη δουλειά σου και είναι διατεθειμένοι να επενδύσουν πάνω σου, χωρίς να σου ζητούν υπερβολικά ή ανήθικα ανταλλάγματα. Ο δρόμος ανοίγει και η επιτυχία σε κάνει πιο δυνατό και αισιόδοξο. Ευτυχώς, γιατί αυτό το τελευταίο το είχες πραγματικά πολύ μεγάλη ανάγκη. Κάποιες διαφωνίες που μπορεί να έχεις στο οικογενειακό σου περιβάλλον είναι πιθανόν να σου χαλάσουν προς στιγμή τη διάθεση. Ωστόσο δεν θα πρέπει ν’ αφήσεις τους άλλους να παρεμβαίνουν στη ζωή και στην πορεία σου με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Προσωπικά ζητήματα, συζήτηση κομμένη! Θέατρο: Πειραματική Σκηνή ΘΟΚ, Λίγο ακόμα 16-18 Ιουλίου, Πειραιώς 260, Κτίριο Η

Δίδυμοι

Παρθένος

(21 Μαΐου – 21 Ιουνίου) Ετοιμάσου, λέμε, γιατί πολύ σύντομα θα βιώσεις μεγάλες ανατροπές. Τα στόματα ανοίγουν, τα μυστικά αποκαλύπτονται κι εσύ μαθαίνεις επιτέλους αλήθειες κρυμμένες από καιρό. Αυτό που οφείλεις να κάνεις είναι ν’ αντιδράσεις ψύχραιμα, ό,τι κι αν δεις, ό,τι κι αν ακούσεις. Μια τέτοια στάση δεν θα σε εκθέσει, και παράλληλα θα σε βοηθήσει να κερδίσεις χρόνο. Μετά την πρώτη ψυχρολουσία, σταδιακά θ’ ανακαλύψεις πως η εμπειρία σου αυτή είναι πολύτιμη, κι ότι το μάθημα που πήρες είναι πολύ σημαντικό. Ποτέ πια δεν θα πρέπει να αγνοήσεις την πρώτη αίσθηση που σου δημιουργεί ένας άνθρωπος. Αλλιώς: το ένστικτό σου είναι πολύ σωστό για να το αγνοείς βασιζόμενος στη λογική σου. Χορός: Sadler‘s Wells London – Σιλβί Γκιλέμ, 6000 μίλια μακριά 19-20 Ιουλίου, Ηρώδειο

(23 Αυγούστου – 22 Σεπτεμβρίου) Αυτό που επιβάλλεται στην παρούσα κατάσταση είναι να ξεκουραστείς σωματικά και πνευματικά και να ανασυνταχθείς. Οι αυξημένες απαιτήσεις στις οποίες είχες να ανταποκριθείς τον τελευταίο καιρό σου έχουν κλέψει κάθε ρανίδα ενέργειας, και κυκλοφορείς ανάμεσά μας σαν στυμμένη λεμονόκουπα. Μια άδεια λοιπόν σίγουρα θα μπορούσε να έχει ευεργετικά αποτελέσματα, αλλά αν πάλι δεν υπάρχει τέτοια προοπτική στον ορίζοντα, φρόντισε τουλάχιστον να μειώσεις όσο μπορείς τις ώρες που απασχολείσαι με πράγματα που σε κουράζουν. Στα αισθηματικά σου πάλι, είναι πιθανό να αισθάνεσαι ακάλυπτος από τον άνθρωπό σου. Μην το παίξεις υπεράνω και δείξε του την ανάγκη σου για μεγαλύτερη προσοχή. Θέατρο: Εθνικό Θέατρο - Σταμάτης Φασουλής, Σκηνοβάτες 1516 Ιουλίου, Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου

60 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]

Σκορπιός (24 Οκτωβρίου – 21 Νοεμβρίου) Οι περιπέτειες της εργασιακής σου ζωής καλά κρατούν, και οι δυσκολίες επιμένουν. Μόνο αν γίνεις περισσότερο επικοινωνιακός θα καταφέρεις να περάσεις ξεκάθαρα μηνύματα στους γύρω σου ώστε να μπορέσουν να σε βοηθήσουν. Η περίοδος, πάντως, προσφέρεται για να επικεντρώσεις στα επαγγελματικά σου προσόντα, ξεκινώντας μια καινούργια ξένη γλώσσα ή αναβαθμίζοντας ένα υπάρχον πτυχίο. Οι κρυφή σου σκέψη για το ξεκίνημα μιας νέας καριέρας δείχνει να ευνοείται, και είναι πολύ πιθανό μια ενδεχόμενη μεγάλη απόφασή σου να βρει αναπάντεχους υποστηριχτές. Στα αισθηματικά σου, ένας πιστός φίλος έχει όλη την καλή διάθεση να εξελιχθεί σ’ έναν πιστό ερωτικό σύντροφο. Τι λες; Θα τον/την αφήσεις; Θέατρο: Ομάδα Projector, Πολεοδομία #5: Ταξίδι με τρένο 18-20 Ιουλίου, ΟΣΕ (Καρόλου 1-3)

Τοξότης (22 Νοεμβρίου – 21 Δεκεμβρίου) Δικαιούσαι να αισθάνεσαι πιεσμένος, γιατί το διάστημα αυτό είναι αρκετά απαιτητικό. Θα έλεγε κανείς ότι προσπαθείς να γίνεις χίλια κομμάτια για να μπορέσεις να βρεθείς σε όλα τα σημεία που πρέπει και να καλύψεις όλες τις υποχρεώσεις σου. Οι άλλοι, ακόμα κι αν δεν το εκφράζουν, έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται και να εκτιμούν πραγματικά το μέγεθος της προσπάθειας που καταβάλλεις. Πολύ σύντομα θα μπορέσεις να εξασφαλίσεις τον απαιτούμενο χρόνο για να βάλεις μπροστά ένα σχέδιό σου που έχει αραχνιάσει εδώ και πολύ καιρό. Είναι κρίμα να ξεχνάει κανείς τα όνειρά του παλεύοντας με τα καθημερινά. Σωστά; Θέατρο: Αντώνης Αντύπας, Μήδεια, Ευριπίδη 22-23 Ιουλίου, Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου

Υδροχόος (20 Ιανουαρίου – 18 Φεβρουαρίου) Είναι η κατάλληλη εποχή να μιλήσεις με πρόσωπα κύρους για τα σχέδιά σου, σε μια προσπάθεια αναζήτησης συμμάχων ή χορηγών. Το έδαφος είναι πρόσφορο και διψασμένο για τις νέες, καινοτόμες ιδέες σου αλλά και για την ιδιότυπη τρέλα σου. Παρότι ιδεαλιστής και εκ πεποιθήσεως αφηρημένος, πρέπει να δείξεις τη δέουσα προσοχή στα οικονομικά σου «πρέπει», γιατί αλλιώς πολύ σύντομα θα αντιμετωπίσεις τις συνέπειες της αδιαφορίας σου και, πίστεψέ με, δεν το θέλεις. Στον αισθηματικό τομέα θα πρέπει επιτέλους ν’ ανοίξεις τα μάτια σου και να αποδεχθείς τα σήματα που σου στέλνει ένα πρόσωπο του στενού σου περιβάλλοντος. Αρέσεις, παιδί μου, αρέσεις! Εμείς το ξέρουμε. Εσύ; Θέατρο: Άντζελα Μπρούσκου - Φιλαρέτη Κομνηνού, Κλυταιμνήστρα - Χώρος Ε 13-15 Ιουλίου, Πειραιώς 260, Κτίριο Ε

Ιχθύες (19 Φεβρουαρίου – 20 Μαρτίου) Να είσαι ιδιαιτέρως προσεκτικός κατά τη διάρκεια των μετακινήσεών σου, για ν’ αποφύγεις έναν ενδεχόμενο κίνδυνο. Αλλά και στα θέματα της υγείας σου, αυτό το διάστημα οφείλεις να είσαι πολύ προσεκτικός. Πρόσεξε τη διατροφή σου, και γενικότερα τη σωματική σου κατάσταση, γιατί αλλιώς υπάρχει πιθανότητα να σε προδώσει το σώμα σου και δεν είναι εποχή για τέτοια. Μιλώντας για την προσωπική σου ζωή, τα αγαπημένα σου πρόσωπα είναι σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένα από σένα, και σ’ αυτό έχεις βάλει κι εσύ το χεράκι σου. Για το δικό σου το καλό, αλλά και για το δικό τους, θα πρέπει να ξαναβρείτε μεταξύ σας τις απαιτούμενες, υγιείς αποστάσεις. Μουσική: Ομάδα Χάπι Εντ, Πολεοδομία #4: Η ταράτσα του αυτόχειρα 14-16 Ιουλίου, Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών

ζΩΩΔΙΑ


JUICY LIU

Και ξαφνικά, καλά καθούμενα, ανοίξαν οι δουλειές μας – κι ας έχουμε και κρίση. Κι εκεί που στα πωλητήρια της Πανεπιστημίου οι πωλητές και οι πωλήτριες είχανε πιάσει γνωριμία με τις και τους φιλότεχνους, είχαμε γίνει μια οικογένεια με τον Βαρλικόφσκι, τη Μνουσκίν, τη Μαγκί Μαρέν, τον Καστελούτσι, τον Λευτέρη Βογιατζή, την Αμαλία Μουτούση και τ’ άλλα τα παιδιά, να που μας προέκυψε ο Κέβιν Σπέισι και ξαφνικά άρχισε να συρρέει όλη η πλατεία Συντάγματος – προ αγανάκτησης. Πολύς λαός, τόσο πολύς που δεν είχαμε πού να τους βάλουμε. Εν πάση περιπτώσει, του θεατρόφιλου δώσ’ του εισιτήρια και πάρ’ του την ψυχή. Αν και αυτή την έχει παραδώσει στα είδωλα – του Κέβιν Σπέισι μη εξαιρουμένου. Κάτι μου λέει ότι το τελευταίο τριήμερο του Ιουλίου (βάλαμε ακόμα μια παράσταση, την Κυριακή, 31, για να προλάβουν όλοι), δεν θα μείνει κανένας παραπονεμένος.

Ένας παλιός θυμήθηκε ότι κάτι τέτοιο είχε να γίνει από την εποχή που στην Εππίδαυρο είχε τραγουδήσει η Κάλλας – τότε όμως η ουρά ήταν στη Στοά Σπυρομήλιου και έβγαινε στη Σταδίου. Επίσης τότε δεν υπήρχε Ίντερνετ, για να μπαίνεις στις 12 τα μεσάνυχτα και να κλείνεις τις θέσεις της αρεσκείας σου, οπότε εκείνοι που περίμεναν στα ταμεία έπαιρναν μαζί του και κανά σεντόνι, κανέναν υπνόσακκο, κανένα ράντζο – σου λέγανε, περιμένουμε που περιμένουμε, να γείρουμε και λιγάκι. Αλλά, αν τότε η ουρά ήταν μονόδρομος, σήμερα που οι επιλογές είναι περισσότερες η ουρά είναι θρίαμβος.

Στο μεταξύ, βεβαίως, ζούσα με την προσδοκία του τζερτζελέ, στην παράσταση Γυναίκες του Ηρωδείου. Η φεμινιστική νότα που είχε εγείρει αντιρρήσεις για την παρουσία του Καντά στο θέατρο προοιωνιζόταν διαμαρτυρίες, από εξοργισμένες σουφραζέτες που διεκδικώντας την εξάλειψη της οικογενειακής βίας και την αγριάδα των μπρατσό και επιβλητικά άγριων αρσενικών, ξέχασαν πόσο βίαιο είναι να αρνείσαι την επανένταξη στη ζωή και στις δραστηριότητές του ενός εγκληματία, ο οποίος όμως δικάστηκε, καταδικάστηκε και επανεντάχθηκε σύμφωνα με το νόμο. Η εικόνα της αδηφάγου γυναίκας-τιμωρού στοίχειωνε τις φαντασιώσεις μου – διότι προσωπικά νιώθω απελευθερωμένη και διεκδικητική και χωρίς να παριστάνω την αγανακτισμένη. Ευτυχώς, τελικά το κίνημα δεν ήρθε. Και ο Καντά εμφανίστηκε στη σκηνή.

ΣΧοΛΙΑ

© Χάρης Μπίλιος

Στον υπέροχο κόσμο του Eλληνικού Φεστιβάλ

NYXTA ΣΠΑρμενη ΘΑυμΑτΑ Στιγμιότυπο από την ιδιαίτερη παράσταση του σκηνοθέτη, συγγραφέα και ηθοποιού Ουαζντί Μουαουάντ, υπό τον τίτλο Γυναίκες. Η μούμια της φωτογραφίας ανέστη, εμείς όμως στις 4 τα ξημερώματα που τελείωσε το έργο ψάχναμε σαρκοφάγο να κρύψουμε το ταλαιπωρημένο μας κορμί. Δύσκολο πράγμα το θέατρο.

Αλλά ενώ νόμιζα ότι τη σκαπούλαρα, κατάλαβα τι μου συνέβη όταν μπήκα στο θέατρο. Θα έπρεπε να μείνω μέχρι το τέλος, σε μια παράσταση που κράτησε τελικά επτά ώρες (με τα διαλείμματα). Μου είχαν πει ότι είναι πολλά έργα, αλλά νόμιζα ότι θα είναι ποτπουρί, όχι ολόκληρα. Εν πάση περιπτώσει, ήταν ολόκληρα – και μετά τις 12 τα μεσάνυχτα δεν ήξερα τι να κάνω. Έπειτα έπεσα από την κούραση, κατάλαβα ότι απόψε δεν πρόκειται να τετραγωνίσω τον κύκλο των Ατρειδών, να φύγω δεν μπορούσα διότι ο μανιακός με το θέατρο που με συνόδευε θα με κακοχαρακτήριζε και, στις τέσσερις που τελείωσε, μαζί με καμιά τριακοσαριά ακόμα επιζήσαντες, πήραμε τα κουφάρια μας για το δρόμο. Πόσο δύσκολο πράγμα είναι το θέατρο, αδερφάκι μου…

Στο μεταξύ, περιμένω την Σιλβί Γκιλέμ. Την είχα δει να χορεύει ντυμένη γκέισσα πριν δυο χρόνια κι η εικόνα της με στοιχειώνει. Τι κορμοστασιά, τι φινέτσα, τι δύναμη. Η παράστασή της, λέει, θυμίζει στο κοινό το φονικό τσουνάμι της Ιαπωνίας. Θυμάμαι μια συνέντευξή της, έλεγε ότι την τεχνική της, την ερμηνεία της την κερδίζει με τρομερή εξάσκηση, με εξαντλητικές πρόβες. Το σώμα του χορευτή, έλεγε, είναι ζυμωμένο με ατέλειωτο πόνο. Ο ποιητής Γιάννης Πατίλης θα το περιέγραφε με ένα δίστιχο: «Ιαπωνίς / και συ πονείς».

[14 IουΛίου 2011] #26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 61


ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΣ ΣΚΗΝΗΣ Aπό την Άννα Δαμιανίδη

© Andreas Trepte

Κάποιος είχε μαζί του σπίρτα, έσυρε ένα σπίρτο στο πλάι του κουτιού, κι ο ήχος ακούστηκε σε όλο το πελώριο κοίλο του θεάτρου, κάνοντας το αυτοσχέδιο κοινό να ανατριχιάσει

καινούργια γόνατα

H

ρθε στην Ελλάδα με καινούργια γόνατα, θα της χρειάζονταν στο προσκύνημα, καλαμπούριζε από την ευρωπαϊκή της περιοδεία. Η φίλη μου η σκηνογράφος από το Μανχάταν, αρκούντως ακούραστη, αν και τσακισμένη. Την έκλεψαν στον Ηλεκτρικό, αλλά δεν το παραδέχτηκε, επέμενε ότι κάπου ξέχασε το πορτοφόλι της. Κι όσο κι αν δεν παρέλειψε να υποβάλει τα σέβη της σε όλα τα μνημεία που είχε σημειώσει στο καρνέ, επέμενε να επισκεφτούμε την Επίδαυρο, γιατί τι σκηνογράφος θα ήταν χωρίς να έχει γονατίσει, με τα καινούργια γόνατα εννοείται, στην σκηνή των σκηνών; Ξεφύγαμε ανατολικά από το μεταλλικό ποτάμι της εθνικής οδού,

που ούτε τον ορίζοντα δεν σ’ αφήνει να ατενίσεις, τόσο μέταλλο σε κυκλώνει, δραπετεύσαμε στη στροφή της Επιδαύρου. Ήδη ο δρόμος, με την παλιά άσφαλτο και τις λακκούβες, ήταν ζωντανό παρελθόν, έταζε γνησιότητα. Μικρός, επικίνδυνος και επιβλητικός, με την έννοια ότι σε οδηγούς σαν εμένα επιβάλλει τη βραδύτητα, οπότε χαίρεσαι το τοπίο. Τα μάτια της αμερικάνας κατέγραφαν σαν κάμερες, τα πεύκα και το απαλό καφέ της γης, έβρισκαν αντίστοιχες λέξεις στα χρωματολόγιά της. Ο ενθουσιασμός της ήταν μεταδοτικός, άρχισα κι εγώ να τα ξαναβλέπω όλα φρέσκα κι άφθαρτα, μοναδικά, ωραία. Αφήσαμε τις Μυκήνες για αργότερα, είχε άγχος μήπως κλείσει η Επίδαυρος, πήγαμε απευθείας εκεί,

62 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #26 [14 ΙουΛίου 2011]

ούτε καφέ στο δρόμο, ούτε μια γουλιά νερό. Λίγα πούλμαν στο πάρκινγκ, λίγος κόσμος στο Μουσείο, ζέστη βαριά, οι σκιές πολύτιμες. Το θέατρο να ψήνεται, κι όμως ο κόσμος να κάνει ουρές, πεισματάρηδες οι τουρίστες. Στεκόντουσαν όλοι στην άκρη της σκηνής σαν ηθοποιοί που ετοιμάζονται να εμφανιστούν να πουν το ρόλο τους, κι αυτό ακριβώς έκαναν. Ένας ένας, ή μία μία προχωρούσαν ως το κέντρο της ορχήστρας, στέκονταν ακριβώς εκεί που μια πλάκα δείχνει το σημείο της μαγικής ακουστικής, κι έλεγαν ή έκαναν κάτι. Κάποια τραγούδησε μια άρια από την Τραβιάτα, και καταχειροκροτήθηκε. Μια άλλη είπε ένα σουηδικό τραγούδι. Ίσως και νορβηγικό, δεν ξέρω. Κάτι βόρειο.

Κάποιος είχε μαζί του σπίρτα, έσυρε ένα σπίρτο στο πλάι του κουτιού, κι ο ήχος ακούστηκε σε όλο το πελώριο κοίλο του θεάτρου, κάνοντας το αυτοσχέδιο κοινό να ανατριχιάσει. Άλλοι έλεγαν ποιήματα. Το ομολογώ, δεν είχα ξαναπάει στην Επίδαυρο μέρα, κι ενώ έχω δει πολλές παραστάσεις, πρώτη φορά κατάλαβα αυτό το ακουστικό φαινόμενο. Το χρωστούσα στην Aμερικάνα μου, η οποία δήλωσε πως θα πήγαινε να πέσει εκεί πάνω στα καινούργια της γόνατα. Αλλά αστειευόταν. Τα γόνατα, καινούργια με μια νέα μέθοδο εμφύτευσης χόνδρου που της επέτρεψαν το ταξίδι, τα πρόσεχε υπερβολικά. Τα πρόσεχα κι εγώ, μου είχαν χαρίσει καινούργια μάτια.

εΠΙΦυΛΛΙΔΑ




Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.