Κείμενα Απόφασης από την κοινή
Πανελλαδική Συνδιάσκεψη
Συνάντηση για μια Αντικαπιταλιστική και Διεθνιστική Αριστερά
[3]
[4]
Περιεχόμενα
Μέρος Πρώτο: Πολιτική Απόφαση…………………………..……………………………………..7 Κ1 - Belle Époque.…………………………………………………………………………………...7 Κ2 - Συγκυρία……………………………………………………………………………................11 Κ3 - Ο κομμουνιστικός ορίζοντας.……………………………………………………………...17 Κ4 - Το πολιτικό και ιδεολογικό κεκτημένο που υπερασπιζόμαστε.……………………….19 Κ5 - Γιατί προτείνουμε μια νέα συλλογικότητα και πως θέλουμε να είναι.………….........25
Μέρος Δεύτερο: Οργανωτικό Σχέδιο………………………………………………………………29
[5]
[6]
Belle Époque 1. Βρισκόμαστε στις μέρες μια δομικής συστημικής κρίσης. Η κρίση και ο καπιταλισμός είναι έννοιες που συνεχώς διαπλέκονται σε μια κοινή ιστορία καταστροφής ανθρώπινων σωμάτων, λεηλάτησης των φυσικών πόρων, διάλυσης των ανθρώπινων σχέσεων. Εξάλλου ο καπιταλισμός, για να θυμηθούμε τον Μαρξ, «περισσότερο από κάθε άλλο τρόπο παραγωγής, χαραμίζει ανθρώπινες ζωές, ζωντανή εργασία, όχι μόνο σάρκα και αίμα, αλλά επίσης νεύρα και μυαλά». Έτσι λειτουργεί η καπιταλιστική μηχανή. Η οποία συνεχίζει, βελτιώνοντας την απόδοσή της, να παράγει νέα προϊόντα, να χρησιμοποιεί για καύσιμο την ανθρώπινη ζωτικότητα και να φυλακίζει το χρόνο μας. Η σπατάλη και η καταστροφή είναι η άλλη όψη της ανάπτυξης, είναι ο τρόπος της διαρκούς επαναστατικοποίησης του καπιταλισμού. Ο δικός μας κόσμος είναι οι αναλώσιμοι, τα παράγωγα και τα απόβλητα, που, όπως όλα τα προϊόντα, καθορίζονται από το νόμο της προσφοράς και της ζήτησης. Εν ολίγοις, εμείς οι από κάτω, ζούμε διαρκώς μέσα στα συντρίμμια, και είμαστε δυνάμει τμήμα τους. Εμείς, ο κόσμος της εργασίας είμαστε τα θύματα της κρίσης, πράγμα που κάνει τον καπιταλισμό να φαίνεται ακόμα πιο ισχυρός. 2. Η κρίση του 2008 είναι το άνοιγμα του πλάνου σε μια ιστορία καταστροφής που συνεχίζεται. Η έκταση και το βάθος της συνδέεται με το νεοφιλελευθερισμό ως επιθετικό καπιταλισμό, ο οποίος αποτέλεσε την απάντηση των κυρίαρχων στη καπιταλιστική κρίση υπερσυσσώρευσης του 1973 η οποία πήρε τη μορφή της πετρελαϊκής κρίσης (υποχώρηση επαναστατικής δυναμικής «παγκόσμιου ‘68», κατάρρευση υπαρκτού Σοσιαλισμού). Η έξοδος από την κρίση για τους από πάνω, η επιστροφή στην «ανάπτυξη», ξανά σήμερα, σημαίνει το βάθεμα της κρίσης της εργασίας (αναδιανομή πλούτου υπέρ των κυρίαρχων, αύξηση ποσοστού υπεραξίας), μια νέα πρωταρχική συσσώρευση (υφαρπαγή δημόσιας περιουσίας και κοινών πόρων με αυταρχικές μεθόδους) καθώς και αναδιάρθρωση της παραγωγικής διαδικασίας (μείωση οργανικής σύνθεσης κεφαλαίου, ευέλικτα κατανεμημένα συστήματα παραγωγής). Η κατάργηση του κατώτατου ορίου των μισθών, η ελαστικοποίηση του χρόνου εργασίας, η επισφαλής «απασχόληση», η στρατιά των εργαζόμενων-ανέργων, η άρση των «προνομίων» μερίδων της εργατικής τάξης, η κατάργηση συλλογικών συμβάσεων, ήταν και παραμένουν στοιχεία του οδικού χάρτη προς τη νέα «κανονικότητα» της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Η αγορά καταλαμβάνει συνεχώς περισσότερα πεδία κοινωνικής και φυσικής αναπαραγωγής μέσα από το πέρασμα σειράς μέχρι πρότινος δημοσίων λειτουργιών (παιδεία, υγεία, ενέργεια, κ.α.) στη σφαίρα της εμπορευματικής ανταλλαγής, με μοντέλα σταδιακών ή επιθετικών ιδιωτικοποιήσεων. Τέλος, όπως το ’73, το πέρασμα στη νέα διάρθρωση της παραγωγής δεν σημαίνει το τέλος της καταπίεσης, με την τεχνολογική πρόοδο σε βοήθεια, αλλά έρχεται να ξαναρίξει και το δυτικό ανεπτυγμένο κόσμο, πιο συγκεκριμένα τον κόσμο της εργασίας, στη φωτιά νέων αιματηρών νόμων. 3. Ο νεοφιλελευθερισμός, ως το πρόγραμμα της καπιταλιστικής διεθνοποίησης που υλοποιείται από τη δεκαετία του ’70, ενοποίησε σε μεγάλο βαθμό τον καπιταλιστικό κόσμο: έφτιαξε θεσμούς υπερεθνικής συνεργασίας, ενέταξε τις άλλοτε «απείθαρχες» χώρες στη δυναμική του διεθνούς καπιταλισμού. Ο εγγυητής του παιχνιδιού ήταν πλέον οι διεθνείς χρηματαγορές, κέντρο της στρατηγικής της υπερχρέωσης και της αναδιανομής πόρων από τον παγκόσμιο Νότο προς τον παγκόσμιο Βορρά. Στο νεοφιλελεύθερο σχήμα αυτές εμφανίστηκαν ως άχρονες/αιώνιες οντότητες, απελευθερωμένες από τον έλεγχο και τη δημοκρατική λογοδοσία. Ταυ[7]
τόχρονα, η «μετανάστευση» της βιομηχανικής παραγωγής από τα προάστια των δυτικών μητροπόλεων στις άτυπες πόλεις του παγκόσμιου νότου, όπου ο βαθμός εκμετάλλευσης και εξαθλίωσης έφτασε σε νέα ύψη, επέτρεψε τη στοιχειώδη πρόσβαση ενός σχετικά διευρυμένου τμήματος του πληθυσμού εκεί και εδώ στη σύγχρονη κατανάλωση (smartphones, laptops κλπ). 4. Από την άλλη, μπροστά στην παγκόσμια κρίση, ο κοσμοπολιτισμός του κεφαλαίου βρίσκεται μπροστά και στις ανταγωνιστικές προτεραιότητες των επιμέρους καπιταλιστικών κρατών. Η νέα όξυνση των ανισοτήτων στο εσωτερικό και ανάμεσα στους «κρίκους» της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας· οι εμπορικοί πόλεμοι και η στρατιωτικοποίηση των δυτικών κοινωνιών· οι γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί και οι πόλεμοι «δι’ αντιπροσώπων»· όλα αυτά επιβεβαιώνουν πως ο ανταγωνισμός, με όρους οικονομικής, στρατιωτικής και γεωστρατηγικής ισχύος, παραμένει το «οξυγόνο» του διεθνούς καπιταλισμού. Για να γίνουμε σαφέστεροι, οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί εντείνονται και επομένως αυξάνονται οι κίνδυνοι γενικευμένων συρράξεων. Η ιμπεριαλιστική πολιτική δεν αποτελεί απλώς επιλογή της αστικής τάξης μιας αναπτυγμένης χώρας, αλλά ανάγκη επιβίωσης και επιβολής στο συνολικό πεδίο του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού - και ναι μεν η πολιτική αυτή προωθείται χωρίς απροκάλυπτη χρήση στρατιωτικής βίας ή με περιφερειακές συγκρούσεις ισχύος, ωστόσο το ενδεχόμενο ιμπεριαλιστικών πολέμων παραμένει ανοιχτό. Συνεπώς, μπορούμε να περιγράψουμε δύο ενεργές καταστάσεις, την απαίτηση να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο η ελεύθερη μετακίνηση κεφαλαίου αφενός, και την προσφυγή σε μια συνταγή εθνικού καπιταλιστικού προστατευτισμού αφετέρου, με άμεσες πολεμικές προεκτάσεις. Ανάμεσα σε αυτές τις δύο καταστάσεις υπάρχει μια τάση διαδοχής της μιας από την άλλη. Ωστόσο, η τομή μεταξύ των δύο δεν είναι σαφής και απόλυτη, καθώς εκτυλίσσονται με άνισους ρυθμούς. Δημιουργείται έτσι μια ασυγχρονία που συμβάλλει στη σημερινή καπιταλιστική δυσπραγία. 5. Όμως ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι μόνο μια ιδεολογική εμμονή της «απελευθέρωσης της οικονομίας από τα κρατικά δεσμά»· πολύ περισσότερο, είναι μια τεχνική αυταρχικής επιβολής που στοχεύει στην πειθάρχηση σωμάτων και θελήσεων, μια φρονηματική διακυβέρνηση της ζωής και των ορίων της. Χρειάζεται για το λόγο αυτό ένα κράτος που θα οργανώνει τον ταξικό πόλεμο, την ίδια στιγμή που αποσπά την συναίνεση των υποτελών. Το καπιταλιστικό κράτος αδυνατεί να εξασφαλίσει την αφοσίωση των υπηκόων χωρίς τη δική τους συμμετοχή, έστω και φαντασιακή. Ως εκ τούτου, η συναίνεση είναι έννοια κομβική. Είναι το άλλο όνομα της κυριαρχίας, αφού η διαιώνιση της εκμετάλλευσης περνάει μέσα από την αρπαγή της συγκατάθεσης των κυριαρχούμενων. Εδώ εισέρχεται η χρησιμότητα της ταυτότητας, η οποία διατηρεί κομβικό ρόλο στην παραγωγή του συλλογικού φαντασιακού, την ίδια στιγμή που εξατομικεύει και διαιρεί την κοινωνία. Η ταυτότητα, σήμερα, τείνει να εκπορεύεται από την κατανάλωση, ανοίγοντας νέες αγορές. Οι ταυτότητες, μετατρέπονται οι ίδιες σε προϊόντα, που επιβεβαιώνονται ή αμφισβητούνται μέσα από συγκεκριμένες καταναλωτικές πρακτικές. Τελικά είναι αναγκαίες μιας και το σχέδιο των από πάνω σήμερα δεν είναι απλώς η οικονομία της αγοράς, αλλά η κοινωνία της αγοράς. Η καταναλωτική κουλτούρα της διαφήμισης, της προβολής της πολυτέλειας και των υψηλών αμοιβών των «πετυχημένων», σαγηνευτική και ταυτόχρονα παραγωγικά αναγκαία, μετατρέπει τη φτώχεια από δομικό πρόβλημα και πολιτικό διακύβευμα σε υπόθεση προσωπικής ευθύνης και ανταγωνισμού. Έτσι, σημαντικό τμήμα των από κάτω (κυρίως της νέας γενιάς) εγκλωβίζεται στο όνειρο της προσωπικής κοινωνικής ανέλιξης ως προσωπικό στοίχημα, απομακρυνόμενο από τον πολιτικό ριζοσπαστισμό.
[8]
6. Η (πρωταρχική) συσσώρευση είναι μια διαδικασία που συνέχει τον καπιταλισμό ως σύστημα. Αυτή η διαδικασία, πέρα από την περίφραξη των κοινών αγαθών και την καταστροφική κάθε λογική κοινοτικής διαχείρισης, την αποστέρηση/εκτόπιση των “ιθαγενικών” πληθυσμών, την εδαφική επέκταση των καπιταλιστικών σχέσεων, έχει στο κέντρο της -γεγονός που υποτιμάται- την περίφραξη των σωμάτων των γυναικών και την απαξίωση της αναπαραγωγικής εργασίας. Ως σταθερή διαδικασία αναπαραγωγής και ενδυνάμωσης του καπιταλιστικού «τρόπου παραγωγής», επαναλαμβάνεται. Συνεπώς, επιστρέφουμε ξανά στο μεγαλύτερο πόλεμο στην ιστορία. Έναν πόλεμο που κηρύχθηκε σε βάρος των εξουσιαζόμενων ως πληθυσμού, από έναν εχθρό που συνεχίζει να κερδίζει. Σε αυτόν τον πόλεμο, συνθήκες- κλειδιά για την επιτυχία των από πάνω είναι η δημιουργία ενός πληθυσμού χωρίς δικαιώματα, με την παραγωγή διακρίσεων/διαιρέσεων εντός των εκμεταλλευόμενων(φυλή, φύλο). Πρακτικά στόχος των κυρίαρχων είναι ο εμφύλιος πόλεμος μεταξύ των φτωχών. Σήμερα, στην περίοδο της απουσίας εναλλακτικής, η κοινωνική ένταση διοχετεύεται σε μια ακατανόητη επιθετικότητα για το διπλανό, που μπορεί να είναι διάβολος αλλά μπορεί και όχι. Αυτή η επιθετικότητα είναι καύσιμο για τα ακροδεξιά κηρύγματα, απέναντι στα οποία δεν υπάρχει εγγύηση αυτοπροστασίας του κόσμου της εργασίας. Έτσι, η ένταση, επενδυμένη με την επιστροφή στις ρίζες του έθνους, την ιεραρχία των φυλών και των φύλων, και την προστασία της εθνικής παραγωγής, αναμετριέται ξανά με το οικουμενικό, φέρνοντας πιο κοντά τη βαρβαρότητα. Η ακροδεξιά μυστικοποιεί την επίθεση των από πάνω –προπαγανδίζοντας την ως συνωμοσία –και κατασκευάζει τους «από κάτω των από κάτω», αυτούς/ες που δεν χωράνε στον κόσμο μας και πρέπει να καταδυναστευτούν ή να αποβληθούν. Η μετανάστρια/εργάτρια/ΛΟΑΤΚΙ και άλλ@ βρίσκεται στο στόχαστρο της ακροδεξιάς, όχι γιατί έρχεται από αλλού, αλλά γιατί αποτελεί ανησυχητική απόδειξη της αδυναμίας του συστήματος να προσφέρει στις πολλές και τους πολλούς την ανάκτηση της χαμένης ευημερίας. 7. Η κρίση σήμερα, εκτός των άλλων, κάνει φανερό τον καθολικό τρόπο με τον οποίο συνδέεται η υπερεκμετάλλευση των από κάτω και της φύσης. Η διαρκής σύνδεση, με άλλα λόγια, της οικονομικής με την οικολογική κρίση. Στην «ανάπτυξή τους» κυοφορήθηκε η κρίση. Στη διεύρυνση των ανισοτήτων και της εκμετάλλευσης. Στην ανάπτυξη που μετατρέπει τους φυσικούς πόρους και την κοινωνική εργασία σε εξαθλίωση της κοινωνικής πλειοψηφίας και σε οικολογική κρίση στον έναν πόλο και σε κρίση υπερσυσσώρευσης στον άλλο, με την πρωτοφανή συγκέντρωση πλούτου και εξουσίας στις διεθνείς και εγχώριες ελίτ. Για τις ελίτ η διέξοδος από την κρίση είναι μονόδρομος: επέκταση και εμβάθυνση της εκμετάλλευσης ανθρώπου και φύσης. Η δε ανάσχεση της Κλιματικής Αλλαγής, οι συνέπειες της οποίας πλήττουν, κατά προτεραιότητα, τους/τις φτωχούς/χες του παγκόσμιου «Νότου» αλλά και τα φτωχά στρώματα του Βορρά, συνεχίζει να αντιμετωπίζεται με ευχολόγια και με πράσινες «business as usual»: Κανένα συγκεκριμένο μέτρο ενάντια στη συνεχή επέκταση της αγοράς και των κανόνων της στη φύση, οι φυσικοί πόροι, τα κοινά αγαθά και η δημόσια περιουσία προσφέρεται στο κεφάλαιο, η καπιταλιστική ανάπτυξη, πραγματικός πυρήνας του κακού, δεν αμφισβητείται, αλλά μάλλον διευρύνεται. 8. Εν ολίγοις, και στην εποχή μας, το ερώτημα παραμένει: φτάσαμε στο τέλος της ιστορίας, το μόνο μέλλον είναι η βαρβαρότητα; Μπορεί η απάντηση, εκ πρώτης όψεως, να φαντάζει μάλλον αρνητική. Αντίθετα, η σημερινή ευρωπαϊκή (και όχι μόνο) αριστερά, απαντά: σε γενικές γραμμές, ναι! Δηλαδή, στην πράξη, είτε ρητά, είτε υπόρρητα, το πεδίο που διεξάγεται η σύγκρουση δεν αμφισβητείται. Είναι ο καπιταλισμός, με περισσότερο ή λιγότερο ανθρώπινο πρόσωπο. Μπορεί οι εμφανίσεις τις αντιπαράθεσης να παραμένουν υπαρκτές: δομές αλληλεγγύης, συνεταιριστικά εγχειρήματα, αντιρατσιστικές κι αντιφασιστικές πρωτοβουλίες, εργατικά [9]
σχήματα· όμως ακολουθούν ασύμπτωτες τροχιές. Γιατί χωρίς να αναμετρηθούμε με το ερώτημα της επαναστατικής στρατηγικής, σε αυτό το σύμπαν της απόλυτης παντοκρατορίας του χρήματος, οι αποφάσεις για τη ζωή μας θα συνεχίσουν λαμβάνονται χωρίς εμάς. Από την άλλη, το μέλλον δεν φέρνει μαζί του κατ’ ανάγκη την απελευθέρωση από την καταπίεση. Ο καπιταλισμός δεν τρεμοσβήνει, δεν μπορούμε να τον χαρακτηρίσουμε ύστερο και δεν τελειώνει από μόνος του. Το σάπισμα δεν αναφέρεται σε αυτόν αλλά στα σώματα και το χρόνο του πληθυσμού των υποτελών. Ένα μέλλον απαλλαγμένο από τα δεσμά της εκμετάλλευσης δεν θα έρθει εάν δεν το φέρουμε. 9. Η πραγματική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος, για εμάς, συνεχίζει να συνδέεται δομικά με την ανάδυση ενός αντιπαραθετικού παραδείγματος από την πλευρά των καταπιεσμένων. Το «αναλαμβάνουμε τη δική μας ευθύνη», σημαίνει ότι δεν αφήνουμε τα κοινά αγαθά, την κλιματική αλλαγή, τη φτώχεια, τη μετανάστευση, τη γενική διάνοια, την κουλτούρα, τη βιογενετική, την τεχνητή νοημοσύνη, στα χέρια αυτών που κινούνται με μόνο κριτήριο τη μεγιστοποίηση του ατομικού τους κέρδους και επενδύουν στην δυστυχία των πολλών. Συνεπώς σήμερα, χρειαζόμαστε την επανάσταση, τη ριζική μεταβολή των όρων και των ορίων της ζωής των πολλών! Ακολούθως, χρειαζόμαστε στρατηγική και, για να γίνει πραγματικότητα, χρειαζόμαστε γέφυρες που συνενώνουν την όχθη των εξαιρούμενων, που συναποτελούν την πλειονότητα. Γι’ αυτό κάνουμε την επιλογής της συμπόρευσης, στην βάση της ριζοσπαστικής τοποθέτησης της διαφοράς. Αναλαμβάνουμε συλλογικά και ατομικά την ευθύνη στη κοινή απελευθέρωση. Τελικά επιλέγουμε να μπούμε στον κοινωνικό ανταγωνισμό επαναφέροντας το άμεσο ερώτημα, σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα;
[10]
Η διεθνής Συγκυρία 10. Εισαγωγικά θα λέγαμε ότι ο κόσμος μας σήμερα είναι περισσότερο από ποτέ πολυκεντρικός. Ο πρόσφατος εμπορικός πόλεμος που κηρύχθηκε από τις ΗΠΑ και τον Τραμπ δείχνει ότι η αμερικανική ισχύς είναι σε υποχώρηση και η ασιατική ισχύς σε άνοδο. Ο «ετερόδοξος» Τραμπ χτυπάει κομβικές βιομηχανίες και τα πνευματικά δικαιώματα, σημεία δηλαδή του οικονομικού κυκλώματος που πιστεύει ότι προσδίδουν ιδιαίτερο δυναμισμό στην Κινέζικη Οικονομία κυρίως αλλά και σε αρκετές Ευρωπαϊκές. Από την άλλη, οι ΗΠΑ συνεχίζουν και αποτελούν τον ιδιοκτήτη του παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος ενώ η Ευρώπη και η Κίνα αποτελούν ισχυρές εξαγωγικές δυνάμεις όπου η συνολική παραγωγικότητα τους έχει ξεπεράσει σε πολλούς τομείς την παραγωγικότητα της αμερικανικής οικονομίας. Η FED συνεχίζει και είναι η ισχυρότερη κεντρική τράπεζα του κόσμου, η κεντρική τράπεζα των κεντρικών τραπεζών και για τα επόμενα χρόνια προγραμματίζει να καταστήσει, σε όλο τον πλανήτη, το χρήμα ακριβότερο (με εργαλείο τα επιτόκια) με πολλές συνέπειες σε αδύναμες και υπερχρεωμένες οικονομίες. Η πολιτική του Τραμπ τα αμέσως επόμενα χρόνια αναμένεται ότι θα αναμορφώσει πλήρως τους όρους λειτουργίας του διεθνοποιημένου καπιταλισμού, μεταξύ των ιμπεριαλιστικών πόλων αλλά και πολλούς από τους όρους λειτουργίας στο ίδιο το εσωτερικό των κυρίαρχων ιμπεριαλιστικών πόλων. 11. Ιδιαίτερη σημασία θα πρέπει να δώσουμε στην οικουμενική και δυναμική επανεμφάνιση της ακροδεξιάς παντού στο δυτικό ημισφαίριο. Ενώ στην Ευρώπη η ακροδεξιά αποτελεί, στην αρχή τουλάχιστον όταν είναι αντιπολίτευση, μια υπερσυντηρητική απάντηση στα υποτιθέμενα “δεινά” της παγκοσμιοποίησης, των μεταναστευτικών ροών και των διαδικασιών οικονομικής ολοκλήρωσης στα λαϊκά εισοδήματα, στις ΗΠΑ (Τραμπ, tea party) και την Λατινική Αμερική (Μπολσονάρο - Μάκρι) αποτελεί μια απαίτηση πλήρους αποκατάστασης της ωμής καπιταλιστικής κοινωνικής ιεραρχίας, από την αρχή και χωρίς φιλολαϊκά φτιασιδώματα. Και στην Ευρώπη όμως, οι πιο σκληρές μορφές της ακροδεξιάς όταν γίνουν κυβέρνηση, όπως στην Ουγγαρία, ασκούν την ίδια αποκρουστική νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση. Παρότι δεν πρέπει να θεωρούνται ως οι μοναδικοί παράγοντες που ευνοούν και “τρέφουν” την ακροδεξιά, η κεντροαριστερή δυσπραγία, η καθημερινή διακομματική άσκηση νεοφιλελεύθερης βιοπολιτικής, και η εγκατάλειψη των πληβειακών στρωμάτων της κοινωνίας από τα κεντρώα και τα πάλαι ποτέ σοσιαλδημοκρατικά (ή και πρώην αριστερά σε περιπτώσεις όπως του ΣΥΡΙΖΑ) κόμματα, είναι παρόλα αυτά οι πλέον καθοριστικοί παράγοντες που “σπέρνουν” σε όλο το κοινωνικό σώμα, τόσο την εκμετάλλευση όσο και την έλλειψη εμπιστοσύνης στις ταξικές και αντιεκμεταλλευτικές πολιτικές.
Η ελληνική Συγκυρία η «μεταμνημονιακή κανονικότητα»: ένα διαρκές μνημόνιο σε πλήρη εφαρμογή 12. Το Μνημόνιο δεν αποτέλεσε μόνο ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής. Αποτέλεσε και αποτελεί ένα συνολικό σχέδιο για την ελληνική κοινωνία. Αποτέλεσε και αποτελεί ένα οικονομικό και πολιτικό καθεστώς, εγγεγραμμένο σε ψηφισμένους νόμους, οι οποίοι συνεχίζουν να βρίσκονται σε ισχύ Ένα σχέδιο του οποίου οι πυλώνες είναι η αγορά, το εμπόρευμα [11]
και ο ανταγωνισμός στις πιο ακραίες εκδοχές τους. Γι’ αυτό η τυπική λήξη του τρίτου μνημονιακού προγράμματος στις 21 Αυγούστου δεν συνιστά «έξοδο από τα μνημόνια», όπως ψευδώς ισχυρίστηκε ο κυβερνητικός προπαγανδιστικός μηχανισμός. Αντιθέτως, η 21η Αυγούστου σηματοδότησε την ολοκλήρωση και πλήρη εμπέδωση του μνημονιακού σχεδίου. Η «μεταμνημονιακή κανονικότητα» δεν είναι πάρα ένα διαρκές μνημόνιο σε πλήρη εφαρμογή. Η Ελλάδα που αναδύεται από τις στάχτες της οικονομικής κρίσης είναι όπως ακριβώς τη σχεδίασαν οι δανειστές και η εγχώρια ελίτ, δηλαδή μια χώρα αβυσσαλέων ανισοτήτων, μαζικής φτώχειας και ανεργίας, εμπορευματικής κυριαρχίας και αποδιαρθρωμένων δημόσιων υπηρεσιών.
δρακόντεια λιτότητα - διαρκής επιτήρηση 13. Η μορφή που παίρνει η επιτήρηση των δανειστών μετά την τυπική λήξη του προγράμματος, είναι διαφορετική από αυτή που είχε επιβληθεί κατά τη διάρκεια του. Ωστόσο, είναι αρκετά αυστηρή, ώστε, σε συνδυασμό με τη δημοσιονομική πειθάρχηση που επιβάλλουν οι «αγορές», να διασφαλίζει τη συνέχιση της υφιστάμενης δρακόντειας λιτότητας και των ακραία νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Συγκεκριμένα: i.
ii.
iii.
iv.
v.
vi.
Για την πενταετία 2018-2022 απαιτούνται πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% κάθε χρόνο. Δεδομένου ότι τα πλεονάσματα δεν είναι παρά χρήματα που αφαιρούνται από την οικονομία και διοχετεύονται στην εξυπηρέτηση του χρέους, αυτό σημαίνει πρακτικά ότι 31,5 δισεκατομμύρια μέσα στην πενταετία θα μεταβιβαστούν στους δανειστές. Και αυτό σε μια οικονομία που έχει χάσει το 25% του ΑΕΠ κατά τη διάρκεια της κρίσης και το «επενδυτικό κενό» ίσως υπερβαίνει τα 100 δις. Τα πλεονάσματα του 3,5% σημαίνουν στην πραγματικότητα δραματική περικοπή των κρατικών δαπανών και του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Την ώρα που οι κρατικές υποδομές καταρρέουν με τεράστιο κοινωνικό και περιβαλλοντικό κόστος, και η ανάπτυξη παραμένει σχετικά χαμηλά στο 2%, κρατικές δαπάνες και ΠΔΕ περικόπτονται περισσότερο και από όσο προβλέπει το Μεσοπρόθεσμο, προκειμένου να βγουν οι στόχοι και τα υπερπλεονάσματα. Η «ρήτρα μη αντιστρεψιμότητας» που έχει αποδεχτεί η κυβέρνηση, «κλειδώνει» ότι δεν αλλάξουν οι αντικοινωνικοί-αντεργατικοί νόμοι (που έχουν βαφτιστεί «μεταρρυθμίσεις») της μνημονιακής περιόδου. Η ανεργία μειώνεται σταθερά κατά 2%, όπως συμβαίνει όταν ανακάμπτει μια οικονομία. Εντούτοις, με αυτό το ρυθμό θα χρειαστούμε μια πενταετία για γα φτάσουμε το ποσοστό ανεργίας του 2009. Είναι δε εξαιρετικά σημαντικό ότι το μεγαλύτερο μέρος των νέων θέσεων εργασίας χαρακτηρίζονται «ευέλικτες θέσεις απασχόλησης» (το πρώτο εννιάμηνο του 2018 ήταν το 53,02%). Επιπλέον, δεν πρέπει να ξεχνάμε τον μεγάλο αριθμό νέων που μετανάστευσαν τα χρόνια του Μνημονίου. Ο πραγματικός αριθμός των ανέργων (896.588 άτομα) δείχνει την τεράστια έκταση του προβλήματος της ανεργίας. Πέρα από την τεράστια ανεργία, έχουμε και τη μεγάλη μάζα των φτωχών εργαζόμενων. Σύμφωνα με τη Eurostat, ένας στους τρεις Έλληνες/ίδες ζει σε συνθήκες φτώχειας, δηλαδή με λιγότερο από το 60% του μέσου εθνικού εισοδήματος. Το νέο ασφαλιστικό σύστημα που προέκυψε από το νόμο Κατρούγκαλου μετατρέπει τις συντάξεις σε επιδόματα, ενώ συνιστά στην πραγματικότητα υφαρπαγή των εισφορών των εργαζομένων από το κράτος. Η ακύρωση της περικοπής της «προσωπικής διαφοράς αφορά μόνο τους ήδη συνταξιούχους και όχι αυτούς που βγαίνουν τώρα στη σύνταξη. [12]
vii.
viii. ix.
Η θεσμική προστασία της πρώτης κατοικίας έχει καταργηθεί, ενώ και το άτυπο μορατόριουμ περιορίζεται με διάφορους τρόπους. Οι πλειστηριασμοί πολλαπλασιάζονται και εξελίσσονται σε μοχλό αναδιανομής εισοδημάτων υπέρ των τραπεζών και φτωχοποίησης μεσαίων και χαμηλών οικονομικά στρωμάτων. Η ιδιωτικοποίηση των στρατηγικών επιχειρήσεων του Δημοσίου αφαιρεί από μια μελλοντική κυβέρνηση ζωτικής σημασίας εργαλεία για μια εναλλακτική πολιτική. Η εμπορευματοποίηση δημόσιων υπηρεσιών, χώρων και ακινήτων παράγει νέους αποκλεισμούς των φτωχότερων και ανεπανόρθωτες βλάβες στο περιβάλλον.
Παρά τη σταθεροποίησή της, η ελληνική οικονομία παραμένει εξαιρετικά ευάλωτη απέναντι στις αλλαγές της διεθνούς συγκυρίας. Επιπλέον, οι τράπεζες παραμένουν «ζόμπι» και κατά πάσα πιθανότητα θα χρειαστούν νέα κρατική ενίσχυση υπό τη μορφή εγγυήσεων.
ακραίος ατλαντισμός 14. Δεν είναι υπερβολή ο ισχυρισμός ότι η κυβέρνηση υλοποιεί την πιο ακραία εκδοχή του ατλαντισμού. Η συμμαχία με ΗΠΑ, Ισραήλ, Αίγυπτο και Κύπρο που είχε εγκαινιάσει το ΠΑΣΟΚ και συνέχισε η ΝΔ, με τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ ενισχύθηκε περαιτέρω: Νέες αμερικάνικες βάσεις, συνεχή κοινά στρατιωτικά γυμνάσια, τακτικές διασκέψεις κορυφής. Βρισκόμαστε στο σημείο όπου η Ελλάδα παρουσιάζεται ως «ο προμαχώνας της Δύσης» στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Στο όνομα του εθνικιστικού αντιτουρκισμού προωθείται μια πολιτική που αυξάνει τη στρατιωτικοποίηση της ευρύτερης περιοχής, υποστηρίζει την κατοχή της Παλαιστίνης και για πρώτη φορά εμπλέκει άμεσα την Ελλάδα στις μεσανατολικές συγκρούσεις, με τους κινδύνους που αυτή συνεπάγεται. Παράλληλα, ο τυχοδιωκτισμός με την κυπριακή ΑΟΖ βαθαίνει τη διχοτόμηση και απειλεί το φυσικό περιβάλλον.
ο Σοσιαλφιλελευθερισμός στα δικαιώματα 15. Παρά τις μεταρρυθμίσεις που έγιναν κυρίως την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΑΝΕΛ, επ’ ουδενί δεν έχει πραγματοποιηθεί κάποια ουσιαστική αλλαγή στο πεδίο των δικαιωμάτων. Εκτός από την αναγνώριση της ταυτότητας φύλου, το τοπίο παραμένει καταθλιπτικό: καμιά κατοχύρωση της ανεξιθρησκείας και αμφισβήτησης του ηγεμονικού ρόλου της εκκλησίας, κατηγορηματική άρνηση κατάργησης των “αντιτρομοκρατικών” νόμων και των ποικίλων “ειδικών” νομοθεσιών, κανείς περιορισμός της αστυνομικής ασυλίας και ασυδοσίας, αντίθετα μάλιστα πλήρης συγκάλυψή τους, όπως έγινε με τη συμμετοχή των αστυνομικών στη δολοφονία Κωστόπουλου, για να αναφέρουμε μόνο ελάχιστα παραδείγματα από την κυβερνητική πολιτική στα δικαιώματα. Όπως ακριβώς στο κοινωνικό πεδίο ο ΣΥΡΙΖΑ κινείται στα όρια της “νεοφιλελεύθερης πρόνοιας”, έτσι και στον τομέα των ατομικών/πολιτικών δικαιωμάτων τηρεί ευλαβικά τις προδιαγραφές της αστικής (αυταρχικής) νομιμότητας.
οι αλλαγές στην ιδεολογία 16. Η πλήρης εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων μνημονιακών πολιτικών δεν ήταν η μεγαλύτερη ζημιά που έκανε η προσχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ στο μνημονιακό στρατόπεδο. Ακόμα χειρότερες ήταν οι συνέπειες στο ιδεολογικό επίπεδο γιατί αυτές έχουν μεγαλύτερο ιστορικό βάθος. Συγκεκριμένα: [13]
● Εμπεδώθηκε στην κοινωνία η λογική ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει και ότι ο υφιστάμενος είναι ο μόνος εφικτός κόσμος. ● Νομιμοποιήθηκαν νεοφιλελεύθερες επιλογές που μέχρι τον Ιούλιο του 2015 αποτελούσαν επίδικα της πολιτικής σύγκρουσης. Τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι ιδιωτικοποιήσεις καθώς και η απόλυτη προτεραιότητα στις ξένες επενδύσεις. ● Χαμήλωσαν οι προσδοκίες των εργαζομένων για τους μισθούς, τις συντάξεις, τα δικαιώματα και την ίδια την ποιότητα της ζωής τους. ● Απαξιώθηκαν η πολιτική εν γένει και η Αριστερά ειδικά. Η λογική ότι «όλοι τα ίδια είναι» συνιστά το θεμέλιο της «αντιπολιτικής» και δίνει το βασικό επιχείρημα στην ακροδεξιά κάθε είδους.
η συντηρητική αντεπίθεση 17. Η μνημονιακή πορεία του ΣΥΡΙΖΑ έχει σαν παράπλευρο αποτέλεσμα τη μετακίνηση του άξονα του πολιτικού συστήματος προς τα δεξιότερα. Η ΝΔ που μπορεί πλέον να περηφανεύεται ότι «δικαιώθηκαν» βασικές πτυχές της πολιτικής της, στρέφεται ακόμα πιο δεξιά. 18. Πέρα όμως από την ιδιαίτερη ελληνική πραγματικότητα, η γενική τάση της εποχής σε παγκόσμια κλίμακα είναι η συντηρητική αντεπίθεση. Μια νέα επιθετική (ακρο)δεξιά κάνει την δυναμική εμφάνιση της, συνδυάζοντας τον άκρατο νεοφιλελευθερισμό με τον εθνικισμό, τον ρατσισμό, τον σεξισμό και την ομοφοβία. Πρόκειται για μια Δεξιά που δεν ντρέπεται για την ταυτότητά της και θέλει να κερδίσει όχι μόνο στις κάλπες αλλά και στις καρδιές των ανθρώπων. Για την ακρίβεια, θεωρεί ότι για να κερδίσεις στις κάλπες πρέπει να έχεις κερδίσει πρώτα στις καρδιές. 19. Στην Ελλάδα το φαινόμενο εκφράζεται από τη Νέα Δημοκρατία, αλλά όχι μόνο. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης σημειώνει σημαντική δημοσκοπική άνοδο και αυτή τη στιγμή προηγείται με διαφορά. Η ΝΔ προτάσσει μια ιδιαίτερα σκληρή εκδοχή νεοφιλελευθερισμού, ενώ θέτει στην πρώτη γραμμή το δόγμα του νόμου και της τάξης, δηλαδή την όξυνση της κρατικής καταστολής. Ταυτόχρονα, μέσα από την απόρριψη της Συμφωνίας των Πρεσπών (που, ανεξάρτητα από τις συνολικές σκοπιμότητες των κυβερνήσεων, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, αποτελεί σημαντικό βήμα στην εξομάλυνση των σχέσεων της Ελλάδας με τη Δημοκρατία της Μακεδονίας και πλήγμα στους σοβινισμούς στις δύο χώρες, αν και είναι ετεροβαρής εις βάρος του λαού της Δημοκρατίας της Μακεδονίας) κάνει το δικό της άνοιγμα στον εθνολαϊκισμό. Παράλληλα με την άνοδο της ΝΔ, η Χρυσή Αυγή διατηρεί τις δυνάμεις της, ενώ αναδύονται και άλλοι ακροδεξιοί σχηματισμοί. 20. Ακόμα πιο σοβαρό είναι αυτό που συμβαίνει στο πεδίο της κοινωνικής ιδεολογίας. Από εκείνους που χειροκροτούν τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου έως αυτούς που κραυγάζουν για τη Μακεδονία και δεν θέλουν τα προσφυγόπουλα στα σχολεία, διαμορφώνεται ένα μεγάλο κοινωνικό ρεύμα ακραία αντιδραστικών αντιλήψεων. Φαίνεται μάλιστα να έχει απήχηση σε τμήματα της νεολαίας. Αυτό το ρεύμα βάζει το απατηλό προσωπείο της «αντισυστημικότητας» για να εμφανιστεί ως εκφραστής των αδύναμων, όταν στην πραγματικότητα αποσκοπεί στο να κάνει τους ισχυρούς ακόμα πιο ισχυρούς και να βυθίσει την κοινωνία στην πιο βαθιά βαρβαρότητα. 21. Απέναντι στη συντηρητική αντεπίθεση δεν χρειάζεται ούτε εφησυχασμός, ούτε πανικός. Χρειάζεται δράση. [14]
ο διάχυτος ριζοσπαστισμός 22. Θα ήταν όμως πολύ σοβαρό λάθος να περιγράψουμε το πολιτικό τοπίο με όρους ερήμωσης σε ότι αφορά την Αριστερά. Γιατί ο κοινωνικός ριζοσπαστισμός –ιδιαίτερα στη νεολαία– που διαμορφώθηκε τα προηγούμενα χρόνια, είναι πάντα παρών. Δίνει τις δικές του μάχες τόσο στον δρόμο όσο και στο πεδίο των ιδεών. Η κινητοποίηση για τον Ζακ, το κίνημα για την Ηριάννα, οι κινήσεις για τους πλειστηριασμούς, οι προσφυγικές καταλήψεις, οι συνδικαλιστικές πρωτοβουλίες βάσης, οι αντιφασιστικές κινητοποιήσεις, συνιστούν τα παραδείγματα της διάχυτης ριζοσπαστικότητας που επιμένει, παρά την παραίτηση και την αποστράτευση των τελευταίων τριών ετών. 23. Αυτός ο διάχυτος ριζοσπαστισμός δεν μπορεί να βρει πολιτική διέξοδο. Και δεν θα μπορέσει να βρει, όσο η Αριστερά παραμένει πολυδιασπασμένη, όσο δεν δίνει όλες τις δυνάμεις της για να προωθηθεί η αυτο-οργάνωση των αντιστάσεων, όσο δεν αναδεικνύει το Κοινωνικό Ζήτημα, αλλά απευθύνεται σε ανύπαρκτα «εθνικά ακροατήρια». Ενότητα, αντίσταση, αυτο-οργάνωση και σαφές ταξικό πρόσημο, αποτελούν τις βασικές προϋποθέσεις για την ανασυγκρότηση της ριζοσπαστικής αριστεράς.
[15]
[16]
Ο κομμουνιστικός ορίζοντας 24. Όχι μόνο η εξέλιξη της εγχώριας συγκυρίας, αλλά και ολόκληρη η ιστορία, μας έχει δείξει επανειλημμένα ότι ...κι όμως κινείται! Σε μια εποχή που οι άνθρωποι θεωρούν απίθανο το να πάνε τα πράγματα αλλιώς, σε μια εποχή όπου για τους περισσότερους είναι πιο εύκολο να φανταστούν το τέλος του κόσμου από την αλλαγή του, εμείς επιμένουμε στην πιο απλή και συνάμα ατράνταχτη αλήθεια της ιστορίας της ανθρωπότητας: οι πολιτικές, οικονομικές και άλλες κοινωνικές σχέσεις στις οποίες βρεθήκαμε να ζούμε, είναι «καταδικασμένες» να αλλάζουν. Το στοίχημα, ωστόσο, είναι προς ποια κατεύθυνση αλλάζουν κάθε φορά τα πράγματα. 25. Τους τελευταίους αιώνες της νεότερης εποχής εμφανίστηκαν, από τη μία, νέες απελευθερωτικές μορφές πολιτικής και οικονομικής οργάνωσης των κοινωνιών, νέα τεχνολογικά επιτεύγματα, αλλά και νέες μορφές οικονομικής εκμετάλλευσης, πολιτικού αυταρχισμού και κοινωνικής καταπίεσης, καθώς και ολοκληρωτικά ιδεολογικο-πολιτικά συστήματα πρωτοφανούς βιαιότητας, από την άλλη. Σήμερα δε, γίνεται όλο και πιο φανερό ότι η δεύτερη ιστορική τάση είναι αυτή που υπερισχύει. 26. Όλοι και όλες εμείς, όμως, επιμένουμε. Συντασσόμαστε με τα εκατομμύρια των ανθρώπων απ’ όλο τον κόσμο που εμπνέονται από τα ιδανικά της ισότητας, της δημοκρατίας και της αλληλεγγύης, και αγωνίζονται για να οικοδομήσουν μια αντίστοιχη κοινωνία, έναν κόσμο πιο ελεύθερο, ειρηνικό που να χωράει πολλούς κόσμους. 27. Αγωνιζόμαστε για μια οικονομία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, χωρίς παραγωγική μανία, που να διευθύνεται δημοκρατικά από τους εργαζόμενους, με στόχο την ικανοποίηση των ελεύθερα εκπεφρασμένων αναγκών τους, ώστε να έχουν αξιοπρεπή ζωή και άφθονο ελεύθερο χρόνο, σε ένα υγιές φυσικό περιβάλλον. Αγωνιζόμαστε ενάντια στο σημερινό οικονομικό σύστημα, στο οποίο οι λίγοι κάτοχοι κεφαλαίου εκμεταλλεύονται τους εργαζόμενους όλο και πιο εντατικά, με στόχο τη συσσώρευση όλο και περισσότερου κεφαλαίου στα χέρια τους, αδιαφορώντας για τις ανάγκες των πολλών και καταστρέφοντας το περιβάλλον. Ταυτόχρονα επιδιώκουμε ένα πιο συλλογικό μοντέλο κατανάλωσης, που θα δίνει έμφαση στην ποιότητα και όχι στην ποσότητα, συμβατό με την προστασία των φυσικών πόρων και του περιβάλλοντος, και αλληλέγγυο προς τους εργαζόμενους στην παραγωγή. 28. Θέλουμε, επίσης, ένα πολιτικό-δικαιικό σύστημα που θα βασίζεται στη δημοκρατική συμμετοχή των εργαζομένων στις καθημερινές υποθέσεις που τους αφορούν, στην αιρετότητα και άμεση ανακλητότητα των αντιπροσώπων τους, τον κοινωνικό έλεγχο όλων των κρατικών θεσμών και δημόσιων υπηρεσιών (δημόσια διοίκηση, ΜΜΕ, δικαιοσύνη, κλπ.) και τη διαφάνεια των αποφάσεων σε όλες τις εκφάνσεις της πολιτικής ζωής. 29. Οραματιζόμαστε μια κοινωνία συμπεριληπτική, που θα σέβεται όλα τα μέλη της, ανεξαρτήτως φύλου, φυλής, θρησκείας και πολιτιστικών εθίμων. Αγωνιζόμαστε για μια κοινωνία που δεν θα ανέχεται το φασισμό, τη σεξουαλική και ρατσιστική βία και θα τιμωρεί κάθε αντίστοιχο έγκλημα. 30. Αγωνιζόμαστε για μια παγκόσμια κοινότητα ειρήνης, αλληλεγγύης και συνεργασίας, η οποία θα μεριμνά για τη δίκαιη διανομή του παραγόμενου πλούτου σε όλο τον πλανήτη και θα
[17]
περιθωριοποιεί δυνάμεις που αποσκοπούν στο να έχουν ρόλο ηγεμόνα και υποδαυλίζουν εθνοτικά ή φυλετικά μίση και συγκρούσεις. 31. Ο αγώνας για τον κομμουνισμό της εποχής μας σημαίνει την ανάδειξη της σημασίας των κοινών, ως κυτταρικές μορφές της οικοδόμησης ενός κόσμου ελεύθερης συνδιαχείρισης. Η συνεργατική δημιουργία και η διαμοιρασμένη χρήση των κοινών, από τα εδαφικά ως τα δικτυακά, αποτελεί το πεδίο της αξιοποίησης του πλούτου των ικανοτήτων των πολλών για την παραγωγή αξίων χρήσης, αγαθών που μας είναι απολύτως αναγκαία. Οι πρωτοβουλίες αυτοδιαχείρισης, αλληλεγγύης και ομότιμων δικτύων είναι υλικά του παρόντος που μπορούν να επανοηματοδοτήσουν αυτό που ο Μαρξ αποκαλεί "ελεύθερη ένωση". Οι ανοιχτές μορφές συλλογικής ιδιοκτησίας και συμμετοχικού σχεδιασμού δεν αποτελούν στη δική μας εκτίμηση απλώς οραματικό στοιχείο αλλά αντιπαραδείγματα στο σήμερα που πρέπει να γενικευτούν, δεδομένου ότι η δημιουργία τους αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του πολιτικού αγώνα. 32. Έχουμε συναίσθηση της δυσκολίας των παραπάνω και του μεγέθους της ιστορικής πρόκλησης που συνιστούν. Γνωρίζουμε ότι οι περισσότερες ανάλογες προσπάθειες του παρελθόντος απέτυχαν, είτε λόγω των εσωτερικών αντιφάσεών τους, είτε λόγω της εχθρότητας που συνάντησαν από τα κέντρα της κυρίαρχης πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, τον κοινωνικό συντηρητισμό και σκοταδισμό. Ωστόσο, τίποτα δεν μπορεί να εξαλείψει την ιστορική δυνατότητα να πάνε τα πράγματα αλλιώς. Άλλωστε, τίποτα δεν επιτυγχάνεται χωρίς να προηγηθούν οι αποτυχημένες προσπάθειες που θα δώσουν την απαιτούμενη εμπειρία για την τελική επιτυχία. Έτσι κι εμείς, αποφεύγοντας το δογματισμό, αναζητούμε νέες μορφές αγώνα, αξιοποιώντας κάθε ιστορική εμπειρία, πολιτική πρακτική και θεωρητικό εργαλείο από το παρελθόν και το παρόν που μπορεί να μας φέρει πιο κοντά στη μελλοντική νίκη.
[18]
Το πολιτικό και ιδεολογικό κεκτημένο που υπερασπιζόμαστε για την αποτίμηση της περιόδου ΣΥΡΙΖΑ 33. Η ήττα της συνθηκολόγησης του Σύριζα το καλοκαίρι του 2015 θέτει εκ των πραγμάτων το ερώτημα των ευθυνών όλων εκείνων των αγωνιστ(ρι)ών της αριστεράς, και πρώτα απ’ όλα των ενταγμένων στο Σύριζα σε θέσεις ευθύνης, που ενώ υιοθετούσαν μια κριτική στάση απέναντι στις επιλογές της ηγεσίας του, ήδη από το 2012, τελικά έκαναν ελάχιστα, και εν πάση περιπτώσει δεν κατόρθωσαν να αποτρέψουν τις εξαιρετικά αρνητικές και οδυνηρές εξελίξεις. Από την εμπειρία αυτή οφείλουμε όλοι να αντλήσουμε τα απαραίτητα διδάγματα: α) είτε αναφορικά με τους κινδύνους που απορρέουν από την αυτονόμηση της ηγετικής ομάδας και τη δυνατότητά της να περιφρονεί τις δημοκρατικές διαδικασίες και τις δημοκρατικά ειλημμένες κομματικές επεξεργασίες και αποφάσεις. β) είτε αναφορικά με τους κινδύνους που συνδέονται από τις σκόπιμα (για ψηφοθηρικούς λόγους) συντηρούμενες ασάφειες σχετικά με το πρόγραμμα και τις πραγματικές προθέσεις της ηγεσίας στα κρίσιμα ζητήματα της διαπραγμάτευσης / διελκυστίνδας με την ΕΕ και τους πιστωτές. Πέραν όμως από τις ασάφειες υπήρχε και η λανθασμένη εκτίμηση περί δυνατότητας μεταρρύθμισης της Ευρωζώνης με όχημα τις εξελίξεις σε έναν κοινωνικό σχηματισμό του μεγέθους της Ελλάδας. Αυτή η θεωρητική εκτίμηση οδήγησε και στην μηδενική προετοιμασία οποιουδήποτε έστω και σχεδίου Β για την - σχεδόν βέβαιη όπως αποδείχθηκε και εκ των υστέρων - περίπτωση όπου τα κέντρα λήψης αποφάσεων της Ευρωζώνης θα αρνούνταν πρακτικά οποιαδήποτε διαπραγμάτευση με μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση της Ελλάδας, πόσο μάλλον την ακύρωση του προγράμματος λιτότητας. Η υποχωρητική στάση σε τέτοια κεφαλαιώδη ζητήματα, με τη λογική ότι η όξυνση της ενδοκομματικής αντιπαράθεσης θα έβλαπτε την πορεία του κόμματος προς την επερχόμενη εκλογική νίκη, όπως και η αντίστοιχη στρατηγική του «αξιοπρεπούς συμβιβασμού» αποδείχτηκαν καταστροφικές. Συνακόλουθα, η κοινοβουλευτική πλειοψηφία που προέκυψε το Γενάρη του 2015 ήταν πολιτικά ανερμάτιστη. 34. Έχοντας επίγνωση των μεγεθών –και συνεπώς και των ορίων μας–, οι οργανώσεις που σήμερα επιδιώκουμε να δημιουργήσουμε μια νέα συλλογικότητα στο χώρο της Αριστεράς, τα τελευταία χρόνια «συναντιόμαστε» σε ένα κοινό πολιτικό και ιδεολογικό κεκτημένο. Η Αριστερά που μας ενδιαφέρει είναι μια Αριστερά:
ταξική και ταυτόχρονα αντικαπιταλιστική 35. Ασφαλώς, στα χρόνια της ηγεμονίας του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου στη Δύση, η εργατική τάξη στη Δύση δεν είναι αυτή της συγκεντρωμένης βιομηχανικής εργατικής δύναμης – των εργοστασίων της Πετρούπολης του 1917 ή της Ρενό στο Παρίσι του 1968–, των αντίστοιχα ισχυρών συνδικάτων και των μεγάλων εργατικών κομμάτων του εικοστού αιώνα. 36. Επιπλέον, η ιστορία του εικοστού αιώνα δείχνει πως ο κόσμος της εργασίας δεν είναι θωρακισμένος, αποκλειστικά «ως εκ της θέσης του», απέναντι στα κηρύγματα του εθνοφυλετικού μίσους ή τη ντροπή των έμφυλων διακρίσεων.
[19]
37. Όμως, ο σημερινός πολιτικός κατακερματισμός των εργαζομένων δεν αναιρεί την κρίσιμη, από στρατηγική άποψη, θέση τους στην υπόθεση της ανατροπής: τη σημασία του εργατικού και κοινωνικού ελέγχου της παραγωγής και της γενικής πολιτικής απεργίας ως μέσου ενοποίησης αγώνων. Αντίθετα, όσο ο κατακερματισμός αυτός δεν αντιστρέφεται, όσο οι ιδιαίτερες οικονομικές διεκδικήσεις μένουν αποκομμένες από μια χειραφετητική πολιτική στρατηγική, οι κάθε είδους διαιρέσεις –ανάμεσα σε εργαζόμενους και άνεργους, παλιούς και νέους, ντόπιους και ξένους, «λευκά» και «μπλε» κολάρα– θα αποτελούν ανυπέρβλητο εμπόδιο για κάθε προσπάθεια να αλλάξει η κοινωνία. 38. Γι’ αυτό η υπεράσπιση του κόσμου της εργασίας είναι υπαρξιακή υπόθεση για την Αριστερά. Δεν πρόκειται μόνο για την υπεράσπιση των θέσεων εργασίας, του μισθού και της κοινωνικής ασφάλισης. Η ίδια περιλαμβάνει, επίσης, τη διεκδίκηση του ελεύθερου χρόνου, την αμφισβήτηση της ιεραρχίας, τη διεκδίκηση του δημοκρατικού κοινωνικού ελέγχου στον σχεδιασμό της παραγωγής και την διανομή. Η υπόθεση της κοινωνικής αντιπολίτευσης αλλά και της ανατροπής δεν είναι μόνο η προσπάθεια υπέρβασης των επιμέρους διαφορών των "από κάτω", αλλά και προσπάθεια συγκρότησης ενός κοινωνικού μπλοκ το οποίο θα προσπαθήσουμε να οργανωθεί και να εκφραστεί. Για να συμβεί αυτό, χρειάζεται το μπλοκ αυτό να έχει και εσωτερικές ταξικές προτεραιότητες, ξεκινώντας στη σημερινή εποχή από τους ανέργους και τις άνεργες, όσους και όσες κινούνται στη γκρίζα ζώνη μεταξύ επισφάλειας, υποαπασχόλησης και ανεργίας. Για να το πούμε σχηματικά, όσους και όσες ζουν ή θέλουν να ζήσουν από τη δουλειά τους. Εσωτερικές ταξικές προτεραιότητες σημαίνει πως χρειάζεται η σύνθεση με πραγματικούς όρους και των στόχων αυτού του κοινωνικού μπλοκ και όχι απλώς το άθροισμα των επί μέρους αιτημάτων των διαφόρων κοινωνικών ομάδων, όπως έχει συνηθίσει να κάνει κατά καιρούς η αριστερά, καθώς υπάρχουν ακόμα και περιπτώσεις όπου τα αιτήματα αυτά είναι στην πράξη αλληλοσυγκρουόμενα. Αυτό συνεπάγεται ότι θα προσπαθούμε οι επεξεργασίες μας και οι προσπάθειές μας για την αναζωογόνηση των κοινωνικών κινημάτων να βάζουν μπροστά σε κάθε περίπτωση τους πιο αδύναμους αυτού του μπλοκ, αλλά και να προωθούν στο σήμερα το μετασχηματισμό της κοινωνίας προς το στρατηγικό μας στόχο, αλλά και την ιδεολογική ηγεμονία των ιδεών μας στο εσωτερικό αυτού του δυνητικού κοινωνικού συνασπισμού.
φεμινιστική, ΛΟΑΤΚΙ και αντιπατριαρχική 39. Η πατριαρχία είναι ένα διαχρονικό σύστημα βίας, καταπίεσης, εκμετάλλευσης των γυναικών ως κατηγορίας. Έχει ως κύριο στοιχείο την οικογένεια που διαχρονικά αποτελεί τον πρώτο και κύριο χώρο καταπίεσης των γυναικών στις οποίες εναποτίθεται το καθήκον της αναπαραγωγής της ζωής και της απλήρωτης εργασίας στον ιδιωτικό χώρο. Η οικογένεια είναι ο χώρος άσκησης εξουσίας των ανδρών επί των γυναικών, και ελέγχου των σωμάτων και της σεξουαλικότητάς τους. Η πατριαρχία παράγει και διατηρεί την έμφυλη ανισότητα και πολλαπλές άλλες κοινωνικές ιεραρχήσεις. Η βία σε βάρος των γυναικών, η οικονομική ανισότητα και η ανισότητα της πρόσβασης στην πολιτική δραστηριότητα και στην εργασία και τα έμφυλα στερεότυπα, η ομοφοβία και η τρανσφοβία αποτελούν θεμελιώδεις εκφάνσεις της. Η πατριαρχία διαπλέκεται με τον καπιταλισμό και την ταξική εκμετάλλευση, αλλά διατηρεί την αυτονομία της ως σύστημα συμβολικής και υλικής εξουσίας που εκδηλώνεται στην καθημερινότητα των διαπροσωπικών σχέσεων, στην εργασία, στην πολιτική δραστηριότητα. Ο αγώνας ενάντια στην πατριαρχία δεν είναι μερικό θεματικό κίνημα αλλά πυλώνας του χειραφετησιακού εγχειρήματος που φωτίζει με τον ιδιαίτερο τρόπο του κάθε πτυχή της πολιτικής δράσης μας. Δεν μπορεί να [20]
υπάρξει κοινωνική απελευθέρωση αν τίθεται σε δεύτερη μοίρα η έμφυλη διάσταση. Αγωνιζόμαστε για την έμφυλη ισότητα, την κοινωνική απελευθέρωση των γυναικών, την απελευθερωμένη έκφραση της σεξουαλικότητας, του σεξουαλικού προσανατολισμού και της ταυτότητας φύλου, την εξάλειψη της βίας και των διακρίσεων, την οριστική κατάλυση του συστήματος της πατριαρχίας. Στηρίζουμε τους αγώνες της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας ενάντια στην επιβεβλημένη ετεροσεξιστική «κανονικότητα».
αντιιμπεριαλιστική και, την ίδια στιγμή, διεθνιστική 40. Όπως ο κλασικός, έτσι και ο νέος ιμπεριαλισμός, είναι ένας διαρκής κίνδυνος για τη δημοκρατία και την ειρήνη διεθνώς. Όμως, μπροστά στην επιθετικότητα του νέου ιμπεριαλισμού, δεν ξεχνάμε πως ο ιμπεριαλισμός δεν είναι μια εξουσία που επιβάλλεται «απ’ έξω», αλλά προσκαλείται για να θωρακίσει τις σχέσεις εξουσίας στο εσωτερικό. Το διαχρονικό –από σύστασης του ελληνικού κράτους– «ανήκομεν εις την Δύσιν», ήτοι, η ένταξη της Ελλάδας στους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς (την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ευρωζώνη, το ΝΑΤΟ), η συμμαχία με τις ΗΠΑ, την Αίγυπτο και το Ισραήλ, αποτελούν επιλογή μιας ιστορικής κοινωνικής συμμαχίας στην Ελλάδα. Το καλοκαίρι του 2015, αυτή η τελευταία δήλωσε πως, αν αμφισβητηθούν οι διεθνείς συμμαχίες της (το «Μένουμε Ευρώπη»), η ίδια θα «κάνει την κίνησή της» για να αποκαταστήσει την τάξη, με κάθε κόστος. Ολόκληρο το 2018, η ίδια συμμαχία δεν έπαψε να απαιτεί αλλαγή του ονόματος της Δημοκρατίας της Μακεδονίας και να πολιτεύεται ως πρόθυμη σύμμαχος των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο, για να στηριχτεί από αυτές στο ζήτημα των ΑΟΖ, ρισκάροντας ένα θερμό επεισόδιο με την Τουρκία στο Αιγαίο. 41. Για όλους αυτούς τους λόγους, η Αριστερά που μας ενδιαφέρει είναι η Αριστερά που έχει αφομοιώσει το κλασικό μάθημα: στο βαθμό που η καπιταλιστική κυριαρχία συγκροτείται πρώτα σε εθνικό επίπεδο, προχωρά σε υπερεθνικό και ολοκληρώνεται σε παγκόσμιο, η πρώτη στιγμή του αντιιμπεριαλισμού και, μαζί, του διεθνισμού μας, είναι αυτή απέναντι στο «δικό μας» κράτος και το «δικό μας» κεφάλαιο. Η απαίτηση για αποδέσμευση από τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς περνά αναπόφευκτα από μια ιστορική αναμέτρηση με τη συμμαχία που στερεώθηκε στην Ελλάδα χάρη στους μηχανισμούς αυτούς. Όταν αυτό παραγνωρίζεται, τότε η απαίτηση αυτή είναι άλλοτε ρητορική πλειοδοσία χωρίς αντίκρυσμα, και άλλοτε σύμπτωμα κρίσης στρατηγικής, ασύγγνωστος κυβερνητισμός, αφομοίωση στα «αυτονόητα» του ελληνικού εθνικισμού. 42. Η διεθνής συσσώρευση πολεμικών μηχανών στη περιοχή μας αντανακλάται και στο εσωτερικό της χώρας. Σε Ελλάδα και Κύπρο η υποχρέωση της καθολικής συμμετοχής στη στρατιωτική θητεία σχετικοποιείται καθώς είτε παρέχεται η δυνατότητα εξαγοράς της (για τους έχοντες, στην Ελλάδα) είτε απαλλάσσονται από αυτήν οι γόνοι πλοιοκτητών (στην Κύπρο). Και ταυτόχρονα, εξοντώνουν ποινικά και οικονομικά, ενάντια στις ίδιες τις διακηρύξεις του αστικού κράτους περί σεβασμού ατομικών δικαιωμάτων, όσους επιλέγουν να μην υπηρετήσουν τον συγκεκριμένο μηχανισμό. Αντιρρησίες πολιτικής συνείδησης, θρησκευτικής συνείδησης, νέοι Έλληνες μετανάστες της κρίσης, αντιμετωπίζουν την ταξική καταστολή ενός διαρκούς αδικήματος, αυτού της ανυποταξίας, με συνεχείς διώξεις, περιορισμούς και πολλαπλά πρόστιμα για το ίδιο αδίκημα, υποδηλώνοντας μια άλλη διάσταση της ταξικής εκμετάλλευσης. Ο αγώνας για την κοινωνική χειραφέτηση όπου γης δεν μπορεί παρά να στέκεται ενάντια στον αστικό μιλιταρισμό, στο πλαίσιο μιας διεθνούς δράσης ενάντια σε πολέμους και εχθροπραξίες.
[21]
ρηξιακή με την ΕΕ και όχι απλά μια άλλη αντι ΕΕ δύναμη 43. Η εμπειρία της περίφημης “διαπραγμάτευσης” με την ΕΕ και τους δανειστές που διεξήγαγε ο ΣΥΡΙΖΑ το 2015 μας έδειξε ότι η ΕΕ, εκτός από την λιτότητα που προωθεί διαρκώς στο εσωτερικό των ευρωπαϊκών κοινωνιών, δεν θα διστάσει να ασκήσει και σκληρές, άμεσες ή έμμεσες, πολιτικές – εμπάργκο στα ίδια τα κράτη μέλη της ευρωζώνης, που θα τολμήσουν να αμφισβητήσουν το κυρίαρχο μοντέλο διακυβέρνησης της. Αν έτσι έχουν τα πράγματα και όλα δείχνουν ότι έτσι έχουν και εφόσον έχουμε να κάνουμε με έναν ιδιαίτερα επιθετικό νεοφιλελευθερισμό, τότε τόσο οι προγραμματικές δηλώσεις αλλαγής της ενωσιακής αρχιτεκτονικής, όσο και τα πλάνα αποδέσμευσης ή εξόδου από την Ευρωζωνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, ακόμα όμως και οι νεοκεϋνσιανές αναζητήσεις μιας χαμένης εθνικής ανταγωνιστικότητας στη βάση ενός νέου εθνικού νομίσματος είναι αναντίστοιχες με τις απαιτήσεις μιας νέας πολιτικής ελπίδας και ενός νέου ριζοσπαστικού προτάγματος. Η ΕΕ δεν επιτρέπει εναλλακτικές οικονομικές πολιτικές τόσο στο εσωτερικό της όσο και στον γεωπολιτικό περίγυρό της. Η πολιτική ρήξης με την ΕΕ και όχι αυτή της απλής εξόδου, συμφωνημένης ή μη, είναι μια πολύ πιο σύνθετη πολιτική διαδικασία από μια σειρά μέτρων νομισματικής κυριαρχίας και διευθέτησης του χρέους. Η πολιτική ρήξης με την ΕΕ είναι κάτι περισσότερο από αναγκαία για την άμυνα αλλά και για την επίθεση των υποτελών τάξεων. Ταυτόχρονα όμως περιέχει πολύ σκληρούς και απαιτητικούς προγραμματικούς σχεδιασμούς και μια συνολικότερη ανάγκη δημοκρατικής επαναδιευθέτησης της οικονομίας, στα πλαίσια των οποίων, η παύση πληρωμών και η εθνικοποίηση - κοινωνικοποίηση των τραπεζών είναι μόνο η αρχή. Μια συλλογικότητα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς θα πρέπει να ανοίξει ξανά το διάλογο και να αναζητήσει εκ νέου ελπιδοφόρες και ριζοσπαστικές απαντήσεις σε αυτό το πεδίο, μακριά από απλοϊκές και καθησυχαστικές αφηγήσεις.
οικολογική και ταυτόχρονα ανατρεπτική 44. Μια συλλογικότητα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς που αναγνωρίζει ότι οι εργατικές, οικολογικές και κοινωνικές διεκδικήσεις έχουν κοινή αφετηρία και στόχους. Ότι η αλληλεπίδραση τους είναι προϋπόθεση για οποιαδήποτε αποτελεσματική αντίσταση και ακόμη περισσότερο για τη διαμόρφωση ενός εναλλακτικού πειστικού προτάγματος για την επόμενη μέρα. Μόνη πραγματική διέξοδο από την πολλαπλή κρίση της εποχής μας, για το παρόν και το μέλλον της κοινωνικής πλειοψηφίας μπορεί να αποτελέσει ένας ριζοσπαστικός, ταυτόχρονα κοινωνικός και οικολογικός, μετασχηματισμός της παραγωγής. Ένα υπόδειγμα που θα έχει ως βάση του (αλλά και πεδίο απόδειξης της «αλήθειας» του) την αποκλειστική ικανοποίηση των συλλογικών κοινωνικών αναγκών, τον ριζικό μετασχηματισμό των κοινωνικών σχέσεων παραγωγής, την αειφορική διαχείριση των φυσικών πόρων, τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και την ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής. Και όλα τα παραπάνω έχουν και υλικές δεσμεύσεις και συνέπειες στο σήμερα: απαιτούν τη στήριξη και ενίσχυση των πολλών και διαφορετικών περιβαλλοντικών κινημάτων που αντιστέκονται σε παρόντα χρόνο στις υπάρχουσες πολιτικές υφαρπαγής και ιδιωτικοποίησης των κοινών-φυσικών αγαθών και πόρων. Για εμάς, η οικοκοινωνική διάσταση δεν μπορεί να είναι παράπλευρο ή δευτερεύον στοιχείο του λόγου και της πρακτικής μας. Αντίθετα, είναι δομικό συστατικό, πρωτεύουσα και κεντρική διάσταση τόσο της κριτικής μας στην καπιταλιστική ανάπτυξη, όσο και της προσπάθειας μας για τη συγκρότηση ανατρεπτικών αγώνων υπεράσπισης των αναγκών της κοινωνικής πλειοψηφίας.
[22]
δημοκρατική και μαζί, ελευθεριακή και αντικρατική 45. Η κοινωνική χειραφέτηση δεν είναι υπόθεση φωτισμένων ηγεσιών: προϋποθέτει την κίνηση των πολλών και τη διαρκή συμμετοχή. Η έκβαση του εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ έχει πολλά να μας πει για την τύχη ενός πολιτικού κόμματος που αποκόπηκε από την κοινωνική κίνηση για να παραμείνει στην κυβέρνηση, αφού τμήματά του μεθόδευσαν την υπερσυγκέντρωση ισχύος στις κορυφές του, την αδιαφάνεια, την ανάθεση, τον παραλυτικό φραξιονισμό. 46. Από το 2011 και μετά, και από τις πλατείες των «Αγανακτισμένων» ως τα κινήματα Occupy και το Πάρκο Γκεζί, το αίτημα για «πραγματική δημοκρατία» είναι η προμετωπίδα των αγώνων εκατομμυρίων ανθρώπων, που έχουν λόγους να μην εμπιστεύονται τους ασύδοτους τεχνοκράτες των διεθνών οργανισμών και τους απαξιωμένους «ειδικούς» της πολιτικής. 47. Σε αντίθεση με τα αρχηγοκεντρικά μη-κόμματα της αστικής πολιτικής, μια σύγχρονη αντικαπιταλιστική διεθνιστική Αριστερά οφείλει να προεικονίζει την κοινωνία που επιδιώκει να οικοδομήσει, τόσο στο εσωτερικό της, όσο στην απεύθυνση της και στη σχέση της με τα κοινωνικά κινήματα. Κι αυτό γιατί η ίδια κατανοεί πως η ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας δεν είναι υπόθεση της Στιγμής που αλλάζει μονομιάς τα πάντα· είναι μια διαδικασία που ξεκινά από σήμερα, περνά από κρίσιμες στιγμές, περιλαμβάνει πισωγυρίσματα, και έχει άδηλο τέλος. 48. Μια πολιτική οργάνωση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, ένα «σύνθετο στοιχείο της κοινωνίας», οφείλει να είναι ενήμερη για τις διαφορετικές εμπειρίες, διαθεσιμότητες, ικανότητες, δυνατότητες πρόσβασης στη γνώση και την πληροφορία που χαρακτηρίζουν τα μέλη της. Την ίδια στιγμή, είναι κρίσιμο να συνθέτει και να ενοποιεί τις διαφορές αυτές σε μια νέα ποιότητα: να εγγυάται τη δημοκρατική συμμετοχή, διασφαλίζοντας ένα συμφωνημένο ελάχιστο αποτελεσματικότητας. Να εκπαιδεύει χωρίς να εμπεδώνει και να διαιωνίζει ιεραρχίες. Να σέβεται την ελευθερία όλων, χωρίς η ίδια να ρευστοποιείται, οργανωτικά και πολιτικά. 49. Η κοινωνική αλλαγή, ο κομμουνισμός, είναι υπόθεση ενός μεγάλου δημοκρατικού γεγονότος. Η υπόθεση αυτή, ωστόσο, συνεπάγεται μια ιστορική αναμέτρηση με το κράτος και τους μηχανισμούς του: η διαχείριση της κρίσης, η ασυδοσία των αφεντικών, ο εξτρεμισμός του Κέντρου και η άνοδος της Ακροδεξιάς βεβαιώνουν πέρα από κάθε αμφιβολία τα στενά όρια μιας στρατηγικής «εκδημοκρατισμού». Μια σύγχρονη αντικαπιταλιστική στρατηγική δεν μπορεί να παραγνωρίζει τα όρια αυτά. Χρειάζεται, λοιπόν, να συνδυάζει δύο διαφορετικά είδη επίγνωσης. Από τη μια, το γεγονός ότι, και στις πιο αυταρχικές περιόδους της αστικής δημοκρατίας, οι δυνάμεις της ανατροπής διεκδικούσαν την παρέμβαση στους θεσμούς, προκειμένου να ενοποιήσουν τις δυνάμεις τους και να κοινωνικοποιήσουν το μήνυμά τους. Από την άλλη, το γεγονός ότι, ακόμα και στις πιο ευοίωνες περιόδους, οι δυνατότητες της παρέμβασης μέσα από τους θεσμούς έχουν όριο, αν δεν βρίσκουν το ισοδύναμό τους σε «θεσμούς» αντι-εξουσίας. Είναι ένα από τα «μαθήματα» της προηγούμενης περιόδου που χρειάζεται να αφομοιώσουμε: η διεκδίκηση της ηγεμονίας, και πολύ περισσότερο η οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας, δεν είναι υπόθεση αποκλειστικά επικράτησης ιδεών. Αντίθετα, προϋποθέτει στρατηγική και οργάνωση, κοινωνική ισχύ και μέσα επιβολής απέναντι στον δεσποτισμό του κεφαλαίου και τον κρατικό αυταρχισμό. 50. Εν κατακλείδι, οι συλλογικότητες και οι άνθρωποι που σήμερα παίρνουμε την πρωτοβουλία να ιδρύσουμε μια νέα συλλογικότητα πιστεύουμε πως μια πραγματικά ανταγωνιστική, ανατρεπτική πολιτική, προϋποθέτει πολύ περισσότερα από μια αφηρημένη διακήρυξη της αφοσίωσής μας σε πολιτικά προτάγματα. Προϋποθέτει, σε τελική ανάλυση, την αναγνώριση της πολυπλοκότητας και των αντιφάσεων της πολιτικής. [23]
51. Μια συλλογικότητα της αριστεράς που επιδιώκει να αποτελεί οργανικό κομμάτι της κοινωνικής κίνησης, συμμέτοχος και δημιουργός αυτής, σε όλα τα πεδία και τους χώρους που αναπτύσσεται η ταξική και ιδεολογική πάλη. Μια συλλογικότητα της αριστεράς οφείλει να αναπτύξει επεξεργασίες για τα επιμέρους μέτωπα, επεξεργασίες που θα μπορούν να λειτουργούν σαν εργαλεία στα χέρια των ανθρώπων που την αποτελούν και δραστηριοποιούνται στους εκάστοτε κοινωνικούς χώρους. Επεξεργασίες που έχουν το βλέμμα στραμμένο στην κοινωνική χρησιμότητα της συλλογικότητας, που επιδιώκουν να αναμετρηθούν με τα όρια και την αναποτελεσματικότητα των μέχρι τώρα αναλύσεων. Χρειαζόμαστε λοιπόν νέες επεξεργασίες το επόμενο διάστημα, που θα λαμβάνουν υπόψη τη συσσωρευμένη εμπειρία μας, σε σχέση με το φοιτητικό και το εργατικό κίνημα, το κίνημα αλληλεγγύης στους πρόσφυγες και μετανάστες/στριες, το αντιρατσιστικό και αντιφασιστικό κίνημα, το κίνημα υπεράσπισης του δημόσιου χώρου και του περιβάλλοντος, των φυσικών πόρων, το ΛΟΑΤΚΙ κίνημα και το φεμινιστικό κίνημα ενάντια στην πατριαρχία και τις έμφυλες διακρίσεις, το κίνημα ενάντια στους πλειστηριασμούς, τα κινήματα γειτονιάς, την τοπική αυτοδιοίκηση, των δικαιωμάτων των ζώων και της κάθε ύπαρξης κ.τ.λ. 52. Μια συλλογικότητα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς που κάνει πολιτική στον παρόντα χρόνο· δεν αρκείται να προπαγανδίζει απλά ένα καλύτερο μέλλον. Αξιοποιεί τις δυνατότητες, αναδεικνύει τις κοινωνικές τάσεις, χρησιμοποιεί τα θεσμικά εργαλεία, εκμεταλλεύεται τους πολιτικούς συσχετισμούς δύναμης που υπάρχουν σήμερα. Την ίδια στιγμή, μια συλλογικότητα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς δεν υποτάσσεται στους συσχετισμούς, δεν εξαντλεί την πολιτική της στο σήμερα, δεν παραγνωρίζει ότι η θεσμική ισχύς είναι αδειανό πουκάμισο αν δεν αντιστοιχεί σε ισχυρούς θεσμούς κοινωνικής αντι-εξουσίας. Η αντικαπιταλιστική πολιτική δεν εξαντλείται στο παρόν. Στο βαθμό, λοιπόν, που η κοινωνική αλλαγή είναι δυνατή στη μέση και τη μακρά διάρκεια, η αντικαπιταλιστική πολιτική μεριμνά ταυτόχρονα για τη στιγμή και την εποχή. 53. Μια συλλογικότητα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς που δεν «τα περιμένει όλα από το κράτος». Θεωρεί την αυτο-οργάνωση και τα εγχειρήματα αυτοδιαχείρισης οργανωτικές μορφές που φέρνουν πιο κοντά την «άλλη κοινωνία»· σπόρους και διαδικασίες με τις δικές τους δυναμικές, η αυτονομία των οποίων πρέπει να είναι αδιαπραγμάτευτη. Την ίδια στιγμή, μια συλλογικότητα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς αναγνωρίζει τα όρια της αυτοδιαχείρισης, σε έναν κόσμο διεθνοποιημένου καπιταλισμού και νεοφιλελεύθερου αυταρχικού κρατισμού. Ενώ λοιπόν η ίδια αγωνίζεται για να διευρύνει τους χώρους κοινωνικής ελευθερίας και ισότητας, καταλαβαίνει πως οι χώροι αυτοί δεν μπορούν να επεκτείνονται αέναα χωρίς να αμφισβητούν την καπιταλιστική εξουσία, τα «αυτονόητα» της ιδιοκτησίας, τις κοινωνικές ιεραρχίες που αναπαράγονται μέσα από τους εθνικούς και διεθνικούς εξουσιαστικούς μηχανισμούς. 54. Μια συλλογικότητα της Αριστεράς που έχει αφομοιώσει το μάθημα της περιόδου 20122015 για τις καταστροφικές συνέπειες του κυβερνητισμού, των ανερμάτιστων κοινωνικών συμμαχιών, του εκλογικισμού και της αντίληψης που βλέπει στο κράτος ένα ουδέτερο, «προνομιακό» όχημα για να βελτιώσουμε τη ζωή μας και να αλλάξουμε την κοινωνία. Με την έννοια αυτή, η ίδια σκέφτεται, επιδιώκει, ενδιαφέρεται να οργανώσει τη ρήξη με την αστική εξουσία στην Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Την ίδια στιγμή, μια συλλογικότητα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς θεωρεί την κυβέρνηση ως πιθανό σημείο καμπής σε μια πορεία όξυνσης του ταξικού ανταγωνισμού, πιθανό εργαλείο μιας πολιτικής ρήξης και αντικαπιταλιστικής μετάβασης (υπό την προϋπόθεση ενός μεταβατικού προγράμματος και των αντίστοιχων κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών).
[24]
Γιατί προτείνουμε μια νέα συλλογικότητα και πως θέλουμε να είναι η διαχρονική ανάγκη για συλλογικότητα 55. Κόντρα στην απογοήτευση, και την απαξίωση των συλλογικού αγώνα που αναπτύχθηκε την τελευταία τριετία, υπάρχει η ανάγκη –και η δυνατότητα– να επαναφέρουμε και να επανανοηματοδοτήσουμε την αξία της συλλογικότητας. Ο ατομισμός, ως ιδεολογία και ως πρακτική, ως αντίληψη της καθημερινότητας, των σχέσεων, ακόμα και της πολιτικής πράξης, παραμένει πάντα στον σκληρό πυρήνα της κυρίαρχης αστικής ιδεολογίας – μαζί με τον εθνικισμό, τον οικονομισμό, την πίστη στην αγορά. Για αυτό και δεν αφήνει αλώβητη την αριστερά, τα κινήματα και τους ανθρώπους της. Ακόμα και εδώ, η λατρεία του ατόμου και η αποστροφή για την οργάνωση, η επιμονή στην ατομική άποψη, η δυσανεξία στις στάσεις και τις θέσεις των άλλων, συνδέονται συχνά με την αναπαραγωγή του κυρίαρχου ατομικιστικού παραδείγματος και γι’ αυτό χρειάζεται να τις αντιπαλέψουμε – πρώτα από όλα μέσα μας. Τελικά, η επιμονή στη συλλογικότητα είναι η πρώτη προϋπόθεση για την πάλη ενάντια στην αστική ιδεολογία. 56. Επιπλέον, η συμμετοχή σε συλλογικότητες, ιδιαίτερα για την κοινωνική πλειοψηφία των εργαζομένων, των φτωχών κι ακόμα περισσότερο των αποκλεισμένων, αποτελεί τον αναγκαίο όρο για να μετέχει κανείς στην ταξική πάλη και τον κοινωνικό ανταγωνισμό. Γνωρίζουμε το προσωπικό κόστος, τις αντιφάσεις, ακόμα και τις τραγωδίες που μπορεί να συνεπάγεται σε προσωπικό επίπεδο μια τέτοια ένταξη. Γνωρίζουμε ότι η δέσμευσή μας σε μια συλλογικότητα σημαίνει αναπόφευκτα και το παρακολούθημα μιας ρουτίνας διαδικασιών, παρεμβάσεων, εργασιών, που πολλές φορές μοιάζουν μάταιες, σε μια εποχή εντατικοποίησης της εργασίας και του κλεμμένου χρόνου, μέσα κι έξω από τη δουλειά. Σε κανένα και καμιά μας δεν περισσεύει ο χρόνος και το κουράγιο. Επιλέγουμε όμως να αναλάβουμε αυτά τα ρίσκα και αυτά τα κόστη, γιατί αυτός είναι ο μόνος δρόμος για να επηρεάσουμε ουσιαστικά τους όρους της ζωής μας, να αλλάξουμε αύριο τον κόσμο ολόκληρο, να αμφισβητήσουμε στα λόγια και την πράξη του δόγμα του ΤΙΝΑ. 57. Άλλωστε, συλλογικότητα δεν σημαίνει μόνο δέσμευση, συγκρούσεις και ρουτίνα. Σημαίνει και συντροφικότητα, αλληλεγγύη και αλληλοϋποστήριξη. Σημαίνει συμμετοχή στις αποφάσεις, στη δράση και τους αγώνες, σημαίνει μοίρασμα μιας συλλογικής γνώσης και σκέψης, την οποία κανένα άτομο δεν μπορεί ποτέ να κατακτήσει μόνο του. Η ζωή στη συλλογικότητα μπορεί να είναι πολύ πιο συναρπαστική από το κλείσιμο στα στενά ατομικά όρια. Αποτελεί την προϋπόθεση για τη συνεχή βελτίωση σε προσωπικό επίπεδο και αυτό είναι ένας ακόμα βασικός λόγος. 58. Με δεδομένα τα παραπάνω για την αξία της συλλογικότητας, προτεραιότητα για εμάς είναι πάντα η συμμετοχή στις κοινωνικές συλλογικότητες, στα κινήματα, τις δομές και τις διαδικασίες τους, τα σωματεία, τους συλλόγους, τις συνελεύσεις τους. Πιστεύουμε ότι η αποτελεσματικότερη και ριζοσπαστικότερη μορφή ταξικής, ανταγωνιστικής πολιτικής, είναι πάντα αυτή που παράγεται άμεσα μέσα από τους ίδιους τους κοινωνικούς χώρους, εκεί που αναδεικνύονται με υλικό τρόπο οι κοινωνικές αντιθέσεις. Με άλλα λόγια, πιστεύουμε περισσότερο στην αυτόνομη παραγωγή λόγου και δράσης από τα ίδια τα υποκείμενα του κοινωνικού ανταγωνισμού, παρά στην αναπαραγωγή και την «κατά τόπους εξειδίκευση» μιας γενικής, ιδεολογικής τοποθέτησης προερχόμενης από την πολιτική αριστερά· γνωρίζουμε, βέβαια, ότι πολλές φορές [25]
χρειάζεται να ακολουθάμε παράλληλα και τους δύο δρόμους. Έτσι αντιλαμβανόμαστε με συγκεκριμένο τρόπο το πρόταγμα «από τα κάτω προς πάνω». 59. Πιστεύουμε όμως ταυτόχρονα ότι μια αριστερή πολιτική συλλογικότητα μπορεί να συμβάλλει σε αυτές τις διαδικασίες, στην αποτελεσματικότητα, τη μαχητικότητα, τη συνέχεια, τη σύνδεση των κινημάτων. Να αποτελεί κόμβο ανταλλαγής εμπειρίας και πρακτικών από τα διαφορετικά κοινωνικά μέτωπα, απόθεμα ψυχικών και σωματικών δυνάμεων, ιδεών και μνήμης, φορέα αλληλεγγύης για τα κινήματα. Να λειτουργεί ως ένας συλλογικός διανοούμενος, να προσφέρει δηλαδή στα κινήματα τις σκέψεις, τις αναλύσεις, τη γνώση που έχει παραγάγει για τον κόσμο μας εδώ και δυο αιώνες ο μαρξισμός και η ριζοσπαστική διανόηση – μια γνώση πάντα χρήσιμη για την κατανόηση των σύνθετων ζητημάτων της εποχής μας, την αντιμετώπιση της κυρίαρχης ιδεολογίας και των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους. Μπορεί ακόμα να συμβάλλει στη συνάντηση και τη σύνθεση των οπτικών και διεκδικήσεων των επιμέρους κινημάτων σε ένα χειραφετησιακό όραμα, να αποτελεί τη γέφυρα από το μερικό στο γενικό, από το σήμερα στο αύριο, από τους αγώνες και τις αντιστάσεις στην ανατροπή του καπιταλισμού και τη διεκδίκηση του κομμουνισμού. Όλα αυτά μπορεί να τα πετύχει, όμως ,μόνο όταν δίνει χωρίς να ζητά, όταν δηλαδή θέτει εαυτήν στην υπηρεσία των κινημάτων, και όχι όταν αντιμετωπίζει τα κινήματα ως μαζικό χώρο παρέμβασης, προπαγάνδας και άντλησης μελών ή άλλων πόρων για ίδιον όφελος. 60. Για όλα αυτά, η συμμετοχή μας σε μια πολιτική πια συλλογικότητα αποτελεί έναν παραγωγικό τρόπο για να μετέχουμε στα κοινωνικά κινήματα, να γνωρίσουμε τον κόσμο, να παλεύουμε για την αλλαγή του. Ιδιαίτερα σε μια στιγμή υποχώρησης και απαξίωσης της αριστεράς και της κομμουνιστικής παράδοσης σε ολόκληρο τον κόσμο, η επιλογή αυτή, σε συνδυασμό πάντα με τη συμμετοχή στα κινήματα, αποκτά μεγαλύτερη σημασία και αποτελεί δήλωση αντίστασης στο κλίμα της εποχής. Πρέπει να μάθουμε ξανά να σκεφτόμαστε, να αποφασίζουμε, να δρούμε μαζί με άλλους/ες, να μοιραζόμαστε, να δείχνουμε εμπιστοσύνη. 61. Ωστόσο, μια συλλογικότητα της Αριστεράς, αν και είναι μέρος του εργατικού και των νέων κοινωνικών κινημάτων, δεν αποτελεί απλή αντανάκλαση των κινημάτων ή άθροισμα των αιτημάτων τους. Είναι ένα σύνθετο στοιχείο της κοινωνίας, με τις δικές της, αυτόνομες διαδικασίες. Αναφέρεται σε διακριτές ιδεολογικές και πολιτικές παραδόσεις. Κι η ίδια δεν αρκείται να καταγράφει απλά τον βαθμό πολιτικής ωριμότητας της κοινωνίας ή, ακριβέστερα, των κοινωνικών στρωμάτων στα οποία απευθύνεται προνομιακά. Αντίθετα, επιδιώκει να οργανώνει, να συμπυκνώνει, να ιεραρχεί, να ενοποιεί και να εκπροσωπεί στην πολιτική σφαίρα αιτήματα και κοινωνικά συμφέροντα, εγγράφοντας τα στην προοπτική της ανατροπής. Μια τέτοια συλλογικότητα, λοιπόν, παρεμβαίνει στα κινήματα και στους θεσμούς, επιδιώκει πολιτικές συμμαχίες, έχει αντιπάλους (και, στην περίπτωση των φασιστών, εχθρούς). Με άλλα λόγια, συμμετέχει στα πεδία της πολιτικής και των ιδεολογικών πρακτικών, αναγνωρίζοντας και στα δύο αυτά πεδία την «ειδικότητά» τους. Βλέπει την πολιτική ως «τέχνη του αναγκαίου». Και, την ίδια στιγμή, επιδιώκει να καθιερώσει ένα πρότυπο πολιτικής ανταγωνιστικό προς την αστική πολιτική.
μια νέα συλλογικότητα στο χώρο της αριστεράς 62. Η συλλογικότητα που επιδιώκουμε να δημιουργήσουμε επιδιώκει την ευρύτερη δυνατή ενότητα της Αριστεράς. Με την εμπειρία των ανατρεπτικών κινημάτων του εικοστού αιώνα, και σε αντίθεση με τον στρεβλωτικό σταλινικό μύθο «μία είναι η εργατική τάξη, ένα είναι το κόμμα της»,
[26]
αναγνωρίζουμε ότι η υπόθεση της ανατροπής είναι υπόθεση πολλαπλών πολιτικών υποκειμένων. Αυτό δεν αναιρεί, από την άλλη, τους λόγους για τους οποίους ιδρύουμε μια διακριτή πολιτική συλλογικότητα. Οι λόγοι αυτοί έχουν να κάνουν με διαφορές στην στρατηγική και την πολιτική τακτική, την αντίληψη για το κράτος και τα κινήματα, τον τρόπο που οργανώνεται και παρεμβαίνει μια πολιτική οργάνωση της ανατρεπτικής Αριστεράς. Δεν απολυτοποιούμε τις διαφορές αυτές· δεν τις θεωρούμε, ωστόσο, αμελητέες. 63. Το τονίζουμε: οι διαφωνίες και οι διαφορές σε καμία περίπτωση αναιρούν την ανάγκη μιας ενιαιομετωπικής πολιτικής. Εξάλλου δεν αντιλαμβανόμαστε τη δική μας συνάντηση ως το τέλος της διαδρομής αλλά ως ένα κόμβο για την αντιστροφής της τάσης πολυκερματισμού και απόσυρσης του κόσμου της εργασίας και της νεολαίας από το πολιτικό προσκήνιο. Η συλλογικότητα που επιδιώκουμε να δημιουργήσουμε συμβάλλει ήδη προς αυτή την κατεύθυνση συμμετέχοντας σε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, με χαρακτηριστικότερη τη συνέλευση οργανώσεων της αριστεράς στη Θεσσαλονίκη. Το βάθεμα, η δουλειά στο συγκεκριμένο(τοπική αυτοδιοίκηση, κ.α.) και βεβαίως, η διεύρυνση της κοινής συζήτησης στη Θεσσαλονίκη, μαζί με τις αντίστοιχες πρωτοβουλίες που χρειάζεται να αναληφθούν σε κάθε πόλη σκιαγραφούν ένα αναγκαίο κοινό χώρο πολιτικού και κινηματικού συντονισμού που πρέπει να βάλουμε πλάτη για να οικοδομηθεί το επόμενο διάστημα. Ακόμα κι αν χρειαστεί να βαδίσουμε χωριστά με πολλές και πολλούς, είναι βέβαιο πως, στις κρίσιμες στιγμές, θα «χτυπάμε μαζί».
για την εσωτερική λειτουργία της νέας συλλογικότητας 64. Γνωρίζουμε ότι όλες οι οργανώσεις ενέχουν τον κίνδυνο της ανάθεσης, της υποταγής σε άτυπες και τυπικές ιεραρχίες, της ατομικής αυτοπροβολής, της γραφειοκρατίας, της ρουτινιάρικης επανάληψης δεδομένων –και αποτυχημένων– πρακτικών. Θα ήταν εύκολο να πούμε ότι θα τα αποφύγουμε όλα αυτά, αναζητώντας τις αμεσοδημοκρατικές εκείνες δομές και διαδικασίες που θα μας θωράκιζαν. Όμως, ας το δεχθούμε: καμία τυπική εγγύηση δεν αρκεί απέναντι σε αυτές τις τάσεις, που σε τελευταία ανάλυση αποτελούν έμμεσους δρόμους επιστροφής στη νόρμα της κυρίαρχης ιδεολογίας και του ατομικισμού. 65. Ο διαρκής αναστοχασμός και η αυτοκριτική, οι συντροφικές σχέσεις, η ειλικρίνεια και οι ανοιχτές διαδικασίες, η διαφάνεια σε κάθε διαδικασία απόφασης, η επιμονή στην εσωτερική δημοκρατία ακόμα και σε βάρος της αποτελεσματικότητας και κυρίως η διάθεση συμμετοχής, αποτελούν τις μόνες γραμμές άμυνας (ή επίθεσης) απέναντι στις αναπόφευκτες αυτές τάσεις. Ως συλλογικότητα, θα αναζητούμε το διαρκή επαναπροσδιορισμό των εσωτερικών διαδικασιών και των σχέσεων μας με τα κινήματα και την υπόλοιπη αριστερά, ώστε να αντιπαλεύουμε αυτές τις τάσεις, τόσο μέσα μας, όσο και στην κοινωνία. 66. Θα προσπαθήσουμε να ισορροπήσουμε με δημιουργικό τρόπο ανάμεσα στην ανάγκη για οριζόντιες, συνελευσιακές δομές και στην ανάγκη για πολιτική ενοποίηση, για παραγωγή συνεκτικού λόγου και δράσης. Θα υιοθετούμε και θα προβάλλουμε τις διαδικασίες εκείνες που προωθούν τη αδιαμεσολάβητη συμμετοχή και την άμεση δημοκρατία, όχι ως αφηρημένες αυταξίες, αλλά ως τα καλύτερα μέσα για έναν ευγενή σκοπό. Ταυτόχρονα, θα αναγνωρίζουμε ότι οι δομές εκπροσώπησης, στο βαθμό που σέβονται τις συλλογικές αποφάσεις, αποτελούν αναγκαία στιγμή της διαδικασίας ενοποίησης, αναπόσπαστο στοιχείο μιας δημοκρατικής εσωτερικής λειτουργίας και εργαλείο μιας συνεπούς, αποτελεσματικής δράσης. Θα αξιοποιήσουμε και τα εργαλεία που μας δίνει η τεχνολογία, τα νέα μέσα επικοινωνίας και δικτύωσης, με
[27]
κριτικό πνεύμα και χωρίς φετιχισμό, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα τα όρια του κάθε μέσου και τις εγγεγραμμένες σχέσεις εξουσίας που τυχόν περιέχει στον κώδικά του. 67. Στην προσπάθεια μας για εμβάθυνση της συμμετοχής όμως, δεν θα ξεχνάμε ότι δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι την ίδια διαθεσιμότητα, τον ίδιο χρόνο, τις ίδιες ανάγκες, δεν ενδιαφέρονται όλοι το ίδιο για τις ίδιες διαδικασίες και τα ίδια ζητήματα, για να αρκεί να επιβάλλουμε απλά τις ίδιες υποχρεώσεις. Θέλουμε μια συλλογικότητα που θα σέβεται τα μέλη της και την προσωπικότητά τους, εμπνεόμενη από το σύνθημα «από τον καθένα ανάλογα με τις δυνατότητές του, στην καθεμιά ανάλογα με τις ανάγκες της». Ταυτόχρονα, όμως, θα τα προκαλεί για το κάτι παραπάνω, θα τα παροτρύνει και θα τα διευκολύνει να συμμετέχουν ολόψυχα στις πολιτικές και κινηματικές διαδικασίες. 68. Κυρίως: θα αντισταθούμε στον πειρασμό της αυταρέσκειας, της αυτάρκειας, της αυτόκεντρης ανάπτυξης. Δεν προτείνουμε άλλη μια περίκλειστη πολιτική δομή δίπλα στις άλλες, η οποία θα ανταγωνίζεται στην «ελεύθερη αγορά» του (αστικού) πολιτικού σκηνικού για περισσότερη επιρροή, μέλη, ψήφους, πόρους. Σκοπός μας δεν είναι να αναδείξουμε (ή να εφεύρουμε) τις διαχωριστικές γραμμές μας από την υπόλοιπη αριστερά, αλλά να ανοίξουμε δρόμους συντροφικής συνεργασίας. Η ανάγκη να μοιραζόμαστε, όπως την προτείναμε παραπάνω, δεν ισχύει μόνο στο «εσωτερικό» μας, αλλά και πέρα από εμάς, ενώ η αξία της συλλογικότητας, όπως την υπερασπιζόμαστε, είναι φυσικά μεγαλύτερη, όσο πιο πολυσυλλεκτική, ανοιχτή, και εντέλει μαζική είναι αυτή η συλλογικότητα. Συνεπώς, η διαδικασία ενοποίησης που ξεκινά σήμερα δεν είναι το τέλος –ούτε βέβαια κι η αφετηρία– στην πορεία για την ανασύνθεση μιας νέας αριστεράς, όπως την οραματιζόμαστε. Το όχημα μας σε αυτή την πορεία θα είναι μεταβατικό και θα στοχεύει, με συγκεκριμένους όρους και σε πραγματικούς χρόνους, σε ευρύτερες ενότητες από αυτή που ήδη κατακτούμε. 69. Δεν μπορούμε –και δεν πρέπει– να προδιαγράψουμε εξαντλητικά από τώρα τα οργανωτικά σχήματα που θα υιοθετήσουμε σε αυτή τη μεταβατική πορεία. Δεσμευόμαστε όμως ότι τα σχήματα αυτά θα έχουν ως γνώμονα τις αρχές της συντροφικότητας, της συμμετοχικότητας, της δημοκρατίας, της ισοελευθερίας, της διαφάνειας, όπως αδρά σχεδιάστηκαν παραπάνω. Αναγνωρίζουμε επίσης την ανάγκη για σεβασμό των ιδιαίτερων ευαισθησιών και «ταχυτήτων» της κάθε οργάνωσης που συμμετέχει στη νέα συλλογικότητα, και θα επιδιώκουμε πάντα την ευρύτερη δυνατή συναίνεση, μακριά από λογικές αποθέωσης της απόλυτης πλειοψηφίας. 70. Κατά συνέπεια, παράλληλα με την λειτουργία της νέας συλλογικότητας, συνεχίζουν να λειτουργούν –στο βαθμό που το επιθυμούν– οι επιμέρους οργανώσεις που εντάσσονται στη νέα συλλογικότητα, ιδίως στα ιδιαίτερα πεδία που παρεμβαίνουν· αυτό άλλωστε είναι όχι μόνο θεμιτό αλλά και χρήσιμο.
[28]
Οργανωτικό Σχέδιο 1. Η συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στις 8 και 9 Δεκέμβρη ίδρυσε μία νέα συλλογικότητα με ομοσπονδιακά χαρακτηριστικά με πρωτοβουλία των 4 οργανώσεων -συλλογικοτήτων (Ανασύνθεση –Οργάνωση Νεολαίας Ριζοσπαστικής Αριστεράς, Αριστερή Ριζοσπαστική Κίνηση, Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, Δικτύωση Ριζοσπαστικής Αριστεράς). 2. Η συγκρότηση με βάση τους 4 είναι μία επιλογή που αφορά της υπάρχουσες σχέσεις και τα πολιτικά κεκτημένα μεταξύ των συγκεκριμένων οργανώσεων. Δεν εξαντλεί την ευρύτητα του εγχειρήματος ούτε προεξοφλεί τη σύνθεσή του, είναι δηλαδή ανοιχτή στην μελλοντική εμπλοκή άλλων πολιτικών χώρων στο εγχείρημα καθώς και στη συνεχή εμπλοκή ανένταχτων αγωνιστ@ν σε αυτό. 3. Τα οργανωτικά και πολιτικά χαρακτηριστικά της νέας συλλογικότητας οφείλουν να λαμβάνουν υπόψιν το διπλό διακύβευμα της κατοχύρωσης μίας ομοσπονδιακής λογικής και της ισοτιμίας μεταξύ μελών των οργανώσεων και συντρόφ@ν πέρα από αυτές. Στη διαδικασία συγκρότησης βασική αρχή είναι η κατοχύρωση των δημοκρατικών δομών και διαδικασιών μέσα στις οποίες τα μέλη έχουν ισότιμα δικαιώματα και υποχρεώσεις ανεξαρτήτως από την ήδη ένταξή τους σε κάποια εκ των οργανώσεων. 4. Τα ομοσπονδιακά χαρακτηριστικά της συλλογικότητας κατοχυρώνονται ως πολιτική βούληση και στο σχέδιο πολιτικής απόφασης. 5. Η Πανελλαδική Συνάντηση είναι ιδρυτική με την έννοια ότι η διεξαγωγή της είναι η πρώτη διαδικασία στην οποία μπορεί να θεωρηθεί κάποι@ μέλος της νέας συλλογικότητας. Μέχρι τη διαδικασία έγινε προσπάθεια να πραγματοποιηθούν αντίστοιχες συναντήσεις ανά την Ελλάδα με γεωγραφική κατά βάση κατάτμηση οι οποίες ωστόσο δεν έχουν αποφασιστική ισχύ ούτε συγκροτούνται σε συνελεύσεις. 6. Με βάση τα μητρώα μελών που συγκροτούνται τις ημέρες της συνάντησης αποκτάται το δικαίωμα συμμετοχής στις ψηφοφορίες για την πολιτική απόφαση, το προσχέδιο οργανωτικού και την ανάδειξη του Πανελλαδικό Συντονιστικού και αντίστοιχα η κατάθεση τροπολογιών και διαθεσιμότητας για το ΠΣ. Τα μητρώα μελών μένουν ανοιχτά μέχρι την έναρξη των ψηφοφοριών. 7. Τα παραπάνω δικαιώματα κατοχυρώνονται με τη φυσική παρουσία του μέλους και όχι με την διαδικτυακή παρακολούθηση. Η επιλογή αυτή αφορά την Ιδρυτική Συνάντηση. Σαν γενική κατεύθυνση θεωρούμε ότι πρέπει να εξερευνηθούν οι δυνατότητες και τα αντίστοιχα μέσα για την ιντερνετική παρακολούθηση και συμμετοχή στις διαδικασίες μας, στο βαθμό που αυτό δεν θα ενθαρρύνεται αλλά θα απαντά σε υπαρκτές ανάγκες και προβλήματα. 8. Στη συλλογικότηταδεν μπορούν να συμμετέχουν άτομα σε περίπτωση -τοποθέτησής τους σε θέση που ορίζεται από την εκάστοτε αστική κυβέρνηση, όπως θέσεις γενικών και ειδικών γραμματέων υπουργείων, επιστημονικών συνεργατών και μετακλητών υπαλλήλων σε αστικά κόμματα (κοινοβουλευτικές ομάδες, βουλευτές κοκ) ή υπουργεία, σε ΔΣ δημόσιων οργανισμών, διεθνών οργανισμών ή ανεξάρτητων αρχών, ΔΕΚΟ κλπ. Αντίστοιχα όσ@ συμμετέχουν σε ψηφοδέλτια που στηρίζουν αστικά κόμματα ανά κοινωνικό χώρο (αντίθετα με την απόφαση της αντίστοιχης δική μας τοπικής συνέλευσης ή της αντίστοιχης θεαματικής ομάδας) [29]
όπου υπάρχουν εκλογές πολιτικού χαρακτήρα (αυτοδιοικητικές, συνδικαλιστικές, φοιτητικές, επιμελητηριακές εκλογές κοκ). Αντίστοιχα όσ@ συμμετέχουν σε εθνικούς διαλόγους Υπουργείων, γνωμοδοτικές, προπαρασκευαστικές, νομοπαρασκευαστικές επιτροπές, όταν αυτό δεν αναφέρεται σε εργαζόμεν@ που η συμμετοχή τους απορρέει από συνδικαλιστική δράση ή από διαφορετικό εργασιακό πλαίσιο από τα ανωτέρω και δεν υπάρχει σαφής έγκριση από τη συλλογικότητα. Δεν αφορά εργαζόμενους που παρέχουν απλή εργασία, χωρίς πολιτική ευθύνη & ρόλο, εφόσον ήταν σε αυτή τη θέση πριν τον Αύγουστο του 2015 και να έχουν ρητά και δημόσια διαχωρίσει τη θέση τους από τότε. 9. Μέχρι το τέλος της πρώτης μέρας ανοίγει λίστα διαθεσιμοτήτων για όποι@ θέλει να είναι μέλος του Πανελλαδικού Συντονιστικού οργάνου που θα έχει την ευθύνη για το συντονισμό και την εγγύηση της πολιτικής συζήτησης και της χάραξης πολιτικής κατεύθυνσης στο μεταβατικό στάδιο λειτουργίας της νέας συλλογικότητας, μέχρι την επόμενη πανελλαδική συνάντηση. 10. Στο τέλος της διαδικασίας ψήφισης του κειμένου πολιτικής απόφασης, ανακοινώνονται οι διαθεσιμότητες για το Πανελλαδικό Συντονιστικό και τίθεται για έγκριση στο σώμα. 11. Η λογική που επιδιώκουμε για τη συγκρότηση του οργάνου είναι να προκύψει ένα λειτουργικό όργανο, που να αντιστοιχεί στην συμμετοχή στη διαδικασία της συνάντησης, να ενθαρρύνει την συμμετοχή γυναικών και συντρόφ@ν από την περιφέρεια. Σε αυτή την μεταβατική φάση θεωρούμε ότι ένα όργανο της τάξης των 25 με 30 συντρόφ@ν με αντίστοιχες εκπροσωπήσεις γυναικών και συντρόφ@ν από τη περιφέρεια εξυπηρετεί αυτό το σκοπό. Σε δεύτερο χρόνο θεωρούμε ότι αντίστοιχα στο όργανο πρέπει να υπάρχει η λογική της εναλλαγής. 12. Η παραπάνω λογική συγκρότησης για το όργανο αφορά την συγκεκριμένη συνθήκη της πρώτης μεταβατικής φάσης της νέας συλλογικότητας. Σαν γενική κατεύθυνση θεωρούμε ότι πρέπει να εντάξουμε στη λειτουργία μας της λογική ψήφισης των οργάνων σε πανελλαδικό και τοπικό επίπεδο, ως επόμενο βήμα για την συγκρότηση της συλλογικότητας σε δημοκρατική βάση. 13. Τα μέλη του οργάνου είναι ανά πάσα στιγμή ανακλητά από τα μέλη της συλλογικότητας και λογοδοτούν σε αυτά. Η σχηματοποίηση διαδικασιών και λογικής για την αλληλεπίδραση του οργάνου με τα μέλη αποτελεί διακύβευμα στα πρώτα στάδια λειτουργίας στης νέας συλλογικότητας. 14. Το όργανο έχει την ευθύνη για το πρώτο στάδιο συγκρότησης της νέας συλλογικότητας και δεσμεύεται και δρα με βάση τις αποφάσεις της Πανελλαδικής Συνάντησης. Σε περιπτώσεις όπου θα κληθεί να πάρει κρίσιμες αποφάσεις εκτός του ορισμένου πλαισίου απόφασης της συνάντησης απαιτείται πανελλαδική διαβούλευση. 15. Το πεδίο ευθύνης του Πανελλαδικού Συντονιστικού αφορά: α) Την οργάνωση της εσωτερικής πολιτικής συζήτησης, του στρατηγικού διαλόγου και της ανασυνθετικής διαδικασίας εντός της νέας συλλογικότητας. β) Την συγκρότηση των εσωτερικών δημοκρατικών διαδικασιών επικοινωνίας, ελέγχου και αλληλεπίδρασης. γ) Τον συντονισμό της κοινωνικής παρέμβασης και των πολιτικών πρωτοβουλιών σε τοπικό αλλά και κεντρικό επίπεδο. 16. Στο επίπεδο της συγκρότησης μας από την επόμενη μέρα η βούληση μας είναι η συγκρότηση συνελεύσεων ανά γεωγραφικό ή κοινωνικό χώρο (με ελάχιστο αριθμό τα 3 άτομα) ως βασικό κύτταρο της νέας συλλογικότητας και θεματικών ομάδων με αποφασιστική ισχύ αλλά χωρίς λογική συγκρότησης ξεχωριστής συνέλευσης. [30]
17. Στο επίπεδο της πολιτικής λειτουργίας και του σχεδιασμού επιδιώκεται ο πρωταγωνιστικός ρόλος των διαδικασιών βάσης (θεματικές ομάδες, συνελεύσεις, ολομέλειες) και η λειτουργία του συντονιστικού ως εγγυητή –συντονιστή και όχι ως πυρήνα των διαδικασιών πολιτικών αποφάσεων. 18. Σαν γενική κατεύθυνση οι ανοιχτές μας διαδικασίες είναι ανοιχτές σε αγωνιστ@ της αριστεράς και των κινημάτων. Δεν είναι ανοιχτές σε μέλη αστικών κομμάτων (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ κλπ). 19. H συμμετοχή στην συλλογικότητα είναι ασύμβατη με ατομικές πρακτικές και συμπεριφορές (ρατσιστικές, σεξιστικές κα) που είναι αντισυντροφικές ή αντιτίθενται στις διακηρυγμένες αρχές και αξίες της. 20. Οι προτάσεις αλλά και οι αποφάσεις που τίθενται στην πρώτη μας διαδικασία αφορούν το πρώτο στάδιο συγκρότησης μας και θεωρούμε ότι αφορούν ένα από τα θέματα συζήτησης στις “πρώτες μέρες” της νέας συλλογικότητας.
[31]
για μια νέα ομοσπονδιακή συλλογικότητα στο χώρο της αντικαπιταλιστικής και διεθνιστικής αριστεράς