Annual Review of History, Society and Politics, Issue 2, 2016

Page 1



ΕΤΗΣΙΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ

Ιστορίας, Κοινωνίας και Πολιτικής Γράφουν Γιάννος Κατσουρίδης Κώστας Γουλιάμος Μουράτ Ισσί Νίκος Μούδουρος Ελένη Ευαγόρου Κωνσταντίνος Στυλιανού Δημήτρης Τριμιθιώτης

Εκδοτική Επιμέλεια

Ινστιτούτο Ερευνών ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ

2016


Επιμέλεια: Ινστιτούτο Ερευνών Προμηθέας Σχεδιασμός: Ινστιτούτο Ερευνών Προμηθέας Εκτύπωση: Print XPress Έκδοση Ινστιτούτου Ερευνών Προμηθέας ISSN 2421-7700

© Copyright Εκδόσεις Ινστιτούτου Ερευνών ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ 2016


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Γιάννος Κατσουρίδης,

(Επιστημονικός Διευθυντής Ινστιτούτου Ερευνών ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ και Τμήμα Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών Πανεπιστημίου Κύπρου)

Κυπριακό, ομοσπονδία και δημοκρατία ............................................................7 Κώστας Γουλιάμος,

(Πρύτανης Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου, Αντιπρόεδρος Δ.Σ. Ινστιτούτου Ερευνών ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ)

Στην εποχή της βαρβαρότητας ........................................................................15 Μουράτ Ισσί,

(Δρ. Πολιτικών Επιστημών & Ιστορίας, Κέντρο Έρευνας Νεότερης Ιστορίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο.)

Το ζήτημα του Κουρδιστάν .................................................................................21 Νίκος Μούδουρος,

(Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών Πανεπιστήμιο Κύπρου και μέλος Επιστημονικού Συμβουλίου ΠΡΟΜΗΘΕΑ)

Μια νέα φάση του Κουρδικού προβλήματος στην Τουρκία: Η βία του κράτους και οι «ελεύθεροι πολιορκημένοι».....................................35 Ελένη Ευαγόρου,

(Ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Ερευνών ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ)

Ο εθνικισμός ως πυρήνας στην ανάπτυξη και αναπαραγωγή του μίσους: Η περίπτωση των μεταναστών και των Τουρκοκυπρίων.....................................45 Κωνσταντίνος Στυλιανού,

(Υποψήφιος Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο Κύπρου)

Η κριτική της εργασίας και οι φραγμοί της: Μια ανάλυση του καπιταλιστικά συγκροτημένου ανθρώπου .............................57 Δημήτρης Τριμιθιώτης,

(Επισκέπτης Λέκτορας Κοινωνικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο Κύπρου)

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως εργαλείο εκλογικής επικοινωνίας .............. 79 Σημ.: Το περιεχόμενο των κειμένων της παρούσας έκδοσης αποτελεί προσωπική άποψη έκαστου συγγραφέα και δεν δεσμεύει καθ’ οιονδήποτε τρόπο το Ινστιτούτο.



Ετήσια Επιθεώρηση Ιστορίας, Κοινωνίας και Πολιτικής, Τεύχος 2, σσ. 7-14, 2016

Γιάννος Κατσουρίδης

Κυπριακό, ομοσπονδία και δημοκρατία

Το κυπριακό αποτελεί τον φακό αντίκρυσης της κυπριακής ιστορίας σε ολόκληρο τον 20ο αιώνα σε τέτοιο βαθμό που τα προσωπικά βιώματα της κάθε οικογένειας, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα με αυτό. Οι απόψεις, οι προσεγγίσεις και οι θέσεις γύρω από το θέμα ποικίλουν και, εν πολλοίς, σχηματοποιήθηκαν σε 2-3 βασικές ομαδοποιήσεις. Στόχος εδώ δεν είναι ο σχολιασμός τους, αλλά η καταγραφή ορισμένων σημείων (8 στον αριθμό) που, κατά τη γνώμη του γράφοντος, αφορούν όσους επιθυμούν πραγματική λύση και επανένωση.

1. Η λύση είναι συγκεκριμένη Η λύση του κυπριακού είναι συγκεκριμένη: διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία (ΔΔΟ). Δεν είναι ούτε ρατσιστική, ούτε αντιδημοκρατική και πρέπει να σταματήσει αυτό το παραμύθι. Θα κάνω μια αναφορά εκτός Κύπρου για να θέσω καλύτερα το ζήτημα αυτό. Στις ΗΠΑ, για ιστορικούς και διοικητικούς λόγους, που ανάγονται στον αμερικανικό εμφύλιο και στη μεγάλη έκταση της χώρας, δημιουργήθηκαν δύο βουλές. Η κάτω βουλή με αναλογική εκπροσώπηση των πολιτειών και η άνω βουλή (Γερουσία) με ισότιμη συμμετοχή των πολιτειών με δύο γερουσιαστές, ανεξαρτήτως μεγέθους και πληθυσμού. Έτσι, έχουμε το φαινόμενο η Αλάσκα με πληθυσμό μερικών χιλιάδων να στέλνει στην Γερουσία τον ίδιο αριθμό γερουσιαστών με την Καλιφόρνια των εκατομμυρίων κατοίκων και της πέμπτης σε μέγεθος οικονομίας ανά το παγκόσμιο, σε ένα σώμα το οποίο διατηρεί αποφασιστικές εξουσίες.

7


Κυπριακό, ομοσπονδία και δημοκρατία

Είναι αυτό αντιδημοκρατικό ή ρατσιστικό; Ενδεχομένως, αν κάποιος το δει απομονωμένα και έξω από το ιστορικό, πολιτικό, γεωγραφικό και κοινωνικό του πλαίσιο να απαντήσει καταφατικά. Οι πρόνοιες αυτές προβλέπονται στα συντάγματα των διαφόρων χωρών ως εργαλεία ελέγχου και εξισορρόπησης (checks and balances) για να συμφιλιώνονται οι αντίρροπες δυνάμεις και να παράγονται μηχανισμοί συναίνεσης και σύγκλισης σε κοινωνίες μη ομοιογενείς (από οποιαδήποτε άποψη) ώστε να λειτουργεί το κράτος. Οι ομοσπονδίες, ως μορφή πολιτειακής διάρθρωσης, δημιουργούνται για να επιλύσουν οικονομικής, εθνοτικής, διοικητικής, ή ιστορικής φύσης προβλήματα στην εκάστοτε κοινωνία υπό αναφορά. Στη δική μας την περίπτωση είναι ξεκάθαρο ότι η ομοσπονδία «επιβλήθηκε» ως επιλογή επίλυσης του κυπριακού μετά τα γεγονότα του 1974 (πραξικόπημα-εισβολή), για πολιτικούς λόγους, ως η μοναδικά εφικτή λύση και προοπτική επανένωσης και όχι ως η ιδανική. Υπό αυτή την έννοια κάποιοι περιορισμοί είναι αναπόφευκτο ότι θα ισχύσουν σε κάποιες βαθμίδες -και σίγουρα όχι όλες- διότι σε αντίθετη περίπτωση δεν θα μπορούμε να μιλούμε για επανένωση. Βέβαια, οι περιορισμοί αυτοί δεν μπορούν να δημιουργούν αισθήματα κατάφωρης αδικίας στη μία κοινότητα. Παράλληλα, η κεντρική διοίκηση πρέπει να εξοπλιστεί με τις βασικές και ισχυρές εξουσίες, ώστε να μπορούμε να μιλούμε για πραγματική προοπτική επανένωσης και όχι απλώς για συγκαλυμμένη συνομοσπονδία, όπου οι δύο κοινότητες τελικά απλώς θα επιβεβαιώσουν και θεσμικά-δικαιακά το να ζούμε πλάι-πλάι. Η λύση πρέπει να «παράξει» μια ελάχιστη δικαιοσύνη για να μην τύχει εκμετάλλευσης μετά, από όσους ποτέ δεν την ήθελαν. Ταυτόχρονα, χρειάζεται προετοιμασία σε πολλαπλά επίπεδα εντός της κοινωνίας και στις δύο κοινότητες και ειδικά στα σχολεία. Και εδώ είναι που οι συμβολισμοί έχουν την αξία τους και μετατρέπονται σε ουσία. Είναι σχήμα οξύμωρο να δημιουργείς με το ένα χέρι μια επιτροπή για την παιδεία και τη συμφιλίωση και με το άλλο χέρι να αποστέλλεις εγκύκλιο στα σχολεία για επισκέψεις στο κρησφύγετο του Γρίβα. Η πρακτική των αντιφάσεων, προς ικανοποίηση πολλών και διαφορετικών ακροατηρίων πρέπει να εκλείψει.

8


Γι ά ν ν ο ς Κ α τ σ ο υ ρ ί δ η ς

2. Να σταματήσουν τα «ταμπελώματα» Η προσπάθεια να περάσει και να κρατηθεί η λύση θα χρειαστεί συνέργειες από πολλές πλευρές. Οι δυνάμεις που θέλουν λύση προφανώς δεν εκκινούν από το ίδιο σημείο και ενδεχομένως δεν έχουν ούτε τα ίδια κίνητρα. Έτερον εκάτερον. Ας αξιοποιήσουμε αυτή την κοινή θέληση και ας αποφύγουμε αχρείαστους διαχωρισμούς. Εδώ αναφέρομαι σε μια πρακτική -η οποία βέβαια δεν αφορά μόνο στο κυπριακό αλλά διαπερνά όλους τους τομείς της κοινωνικής δράσης- την πρακτική του «ταμπελώματος», όσων η οπτική για τη λύση περνά μέσα από κάποιες συγκεκριμένες παραμέτρους. Το να θέτει κάποιος ορισμένες προϋποθέσεις για μια βιώσιμη λύση (και προφανώς δεν εννοώ αυτούς που το κάνουν μόνο ως πρόσχημα) δεν τον κάνει εχθρό της λύσης. Να δώσω ένα παράδειγμα: Το να μη θέλει κάποιος τουρκικές και ελληνικές εγγυήσεις και επεμβατικά δικαιώματα, ή να μη θέλει παρουσία στρατευμάτων, ή ένταξη σε στρατιωτικούς οργανισμούς δεν τον κάνει πολέμιο της ΔΔΟ και της λύσης. ΔΔΟ και λύση μπορούν να υπάρξουν και με επεμβατικά δικαιώματα και χωρίς. Με στρατούς και χωρίς στρατούς. Ακούγεται κάποτε το επιχείρημα: «ας μην μεγαλοποιούμε το θέμα επεμβατικά δικαιώματα και τις εγγυήσεις διότι στον σύγχρονο κόσμο δεν θα επιτεθεί η Τουρκία». Εκτός του ότι ο σύγχρονος κόσμος μας εκπλήσσει συνεχώς ως προς το μέτρο δικαίου του, εκτός του ότι έχουμε μόλις πρόσφατο παράδειγμα επίθεσης σε μια χώρα όπως η Ρωσία που τα μεγέθη είναι ασύγκριτα μεγαλύτερα, εκτός του ότι η Τουρκία του Ερντογάν μετατρέπεται σε παράγοντα αστάθειας στην ευρύτερη περιοχή με αποδεδειγμένες διασυνδέσεις και χρηματοδοτήσεις ακραίων ισλαμιστών, το επιχείρημα αντιστρέφεται: αφού ο σύγχρονος κόσμος δεν επιτρέπει τέτοιες συμπεριφορές τότε γιατί να υπάρχουν ευθύς εξαρχής εγγυήσεις και επεμβατικά δικαιώματα; Άρα, ας μην «ταμπελωνόμαστε» άδικα μεταξύ μας όσοι θέλουμε λύση και ας συζητήσουμε ακούοντας πραγματικά ο ένας τον άλλο. Εδώ απαιτούνται περισσότερες συζητήσεις με δικοινοτικά πάνελ και δικοινοτικά ακροατήρια και στις δύο κοινότητες.

9


Κυπριακό, ομοσπονδία και δημοκρατία

3. Επιστροφή στην πολιτική: να μιλήσουμε με όρους πολιτικούς Τα τελευταία χρόνια δημιουργείται η αίσθηση ότι έγινε προσπάθεια να αφαιρεθεί από την συζήτηση του κυπριακού η πολιτική διάσταση και να επικεντρωθούμε σε άλλες διαστάσεις: σχέσεις ανθρώπινες, σχέσεις ψυχολογικές, σχέσεις κοινωνικής συναναστροφής, σχέσεις ερευνητικής συνεργασίας και άλλες. Όλα αυτά τα θεωρώ ορθά και αναγκαία. Ενδεχομένως αυτό έγινε και ως μέτρο άσκησης πίεσης στις πολιτικές και κομματικές ηγεσίες. Αυτές οι επαφές, όμως, αρκετές φορές γίνονται σε εντελώς απολίτικο πλαίσιο. Αυτό δεν βοηθά, κατά τη γνώμη μου, για έναν απλό λόγο. Το κυπριακό γεννήθηκε και παραμένει πολιτικό πρόβλημα. Δεν προκλήθηκε επειδή δεν μπορούσε ο τουρκοκύπριος και ο ελληνοκύπριος να παν μαζί για καφέ. Η ουσία του κυπριακού είναι η πολιτική σε όλες της τις διαστάσεις: εξωτερικές επιβουλές και επεμβάσεις, συγκρούσεις εθνικισμών, κτλ. Αυτές έχουν δημιουργήσει, βέβαια, ανασφάλεια και φόβο στον λαό, τις οποίες πρέπει να αντιμετωπίσουμε στη ρίζα τους. Και η ρίζα είναι η κατοχή, οι εγγυήσεις, τα επεμβατικά δικαιώματα και ο εθνικισμός. Αφαιρώντας την πολιτική διάσταση νομίζω αφαιρούμε την ουσία, την ψυχή του κυπριακού. Και επιπλέον, δεν κάνουμε σωστή διάγνωση ώστε να έχουμε σωστή θεραπεία. Και για να είμαι ακόμα πιο συγκεκριμένος: δεν θεωρώ ότι είναι πρόβλημα να αναφερόμαστε σε κατοχή. Δεν θεωρώ ότι είναι πρόβλημα να αναφερόμαστε στο ρόλο των ξένων δυνάμεων, όχι μόνο παρελθοντικά αλλά και σύγχρονα. Ο λόγος που πρέπει να γίνει αυτό και να μην θεωρείται αρμοδιότητα μόνο των διαπραγματευτών είναι για να δούμε ποια από αυτά λειτούργησαν στο παρελθόν αρνητικά και ενδεχομένως λειτουργούν ακόμα, ώστε να μην αποτελέσουν μέρος της λύσης. Αλλιώς θα διαιωνίσουν το πρόβλημα.

4. Αλλαγή των όρων της σύγκρουσης: από εθνοτική σε πολιτική/ταξική Η Κύπρος αποτέλεσε ιστορικά χώρο συνύπαρξης διαφόρων εθνοτήτων και κοινοτήτων, κυρίως, βέβαια, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, ή χριστιανών και μουσουλμάνων. Δεν είμαι από αυτούς που θεωρώ ότι αυτή η συνύπαρξη ήταν ειδυλλιακή, αφού είχε και τις εντάσεις και τις συγκρούσεις της. Δεν ήταν, όμως, προβληματική ούτε κατ’ εξοχήν συγκρουσιακή μέχρι την δεκαετία του 1950.

10


Γι ά ν ν ο ς Κ α τ σ ο υ ρ ί δ η ς

Αυτό άλλαξε σταδιακά με τον ερχομό των Βρετανών, οι οποίοι με τις θεσμικές ρυθμίσεις που εισήγαγαν στον τρόπο πολιτικής εκπροσώπησης και ψηφοφορίας μετέτρεψαν τη σύγκρουση σε εθνοτική, την θεσμοποίησαν και ενίοτε την υποδαύλισαν, καθώς και με τη συνεισφορά των εθνικιστών και στις δύο κοινότητες. Αυτό απαιτεί αλλαγή υποδείγματος (change of paradigm) στις σχέσεις των δύο βασικών κοινοτήτων. Εδώ, εννοώ, να τεθεί πλέον τόσο η συνύπαρξη, αλλά κυρίως η σύγκρουση σε άλλη βάση. Και όταν λέω σύγκρουση εννοώ την κοινωνική και πολιτική σύγκρουση που είναι έμφυτη σε όλες τις κοινωνίες με τα διαφορετικά και πολλαπλά συμφέροντα που ενυπάρχουν μέσα σε αυτές. Την οποία αν δεν διοχετεύσουμε σε δημοκρατικές δομές και πλαίσια θα εκτροχιαστούν σε βίαιες μορφές. Αυτό που έχει σημασία είναι διπλό κατά την άποψη μου: (α) Να διοχετευτεί η σύγκρουση σε πολιτικά και κοινωνικά κανάλια και ως τέτοια ήταν ιστορικά, σε όλες τις κοινωνίες, τα πολιτικά κόμματα, ώστε να αποτρέψουμε τη βίαιη της έκφραση. Εδώ θεωρώ ότι πρέπει να δημιουργηθούν μέσω της λύσης τέτοιες δομές που να ενθαρρύνουν είτε πραγματικά παγκύπρια κόμματα, είτε εκτενείς συνεργασίες μεταξύ κομμάτων. (β) Να μετατρέψουμε τη σύγκρουση από εθνοτική σε πολιτική/ταξική: εδώ σημαντικό ρόλο έχουν οι συντεχνίες τόσο στην μια όσο και στην άλλη, κοινότητα και οφείλω να πω ότι αρκετές εξ’ αυτών, προσπαθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Να αναπτύξουν περαιτέρω μορφές συνεργασίας, αλλά και αντιπαράθεσης οι οποίες να φέρνουν κοντά εργαζόμενους από τις δύο κοινότητες. Χωρίς αυταπάτες ότι αυτό είναι κάτι εύκολο. Είναι, όμως, απαραίτητο αν θέλουμε να έχουμε διαρκή ειρήνη και σταθερότητα σε πολιτικό επίπεδο.

5. Αλλαγή στη φύση των σχέσεων των ανθρώπων των δύο κοινοτήτων: από ελιτίστικη σε μαζική Η φύση της επαφής των ανθρώπων των δύο κοινοτήτων είναι μια καθοριστική μεταβλητή, κυρίως, στο στάδιο της προετοιμασίας της λύσης. Αρκετές μελέτες έχουν τεκμηριώσει ότι οι μάζες των ανθρώπων δεν έχουν έρθει σε απευθείας επαφή και επικοινωνία. Οι όποιες τακτικές επαφές είναι περιορισμένες σε μικρές ομάδες ανθρώπων.

11


Κυπριακό, ομοσπονδία και δημοκρατία

Αυτή τη στιγμή, η επαφή μεταξύ των δύο κοινοτήτων έχει, σε σημαντικό βαθμό, ένα ελιτίστικο χαρακτήρα: αφορά, κυρίως, μικρές ομάδες της κοινωνίας των πολιτών. Αν δεν βρεθεί τρόπος να μαζικοποιηθεί αυτή η πρακτική, θεωρώ ότι θα παραμείνει, τουλάχιστον, ημιτελής. Για να γίνει, όμως, μαζικό το φαινόμενο πρέπει να συντρέχουν δύο προϋποθέσεις: αφενός, να εμπλακούν πιο ενεργά οργανώσεις όπως τα πολιτικά κόμματα και οι συντεχνίες που διαθέτουν μαζικές οργανώσεις βάσεις και ταυτόχρονα να μιλήσουμε πολιτικά. Αφετέρου, θα πρέπει να αλλάξει και η λογική και οι παράμετροι που διέπουν την οποιαδήποτε μορφή στήριξης αυτής της προσπάθειας και κυρίως την χρηματοδότηση τέτοιων επαφών και προγραμμάτων, τα οποία στην παρούσα φάση διέπονται από μια λογική «ουδετερότητας», και στα οποία αποκλείονται οι όποιες πολιτικές διαστάσεις. Ταυτόχρονα, πρέπει να προσεχθεί ακόμα μια πτυχή. Να μην μετατραπεί και να συνδεθεί η επαφή και η προσέγγιση των δύο κοινοτήτων με καθαρά ωφελιμιστικά και χρηματικά κριτήρια.

6. Εκκοσμίκευση της κυπριακής κοινωνίας: μείωση του ρόλου της θρησκείας ιδιαίτερα στον απόηχο της κυριαρχίας Ερντογάν Σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές η θρησκεία δεν διαδραματίζει πλέον τον καταλυτικό κοινωνικό και πολιτικό ρόλο που διαδραμάτιζε στο παρελθόν. Για πολλά χρόνια, εμπόδιο στη λύση θεωρείτο, κυρίως, η ελληνοκυπριακή εκκλησία και ενδεχομένως παραμένει, σε κάποιο βαθμό. Αυτό όμως αλλάζει, με τη θρησκεία και τον εκκλησιαστικό θεσμό να επηρεάζει ολοένα και λιγότερο. Αυτό θεωρείται από αρκετούς αποτέλεσμα μιας άλλοτε σιωπηλής, και άλλοτε πιο φανερής, διαδικασίας εκκοσμίκευσης της κυπριακής κοινωνίας χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν διαδραματίζει ρόλο η Εκκλησία ή ότι όλα τα κομμάτια της υπέχουν αρνητικό ρόλο. Αυτό που αλλάζει προς το αρνητικότερο, όμως, σε αυτόν τον τομέα αφορά στην παράμετρο Τουρκία. Έχουν γραφεί αρκετά επιστημονικά και άλλα σοβαρά άρθρα από Τούρκους και Τουρκοκύπριους αναλυτές για το πως το Ισλαμικό Κόμμα του Ερντογάν προωθεί την ισλαμοποίηση της τουρκικής κοινωνίας. Παράλληλα, υπάρχουν αρκετές αναφορές ότι κάτι αντίστοιχο γίνεται και στην τουρκοκυπριακή κοινότητα, η οποία ιστορικά, αποτελεί υπόδειγμα μιας αρκετά ανεκτικής κοινότητας με χαμηλό βαθμό

12


Γι ά ν ν ο ς Κ α τ σ ο υ ρ ί δ η ς

θρησκευτικότητας. Υπό το πρίσμα της απόλυτης κυριαρχίας Ερντογάν, της προσπάθειας ισλαμοποίησης της τουρκικής, αλλά και τουρκοκυπριακής κοινωνίας, οι ηγεσίες των δύο κοινοτήτων θα πρέπει και τώρα, αλλά πολύ περισσότερο στο ενδεχόμενο επίτευξης συμφωνίας, να προνοήσουν για ένα πλήρη διαχωρισμό κράτους-θρησκευτικών οργανισμών προς την κατεύθυνση της πλήρους εκκοσμίκευσης της κυπριακής κοινωνίας στο σύνολο της. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να γίνει προσπάθεια και προς τους θρησκευτικούς ηγέτες ώστε να συνεισφέρουν και αυτοί στο όραμα μιας ενωμένης πατρίδας. Διότι, προφανώς, δεν είναι όλες οι εκφράσεις της θρησκείας προβληματικές και, εκ των προτέρων, ένοχες. Αντίθετα, μπορεί να αποδειχτούν και αρκετά βοηθητικές σε κάποιες περιπτώσεις. Το ζήτημα όμως είναι να περιοριστεί η δυνατότητα να ευδοκιμήσει στο μέλλον μια πιο φανατική εκδοχή με όλους τους κινδύνους που αυτό συνεπάγεται.

7. Το κράτος να γίνει θαλπωρή για όλους τους πολίτες του Καθοριστικό ρόλο στην εμπέδωση της λύσης θα αποτελέσει το μετεξελιγμένο ομόσπονδο κράτος της Κύπρου. Δεν αναφέρομαι σε ένα γενικό και αφηρημένο επίπεδο κράτους εδώ, αλλά συγκεκριμένα στο κοινωνικό κράτος. Το κράτος το οποίο ο πολίτης θα πρέπει να το νιώσει εξαρχής δικό του. Να το νιώσει ως ένα δεύτερο σπίτι, χωρίς αυτό να σημαίνει διολίσθηση σε πελατειακές πρακτικές και οικονομικά μη αποδοτικές προσεγγίσεις. Για να γίνει αυτό θα πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να πληρούνται δύο προϋποθέσεις: (α) Να παραμείνουμε μακριά από νεοφιλελεύθερες προσεγγίσεις που θεοποιούν την αγορά και το κέρδος. Σε αυτό το πλαίσιο, δεν θεωρώ πως το ΔΝΤ είναι ο κατάλληλος οργανισμός να διεξάγει μελέτες για την οικονομική πτυχή της λύσης και κυρίως για την οικονομική δομή του μετεξελιγμένου ομόσπονδου κράτους. Ταυτόχρονα, το αίτημα για ένα περιεκτικό κοινωνικό κράτος μπορεί και πρέπει να αποτελέσει κοινό αίτημα και κοινή διεκδίκηση πολλών πολιτικών και κοινωνικών συνόλων και στις δύο κοινότητες. Ένα κοινωνικό κράτος το οποίο θα παρέχει στους πολίτες του όλες τις απαραίτητες υπηρεσίες που θα τους κάνουν να το αγκαλιάσουν και οι οποίες θα επιτρέπουν

13


Κυπριακό, ομοσπονδία και δημοκρατία

στους πολίτες να οικοδομήσουν τη ζωή τους χωρίς τον φόβο της διολίσθησης στο κοινωνικό περιθώριο: υγεία, παιδεία, κοινωνική ασφάλιση, κτλ. (β) Να χαρακτηρίζεται από ισονομία και να μην κάνει διακρίσεις στη βάση της εθνοτικής καταγωγής. Να συμμετέχουν κατά τρόπο δίκαιο και ικανοποιητικό στις δομές του κράτους και οι πέντε (5) κοινότητες της Κύπρου. Η ισονομία προϋποθέτει, βέβαια, να αντιμετωπίσουμε πρώτα και κύρια τον εαυτό μας. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να ανεχόμαστε εκφράσεις και ρητορικές μίσους και ρατσισμού επειδή ανήκουν στον δικό μας πολιτικό χώρο.

8.

Να αναμένουμε αντίδραση

Να μην θεωρούμε ότι ακόμα και αν εγκριθεί από τον λαό μια λύση δεν θα υπάρξουν οι πολέμιοι της λύσης. Οποιαδήποτε λύση θα προκαλέσει αντιδράσεις και αυτό είναι, ως ένα βαθμό, φυσιολογικό. Άρα, είναι πολύ σημαντικό να μειώσουμε, εκ των προτέρων, όλες τις πιθανές εστίες φωτιάς που μπορεί να ανάψουν και να φροντίσουμε ότι δεν θα υπάρχουν πολλά ξερά χόρτα γύρω ώστε να επεκταθεί η φωτιά.

14


Ετήσια Επιθεώρηση Ιστορίας, Κοινωνίας και Πολιτικής, Τεύχος 2, σσ. 15-20, 2016

Κώστας Γουλιάμος

Στην εποχή της βαρβαρότητας

Πριν από δύο περίπου χρόνια, ο Πρόεδρος κ. Ν. Αναστασιάδης, μιλώντας στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ, δήλωσε πως η «κυβέρνηση, παρά την οικονομική κατάσταση της Κύπρου, θα αρχίσει διαδικασίες για ένταξη στο Συνεταιρισμό για την Ειρήνη, κάτι που σηματοδοτεί στροφή στην εξωτερική πολιτική μας». Πρόκειται σαφώς για έναν πολιτικό προσανατολισμό που μας οδηγεί - οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά - στον καιάδα της στρατοκρατίας. Ταυτόχρονα οι κυβερνώντες είτε δεν θέλουν είτε δεν μπορούν να κατανοήσουν ότι το δόγμα «ανήκουμε στη Δύση» αποτελεί πλέον πολιτικό αναχρονισμό. Στην εποχή της πολυδιάστατης γεωπολιτικής της παγκοσμιοποίησης, οι πάλαι ποτέ υπερδυνάμεις βρίσκονται άλλοτε σε πεδία στρατηγικής συνέργειας (strategic partnership) και άλλοτε σε συνθήκες έντονου στρατηγικού ανταγωνισμού (strategic competitiveness). Ταυτόχρονα, οι αναδυόμενες οικονομικές δυνάμεις (γνωστές ως BRICS), συνασπίζονται με στόχο να αποτελέσουν το αντίβαρο στις ασύμμετρες πολιτικές που ασκεί το δόγμα της «Δύσης» μέσα από νεοπαγή θεσμικά μορφώματα (λογου χάρη, TAFTA) και υπερεθνικούς οργανισμούς (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Παγκόσμια Τράπεζα, Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, ΝΑΤΟ κλπ). Ειδικότερα σε ό,τι αφορά στο ΝΑΤΟ πρόκειται για πολεμικό apparatus με υβριδικούς μηχανισμούς τύπου Συνεταιρισμού για την Ειρήνη (ΣγΕ) των οποίων η λειτουργία αφαιρεί όλο και περισσότερο βασικά συστατικά γνωρίσματα εθνικής κυριαρχίας από τα κράτη.

15


Στην εποχή της βαρβαρότητας

Παράλληλα: (α) ενισχύει και επεκτείνει σε νέες γεωγραφικές περιοχές το status όλων εκείνων των ισχυρών δυνάμεων που σχηματίζουν μια αλυσίδα ιμπεριαλιστικής – αποικιοκρατικής διακυβέρνησης, (β) εμβαθύνει συνεχώς τη μεταφορά αρμοδιοτήτων σε τμήματα αδιαφανή από το δημόσιο έλεγχο, (γ) βελτιώνει τους όρους εκείνης της (κατά κράτος) εγχώριας κεφαλαιοκρατίας που υιοθετεί και εφαρμόζει τα ποικίλα προγράμματα «σύγκλισης» του δυτικού δόγματος, (δ) επιχειρεί το διαμελισμό κρατών και τοπικών κοινωνιών αλλά και την αποδιάρθρωση των κοινωνικών-εργασιακών κεκτημένων. Τούτων δοθέντων, καθοριστικής σημασίας παράμετρος για την υιοθέτηση της στρατοκρατικής αρχιτεκτονικής του ΝΑΤΟ είναι η δημιουργία «σφαιρών επιρροής» μέσα από την ανάπτυξη, αγοραλογία (marketing) και (υπο)στήριξη όλων εκείνων των πολιτικών ,κοινωνικών και πολιτισμικών υποκειμένων που (ανα)παράγουν το στρατηγικό imperium της οικονομικής (νεοφιλελεύθερης) και επεκτατικής πολιτικής της «νέας τάξης». Αυτό το ολιστικό πρόταγμα παραπέμπει σε ό,τι αποκαλώ «οργανική κυριαρχία», συμβάλλοντας παντοιοτρόπως στην έκταση, στη βιαιότητα και στην κατεύθυνση της ιμπεριαλιστικής παρέμβασης ακόμα και της παρουσίας παραλλαγών υπερ/ιμπεριαλιστικών σχημάτων - μέσα από το ΝΑΤΟ και τους παντοειδείς μηχανισμούς του τύπου ΣγΕ. Η συγκεκριμένη διαδικασία είναι συνάμα και εγγενώς ανταγωνιστική. Μάλιστα σε συνθήκες συστημικής κρίσης του καπιταλισμού μεγεθύνει την όξυνση του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, όπως και τις αποκλίνουσες τάσεις, με τη μορφή ενός «νέου» παρεμβατισμού. Ιστορικά είναι γνωστό πως η μετάβαση από ένα προηγούμενο σε ένα επόμενο κύκλο παγκόσμιας συσσώρευσης συνυπάρχει πάντοτε με μεγάλους διηπειρωτικούς πολέμους. Ωστόσο , η τωρινή κρίση εμφανίζει μια τάση μετατόπισης της ηγεμονικής ισχύος από τον αμερικανικό μονοπολισμό προς μια πολυπολική αναδιαμόρφωση της γεωπολιτικής με επίκεντρο την Ανατολική Μεσόγειο και βαθύτερο στόχο την Ευρασία.

16


Κ ώ σ τ α ς Γο υ λ ι ά μ ο ς

Όπως έχει διατυπωθεί, στο μεγάλο διηπειρωτικό υβριδικό πόλεμο διακρίνουμε την ανταγωνιστική αντιπαράθεση δύο πόλων: Από την μια μεριά είναι το ολιγαρχικό, φιλελεύθερο μέτωπο του ευρωατλαντισμού. Από την άλλη βρίσκεται το μέτωπο του ευρασιανισμού με κέντρο τη Ρωσία που επιχειρεί μια πολυπολική αναδιάταξη της παγκόσμιας ισχύος με διασφάλιση της οικονομικο/πολιτικής κυριαρχίας των κρατών. Η σύγκρουση αυτή είναι η κυρίαρχη αντίθεση της περιόδου και υπερκαθορίζει το σύστημα των υπόλοιπων πλανητικών και, ταυτόχρονα, περιφερειακών αντιθέσεων , συγκρούσεων και εμφυλίων (Συρία, Ουκρανία, Γεωργία, Κορεατική Χερσόνησο κλπ). Ιδιαίτερα, η στρατηγική αξία της Συρίας, και γενικότερα οι χώρες της Ανατολικής Μεσογείου καθίστανται πιο σημαντικές σήμερα σε σύγκριση με την περίοδο του λεγόμενου «Ψυχρού Πολέμου». Διαμορφώνεται έτσι μια νέα διεθνο-πολιτική πραγματικότητα, με εξελίξεις που επηρεάζουν και τις δύο ακτές της Μεσογείου (ευρωπαϊκές και αφρικανικές), την Αραβική Χερσόνησο, τα Βαλκάνια αλλά και τον Καύκασο. Γεωπολιτικά οφείλουμε αυτό τον χώρο να τον αντιμετωπίσουμε ως μια ενιαία περιοχή, υψίστης στρατηγικής αξίας, αλλά με χαρακτήρα επιδεινούμενης αστάθειας. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ειδικότερα αυτή την περίοδο παλιές ισχυρές συμμαχίες ανατρέπονται και δημιουργούνται νέες με επίκεντρο τα κοινά συμφέροντα. Μολοταύτα, αυτή η αναδιάταξη δημιουργεί όχι μόνο επιδεινούμενη αστάθεια αλλά ταυτόχρονα οδηγεί -σε πλείστες περιπτώσεις- σε πολιτική αποσταθεροποίηση της περιοχής. Τούτου δοθέντος, θα λέγαμε πως η επικίνδυνη κλιμάκωση της συριακής κρίσης αποτυπώνει τη χρεοκοπία της πολιτικής των ΝΑΤΟικών κρατών στην περιοχή, τα οποία - σύμφωνα με σχετικές αναλύσεις - ενίσχυσαν πολιτικά και στρατιωτικά ομάδες της αντιπολίτευσης στον Άσαντ, υπολογίζοντας ότι το καθεστώς θα έπεφτε γρήγορα και ότι θα έδιωχναν τους Ρώσους από το μοναδικό έρεισμά τους στη Μεσόγειο, είδαν όμως να κυριαρχούν στους κόλπους της ένοπλης αντιπολίτευσης οι φανατικοί τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους και της Αλ Κάιντα, που στράφηκαν εναντίον τους. Σε συνδυασμό με το διογκούμενο προσφυγικό κύμα από τη Συρία, το βέβαιο είναι πως πρέπει να αποκλειστεί η στρατιωτική και να εκκολαφθεί μόνο πολιτική λύση στο συριακό πρόβλημα, χωρίς ΝΑΤΟικές επεμβάσεις και κηδεμονίες, που απειλούν να διαλύσουν τη χώρα ή να τη μετατρέψουν σε εστία προτεκτοράτων.

17


Εν πάση περιπτώσει, είναι ευδιάκριτος ο συνασπισμός στρατιωτικοπολιτικής επέμβασης εντός του οποίου καταγράφεται η εκκόλαψη αφενός του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, αφετέρου η άρθρωση της ΝΑΤΟικής ηγεμονίας, ειδικότερα μέσω της «νέας» στρατηγικής του. Το εμφύλιο πρόβλημα της Συρίας, υποδεικνύει και αποδεικνύει ότι η ασταθής ισορροπία συμβιβασμών, ως παράγωγο του διεθνούς γεωπολιτικού ανταγωνισμού και των αντιθέσεων-αντιφάσεων των εμπλεκόμενων κρατών στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, έχει οδηγήσει σε μια ευδιάκριτη πλέον ηγεμονική αστάθεια. Σύσσωμες οι φερόμενες ως περιφερειακές δυνάμεις του χώρου της Μέσης ερμηνεύουν τις φρικαλεότητες και τις συρράξεις μέσα από έναν παραμορφωτικό καθρέφτη. Η εν λόγω ερμηνεία και, κυρίως, η προσφυγή στην πολεμική δράση κάθε άλλο παρά ευνοεί την αποκλιμάκωση της κρίσης. Τουναντίον, τείνει ηθελημένα σε ένα αρμαγεδονικό σύμπλεγμα με κυρίαρχο πυρήνα τη στρατιωτικοποίηση των διεθνών σχέσεων και της εξωτερικής (και όχι μόνο) πολιτικής. Ενδεχομένως αυτή η στρατιωτικοποίηση ξεκίνησε πριν καλά ξεσπάσουν οι τρομοκρατικές θηριωδίες και οι τοπικοί ή περιφερειακοί πόλεμοι. Θα ισχυριζόμαστε πως ακόμα και όσοι αναλαμβάνουν ευθύνες δράσης ως πάροχοι ασφάλειας (security providers), έχει αποδειχθεί εν τοις πράγμασι πως το διακηρυκτικό τους προκάλυμμα δεν μπορεί να (συγ)καλύψει τον επεμβατικό – μιλιταριστικό τους ρόλο προκειμένου να διασφαλίσουν ή/ και μεγιστοποιήσουν ενεργειακούς πόρους και εμπορικούς διαύλους. Με άλλα λόγια, η νεωτερική στρατιωτικοποίηση, ενδεδυμένη πλείστες φορές με τον μανδύα του ανθρωπιστικού προβληματισμού, αποκτά πολύμορφες διαστάσεις συμπράττοντας είτε στην εκτράχυνση της καθημερινής ζωής είτε σε έκρυθμες καταστάσεις που, με τη σειρά τους, όχι μόνο ενισχύουν αλλά και εκκολάπτουν κάθε είδους φονταμενταλισμό και ολοκληρωτισμό. Είναι τυχαίο, άλλωστε, το γεγονός πως οι εξαγωγές ευρωπαϊκών όπλων στη Μέση Ανατολή αυξήθηκαν κατά €1 δις, αγγίζοντας τα 9 δις; Σε κάθε περίπτωση, η αύξηση των εξοπλισμών συμβάλλει στη συγκρουσιακή τάση-στάση περιφερειακών και μη δυνάμεων, διαμορφώνοντας στη Μέση Ανατολή ένα αταβιστικό κλίμα θηριωδίας που, εκτός από άγρια ένστικτα, εγκυμονεί κινδύνους μιας γενικευμένης σύρραξης. Το ζήτημα ωστόσο δεν είναι για ποιόν κτυπά η καμπάνα, αλλά η πολιτική

18


Κ ώ σ τ α ς Γο υ λ ι ά μ ο ς

αντιμετώπιση της συστημικής στρατιωτικοποίησης (παθητικής και μη) ή, άλλως, της θεμελιωτικής βίας που διαθέτει όλους εκείνους τους μηχανισμούς δικαιολόγησης, τροποποίησης και νομιμοποίησης των σχέσεων δικαίου στ` όνομα της έκτακτης ανάγκης. Αναμφίβολα, το πρόσχημα της κατάστασης (έκτακτης) ανάγκης χρησιμοποιείται όλο και πιο έντονα από κάθε περιφερειακή και μη δύναμη ως ειδική ‘ρύθμιση’ και ερμηνευτικό δόγμα που της «επιτρέπει» να αναστέλλει την ισχύ του δικαίου και των δημοκρατικών θεσμών, προσφεύγοντας έτσι σε πρακτικές ωμής βίας. Τελικά, βρισκόμαστε μπροστά σε μια ζώνη ανομίας η οποία, ως τέτοια, σηματοδοτεί – ειδικότερα σε συνθήκες κρίσης – τη φυσικοποίηση της σημερινής βαρβαρότητας. Στον πυρήνα αυτής της φυσικοποίησης της βαρβαρότητας είναι το νέο δόγμα/στρατηγική του ΝΑΤΟ. Η εν λόγω στρατηγική, ως ηχώ της ευρωπαϊκής συνθήκης της Λισαβόνας, δρομολογεί ένα «νέο απολυταρχισμό» ο οποίος – κατά Etienne Balibar – ευθύνεται για την αυθαίρετη χρήση των διεθνών οργανισμών. Αυτός ακριβώς ο απολυταρχισμός - ως μηχανισμός εξαγωγής βίας, τρομοκρατίας και πολέμων με στόχο την επιβολή του «δόγματος του σοκ» - διασφαλίζει την επέκταση της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης υπό την πολιτική επικράτηση των κυρίαρχων ελίτ. Ειδικά σε ό,τι αφορά στην Κύπρο, στόχο έχει την επιβολή ενός ‘πακέτου’ που άρχισε με την εισβολή και κατοχή της χώρας από τις μνημονιακές δυνάμεις και θα συνεχισθεί οσονούπω με τη ΝΑΤΟικών προδιαγραφών «λύση» του κυπριακού. Ήδη το ΝΑΤΟ έχει απαιτήσει από την Κύπρο να μην εκμεταλλευτεί το φυσικό αέριο πριν από την εύρεση λύσης του κυπριακού. Εν κατακλείδι, το διαφαινόμενο ΝΑΤΟικό δρομολόγιο στη διαδικασία επίλυσης του κυπριακού αποτελεί μια ωρολογιακή βόμβα για τη χώρα μας. Τούτων δοθέντων, η γεωπολιτική αποτελεί τον θεματικό πυρήνα του ευρύτερου χώρου της Μεσογείου, παράλληλα όμως καθορίζει αυτά καθαυτά τα θέματα ολόκληρης της περιοχής.

19


Στην εποχή της βαρβαρότητας Προς τούτο έχουμε χρέος να ερευνήσουμε σοβαρά όλα τις γεωπολιτικές εξελίξεις με βάση: (α) την κατανομή ισχύος, (β) τις σφαίρες επιρροής σε ‘ζωτικούς χώρους’ για όσα κράτη ασκούν ηγεμονική πολιτική , (γ) το νέο περιβάλλον ασφάλειας διεθνώς, και (δ) τις γεωπολιτικές εξελίξεις-διαμάχες στην Ανατολική Μεσόγειο. Τελικά και οι 4 αυτές περιπτώσεις υπονομεύουν την ειρηνική συνύπαρξη κρατών, την συμμετρική ανάπτυξη αλλά και τη δράση εργατικών δυνάμεων.

20


Ετήσια Επιθεώρηση Ιστορίας, Κοινωνίας και Πολιτικής, Τεύχος 2, σσ. 21-34, 2016

Μουράτ Ισσί1

Το ζήτημα του Κουρδιστάν Η διαμόρφωση της εθνικής κουρδικής ταυτότητας έχει επιταχυνθεί σε σύγκριση με τα προηγούμενα 100 χρόνια. Όταν οι πρώτοι Κούρδοι διανοούμενοι προσπαθούσαν να πείσουν τους Κούρδους ότι είναι οι ίδιοι ιδιοκτήτες του γεωγραφικού τους χώρου, τo ημερολόγιο έδειχνε την απαρχή του 20ου αιώνα (1898-1918), ενώ η πρώτη κουρδική σημαία καταγράφηκε στα γραπτά των δυτικών που κατασκόπευαν την περιοχή το έτος 1921. Κανένας όμως στα προηγούμενα 100 χρόνια δεν είχε τολμήσει να καταγράψει την πορεία μίας ενιαίας εθνικής κουρδικής ταυτότητας διότι κάτι τέτοιο δεν υπήρχε. Έτσι, η κουρδική γεωγραφία κατακερματίσθηκε σε τέσσερα κράτη με τις υπογραφές της Συνθήκης της Λωζάνης (1923). Το Κουρδιστάν, που βρισκόταν υπό τον έλεγχο των Οθωμανών και των Περσών από το 16ο αιώνα, τώρα πια θα περνούσε στο έλεγχο τεσσάρων κρατών: δύο μέσω τεχνητών συνόρων -Ιράκ και Συρία- και δύο μέσω των παρελθοντικών αυτοκρατορικών συνόρων -Τουρκία και Ιράν. Κάθε κράτος χάραξε τη δική του πολιτική για τα εδάφη του κι έτσι, στο πέρασμα των 100 χρόνων, το κάθε κομμάτι του Κουρδιστάν ακολούθησε διαφορετική εξέλιξη και πορεία. Η σημερινή κατάσταση του Κουρδιστάν και των Κούρδων, λίγο πριν την επέτειο των 100 χρόνων από τη μυστική Συμφωνία ΣάικςΠικό (Sykes-Picot, 1916), που διαμέλιζε και μοίραζε τις ανατολικές και νοτιοανατολικές οθωμανικές περιοχές (κυριολεκτικά ολόκληρο το Κουρδιστάν), σε σχέση με τα προηγούμενα 100 χρόνια, είναι πλέον αγνώριστη. Χωρίς να υπάρχει κάποια επίσημη απογραφή, ο πληθυσμός των Κούρδων σε όλον τον πλανήτη υπολογίζεται σε 40-45 εκατομμύρια. Εκτιμάται ότι 8-10% του πληθυσμού είναι απόφοιτοι πανεπιστημίων.

1 Δρ. Πολιτικών Επιστημών και Ιστορίας, Κέντρο Έρευνας Νεότερης Ιστορίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο.

21


Το ζήτημα του Κουρδιστάν

Οι Κούρδοι είναι ο δεύτερος λαός σε αριθμό προσφύγων / μεταναστών σε όλον τον κόσμο μετά τους Παλαιστινίους. Η πλειονότητα των Κούρδων βρίσκεται στο Κουρδιστάν. Θα μπορούσαμε έτσι να προβούμε σε μια σχετική εκτίμηση για την κατανομή των Κούρδων ως εξής: 20% στην Τουρκία, 10-12% στο Ιράν, 18-20% στο Ιράκ και 3-5% στη Συρία. Οι Κούρδοι σήμερα έχουν έντονη παρουσία, τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο, σε όλες τις κοινωνικές, πολιτικές, θρησκευτικές, πολιτιστικές και άλλες δραστηριότητες στις χώρες όπου ζουν, και προσπαθούν να έχουν παρέμβαση στα γεγονότα. Τίθεται συνεπώς το εξής ερώτημα: Αναμφισβήτητα οι πόλεμοι που διεξάγονται στη Μέση Ανατολή δεν είναι άσχετοι με το μέλλον των Κούρδων. Κατά συνέπεια, ποια είναι η θέση των Κούρδων σε όλα αυτά τα γεγονότα; Θα καθοριστεί τελικά το μέλλον των Κούρδων από αυτές τις εξελίξεις ή μήπως οι Κούρδοι θα βρεθούν ξανά στη θέση να αποφασίζουν άλλοι για το μέλλον τους, όπως έγινε με τη Συμφωνία Σάικς-Πικό ή της Λωζάνης; Ο συμπρόεδρος του Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών (HDP), Σελαχατίν Ντεμίρτας, έδωσε την απλή και άμεση απάντηση λέγοντας: «Οι Κούρδοι δεν είναι ανοργάνωτοι όπως την εποχή της Συμφωνίας Σάικς-Πικό. Είναι πλέον οργανωμένοι και, στη νέα διαμόρφωση της Μέσης Ανατολής, θα πρέπει να έχουν τον κύριο λόγο. Διότι ο καβγάς γίνεται ξανά στα εδάφη των Κούρδων».2 Το κύριο θέμα που θα απασχολήσει τον συγγραφέα του παρόντος κειμένου είναι η θέση του Κουρδιστάν (ακόμα και οι κουρδικές πολιτικές οργανώσεις) απέναντι στις ραγδαίες εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα στη Μέση Ανατολή (αλλά και στην Τουρκία). Κατ’ αρχάς, οι μελέτες ή οι αναλύσεις που έχουν στο επίκεντρό τους την κατάσταση των Κούρδων ξεχωριστά σε κάθε κράτος όπου ζουν στη Μέση Ανατολή, δεν θα έχουν τα επιθυμητά πολιτικά ή επιστημονικά αποτελέσματα. Θεωρώ ότι κάθε χώρα έχει πάψει να έχει το δικό της ξεχωριστό «Κουρδικό πρόβλημα», διότι το θέμα έχει πλέον διαμορφωθεί σε ένα γενικότερο «Ζήτημα του Κουρδιστάν». Δεν υπάρχουν πια οι μεμονωμένες, ανεξάρτητες (αποικιο)κρατικές πολιτικές γραμμές για το Κουρδιστάν στη Μέση Ανατολή. Υπάρχουν δεκάδες, ίσως εκατοντάδες, πολιτικά γεγονότα που θολώνουν την έννοια των «επίσημων» συνόρων στην Μέση Ανατολή. 2 http://foreignpolicyblogs.com/2012/12/17/the-kurdish-issue-in-turkey-an-interviewwith-selahattindemirtas/

22


Μουράτ Ισσί Για παράδειγμα, η ίδρυση και η ενίσχυση του «Ισλαμικού Κράτους» έφερε την ντε-φάκτο «ακύρωση» των συνόρων Ιράκ-Συρίας, με αποτέλεσμα να διασχίζουν την περιοχή κάθε είδους τακτικά ή άτακτα κουρδικά στρατεύματα μεταξύ της Συρίας και του Ιράκ χωρίς να δίνουν λογαριασμό σε κανέναν. Παράλληλα, πραγματοποιούνται κάθε είδους επίσημες, και μη, «τουρκικές» αποστολές μεταξύ των τριών συνόρων της Τουρκίας (Τουρκίας-Ιράκ-Συρία), χτυπιούνται ή καταρρίπτονται πολεμικά αεροσκάφη ή ελικόπτερα στα διάφορα σύνορα, οι ιρανικές χερσαίες στρατιωτικές δυνάμεις πολεμούν μέσα στα εδάφη της Συρίας, η Τουρκία χωρίς να δώσει λογαριασμό, ή να ζητήσει άδεια από την ιρακινή κυβέρνηση, ίδρυσε την δική της στρατιωτική βάση κοντά στην πόλη Μοσούλη.

Η χώρα των Κούρδων βρίσκεται ενώπιον μεγάλων πολιτικών εξελίξεων και ανακατατάξεων. Σύμφωνα με τον Πρόεδρο της Κουρδικής Περιφερειακής Κυβέρνησης του Ιράκ (δηλαδή του νότιου Κουρδιστάν), Μεσούντ Μπαρζανί, οι Κούρδοι πολεμούν με το Ισλαμικό Κράτος σε μία συνεχόμενη ζώνη 1900 χλμ., από τις βόρειες περιοχές της Βαγδάτης προς τη Μουσούλη και Σεγκάλι (περιοχή των Κούρδων Ιεζιδών, που πρόσφατα απελευθερώθηκε από τις κουρδικές δυνάμεις χωρίς την υποστήριξη αεροπορικών δυνάμεων) και από εκεί προς το συριακό κομμάτι, στις νότιες περιοχές των κουρδικών καντονιών (Αλ Τζαζίρα, Γκρέ Σπί και Κομπάνε) έως τις όχθες του ποταμού Ευφράτη. Εκεί, η ζώνη διακόπτεται για περίπου 90-100 χλμ., και μετά συνεχίζεται από τα βορειότερα σημεία του Χαλεπιού έως τις δυτικές και νότιες περιοχές του κουρδικού καντονιού Αφρίν (στα δυτικά σύνορα της περιοχής Χατάϊ / Αλεξανδρέττα της Τουρκίας). Σε όλη

23


Το ζήτημα του Κουρδιστάν

αυτή τη ζώνη, οι κουρδικές δυνάμεις έχουν αποδείξει σε όλον τον κόσμο ότι είναι η μοναδική χερσαία ομοιογενής δύναμη εναντίον του Ισλαμικού Κράτους. Για να αποκτήσουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για το Κουρδιστάν θα πρέπει να λάβουμε υπόψη τις πολεμικές συγκρούσεις του τουρκικού κράτους με τους Κούρδους αντάρτες σε 23 πόλεις στα ανατολικά και νοτιοανατολικά της Τουρκίας, τις συχνές αεροπορικές επιθέσεις των τουρκικών αεροπορικών δυνάμεων σε θέσεις ανταρτών στις βόρειες περιοχές του βόρειου Ιράκ (του νότιου Κουρδιστάν) και τις τελευταίες επιθέσεις των ιρανικών δυνάμεων στις κουρδικές πόλεις του Ιράν.

Δημογραφική Κατάσταση Ταυτόχρονα, οι αυξημένες συγκρούσεις και οι πόλεμοι προκαλούν δημογραφικά ζητήματα που χρήζουν ακαδημαϊκής ανάλυσης και ερμηνείας. Οι εμφύλιοι πόλεμοι που μετατράπηκαν σε γεωπολιτικούς πολέμους γίνονται η αιτία μετανάστευσης εκατομμυρίων ανθρώπων. Το ζήτημα του Κουρδιστάν δεν αφορά μόνο το νότιο Κουρδιστάν, δηλαδή την Περιφερειακή Κουρδική Κυβέρνηση του Ιράκ, αλλά τόσο το νοτιοδυτικό (Συρία) όσο και το βόρειο Κουρδιστάν (Τουρκία). Μια πρώτη εκτίμηση μας οδηγεί στη διαπίστωση ότι ο αριθμός των σουνιτών Αράβων στο Κουρδιστάν έχει ήδη ξεπεράσει τον συνολικό πληθυσμό μερικών αραβικών χωρών. Συγκεκριμένα: Ιράκ Σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR), το δεύτερο μεγαλύτερο κύμα προσφύγων μετά το 2003 (εισβολή των δυτικών συμμαχικών δυνάμεων στο Ιράκ) δημιουργήθηκε μετά τον Απρίλιο του 2008, όταν μετανάστευσαν 4,7 εκατομμύρια Ιρακινοί Άραβες. Εκτιμάται ότι 2 εκατομμύρια από αυτούς προσέφυγαν στο νότιο Κουρδιστάν (ΚΚΟ). Σύμφωνα με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, μεταξύ Ιουνίου 2014 και Οκτωβρίου 2015, περίπου 3.200.000 άτομα άλλαξαν τόπο κατοικίας. Μερικές κωμοπόλεις του νότιου Κουρδιστάν έχουν ήδη Αραβοποιηθεί (όπως η περιοχή των χριστιανών Κούρδων Σακλάβα) διότι οι προσφυγικοί καταυλισμοί με τον καιρό αδειάζουν και οι οικογένειες εξαπλώνονται σε διάφορα μέρη του Κουρδιστάν (βόρειο, νότιο

24


Μουράτ Ισσί ή νοτιοδυτικό). Εάν η γεωπολιτική χαραχθεί σύμφωνα με το κριτήριο των απογραφών και βραχυπρόθεσμα δεν ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα από τις κεντρικές κυβερνήσεις, τότε μπορούμε να πούμε ότι μακροπρόθεσμα το Κουρδιστάν θα αντιμετωπίσει διάφορα ζητήματα λόγω των μικτών χώρων Κούρδων και Αράβων. Σε αυτό το σημείο πρέπει να σημειωθεί ότι η κουρδική κυβέρνηση του βόρειου Ιράκ (ΚΚΟ), συνειδητοποιώντας τον μελλοντικό κίνδυνο, θέσπισε τον εξής νόμο: «Τα τέκνα των αραβικών οικογενειών που γεννήθηκαν μετά τη μετανάστευση των γονέων τους το 2011 στο Κουρδιστάν, δεν θα λογίζεται ότι έχουν τόπο γέννησης το Κουρδιστάν αλλά τον τόπο γέννησης των γονέων τους». Συρία Σύμφωνα με την UNHCR, μετά την έναρξη του «συριακού» πολέμου (15 Μαρτίου 2011) περίπου 7.600.000 άτομα έχουν μεταναστεύσει εντός και εκτός της χώρας. Περίπου 2.200.000 άτομα από αυτά εγκαταστάθηκαν στο βόρειο Κουρδιστάν (πόλεις Αντέπ και Ουρφά). Σύμφωνα πάλι με την UNHCR, μόνο 6% αυτού του πληθυσμού κατέληξε στην ευρωπαϊκή ήπειρο και η διευκόλυνση της μετάβασής των προσφύγων αποτελεί εργαλείο στα χέρια της Τουρκίας. Με άλλα λόγια, η Τουρκία, διευκολύνοντας την πρόσβαση των προσφύγων προς την Ευρώπη, προσπαθεί να φέρει σε δύσκολη θέση τις ευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις στο θέμα της «ζώνης ασφαλείας» στο βόρειο τμήμα της Συρίας. Η πιθανή ύπαρξη ζώνης ασφαλείας θα εμποδίσει την ένωση των κουρδικών καντονιών στη βόρεια Συρία, με αποτέλεσμα να συνεχιστεί η «ομαλή» υποστήριξη των ριζοσπαστικών ισλαμικών δυνάμεων, οι οποίοι έχουν ως «βασικό καθήκον» να επιτεθούν στα κουρδικά καντόνια, από την μοναδική βόρεια γραμμή της Τουρκίας. Βέβαια το δημογραφικό παιχνίδι της Τουρκίας δεν σταματάει εδώ: α) Οι περισσότεροι πρόσφυγες που ‘περνούν’ στην Ευρώπη είναι Κούρδοι της βόρειας Συρίας, β) Ταυτόχρονα, με την προσπάθεια μείωσης του κουρδικού πληθυσμού στα κουρδικά εδάφη, προσπαθούν, με τη βοήθεια μυστικών αποστολών, να αυξήσουν τον αριθμό των Αράβων στις περιοχές όπου επιθυμούν να δημιουργήσουν ζώνη ασφαλείας. Για παράδειγμα, από το καντόνιο του Κομπάνε έως (παράλληλα) τα τουρκικά σύνορα το ποσοστό του αραβικού πληθυσμού έχει αυξηθεί από 7% σε 25%. Σύμφωνα με τις τελευταίες επιθέσεις των δυνάμεων της Συρίας, χιλιάδες Τουρκμάνοι έχουν μεταναστεύσει προς την Τουρκία (νότια της Αλεξανδρέττας). Το ρωσικό πολεμικό αεροσκάφος καταρρίφθηκε σε αυτές τις επιχειρήσεις.

25


Το ζήτημα του Κουρδιστάν

Σημ. Δεν εμφανίζονται οι τελευταίες εξελίξεις στο χάρτη. Η πόλη Tal Abyad είναι πια στα χέρια των κουρδικών δυνάμεων και έχει ήδη ανακηρυχθεί ότι ανήκει στο καντόνι του Κομπάνε.

Το Κουρδιστάν, στο μέσο όλων αυτών των αναταραχών, βρίσκεται στην εξής κατάσταση: α) Το βόρειο κομμάτι του Κουρδιστάν (Τουρκία) χαρακτηρίζεται από την πόλωση που προκαλεί το ντε-φάκτο «προεδρικό σύστημα» του Ερντογάν και η προσπάθεια υπερσυγκέντρωσης των εξουσιών στο πρόσωπό του. Η Τουρκία βαθμιαία γίνεται πιο αυταρχική και αυτή η πολιτική επιλογή του κράτους του ΑΚΡ αντικατοπτρίζεται στην κουρδική πολιτική με δύο μορφές:

26


Μουράτ Ισσί 1. Η Τουρκία περνάει από μία πλήρη «συνειδητοποιημένη», «προγραμματισμένη» κρίση ταυτότητας σχετικά με την κουρδική πολιτική, η οποία είναι πιο δυνατή από ποτέ. 2. Η επιλογή του κράτους του ΑΚΡ επιταχύνει την αναγκαστική πόλωση των κουρδικών και τουρκικών κοινωνιών, με αποτέλεσμα η κουρδική εθνική ταυτότητα που διαμορφώνεται από την οθωμανική περίοδο να φτάσει σε κορυφαία επίπεδα. β) Το ανατολικό κομμάτι (Ιράν) βιώνει μία απίστευτη κρίση ταυτότητας μεταξύ των δυτικών και ανατολικών κοινωνικών αξιών, γεγονός που επηρεάζει άμεσα το δυτικό κομμάτι της χώρας (Κουρδιστάν), το οποίο δεν είναι τίποτα άλλο από το μέρος συγκεκριμένων φιλοδυτικών αξιών των πολιτών, όπως η ελευθερία, η δικαιοσύνη και η ισότητα. Η εκεχειρία που υπάρχει μεταξύ των κουρδικών δυνάμεων και του ιρανικού στρατού θεωρητικά λειτουργεί. Στην πράξη όμως, εδώ και ένα χρόνο ο ιρανικός στρατός πραγματοποιεί επιθέσεις κατά των ανταρτών του Κόμματος της Ελεύθερης Ζωής του Κουρδιστάν (PJAK – Partîya Jîyana Azad Kurdistan).3 Από την άλλη, το ιρανικό κατεστημένο συνεχίζει τους απαγχονισμούς Κούρδων πολιτικών κρατουμένων ως αντίποινα. γ) Το νότιο κομμάτι (Ιράκ) δεν έχει βγει από το χάος του 2003 (το οποίο ξεκίνησε το 1991) που προκάλεσαν οι δυτικές συμμαχίες υπό την ηγεσία των ΗΠΑ. Σε αυτό το κομμάτι του Κουρδιστάν, οι Κούρδοι αναγνωρίζονται συλλογικά και έχουν θεσμοποιηθεί δια νόμου. Οργανώνονται υπό την ομπρέλα της Κουρδικής Περιφερειακής Κυβέρνησης του Ιράκ / KRG. Είκοσι τρία χρόνια μετά τις πρώτες ελεύθερες εκλογές στο νότιο Κουρδιστάν, οι Κούρδοι της περιοχής εξακολουθούν να διέρχονται μεγάλές οικονομικές και πολιτικές κρίσεις. Ανάμεσα όλες αυτές τις κρίσεις βρίσκονται η αδυναμία εκλογής Προέδρου εδώ και 8-9 μήνες, η ανοικτή κοινοβουλευτική πίεση του PDK στα άλλα κόμματα και η απαγόρευση εισόδου των άλλων κομμάτων του κουρδικού κοινοβουλίου από το λάβουν μέρος στην εκτελεστική εξουσία. Η εν λόγω κίνηση διαβάστηκε και ως πραξικόπημα του PDK ενάντια των άλλων πολιτικών κομμάτων. «Διαβάστηκε ως πραξικόπημα» διότι με απλές κινήσεις του κυρίαρχου κόμματος της κουρδικής κυβέρνησης διαγράφηκε το GORAN από την κουρδική κυβέρνηση. Από την άλλη, η οικονομική διαφθορά των πολιτικών και επιχειρηματικών προσώπων έχουν φέρει στο χείλος γκρεμού την κουρδική κυβέρνηση. 3

Το PJAK ιδρύθηκε το 2003 και θεωρείται ως το ιρανικό παρακλάδι του ΡΚΚ.

27


Το ζήτημα του Κουρδιστάν

δ) Στο νότιο και νοτιοδυτικό κομμάτι (Συρία), de facto νομιμοποιείται η διοικητική παρουσία των Κούρδων, επωφελούμενο από την κατάσταση πολέμου στην οποία βρίσκεται η χώρα. Μέσα σε όλες αυτές τις ραγδαίες εξελίξεις της Μέσης Ανατολής θα προσδοκούσε κανείς πως θα υπήρχε ενότητα μεταξύ των κουρδικών δυνάμεων σε όλο τον κόσμο ή τουλάχιστον στις εμπόλεμες περιοχές. Δυστυχώς, όμως, οι κουρδικές δυνάμεις δεν χαράσσουν μία ενιαία πολιτική με στόχο ένα εθνικό συνέδριο που θα μπορούσε να αγκαλιάσει όλο το Κουρδιστάν. Οι Κούρδοι δεν ήταν ενωμένοι ούτε στη διάρκεια της ιστορικής περικύκλωσης της πόλης Κομπάνε, ούτε όταν οι φονταμενταλιστές κατέλαβαν την περιοχή των Ιεζιδών Κούρδων, οι οποίοι σφάχτηκαν, απήχθηκαν και εκδιώχθηκαν. Ούτε ακόμα μετά από 1,5 χρόνο, όταν επιτέλους η περιοχή αυτή απελευθερώθηκε. Δεν ενώνονται -ή δεν τους αφήνουν ακόμα να ενωθούν- οι τουρκικές στρατιωτικές και αστυνομικές δυνάμεις. Περικυκλώνουν και βομβαρδίζουν κυριολεκτικά με στρατιωτικά άρματα τις κουρδικές κωμοπόλεις και πόλεις. Η τουρκική αντι-κουρδική πολιτική έχει φτάσει πια σε ένα άνευ προηγουμένου επίπεδο. Μετά τις εκλογές της 7ης Ιουνίου 2015, οι στρατιωτικές ειδικές δυνάμεις, και οι μονάδες της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας του τουρκικού κράτους (ή του «Παλατιού Ερντογάν»;), αρχικά ανακοινώνουν την απαγόρευση της κυκλοφορίας χωρίς ημερομηνία λήξης λόγω της ύπαρξης «κούρδων τρομοκρατών» σε μία πυκνοκατοικημένη περιοχή, περικυκλώνουν όλη την περιοχή με στρατιωτικά άρματα και κυριολεκτικά βομβαρδίζουν τις κατοικίες. Οι αριθμός των πόλεων έχει φτάσει έως τώρα τους 8 και σε ολόκληρη την Τουρκία δεν υπάρχει καμιά σημαντική αντίσταση σε αυτήν την κρατική πολιτική. Το θέμα όμως δεν είναι μονάχα οι αντιδράσεις των μαζών αλλά και η στάση των ίδιων των κουρδικών δυνάμεων. Οι Κούρδοι δεν είναι ενωμένοι ακόμα απέναντι στον εισβολέα. Η έλλειψη ενότητας, ή η φαινομενικά διαφοροποιημένη στάση μεταξύ των κουρδικών πολιτικών δυνάμεων, δεν είναι άσχετη με τη γενική κατάσταση του Κουρδιστάν και της Μέσης Ανατολής. Ο εσωτερικός ανταγωνισμός και η πάλη για εξουσία ανάμεσα στους Κούρδους ηγέτες έχουν άμεση σχέση με το ευρύτερο πολιτικό γίγνεσθαι. Πριν στρέψουμε το ενδιαφέρον μας προς τις εσωτερικές πολιτικές «μάχες» των Κούρδων, πρέπει να σημειώσουμε ότι η κατάσταση των κουρδικών οργανώσεων και οι δια«κρατικές» τους σχέσεις αποδεικνύουν ακόμα μία φορά ότι η έννοια του

28


Μουράτ Ισσί εσωτερικού «κουρδικού» θέματος της κάθε χώρας παύει πια να υφίσταται, όπως αναφέραμε πιο πάνω. Ας εξετάσουμε όμως τα πράγματα πιο αναλυτικά: Η εσωτερική κουρδική πολιτική διαμορφώνεται πια από δύο κουρδικές πολιτικές δυνάμεις: το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (ΡΚΚ – Partîya Karkerên Kurdistan) και το Δημοκρατικό Κόμμα του Κουρδιστάν ((PDK – Partîya Demokratîqa Kurdistan). Τα υπόλοιπα (τουλάχιστον είκοσι) κόμματα σε όλα τα τέσσερα κομμάτια του Κουρδιστάν αποτελούν «δορυφόρους» των δύο συγκεκριμένων κομμάτων. Και τα δύο κόμματα (PKK-PDK) επηρεάζονται από άλλες δυνάμεις της περιοχής και προσπαθούν να δημιουργήσουν τα «υποκαταστήματα» τους στα άλλα κομμάτια του Κουρδιστάν. Έτσι, πολλές φορές έρχονται αντιμέτωπα το ένα με το άλλο λόγω των συνεργασιών τους με τις κυρίαρχες δυνάμεις της κάθε χώρας. Σχεδόν όλες οι υπόλοιπες πολιτικές εξελίξεις περιστρέφονται γύρω από αυτόν το συγκεκριμένο ανταγωνισμό. Στο παιχνίδι της κυριαρχίας στο Κουρδιστάν έχουν εμπλακεί πολύ ενεργά μη κουρδικές δυνάμεις, όπως τουρκικές, ιρανικές, ιρακινές, συριακές και τελευταία αμερικανικές και οι ρωσικές δυνάμεις, όχι μόνο σε σχέση με το θέμα του Ισλαμικού Κράτους αλλά και των διάφορων γεωπολιτικών, και άλλων, ανταγωνισμών. Οι εξελίξεις είναι τόσο ραγδαίες και τόσο αλληλένδετες που είναι αδύνατο να μελετά κανείς ένα γεγονός ανεξάρτητα από κάποιο άλλο, έστω και αν αυτό με την πρώτη ματιά φαίνεται άσχετο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το προσφυγικό πρόβλημα της Ευρώπης. Πιο συγκεκριμένα, όπως αναφέραμε και πιο πάνω, μετά την έναρξη του «συριακού» πολέμου, δηλαδή, εδώ και περισσότερα από τέσσερα χρόνια, εκατομμύρια πρόσφυγες έχουν κατευθυνθεί προς βόρειες περιοχές. Πάνω από 70- 80% των προσφύγων παραμένουν ακόμη στις ίδιες περιοχές, στα τρία κομμάτια του Κουρδιστάν (Συρία, Ιράκ, Τουρκία) και σε όλη την υπόλοιπη Τουρκία. Το ερώτημα που τίθεται είναι: Γιατί αυτοί οι άνθρωποι μετακινούνται με τόσο απίστευτη ευκολία, ταχύτητα και μαζικότητα μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα προς την Ευρώπη, ενώ τόσον καιρό παρέμεναν σταθεροί και το παράνομο πέρασμα τους εντασσόταν στα πλαίσια των «κανονικών» ρυθμών; Τι είδους αλλαγές μεσολάβησαν και τους ώθησαν προς τη Δύση; Και το πιο σημαντικό: Γιατί τώρα;

29


Το ζήτημα του Κουρδιστάν

Το θέμα έχει άμεση σχέση με τις εξελίξεις στη Συρία και στο εσωτερικό της Τουρκίας. Μπορεί να φαίνεται ότι ο πρόεδρός της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας της Τουρκίας έχει κερδίσει τις τελευταίες εκλογές με δυσκολία αλλά σίγουρα εσωτερικά έχασε τη θεμιτή βάση της μισής του κοινωνίας. Χάνει επίσης στην εξωτερική του πολιτική -κυρίως στη Συρία και σε όλα τα κομμάτια του Κουρδιστάν. Οι Κούρδοι της Συρίας, και οι δυνάμεις που αλληλοστηρίζονται με τους Κούρδους, αποκτούν νέα εδάφη στο βόρειο τμήμα της Συρίας. Αυτό, αυτόματα δημιουργεί, ή απαιτεί, αλλαγή πολιτικής της Τουρκίας απέναντι στις δυνάμεις που υποστηρίζει η ίδια και στηρίζει ενεργά εντός της Συρίας, οι οποίες έχουν αποδειχθεί πολλές φορές πως είναι οι διάφορες ριζοσπαστικές ισλαμικές (σουνιτικές) οργανώσεις. Ο στόχος της Τουρκίας ήταν/είναι ο εξής: πρώτον, να δημιουργηθεί ένα μέτωπο εναντίον του συριακού κράτους, και δεύτερο, να καταστραφούν -ή αν γίνεται να εξαφανιστούν από προσώπου γης- οι θεσμοί των Κούρδων. Αυτοί οι θεσμοί, είτε ονομάζονται ως καντόνια (άρα ενός τύπου κρατική μορφή), είτε απλές οργανώσεις, δεν παύουν να είναι ένδειξη της συλλογικής προσπάθειας των Κούρδων. Η παρουσία του δεύτερου Κουρδιστάν στα νότια σύνορα της Τουρκίας θα ξυπνήσει στην τουρκική κοινωνία το Σύνδρομο των Σεβρών από τη μια, αλλά, ταυτόχρονα, θα θέσει σε κίνδυνο τη θεσμική ύπαρξη του κλασικού τουρκικού κράτους, που στηρίζεται σε κλασικές αρχές από την ίδρυση του, όπως για παράδειγμα στην αντικουρδική και αντικομουνιστική πολιτική.

30


Μουράτ Ισσί

Το θέμα είναι πολύ απλό για το τουρκικό κατεστημένο: πρέπει πάση θυσία να μην υπάρχει θεσμική παρουσία των Κούρδων, κυρίως μία κρατική μορφή που να «αγιοποιήσει» τον αρχιτρομοκράτη Αμπντουλάχ Οτζαλάν. Η Τουρκία δεν κατάφερε να εξουδετερώσει, να εξαφανίσει τα κουρδικά κόμματα και οι Κούρδοι θεσμοθέτησαν την παρουσία τους με την ίδρυση των ελεύθερων καντονιών στη βόρεια Συρία, ανακοινώνοντας το πρώτο καντόνι στις 19 Ιουλίου 2012. Από αυτή την ημερομηνία και μετέπειτα, όλη η προσπάθεια της Τουρκίας επικεντρώθηκε στο να αποτρέψουν την ενοποίηση των καντονιών. Ο πόλεμος του Κομπάνε, για παράδειγμα, είχε αυτό το σκοπό από την αρχή έως το τέλος. Τώρα, το θέμα έχει τεθεί πολύ σοβαρά διότι παραμένει μόνο μια περιοχή για τη συνολική ενοποίηση του συριακού Κουρδιστάν. Τι σημαίνει όμως η ένωση των καντονιών;

31


Το ζήτημα του Κουρδιστάν

Γεωγραφικά: Αλλάζει ο χάρτης της Συρίας και της Τουρκίας. Θα υπάρξουν επισήμως δύο Κουρδιστάν στα νότια της Τουρκίας. Όλο το βόρειο τμήμα της Συρίας [από την Αλεξανδρέττα έως τα σύνορα του KRG (Ιράκ)] θα είναι Κουρδιστάν και θα διοικείται από τους φιλό-ΡΚΚ θεσμούς. Το βόρειο Ιράκ είναι ήδη KRG. Δηλαδή, από την Αλεξανδρέττα έως το Ιράν θα υπάρχουν δύο Κουρδιστάν (κατά τις τουρκικές διοικητικές αρχές θα διοικούνται το μισό από το ΡΚΚ και το άλλο μισό από το ΜπαρζανίKRG). Στα ανατολικά σύνορα της Τουρκίας εδώ και τρεις αιώνες υπάρχει ήδη θεσμοθετημένο (ιρανικό) βιλαέτι Κουρδιστάν. Άρα, την επόμενη μέρα της ενοποίησης των κουρδικών καντονιών στην Συρία, η Τουρκία θα είναι η γείτονα χώρα των τριών Κουρδιστάν (Ιράν, Συρία και Ιράκ).

Γεωπολιτικά: Οι Κούρδοι θα έχουν έξοδο προς στη θάλασσα (70-100 χλμ στο καντόνι του Αφρίν), δηλαδή, θα είναι δυνατή η μεταφορά πετρελαίου και φυσικού αερίου χωρίς τη μεσολάβηση τρίτου. Η λύση (ή η αποφυγή) των παραπάνω «κακών» σεναρίων για την Τουρκία είναι η, με κάθε θυσία, ύπαρξη (δημιουργία) μιας ζώνης ασφαλείας ανάμεσα στα κουρδικά καντόνια. Σύμφωνα με την τουρκική προσέγγιση, η ανακίνηση του ενδιαφέροντος του ευρωπαϊκού κόσμου θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη συμμετοχή της ίδιας της Ευρώπης στο παιχνίδι. Και πως θα γίνει αυτό; Όχι μόνο με την οικονομική στήριξή, αλλά και την πολιτική συμμετοχή των ευρωπαϊκών δυνάμεων στο τραπέζι της κυριαρχίας που σκηνοθετείται στη Συρία και το Ιράκ. Μπορεί αυτό να σημαίνει «φαινομενική» αλλαγή στην πολιτική της Τουρκίας κατά της Συρίας, αλλά, σίγουρα είναι η ήττα του νεο-οθωμανικού οράματος του Νταβούτογλου στην Μέση Ανατολή. Φαίνεται ότι η εικονική φάση του τοπικού «τρίτου» παγκοσμίου πολέμου αλλάζει με την επίσημη συμμετοχή των τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων στις πολιτικές εξελίξεις. Μπορεί ο πρόεδρος των ΗΠΑ στη δήλωση του, μετά τις συνεδριάσεις των G20, να απέκλεισε την πιθανότητα χερσαίας επιχείρησης στη Συρία, αλλά η Τουρκία είναι σε ετοιμότητα για μια πιθανή εισβολή.

32


Μουράτ Ισσί Όπως ανέφερε ο Ερντογάν: «έχουμε και β και γ σενάριο».4 Από τη μια μεριά, η Τουρκία συγκεντρώνει χερσαίες στρατιωτικές δυνάμεις περίπου 55.000 στρατιωτών στα τουρκοσυριακά σύνορα με σκοπό να εισβάλει σε μια συγκεκριμένη περιοχή στα βόρεια της Συρίας (περίπου σε έκταση 90 χ 45 χλμ) για τη δημιουργία μιας ζώνης «ασφαλείας», ενώ από την άλλη πραγματοποιεί χερσαίες και αεροπορικές στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά των Κούρδων ανταρτών εντός και εκτός της Τουρκίας. Ταυτόχρονα «στέλνει» χιλιάδες πρόσφυγες προς την Ευρώπη, δημιουργώντας «ελεύθερα νησάκια» στα δυτικά τουρκικά παράλια (σύμφωνα με τις δηλώσεις τους, οι περισσότεροι πρόσφυγες έχουν επιβιβαστεί στα καράβια σε στρατιωτικές ζώνες) και αφήνοντας ανεξέλεγκτα τα χερσαία και υδάτινα σύνορά της, με σκοπό να τραβήξει την προσοχή των ευρωπαϊκών κρατών στις δήθεν ανησυχίες της Τουρκίας για το ζήτημα της Συρίας. Δηλαδή η Τουρκία προσπαθεί να εκφοβίσει την Ευρώπη με την παρουσία των προσφύγων όπως έδειξαν τα λεγόμενα του Ερντογάν: «Τι θα γίνει εάν οι δύο εκατομμύρια πρόσφυγες ‘βαδίσουν’ προς την Ευρώπη;» Σε τι μπορεί να σκοπεύει όμως το κράτος του Ερντογάν στέλνοντας (ή χαλαρώνοντας τα σύνορα, έτσι ώστε να «κλείνει το μάτι» για το πέρασμα) τόσους χιλιάδες πρόσφυγες στην καρδιά της Ευρώπης; Δεν συνδέονται τα υπόλοιπα γεγονότα της Τουρκίας με το λεγόμενο «προσφυγικό» ζήτημα; Ο πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, έχει αποδείξει πολλές φορές ότι είναι λάτρης της «Θεωρίας του Χάους». Του αρέσει να μη λέει την τελευταία του λέξη από την αρχή και να μη δείχνει ποτέ τα χαρτιά του από την αρχή του παιχνιδιού. Στο παιχνίδι της κυριαρχίας, και κυρίως στο θέμα της ενέργειας, όλοι οι πρωταγωνιστές της τουρκικής πολιτικής στην περιοχή διδάχθηκαν με οδυνηρό τρόπο ότι καμία κίνηση

4 Ένα από αυτά τα σενάρια εμφανίστηκε αμέσως μετά την κατάρριψη του ρωσικού πολεμικού αεροσκάφους. Η Τουρκία, χωρίς να πάρει έγκριση από τις Ιρακινές Αρχές, ξεκίνησε να δημιουργήσει μια στρατιωτική βάση κοντά στην πόλη της Μοσούλης. Ερώτηση: Γιατί η Τουρκία ξεκίνησε μια τέτοια διεθνώς παράνομη και επικίνδυνη εισβολή αυτή τη χρονική στιγμή; Μήπως σχετίζεται με τον κίνδυνο μη μείνει εκτός των συμφωνιών που έγιναν μεταξύ της Ρωσίας-ΗΠΑ για έναρξη επιχείρησης διάσωσης της πόλης από το Ισλαμικό Κράτος; Ή μήπως το θέμα είναι εντελώς διαφορετικό και μας υπενθυμίζει τα «φυσικά» όρια του Μισάκι μιλλί (η Κόκκινη Μιλιά της Τουρκίας); Γιατί και τα νότια όρια της λεγόμενης ζώνης ασφαλείας που θέλει να δημιουργήσει η Τουρκία είναι τα φυσικά όρια του Μισακ-ι Μιλλί.

33


του Ερντογάν δεν είναι αποκομμένη από τις υπόλοιπες, και σχεδόν καμία κίνηση του δεν είναι η τελευταία. Κάθε τόσο δημιουργούνται διάφορες εξελίξεις, σε διάφορες «γωνίες» της τουρκικής πολιτικής, οι οποίες με μια πρώτη ματιά δεν συνδέονται μεταξύ τους, αλλά, στη ροή των εξελίξεων αντιλαμβάνεται κανείς ότι όλα ελέγχονται από το ίδιο κέντρο λήψης αποφάσεων και έχουν άμεση σχέση μεταξύ τους. Από την οπτική γωνία των πολιτικών προσεγγίσεων θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι ο Ερντογάν (και η ομάδα του) έχει αποδειχθεί ένας σημαντικός και επικίνδυνος αντίπαλος για τη διαμόρφωση της νέας Μέσης Ανατολής.

34


Ετήσια Επιθεώρηση Ιστορίας, Κοινωνίας και Πολιτικής, Τεύχος 2, σσ. 35-44, 2015

Νίκος Μούδουρος

Μια νέα φάση του Κουρδικού προβλήματος στην Τουρκία: Η βία του κράτους και οι «ελεύθεροι πολιορκημένοι»

Η Μεριέμ Σουνέ ήταν 53 χρονών, μητέρα εφτά παιδιών. Ένας από τους οκτώ ανθρώπους που έχασαν τη ζωή τους από πυροβολισμούς των ειδικών αστυνομικών στην κουρδική επαρχία Τζίζρε της Τουρκίας. Σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια του νόμου «απαγόρευσης κυκλοφορίας» στις αρχές του προηγούμενου Σεπτέμβρη. Το μόνο που ζήτησε η οικογένεια της Μεριέμ ήταν να πραγματοποιήσει μια κανονική τελετή ταφής… Εξαιτίας του νόμου, οι αρχές του κράτους δεν έδωσαν άδεια. Οι συγγενείς αναγκάστηκαν να «φυλάξουν» το πτώμα της πολυαγαπημένης τους στον αποθηκευτικό χώρο – καταψύκτη με τα κοτόπουλα του διπλανού μπακάλικου, μέχρι να λήξει ο νόμος. Κάπως έτσι τελειώνουν οι τραγικές ιστορίες των ανθρώπων που βιώνουν αυτή την περίοδο ένα πραγματικό καθεστώς έκτακτης ανάγκης. Ένα συγκεκριμένο καθεστώς, το οποίο επιβάλλεται από το τουρκικό κράτος ως μέθοδος καταστολής του κουρδικού κινήματος και που απλώνεται καθημερινά στο γεωγραφικό χώρο της νοτιοανατολικής Τουρκίας. Το πρακτικό πρόσωπο του καθεστώτος εξαίρεσης ονομάζεται «νόμος απαγόρευσης κυκλοφορίας».

35


Μια νέα φάση του Κουρδικού προβλήματος στην Τουρκία: Η βία του κράτους και οι «ελεύθεροι πολιορκημένοι»

«Με στόχο τη σύλληψη των μελών της τρομοκρατικής οργάνωσης, αλλά και τη διασφάλιση της ασφάλειας της ζωής και προστασίας της περιουσίας του λαού μας, στις 4 Σεπτεμβρίου 2015 από η ώρα 20:00 μέχρι και τη δημοσιοποίηση δεύτερης οδηγίας, ανακηρύσσεται απαγόρευση κυκλοφορίας στην επαρχία Τζίζρε». Τα λόγια αυτά ακούστηκαν από τα μεγάφωνα των ειδικών σωμάτων της αστυνομίας που στήθηκαν στα γραφεία του Δήμου της Τζίζρε μία ώρα πριν την εφαρμογή του νόμου. Η τραγική ειρωνεία του αιτιολογικού της ανακοίνωσης περί της «διασφάλισης της ζωής και προστασίας της περιουσίας» έγκειται στο ότι οι ειδικοί αστυνομικοί το είχαν παραβιάσει λίγα λεπτά πριν. Έσπασαν τις πόρτες και τα παράθυρα των δημοτικών γραφείων, κατέλαβαν το χώρο με τα όπλα, απείλησαν και εκδίωξαν τους εργαζομένους… μετά εγκατέστησαν τα μεγάφωνα. Συνήθως με αυτό τον τρόπο ξεκινά η διαδικασία «επαναφοράς της τάξης» στις κουρδικές περιοχές, η οποία τις επόμενες λίγες μέρες μετατρέπεται σε κόλαση για τους κατοίκους της περιοχής.

Ένας νόμος… μια πραγματική πολιορκία Είναι από τις περιπτώσεις εκείνες που ο τίτλος του νόμου – «απαγόρευση κυκλοφορίας» – δεν αντικατοπτρίζει πλήρως την υλική πραγματικότητα και τις συνέπειες της εφαρμογής του. Με την επιβολή του, ειδικά τμήματα της αστυνομίας, του στρατού και της χωροφυλακής, περικυκλώνουν μια συγκεκριμένη περιοχή, πόλη, επαρχία, ακόμα και γειτονιά. Διασφαλίζουν ότι διακόπτεται κάθε είδους μετακίνηση εντός και εκτός της περιοχής. Η απαγόρευση αφορά τόσο σε ανθρώπους, όσο και σε προϊόντα. Στις αμέσως επόμενες ώρες, ο έλεγχος των ειδικών σωμάτων του κράτους επεκτείνεται βίαια και στο εσωτερικό της συγκεκριμένης περιοχής. Ένοπλοι άντρες και τεθωρακισμένα μεριμνούν ότι ο πληθυσμός θα απομονωθεί στα σπίτια του. Σχολεία και νοσοκομεία αναστέλλουν τη λειτουργία τους, ενώ τα καταστήματα κλείνουν μέχρι να ακουστεί η «δεύτερη ανακοίνωση». Ελικόπτερα του τουρκικού στρατού και μη επανδρωμένα αεροσκάφη παρακολουθούν από ψηλά την εφαρμογή του νόμου. Σε περιπτώσεις «παραβίασης» που αυτές μπορεί να είναι ακόμη και ένας πεζός στο δρόμο, είτε βομβαρδίζουν, είτε στέλνουν αμέσως το μήνυμα για την έναρξη «χερσαίων επιχειρήσεων». Οι πόλεις της νοτιοανατολικής

36


Νίκος Μούδουρος

Τουρκίας στις οποίες αυτή την περίοδο επιβάλλεται ο εν λόγω νόμος, ουσιαστικά «σφραγίζονται» και πολιορκούνται τόσο εσωτερικά, όσο και εξωτερικά. Αποτελούν μικρά και μεγάλα καθεστώτα εξαίρεσης, για τα οποία το τουρκικό κράτος αποφασίζει την αναστολή ολόκληρης της κοινωνικής δραστηριότητας. Το βασικό δικαιολογητικό του κράτους, είναι η κατάργηση των δομών αυτοδιοίκησης και αυτοάμυνας που δημιουργεί το ΡΚΚ και η οργανωμένη νεολαία των Κούρδων στις πόλεις. Στο σημείο αυτό, άλλωστε, βρίσκεται η μεγάλη ανατροπή στην πορεία του Κουρδικού προβλήματος με την ανάπτυξη νέων δυναμικών τα τελευταία δύο τουλάχιστον χρόνια. Η δημιουργία της αυτοδιοικούμενης περιοχής της Ροζιάβα στα βόρεια εδάφη της Συρίας, ως αποτέλεσμα της σταθερής πορείας ενίσχυσης του κουρδικού κινήματος, ήταν ουσιαστικά το πρώτο μέχρι στιγμής πετυχημένο πείραμα τοπικής κουρδικής εξουσίας σύμφωνα με τις ιδεολογικής αναζητήσεις του Αμπντουλλάχ Οτζιαλάν. Το «συριακό πείραμα» των Κούρδων σε συνδυασμό με την ιστορική επιτυχία του Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών (HDP) να ξεπεράσει το όριο του 10% και να εισέλθει στην τουρκική Εθνοσυνέλευση στις 7 Ιουνίου 2015, δημιούργησαν τις δυναμικές εισαγωγής αυτής της νέας μορφής κουρδικής αυτοδιοίκησης και στη νοτιοανατολική Τουρκία. Σε πόλεις προπύργια του κουρδικού πολιτικού και ένοπλου κινήματος όπως η Τζίζρε, Σιλόπι, Σίλβαν, Λίτζε, Γιουκσέκοβα, Σούρ, Νουσάϊμπιν, Βάρντο και Ίντιλ, έχει εφαρμοστεί για μικρά χρονικά διαστήματα το συγκεκριμένο μοντέλο αυτοδιοίκησης. Λόγω της κρατικής βίας, η αυτοδιοίκηση διευρύνθηκε σταδιακά και σε νέες μορφές τοπικής αυτοάμυνας και προστασίας του πληθυσμού. Στη βάση αυτών των εξελίξεων, το τουρκικό κράτος εντατικοποίησε την πολιτική καταστολής με την ενεργοποίηση στρατιωτικών μέτρων, μέσα από αποφάσεις του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας ήδη από τον Οκτώβριο του 2014. Πέραν από την έναρξη μαζικών συλλήψεων υπόπτων για συμμετοχή στο ΡΚΚ, η κυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) προχώρησε στην επανέναρξη των αεροπορικών βομβαρδισμών εναντίον θέσεων της οργάνωσης στο Βόρειο Ιράκ, καθώς και στην εφαρμογή του νόμου απαγόρευσης κυκλοφορίας. Παράλληλα από τον Ιούλιο του 2015, το υπουργικό συμβούλιο αποφασίζει σε τακτά

37


Μια νέα φάση του Κουρδικού προβλήματος στην Τουρκία: Η βία του κράτους και οι «ελεύθεροι πολιορκημένοι»

χρονικά διαστήματα για την μετατροπή αγροτικών περιοχών αλλά και μικρών αστικών κέντρων σε «ειδικές στρατιωτικές περιοχές ασφάλειας». Σε τέτοιες περιοχές, ο αρμόδιος έπαρχος έχει την εξουσία κινητοποίησης του στρατού και της αστυνομίας για την ολοκληρωτική καταστολή «κοινωνικών αναταραχών». Από τον Ιούλιο μέχρι σήμερα, 145 περιοχές μετατράπηκαν σε «στρατιωτικές περιοχές ασφάλειας». Τα στοιχεία του Συνδέσμου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Τουρκίας σε σχέση με την εφαρμογή του νόμου απαγόρευσης κυκλοφορίας, είναι ενδεικτικά αυτού του ιδιότυπου καθεστώτος εξαίρεσης στη νοτιοανατολική Τουρκία. Συγκεκριμένα, από τις 16 Αυγούστου μέχρι και τις 11 Δεκεμβρίου 2015, ο νόμος επιβλήθηκε σε 17 επαρχίες, εφαρμόστηκε συνολικά 54 φορές με διαφορετική χρονική διάρκεια και επηρέασε καθοριστικά περισσότερους από 1,2 εκατομμύρια ανθρώπους. Από τις 7 Ιουνίου 2015 μέχρι και σήμερα, η διάρκεια της εφαρμογής του νόμου ξεπέρασε τις 160 μέρες. Για παράδειγμα, στην πόλη Νουσάϊμπιν η πολιορκία διήρκησε 14 συνεχόμενες μέρες, στη Σίλβαν 12 μέρες και στην Τζίζρε 9 μέρες. Από τις 14 Δεκεμβρίου 2015, η Τζίζρε και η Σιλόπι βρίσκονται και πάλι υπό το καθεστώς πολιορκίας για έκτη φορά τους τελευταίους πέντε μήνες.

Η αλλαγή της πολιτικής γεωγραφίας και της κοινωνίας των Κούρδων «Κάθε βράδυ βάζω βαμβάκια στα αυτιά της μικρής μου κόρης για να μην ξυπνά από τους πυροβολισμούς. Εδώ και μέρες το κορίτσι μου ξυπνούσε συνεχώς, έτρεμε από το φόβο, έκλαιγε γοερά…». Τα λόγια της μάνας από την πόλη Νουσάϊμπιν, είναι χαρακτηριστικά της κατάστασης μέσα στην οποία αναγκάζονται να ζουν τόσοι πολλοί άνθρωποι το τελευταίο διάστημα. Η συγκεκριμένη κατάσταση έφτασε ήδη στο σημείο όπου η ανθρώπινη απώλεια καταντά συνήθεια. Ο βουλευτής του HDP, Ιντρίς Μπαλούκεν, αποκάλυψε πρόσφατα ότι 78 άνθρωποι σκοτώθηκαν στο καθεστώς πολιορκίας που εφαρμόζεται. Στην πόλη Νουσάϊμπιν στις 14 μέρες της απομόνωσης, εννέα άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Ο ένας από αυτούς αυτοκτόνησε γιατί δεν μπόρεσε να μεταφέρει την άρρωστη του μητέρα στο νοσοκομείο της περιοχής… Οι αρχές δεν έδωσαν άδεια για «παραβίαση» του νόμου. Είναι γεγονός ότι πέραν της απώλειας ανθρώπινων ζωών, η βίαιη δημιουργία θυλάκων μέσα από την κρατική καταστολή, οδηγεί ένα πολύ μεγάλο μέρος του

38


Νίκος Μούδουρος

πληθυσμού στην απομόνωση και την περιθωριοποίηση. Αναλόγως της χρονικής διάρκειας των απαγορεύσεων, παρουσιάζονται αντίστοιχα πολλά ανυπέρβλητα προβλήματα επιβίωσης. Διακόπτεται η παροχή ηλεκτρισμού και νερού, εξαντλούνται αγαθά πρώτης ανάγκης όπως το ψωμί και το γάλα. Εξαφανίζεται η ιατρική περίθαλψη. Σχεδόν μια ολόκληρη γενιά νέων αποκόπτεται από την εκπαίδευση, τόσο λόγω της κατάρρευσης του εκπαιδευτικού συστήματος στις περιοχές αυτές, όσο και λόγω της στρατιωτικοποίησης της κοινωνικής δραστηριότητας. Για παράδειγμα, μόνο στην επαρχία Σίλβαν, 5-6 χιλιάδες μαθητές δε θα έχουν για το επόμενο χρονικό διάστημα πρόσβαση στην εκπαίδευση. Παράλληλα, ίσως και στον ίδιο βίαιο βαθμό, η επιβολή του νόμου αυτού αλλάζει την πολιτική γεωγραφία της Τουρκίας με άγνωστες τις επιπτώσεις για το άμεσο μέλλον. Στις πολιορκούμενες περιοχές, οι κάτοικοι καλούνται να εγκαταλείψουν τις εστίες τους με την προσωρινή κατάπαυση του πυρός. Το δίλημμα των κατοίκων όμως είναι πολύ συγκεκριμένο: είτε θα ακολουθήσουν την προτροπή για προσφυγοποίηση, είτε θα παραμείνουν έγκλειστοι με κίνδυνο για την ίδια τους τη ζωή. Η τακτική αναγκαστικής μετακίνησης και η εκκένωση των κουρδικών περιοχών δεν είναι νέο φαινόμενο. Αποτελεί ουσιαστικό μέρος του πολέμου που διεξάγει το τουρκικό κράτος ενάντια στο ΡΚΚ από τα τέλη της δεκαετίας του 1980. Η εκκένωση κουρδικών χωριών και αγροτικών περιοχών κορυφώθηκε τη δεκαετία του 1990, με αποτέλεσμα την τετραετία 1990-1994 περίπου τρία εκατομμύρια Κούρδοι να εξαναγκαστούν σε εκτοπισμό. Η σημερινή νέα φάση όμως, φαίνεται να διευρύνεται και να αγγίζει καθοριστικά τα αστικά κέντρα της νοτιοανατολικής Τουρκίας. Από τον Ιούλιο μέχρι και το Δεκέμβριο του 2015, περίπου 20 χιλιάδες άνθρωποι αναγκάστηκαν να φύγουν από την Σίλβαν, μια πόλη των 100 χιλιάδων κατοίκων. Συνεπώς η πολιτική εκκένωσης που εφαρμόζει το τουρκικό κράτος ακολουθεί παράλληλη πορεία με την νέα «κοινωνιολογία» του κουρδικού ένοπλου κινήματος. Τη δεκαετία του 1980 και του 1990 το ΡΚΚ επικρατούσε στην αγροτική ύπαιθρο. Σήμερα και ιδιαίτερα μετά τις ανακατατάξεις που προκάλεσε η κρίση στη Συρία, το ΡΚΚ διευρύνει σταδιακά την επιρροή του σε κουρδικές πόλεις και επαρχίες. Αυτή η νέα σύνθεση των οργανώσεων που βρίσκονται κοντά στο ΡΚΚ, αλλά και η αλλαγή της δημογραφικής κατάστασης των κουρδικών

39


Μια νέα φάση του Κουρδικού προβλήματος στην Τουρκία: Η βία του κράτους και οι «ελεύθεροι πολιορκημένοι»

πόλεων, λόγω της βίας της δεκαετίας του 1990, έφερε στο προσκήνιο νέους πρωταγωνιστές. Την κουρδική νεολαία και πιο συγκεκριμένα τους νέους εκείνους που γεννήθηκαν την κρίσιμη δεκαετία του 1990. Έζησαν ως μικρά παιδιά τη βίαιη εκκένωση και τη λεηλασία των χωριών τους από το στρατό. Βίωσαν την αναγκαστική εγκατάσταση στις φτωχογειτονιές των πόλεων που σήμερα μετέτρεψαν σε εξεγερμένες. Μεγάλωσαν με τη διήγηση των «επικών ιστοριών» του φυλακισμένου Κούρδου ηγέτη. Σήμερα είναι συσπειρωμένοι στην ένοπλη οργάνωση με το όνομα «Κίνημα Πατριωτικής Επαναστατικής Νεολαίας» (YDG-H). Σε ανύποπτο χρόνο ο Fuat Anlı, πρώην φυλακισμένο στέλεχος του κουρδικού κινήματος, διαπίστωσε ότι με τη σκλήρυνση της στάσης του τουρκικού κράτους «δε θα μπορέσετε να συνομιλήσετε ειρηνικά με τη γενιά μετά από εμάς»… Ο Anlı τελικά αποδείχθηκε σωστός στις εκτιμήσεις του. Σήμερα η Τουρκία συγκλονίζεται από τις «μίνι» εξεγέρσεις της κουρδικής νεολαίας στα αστικά κέντρα των νομών των νοτιοανατολικών περιοχών. Μιας νεολαίας όμως που δε φαίνεται πρόθυμη να αποδεχτεί τα παλιά πλαίσια του διαλόγου για ειρηνική επίλυση του προβλήματος. Με λίγα λόγια, η χώρα «γνωρίζεται» με μια νέα κατάσταση στο Κουρδικό πρόβλημα, η οποία την ίδια στιγμή συμβολίζει και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των κοινωνικών ρηγμάτων στην Τουρκία. Αυτά είναι τα ρήγματα που θα επηρεάσουν καθοριστικά στο μέλλον, τόσο την πορεία του Κουρδικού, όσο και τις ευρύτερες πολιτικές ισορροπίες. Το τριήμερο 6-8 Οκτωβρίου 2014, ξέσπασαν οι μεγάλες διαδηλώσεις στήριξης της αντίστασης στην πόλη Kobane. Στις διαδηλώσεις έχασαν τη ζωή τους 50 άνθρωποι. Τότε ήταν που για πρώτη φορά η οργάνωση YDG-H έκανε δημόσια την εμφάνιση της. Διαθέτει μια μικρή δομή επαγγελματικού μηχανισμού αλλά και χιλιάδες εθελοντές που αποτελούν τον ουσιαστικότερο πυρήνα. Διατηρεί σχέσεις με την ένοπλη πτέρυγα του ΡΚΚ στην ύπαιθρο, αλλά και κάποιες αποστάσεις από κουρδικούς κομματικούς σχηματισμούς. Χαρακτηρίζεται κυρίως ως δίκτυο παρά ως μια συγκεντρωτική δομή. Αποτελείται από τα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού, από νεαρούς που κατάφεραν να ολοκληρώσουν τη λυκειακή τους εκπαίδευση, από έφηβους που είτε η οικονομική τους κατάσταση, είτε η εθνοτική τους προέλευση έγιναν λόγοι περιθωριοποίησης τους.

40


Νίκος Μούδουρος

Μέχρι και πριν ένα περίπου χρόνο, οι ενέργειες της οργάνωσης περιορίζονταν σε σαμποτάζ μικρής κλίμακας, σε μαζικές διαδηλώσεις πολιτικής ανυπακοής, σε καταλήψεις χώρων. Σταδιακά και ιδιαίτερα μετά τις εξελίξεις στη Συρία με την αντίσταση στην πόλη Kobane, η οργανωτική και πολιτική συγκρότηση της οργάνωσης ενισχύεται. Η δραστηριοποίηση της πλέον κορυφώνεται με τις προσπάθειες ανακήρυξης τοπικής αυτοδιοίκησης και μηχανισμών αυτοάμυνας. Επεκτείνεται σε κλείσιμο δρόμων, στήσιμο οδοφραγμάτων, δημιουργία ορυγμάτων σε αστικά κέντρα, μεγάλες γειτονιές και σε περιφέρειες των πόλεων. Τελικά δημιουργήθηκαν περιοχές που, αν και μικρές σε μέγεθος, δεν μπορεί να εισέλθει ούτε ο στρατός, ούτε η αστυνομία. Είναι οι μικρές «αυτόνομες εστίες» που αποκτούν σταδιακά κοινωνική στήριξη… οι οικογένειες των νεαρών στρέφονται στην υποστήριξη του αγώνα των παιδιών τους. Με αυτό τον τρόπο καταγράφεται μια σημαντική διαφοροποίηση στο στάδιο του ένοπλου κουρδικού κινήματος. Η κλασσική τακτική δημιουργίας «πεδίων ηγεμονίας» του ΡΚΚ στην ύπαιθρο που βρίσκει τις ρίζες της στη δεκαετία του 1980, τώρα στηρίζεται και διευρύνεται από την εξεγερμένη νεολαία των αστικών κέντρων της περιοχής. Ο 19χρονος Ç.G (που για ευνόητους λόγους δεν αποκαλύπτει το όνομα του στα τουρκικά ΜΜΕ) λέει τα εξής: «Υπήρχε μεγάλο κενό στην υπόθεση προστασίας του λαού μας στα κέντρα των πόλεων. Η YDG-H κατάφερε να ξεπεράσει αυτό το κενό. Σήμερα πλέον η Οργάνωση είναι πιο συνειδητοποιημένη. Ξεκινήσαμε την αντίστασή μας ενάντια στην καταπίεση του κράτους ορκιζόμενοι ότι θα προστατεύσουμε το λαό μας. Παλαιότερα οι νέοι φοβούνταν το κράτος και προσπαθούσαν να το σκάσουν. Σήμερα μπροστά στα μάτια των στρατιωτών ισοπεδώνουν τα συρματοπλέγματα και τρέχουν στην Kobane για να συμμετέχουν στην αντίσταση… Μπορούμε να απαντήσουμε στο κράτος με κάθε τρόπο και μέσο. Ας το συνειδητοποιήσουν όλοι αυτό!». Είναι ακριβώς αυτή η σιγουριά του νεαρού για την ικανότητα απάντησης «με κάθε τρόπο και μέσο» που στη σημερινή συγκυρία δημιουργεί τα νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά του προβλήματος στην Τουρκία. Είναι τελικά αυτή η σιγουριά για την επιχειρησιακή ικανότητα του κουρδικού αντάρτικου που συμβάλλει στο να πάρουν οι νέοι την πρωτοβουλία ανακήρυξης τοπικής αυτονομίας και αυτοάμυνας στις κουρδικές πόλεις.

41


Μια νέα φάση του Κουρδικού προβλήματος στην Τουρκία: Η βία του κράτους και οι «ελεύθεροι πολιορκημένοι»

Η βία από πολλές απόψεις μπορεί να θεωρηθεί ως μια «παραγωγική δύναμη». Παράγει τα δικά της υποκείμενα, τις δικές της αξίες, το δικό της χώρο και χρόνο. Παράγει φυσικά και τη δική της εξουσία. Τα γεγονότα που διαδραματίζονται σήμερα στη νοτιοανατολική Τουρκία, δεν είναι μόνο μια αντίδραση προς την αυταρχικότητα του ΑΚΡ, του τουρκικού κράτους ή/και του Ερντογάν. Είναι ταυτόχρονα μια εξέγερση ενάντια στο μονοπώλιο της κρατικής βίας. Είναι μια ιδιότυπη διαδήλωση που επιδιώκει να αλλάξει την μακρόχρονη ισορροπία της βίας στην Τουρκία και με αυτό τον τρόπο να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις αυτοάμυνας ενός μέρους του πληθυσμού… του κουρδικού πληθυσμού. Συνεπώς μέχρι στιγμής είναι άγνωστο πότε και πως θα τελειώσουν τα βίαια στιγμιότυπα που παρακολουθούμε. Οι συγκρούσεις στις περιοχές αυτές κοινωνικοποιήθηκαν με πρωτοφανή ταχύτητα τους προηγούμενους μήνες. Άγγιξαν όλες τις σφαίρες της κοινωνικής δραστηριοποίησης, επηρέασαν τους Κούρδους πέραν και έξω από τα πλαίσια του ΡΚΚ. Η διάχυση της βίας οφείλεται κυρίως σε δύο παράγοντες: Ο πρώτος είναι ότι το τουρκικό κράτος δεν έδωσε καμιά ουσιαστική ένδειξη – ιδιαίτερα από τα γεγονότα στην Kobane και μετά – ότι οι Κούρδοι έπαψαν να είναι «είδος προς κατανάλωση». Ο δεύτερος είναι ότι η κρατική βία συνάντησε στην περιοχή κάτι για το οποίο ίσως να μην ήταν αρκετά έτοιμη… μια κοινωνία έτοιμη για πόλεμο, μια κοινωνικότητα που αποφάσισε να ξεπεράσει το όριο και να αναλάβει την απελευθέρωση – αφού δεν έμεινε κάτι άλλο – του ποιος θα αποφασίζει για το θάνατό της. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο που οι καθοριστικότερες μάχες δεν διεξάγονται μόνο μεταξύ στρατού και ΡΚΚ κατά τα παλιά πρότυπα, αλλά μεταξύ αστυνομίας και YDG-H.

42


Νίκος Μούδουρος

Τα διλήμματα του τουρκικού κράτους Αυτό που βιώνεται σήμερα σε μια σειρά από πόλεις τις νοτιοανατολικής Τουρκίας είναι ένα νέο στάδιο του κουρδικού προβλήματος που φέρει μαζί του συνέχειες και ρήξεις με το παρελθόν σε ότι αφορά τόσο στην οργάνωση του ΡΚΚ, όσο και στη κουρδική συνείδηση. Το μοντέλο αυτοδιοίκησης και αυτοάμυνας που επιδιώκει να καταστείλει το κράτος μέσα από τη δημιουργία πολιορκημένων θυλάκων, φαίνεται να είναι προϊόν συγκεκριμένων κοινωνικών και πολιτικών δυναμικών που προηγήθηκαν. Το ΡΚΚ στη σημερινή συγκυρία δημιουργεί νέους πυρήνες στρατιωτικής και πολιτικής επιρροής εντός των πόλεων, οι οποίοι δεν υπήρχαν τα προηγούμενα χρόνια. Ταυτόχρονα μέσα από τις τοπικές δομές εξουσίας, προσπαθεί να σταθεροποιήσει αυτή τη νέα του παρουσία, λαμβάνοντας υπόψη τις περιφερειακές εξελίξεις και ιδιαίτερα αυτές στη Συρία. Στις σημερινές συνθήκες έκτακτης ανάγκης, το μοντέλο αυτοδιοίκησης δεν μπορεί να φανερώσει δημόσια όλες του τις πτυχές. Όμως είναι γεγονός ότι η κουρδική θεσμική οικοδόμηση, μέσα από τα εμπόδια και τις δυσκολίες που προκαλεί ο νόμος απαγόρευσης κυκλοφορίας, αποτελεί την ίδια στιγμή μια «αντιπολίτευση» ενάντια στη συγκεκριμένη μονοπώληση της εξουσίας από το τουρκικό κράτος και μια ιδιότυπη πρόταση αποκέντρωσης. Δεν αποτελεί μόνο μια έκφραση της ιδεολογικής και πολιτισμικής απόστασης που χωρίζει ένα μέρος του κουρδικού πληθυσμού από το κράτος. Είναι παράλληλα και μια προσπάθεια δημιουργίας εναλλακτικής πολιτικής εξουσίας σε ένα γεωγραφικό χώρο. Οι συνελεύσεις της γειτονιάς, οι συνελεύσεις της πόλης και η ενεργοποίηση παράλληλων τοπικών δομών δικαιοσύνης, αποτελούν εκφράσεις της προσπάθειας ξεπεράσματος της κρατικής καταστολής. Η ζωή πίσω από τα οδοφράγματα που στήνουν οι νεαροί Κούρδοι για να υπερασπιστούν τις αυτοδιοικούμενες περιοχές, επεκτείνεται από την προσπάθεια δημιουργίας οικονομικών συνεταιρισμών και την διεύρυνση των εξουσιών του δήμου μέχρι και την εμφάνιση έκτακτων εθελοντικών ιατρείων πρώτων βοηθειών. Έτσι, η κρατική βία που εκπροσωπείται με την πολιορκία αυτών των πόλεων, ουσιαστικά στοχεύει στο να αποδυναμώσει ή να ακυρώσει τις προοπτικές εμφάνισης μια εναλλακτικής οικονομικής και πολιτικής

43


Μια νέα φάση του Κουρδικού προβλήματος στην Τουρκία: Η βία του κράτους και οι «ελεύθεροι πολιορκημένοι»

διαχείρισης κουρδικής έμπνευσης. Στη συγκεκριμένη περίπτωση το τουρκικό κράτος, προσπαθεί να εξοστρακίσει τις προοπτικές εισαγωγής του παραδείγματος των βόρειων εδαφών της Συρίας, αλλά και να προκαλέσει ζημιά στους ιδεολογικούς δεσμούς του κουρδικού ένοπλου και πολιτικού κινήματος που επικρατούν στην τουρκοσυριακή μεθόριο. Αυτή τη στιγμή η απάντηση της Άγκυρας στην εμφάνιση μιας «πρώιμης» κουρδικής τοπικής εξουσίας στα τουρκικά εδάφη, είναι η πολιορκία και η καταστολή. Το δίλημμα όμως του τουρκικού κράτους παραμένει: Αδύναμη ή ισχυρή, η κοινωνική στήριξη προς το μοντέλο τοπικής αυτοδιοίκησης και αυτοάμυνας στις κουρδικές πόλεις, υπάρχει. Μαζί με αυτή τη στήριξη φαίνεται να διαγράφεται στον ορίζοντα μια νέα, πιο έντονη πολιτική δραστηριότητα των φτωχότερων στρωμάτων των Κούρδων που συγκεντρώνονται σε αυτές τις περιοχές. Η ενίσχυση της κουρδικής ταυτότητας, είτε εγκρίνει τις μεθόδους της ένοπλης πτέρυγας είτε όχι, έχει πλέον επιβεβαιωθεί και μέσα από τις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις. Το τουρκικό κράτος λοιπόν θα καλεστεί στο επόμενο χρονικό διάστημα να διαχειριστεί, αλλά και να συνομιλήσει με την ενισχυμένη κουρδική συλλογικότητα. Επομένως το ερώτημα δεν είναι αν και πότε θα επαναρχίσουν οι συνομιλίες, αλλά ποια θα είναι πλέον τα αιτήματα του κουρδικού κινήματος στο νέο περιβάλλον ολόκληρης της περιοχής.

44


Ετήσια Επιθεώρηση Ιστορίας, Κοινωνίας και Πολιτικής, Τεύχος 2, σσ. 45- 56, 2016

Ελένη Ευαγόρου

Ο εθνικισμός ως πυρήνας στην ανάπτυξη και αναπαραγωγή του μίσους:

Η περίπτωση των μεταναστών και των Τουρκοκυπρίων

Ο εθνικισμός είναι ένα φαινόμενο το οποίο εντοπίζεται έντονα στην Ελληνοκυπριακή κοινότητα. Διαχρονικά καλλιεργήθηκε μέσα στον πληθυσμό μας η υπερεκτίμηση της εθνικής ταυτότητας, η οποία έρχεται σε αντιδιαστολή με το Τουρκικό στοιχείο, το οποίο στα πλαίσια της κοινωνικής αναπαράστασης αποτέλεσε εδώ και χρόνια τον «άλλο», τον «εχθρό». Τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις, που έχουν χτιστεί σε αυτό το πλαίσιο, αποτελούν πλέον κομμάτι της κοινωνικής συνείδησης που δεν περιορίζονται μόνο έναντι των Τουρκοκυπρίων, αλλά εκτείνονται σε οτιδήποτε αποκλίνει από τα εθνικιστικά κοινωνικά πρότυπα. Σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να λεχθεί ότι ο εθνικισμός αποτελεί πυρήνα στην ανάπτυξη της εχθρότητας όχι μόνο έναντι των Τουρκοκυπρίων αλλά και έναντι των μεταναστών γεγονός που εντοπίζεται, τόσο σε επίπεδο κοινωνικής ζωής, όσο και σε θεσμικό επίπεδο. Αυτή η εχθρότητα εύκολα μπορεί να καταλήξει σε μίσος. Η γεωγραφική θέση της Κύπρου ως σταυροδρόμι τριών ηπείρων την κατέστησε επιθυμητή για πολλούς κατακτητές ενώ προσέλκυσε, κατά καιρούς, πολλά μεταναστευτικά ρεύματα. Ως εκ τούτου, η Κυπριακή κοινωνία υπήρξε διαχρονικά διαπολιτισμική, γεγονός το οποίο υποβαθμίστηκε στη δημόσια σφαίρα καθώς η προσοχή στράφηκε στις συγκρούσεις με το τουρκικό στοιχείο. Η ιστορική συνύπαρξη Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων χρονολογείται από την κατάκτηση της Κύπρου από τους Οθωμανούς το 1571. Έκτοτε, το ιστορικό παρελθόν Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων δεν μπορεί να αναλυθεί παρά μόνο σε συνάρτηση των δύο. Αυτή η συνύπαρξη πέρασε μέσα από διάφορες μορφές και σχέσεις.

45


Ο εθνικισμός ως πυρήνας στην ανάπτυξη και αναπαραγωγή του μίσους. Η περίπτωση των μεταναστών και των Τουρκοκυπρίων

Ο εθνικισμός εμφανίστηκε κατά τη διάρκεια της Αγγλικής κατοχής κυρίως ως εξωγενής επιρροή του νάματος της Μεγάλης Ιδέας. Ενισχύθηκε και εμπεδώθηκε επιπλέον από θεσμικές αποφάσεις των Βρετανών που διαχώριζαν τις δύο κοινότητες σε πολλαπλά επίπεδα (Κατσιαούνης, 2006). H πολιτικοποίηση της εθνότητας οδηγεί στο αίτημα για Ένωση αφενός, και διχοτόμηση (ταξίμ), αφετέρου. Από εκείνη την στιγμή, η εθνικιστική ταυτότητα ξεκινά να οικοδομείται σε αντιπαράθεση με τον «άλλο», τον «εχθρό». Τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις καλλιεργήθηκαν έντονα, εξελίχθηκαν σε μίσος και εκφράστηκαν μέσω εγκλημάτων με αποκορύφωμα τις διακοινοτικές ταραχές, το πραξικόπημα και την εισβολή. Όσον αφορά στην μετανάστευση, η Κύπρος στη σύγχρονη ιστορία της υπήρξε τόσο χώρα προέλευσης μεταναστών κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, όσο και χώρα υποδοχής μεταναστών κατά τα τέλη της δεκαετίας του 80 μέχρι και σήμερα. Οι μετανάστες έφτασαν στην Κύπρο εξαιτίας της οικονομικής ανάπτυξης που παρατηρήθηκε στο νησί περί τα μέσα της δεκαετίας του ’80, η οποία δημιούργησε νέες θέσεις εργασίας, θέσεις οι οποίες πληρώθηκαν από ξένο εργατικό δυναμικό. Επιπλέον, οι σημαντικές συγκυρίες που έτυχαν στην περιοχή εκείνη την περίοδο αύξησαν ακόμη περισσότερο την εισροή μεταναστών στην Κύπρο καθώς στη χώρα μας έφτασαν μεγάλα μεταναστευτικά κύματα από την Ανατολική Ευρώπη μετά τη πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, ενώ οπόλεμος στον Αραβικό Κόλπο, οι συνεχείς συγκρούσεις στην Παλαιστίνη, ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία, αύξησαν ακόμη περισσότερο τον αριθμό των μεταναστών που έφταναν στην Κύπρο προς εξεύρεση εργασίας, καθώς και τον αριθμό των πολιτικών προσφύγων και αιτητών ασύλου (Κούκου, 2014). Οι μετανάστες βρέθηκαν αντιμέτωποι με τα εθνικιστικά κοινωνικά πρότυπα. Η διαφορετικότητα στη γλώσσα, την εξωτερική εμφάνιση και την κουλτούρα τους έθεσαν αυτόματα στην κατηγορία «άλλος» και «ξένος» (Trimikliniotis και Pantelides, 2003). Ως εκ τούτου, θεωρούνται κατώτεροι και τους αποδίδονται πολλά από τα προβλήματα της κοινωνίας όπως η εγκληματικότητα, η ανεργία, ακόμη και τα διαζύγια. Στην κοινωνία μας, θεωρείται απόλυτα φυσικό και δεδομένο κάποιοι άνθρωποι να κρίνονται κατώτεροι λόγω της καταγωγής τους (Μαυράτσας, 2014). Δεν θεωρείται καν θέμα συζήτησης η άποψη ότι θεωρούμε τους Τ/Κ ή τους μετανάστες κατώτερους. Έτσι, ο ρατσισμός και οι εκφράσεις μίσους που εμφανίζονται έναντι σε Τ/Κ και μετανάστες έχουν πολλά κοινά.

46


Ελένη Ευαγόρου

Το ιστορικό και πραγματολογικό πλαίσιο της επαφής των ΕΚ με τους Τ/Κ και τους μετανάστες είναι σημαντικό για να τεθεί ένα πλαίσιο στη συζήτηση. Αναφορικά με τους Τουρκοκύπριους, η επαφή των δύο κοινοτήτων διακόπηκε το 1963 με τον διαχωρισμό των δύο κοινοτήτων και την αποχώρηση των Τ/Κ από τους θεσμούς της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μετά το 1974 η επαφή ήταν σχεδόν μηδενική, πράγμα που άλλαξε το 2003 με το διάνοιγμα των οδοφραγμάτων. Πρέπει να σημειώσουμε ότι κατά την περίοδο του διανοίγματος των οδοφραγμάτων, πέραν κάποιων εξαιρέσεων δεν υπήρξαν εντάσεις και επεισόδια. Αντίθετα, η επαφή περιγράφεται από τους Ε/Κ θετική ως επί το πλείστον (Yildizian και Ehteshani, 2008). Σήμερα, 12 χρόνια μετά το διάνοιγμα των οδοφραγμάτων η επαφή συνεχίζει να υπάρχει, αλλά είναι σε χαμηλά επίπεδα. Στην Κύπρο υπάρχει ένας αρκετά μεγάλος αριθμός μεταναστών. Η απογραφή πληθυσμού του 2011 κατέγραψε 196, 966 μετανάστες, η πλειοψηφία των οποίων κατάγονται από την ΕΕ.1 Οι περισσότεροι προέρχονται από τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα καθώς φτάνουν στην Κύπρο προς αναζήτηση εργασίας σε τομείς όπως η γεωργία, η κτηνοτροφία και η οικοδομική βιομηχανία. Μια ιδιαίτερη ομάδα μεταναστών είναι οι οικιακές βοηθοί, κυρίως γυναίκες, οι οποίες φτάνουν στην Κύπρο μετά από αίτηση ενδιαφερόμενων και αποκτούν άδεια παραμονής για τρία χρόνια. Μέχρι τον Οκτώβριο του 2008 υπήρχε η κατηγορία των γυναικών «καλλιτέχνιδων» οι οποίες έρχονταν στην Κύπρο εξασφαλίζοντας ειδική άδεια, γνωστή ως «καλλιτεχνική άδεια εργασίας» για να εργαστούν ουσιαστικά στη «βιομηχανία του σεξ». Η «καλλιτεχνική άδεια εργασίας» καταργήθηκε στα πλαίσια σχεδίου για την καταπολέμηση της εμπορίας προσώπων. Επιπλέον υπάρχουν πολλοί φοιτητές οι οποίοι επιλέγουν να έρθουν στην Κύπρο για σπουδές με στόχο την εξασφάλιση άδειας παραμονής και την εργοδότηση τους μετά το τέλος των σπουδών τους (Υπουργείο Εσωτερικών, 2008). Δύο ιστορικά σημεία τα οποία επηρέασαν την σχέση της Ελληνοκυπριακής κοινότητας τόσο με τους μετανάστες όσο και με τους Τουρκοκύπριους είναι το διάνοιγμα των οδοφραγμάτων το 2003 και η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ. Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, το διάνοιγμα των οδοφραγμάτων έφερε ξανά σε επαφή τις δύο κοινότητες. Πέρα από αυτό διευκόλυνε τη διέλευση παράνομων μεταναστών στο νησί, οι οποίοι μπορούσαν 1 Τα στοιχεία προκύπτουν από την Απογραφή Πληθυσμού 2011 που διενήργησε η Στατιστική Υπηρεσία Κύπρου.

47


Ο εθνικισμός ως πυρήνας στην ανάπτυξη και αναπαραγωγή του μίσους. Η περίπτωση των μεταναστών και των Τουρκοκυπρίων

με τα νέα δεδομένα να μετακινούνται εύκολα από τα κατεχόμενα εδάφη στις ελεύθερες περιοχές αναζητώντας εργασία. Η κυβέρνηση υπολογίζει ότι η πλειοψηφία των παράνομων μεταναστών που βρίσκεται στην Κυπριακή Δημοκρατία έφτασαν στην Κύπρο μέσω κατεχομένων και ακολούθως διέσχισαν την πράσινη γραμμή. Οι διαδικασίες ένταξης και η μετέπειτα ένταξη της χώρας μας στην ΕΕ, την κατέστησαν από την μια μέρα στην άλλη το νοτιοανατολικότερο σύνορο της Ένωσης. Ως κράτος-μέλος της ΕΕ υποχρεούται να εξετάζει τις αιτήσεις ασύλου και να φιλοξενεί τους αιτητές για όσο χρειαστεί. Η Κύπρος, η οποία βρίσκεται σε μια περιοχή με συνεχείς μετακινήσεις πληθυσμών, αποτελεί ασφαλή σταθμό για τους αιτητές ασύλου, οι οποίοι, αφού εξασφαλίσουν άσυλο από την Κυπριακή Δημοκρατία, μπορούν ελεύθερα να μετακινηθούν στις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ. Η Κύπρος δεχόταν χιλιάδες αιτήσεις ασύλου το χρόνο. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των ετών 2002 – 2003 (πριν ακόμη από την ένταξη στην ΕΕ) κατά τα οποία οι αιτήσεις ασύλου στην Κύπρο αυξήθηκαν κατά 363%, την ίδια στιγμή που σε ολόκληρη την Ευρώπη είχαν μειωθεί κατά 20% (Υπουργείο Εσωτερικών, 2008, Mainwaring, 2008). Επιπλέον, η εισροή κοινοτικών μεταναστών από τις χώρες της ΕΕ μετά το 2004 ήταν ιδιαίτερα έντονη. Τα άτομα αυτά δεν αναζήτησαν εργασία μόνο στους τομείς που δεν προτιμούσαν οι Κύπριοι, όπως η γεωργία και η κτηνοτροφία. Το ψηλό μορφωτικό επίπεδο αρκετών εξ’ αυτών, τους έδινε την ευκαιρία να απορροφηθούν σε τομείς της αρχιτεκτονικής, της μηχανολογίας, των οικονομικών. Ακόμη, πολλοί Ελλαδίτες, οι οποίοι έχουν προβάδισμα έναντι των υπολοίπων μεταναστών, λόγω της γλώσσας, κατάφεραν να εργοδοτηθούν ακόμη και στον δημόσιο τομέα. Σήμερα τα δεδομένα έχουν αλλάξει. Η οικονομική κρίση που έχει πλήξει την Κύπρο τα τελευταία χρόνια έχει επιφέρει μεγάλες μεταβολές στην εισροή μεταναστών. Η μεγάλη ανεργία που παρουσιάζεται έχει αναγκάσει πολλούς μετανάστες να εγκαταλείψουν την Κύπρο, ενώ φαίνεται πως πλέον δεν προτιμάται ως προορισμός για εξεύρεση εργασίας. Αντίθετα, δεκάδες χιλιάδες Κύπριοι έχουν ήδη πάρει το δρόμο της μετανάστευσης. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η συμπεριφορά των Ελληνοκύπριων έναντι στους μετανάστες, η οποία διακρίνεται μεν από υφέρποντα και φανερά ρατσιστικά χαρακτηριστικά, αλλά σε ταξική βάση. Με άλλα λόγια, ο ρατσισμός έχει ταξική διάσταση. Οι Ρώσοι και οι Άραβες επιχειρηματίες μπορεί να πει κανείς ότι είναι περισσότερο από καλοδεχούμενοι στην Κύπρο, την ίδια στιγμή που οι συμπατριώτες τους που προέρχονται

48


Ελένη Ευαγόρου από χαμηλά οικονομικά στρώματα γίνονται θύματα των ρατσιστικών αντιλήψεων μεγάλου αριθμού Ελληνοκυπρίων. Σε αυτή την προσέγγιση συμβάλει και το ίδιο το κράτος που διαμορφώνει πολιτικές, φροντίζοντας να δημιουργεί τις ανάλογες υποδομές και να προσφέρει διευκολύνσεις προσέλκυσης στο νησί σε επιχειρηματίες από άλλες χώρες. Η Κυπριακή Βουλή έχει θεσπίσει νομοθεσία με βάση την οποία μπορεί να παραχωρείται κυπριακή ιθαγένεια στους ξένους επενδυτές, οι οποίοι έχουν καταθέσεις εκατομμυρίων ευρώ στην Κύπρο ή αποτελούν υψηλόβαθμα στελέχη επιχειρήσεων, ανεξάρτητα από τον χρόνο παραμονής τους στην Κύπρο. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε πως δεν μπορεί να κατηγορηθεί το σύνολο της κυπριακής κοινωνίας για εκδήλωση ρατσισμού έναντι των Τ/Κ και των μεταναστών. Ωστόσο, στοιχεία της ΕΕ που προέρχονται από τις υπηρεσίες κατά του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας καταδεικνύουν ότι το φαινόμενο υπάρχει και παρουσιάζει μια ανοδική πορεία στη Κύπρο. Τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις είναι βαθιά ριζωμένα στη συνείδηση των Ελληνοκυπρίων και πολύ συχνά εκφράζονται ακούσια. Πολλές λέξεις μάλιστα, οι οποίες είναι καθαρά ρατσιστικές έχουν κανονικοποιηθεί και χρησιμοποιούνται χωρίς να υπάρχει αρνητική πρόθεση. Οι λέξεις «μαυρού» και «ξένη» για παράδειγμα, είναι αυτές που χρησιμοποιούνται πολύ συχνά όταν οι Ελληνοκύπριοι αναφέρονται στην οικιακή βοηθό (Αντωνίου, 2014). Υπό προϋποθέσεις, η μη συνειδητή συμπεριφορά των ατόμων γίνεται συνειδητή. Ένας από τους παράγοντες που συντείνουν προς αυτή την κατεύθυνση, είναι τα ΜΜΕ κυρίως στην περίπτωση των μεταναστών. Συχνά προβάλλουν δηλώσεις ατόμων που επιρρίπτουν στους μετανάστες την ευθύνη για την ανεργία, την εγκληματικότητα, την οικονομική κρίση. Στις περιπτώσεις εγκλημάτων δίνεται ιδιαίτερη έμφαση όταν ο μετανάστης είναι ο θύτης ενώ στις περιπτώσεις που είναι το θύμα δεν θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική είδηση. Αντιθέτως, δεν έχει δοθεί η ευκαιρία στην κυπριακή κοινωνία να γνωρίσει τους μετανάστες και την κουλτούρα τους μέσα από τα ΜΜΕ έτσι ώστε να καταρριφθούν τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις που επικρατούν, πολλές φορές, εξαιτίας της άγνοιας. Ενσυνείδητη έκφραση ρατσισμού συναντάται και σε συνθήκες όπου το άτομο χάνει την ατομικότητα του και λειτουργεί ως ομάδα. Κύριοι εκφραστές τέτοιων συμπεριφορών αποτελούν ομάδες ή άτομα τα οποία έχουν συγκεκριμένη ιδεολογικοπολιτική τοποθέτηση έναντι στους μετανάστες. Εκφράσεις μίσους συναντώνται συχνά στις κερκίδες των οργανωμένων οπαδών των ποδοσφαιρικών σωματείων που ιδεολογικά

49


Ο εθνικισμός ως πυρήνας στην ανάπτυξη και αναπαραγωγή του μίσους. Η περίπτωση των μεταναστών και των Τουρκοκυπρίων

ανήκουν στο χώρο της δεξιάς, όπου το ΕΛΑΜ βρίσκει πρόσφορο έδαφος για την οργάνωση νέων μελών. Η εμφάνιση ναζιστικών εμβλημάτων, σημαιών της «ένωσης» και η αναφώνηση συνθημάτων όπως «Τούρκοι θα πεθάνετε σε χώμα ελληνικό» είναι σύνηθες φαινόμενο.2 Ένα πρόσφατο επεισόδιο καταγράφηκε όταν η κερκίδα των οργανωμένων οπαδών του ΑΠΟΕΛ φώναζε, εν χορώ, ρατσιστικά συνθήματα εναντίον του Αφρικανού ποδοσφαιριστή της Ομόνοιας, Μίκαελ Ποτέ.3 Περιστατικά μίσους όπως το κάψιμο της Τουρκικής σημαίας, ή αντιτουρκικά συνθήματα, έχουν επίσης καταγραφεί κατά την διάρκεια πολλών ποδοσφαιρικών αγώνων. Πολύ πρόσφατα, και παρά τον διεθνή συγκλονισμό για τους θανάτους προσφύγων στη Μεσόγειο, είχαμε και πάλι από μερίδα οπαδών του ΑΠΟΕΛ το γνωστό πανό “Refugees Go Home”. Και μάλιστα χωρίς την λήψη κανενός μέτρου από την ΚΟΠ.4 Το σημαντικότερο ίσως περιστατικό βίας κατά των μεταναστών που καταγράφηκε στην Κύπρο είναι αυτό που συνέβη στη Λάρνακα τον Νοέμβριο του 2010, όπου μέλη του νεοφασιστικού κόμματος ΕΛΑΜ επιτέθηκαν στο αντιρατσιστικό φεστιβάλ «Rainbow» που διοργάνωσε η Κίνηση για Ισότητα, Στήριξη και Αντιρατσισμό. Τα μέλη του κόμματος επιτέθηκαν στον χώρο της εκδήλωσης με στόχο να τρομοκρατήσουν τους παρευρισκόμενους και να διαλύσουν την εκδήλωση.5 Αντίστοιχο επεισόδιο καταγράφηκε και κατά την οργανωμένη επίθεση μελών του ΕΛΑΜ σε αίθουσα όπου διεξαγόταν εκδήλωση με κύριο ομιλητή τον πρώην ηγέτη της Τουρκοκυπριακής κοινότητας Μεχμέτ Αλή Ταλάτ με θέμα την επίλυση του Κυπριακού τον Απρίλιο του 2014.6 Η ιστοσελίδα του κόμματος αποτελεί ίσως την εντονότερη έκφραση ρητορικής μίσους έναντι στις υπό εξέταση ομάδες. Χαρακτηριστική είναι η φράση «κάθε ξένος εργάτης, ένας Έλληνας άνεργος» η οποία αναφέρεται στη επίσημη θέση του κόμματος για την ανεργία. Χαρακτηριστικό είναι επίσης το γεγονός ότι το ΕΛΑΜ στις ανακοινώσεις του, αλλά και στην 2 http://agkarra.com/%CE%BA%CF%85%CF%80%CF%81%CE%B9%CE%B1%CE%BA%C F%8C-%CF%80%CE%BF%CE%B4%CF%8C%CF%83%CF%86%CE%B1%CE%B9%CF%81%CE%BF%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B5%CE%B8%CE%B D%CE%B9%CE%BA%CE%B9/, πρόσβαση 19/12/2014 3 http://agkarra.com/%CE%BF-%CF%80%CE%BF%CF%84%CE%AD-%CE%B7-%CE %BA%CE%B5%CF%81%CE%BA%CE%AF%CE%B4%CE%B1-%CE%BA%CE%B1%CE%B9%CE%B7-%CE%B1%CF%80%CF%8C%CE%BB%CE%B1%CF%85%CF%83%CE%B7%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CF%83%CF%84/, πρόσβαση 5/1/2015 4 http://www.apoel.net/pliris-kalipsi-apo-ton-pan-si-fi-apoel/ 5 https://m4trix87.wordpress.com/tag/%CF%83%CF%8D%CE%B3%CE%BA%CF%81%CE %BF%CF%85%CF%83%CE%B7/, πρόσβαση 10/07/2014 6 http://www.philenews.com/el-gr/eidiseis-politiki/39/191781/elamites-propilakisan-tonmechmet-ali-talat-sti-lemeso , πρόσβαση στις 29/10/2014

50


Ελένη Ευαγόρου ιστοσελίδα του, χρησιμοποιεί την λέξη Τουρκο«κύπριος», με σκοπό να υπογραμμίσει ότι οι Τουρκοκύπριοι δεν είναι Κύπριοι αλλά Τούρκοι.7 Αυτή όμως η στάση δυστυχώς διαχέεται και σε άλλους πολιτικούς χώρους και φορείς. Η επίσημη πολιτεία στέκεται τουλάχιστον λεκτικά ενάντια σε συμπεριφορές όπως αυτές που περιγράφονται πιο πάνω. Οι Τουρκοκύπριοι θεωρούνται ισότιμοι πολίτες του κράτους, ενώ η ένταξη της χώρας μας στην ΕΕ, υποχρέωσε την κυβέρνηση να ευθυγραμμιστεί με συγκεκριμένες ρυθμίσεις οι οποίες αφορούν στην ένταξη των μεταναστών στην κοινωνία και την εξάλειψη ρατσιστικών συμπεριφορών. Στην πράξη, όμως, οι πολιτικές του κράτους είναι ελλιπείς και σε αρκετές περιπτώσεις μεροληπτικές. Η αποχώρηση των Τ/Κ από την βουλή και την κρατική μηχανή το 1963 οδήγησε στην εφαρμογή του Δικαίου της Ανάγκης μια κατάσταση πραγμάτων που προφανώς θα επιλυθεί οριστικά μόνο με μια βιώσιμη λύση του κυπριακού (Χατζηλοϊζου, 2003). Οι συνθήκες που δημιούργησαν ο διαχωρισμός και η κατοχή έχουν ως συνέπεια τον αποκλεισμό των Τ/Κ από δικαιώματα που σύμφωνα με το σύνταγμα του 1960, έχουν ως πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το γεγονός ότι το ίδιο το κράτος αποκλείει τους Τ/Κ από τα δικαιώματα τους ως Κύπριοι πολίτες αφενός δικαιολογείται αφενός, καθώς η αναγνώριση κάποιων δικαιωμάτων στους Τ/Κ θα αποτελούσε έμμεση αναγνώριση του ψευδοκράτους. Αφετέρου, η μη αναγνώριση κάποιων δικαιωμάτων καθώς και οι υπερβολές που παρατηρούνται στην εφαρμογή της νομοθεσίας οδηγούν αρκετές φορές σε έκφραση ρατσιστικών συμπεριφορών και πρακτικών που λειτουργούν «υποδειγματικά» και για την υπόλοιπη κοινωνία, εμπεδώνοντας αυτή την πρακτική στη συνείδηση των Κύπριων πολιτών (Trimikliniotis και Demetriou, 2012). Το δικαίωμα στην περιουσία που βρίσκεται υπό τον έλεγχο της Κυπριακής Δημοκρατίας, το δικαίωμα στην εργασία δεδομένου ότι υποβάλλουν πτυχίο το οποίο αποκτήθηκε σε μη αναγνωρισμένο πανεπιστήμιο στο ψευδοκράτος και το δικαίωμα στην Κυπριακή υπηκοότητα η οποία δεν παραχωρείται σε άτομα που έχουν ένα Τουρκοκύπριο και ένα έποικο γονέα είναι μερικά από τα δικαιώματα τα οποία καταργούνται εξαιτίας της πολιτικής που ακολουθεί η Κυπριακή Δημοκρατία στα πλαίσια της μη αναγνώρισης του Ψευδοκράτους και του εποικισμού. 7 http://www.elamcy.com/latest-articles/item/4246-prosoxi-oi-tourkokyprioi-zitoyn-evrovouleftes-i-diki-mas-apantisi-prepei-na-einai-ethniki-prepei-na-einai-to-elam.html, πρόσβαση στις 29/10/2014

51


Ο εθνικισμός ως πυρήνας στην ανάπτυξη και αναπαραγωγή του μίσους. Η περίπτωση των μεταναστών και των Τουρκοκυπρίων

Το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι αφαιρέθηκε από τους Τουρκοκύπριους το 1964 και επιστράφηκε το 2006 μετά από παρέμβαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Μια άλλη έκφραση αυτής της πρακτικής αφορά στις υπηρεσίες υγείας. Οι Τουρκοκύπριοι δεν δικαιούνταν δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη μέχρι το 2003. Όταν τους παραχωρήθηκε αυτό το δικαίωμα προκλήθηκαν αντιδράσεις στην Ε/Κ κοινότητα καθώς αρκετοί θεωρούσαν πως οι Τ/Κ αφού δεν πληρώνουν φόρους στην Κυπριακή Δημοκρατία δεν θα έπρεπε να επωφελούνται δωρεάν υπηρεσίες, όπως η υγεία. Το 2013, υπό την επίδραση της οικονομικής κρίσης, η νομοθεσία άλλαξε εκ νέου αφαιρώντας το δικαίωμα της δωρεάν ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης από τους Τ/Κ.8 Η περιορισμένη αναγραφή της Τουρκικής γλώσσας που παρατηρείται σε πινακίδες στους δημόσιους χώρους, σε κυβερνητικά έντυπα και ιστοσελίδες αποτελεί ακόμη μια έκφραση τουγεγονότος ότι το ίδιο το κράτος θεωρεί ότι οι Τ/Κ δεν είναι ισότιμοι πολίτες με τους Ε/Κ. Το γεγονός αυτό καθιστά δύσκολή την πρόσβαση Τ/Κ στον δημόσιο τομέα και περιορίζει την ενημέρωση που λαμβάνουν σε σχέση με την ιδιότητα τους ως Κύπριοι πολίτες (Yildizian και Ehteshani, 2008). Θεσμικός ρατσισμός εντοπίζεται και στην περίπτωση των μεταναστών. Οι διαδικασίες απόκτησης άδειας παραμονής, και η ασφάλεια που προσφέρεται στους μετανάστες στην Κύπρο, χαρακτηρίζονται ως προβληματικά σημεία στην πολιτική του κράτους. Επιπρόσθετα, τα μαθήματα που γίνονται σε μετανάστες για εκμάθηση της Ελληνικής γλώσσας, πράγμα απαραίτητο για να μπορέσουν να ενταχθούν ομαλά στην κυπριακή κοινωνία, γίνονται σε πολύ περιορισμένο βαθμό τα τελευταία χρόνια. Διαπιστώνεται, επίσης, περιορισμένη πληροφόρηση όσον αφορά στα εργασιακά και άλλα δικαιώματα των μεταναστών (Αντωνίου, 2014). Με βάση τη νομοθεσία, οι νόμιμοι μετανάστες έχουν τα ίδια δικαιώματα με τους Κύπριους πολίτες, όσον αφορά στις υπηρεσίες υγείας. Η αντιμετώπιση όμως που τυγχάνουν στα δημόσια νοσοκομεία τους αναγκάζει να προσφεύγουν σε ιδιωτικά. Πρέπει να σημειώσουμε ότι δύσκολα παρέχονται διευκολύνσεις αναπηρίας σε μετανάστες. Όσον αφορά στην πολιτική για στέγαση των μεταναστών γενικότερα, αυτή είναι ανύπαρκτη με εξαίρεση τους αιτητές ασύλου (British Council, 2008). 8

52

http://gazzettacy.com/index.php?xNav=page&id=3519&catid=9, πρόσβαση 20/10/2014.


Ελένη Ευαγόρου Τέλος, σημειώνεται πως σύμφωνα με το Γραφείο Επιτρόπου Διοικήσεως έχουν γίνει πολλές φορές καταγγελίες για μέλη της αστυνομίας τα οποία δρουν με ρατσιστικό τρόπο, οι οποίες είναι πολύ δύσκολο να στοιχειοθετηθούν γιατί αφορούν σε προφορικές συνδιαλέξεις (Διονυσίου, 2014). Υπήρξαν, όμως, περιπτώσεις που τέτοιες συμπεριφορές, εκ μέρους της αστυνομίας, βγήκαν στο φως της δημοσιότητας. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Νιγηριανού ο οποίος ξυλοκοπήθηκε από άντρες της ΜΜΑΔ στο κέντρο της Λευκωσίας τον Νοέμβριο του 2013.9 Το εκπαιδευτικό σύστημα στην Κύπρο και η εθνοκεντρική παιδεία αποτελούν θεμελιώδη παράγοντα στην οικοδόμηση των στερεοτύπων και των προκαταλήψεων. Στα βιβλία ιστορίας, κεντρικός χαρακτήρας και πρωταγωνιστής είναι ο «Κυπριακός Ελληνισμός» ενώ ο όρος «Κύπριος» χρησιμοποιείται ως ισοδύναμος του όρου Έλληνας (Παπαδάκης, 2008). Ταυτόχρονα, εντοπίζονται πάρα πολύ αρνητικές αναφορές στους Τ/Κ. Οι Τούρκοι αντιμετωπίζονται ως λαός επεκτατικός και θηριώδης. Η έννοια του εθνικισμού και της ανταπόδοσης της βίας που περιέχεται σε αυτά προάγουν συμπεριφορές μίσους. Οι περίοδοι της διακοινοτικής βίας κατά τη δεκαετία του 1960 αναφέρονται συνοπτικά και αποκλειστικά από την οπτική των Ελληνοκυπρίων. Το εθνοκεντρικό αναλυτικό πρόγραμμα, το οποίο έχει στόχο την ανάπτυξη της Ελληνορθόδοξης ταυτότητας των μαθητών δεν μπορεί εύκολα να δεχτεί τους μετανάστες, καθώς οι ίδιοι δεν φέρουν την ταυτότητα που το σχολείο θέλει να αναπτύξει. Επιπλέον, ελάχιστα είναι τα δημόσια σχολεία σε ολόκληρο το νησί τα οποία προσφέρουν μαθήματα σε άλλη γλώσσα πέραν της ελληνικής, αποκλείοντας ταυτόχρονα, μετανάστες και Τ/Κ. Το γεγονός αυτό έρχεται σε αντίφαση με το γεγονός ότι τα σχολεία μας είναι πλέον διαπολιτισμικά, αφού σε αυτά φοιτούν πολλά παιδιά μεταναστών. Δεδομένου ότι δεν ξέρουν Ελληνικά, οι συνθήκες φοίτησης είναι πολύ δύσκολες, ενώ συχνά αναγκάζονται να επαναλάβουν τις πρώτες τάξεις μέχρι να μάθουν την Ελληνική γλώσσα. Μετά το 2004, το κράτος αποφάσισε την επιστροφή Τ/Κ μαθητών στις ελεύθερες περιοχές και από τότε αναλαμβάνει το κόστος των διδάκτρων σε ιδιωτικά σχολεία. Η Αγγλική Σχολή επιλέχθηκε ως ένα από τα σχολεία που θα φοιτούσαν οι Τ/Κ, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις από γονείς των οποίων τα παιδιά φοιτούσαν ήδη στο συγκεκριμένο σχολείο. 9 http://www.tothemaonline.com/koinonia/astynomikoi-tis-mmad-xeftilisankai-edeiranafrikano?fb_action_ids=10152135534504073&fb_action_types=og.likes&fb_ source=other_multiline&action_object_map=%5B389753791159210%5D&action_type_ map=%5B%22og.likes%22%5D&action_ref_map=%5B%5D, πρόσβαση 10/7/2014.

53


Ο εθνικισμός ως πυρήνας στην ανάπτυξη και αναπαραγωγή του μίσους. Η περίπτωση των μεταναστών και των Τουρκοκυπρίων

Το 2006 μάλιστα σημειώθηκαν σημαντικά επεισόδια όταν Ελληνοκύπριοι κουκουλοφόροι εισέβαλαν στην Αγγλική σχολή και ξυλοκόπησαν Τ/Κ μαθητές. Αφορμή για το συγκεκριμένο επεισόδιο φαίνεται να ήταν η σύγκρουση ενός Ε/Κ και ενός Τ/Κ μαθητή εξαιτίας της θρησκείας.10 Η διαφορετική θρησκεία είναι ένας παράγοντας ο οποίος συμβάλει στην έκφραση μίσους έναντι τόσο των Τ/Κ όσο και των μεταναστών. Η Ισλαμοφοβία είναι ένα ευρέως διαδεδομένο φαινόμενο το οποίο εκφράζεται από την εκκλησία, αλλά και πολιτικά πρόσωπα και οργανισμούς. Η Εκκλησία της Κύπρου, κατέχει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση της κοινής γνώμης και της συνείδησης των Ε/Κ. Η Εκκλησία, είχε ανέκαθεν στο επίκεντρο της δράσης της τον ελληνισμό ως βασικό συστατικό της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης (Trimikliniotis and Demetriou, 2012). Σε αυτή βρίσκουν πολλές φορές οικονομική στήριξη ρατσιστικές, εθνικιστικές και άλλες οργανώσεις οι οποίες προάγουν τον ρατσισμό και την Ισλαμοφοβία. Οι κατά περιόδους δηλώσεις των εκκλησιαστικών ηγετών προάγουν αισθήματα φόβου και μίσους έναντι του Τουρκικού στοιχείου. Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις του Αρχιεπίσκοπου Κύπρου Χρυσόστομου Α’ «μπορεί οι έποικοι αυτοί (αναφερόμενος σε όσους θα μείνουν στην Κύπρο μετά τη λύση ομοσπονδίας) να έρχονται σκόπιμα και στην Ε/κ πλευρά με σκοπό να κλέβουν και να σκοτώνουν για να αναγκάσουν το ελληνικό στοιχείο να φύγει από το νησί» (ΚΥΠΕ, 2000). Όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω, μπορούμε να πούμε ότι τεκμηριώνουν πλήρως τον ισχυρισμό που καταθέσαμε εξαρχής. Η υπερεκτίμηση της εθνικής ταυτότητας, η οποία καλλιεργείται εδώ και χρόνια στην Ελληνοκυπριακή κοινότητα, έρχεται σε αντίθεση, όχι μόνο με τους Τουρκοκύπριους στους οποίους έχει αποδοθεί ο ρόλος του «εχθρού», αλλά και στους μετανάστες οι οποίοι διαφέρουν από τα κοινωνικά εθνικιστικά πρότυπα. Ο ρατσισμός υπάρχει στη συμπεριφορά των Ελληνοκυπρίων πολύ συχνά στο επίπεδο του α-συνειδήτου. Εκδηλώνεται εντονότερα εκεί που συγκεκριμένα σύνολα και φορείς καλλιεργούν τέτοιου είδους συμπεριφορές. Είναι γεγονός ότι το μίσος εκφράζεται, ως επί το πλείστον, μέσω ρητορικής. Ωστόσο, αν η τάση αυτή που εντοπίζεται δεν καταπολεμηθεί θα αρχίσουν να καταγράφονται ολοένα και περισσότερα εγκλήματα μίσους. Πρέπει να τονίσουμε επίσης ότι υπάρχει ανάγκη να καταπολεμηθεί το φαινόμενο σε θεσμικό επίπεδο έτσι ώστε να μην εμπεδώνεται στις συνειδήσεις των πολιτών. 10

54

http://cyprusnews.eu/deltia-typou/1516237, πρόσβαση 29/10/2014


Ελένη Ευαγόρου Βιβλιογραφία

Αντωνίου. Λ. (2014). Επικεφαλής Τμήματος Ισότητας ΙΝΕΚ- ΠΕΟ. Συνέντευξη από Ελένη Ευαγόρου. 8 Ιουλίου. Διονυσίου, Ν. (2014). Λειτουργός Γραφείου Επιτρόπου Διοικήσεως. Συνέντευξη από Ελένη Ευαγόρου. 6 Ιουλίου. Κατσιαούνης, Ρ (2006). Labour, Society and Politics in Cyprus during the second half of the nineteenth century, Nicosia: Cyprus Research Center. Κούκου, Μ. (2014). Υπεύθυνη Τμήματος Μεταναστών ΠΕΟ. Συνέντευξη από Ελένη Ευαγόρου. 5 Ιουλίου. ΚΥΠΕ. (2000). «Δηλώσεις Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χρυσόστομου στην παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου». ΚΥ.Π.Ε. 3 Μαΐου. Προσβάσιμο στο σύνδεσμο <http://www.churchofcyprus.org. cy/print.php?type=article&id=2814> πρόσβαση 25/10/14. Μαυράτσας, Κ. (2014). Αναπληρωτής Καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Τμήμα Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, Πανεπιστημίου Κύπρου. Συνέντευξη στην Ελένη Ευαγόρου. 14 Οκτωβρίου. Παπαδάκης, Γ. (2008). «Ιστορική Παιδεία στη Διαιρεμένη Κύπρο: Μια Σύγκριση Ελληνοκυπριακών και Τουρκοκυπριακών Σχολικών Βιβλίων Ιστορίας της Κύπρου.» Έκθεση PRIO, Λευκωσία. Υπουργείο Εσωτερικών, Κλάδος Ταμείων Αλληλεγγύης, 2008, Πολυετές Πρόγραμμα 2007-2013. Προσβάσιμο στο <http://www. moi. gov.cy/moi/SF/sf.nsf/All/4F56AA4EFD4F68B3C22575430038800 C/$file/%CE%A0%CE%BF%CE%BB%CF%85%CE%B5%CF%84%CE% AD%CF%82%20 %CE%A0%CF%81%CF%8C%CE%B3%CF%81%CE% B1%CE%BC%CE%BC%CE%B1%202007-2013%20%CE%A4%CE%B1 %CE%BC%CE%B5%CE%AF%CE%BF%CF%85%20%CE%88%CE%B D%CF%84%CE%B1%CE%BE%CE%B7%CF%82.pdf>, πρόσβαση 4/9/2014.

55


Ο εθνικισμός ως πυρήνας στην ανάπτυξη και αναπαραγωγή του μίσους. Η περίπτωση των μεταναστών και των Τουρκοκυπρίων

Χατζηλοϊζου, Νεόφυτος. 2003. Συνταγματικό Δίκαιο και Συνταγματική Πραγματικότητα στην Κύπρο. Προσβάσιμο στο σύνδεσμο http:// www.greeklaws.com/pubs/uploads/83.pdf. British Council. 2008 Living Together: Equal Opportunity and access in society. Mainwaring, C. (2008). “On the edge of exclusion: the changing nature of Migration in Cyprus and Malta. ” The Cyprus Review 20: 2. Trimikliniotis, N, Pantelides, P. (2003). Mapping Discriminatory Landscapes in Cyprus: Ethnic Discrimination in the Labour Market, in: The Cyprus Review, Vol.15, Spring 2003, N.1. Trimikliniotis, Nicos and Demetriou, Corina. (2012). «The interaction between racist discourse and the rise in racial violence in Cyprus» in ACCEPT PLURALISM Research Project, Tolerance, Pluralism and Social Cohesion: Responding to the Challenges of the 21st Century in Europe. Florence: European University Institute. Yildizian, A-M. and Ehteshani. A. (2012). “Ethnic Conflict in Cyprus and the contact hypothesis: an empirical investigation.” Διδακτορική Διατριβή. Προσβάσιμο στο σύνδεσμο http://www.academia.edu/872606/Ethnic_Conflict_in_Cyprus_ and_the_Contact_Hypothesis_An_Empirical_Investigation.

56


Ετήσια Επιθεώρηση Ιστορίας, Κοινωνίας και Πολιτικής, Τεύχος 2, σσ. 57-78, 2016

Κωνσταντίνος Στυλιανού

Η κριτική της εργασίας και οι φραγμοί της:

Μια ανάλυση του καπιταλιστικά συγκροτημένου ανθρώπου1

Περίληψη Σε κάθε ιστορική περίοδο, η δόμηση του υποκειμένου βασίζεται στην αντανάκλαση της αντικειμενικής πραγματικότητας ως μια διαλεκτική διαδικασία εσωτερίκευσης. εσωτερίκευση που γίνεται κατά τη διαδικασία της αλληλεπίδρασης του ανθρώπου με το περιβάλλον του. Αυτή η εσωτερίκευση δεν οδηγεί άμεσα σε γνώση. Αντίθετα φαίνεται ότι ο άνθρωπος προσλαμβάνει την πραγματικότητα αναποδογυρισμένα. Αυτό ισχύει σε όλες τις ιστορικές περιόδους, εκδηλώνεται όμως πιο καθαρά μέσα στο ιστορικό πλαίσιο του καπιταλισμού. Ο καπιταλιστικός άνθρωπος είναι η μορφή υποκειμένου που αντιστοιχεί στη Νεωτερικότητα και χωρίζεται σε δυο πλευρές. σε μια πλευρά που προσδιορίζεται ως η μορφή του homo economicus και σε μια πλευρά που προσδιορίζεται ως η μορφή του homo politicus. Το υποκείμενο της Νεωτερικότητας, είναι υποκείμενο αυθόρμητης εσωτερίκευσης των όρων της καπιταλιστικής παραγωγής και ζωής τους οποίους μάλιστα ούτε γνωρίζει, ούτε θέλει να γνωρίσει, ούτε του γεννάται η επιθυμία να γνωρίσει. Η εσωτερίκευση αυτών των όρων γίνεται καθοριστική κατά τη διαδικασία αντικατάστασης της τυπικής, από την πραγματική υποταγή της εργασίας στη κοινωνική σχέση κεφάλαιο. Με βάση τη διαφορετική ανάγνωση του θεωρητικού έργου του Καρλ Μαρξ, η οποία εκφράζεται μέσα από τη σχολή της κριτικής της αξίας (wertkritik), η εργασία υπήρξε ο κυρίαρχος όρος της καπιταλιστικής παραγωγής και ζωής και έχει αναδειχθεί σε είδωλο της Νεωτερικότητας. Η κριτική της εργασίας αποτελεί κατ’ επέκταση απαραίτητη προϋπόθεση για μια κριτική στον καπιταλισμό. 1 Το παρόν κείμενο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά ως ανακοίνωση στην αγγλική γλώσσα στο συνέδριο με τίτλο “Never Work” που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο του Cardiff τον Ιούλιο του 2015.

57


Η κριτική της εργασίας και οι φραγμοί της: μια ανάλυση του καπιταλιστικά συγκροτημένου ανθρώπου Εισαγωγή

Σε αυτό το κείμενο θα ασχοληθούμε με την εσωτερίκευση των καπιταλιστικών κατηγοριών από την καπιταλιστική μορφή υποκειμένου, δηλαδή την μορφή υποκειμένου της Νεωτερικότητας. Ιδιαίτερα θα εστιάσουμε στο πως αυτή η εσωτερίκευση λειτουργεί ως κατασταλτική δύναμη πάνω στα υποκείμενα, και πως εκδηλώνεται ως κυριαρχία της σχέσης κεφάλαιο πάνω στον εργάτη και τον κεφαλαιοκράτη, τις δυο κύριες μορφές εμφάνισης του καπιταλιστικά συγκροτημένου ανθρώπου. Μας ενδιαφέρει να εστιάσουμε στο έργο του Καρλ Μαρξ καθώς, αυτή η πλευρά του μαρξικού έργου δεν βρήκε τη θέση της στο θεωρητικό σώμα του μαρξισμού, και έτσι παρέμεινε εν πολλοίς άγνωστη. Το κείμενο αντλεί επίσης από το έργο της σχολής της κριτικής της αξίας (γνωστής ως wertkritik) και της μελέτης του ‘εσώτερου’ Μαρξ2, εκείνου του μέρους του έργου του Καρλ Μαρξ, που προσπεράστηκε από τον μαρξισμό του εργατικού κινήματος, για ιστορικούς κύρια λόγους3, και το οποίο αποκτά μέσα στο σημερινό κρισιακό πλαίσιο, μεγάλη κριτική εμβέλεια και ερμηνευτική δύναμη. Η κριτική της καπιταλιστικής κοινωνίας που ανδρώθηκε γύρω από το θεωρητικό σώμα του μαρξισμού, αντιλαμβανόταν σε όλες τις περιπτώσεις την εργασία ως κάτι το ιερό. Είναι μόνο πρόσφατα4

2 Με τον όρο ‘εσώτερος’ Μαρξ η σχολή της κριτικής της αξίας αναφέρεται στο μέρος εκείνο της θεωρίας του Μαρξ που δεν αξιοποιήθηκε πρακτικά από το εργατικό κίνημα και κατ’ επέκταση δεν βρήκε τη θέση του στο μαρξιστικό θεωρητικό σύστημα. Αυτή η ανάγνωση αναδεικνύει τον Μαρξ ως τον κριτικό της φετιχιστικής μορφής της αξίας ως πυρήνα της φετιχιστικής συγκρότησης ολόκληρης της αστικής κοινωνίας. Αναφέρεται επίσης και ως αρνητικός Μαρξ, ριζοσπαστικός κριτικός της «αφηρημένης εργασίας» μαζί με την ανήκοντα σ’ αυτήν καταπιεστική προτεσταντική ηθική (Max Weber). Ο διαχωρισμός ανάμεσα σε ‘εξώτερο’ και ‘εσώτερο’ Μαρξ δεν αντιστοιχεί στον διαχωρισμό ‘πρώιμου’-‘ώριμου’ Μαρξ διότι στοιχεία και των δυο πλευρών αυτού του διαχωρισμού διαπερνούν σαν αντίθεση το σύνολο της μαρξικής θεωρίας και πλευρές της κριτικής του φετιχισμού της μορφής αξία και της αφηρημένης εργασίας βρίσκονται τόσο στα πρώιμα όσο και στα ώριμα έργα του. 3 Η Rosa Luxembourg σε ένα άρθρο της το 1903 με τίτλο «Στασιμότητα και πρόοδος του μαρξισμού» πρώτη εξέφρασε τη θέση ότι το εργατικό κίνημα της εποχής της δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει όλο τον πλούτο της θεωρίας του Μαρξ ένεκα της περιορισμένης οπτικής του. Η περιορισμένη οπτική ήταν τότε συνδεδεμένη με το επίπεδο ανάπτυξης τόσο του καπιταλισμού αλλά πολύ περισσότερο του ίδιου του εργατικού κινήματος και εκφραζόταν στα άμεσα καθήκοντα που έθετε μπροστά του. 4 Ήδη από την εποχή του Μαρξ υπήρχαν φωνές ενάντια στην εργασία με πιο χαρακτηριστική την περίπτωση του γαμπρού του Μαρξ, Paul Lafargue (1842-1911), ο οποίος με την μπροσούρα «Το δικαίωμα στην τεμπελιά» το 1880 ανέπτυξε μια κριτική της εργασίας η οποία ωστόσο παρέμεινε στο ηθικο-ανθρωπιστικό επίπεδο. Δεν υπήρχε ακόμη η δυνατότητα, η κριτική της εργασίας να εκφραστεί μέσα από την ίδια την κριτική της πολιτικής οικονομίας.

58


Κωνσ ταν τίνος Στυλιανού που μια διαφορετική ανάγνωση του μαρξικού έργου έχει φέρει στο φως μια ολότελα νέα συνολική θεώρηση της κριτικής του καπιταλισμού, που τέθηκαν οι βάσεις για μια ολόπλευρη κριτική της εργασίας. Η εργασία μέσα σε αυτό το νέο πλαίσιο ανάγνωσης, δεν είναι η «ανεξάρτητη από κάθε κοινωνική μορφή, όρος ύπαρξης του ανθρώπου, αιώνια φυσική ανάγκη»5 αλλά, η αναγωγή της ανθρώπινης δραστηριότητας σε καθαρό «ξόδεμα ανθρώπινου μυαλού, ανθρώπινων μυώνων, νεύρων, χεριών»6 που μετατρέπεται σε αφηρημένη αρχή κοινωνικής διαμεσολάβησης. Ως τέτοια, η εργασία, αντιπαρατίθεται στο κεφάλαιο όχι ως υπεριστορική κατηγορία που θα το καταργήσει, αλλά ως το διαλεκτικό του αντίθετο. Σε αυτή την ανάγνωση του Μαρξ, η εργασία όπως και το κεφάλαιο, είναι ενδοκαπιταλιστικές κατηγορίες που συνιστούν δυο μέρη ενός όλου. Δηλαδή δεν μπορεί να υπάρχει το ένα χωρίς το άλλο.7 Γεννήθηκαν μαζί και πεθαίνουν μαζί. Αυτό το κείμενο πραγματεύεται την καπιταλιστικά συγκροτημένη υποκειμενικότητα ως φραγμό στην κριτική της εργασίας. Θα ασχοληθούμε πιο συγκεκριμένα με το πώς η δημιουργία αυτής της μορφής υποκειμένου μπορεί να τύχει ερμηνείας στο θεωρητικό πλαίσιο που εξηγήθηκε πιο πάνω, όπως επίσης, με την αντικειμενικότητα των κοινωνικών νόμων και την εκδήλωση τους μέσω αυτής της μορφής. Για την ολοκλήρωση της κριτικής ανάλυσης του υποκειμένου της Νεωτερικότητας, θα ανατρέξουμε, επίσης, στις μαρξικές έννοιες της τυπικής και πραγματικής υπαγωγής της εργασίας. Τέλος, η αναζήτηση τρόπων για την υπέρβαση των φραγμών αυτών, στην κριτική της εργασίας θα παραμείνει, όπως αρμόζει σε τέτοια ζητήματα, στο επίπεδο του επιστημονικού προβληματισμού. Η αναγκαιότητα και η νομιμοποίηση της κριτικής της εργασίας Ο Μαρξ ξεκινά την κριτική του της Πολιτικής Οικονομίας στο Κεφάλαιο με την διαπίστωση ότι ο υλικός πλούτος της σύγχρονης κοινωνίας παρουσιάζεται ως ένας σωρός από εμπορεύματα.8 Στη μορφή

5 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 57). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 6 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 58). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 7 Στον πρώτο τόμο του Κεφαλαίου και ιδιαίτερα στο έβδομο κεφάλαιο (σσ. 224-241) γίνονται εκτεταμένες αναφορές που βοηθούν στην κατανόηση αυτής της προσέγγισης. Το κεφάλαιο, σύμφωνα, με την ανάλυση του Μαρξ έχει δυο μέρη, το ένα αφορά τα μέσα παραγωγής (που ονομάζει νεκρή εργασία) και το άλλο την εργατική δύναμη (που ονομάζει αντίστοιχα ζωντανή εργασία). Επίσης πολλές αναφορές για το ίδιο ζήτημα υπάρχουν και στα Grundrisse, όπως παραδείγματος χάριν στη σ. 272 όπου η εργασία αναφέρεται ως συνθετικό στοιχείο του κεφαλαίου. 8 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 49). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.

59


Η κριτική της εργασίας και οι φραγμοί της: μια ανάλυση του καπιταλιστικά συγκροτημένου ανθρώπου

του εμπορεύματος συμπυκνώνεται η ουσία όλης της παραπέρα πορείας της κριτικής ανάλυσης του κεφαλαιοκρατικού συστήματος παραγωγής και ζωής. Στο επίπεδο της κοινωνικής συνείδησης στην οποία η κοινωνία της αγοράς βρίσκει την αντανάκλαση της, αυτό που εμφανίζεται να κυριαρχεί με την πρώτη ματιά είναι η εργασία. Η εργασία είναι ο κοινός παρονομαστής που ενώνει κάτω από το λάβαρο της όλες τις κοινωνικές τάξεις και όλα τα ιδεολογικά ρεύματα.9 Σε ένα κόσμο όπου επικρατεί το bellum omnius contra omnes10, που τα αντίθετα συμφέροντα θέτουν όλους ενάντια σε όλους, η εργασία λειτουργεί ως το συνεκτικό στοιχείο που κρατά τους πάντες σε κοινό πλαίσιο. Αποδεικνύεται, εκ των υστέρων, πως οι άνθρωποι ποτέ δεν είχαν συνείδηση της εποχής τους, πόσο μάλλον της παροδικότητας της κοινωνίας τους. Η συνειδητοποίηση ως αυτοσυνείδηση έγινε εφικτή μόνο στον καπιταλισμό και συνιστά αναγκαία προϋπόθεση για την υπέρβαση αυτού του τρόπου παραγωγής. Επομένως, η διαδικασία αποδόμησης όσων η κοινωνική συνείδηση έχει αποδεχθεί a priori και η κριτική μελέτη τους, αποτελεί μέγιστη υπηρεσία στην πορεία αλλαγής της κοινωνίας, δηλαδή της υπέρβασης του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και ζωής. Έτσι, η κριτική της εργασίας, μπαίνει στο προσκήνιο των νέων καθηκόντων, ως μια έννοια που περισσότερο από κάθε άλλη, βρίσκεται στην περιοχή των ταμπού.11 Η εργασία, όπως την γνωρίζει και την κατανοεί η μορφή υποκειμένου της Νεωτερικότητας, δεν υπήρξε πριν τη Νεωτερικότητα και δεν θα υπάρχει μετά από αυτήν. είναι ιστορική μορφή που ανήκει σε αυτόν τον τρόπο παραγωγής και ζωής. Γιατί είναι σήμερα αναγκαία η κριτική της εργασίας; Πολύ σχηματικά θα μπορούσαν τεθούν δυο λόγοι. Πρώτο επειδή η εργασία, είναι η πηγή της αξίας (Μαρξ), και η αξία είναι η ουσία του κεφαλαίου. Η εργασία είναι, κατ’ επέκταση, η πηγή του κεφαλαίου. Κριτική του καπιταλισμού χωρίς κριτική της εργασίας δεν μπορεί να νοηθεί. 9 Στο κείμενο που εξέδωσε το “Group Krisis” το 2000 υπό τον τίτλο «Μανιφέστο ενάντια στην εργασία» αναφέρεται χαρακτηριστικά ο στίχος του ύμνου της διεθνούς εργατικής τάξης “Push the idler aside” (κάνε πέρα τον αργόσχολο), σε αντιπαραβολή με την γνωστή επιγραφή πάνω από την πύλη του Auschwitz, “labour makes free” (η εργασία απελευθερώνει). 10 Ο Thomas Hobbes στο βασικό έργο του ο Λεβιάθαν περιγράφει την φυσική ανθρώπινη κατάσταση ως ένα πόλεμο όλων εναντίων όλων (bellum omnius contra omnes). Αυτό που ο Hobbes περιγράφει στην πραγματικότητα είναι η βαθύτερη λογική της αστικής κοινωνίας που, στην εποχή του, βρισκόταν στα αρχικά στάδια της. 11 Ο Robert Kurz στον πρόλογο του βιβλίου του Marx lesen (διαβάζοντας τον Μαρξ) του 2001, αναφέρεται στις κατηγορίες του καπιταλισμού όπως αυτή της εργασίας, ως έννοιες που βρίσκονται στη περιοχή των ταμπού. Ενάντια σε αυτές δεν γίνεται αποδεκτή καμία κριτική.

60


Κωνσ ταν τίνος Στυλιανού «Η ατομική ιδιοκτησία δεν είναι παρά η «αντικειμενοποιημένη» εργασία. Αν θέλουμε να της καταφέρουμε το θανάσιμο κτύπημα δεν πρέπει απλώς και μόνο να καταπολεμήσουμε την ατομική ιδιοκτησία σαν κατάσταση πραγμάτων, αλλά σαν δραστηριότητα, σαν εργασία… Η κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας δεν θα γίνει λοιπόν πραγματικότητα παρά μόνον αν θεωρηθεί σαν κατάργηση της «εργασίας»».12 Δεύτερο, επειδή η εργασία στο επίπεδο της κοινωνικής συνείδησης, είναι φορτισμένη με θετικό περιεχόμενο. Ως αποτέλεσμα της αντιμετώπισης της από το μαρξιστικό εργατικό κίνημα, η εργασία έχει αγιοποιηθεί και πολύ δύσκολα μπορεί να γίνει κατανοητή ως αρνητική κατηγορία. Είναι από τα θέσφατα της κοινωνίας της αγοράς, το πιο θέσφατο. «Είναι μια από τις μεγαλύτερες παρανοήσεις να μιλάει κανείς για ελεύθερη, ανθρώπινη κοινωνική εργασία, για εργασία χωρίς ατομική ιδιοκτησία. Η «εργασία» από την ίδια της τη φύση είναι ανελεύθερη, απάνθρωπη, μη κοινωνική δραστηριότητα».13 Η καπιταλιστική μορφή υποκειμένου ως ένα αφηρημένο σχιζουποκείμενο «Ο τρόπος παραγωγής της υλικής ζωής καθορίζει γενικά την κοινωνική, πολιτική και πνευματική διαδικασία της ζωής. Δεν είναι η συνείδηση των ανθρώπων που καθορίζει το είναι τους, αλλά, αντίστροφα, το κοινωνικό τους είναι, είναι αυτό που καθορίζει τη συνείδηση τους»14 «Μέσα στην ίδια την πράξη της αναπαραγωγής δεν αλλάζουν μόνο οι αντικειμενικοί όροι, πχ. το χωριό γίνεται πόλη, η ζούγκλα καθαρισμένος αγρός κλπ.. αλλάζουν και οι παραγωγοί, καθώς αναπτύσσουν νέες τους ιδιότητες, εξελίσσονται με την παραγωγή, μετασχηματίζουν τον εαυτό τους, διαμορφώνουν νέες δυνάμεις και νέες παραστάσεις, νέους τρόπους συναλλαγής, νέες ανάγκες και νέα γλώσσα».15 12 ΜΑΡΞ, Κ. (1976). Αδημοσίευτα χειρόγραφα – 1845 (σ. 33). Αθήνα: Εκδόσεις Δ. Κοροντζή 13 ΜΑΡΞ, Κ. (1976). Αδημοσίευτα χειρόγραφα – 1845 (σ. 33). Αθήνα: Εκδόσεις Δ. Κοροντζή. 14 ΜΑΡΞ, Κ. (1978) Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας (σ. 23). Αθήνα: Θεμέλιο. 15 ΜΑΡΞ, Κ. (1990) Βασικές Γραμμές της Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας - Grundrisse τομ.ΙΙ (σ. 372). Αθήνα: Στοχαστής

61


Η κριτική της εργασίας και οι φραγμοί της: μια ανάλυση του καπιταλιστικά συγκροτημένου ανθρώπου

Είναι βασική μεθοδολογική αρχή της υλιστικής γνωσιοθεωρίας ότι ο άνθρωπος γνωρίζει τον κόσμο μέσα από την διαδικασία ανταλλαγής της ύλης ανάμεσα σε αυτόν και τη φύση16. ότι μέσα στον άνθρωπο αντανακλάται, με ένα πολυσύνθετο, μη μηχανιστικό τρόπο, ότι υπάρχει έξω από αυτόν, ως διαδικασία εσωτερίκευσης. Κατά αυτό τον τρόπο, οι άνθρωποι είναι πάντοτε παιδιά της εποχής τους. Ο Αριστοτέλης, αυτός ο γίγαντας της σκέψης σύμφωνα με τον Μαρξ17, στάθηκε αδύνατο να βρει σε τι συνίστατο η σχέση ισότητας των αξιών των εμπορευμάτων, εξαιτίας των ιστορικών φραγμών της κοινωνίας που ζούσε18, αφού στην δουλοκτητική κοινωνία δεν υπήρχε η αφηρημένη εργασία αλλά μόνο η συγκεκριμένη. Η κοινωνική λειτουργία του καπιταλισμού ήταν από την αρχή φετιχιστική και αφηρημένη.19 Η πορεία επιβολής του μπορεί να χαρακτηριστεί και ως μια πορεία διάλυσης των συγκεκριμένων, σκόπιμων δραστηριοτήτων των ανθρώπων και αντικατάστασης τους με το «αφηρημένο γενικό ξόδεμα εργατικής δύναμης» που επιβλήθηκε δια πυρός και σιδήρου.20 Η Νεωτερικότητα είναι η κοινωνία του αφηρημένου, υπό την έννοια ότι δεσπόζουσα κοινωνική λειτουργία, ξεχωρισμένη ως διαφορετική σφαίρα και κάτω από την οποία υπάγονται όλες οι υπόλοιπες επιμέρους λειτουργίες, είναι η συνεχής και ακατάπαυστη κατανάλωση αφηρημένης ανθρώπινης ενέργειας, η αφηρημένη εργασία.

16 Ο Μαρξ στο πέμπτο κεφάλαιο του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου, με τίτλο «Προτσές εργασίας και προτσές αξιοποίησης» (σσ. 190-221) αναλύει σε έκταση τη διαδικασία της ανταλλαγής της ύλης ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση. 17 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 95). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 18 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 74). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 19 Ο Μαρξ στο 48ο κεφάλαιο του τρίτου τόμου του Κεφαλαίου, με τίτλο «Ο τριαδικός τύπος» (σ.1000-1022) πραγματοποιεί μια ερμηνευτική γενίκευση του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Εκεί αναφέρει ότι με τα συστατικά μέρη της αξίας και του πλούτου γενικά, το κεφάλαιο, τη γη και την εργασία, ολοκληρώνεται η φενάκη (απάτη, ψέμα) του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Πρόκειται για την επέκταση σε ανώτερο επίπεδο της ανάλυσης του για τον «φετιχικό χαρακτήρα του εμπορεύματος και το μυστικό του» που βρίσκεται στο πρώτο κεφάλαιο του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου (σσ. 84-97). Ο Μαρξ αποκαλεί, στο 48ο κεφάλαιο του τρίτου τόμου, τον κόσμο της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής «μαγεμένο, αναποδογυρισμένο και με το κεφάλι κάτω κόσμο» (σ. 1019). 20 Στο 24ο κεφάλαιο του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου με τίτλο «Η λεγόμενη πρωταρχική συσσώρευση» (σ. 738-788) ο Μαρξ περιγράφει τις συνθήκες εμφάνισης στο ιστορικό προσκήνιο της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. Αναφερόμενος στην απαλλοτρίωση των άμεσων παραγωγών που αποτέλεσε ιστορική προϋπόθεση για την εμφάνιση των μισθωτών εργατών λέει «Και η ιστορία αυτής της απαλλοτρίωσης τους είναι γραμμένη στα χρονικά της ανθρωπότητας με γράμματα από αίμα και φωτιά» (σ. 740) επίσης «ο αγροτικός πληθυσμός…υποτάχθηκε με τερατώδικους τρομοκρατικούς νόμους, με μαστιγώσεις, με στιγματισμούς και με βασανιστήρια σε μια πειθαρχία τέτοια που απαιτεί το σύστημα της μισθωτής εργασίας» (σ. 761).

62


Κωνσ ταν τίνος Στυλιανού Αποξενωμένη από κάθε άλλη κοινωνική δραστηριότητα και απογυμνωμένη από κάθε συγκεκριμένο περιεχόμενο, η εργασία είναι το είδωλο της Νεωτερικότητας. Κατ’ επέκταση, αρμόζουσα σε αυτή την αφηρημένη κοινωνική γενικότητα του Νεωτερισμού, είναι μια αντίστοιχα αφηρημένη υποκειμενικότητα. Όπως η κυκλοφορία των εμπορευμάτων γίνεται, σύμφωνα με τον Μαρξ, η μεγάλη κοινωνική χοάνη όπου πέφτουν όλα μέσα για να βγουν με τη μορφή του χρήματος, και έτσι «σβήνεται κάθε ποιοτική διαφορά των εμπορευμάτων»21, με τον ίδιο τρόπο η οργάνωση της κοινωνίας της Νεωτερικότητας σβήνει την ατομικότητα του υποκειμένου και μένει μόνο η αφηρημένη νομικο-πολιτική του έκφραση. Το υποκείμενο της Νεωτερικότητας, είναι δομημένο στη βάση του μεγάλου ρεύματος του Διαφωτισμού. Ο Robert Kurz στο άρθρο του “Tabula Rasa”22, ξεχωρίζει τρεις βασικές πλευρές του Διαφωτισμού σε σχέση με την διαμόρφωση του υποκειμένου. Ο σκωτικόαγγλοσαξονικός Διαφωτισμός όπως εκφράζεται στα θεωρήματα του Smith και του Bentham τονίζει κυρίως την ορθολογική-οικονομική πλευρά αυτού του υποκειμένου, την μορφή του homo economicus. Στον γαλλικό Διαφωτισμό, του Montesquieu μέχρι τον Rousseau και των υμνητών των αρετών και των αρχών της επανάστασης του 1789 αντίθετα, η θεωρία συγκεντρώθηκε περισσότερο πάνω στην κρατικονομική πλευρά του υποκειμένου, τη μορφή του homo politicus. Η πλευρά του homo politicus είναι παραγόμενη από την δεσπόζουσα πλευρά του homo economicus, όπως η πολιτική και το δίκαιο είναι παραγόμενα από την οικονομία, και για τούτο είναι λογικά και λειτουργικά δευτερεύουσα. Ο γερμανικός Διαφωτισμός τέλος, με τον Kant μέχρι και τον Hegel έδωσε την ερμηνεία της πολικότητας του homo economicus και homo politicus που βρίσκεται στη βάση της αφηρημένης υποκειμενικότητας ως τέτοιας. Αυτός ο διαχωρισμός του υποκειμένου στις δυο πλευρές του, εδράζεται στον αντίστοιχο διαχωρισμό σε οικονομική και πολιτική δραστηριότητα που χαρακτηρίζει όλες τις καπιταλιστικές κοινωνίες. Η πολιτική και οι θεσμικές μορφές της (το κράτος, η δημοκρατία, το έθνος, το δίκαιο) συνιστούν το ένα από τα δυο επίπεδα της αφηρημένης γενικότητας της κοινωνίας του Νεωτερισμού που είναι συγκροτημένη φετιχιστικά.

21 22

ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ.144). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. Kurz, R. (2003). Tabula Rasa. Krisis no.27. σσ. 85-136.

63


Η κριτική της εργασίας και οι φραγμοί της: μια ανάλυση του καπιταλιστικά συγκροτημένου ανθρώπου

Το άλλο επίπεδο είναι εκείνο της οικονομίας, που συγκέντρωνε, από τη γέννηση του καπιταλισμού, σχεδόν όλα τα πυρά της προοδευτικής κριτικής της Νεωτερικότητας. Το γεγονός ότι αυτή η κριτική προσπαθεί να τιθασεύσει την αφηρημένη γενικότητα του χρήματος και της οικονομίας, επικαλούμενη την αφηρημένη γενικότητα του κράτους, δείχνει το βάθος του σχίσματος ανάμεσα στις δυο πλευρές της υποκειμενικότητας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση μάλιστα πρόκειται για ένα δίπολο υποκειμενικότητας το οποίο ενώ έχει ταυτότητα με την έννοια της βαθύτερης ουσίας του, εκδηλώνεται ταυτόχρονα με αντιθετικότητα στο επίπεδο της υποκειμενικής λειτουργίας και συμπεριφοράς. Σύμφωνα με την υπαγόρευση του σχιζο-υποκειμένου, οι άνθρωποι πρέπει να είναι την ίδια στιγμή εγωιστές και αλτρουιστές, αδίστακτοι στον ανταγωνισμό αλλά θέτοντας, ταυτόχρονα, το κοινό καλό πάνω από το ατομικό συμφέρον. Πρόκειται πραγματικά για έναν παραλογισμό. Βέβαια, αυτό ισχύει για όσο η εστίαση παραμένει στο επίπεδο της επιφάνειας. Στο βαθύτερο επίπεδο η υπαγόρευση είναι μια και ενιαία: όλοι είναι υποκείμενα του «κερδίζειν χρήμα»23 μέσω της τυφλής κατανάλωσης ανθρώπινης ενέργειας «ως αυτοσκοπός».24 Ο homo economicus είναι το υποκείμενο της αφηρημένης εργασίας, το υποκείμενο της αγοράς, του ανταγωνισμού και των νόμων τους. Είναι ο ορθολογικός οικονομικός παίκτης, που προσαρμόζει υποδειγματικά την κάθε κίνηση του, με τον ωφελιμιστικό υπολογισμό του Bentham25. που έχει εσωτερικεύσει την αξιοποίηση της αξίας ως δικό του υποκειμενικό σκοπό.26 Χαρακτηριστικά αναφέρει ο Μαρξ για το υποκείμενο του κεφαλαιοκράτη: «σαν κεφαλαιοκράτης είναι μονάχα προσωποποιημένο κεφάλαιο.

23 Ο Μαρξ αναφερόμενος στα χαρακτηριστικά του κεφαλαιοκράτη που βασίζονται στη φύση του κεφαλαίου, λέει «[σκοπό έχει ο κεφαλαιοκράτης] μόνο την ακατάπαυστη κίνηση του κερδίζειν» ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 166). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 24 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 143). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 25 Στο έργο του An introduction to the principles of morals and legislation ο Jeremy Bentham παρουσίασε μια μέθοδο υπολογισμού που μπορούσε σύμφωνα με αυτήν να καθορίσει το βαθμό που μια πράξη είναι επωφελής ή επιζήμια για το υποκείμενο. Στη βάση αυτής της λογικής αναπτύχθηκε αργότερα και η νεοφιλελεύθερη προσέγγιση περί ελαχιστοποίησης των κόστων. 26 «Το αντικειμενικό περιεχόμενο της κυκλοφορίας αυτής - η αξιοποίηση της αξίας - είναι ο δικός του υποκειμενικός σκοπός, και μόνο εφόσον το μοναδικό κίνητρο των επιχειρήσεών του είναι η αυξανόμενη ιδιοποίηση του αφηρημένου πλούτου, λειτουργεί σαν κεφαλαιοκράτης ή σαν κεφάλαιο προσωποποιημένο, προικισμένο με θέληση και συνείδηση» ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 165). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.

64


Κωνσ ταν τίνος Στυλιανού Η ψυχή του είναι ή ψυχή του κεφαλαίου»27, είναι «φανατικός οπαδός της αξιοποίησης της αξίας».28 Ισχύει ακόμη ότι «σε μια κοινωνία όπου κυριαρχεί η κεφαλαιοκρατική παραγωγή, ακόμα και ο μη κεφαλαιοκράτης παραγωγός κυριαρχείται από τις κεφαλαιοκρατικές παραστάσεις».29 Την ίδια στιγμή ο homo politicus είναι το υποκείμενο του δικαίου και της πολιτικής. Είναι η μορφή στην οποία αποκτούν νόημα τα ανθρώπινα δικαιώματα. Είναι ο ευσυνείδητος πολίτης που ενδιαφέρεται για το γενικό συμφέρον, υποτάσσει σε αυτό το δικό του ατομικό συμφέρον, και γίνεται έτσι μέρος της γενικής βούλησης του Ρουσσώ.30 Είναι το πρόσωπο δικαίου που συνομολογεί οικονομικές συμφωνίες και πάνω στο οποίο μπορούν και πρέπει να είναι εφαρμοστέες οι νομικές επιπτώσεις. Δημιουργείται έτσι το κανονιστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο όλα πρέπει να λειτουργούν για να μην αφεθεί η αποδιοργανωτική δύναμη της αγοράς να δράσει διαλυτικά. Η νομική σχέση είναι ένα διαλεκτικό αντικαθρέφτισμα της οικονομικής σχέσης. Η οικονομική σχέση είναι με αυτό τον τρόπο προϋπόθεση της νομικής και πολιτικής σχέσης.31 Έτσι και ο homo economicus είναι προϋπόθεση για τον homo politicus. Εάν ο homo politicus θέλει να λειτουργήσει ενάντια σε ότι πρεσβεύει ο homo economicus σημαίνει ότι καταδικάζει εαυτόν σε κοινωνική εξορία και θάνατο. Υπό αυτή την έννοια, δεν μπορεί μια κριτική που στηρίζεται στο έδαφος του Διαφωτισμού (δίκαιο, ανθρώπινα δικαιώματα, δημοκρατία, πολιτική) να στραφεί εναντίον των καπιταλιστικών οικονομικών κατηγοριών (εργασία, αξία, ανταγωνισμός) και να οδηγηθεί με επιτυχία μέχρι τέλους.32 27 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 244). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 28 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 613). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 29 ΜΑΡΞ, Κ. (1978). Το Κεφάλαιο τομ.ΙΙΙ. (σ. 58). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 30 Στο έργο του το Κοινωνικό Συμβόλαιο ο Ρουσσώ αναπτύσσει την έννοια της γενικής βούλησης ως την πνευματική πλευρά του κοινωνικού συνόλου. Η γενική βούληση αφορά στο γενικό καλό της κοινωνίας ως ολότητας και αποτελεί την έκφραση της αυθεντικής βούλησης του συνόλου. Σύμφωνα με αυτή την θεώρηση, η γενική βούληση έχει πάντα δίκαιο. 31 «H νομική αυτή σχέση, πού η μορφή της είναι το συμβόλαιο, αδιάφορο αν κατοχυρώνεται με νόμο η όχι, αποτελεί μια βουλητική σχέση που αντικαθρεφτίζει την οικονομική σχέση. Το περιεχόμενο αυτής της νομικής ή βουλητικής σχέσης το δίνει αυτή η ίδια η οικονομική σχέση. Τα πρόσωπα υπάρχουν εδώ μόνο το ένα για το άλλο σαν εκπρόσωποι εμπορευμάτων και επομένως σαν κάτοχοι εμπορευμάτων. Στην παραπέρα ανάπτυξή μας θα βρούμε γενικά ότι οι οικονομικές προσωπίδες που φορούν τα πρόσωπα είναι απλώς οι προσωποποιήσεις των οικονομικών σχέσεων, πού σαν φορείς τους έρχονται αντιμέτωπα το ένα στο άλλο» ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σσ. 98-99). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 32 Στο έργο του Μαρξ «Κριτική του προγράμματος της Γκότα» υπάρχει συγκεκριμένη αναφορά στη σχέση του δικαίου με την οικονομία. Για το συγκεκριμένο σημείο, είναι χαρακτηριστική η αναφορά «Το δίκαιο δεν μπορεί ποτέ να είναι ανώτερο από την οικονομική διαμόρφωση και την καθορισμένη από αυτήν πολιτιστική ανάπτυξη της κοινωνίας» ΜΑΡΞ, Κ. (1994). Κριτική του προγράμματος της Γκότα (σ. 23). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.

65


Η κριτική της εργασίας και οι φραγμοί της: μια ανάλυση του καπιταλιστικά συγκροτημένου ανθρώπου

Ανεξάρτητα από τη βούληση του υποκειμένου «Τέτοιου είδους μορφές [εμπόρευμα – αξία – χρήμα – κεφάλαιο κλπ.] αποτελούν ακριβώς τίς κατηγορίες της αστικής οικονομικής. Είναι κοινωνικά ισχύουσες και επομένως αντικειμενικές μορφές νόησης [Gedankenformen] για τίς σχέσεις παραγωγής αυτού του ιστορικά καθορισμένου κοινωνικού τρόπου παραγωγής, της εμπορευματικής παραγωγής». 33 Η καπιταλιστική μορφή υποκειμένου, είτε πρόκειται για τον κεφαλαιοκράτη είτε για τον εργάτη, είναι, όπως αναλύθηκε πιο πάνω, ένα σχιζοειδές υποκείμενο. είναι ταυτόχρονα και οι δυο αυτές πλευρές (homo economicus και homo politicus), και προσανατολίζεται ασύνειδα στις προσταγές αυτών των δυο πλευρών. Η βούληση παίζει εδώ μικρό ρόλο: το υποκείμενο δεν έχει καμία αυτοσυνείδηση της κατάστασης του. Το υποκείμενο μετατρέπεται σε αντικείμενο υποταγμένο στο «αυτόματο υποκείμενο».34 Μετατρέπεται σε αντικείμενο της αυτοσκοπικής οικονομικής λειτουργίας που χαρακτηρίζει ως ειδοποιός διαφορά (differentia specifica) τον καπιταλισμό: της ικανοποίησης της ανάγκης της αξίας (ή του χρήματος, του κεφαλαίου) να αυτοαξιοποιείται και να αυτοαυξάνεται ως αυτοσκοπός.35 Έτσι ολοκληρώνεται σε πλήρη μορφή η φετιχιστική ουσία του εμπορεύματος που τόσο γλαφυρά παρουσίασε ο Μαρξ στο πρώτο μέρος του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου (σσ. 84-97), ως ουσία που αναβλύζει από όλες τις κοινωνικές σχέσεις της καπιταλιστικής κοινωνίας και αγκαλιάζει όλες τις πτυχές της κοινωνικής λειτουργίας. Πρόκειται για την μετατροπή της κάθε κοινωνικής σχέσης από ανθρώπινη σε πραγμοποιημένη.36

33 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 89). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 34 Ο Μαρξ αναφέρεται για πρώτη φορά στη μορφή του αυτόματου υποκειμένου στη σ. 167 του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου. Πρόκειται για την αξία η οποία περνάει διαρκώς από τη μια μορφή στην άλλη χωρίς να χάνεται μέσα σε αυτή την κίνηση και μετατρέπεται έτσι σε ένα αυτόματο υποκείμενο. 35 Ο αυτοσκοπικός χαρακτήρας της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής αποτελεί μια από τις καθοριστικότερες παραμέτρους για την κατανόησης της. Είναι μια από τις πλευρές που δεν έτυχε βαθύτερης επεξεργασίας και θεωρητικής αξιοποίησης από τον μαρξισμό του εργατικού κινήματος. Ο Μαρξ αναφέρετε επανειλημμένα σε αυτό το ζήτημα και επανέρχεται σε αυτό σε πολλά σημεία του Κεφαλαίου. Πρώτη αναφορά γίνεται στη σελίδα 143, στο τρίτο κεφάλαιο του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου με τίτλο «Το χρήμα ή η κυκλοφορία των εμπορευμάτων» (σσ. 107-158). 36 «αυτή την προσωποποίηση των πραγμάτων και την πραγμοποίηση των σχέσεων παραγωγής, αυτήν την θρησκεία τής καθημερινής ζωής» ΜΑΡΞ, Κ. (1978). Το Κεφάλαιο τομ.ΙΙΙ. (σ. 1019). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.

66


Κωνσ ταν τίνος Στυλιανού Υπό αυτή την έννοια, φαίνεται άσκοπο να γίνεται κριτική στις λειτουργίες της καπιταλιστικής μορφής υποκειμένου που έχουν τη ρίζα τους στην ίδια την ουσία του, ωσάν αυτές να είναι χαρακτηριστικές ενός δρώντος υποκειμένου που έχει συνείδηση των πράξεων και της λειτουργίας του. Αντίθετα, πρόκειται για αντικειμενικά λογική λειτουργία του ατόμου, μέσα στα πλαίσια ενός μεγάλου παραλογισμού. Δεν μπορούν να λειτουργούν αλλιώς αν θέλουν να επιβιώσουν, είτε ως κεφαλαιοκράτες, είτε ως εργάτες. Αυτό το θέλω δεν μπορούν να μην το θέλουν. Τους συνέχει, είναι αυτοί. Πρόκειται για την «προσωποποίηση οικονομικών κατηγοριών»37, για «προσωπίδες χαρακτήρα…προσωποποιήσεις οικονομικών σχέσεων».38 Είναι «αξιωματικοί και υπαξιωματικοί…που κατά η διάρκεια του προτσές εργασίας διοικούν εξ ονόματος του κεφαλαίου»39 και εκτελεστές των υπαγορεύσεων της κοινωνικής σχέσης κεφάλαιο. «Ο κεφαλαιοκράτης και ο μισθωτός εργάτης, είναι σαν τέτοιοι απλώς ενσαρκώσεις, προσωποποιήσεις κεφαλαίου και μισθωτής εργασίας, είναι καθορισμένοι κοινωνικοί χαρακτήρες, που εγχαράσσει στα άτομα το κοινωνικό προτσές παραγωγής, είναι προϊόντα αυτών των καθορισμένων κοινωνικών σχέσεων παραγωγής».40 Όσο εξελίσσεται η κοινωνία της αγοράς, τόσο εξομαλύνονται οι διαφορές που παρουσιάζονται ανάμεσα στην συγκρότηση των μορφών του κεφαλαιοκράτη και του εργάτη. Υποχωρούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που τους προσδίδει η ταξική τους θέση και μένει ως υπόλειμμα, η ουσία της καπιταλιστικής μορφής υποκειμένου, η λειτουργία τους ως φορείς των οικονομικών νόμων. Πρόκειται για διαφορετικές προσωποποιήσεις της κοινής ουσίας, της αξίας που εκδηλώνεται στη μια περίπτωση ως εργασία και στην άλλη ως κεφάλαιο41 όπως ακριβώς στην στοιχειώδη πράξη της ανταλλαγής «αντικρίζονται δυο ίδια υλικά στοιχεία, εμπόρευμα και χρήμα και δυο πρόσωπα με τίς ίδιες οικονομικές μάσκες, ένας αγοραστής και ένας πουλητής».42 37 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 16). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 38 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 99). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 39 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 347). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 40 ΜΑΡΞ, Κ. (1978). Το Κεφάλαιο τομ.ΙΙΙ. (σ. 1080). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή 41 «Τα μέσα παραγωγής από τη μια πλευρά και η εργατική δύναμη από την άλλη, είναι μόνο οι διάφορες μορφές ύπαρξης πού πήρε η αρχική αξία του κεφαλαίου όταν απόβαλε τη χρηματική του μορφή και μετατράπηκε στους παράγοντες του προτσές εργασίας.» ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σελ. 221). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 42 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 161). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.

67


Η κριτική της εργασίας και οι φραγμοί της: μια ανάλυση του καπιταλιστικά συγκροτημένου ανθρώπου

Για αυτό το λόγο άλλωστε είναι μορφές υποκειμένου που παράγονται και αναπαράγονται συνεχώς μέσα από προτσές της αναπαραγωγής του κεφαλαίου. Παράγονται και αναπαράγονται παράγοντας και αναπαράγοντας η μια μορφή την άλλη. «Μάλιστα μέσα σ’ αυτή τη διαδικασία ο εργάτης παράγει τον εαυτό του σαν εργατικό δυναμικό και το κεφάλαιο που τον αντικρύζει, όπως από την άλλη μεριά ο καπιταλιστής παράγει τον εαυτό του σαν κεφάλαιο, και τη ζωντανή εργατική δύναμη που τον αντικρύζει. Καθένα αναπαράγει τον εαυτό του αναπαράγοντας το άλλο του, την άρνηση του. Ο καπιταλιστής παράγει την εργασία σαν ξένη. η εργασία παράγει το προϊόν σαν ξένο. Ο καπιταλιστής παράγει τον εργάτη και ο εργάτης τον καπιταλιστή».43 Ούτε ο εργάτης ούτε ο κεφαλαιοκράτης, κατευθύνουν τη λειτουργία τους στη βάση της δικής τους συνειδητής υποκειμενικής βούλησης, αλλά αντίθετα η λειτουργία τους είναι η εκδήλωση των νόμων του κεφαλαιοκρατικού προτσές αναπαραγωγής που έχουν εσωτερικευθεί και έχουν καταστεί το βουβό φόντο μπροστά από το οποίο εκτυλίσσεται η οικονομική και κοινωνική λειτουργία. Αυτή η λειτουργία τους, τους είναι άγνωστη44, πραγματοποιείται πίσω από τις πλάτες τους45, είναι πέραν από τον έλεγχο46 τους, και δεν τους ενδιαφέρει.47 Οι «εσωτερικοί νόμοι της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής τους επιβάλλονται [από τον ανταγωνισμό] σαν εξωτερικοί, αναγκαστικοί νόμοι»48, σαν «τυφλοί νόμοι και όχι σαν νόμοι που τους κατανοούν με τη συλλογική νόηση τους».49 43 ΜΑΡΞ, Κ. (1990) Βασικές Γραμμές της Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας - Grundrisse τομ.ΙΙ (σσ. 347-348). Αθήνα: Στοχαστής. Επίσης «Αυτή η διαρκής αναπαραγωγή ή διαιώνιση του εργάτη είναι το sine qua non [εκ των ων ουκ άνευ] της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής» ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 591). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 44 «Εξισώνοντας στην ανταλλαγή το ένα με το άλλο τα διαφορετικά προϊόντα τους σαν αξίες, εξισώνουν μεταξύ τους τις διάφορες εργασίες τους σαν ανθρώπινη εργασία. Δεν το ξέρουν αυτό, μα τα κάνουν» ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 87). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 45 «Καθορίζονται από ένα κοινωνικό προτσές πίσω από την πλάτη των παράγωγων, και γι’ αυτό τούς φαίνονται ότι έχουν καθιερωθεί από τη συνήθεια.» ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 58). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 46 «αναπτύσσεται ένας ολόκληρος κύκλος φυσικών κοινωνικών αλληλουχιών πού δεν μπορούν να ελεγχθούν από τα δρώντα πρόσωπα.» ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 125). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 47 «Αλλά αυτό είναι ένα προτσές, πού συντελείται πίσω από την πλάτη του, πού δεν το βλέπει, δεν το καταλαβαίνει, και πού πράγματι δεν τον ενδιαφέρει.» ΜΑΡΞ, Κ. (1978). Το Κεφάλαιο τομ.ΙΙΙ. (σ. 212). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 48 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 613). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 49 ΜΑΡΞ, Κ. (1978). Το Κεφάλαιο τομ.ΙΙΙ. (σ. 325). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.

68


Κωνσ ταν τίνος Στυλιανού Από την άλλη μεριά, «είναι εξίσου φυσικό να αισθάνονται πέρα για πέρα σαν στο σπίτι τους σ’ αυτές τίς αποξενωμένες και παράλογες μορφές: κεφάλαιο—τόκος, γη—πρόσοδος, εργασία— μισθός εργασίας, ακριβώς γιατί είναι οι μορφές τής επίφασης μέσα στις όποιες κινούνται και με τίς όποιες σχετίζονται καθημερινά».50 Η κριτική στο υποκείμενο της Νεωτερικότητας που δεν λαμβάνει υπόψη αυτά τα δεδομένα, καταλήγει να αντιπαλεύει τα αποτελέσματα μιας αιτίας χωρίς να αγγίζει την αιτία. Μια από τις συνηθισμένες αντιλήψεις είναι εκείνη η θεώρηση που προσδίδει στον κεφαλαιοκράτη και τη λειτουργία του τα στοιχεία της απανθρωπιάς και της απληστίας, ιδιότητες που φαντάζουν να πέφτουν από τον ουρανό. Σε αυτά τα πλαίσια αναπτύχθηκε και η θεώρηση ότι η υπεραξία είναι αποκλειστικά κλοπή από τον κεφαλαιοκράτη αυτού που ανήκει στον εργάτη. Το πόσο εσφαλμένη υπήρξε αυτή η αντίληψη φαίνεται από τον τρόπο που την αντιμετώπισε ο ίδιος ο Μαρξ στο τελευταίο οικονομικό του έργο πριν τον θάνατο του: «Ωστόσο, και στη δική μου παρουσίαση το κέρδος του κεφαλαίου πράγματι δεν είναι μόνο μια αφαίρεση από τον εργάτη ή μια λήστευση του εργάτη. Παρουσιάζω αντιστρόφως τον καπιταλιστή ως αναγκαίο λειτουργό της καπιταλιστικής παραγωγής και δείχνω πολύ εκτενώς ότι αυτός δεν αφαιρεί ή ληστεύει μόνον, αλλά επιβάλλει την παραγωγή της υπεραξίας άρα βοηθά πρώτα να δημιουργηθεί το προς αφαίρεσιν».51 Από την τυπική στην πραγματική υποταγή της εργασίας «Ή οργάνωση του διαμορφωμένου κεφαλαιοκρατικού προτσές παραγωγής σπάει κάθε αντίσταση…ο βουβός εξαναγκασμός των οικονομικών σχέσεων επισφραγίζει την κυριαρχία του κεφαλαιοκράτη πάνω στον εργάτη. Είναι αλήθεια πώς εξακολουθεί να χρησιμοποιείται εξωοικονομική, άμεση βία, μόνο όμως σαν εξαίρεση».52

50 ΜΑΡΞ, Κ. (1978). Το Κεφάλαιο τομ.ΙΙΙ. (σ. 1020). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 51 ΜΑΡΞ, Κ. (1993). Μαργκινάλια στο «Εγχειρίδιο Πολιτικής Οικονομίας» του Adolph Wagner (σσ. 12-13) Αθήνα: Κριτική. 52 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 762). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.

69


Η κριτική της εργασίας και οι φραγμοί της: μια ανάλυση του καπιταλιστικά συγκροτημένου ανθρώπου

Οι μαρξικές έννοιες της αποξένωσης, της πραγμοποίησης και του φετιχισμού αποχτούν την πλήρη ισχύ τους στην βαθμίδα ανάπτυξης του καπιταλισμού όπου ολόκληρη η αισθηματική ζωή των ανθρώπων μεταφέρεται από τις κοινωνικές σχέσεις στα πράγματα. Έτσι μπαίνουν οι βάσεις για να συντελεστεί το πέρασμα στην πραγματική υποταγή της εργασίας στο κεφάλαιο. Η τυπική υποταγή της εργασίας στο κεφάλαιο αντικαθίσταται από την πραγματική υποταγή53 και το μαστίγιο αντικαθίσταται από την δύναμη των συνθηκών. Η εσωτερίκευση της λογικής των καπιταλιστικών κατηγοριών σημαίνει για τον εργάτη να αντιληφθεί τον εαυτό του ως εμπόρευμα και θεληματικά να τον μεταφέρει στην αγορά για πούλημα.54 Όπως αναφέραμε, ο κεφαλαιοκράτης αντιλαμβάνεται την αυτοσκοπική ανάγκη του κεφαλαίου για αξιοποίηση ως τον δικό του υποκειμενικό σκοπό. Κατά τον ίδιο μεθοδολογικά τρόπο, ο εργάτης αντιλαμβάνεται την δύναμη αυτοδιατήρησης του κεφαλαίου, δηλαδή την δική του εργασία, ως δύναμη της δικής του αυτοδιατήρησης. Βέβαια αυτή η αυτοδιατήρηση του είναι πάντοτε αναπαραγωγή του κεφαλαίου, και ως τέτοια η εργασία του εργάτη, είναι στιγμή του κεφαλαίου, είναι συνθετικό του στοιχείο.55 Ο εργάτης δεν υπάρχει για τον εαυτό του, αλλά μόνο για το κεφάλαιο. Με αυτή την ερμηνεία του Μαρξ, γίνεται ξεκάθαρο πως οι νόμοι του κεφαλαιοκρατικού προτσές, εσωτερικεύονται από την καπιταλιστική μορφή υποκειμένου όσο το υποκείμενο μπαίνει μέσα σε αυτό το προτσές και συμμετέχει με την οικονομική προσωπίδα του. Έτσι ο εργάτης «σε μια ορισμένη βαθμίδα ωρίμανσης της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, υποκύπτει χωρίς αντίσταση»56, «καρφώνεται πάνω στο κεφάλαιο πιο γερά και από ότι τα καρφιά του Ήφαιστου κάρφωσαν τον Προμηθέα στο βράχο»57, προσφέρει την εργασία του «ελεύθερα» και εθελοντικά, «ωθούμενος από τη δύναμη των πραγμάτων, αντί από τον άμεσο εξαναγκασμό, και από τίς διατάξεις του νόμου, αντί τού βούρδουλα».58

53 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 526). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 54 «…σαν τον άνθρωπο πού φέρνει στην αγορά για να πουλήσει το ίδιο το δικό του τομάρι, ξέροντας ότι το μόνο που τον περιμένει είναι το γδάρσιμο.» ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 189). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 55 ΜΑΡΞ, Κ. (1990) Βασικές Γραμμές της Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας - Grundrisse τομ.ΙΙ (σ. 272). Αθήνα: Στοχαστής. 56 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 312). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 57 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 668). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 58 ΜΑΡΞ, Κ. (1978). Το Κεφάλαιο τομ.ΙΙΙ. (σ. 976). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.

70


Κωνσ ταν τίνος Στυλιανού Το ζήτημα της πραγματικής υποταγής, δηλαδή, της πλήρους ενσωμάτωσης των ανθρώπων στην καπιταλιστική κοινωνία, τέθηκε και από τον Jeremy Bentham, ένα από τους πατέρες του φιλελευθερισμού. Η απειθαρχία των ανθρώπων στις προσταγές της νεαρής τότε καπιταλιστικής λογικής μπορούσε να ξεπεραστεί με βάση τη θεωρία του Bentham, μέσα από την εσωτερίκευση. Η μπενθαμική ιδέα της φυλακήςπρότυπο όπως παρουσιάστηκε στο έργο του “Panopticon”59 (1791) ήταν ταυτόχρονα και ένα μοντέλο για την πειθαρχία στην αναδυόμενη κοινωνία της αγοράς. Οι άνθρωποι, σύμφωνα με αυτό το «όραμα», θα εσωτερίκευαν τελικά τον «πανοπτικό πύργο» και θα αστυνόμευαν τους εαυτούς τους. «Για τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ο εργάτης μπορεί να αφεθεί στην επενέργεια των «φυσικών νόμων της παραγωγής».60 Βέβαια, για να είναι εφικτή μια πλήρης και ολοκληρωτική ενσωμάτωση των ατόμων στην καπιταλιστική κοινωνία, μέσω της εσωτερίκευσης, προϋποθέτει πάντοτε ένα άδειασμα των ανθρώπων από ανθρώπινο και κοινωνικό περιεχόμενο. Χρειάζεται η μετατροπή των ανθρώπων σε «ανθρώπινο υλικό».61 Ο Robert Kurz παρουσιάζει στο βιβλίο του Η Μαύρη βίβλος του Καπιταλισμού τη θέση ότι η αρνητική ισότητα μπροστά στο χρήμα, που είναι απαραίτητη πτυχή της καπιταλιστικής εξέλιξης, τελικά προετοιμάστηκε ως μορφή μιας αρνητικής ισότητας στους «μύλους του αίματος», του θανάτου και του σακατέματος στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο μαζικός τάφος, συνεχίζει, είναι ο χώρος που εμφανίζεται πραγματικά για πρώτη φορά ο τυποποιημένος άνθρωπος στα πρότυπα της νέας καπιταλιστικής κοινωνίας. Έτσι δημιουργούνται «οι για πάντα στιγματισμένοι επιζώντες: ταπεινωμένοι, υποταγμένοι, παραδομένοι και ασπόνδυλοι, όπως ποτέ προηγούμενα, έρποντάς έξω από το αίμα και τη βρωμιά».62 Είναι επιτέλους έτοιμοι για να κυβερνηθούν καπιταλιστικά και να λειτουργεί πλέον ο εαυτός τους ως ο εσωτερικευμένος καταπιεστικός Leviathan.

59 Η θεωρία του Bentham βασιζόταν σε μια κατασκευή της ιδανικής φυλακής όπου όλοι οι κρατούμενοι δεν μπορούν ποτέ να είναι σίγουροι για το κατά πόσο παρακολουθούνται από ένα κεντρικό πανοπτικό πύργο. Σταδιακά οι κρατούμενοι χάνουν κάθε διάθεση για να επιδιώξουν να δραπετεύσουν. 60 ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο τομ.Ι. (σ. 762). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 61 Ο Bentham χρησιμοποιεί αυτό τον όρο στις αναφορές του για τα άτομα που πρέπει να τύχουν χειρισμού. 62 KURZ, R. (1999). H Μαύρη Βίβλος του Καπιταλισμού (σσ. 335-363) Φρανκφούρτη: Eichborn.

71


Η κριτική της εργασίας και οι φραγμοί της: μια ανάλυση του καπιταλιστικά συγκροτημένου ανθρώπου

«Η διαφορά, η μόρφωση και η ανατροφή, σβήστηκαν και ούτε μπορείς να τα ξεχωρίσεις… Είναι το ίδιο, σαν να είχες νομίσματα από διάφορες χώρες και που λιώσανε κι έγιναν το ίδιο όλα… Είμαστε φαντάροι κ’ ύστερα κατά ένα τρόπο παράξενο και απίθανα ατιμωτικό, άτομα».63 Για την πραγματική υποταγή στο κεφάλαιο, χρειάζεται κατ’ επέκταση, και ο ίδιος ο άνθρωπος να δει τον εαυτό του σαν αντικείμενο. Σε αυτό συνέτεινε ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα, η πρώτη μεγάλη βιομηχανική επανάσταση, με την εισαγωγή της ατμομηχανής στην παραγωγή και το σύστημα της μηχανής που προκάλεσε. Σε εκείνο το πλαίσιο, ο άνθρωπος έγινε πρώτη φορά εξάρτημα. Το καθοριστικό άλμα στην αντικειμενοποίηση του ανθρώπου ωστόσο έγινε με την δεύτερη βιομηχανική επανάσταση. Με την εφαρμογή του κινητήρα εσωτερικής καύσης και του ηλεκτρισμού στην παραγωγή, αλλά πολύ περισσότερο με την επαναστατικοποίηση των ιδίων των μεθόδων της παραγωγής64, απελευθερώθηκε ένα τεράστιο δυναμικό εντατικοποίησης της εργασίας μέσω της συμπύκνωσης της. Αποβάλλεται έτσι κάθε περιττή κίνηση, εκτός από τις απαραίτητες για την παραγωγή. Προτού ο άνθρωπος σκεφτεί τα ρομπότ, δημιούργησε τον άνθρωπο-ρομπότ μέσω της δράσης του «αυτόματου υποκειμένου». Εγκαινιάστηκε έτσι, μέσω αυτής της διαδικασίας, νέα ποιότητα στην πειθάρχηση και το χειρισμό του ανθρώπινου υλικού. Η εσωτερίκευση όπως την εισηγήθηκε ο Bentham ξεπεράστηκε από την ίδια την καπιταλιστική ανάπτυξη για να επιβληθεί σε ανώτερο επίπεδο και έτσι δρα μέχρι σήμερα. Δεν πρόκειται για ένα παράπλευρο αποτέλεσμα του καπιταλιστικού παραγωγικού προτσές, αλλά στη βαθύτερη ουσία της, αυτή η εσωτερίκευση ταυτίστηκε με ένα ολοκληρωτικό κοινωνικό μοντέλο που βρίσκει εφαρμογή σε κάθε κοινωνική μορφή (αστική δημοκρατία, δικτατορία, φασισμός κλπ). Το βουβό φόντο, μπροστά από το οποίο εξελίσσεται η ανθρώπινη ζωή, απέκτησε ολοκληρωτική εφαρμογή. Σε αυτή τη συνάφεια, είναι χρήσιμο να αναζητηθεί η καταγωγή της έννοιας της ολότητας και αντίστοιχα του ολοκληρωτισμού στη φιλοσοφία της Λογικής

63 ΡΕΜΑΡΚ, Ε.Μ. (1990). Ουδέν νεώτερο από το Δυτικό μέτωπο. (σ. 213) Αθήνα: Ζαχαρόπουλος Σ.Ι. 64 Ο Henry Ford και ο Winslow Taylor εφάρμοσαν μια νέα οργάνωση της εργασίας στο εργοστάσιο με τον κυλιόμενο ιμάντα και τον εξορθολογισμό των κινήσεων των εργατών. Τον χαρακτήρα αυτής της εξέλιξης, απέδωσε εξαιρετικά παραστατικά ο Charlie Chaplin στην κινηματογραφική του ταινία «Modern Times».

72


Κωνσ ταν τίνος Στυλιανού του 19ου αιώνα.65 Χωρίς να διεκδικείται απαραίτητα η ορθότητα αυτού του ισχυρισμού, καθώς απαιτείται εκτεταμένη τεκμηρίωση, μπορεί να υποθέσει κανείς ότι αυτή η θεώρηση αποτύπωσε ως μια φιλοσοφική αντανάκλαση την τάση για ολοκληρωτισμό που ενυπάρχει στην καπιταλιστική κοινωνία ως δυνατότητα και που εκείνη την εποχή βρισκόταν στα πρώτα στάδια της. Πρόκειται για την απαίτηση ολοκληρωτικής υποταγής του ανθρώπου και της φύσης στην «ωραία μηχανή»66, απαίτηση που έγινε δυνατή με τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και της δεύτερη βιομηχανική επανάσταση. Για την πραγματική υπαγωγή στο κεφάλαιο μέσω της εσωτερίκευσης των όρων της καπιταλιστικής λογικής από το υποκείμενο, απαιτείται ο εξορθολογισμός του ανθρώπου. Αναφέρθηκε ήδη ότι το υποκείμενο της Νεωτερικότητας εμποτίζεται και εν τέλει ταυτίζεται με μια θέληση για ολοκληρωτικό αδιάληπτο έλεγχο και αυτοέλεγχο, για υποταγή και αυτοϋποταγή. Ο Bentham ασχολήθηκε με τα ζητήματα χειρισμού του ανθρώπινου υλικού σε γενικό επίπεδο αναπτύσσοντας θεωρίες για την εργοστασιακή πειθαρχία, την αυταρχική παρατήρηση και αυτοπαρατήρηση. Στο πλαίσιο της δεύτερης βιομηχανικής επανάστασης οι Henry Ford και Winslow Taylor, προχώρησαν παρακάτω εμβαθύνοντας τον μπενθαμισμό σε συγκεκριμένο μικροοικονομικό επίπεδο. Η εφαρμογή της νέας οργάνωσης της παραγωγής και τα δραματικά αποτελέσματα της δημιούργησαν δικαιολογημένα ενθουσιασμό. Με βάση τα στοιχεία, η βιομηχανία του Ford αύξησε την παραγωγή αυτοκινήτων από 6,200 το 1908, σε 248,000 το 1914.67 Η επιτυχία της εφαρμογής του εξορθολογισμού στην παραγωγή, άνοιξε το δρόμο στην απαίτηση για ολοκληρωτικό εξορθολογισμό και έτσι η «αφηρημένη αυτοσκοπική αποτελεσματικότητα του επιχειρηματικού εξορθολογισμού βρήκε το αγκυροβόλημα της στη ψυχή ως οικουμενική αρχή».68

65 Στα «φιλοσοφικά συστήματα» του 19ου αιώνα – ιδιαίτερα του Hegel – τα οποία στόχευαν στο συνεκτικό, κλειστό, πλήρες και άρτιο άδραγμα όλων των αντικειμένων σε ένα σύστημα, η χρησιμοποίηση της έννοιας της ολότητας και της ολοκλήρωσης, αντανακλά το έμβρυο μιας «ολοκληρωτικής κατανόησης» η οποία θέτει τον κόσμο κάτω από την αφηρημένη έννοια της. Όλα όσα δεν ανήκουν σε αυτή τα θεωρεί ως μη υπάρχοντα. 66 Ο Adam Smith περιγράφοντας τη λειτουργία της κοινωνίας της αγοράς αναφέρεται επανειλημμένα σε αυτή ως την «ωραία μηχανή». 67 THOMAS, R. P. (1969). The automobile industry and its tycoon. Explorations in Entrepreneurial History, 6(2), 139-57. 68 KURZ, R. (1999). H Μαύρη Βίβλος του Καπιταλισμού (σσ. 386-414) Φρανκφούρτη: Eichborn.

73


Η κριτική της εργασίας και οι φραγμοί της: μια ανάλυση του καπιταλιστικά συγκροτημένου ανθρώπου

Υποκείμενο και κρίση του καπιταλισμού Στο επίπεδο της σημερινής κρίσης, και οι δυο πόλοι τη καπιταλιστικής κοινωνικοποίησης διαχωρίζονται κρισιακά και δεν μπορούν να μπουν πλέον κάτω από ένα παρονομαστή. Σήμερα που η εργασία σβήνει, ο homo economicus χάνει το πλαίσιο αναφοράς του, είναι υποκείμενο αφηρημένης εργασίας, χωρίς εργασία. Δεν μπορεί να πουλήσει τον ιδρώτα του γιατί «ο ιδρώτας του έγινε πλεονάζων και μη εμπορεύσιμος» (Μανιφέστο ενάντια στην εργασία, 2000). Ο ιδρώτας έγινε πλεονάζων και μη εμπορεύσιμος, γιατί η 3η βιομηχανική επανάσταση που βασίζεται στην πληροφορική και μικροηλεκτρονική, έχει ανατρέψει ριζικά όλη την προϋπάρχουσα παραγωγική δομή και καθιστά για πρώτη φορά στην ιστορία, την ανθρώπινη εργασία περιττή με ρυθμό πολύ μεγαλύτερο από αυτό της επαναπρόσληψης μέσω της επέκτασης των αγορών, και «έτσι καταρρέει η παραγωγή που βασίζεται στην ανταλλακτική αξία».69 Αποκαλύπτεται σήμερα, με τον πιο επιβλητικό τρόπο, το αληθινό όριο70 της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της όξυνσης της αυτοαντίθεσης του κεφαλαίου όπως την περιγράφει παραστατικά ο Μαρξ: «Το ίδιο το κεφάλαιο είναι η κινούμενη αντίφαση: προσπαθεί να περιορίσει τον χρόνο εργασίας στο ελάχιστο, ενώ από την άλλη μεριά τοποθετεί τον χρόνο εργασίας σαν μοναδικό μέτρο και πηγή του πλούτου…Από τη μια μεριά λοιπόν ξυπνά όλες τις δυνάμεις της επιστήμης και της φύσης…για να κάνει τη δημιουργία του πλούτου ανεξάρτητη (σχετικά) από το χρόνο εργασίας που καταβλήθηκε γι’ αυτόν. Από την άλλη μεριά, αυτές τις γιγάντιες κοινωνικές δυνάμεις που δημιουργήθηκαν μ’ αυτό τον τρόπο θέλει να τις μετρήσει με το χρόνο εργασίας».71

69 ΜΑΡΞ, Κ. (1990) Βασικές Γραμμές της Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας - Grundrisse τομ.ΙΙ (σ. 538). Αθήνα: Στοχαστής. 70 Ο Μαρξ στο πλαίσιο της επεξεργασίας του περίφημου νόμου της τάσης πτώσης του ποσοστού του κέρδους στον τρίτο τόμο του Κεφαλαίου (σσ. 267-328) κάνει μια γενίκευση για τη φύση του κεφαλαίου ως όριο του εαυτού του. «Το αληθινό όριο της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής είναι το ίδιο το κεφάλαιο, είναι το γεγονός ότι το κεφάλαιο και ή αυτοαξιοποίηση του εμφανίζονται σαν αφετηρία και τέρμα, σαν κίνητρο και σκοπός τής παραγωγής, ότι ή παραγωγή είναι μόνο παραγωγή για το κεφάλαιο και όχι αντίστροφα» ΜΑΡΞ, Κ. (1978). Το Κεφάλαιο τομ.ΙΙΙ. (σ. 316). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. 71 ΜΑΡΞ, Κ. (1990) Βασικές Γραμμές της Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας - Grundrisse τομ.ΙΙ (σ. 539). Αθήνα: Στοχαστής

74


Κωνσ ταν τίνος Στυλιανού Από την άλλη η παγκοσμιοποίηση συνεπάγεται ότι το κράτος, που είχε πάντοτε την ευθύνη της ρύθμισης των κανόνων της επιχειρηματικής δραστηριότητας, δεν είναι σε θέση να λειτουργήσει κανονιστικά προς υπηρεσία μιας επιχειρηματικότητας που είναι πλεόν υπερεθνική. Έτσι αντίστοιχα και η πλευρά του homo politicus χάνει σταδιακά το περιεχόμενο της. Ο καπιταλιστικά συγκροτημένος άνθρωπος φυσιολογικά αισθάνεται να χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια του. Ο homo economicus, ως υποκείμενο αφηρημένης εργασίας που στερείται τη δυνατότητα για εργασία, και ο homo politicus, ως υποκείμενο δικαίου χωρίς αυστηρό κρατικό πλαίσιο που να μπορεί αυτό το δίκαιο να ασκηθεί, όσο αφορά την πλευρά των δικαιωμάτων και του κράτους προνοίας.72 Όσο το υποκείμενο παραμένει προσανατολισμένο στην αφηρημένη γενικότητα του χρήματος από τη μια ως homo economicus και στην αφηρημένη γενικότητα του κράτους ως homo politicus, δεν υπάρχει δυνατότητα εξόδου από τα αδιέξοδα που η κρίση της κοινωνίας της εργασίας έχει φέρει στο προσκήνιο. Η χειραφέτηση των ανθρώπων μπορεί να έχει, υπό αυτή την οπτική, αφετηρία μια υπέρβαση στο επίπεδο της κοινωνικής συνείδησης, δηλαδή υπέρβαση της εσωτερίκευσης των καπιταλιστικών κατηγοριών. Από τη μια, μια υπέρβαση αυτού του μεγέθους και τάξης, δεν μπορεί να βασιστεί αποκλειστικά στο επίπεδο της ριζοσπαστικής θεωρίας. Από την άλλη η κίνηση στο επίπεδο της κοινωνικής ριζοσπαστικής πρακτικής δεν μπορεί από μόνη της να προχωρήσει εάν δεν έχει πρώτα ξεκαθαρίσει ένα γενικό προσανατολισμό. Η υπέρβαση των φραγμών για μια κριτική της εργασίας ταυτίζεται με την υπέρβαση των φραγμών για μια κοινωνική πρακτική ενάντια στην εργασία.

72 Σε αντίθεση με την μικρή περίοδο της μεταπολεμικής καπιταλιστικής άνθησης του κεϋνσιανικού – φορντιστικού κράτους προνοίας, όταν η ενσωμάτωση των μισθωτών γινόταν κυρίως μέσω αύξησης μισθών και άλλων υλικών παραχωρήσεων και παροχών, σήμερα επιβάλλεται όλο και περισσότερο ένα μοντέλο ιδεολογικής ενσωμάτωσης χωρίς υλικό υπόβαθρο και περιεχόμενο. Το κράτος προνοίας διαλύεται. Έτσι, με την αποσύνθεση της λειτουργίας του κράτους ως ρυθμιστή και εγγυητή της συλλογικής πρόνοιας των ανθρώπων, παρατηρείται ένα γιγάντωμα της κατασταλτικής λειτουργίας του: ασφάλεια, αποκλεισμός, περιχαράκωση, στρατιωτικοποίηση. Όσο περισσότερο οι άνθρωποι μετατρέπονται σε μεμονωμένα υποκείμενα του ανταγωνισμού, τόσο μεγαλύτερη γίνεται η ανάγκη για περεταίρω αστυνομική ρύθμιση των σχέσεων τους.

75


Η κριτική της εργασίας και οι φραγμοί της: μια ανάλυση του καπιταλιστικά συγκροτημένου ανθρώπου

Ιδιαίτερα στην περίπτωση της κοινωνικής συνείδησης και της υπέρβασης των εσωτερικευμένων και επομένως αποδεκτών a priori κατηγοριών του καπιταλισμού, αναδεικνύεται ο ρόλο της επιστήμης ως διαδικασίας μετατροπής των αδιαμφισβήτητων σε αμφισβητήσιμα. Μπορεί η κάθε ιστορική μορφή υποκειμένου να βρίσκεται κάτω από ιστορικούς περιορισμούς της κοινωνίας του, ωστόσο υπήρξε ιστορικά και η εξαίρεση του κανόνα. Η εξαίρεση είναι αυτή της επιστημονικής πρόβλεψης που μπορεί να προκύψει ως αποτέλεσμα της βαθιάς κατανόησης των νόμων που διέπουν τη λειτουργία ενός φαινομένου, στην προκείμενη περίπτωση της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. Η Νεωτερικότητα έφερε μαζί της την αυτοσυνείδηση ως δυνατότητα αλλά και πραγματικότητα.

76


Κωνσ ταν τίνος Στυλιανού ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ BENTHAM, J. (1995). The Panopticon writings. New York: Verso. BENTHAM, J. (2000). An introduction to the principles of morals and legislation. Kitchener: Batoche Books. KRISIS GROUP. (2000) Manifesto against labour. KURZ, R. (1999). H Μαύρη Βίβλος του Καπιταλισμού. Φρανκφούρτη: Eichborn. KURZ, R. (2001). Marx lesen. Φρανκφούρτη: Eichborn. KURZ, R. (2003). Tabula Rasa. Krisis no.27. KURZ, R. (1994). Realists and Fundamentalists. On the way back to the 17th century: The ideological self-delusion of the West. New Germany. Retrieved from http://www.exit-online.org/textanz1.php?tabelle= transnationales&index=2&posnr=70&backtext1=text1.php. KURZ, R. (1999). Marx 2000. Weg und Ziel. 99(2). Retrieved from http://www. exit-online.org/textanz1.php?tabelle=transnationales&index=2& posnr=67&backtext1=text1.php. KURZ, R. (2001). Totalitarian economy and paranoia of terror. The death wish of capitalist reason. Folha de Sao Paulo. Retrieved from http://www. exit-online.org/textanz1.php?tabelle=transnationales&index=2& posnr=69&backtext1=text1.php. KURZ, R. (2004). The new historical simultaneity. The end of modernization and the beginning of another world history. Folha de Sao Paulo. Retrieved from http://www.exit-online.org/textanz1.php?tabelle= transnationales&index=2&posnr=36&backtext1=text1.php. KURZ, R. (2004). Hysterical populism. The confusion of bourgeois sentiment and the hunt for scapegoats. Folha de Sao Paulo. Retrieved from http://www.exit-online.org/textanz1.php?tabelle=transnationales& index=2&posnr=46&backtext1=text1.php. LUXEMBOURG, R. (1970). Rosa Luxemburg speaks. Νέα Υόρκη: Pathfinder Press. POSTONE, M. (1993). Time, labor, and social domination. Cambridge University Press.

77


Η κριτική της εργασίας και οι φραγμοί της: μια ανάλυση του καπιταλιστικά συγκροτημένου ανθρώπου ROUSSEAU, J.J. (2003). On the social contract. New York: Dover Publications Inc. SMITH, A. (1982). The Glasgow edition of the works and correspondence of Adam Smith. Vol. I. Indianapolis: Liberty Fund. THOMAS, R. P. (1969). The automobile industry and its tycoon. Explorations in Entrepreneurial History, 6(2), 139-57. ΛΑΦΑΡΓΚ, Π. (2007). Το δικαίωμα στην τεμπελιά. Αθήνα: Ροές. ΜΑΡΞ, Κ. (1976). Αδημοσίευτα χειρόγραφα – 1845. Αθήνα: Εκδόσεις Δ. Κοροντζή. ΜΑΡΞ, Κ. (1978). Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας. Αθήνα: Θεμέλιο. ΜΑΡΞ, Κ. (2006). Το Κεφάλαιο, πρώτος τόμος. Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. ΜΑΡΞ, Κ. (1979). Το Κεφάλαιο, δεύτερος τόμος. Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. ΜΑΡΞ, Κ. (1978). Το Κεφάλαιο τρίτος τόμος. Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. ΜΑΡΞ, Κ. (1989). Βασικές Γραμμές της Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας Grundrisse πρώτος τόμος. Αθήνα: Στοχαστής. ΜΑΡΞ, Κ. (1990). Βασικές Γραμμές της Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας Grundrisse δεύτερος τόμος. Αθήνα: Στοχαστής. ΜΑΡΞ, Κ. (1992). Βασικές Γραμμές της Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας Grundrisse τρίτος τόμος. Αθήνα: Στοχαστής. ΜΑΡΞ, Κ. (1993). Μαργκινάλια στο «Εγχειρίδιο Πολιτικής Οικονομίας» του Adolph Wagner. Αθήνα: Κριτική. ΜΑΡΞ, Κ. (1994). Κριτική του προγράμματος της Γκότα. Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. ΜΕΣΑΡΟΣ, Ι. (1981). Η Θεωρία του Μαρξ για την Αλλοτρίωση. Αθήνα: Ράππα. ΜΠΙΤΣΑΚΗΣ, Ε. (1975). Το Είναι και το Γίγνεσθαι. Αθήνα: Δωδώνη. ΡΕΜΑΡΚ, Ε.Μ. (1990). Ουδέν νεώτερο από το Δυτικό μέτωπο. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος Σ.Ι. ΧΟΜΠΣ, Τ. (1989). ο Λεβιάθαν. Αθήνα: Γνώση.

78


Ετήσια Επιθεώρηση Ιστορίας, Κοινωνίας και Πολιτικής, Τεύχος 2, σσ. 79 - 97, 2016

Δημήτρης Τριμιθιώτης

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως εργαλείο εκλογικής επικοινωνίας

Εισαγωγή Η Εκλογική Επικοινωνία είναι μια δυναμική διαδικασία, μια διαδικασία δηλαδή που μεταβάλλεται μέσα στο χρόνο, τόσο ως προς τον τρόπο οργάνωσής της, όσο και ως προς το περιεχόμενό της. Ταυτόχρονα, δεν πρόκειται για ένα αυτόνομο πεδίο. Οι μεταβολές και οι μεταλλάξεις που παρουσιάζει χρειάζεται να μελετηθούν σε συνάρτηση με τα χαρακτηριστικά του ευρύτερου κοινωνικού συγκείμενου μέσα στο οποίο δρα. Δεν πρόκειται όμως ούτε για μια μονοδιάστατη επίδραση αλλά για μια αλληλεπίδραση μεταξύ κοινωνικού, πολιτικού, οικονομικού, τεχνολογικού συγκειμένου και της ίδιας της διαδικασίας της Εκλογικής Επικοινωνίας. Δηλαδή, η διαδικασία της εκλογικής επικοινωνίας δεν επηρεάζεται μόνο από το πλαίσιο μέσα στο οποίο διεξάγεται αλλά, με τη σειρά της, είναι δυνατό να επηρεάζει το ίδιο το πλαίσιο της πολιτικής διαδικασίας. Βασιζόμενο στην πιο πάνω προσέγγιση το παρόν άρθρο προτείνει μια αναλυτική περιγραφή της χρήσης των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ) από τα πολιτικά κόμματα στην Κύπρο, ιδιαίτερα ως εργαλεία εκλογικών εκστρατειών. Αρχικά, επιδιώκεται μια κριτική ανασκόπηση της διεθνής βιβλιογραφίας σχετικά με το ζήτημα, μέσα από την οποία απορρέει ο ορισμός της Εκλογικής Επικοινωνίας, πάνω στον οποίο θα στηριχθεί και η συζήτηση των εμπειρικών ευρημάτων. Στη συνέχεια παρατίθενται τα μεθοδολογικά χαρακτηριστικά της έρευνας και παρουσιάζονται τα εμπειρικά ευρήματα. Τέλος, γίνεται μια απόπειρα για σχολιασμό της εξέλιξης της εκλογικής επικοινωνίας επικεντρωμένη στις προοπτικές αλλά και στους φραγμούς που αφορούν στην ανάδυση της Ψηφιακής Δημόσιας Σφαίρας.

79


Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως εργαλείο εκλογικής επικοινωνίας

Οι κύριες τάσεις στην ανάλυση της εκλογικής επικοινωνίας Με βάση τη διεθνή αλλά και την ελληνόφωνη βιβλιογραφία, τρεις κύριες τάσεις φαίνεται να επικρατούν ως προς την ανάλυση της εκλογικής και γενικότερα της πολιτικής επικοινωνίας στη σύγχρονη εποχή. Η πρώτη τάση επικεντρώνεται στην αποτελεσματικότητα της εκλογικής επικοινωνίας. Το ερευνητικό ενδιαφέρον βρίσκεται στην ανάλυση του βαθμού επίδρασης των προεκλογικών επικοινωνιακών στρατηγικών είτε στις αντιλήψεις, είτε στην εκλογική συμπεριφορά των πολιτών (Strandberg 2012, Carlson & Strandberg 2008, Gibson 2010, Gibson & McAllister 2009, Farrell & Schmitt-Beck 2002, Margolis et al. 2003). Οι μελέτες αυτές υιοθετούν ως επί τω πλείστο ποσοτικές μεθόδους για την ανάλυση τόσο της κομματικής διαμεσολαβημένης προεκλογικής εκστρατείας όσο και των επιδράσεών της στους ψηφοφόρους. Χωρίς να χρειάζεται να μπούμε σε βαθύτερο σχολιασμό της προσέγγισης αυτής, η κύρια κριτική που ήδη μπορεί να της ασκηθεί είναι το γεγονός ότι υιοθετεί την ίδια λογική με αυτή των υποψηφίων - που παρεμπίπτοντος δεν πρόκειται για Πολιτική λογική αλλά για μια λογική Marketing.1 Με άλλα λόγια, η αδυναμία αυτής της ερευνητικής τάσης είναι να εφεύρει νέους όρους και λογικές, πέραν από αυτές που χρησιμοποιεί το ίδιο το θεσμοθετημένο πολιτικό πεδίο, για την ανάλυση της εκλογικής επικοινωνίας. Η δεύτερη κριτική που μπορούμε να απευθύνουμε στις προσεγγίσεις αυτές είναι η αντίληψη τους για την εκλογική επικοινωνία ως στατικό γεγονός. Ένα γεγονός δηλαδή το οποίο συντελείται μέσα σε κάποια συγκεκριμένα χρονικά πλαίσια - από την έναρξη μιας προεκλογικής εκστρατείας μέχρι την επομένη της ψηφοφορίας. Οι αναλύσεις αυτές αδυνατούν να εντάξουν την εκλογική ανάλυση στο ευρύτερο πλαίσιο της Πολιτικής Επικοινωνίας, πόσο μάλλον σε αυτό της ίδιας της Πολιτικής. Όπως πολύ εύστοχα το επισημαίνει και ο Βασίλης Βαμβακάς (2006) παραλείπουν να σχολιάσουν τους συμβολισμούς αυτούς και τις ρητορικές αυτές, οι οποίες ναι μεν παράγονται και δημοσιεύονται κατά την προεκλογική εκστρατεία, αλλά επιβιώνουν και εξελίσσονται δε μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Επηρεάζουν τις αντιλήψεις των πολιτών μέσα από την κατασκευή και την προώθηση αναπαραστάσεων της κοινωνικής πραγματικότητας, οι οποίες στη συνέχεια επιδρούν στην ίδια την Πολιτική Δημοκρατική διαδικασία. 1 Η πολιτική διαδικασία εκλαμβάνεται ως προϊόν το οποίο προορίζεται να πωληθεί σε μια συγκεκριμένη αγορά. Το αντίτιμο που καταβάλλει ο καταναλωτής/ψηφοφόρος δεν είναι κάποιο χρηματικό ποσό βέβαια αλλά η ψήφος του.

80


Δ η μ ή τρ η ς Τ ρ ι μ ι θ ι ώ τ η ς Η δεύτερη τάση, χαρακτηρίζεται από μια έντονα κριτική και πεσιμιστική στάση έναντι στην σύγχρονη μορφή της εκλογικής επικοινωνίας. Η κριτική αυτή βασίζεται στην εξιδανίκευση της Πολιτικής και Εκλογικής διαδικασίας και κατά συνέπεια καταλήγει πάντα να επισημαίνει την ανεπάρκεια της «πραγματικής» εκλογικής επικοινωνίας έναντι της εξιδανικευμένης (Habermas 1989, 2006). Οι σύγχρονες μορφές εκλογικής εκστρατείας αντιμετωπίζονται είτε ως παράγοντες αποστασιοποίησης του κοινού (Gustafsson 2012, Pavlik 1994), είτε ως διαδικασία αποσπασματικοποίησης (fragmentation) της πραγματικότητας (Shemen & Curtis 1997), με απώτερη συνέπεια την αποπολιτικοποίηση και εμπορευματοποίηση του περιεχομένου της δημόσιας σφαίρας (Carey 1995, Brrett 1996), ή έστω την διατήρηση του status quo ως αναφορά στους πολιτικούς συσχετισμούς (Gibson 2010, Margolis et al. 2003: 58, McChensey 1995, Hill & Hughes 1998, Jankowski & VanSelm 2000). Αν και συχνά οι αναλύσεις αυτές εξάγουν σημαντικά συμπεράσματα και φέρνουν στην επιφάνεια στοιχεία τα οποία είναι απαραίτητα για την κατανόηση της σύγχρονης εκλογικής επικοινωνίας, μπορούν ωστόσο να θεωρηθούν ως προβληματικές λόγω της ανεπάρκειάς τους να εντοπίσουν και να αναλύσουν τις πρακτικές και τα ευρήματα αυτά που δεν είναι αρνητικά: τις αντιστάσεις και την πρόοδο δηλαδή, που επιτυγχάνονται παρά τις όποιες αντίξοες συνθήκες. Η τρίτη τάση, είναι συνδεδεμένη με τις τεχνολογικές εξελίξεις στο χώρο της εκλογικής επικοινωνίας και ιδιαίτερα του διαδικτύου. Συγκεκριμένα οι ερευνητές αυτής της σχολής, οι οποίοι χαρακτηρίζονται και ως «ουτοπιστές» (Papacharissi 2002), θεωρούν ότι το διαδίκτυο και ιδιαίτερα τα ΜΚΔ τηρούν όλες αυτές τις προϋποθέσεις που χρειάζονται για την δημιουργία μιας νέας, πιο δίκαιης (Poster, 1995; Carlson & Strandberg, 2008, Gibson & McAllister 2009) και πιο συμμετοχικής (Anduiza et al. 2010, Greys 2011, Straw 2010) Δημόσιας Σφαίρας - την Ψηφιακή Δημόσια Σφαίρα (Castels 2007). Η κριτική που μπορεί να ασκηθεί σε αυτή την τάση είναι βέβαια η αντίθετη από αυτή που αποδίδεται στην πεσιμιστική τάση. Δηλαδή, ο υπέρμετρος ενθουσιασμός των ερευνητών αυτών και η ντετερμινιστική αντίληψη που έχουν για την τεχνολογία ως παράγοντα ο οποίος μπορεί από μόνος του να διαμορφώσει προς το καλύτερο την Πολιτική και κατά συνέπεια την ίδια την Δημοκρατία. Κατά συνέπεια η σχολή αυτή, τείνει να υποβαθμίζει άλλους κοινωνικούς, οικονομικούς, πολιτισμικούς παράγοντες σε δευτερεύουσας σημασίας παράγοντες για τη Δημοκρατική διαδικασία.

81


Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως εργαλείο εκλογικής επικοινωνίας

Προς μια περιγραφική ανάλυση Η περιγραφική αναλυτική προσέγγιση παρουσιάζεται ως πιθανή λύση στις αναλυτικές αδυναμίες των τάσεων που έχουν καταγραφεί πιο πάνω. Το πρώτο στάδιο μιας τέτοιας προσέγγισης είναι κατά κύριο λόγο περιγραφικό. Η σφαιρική περιγραφή των γεγονότων και των δρώντων, ανθρώπινων και μη, που συνθέτουν ένα φαινόμενο επιτρέπει στον αναλυτή στη συνέχεια της ανάλυσης, πρώτα, να ξεφύγει από την κατηγοριοποίηση των γεγονότων σύμφωνα με τις λογικές των δρώντων, και έπειτα, να εντάξει τόσο την κριτική προσέγγιση όσο και την ανάδειξη της προόδου και των αντιστάσεων, ατομικών, συλλογικών, θεσμικών, κοινωνικών εκεί όπου εμφανίζονται. Είναι λοιπόν βασιζόμενος σε μια τέτοια προσέγγιση που θα επιχειρήσω να εξετάσω την χρήση των ΜΚΔ από τα πολιτικά κόμματα στην Κύπρο, ιδιαίτερα κατά την διάρκεια των σύγχρονων προεκλογικών εκστρατειών. Βέβαια βασική προϋπόθεση ενός τέτοιου εγχειρήματος είναι μια έστω ελάχιστη συζήτηση γύρω από τον όρο της Εκλογικής Επικοινωνίας - η περιγραφική ανάλυση δεν μπορεί να προτείνει μίαν απεριόριστη περιγραφή των πάντων. Χρειάζεται να τεθεί ένα πλαίσιο το οποίο θα λειτουργήσει ως οδηγός της περιγραφικής ανάλυσης. Αρχικά θα πρέπει να επισημάνω ότι η Εκλογική Επικοινωνία εκλαμβάνεται εδώ ως κομμάτι της ευρύτερης διαδικασίας της Πολιτικής Επικοινωνίας. Κατά συνέπεια ο ορισμός της Εκλογικής Επικοινωνίας προϋποθέτει τον ορισμό της ίδιας της έννοιας της Πολιτικής. Εγχείρημα βέβαια ιδιαίτερα δύσκολο αφού η διεθνής βιβλιογραφία προσεγγίζει πολύμορφα και ετερόκλητα την έννοια. Η έρευνα αυτή υιοθετεί ένα γενικό ορισμό της «Πολιτικής» ο οποίος δεν την περιορίζει ως έννοια, αλλά αντίθετα επιτρέπει την ένταξη διαφόρων, πιο συγκεκριμένων, παραμέτρων ανάλογα με τα εμπειρικά ευρήματα της έρευνας. Ο ορισμός αυτός πηγάζει κατά κύριο λόγο από το έργο του σύγχρονου Γάλλου Πολιτικού Κοινωνιολόγου, Albert Ogien. Σύμφωνα με τον Ogien η «Πολιτική» είναι η διαδικασία μέσα από την οποία τα άτομα και οι ομάδες ατόμων που αποτελούν μια κοινωνία καθορίζουν την οργάνωση της κοινής τους ζωής (Ogien 2007). Ως τέτοια η Πολιτική διαδικασία παραπέμπει σε δύο διαστάσεις: την Γνωστική και την Πραξεολογική (Trimithiotis 2013). Η Γνωστική Διάσταση είναι η συζήτηση και η ανταλλαγή διαφορετικών απόψεων και προσεγγίσεων από τους πολίτες και τις ομάδες πολιτών ενός συγκεκριμένου πλαισίου με στόχο την απόφαση

82


Δ η μ ή τρ η ς Τ ρ ι μ ι θ ι ώ τ η ς για τον τρόπο οργάνωσης της κοινής τους ζωής. Η πολιτική διαδικασία παρέχει δηλαδή χώρο και χρόνο για ανταλλαγή διαφορετικών απόψεων και συγκρουόμενων αντιλήψεων της πραγματικότητας. Η Πραξεολογική διάσταση από την άλλη παραπέμπει στην υλοποίηση των αποφάσεων. Δηλαδή τις πράξεις αυτές που στοχεύουν στην υλοποίηση των αποφάσεων που αφορούν στον τρόπο οργάνωσης μιας κοινωνίας. Οι δύο αυτές διαστάσεις της Πολιτικής είναι αλληλένδετες. Η υλοποίηση (ή μη) των πολιτικών πράξεων συνοδεύεται από μια σχετική επιχειρηματολογία η οποία αποσκοπεί να τεκμηριώσει κατά πόσο είναι ωφέλιμο ή βλαβερό για το δημόσιο συμφέρων να υλοποιηθεί μια πολιτική πράξη. Κατά συνέπεια η Εκλογική Επικοινωνία αποτελεί μέρος της Πολιτικής Επικοινωνίας. Παρουσιάζεται ως είδος Πολιτικής Επικοινωνίας το οποίο εκδηλώνεται σε ένα συγκεκριμένο χρονικό σημείο: πριν από τις εκλογές. Βάσει της πιο πάνω προσέγγισης προκύπτουν μερικά καίρια ερευνητικά ερωτήματα τα οποία λειτουργούν ως οδηγός της περιγραφικής αναλυτικής προσέγγισης. Συγκεκριμένα θα μελετηθεί κατά πόσο η χρήση των ΜΚΔ από τα πολιτικά κόμματα στην Κύπρο: •

ενισχύει τον Πολιτικό διάλογο στη δημόσια σφαίρα;

παρέχει πρόσβαση και υποβοηθά την δημοσίευση διαφορετικών/ συγκρουόμενων απόψεων;

ενισχύει τη δημοσιοποίηση των κομματικών θέσεων σε ένα ευρύτερο κοινό;

επεξηγεί τη διαφορετικότητα των απόψεων ως προς την οργάνωση της συμβίωσης των ανθρώπων σε ένα συγκεκριμένο χώρο-χρόνο;

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ Η συζήτηση που παρατίθεται σε αυτό το κείμενο στηρίζεται στα στοιχεία που προέκυψαν από την ανάλυση των εμπειρικών δεδομένων μιας έρευνας πεδίου η οποία απαρτίζεται από ημιδομημένες συνεντεύξεις με κομματικούς δρώντες καθώς και από κομματικά μηνύματα που δημοσιεύτηκαν στα ΜΚΔ. Συγκεκριμένα, οι συνεντεύξεις αφορούν στους υπεύθυνους και μέλη των γραφείων επικοινωνίας4 κυπριακών Κομμάτων (ΔΗΣΥ, ΑΚΕΛ, ΕΔΕΚ, ΚΟΠ).

83


Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως εργαλείο εκλογικής επικοινωνίας

Η δειγματοληψία των μηνυμάτων παραπέμπει σε μηνύματα που δημοσιεύτηκαν από τα κόμματα σε δύο ΜΚΔ: Facebook και Twitter. Πρόκειται τόσο για τυχαία δειγματοληψία: 3 εβδομάδες του 2014 και 3 εβδομάδες 2015 (μία εβδομάδα από διαφορετικό μήνα) όσο και για στοχευμένη δειγματοληψία που αφορά στην προεκλογική περίοδο των Εκλογών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του 2014 (ένα μήνα πριν από τις εκλογές). Κύρια ευρήματα Στις σελίδες που ακολουθούν περιγράφονται εν συντομία τα κύρια στοιχεία (πρακτικά, τεχνικά, ιδεο-λογικά, οικονομικά…) που πλαισιώνουν την χρήση των ΜΚΔ από τα πολιτικά κόμματα στην Κύπρο, έτσι όπως προκύπτουν από την έρευνα που έχουμε διεξάγει. Τα Πολιτικά κόμματα στην Κύπρο έχουν «μπει» επίσημα στην ψηφιακή δημόσια σφαίρα την τελευταία πενταετία. Μάλιστα μόνο την τελευταία τριετία βλέπουμε να δραστηριοποιούνται σε αρκετά μεγάλο βαθμό (συχνότητα αναρτήσεων). Αυτό βέβαια συνδέεται με το γεγονός ότι την συγκεκριμένη παρατηρείται στην Κύπρο έξαρση στην χρήση των ΜΚΔ από σημαντική μερίδα Κύπριων πολιτών, ιδιαίτερα του Facebook. Εδώ είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι σε ακαδημαϊκό επίπεδο φαίνεται να αμφισβητείται η οποιαδήποτε ισχυρή επιρροή των ΜΚΔ στην Ψήφο των πολιτών. Αυτό που καταδεικνύουν οι έρευνες αφορά περισσότερο στις αρνητικές εκλογικές επιπτώσεις που είναι δυνατόν να έχει η μη χρήση των ΜΚΔ από τα κόμματα - παρά στις οποιεσδήποτε θετικές επιπτώσεις από τη χρήση τους. Ταυτόχρονα, το επιχείρημα αυτό όπως θα δούμε στη συνέχεια δεν αποτελεί μόνο ακαδημαϊκή-ερευνητική αντίληψη αλλά και άποψη κάποιων εκ των υπευθύνων των γραφείων επικοινωνίας και γραφείων τύπου των κομμάτων. Το χαμηλό κόστος, ή καλύτερα το μηδαμινό κόστος για τη δημιουργία λογαριασμών και σελίδων στα ΜΚΔ, είναι ένας σημαντικός παράγοντας που ώθησε τα κόμματα να επεκτείνουν την πολιτική και εκλογική τους επικοινωνιακή πολιτική και στο διαδίκτυο. Παρά τις ενδείξεις για περιορισμένο όφελος. Επίσης, τα μέλη των γραφείων Τύπου/ Επικοινωνίας επισημαίνουν το γεγονός ότι η διαχείριση τέτοιων σελίδων δεν επιβραδύνει την λειτουργία του γραφείου αφού το υλικό που δημοσιεύεται προετοιμάζεται έτσι κι αλλιώς για να διοχετευτεί στα ΜΜΕ. Εδώ θα πρέπει να γίνει αναφορά στο γεγονός ότι η οικονομική κρίση έχει πλήξει σε μεγάλο βαθμό τις «αίθουσες σύνταξης» των Κυπριακών ΜΜΕ,

84


Δ η μ ή τρ η ς Τ ρ ι μ ι θ ι ώ τ η ς σε σημείο που η δημοσιογραφική ανεπάρκεια, οδηγεί τα ίδια τα κόμματα να αναλαμβάνουν και αρμοδιότητες ρεπόρτερ-δημοσιογράφου… Οι λογικές που διέπουν της χρήσης των ΜΚΔ από τα Πολιτικά Κόμματα Δύο διαφορετικές λογικές φαίνεται να διέπουν των ενεργειών των υπεύθυνων επικοινωνίας των κομμάτων ως προς τη χρήση των ΜΚΔ: Η λογική της Επιδίωξης Οφέλους Η πρώτη λογική παραπέμπει στην άποψη ότι μέσα από τη χρήση των ΜΚΔ το κόμμα μπορεί να αποκομίσει εκλογικό όφελος αλλά και γενικότερα όφελος ως προς τη διάχυση των απόψεων του στη δημόσια σφαίρα και κατά συνέπεια στον επηρεασμό της «Κοινής Γνώμης». Η λογική της Αποφυγής Ζημιάς Υπάρχει και μια άλλη λογική η οποία χαρακτηρίζει κάποια άλλα κόμματα, τα οποία αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό τα ΜΚΔ ως εργαλεία της Πολιτικής Επικοινωνίας. Η λογική αυτή παραπέμπει στην αναπόφευκτη χρήση των ΜΚΔ διότι η απουσία τους από το χώρο αυτό εκλαμβάνεται ως ζημιογόνα τόσο για το εκλογικό αποτέλεσμα αλλά και γενικότερα για τη διάχυση των ιδεών τους στην Κυπριακή Δημόσια Σφαίρα. Χρήση των ΜΚΔ ως ενίσχυση των Παραδοσιακών Μέσων Αν εξετάσουμε τώρα τον τρόπο που τα Κόμματα χρησιμοποιούν τα ΜΚΔ παρατηρούμε ότι η χρήση τους παραπέμπει στην ενίσχυση της παραδοσιακής τους επικοινωνιακής στρατηγικής. Τα κόμματα δεν φαίνεται να λαμβάνουν υπόψη τους τις τεχνικές ιδιαιτερότητες των ΜΚΔ σε σχέση με τα Παραδοσιακά. Έτσι ουσιαστικά τα χρησιμοποιούν ως πλατφόρμα η οποία παραπέμπει στα παραδοσιακά μέσα. Το περιεχόμενό τους αποτελείται κατά κύριο λόγο από ανακοινώσεις Τύπου, επίσημες δηλώσεις αξιωματούχων του κόμματος, αρθρογραφία στελεχών. Περιεχόμενο δηλαδή το οποίο δημοσιεύεται στα παραδοσιακά μέσα (έντυπο τύπο, ραδιόφωνο, τηλεόραση). Η σημαντικότερη ιδιαιτερότητα των ΜΚΔ σε σχέση με τα παραδοσιακά μέσα είναι η δυνατότητα που παρέχεται στους χρήστες για διαδραστική επικοινωνία (Shogan 2010). Ιδιαίτερα μέσα από το σχολιασμό των μηνυμάτων. Αυτό όμως σύμφωνα με τους επικεφαλείς των γραφείων επικοινωνίας όχι μόνο δεν επιδιώκεται αλλά υπάρχει προσπάθεια να αποφεύγεται με κάθε τρόπο.

85


Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως εργαλείο εκλογικής επικοινωνίας

Έμμεση χρήση των ΜΚΔ από τα κόμματα (οδηγητές γνώμης) Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο που προκύπτει από την έρευνα είναι ότι τα κόμματα πέραν από τους επίσημους λογαριασμούς χρησιμοποιούν το FACEBOOK και το Twitter και με έμμεσο τρόπο. Υπάρχουν δηλαδή λογαριασμοί οι οποίοι δεν παραπέμπουν στο επίσημο κόμμα αλλά σε κάποιο άλλο πρόσωπο-στέλεχος ή μέλος του κόμματος. Τα άτομα αυτά δρουν συντονισμένα από το γραφείο Επικοινωνίας του Κόμματος, λειτουργώντας κατά κάποιο τρόπο σαν οδηγητές γνώμης (Lazarsfeld & Katz 1955). Οι ψηφιακές αυτές ομάδες σύμφωνα με τα λεγόμενα των υπευθύνων αποτελούνται από 50 με 300 άτομα ανάλογα από τη μαζικότητα του κόμματος. Οι ομάδες αυτές λειτουργούν ως ψηφιακό δίκτυο, digital network, (Castells 1996). Ένα δίκτυο εξάπλωσης των κομματικών δημοσιεύσεων. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο το δίκτυο αυτό μπορεί να διαχύσει τα κομματικά μηνύματα σε δεκάδες χιλιάδες χρήστες καθορίζοντας έτσι επικοινωνιακές ατζέντες τόσο των άλλων κομμάτων αλλά και των δημοσιογράφων. Σε τέτοιου είδους λογαριασμούς οι ιδιαιτερότητες των ΜΚΔ φαίνεται να εκμεταλλεύονται σε μεγάλο βαθμό από τους οδηγητές γνώμης, αφού παρατηρούμε ότι γίνεται χρήση σύντομων μηνυμάτων συνοδευόμενα από εικόνα ή κινητή εικόνα, βίντεο, με πολύ μεγαλύτερη συχνότητα ανάρτησης σε σχέση με τους επίσημους λογαριασμούς των κομμάτων. Γίνεται επίσης χρήση χιούμορ, ειρωνείας και σαρκασμού και γενικότερα αρνητικού σχολιασμού ως επικοινωνιακή τακτική για το σχολιασμό των θέσεων των αντίπαλων κομμάτων. Χρήση για εσωτερικό διάλογο μεταξύ μελών-στελεχών Είναι σημαντικό επίσης να αναφέρουμε ότι από κάποια κόμματα το Facebook χρησιμοποιείται και για εσωκομματικό διάλογο. Δηλαδή λειτουργεί σαν είδος forum όπου συγκεκριμένα άτομα (στελέχη των κομμάτων και των οργανώσεων των κομμάτων) μπορούν να εκφράσουν τις απόψεις τους για διάφορα πολιτικά ζητήματα. Όπως προκύπτει από τα λεγόμενα των συνεντευξιαζόμενων στις πλείστες περιπτώσεις τα ΜΚΔ μετατρέπονται σε χώρο όπου επιτρέπει την εκλογικευμένη συζήτηση μεταξύ στελεχών, με έντονο στοιχείο της αντιπαράθεσης σε κάποιες περιπτώσεις. Είναι ο χώρος κατά κάποιο τρόπο όπου ζυμώνονται ή σχολιάζονται οι επίσημες θέσεις του κόμματος πριν τα θεσμοθετημένα όργανά του καταλήξουν στην υιοθέτηση επικοινωνιακών στρατηγικών.

86


Δ η μ ή τρ η ς Τ ρ ι μ ι θ ι ώ τ η ς Target Group Εξετάζοντας το κοινό στο οποίο απευθύνεται αυτού του τύπου η επικοινωνία, σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενα των συνεντευξιαζόμενων, αυτό έχει δύο βασικά χαρακτηριστικά: Το πρώτο χαρακτηριστικό αφορά την ηλικιακή ομάδα στην οποία απευθύνονται τα μηνύματα. Τα κόμματα στοχεύουν στην επικοινωνία με άτομα κάτω των 45 ετών. Αυτό μπορεί να μην είναι ξεκάθαρο από το περιεχόμενο των επίσημων λογαριασμών αφού όπως έχει αναφερθεί οι επίσημοι λογαριασμοί δημοσιεύουν κατά κύριο λόγο τα δελτία τύπου και τις επίσημες δηλώσεις στα παραδοσιακά μέσα. Είναι όμως εμφανές από τους λογαριασμούς των Καθοδηγητών Γνώμης στους οποίους αναρτώνται συχνότερα μηνύματα τα οποία αφορούν ιδιαίτερα τους νέους, όπως απόψεις και σχολιασμός για θέματα παιδείας, φοιτητικά θέματα, ανεργία στους νέους κτλ. Επιπρόσθετα, είναι ξεκάθαρο ότι τα κόμματα δεν στοχεύουν να επικοινωνήσουν με όλους τους πολίτες μέσω διαδικτύου. Ο στόχος είναι κατά κύριο λόγο τα άτομα αυτά τα οποία βρίσκονται λίγο ή πολύ κοντά στο κόμματα. Δηλαδή πιθανοί ψηφοφόροι του κόμματος. Διαφήμιση στα ΜΚΔ με στόχο το ευρύτερο κοινό Τα ΜΚΔ πέρα από τους επίσημους λογαριασμούς και τους λογαριασμούς οδηγητών γνώμης χρησιμοποιούνται από τα κόμματα και ως διαφημιστικός χώρος. Κυρίως σε περιόδους προεκλογικής εκστρατείας. Κάτι που επιτρέπει στα κόμματα να απευθυνθούν μέσω διαφημιστικών σποτ ή «ψηφιακής αφίσας» σε ένα ευρύτερο κοινό πέρα από τους φίλους του κόμματος. Περιεχόμενο Το περιεχόμενο των πολιτικών μνημάτων στο Facebook και Twitter είναι σύντομο. Στο Twitter υπάρχει το όριο των 140 χαρακτήρων για τις δημοσιεύσεις. Κάτι που αντιστοιχεί σε μία μικρή πρόταση. Στο Facebook όπου δεν υπάρχει αυτός ο περιορισμός οι αναρτήσεις είναι και πάλι σύντομες. Δεν αναρτάται συνήθως ολόκληρο το μήνυμα παρά μόνο ένας τίτλος και μια εισαγωγή. Δηλαδή, αυτό που με δημοσιογραφικούς όρους ονομάζουμε: Lead.

87


Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως εργαλείο εκλογικής επικοινωνίας

Συνήθως το μήνυμα συνοδεύεται από κάποιο σύνδεσμο ο οποίος παραπέμπει στην επίσημη ιστοσελίδα των κομμάτων όπου εκεί οι χρήστες μπορούν να διαβάζουν ολόκληρο το μήνυμα. Κάτι που όμως δεν γίνεται συχνά σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία των σελίδων εκτός και εντός των ΜΚΔ. Με άλλα λόγια η επισκεψιμότητα της σελίδας Facebook ενός κόμματος είναι κατά πολύ μεγαλύτερη από αυτή της επίσημης ιστοσελίδας. Τέλος τα κείμενα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι πολυμεσικά. Εμπεριέχουν οπτικοακουστικό υλικό - εικόνες και βίντεο. Μάλιστα όπως δείχνουν και πάλι τα στοιχεία επισκεψιμότητας τα posts αυτά συγκεντρώνουν και το μεγαλύτερο αριθμό προβολών. Σχολιασμός ευρημάτων Λαμβάνοντας υπόψη ότι η έρευνα αυτή βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη θα προσπαθήσω να σχολιάσω τα πιο πάνω ευρήματα ανοίγοντας κάποια ζητήματα υπό την μορφή ερευνητικών υποθέσεων. Αναίρεση της ιεραρχίας μεταξύ μεγάλων και μικρών κομμάτων; Λόγω του χαμηλού κόστους σε χρήμα αλλά και χρόνο της χρήσης των ΜΚΔ φαίνεται ότι τα κόμματα ανεξάρτητα του μεγέθους τους μπορούν να κάνουν πανομοιότυπη χρήση των ΜΚΔ και να προβληθούν κατά συνέπεια σε όμοιο βαθμό, κυρίως μέσα από της διαφημιστικές καμπάνιες οι οποίες είναι χαμηλού κόστους. Βέβαια όπως και στις μη ψηφιακές καμπάνιες η μαζικότητα ενός κόμματος, ο αριθμός δηλαδή των ατόμων που μπορεί να κινητοποιήσει ένα κόμμα, διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο. Μπορούμε δηλαδή να αντιστοιχήσουμε τις παραδοσιακές εκστρατείες «από πόρτα σε πόρτα» με αυτές «από λογαριασμό σε λογαριασμό». Όσο μαζικότερο είναι ένα δίκτυο τόσο μεγαλύτερο αριθμό μπορεί να προσεγγίσει. Η παρατήρηση αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική διότι μεταξύ των δύο τύπων εκστρατείας που έχω αναφέρει – με φυσική επαφή και ψηφιακή επικοινωνία, μεσολαβεί η τηλεοπτική εκστρατεία. Η οποία μάλιστα τον τελευταίο μισό αιώνα πριν από την ανάπτυξη του διαδικτύου ήταν και η κυρίαρχη. Η εκστρατεία και γενικότερα η Πολιτική Επικοινωνία μέσω της τηλεόρασης διαφέρει από τις εκστρατείες φυσικής και ψηφιακής επικοινωνίας αφού στην τηλεοπτική επικοινωνία ο παράγοντας της μαζικότητας ενός κόμματος δεν είναι βαρύνουσας σημασίας: Ένα Μαζικό κόμμα δεν πλεονεκτεί απαραίτητα στην τηλεοπτική Πολιτική επικοινωνία.

88


Δ η μ ή τρ η ς Τ ρ ι μ ι θ ι ώ τ η ς Αφού εμπλέκονται άλλοι παράγοντες, όπως το ιδιοκτησιακό καθεστώς των σταθμών, η ιδεολογική ταυτότητα τους, οι οικονομικές σκοπιμότητες που εξυπηρετεί αλλά και η οικονομική εξάρτηση (Trimithiotis 2014). Βέβαια η υπόθεση αυτή της επαναφοράς της σημασίας της μαζικότητας στην πολιτική επικοινωνία από την ανάπτυξη των ΜΚΔ προϋποθέτει ότι η Ψηφιακή αναδυόμενη σφαίρα είναι ανεξάρτητη και δεν επηρεάζεται από την παραδοσιακή μιντιακή σφαίρα. Κάτι βέβαια που δεν ευσταθεί αφού τα παραδοσιακά μέσα έχουν επεκταθεί και στην ψηφιακή δημόσια σφαίρα. Δεν παύει όμως να διαφαίνεται μια προοπτική αλλαγής του σκηνικού και επαναφοράς της σημασίας της μαζικότητας. Η χρήση των ΜΚΔ ως εργαλείο Εκλογικής Επικοινωνίας τείνει να ενισχύει την αποχή και γενικότερα την αποξένωση από την Πολιτική; Το κοινό στο οποίο στοχεύει η πολιτική επικοινωνία με την χρήση των ΜΚΔ είναι ως επί το πλείστον άτομα τα οποία πρόσκεινται λίγο η πολύ στο αντίστοιχο κόμμα. Δηλαδή ο πολιτικός λόγος που δημοσιεύεται τόσο στους επίσημους λογαριασμούς όσο και στους ανεπίσημους λογαριασμούς διοχετεύεται κατά κύριο λόγο στους φίλους τους κόμματος, στον ευρύτερο κύκλο του κόμματος. Έτσι μια σημαντική μερίδα ατόμων τα οποία δεν βρίσκονται κοντά σε κανένα κόμμα αποβάλλονται κατά κάποιο τρόπο από την πολιτική συζήτηση. Τα ΜΚΔ είναι μέσα τα οποία μπορούν να εξατομικευτούν, δηλαδή ο κάθε χρήστης μπορεί να τα διαμορφώσει ανάλογα με τις προτιμήσεις του πολιτικές και μη. Έτσι ενώ κάποιοι λογαριασμοί τροφοδοτούνται από ένα σημαντικό αριθμό πολιτικών μηνυμάτων ενός κόμματος, κάποιοι άλλοι γίνονται δέκτες των μηνυμάτων κάποιου άλλου κόμματος, κάποιοι άλλοι λογαριασμοί δεν εμπεριέχουν ίχνος πολιτικού λόγου. Ταυτόχρονα λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι ένα σοβαρό ποσοστό των Κύπριων Πολιτών δεν έχουν λογαριασμούς στα ΜΚΔ, η αναδυόμενη πολιτική επικοινωνία στα ΜΚΔ τείνει να αποκλείει αυτή την μερίδα από την πολιτική συζήτηση και την ψηφιακή δημόσια σφαίρα.

89


Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως εργαλείο εκλογικής επικοινωνίας

Η χρήση των ΜΚΔ δεν διασφαλίζει την εκ των βασικών προϋποθέσεων της Πολιτικής: την επεξήγηση της διαφωνίας; Παρά το γεγονός ότι τα ΜΚΔ είναι προσβάσιμα από όλα τα πολιτικά κόμματα και κατά συνέπεια διοχετεύονται σε αυτά διαφορετικές πολιτικές απόψεις, η σημασία των πολιτικών διαφωνιών δεν επεξηγείται επαρκώς. Το περιεχόμενο των ΜΚΔ είναι κατά κύριο λόγο σύντομο. Ενώ συχνά παραπέμπει μέσω κάποιου συνδέσμου σε ένα πιο ολοκληρωμένο πολιτικό μήνυμα. Όμως οι έρευνες καταδεικνύουν ότι χρήστες των ΜΚΔ δεν ακολουθούν τους συνδέσμους αυτούς αφού προτιμούν να καταναλώσουν μεγαλύτερο αριθμό πληροφοριών με μικρό περιεχόμενο. Τα κόμματα λαμβάνοντας υπόψη το δεδομένο αυτό επιχειρούν σταδιακά να ελκύσουν τους χρήστες επενδύοντας στον πολυμεσικό χαρακτήρα των ΜΚΔ. Συνοδεύουν δηλαδή τα κείμενα τους με φωτογραφίες και βίντεο, τείνοντας προς την διαμόρφωση της πολιτικής επικοινωνίας σε θέαμα. Παραμελώντας και παραγκωνίζοντας έτσι την βαθύτερη ανάλυση και επεξήγηση των θέσεων τους. Ο σχολιασμός και η αντιπαράθεση των μελών του κομματικού ψηφιακού δικτύου ενισχύει την Πολιτική Διαδικασία; Αυτό που δεν επιτυγχάνεται μέσω των επίσημων λογαριασμών των κομμάτων, επιτυγχάνεται έστω και σε μικρό βαθμό από τους έμμεσους λογαριασμούς των κομμάτων, των ατόμων αυτών δηλαδή που ανήκουν στο ψηφιακό δίκτυο ενός κόμματος. Όπως έχει αναφερθεί το δίκτυο αυτό εκτός από την ταχεία μετάδοση των μηνυμάτων του κόμματος, χρησιμοποιείται συχνά και ως μέσο διαλόγου ανάμεσα σε άτομα διαφορετικών κομμάτων, αναπτύσσοντας και σχολιάζοντας δημόσια τις θέσεις και τις αντιθέσεις ενός κόμματός σε σχέση με αυτές των άλλων κομμάτων. Βέβαια οι ψηφιακοί αυτοί διάλογοι τις περισσότερες φορές καταλήγουν σε αντιπαραθέσεις που αποσκοπούν να κερδίσουν τις εντυπώσεις παραμερίζοντας τις εις βάθος πολιτικές αναλύσεις. Δεν παύει όμως να αναδύεται μια προοπτική που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί προς όφελος της Δημοκρατικής διαδικασίας.

90


Δ η μ ή τρ η ς Τ ρ ι μ ι θ ι ώ τ η ς Τα ΜΚΔ ενισχύουν τον εσωκομματικό διάλογο; Τα κόμματα χρησιμοποιούν τα ΜΚΔ για την ανάπτυξη συζητήσεων σε groups με ελεγχόμενη πρόσβαση. Η δράσει αυτή παραπέμπει σε ένα είδος νέου – ψηφιακού εσωκομματικού διαλόγου. Γεγονός που είναι θεμιτό και απαραίτητο για την υγιή λειτουργία των κομμάτων. Τα ΜΚΔ λόγο των χαρακτηριστικών τους μπορούν να διευκολύνουν τον διάλογο μεταξύ μελών ή στελεχών ενός κόμματος. Ταυτόχρονα όμως προκύπτει για ακόμη μια φορά το ζήτημα του αποκλεισμού των μελών ή στελεχών που δεν χρησιμοποιούν τα μέσα αυτά ή δεν μπορούν να αφιερώσουν το απαιτούμενο χρόνο για τον ψηφιακό διάλογο. ΕΠΙΛΟΓΟΣ Στο παρόν άρθρο επιχειρήθηκε η παράθεση των βασικών ευρημάτων και συμπερασμάτων που προκύπτουν από την μέχρι τώρα εξέλιξη της έρευνας που διεξάγω για την χρήση των ΜΚΔ από τα πολιτικά κόμματα της Κύπρου. Το γεγονός ότι τα ΜΚΔ και το διαδίκτυο γενικά δεν έχουν ακόμη φτάσει στο απόγειο της εξέλιξης των δυνατοτήτων τους καθιστά εξαιρετικά δύσκολο να προβλέψει κανείς αν τελικά τα ΜΚΔ θα εξελιχθούν προς όφελος της Πολιτικής διαδικασία και γενικότερα της Δημοκρατίας ή το αντίθετο… Κατά συνέπεια, εντοπίσαμε και παραθέσαμε κάποια στοιχεία τα οποία μπορούν να ερμηνευθούν ως ευνοϊκά για τον πολιτικό διάλογο και κάποια άλλα τα οποία μάλλον ερμηνεύονται ως αρνητικές ενδείξεις. Ως τελική παρατήρηση θα μπορούσαμε να δανειστούμε την διατύπωση της Λίλης Χουλιαράκη η οποία υποστηρίζει ότι οι προοπτικές των ΜΚΔ στην αναδυόμενη Ψηφιακή Δημοκρατία δεν είναι ούτε de facto θετικές αλλά ούτε και a priori αρνητικές (Chouliraki 2004). Με άλλα λόγια η τεχνολογία δεν είναι ο μόνος παράγοντας που συμβάλει στη δημιουργία μιας Ψηφιακής δημόσιας σφαίρας. Η τεχνολογία δεν είναι παρά μόνο ένα εργαλείο που μπορεί ταυτόχρονα να αξιοποιηθεί τόσο προς όφελος όσο και εις βάρος της Πολιτικής Διαδικασίας.

91


Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως εργαλείο εκλογικής επικοινωνίας

Επιλεκτική Βιβλιογραφία Carlson , T., & Strandberg, K. (2008). Riding the Web 2.0 wave – candidates on YouTube in the 2007 Finnish National Elections. Journal of Information Technology and Politics, 5(2), 159-174. Carrey, J. (1995). The Press, Public Opinion, and Public Discourse. In T. Glasser, & C. Salmon (Eds.), Public Opinion and the Communication of Consent (pp. 373-402). New York: Guilford. Farrell, D. M., & Schmitt-Beck, R. (Eds.). (2002). Do Political Campaigns Matter? London: Routledge. Gastafsson, N. (2012). The subtle nature of Facebook politics: Swedish social network site users and political participation. New Media & Society, 14(7), 1111-1127. Gibson, R. (2010). Open source campaigning? UK party organizations and the use of the new media in the 2010 general election. Annual meeting of the American Political Science Association, 2-5 September. Washington DC. Gibson, R., & McAllister, I. (2006). Does Cyber-Campaigning Win Votes? Online Communication in the 2004 Australian Election. Journal of Elections, Public Opinion and Parties, 16(03), 243-263. Habermas, J. (1989). The Structural Transformation of the Public Sphere: An Inquiry into a category of Bourgeois Society. Cambridge: Polity. Habermas, J. (2006). Political Communication in Media Society: Does Democracy Still Enjoy an Epistemic Dimension? The Impact of Normative Theory on Empirical Research. Communication Theory, 16(4), 411-426.

92


Δ η μ ή τρ η ς Τ ρ ι μ ι θ ι ώ τ η ς Margolis, M., Resnick, D., & Levy, J. (2003). Major parties dominate, minor parties struggle US elections and the Internet. In R. Gibson, P. Nixon, & S. Ward (Eds.), Political Parties and the Internet: Net Gain? (pp. 53-69). London: Routledge. Papacharissi, Z. (2002). The virtual sphere - The internet as a public sphere. New Media and Society, 4(1), 9-27. Pavlik,

J. V. (1994). Citizen Access, Involvement, and freedom of Expression in an Electronic Environment. In F. Williams, & J. V. Pavlik (Eds.), The People’s Right to Know: Media, Democraty, and the Information Highway (pp. 139-162). Hillsdale, NJ: Erlbaum.

Shement, J., & Curtis, T. (1997). Tendencies and Tensions of the Information Age: The Production and Distribution of Information in the United States. New Brunswick, NJ: Transaction. Strandberg, K. (2012). A Social Media Revolution or Just a Case of History Repeating Itself? The use of Social Media in the 2011 Finnish Parliamentary Elections. NewMediaandSociety, 0(0) , 1-19. Βαμβακάς, Β. (2006). Εκλογές και Επικοινωνία στη Μεταπολίτευση.Αθήνα: Σαββάλας.

93


Η «ΕΤΗΣΙΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ» ΤΥΠΩΘΗΚΕ ΣΕ 200 ΑΝΤΙΤΥΠΑ ΣΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ ΤΟ 2016 ΣΤΟ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ PRINT XPRESS. Η ΠΛΗΚΤΡΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ Η ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΣΕΛΙΔΩΣΗ ΕΓΙΝΕ ΑΠΟ ΤΟ «ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ». ISSN 2421-7700


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.