Disaster-Cosmogony : living on the edge of water

Page 161

Γ Ε Ν Ν Η Σ Η Έξι συνεχόμενα βράδια είχε περάσει πλέον ο A’htia’ (Άχτια) στο λυσσιατρείο, στα οποία είχε αποφασίσει πως οι στοίβες με τους άτλαντες και τα γεωγραφικά περιοδικά που του άφηναν οι νοσοκόμες κάθε βράδυ ήταν κάτι σαν χαιρέκακο αστείο σε βάρος του, ενώ τα απογεύματα αντάλλαζε τις γνώσεις του για το σωστό δέσιμο τουρμπανιού σύμφωνα με τα έθιμα της AlMagdeltah (Αλ-μαγδελτάχ) με είσοδο στα μίνι μυστικά συμβούλια που σχημάτιζαν οι έγκλειστοι με σκοπό την απόδραση. Το έβδομο βράδυ είδε ένα παράξενο όνειρο, πως είχε βγάλει λέει η λευκή νυχτικιά του διπλανού έγκλειστου Nareau ένα λευκό πτερύγιο, και είχε μεταμορφωθεί σε ένα θαλάσσιο κήτος το οποίο τον κατάπιε, κι ύστερα ήρθε το σκοτάδι, και ο Nareau μίλησε: «Κι αν δεν βρήκες άκρη περπατώντας το χρυσό σου νήμα, σκέψου μήπως πρέπει να σταθείς σε μιας λευκής σελίδας τη μοναδική μαύρη κηλίδα, και εκείνη σου εμφυσήσει τη σοφία που ζητάς.». Την επόμενη μέρα ο A’htia’ (Άχτια) ξύπνησε και είδε πως ο διπλανός του έγκλειστος Nareau έλειπε, και μοναδικό σημάδι της παρουσίας του ήταν η άδεια νυχτικιά του, αφημένη σε μια οπή που σχημάτιζαν έναδυο μυστηριωδώς βγαλμένα τούβλα. Μετά από μία ώρα ο A’htia’ (Άχτια) ανέπνεε τον αέρα της ελευθερίας για τα καλά. Χάραξε το γρίφο του Nareau σε μια σανίδα από επτά ρόζους για να τον θυμάται, έμπηξε στη σανίδα ένα όρθιο κουπί στο οποίο έδεσε και τη νυχτικιά του Nareau για να έχει την εύνοιά του, και έβαλε πλώρη στο άγνωστο.[1] Μετά από τρία φεγγάρια έφτασε σε ακτή, και καθώς δεν είχε το απαραίτητο σετ καλλωπισμού μαζί του η γενειάδα του είχε ξεπεράσει τα όρια της ταπεινής σανίδας του και μάλιστα ο θρύλος λέει πως πρωτοπάτησε αμμουδιά κουβαλώντας μαζί του ένα δυο πιράνχας. Οι κάτοικοι του νησιού έδειξαν με το σπανό πιγούνι τους πως το πολιτιστικό αυτό φαινόμενο πρώτη φορά το έβλεπαν. Ο A’htia (Άχτια) δυσκολευόταν να περάσει από το στάδιο βουβής συνύπαρξης με τα ψάρια της Λμερ στο στάδιο κοινωνικοποίησης, και έδωσε στους κατοίκους να καταλάβουν με μερικές αμήχανες χειρονομίες πως είχε ειρηνικές προθέσεις. Η πολυκαιρισμένη του σανίδα δεν έδειχνε αρκετά ικανή να κρύβει κάποιο πολεμικό μυστικό άγνωστο στον τόπο, έτσι οι κάτοικοι δέχτηκαν τον A’htia (Άχτια) στον τόπο τους.

Ν Η Σ Ο Σ

Όταν πια είχε εξαντλήσει τα όρια εξερεύνησης του κομματιού της ακτής στο οποίο είχε προσαράξει την πρώτη εκείνη ημέρα, αποφάσισε να επεκτείνει τις εξερευνήσεις του. Τα βήματά του τον οδήγησαν στο πιο ψηλό σημείο του νησιού, στα μέρη ενός ερημίτη. Η γη έτρεμε ελαφρά κάτω απ’ το διάβα του, κάνοντάς τον να νιώθει πως ακροβατεί πάνω από ένα υπερμεγέθες ξυπνητήρι που ταλαντεύεται μέσα σε τσίγκινο κατσαρολικό . Γύρω του έβραζε ο τόπος και τον σκέπαζε με τουλούπες καπνού, και έπαιρνε μπουκλωτούς σχηματισμούς γύρω απ’ το κεφάλι του, θυμίζοντας στον Ah’tia’ (Άχτια) πουδραρισμένη περούκα βρετανού ένορκου. Είναι παράξενο το να νιώθεις τον παλμό της γης, κι ο Ah’tia (Άχτια) είχε νιώσει άλλη μια φορά το αίσθημα αυτό, όταν περιδιάβαινε στα νησιά Honchuki (Χοντσούκι). Ο ερημίτης σχεδίασε με τη μαγκούρα του μια φλόγα και ένα τρίγωνο, και του είπε την ιστορία της θεάς Βολκάνας που κρύβεται στον κρατήρα της Waha’paraiso (Γουαχαπαραΐσο). Όταν γεννήθηκε η Βολκάνα, πρώτα είδαν τα μάτια των γήινων τα πύρινα μαλλιά της, ένα πίδακα 1 Ο Nareau είναι ο θεός-Δημιουργός της μυθολογίας της Μικρονησίας, ο οποίος βρίσκεται στην Αρχή των Πάντων να επιπλέει ολομόναχος στο διάστημα ενώ ονειρεύεται πως ακούει μία φωνή,που στην πραγματικότητα είναι η δική του φωνή.

155


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.