Metropolis Free Press - Νοέμβριος 2014

Page 1

Νοέ μβριος 2014

Μαριέττα Φαφούτη Ντυμένη στα κόκκινα

Θοδωρής Μαυρογιώργης Ενας τραγουδιστής... ήρωας

Ναταλία Παπαθανασίου Η νύχτα της ταιριάζει

Σκανάρετε το QR Code στην αρχή των κειμένων και ανακαλύψτε έξτρα περιεχόμενο

Metropolis www.metropolispress.gr

Τα εγγόνια της Μελίνας Ο Niadoka, η μουσική διαδρομή του και ο δίσκος - έκπληξη


Edito

2

Σκέψεις για τα δίκτυα και τις υποδομές Κώστας Τσαούσης kt@m-media.gr Μία από τις προηγούμενες μέρες χρειάστηκε να γυρίσω τη μισή Αττική χρησιμοποιώντας διαδοχικά ηλεκτρικό, μετρό και προαστιακό. Από την Καλλιθέα στο Μοναστηράκι και από εκεί στο Περιστέρι· στη συνέχεια πήρα την κατεύθυνση για Αεροδρόμιο και βρέθηκα στο Κορωπί, ενώ από εκεί η επιστροφή στη Καλλιθέα έγινε μέσω της Νερατζιώτισσας. Διαδρομές που απαιτούν χρόνο, αλλά παρέχουν μικρές πολυτέλειες για την καθημερινότητα των επιβατών, όπως εκείνη της ανάγνωσης. Στον χρόνο αυτών των διαδρομών διάβασα το τελευταίο βιβλίο ενός πολύ παλιού και καλού φίλου και συντρόφου (την εποχή της «πρώτης νιότης»). Τίτλος του βιβλίου, «Ελύτης εποχούμενος - Διαδρομές στην ειρήνη και στον πόλεμο». Συγγραφέας, ο Ηλίας Καφάογλου. Το βιβλίο είναι ένα δοκίμιο (70 και κάτι σελίδες μαζί με σημειώσεις και έναν χάρτη) για τις διαδρομές του ποιητή του «Χαμένου ανθυπολοχαγού» κατά τη διάρκεια των μηνών του ελληνοϊταλικού πολέμου, αλλά και για τις διαδρομές του εν καιρώ ειρήνης. Ενα δοκίμιο για τον Ελύτη και για το αγαθό που λαχταρούσε περισσότερο, δηλαδή το αυτοκίνητο. Το τελευταίο -σήμα και σύμβολο του μοντερνισμού, ένα εργαλείο με το οποίο προπολεμικά ο Οδυσσέας Ελύτης με τους φίλους του γυρνούσαν όλη την Ελλάδα, γίνεται το 1940 ένα από τα μέσα μεταφοράς στη ζώνη των πολεμικών επιχειρήσεων- είναι εκείνο που δίνει αφορμή και κίνητρο και στον συγγραφέα. Και εκείνος αγαπά και το αυτοκίνητο και τη λογοτεχνία.

Ο Ηλίας Καφάογλου που γεννήθηκε στην Αθήνα το 1958 και στα νιάτα του ήταν ένα από στελέχη της Αριστεράς -μέλος του ΚΣ της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος («Β΄ Πανελλαδική Συνδιάσκεψη»)- εργάζεται από το 1984 σε περιοδικά αυτοκινήτου ως αρχισυντάκτης και επιμελητής ύλης. Παράλληλα, με αυτή την επαγγελματική του δραστηριότητα ο Καφάογλου δημοσιεύει κείμενά του για τη λογοτεχνία στα περιοδικά «Διαβάζω», «Η λέξη», «Πόρφυρας», «Το τραμ» και «Τέταρτο» και στις εφημερίδες «Αυγή» και «Τύπος της Κυριακής», με τα ψευδώνυμα Πέτρος Ρεζής και Κώστας Ηλιάδης. Τα ενδιαφέροντά του, αλλά και τα βιβλία του είναι μοιρασμένα ανάμεσα στη λογοτεχνία και το αυτοκίνητο (το 2013 εκδίδεται πάλι από τις εκδόσεις Υψιλον ο τόμος «Ελληνική αυτοκίνηση 1900-1940»). Σε κάποιο σημείο της διαδρομής -μάλλον στο Μέγαρο- η σκέψη μου κοντοστάθηκε στην έννοια των δικτύων μεταφορών, αλλά και συνολικά των υποδομών σε μια σύγχρονη μεγαλούπολη όπως η Αθήνα. Σκέφτηκα την πόλη που ενοποιείται -από τις συνοικίες της Δυτικής Οχθης μέχρι τα Μεσόγεια-, τις καθημερινές συνήθειες των ανθρώπων που αλλάζουν, καθώς και τις συμπεριφορές που διαμορφώνουν με τη σειρά τους τον πολιτισμό της καθημερινής ζωής. Σκέφτηκα όμως και κυρίως μέτρησα στα γρήγορα τη σχέση ανάμεσα στο κόστος και το όφελος και ακόμη περισσότερο την τεχνογνωσία που χρειαζόμαστε για την ορθολογική διαχείριση τους. Και εκεί υπάρχει το μεγάλο έλειμμα…



Index Μουσική ευφυΐα... 6

Υποτροφίες... 38

O Θανάσης Παπακωνσταντίνου ξεσηκώνει τον Πειραιά

Η πρόεδρος του ΙΚΥ Εφη Μπάσδρα αναδεικνύει τους διευρυμένους ορίζοντες του ιδρύματος

Niadoka... 12 Ο δημιουργός του “Melina’s song” μιλάει για τον θαυμασμό που τρέφει στη Μελίνα Μερκούρη

Nεανική αμφισβήτηση... 19 Πώς μία ανεξέλεγκτη νεολαία προκάλεσε «ηθικό πανικό» σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία

“Citylifε”... 27 Οι καλύτερες προτάσεις εξόδου στο Novalifε

Gomorra... 28 Μία blockbuster σειρά “made in Italy”

Κυκλάδες... 40 Τα νησιά δεν πωλούν μόνο ήλιο και θάλασσα

Επισκεπτήριο... 46 Ο Ηλίας Κουνέλας, ο Στέλιος Ανδρονίκου και η Ιφιγένεια Γρίβα παίζουν θέατρο στους θαλάμους των νοσοκομείων

Σλάντεκ... 54 Τρεις ηθοποιοί μας ταξιδεύουν στη Γερμανία του Μεσοπολέμου

Ραπ... 56 Ο Μόνιμος Κάτοικος μιλά για ένα ντόμπρο είδος μουσικής

Μαυρογιώργης... 30 Ενας Wedding Singer που έγινε... ήρωας!

Red... 60 Η Μαριέττα Φαφούτη ετοιμάζεται να τα βάψει όλα κόκκινα

Crowdfunding... 34 O Μάκης Παπαδημητρίου σκηνοθετεί το “Loot” στο Θέατρο του Νέου Κόσμου και ψάχνει χρηματοδότες

METROPOLIS

8/1060

www.metropolispress.gr / metropolis@metropolisnews.gr / Facebook: MetropolisPress / YouTube: MetropolisPress Ιδιοκτησία - Εκδοση: Μ media Α.Ε. / Εδρα: Κύπρου 12Α, Τ.Κ. 183 46 - Μοσχάτο, τηλ. 210 4823977, φαξ 210 4832887 Διεύθυνση: Κώστας Τσαούσης Project Manager: Βίκτωρας Δήμας Ειδικός Σύμβουλος: Θάνος Τριανταφύλλου Συντονισμός: Νατάσα Μαστοράκου, Χρήστος Τσαπακίδης Σύνταξη: Ανδρέας Γιαννόπουλος, Νίκητας Καραγιάννης, Βούλα Σουρίλα, Δημήτρης Χαλιώτης Υποστήριξη: Βασίλης Λουκανίδης Εκτύπωση: «Καθημερινές Εκδόσεις» Α.Ε.

Παλιά στέκια... 61 Ενα ταξίδι στον χρόνο, σε μία νοσταλγική Αθήνα



6

Αγρύπνια στη... σκηνή


Κείμενο: Χρήστος Τσαπακίδης / Φωτογραφίες: Μάριος Κουρουνιώτης

«Στου δειλινού την άκρη αποκοιμήθηκα». Στίχοι γλαφυροί. Στίχοι εκ πρώτης ακρόασης ακατάληπτοι, που σε προσκαλούν να στοχαστείς πάνω τους, να τους φιλοσοφήσεις και να δημιουργήσεις τα δικά σου νοητικά μονοπάτια - αυτό δεν είναι άλλωστε και η ποίηση; Μουσικά μοτίβα που σε στοιχειώνουν, ακόμα και εάν είναι σε πρωτόλεια μορφή, όπως υποστηρίζει ο ίδιος δημιουργός. Ενα πολυπληθές, αφοσιωμένο κοινό που ξέρει απ' έξω όλα τα τραγούδια του. Ενα ολόκληρο σμάρι τραγουδιστών που… κηρύττουν τον λόγο του μέσα από τα τραγούδια που τους έχει προσφέρει και που τους έχουν κάνει διάσημους, πυκνώνοντας τις γραμμές του σύγχρονου ποιοτικού τραγουδιού - ο ίδιος αποφεύγει χαρακτηριστικά την ταμπέλα του έντεχνου και πολύ καλά κάνει, αφού η μουσική του ενώνει περισσότερα είδη μεταξύ τους. Ολα αυτά χαρακτηρίζουν την πλούσια πορεία της μουσικής ευφυΐας που ακούει στο όνομα Θανάσης Παπακωνσταντίνου. Και όλα αυτά συμπυκνώνονται στις συναυλίες του, όπου γίνεται πραγματικά πανικός - κάτι που επιβεβαιώνεται και με την παρουσία του στο Passport. Ο Θανάσης έχει έναν μοναδικό τρόπο να συνδιαλέγεται με το κοινό του. Πειράζει συνέχεια τα τραγούδια του, σε σημείο που στις συναυλίες του δυσκολεύεσαι να αναγνωρίσεις κάποια βάσει της αρχικής τους εκτέλεσης στο στούντιο. Τραγουδά με αυτή τη χαρακτηριστική φωνή (που κάνει και τα φάλτσα της, αλλά ποσώς μας πειράζει). Λέει αστεία, μοιράζεται ιστορίες και ιδέες χωρίς να μακρηγορεί, χωρίς να κουράζει. Κάνει αφιερώσεις. Και αφήνει κάθε ακροατή του να φεύγει στο τέλος της συναυλίας του ψιθυρίζοντας στίχους από το «Μιλώ για σένα», το «Στην κοιλάδα των Τεμπών» και την «Ηλιόπετρα»…

7

Νοέ μβριος 2014



Κείμενο: Χχχχχ Χχχχχ / Φωτογραφία: Χχχχχ Χχχχχ

9

Νοέ μβριος 2014


Κείμενο: Χρήστος Τσαπακίδης

10

Best of SAMCRO

Διαπίστωσα πόσο έχει αποτυπωθεί στο μυαλό μου το “Sons of Anarchy”, όταν βρέθηκα στο Harley Davidson Ηellas Club. Εκεί είδα αναρτημένη μία σημαία που έγραφε πάνω “Nomads” και σκέφτηκα ότι κάπως έτσι θα ήταν το σήμα ενός ελληνικού παραρτήματος των SAMCRO (για τους μη γνωρίζοντες, είναι τα αρχικά της «μαμάς» λέσχης των χαρλεάδων στην αμερικανική σειρά). Για μένα, το “Sons of Anarchy” πρόκειται για μία από τις καλύτερες σειρές που έχω δει τον τελευταίο καιρό. Εβλεπα, μάλιστα, διπλά και τρίδιπλα τα επεισόδια κάθε βράδυ, φτάνοντας σε χρόνο dt τη φετινή, έβδομη σεζόν, η οποία είναι και η τελευταία. Ενόψει, λοιπόν, του γκραντ φινάλε που θα έλθει μαρσάροντας στις οθόνες μας μέσα στον Δεκέμβριο, επιλέξαμε τις πέντε σκηνές των έξι πρώτων κύκλων που μας έκαναν περισσότερο «κλικ». Οπως καταλαβαίνεις, παρακάτω θα ακολουθήσει ένα μάτσο spoilers για όσους δεν έχουν παρακολουθήσει τη σειρά, για αυτό συνιστώ προσοχή. Ελπίζοντας ότι όσοι δεν έχουν δει τη σειρά προχώρησαν στις επόμενες σελίδες (έχω ακούσει ότι η στήλη «21ος αιώνας» τα σπάει) ξεκινώ το countdown με τη δολοφονία της Ντόνα, της συζύγου του Οπι, την οποία είδαμε αποσβολωμένοι να εξελίσσεται στον πρώτο κύκλο. Ο Οπι, κολλητός του Τζαξ (τότε αντιπροέδρου της λέσχης), είχε βγει από τη φυλακή και αμφιταλαντευό-

ταν σχετικά με το εάν θα στραφεί στην οικογένειά του ή στους SAMCRO. Αυτή η διελκυστίνδα τον εμφάνισε αναξιόπιστο στα μάτια του προέδρου Κλέι Μόροου, ο οποίος νομίζοντας ότι είναι «καρφί» διέταξε την εκτέλεσή του. Σε μία τραγική εξέλιξη, όμως, αντί να δολοφονηθεί ο Οπι, εκτελέστηκε η γυναίκα του. Ηταν η πρώτη πράξη ωμής βίας που μας συγκλόνισε ως θεατές και ουσιαστικά μας μύησε στον σκοτεινό κόσμο των SAMCRO. Σε επίπεδο πλοκής, μετά το περιστατικό ο Οπι έπεσε άνευ όρων στην αγκάλη της λέσχης και την παρανομία. Δεύτερη τοπ σκηνή ήταν η παγίδευση της πράκτορα του ATF Τζουν Σταλ στον τρίτο κύκλο. Η Σταλ είχε γίνει η σκιά των SAMCRO και η εμμονή της να συλλάβει τα μέλη της λέσχης την ώθησε να ξεπεράσει κάθε ηθικό όριο (μεταξύ άλλων, ήταν υπαίτια και για τον φόνο της Ντόνα). Και ενώ φάνηκε τελικά ότι κατάφερε να στριμώξει τη λέσχη, δείχνοντας ότι έθεσε τον Τζαξ με το μέρος της, σε μία επική ανατροπή οι Sons κατάφεραν να την εκτελέσουν, καθαρίζοντας ταυτόχρονα και ένα εχθρικό και επικίνδυνο μέλος του πραγματικού IRA. Η εξέλιξη αυτή απέδειξε ότι η λέσχη είναι αποφασισμένη να ισοπεδώσει οποιονδήποτε βρίσκεται στον δρόμο της, ακόμα και εάν ανήκει στην πλευρά του νόμου (και εφόσον αποδειχτεί σκάρτος), αναδεικνύοντας παράλληλα την ευφυΐα του αντιπροέδρου της.

Η τρίτη σκηνή αφορά την εμφάνιση ενός ιδιαίτερου γκεστ σταρ στον τρίτο κύκλο, όταν η Τζέμα και η Τάρα ήθελαν κάποιον ειδικό για να εξαφανίσουν ένα πτώμα. Τη δουλειά ανέλαβε ο Μπάχμαν. Βρήκες τη σύνδεση; Είναι ένα ψευδώνυμο του Στίβεν Κινγκ. Ναι, ο μάστορας του τρόμου εμφανίστηκε στη σειρά! Αυτό επίσης που ξεχώρισε, ήταν ο θάνατος του Οτο στη φυλακή, ο οποίος πήρε μαζί του και τον ψυχοπαθή πρώην ranger Λι Τόρικ (λέγε με και βασιλιά Χόρικ στο “Vikings”), που είχε βαλθεί να καταστρέψει τη λέσχη. Ο Οτο ήταν κάτι σαν την ψυχή των SAMCRO. Μπήκε στη φυλακή για να εκτίσει μία μικρή ποινή, άρχισε να σκοτώνει κόσμο και να τραβάει τα πάνδεινα για τα συμφέροντα της λέσχης, όμως παρέμεινε πιστός μέχρι τέλους. Ενα ηρωικό αντίο επί σκηνής στον ιδιοφυή Κερτ Σάτερ, ο οποίος είναι επίσης ο συγγραφέας και παραγωγός της σειράς. Μάντεψε τι άφησα για το τέλος. Μία σκηνή που δεν περίμενε κανένας. Η μία αγαπημένη γυναίκα του Τζαξ, η μητέρα του Τζέμα, σκοτώνει την άλλη αγαπημένη του γυναίκα, τη σύζυγό του Τάρα, σε μία απίστευτα βίαιη και αιματηρή σκηνή που έχει στοιχειώσει εκατομμύρια θεατές. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να χωθεί μέσα στο σκοτάδι ο Τζαξ, με συνέπεια το αιματοκύλισμα της έβδομης σεζόν. Οπως και να τελειώσει όμως η σειρά, μην ξεχνάς: Ride free or die!



12


Κείμενο: Γιώργος Νάστος / Φωτογραφίες: Στέφανος Καστρινάκης

13

Νοέ μβριος 2014

Playing with Niadoka

Συμβαίνει εδώ και μερικές εβδομάδες. Κάποιοι πείραξαν τη Μελίνα Μερκούρη. Οχι την ίδια, αλλά τα τραγούδια της. Ονόματα της εγχώριας ηλεκτρονικής μουσικής -ενδεικτικά αναφέρουμε τον Κ. Βήτα και την Ολγα Κουκλάκηπήραν τη φωνή της και κάποια μουσικά θέματα και τα τοποθέτησαν σε άλλα ηχητικά τοπία, πιο σύγχρονα, πιο ατμοσφαιρικά. Το αποτέλεσμα των πειραματισμών τους αρέσει πολύ, remixes όπως αυτό του Papercut στο «Αγάπη που 'γινες δίκοπο μαχαίρι» ακούγονται στα ραδιόφωνα και κατακλύζουν τα timelines. Ανάμεσα σε όλους και ο Niadoka, ο οποίος όμως ακολούθησε άλλη κατεύθυνση: «Η αρχική ιδέα, για όλους τους καλλιτέχνες που συμμετείχαν στην κυκλοφορία, ήταν να ρεμιξάρουμε ένα ήδη υπάρχον τραγούδι το οποίο έχει ερμηνεύσει η Μελίνα Μερκούρη. Η αλήθεια είναι ότι τρόμαξα λιγάκι με αυτό, αλλά παράλληλα μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον· μια πρόκληση. Αρχισα να ακούω ηχογραφήσεις που είχαμε στη διάθεσή μας από την εταιρεία. Ακουσα πολλές φορές πολύ γνωστές ηχογραφήσεις της Μελίνας Μερκούρη, αλλά και κάποιες που δεν είχα την τύχη να ξανακούσω. Λόγω όμως

της παλαιότητάς τους, δεν είχαμε στα χέρια μας τα α καπέλα, δηλαδή τη φωνή της Μελίνας χωρίς τη μουσική. Αυτό με έκανε να σκεφτώ το ενδεχόμενο να γράψω ένα δικό μου θέμα. Μπήκα στο YouTube και έψαξα να βρω παλιές συνεντεύξεις της. Αμέσως εντόπισα ένα βίντεο με τίτλο 'Σπάνια συνέντευξη'. Είναι μία παραγωγή του '94 της ΕΤ1, που ήταν και η χρονιά που έφυγε από τη ζωή. Σκεφτόμουν τις μελωδικές γραμμές από τα τραγούδια που ερμήνευε και παράλληλα άκουγα τα λόγια της και μου φάνηκε αδιανόητα ταιριαστό και όμορφο. Αφησα τη συνέντευξη να παίζει και έγραψα μία πολύ απλή μελωδία στα πλήκτρα, την πρώτη που μου ήρθε στο μυαλό. Μου άρεσε και αποφάσισα να βασίσω όλο το κομμάτι πάνω σ' αυτό το θέμα και στα όμορφα λόγια της. Συγκεκριμένα, μου τράβηξε έντονα την προσοχή το πώς μιλούσε για την αγάπη της ζωής της και μεγάλο της έρωτα, τον Ζυλ Ντασέν». Ο Niadoka ανήκει σε μια γενιά που έχει αναμνήσεις από την πολιτική δράση της Μερκούρη. Ανήκει σε εκείνους που θεωρούν ότι η Μελίνα ήταν μια σταρ, μια ακτινοβόλα προσωπικότητα που δεν υπήρξε ποτέ καλή ηθοποιός ή συμπεριλαμβάνεται σε αυτούς που υποκλίνονται και στο ταλέντο της; «Σίγουρα δεν είμαι ο ειδικός για να απαντήσω σε

αυτό, αλλά πραγματικά δεν πιστεύω πως υπάρχει έστω και ένας Ελληνας που να μην εκτιμά τη μεγάλη προσωπικότητα της Μελίνας Μερκούρη, όσο και τη σπουδαία συμβολή της στο θέατρο, την τέχνη και τον πολιτισμό εν γένει». Είπαμε πως το «Πειράζοντας τη Μελίνα» βρήκε το κοινό του. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν βρέθηκαν και κάποιοι που βρίσκουν εγχειρήματα σαν αυτό χλιαρά, εύκολα και χωρίς νόημα. «Δεν μπορώ να φανταστώ πως κάποιος δεν βρίσκει ενδιαφέρον να ακούσει γνωστά λατρεμένα κομμάτια δεκαετιών μέσα από το πρίσμα της ηλεκτρονικής μουσικής. Θεωρώ πολύ πιο βαρετό και ανιαρό να διασκευάζουν αυτά τα τραγούδια νέοι καλλιτέχνες και να προσπαθούν να μιμηθούν χροιά, τρόπο, συναίσθημα. Με το να ρεμιξάρεις ένα τραγούδι στην ουσία είναι σαν να δημιουργείς ένα καινούργιο και το βρίσκω κάθε άλλο παρά εύκολο και χωρίς νόημα. Ο καθένας με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο δημιούργησε κάτι μέσα από σύγχρονα μέσα, χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη κάτι παλιό και με μεγάλη αξία. Το αποτέλεσμα νομίζω πως είναι εξαιρετικό». Γραφίστας, μουσικός, δισκοθέτης, ο Niadoka ήρθε στην Αθήνα από τη Βέροια όπου μεγάλωσε. Με ποιον τρόπο μπορεί να σε διαμορφώσει η ελ-


14


15

ληνική επαρχία; «Δεν έχει καμία σημασία πού θα μεγαλώσεις, αλλα με ποιους θα μεγαλώσεις. Τον χαρακτήρα σου και την προσωπικότητά σου τα επηρεάζουν οι άνθρωποί σου, ο περίγυρός σου, αυτοί που αγαπάς. Πέρασα πανέμορφα παιδικά χρόνια μεγαλώνοντας στη Βέροια. Οσον αφορά στο μουσικό κομμάτι, η μόνη δυσκολία που μου έρχεται στο μυαλό είναι η δύσκολη πρόσβαση στην πληροφορία κι αυτό καθαρά και μόνο στην 'προ-ίντερνετ' εποχή. Ημουν στα δεκατέσσερα και είχα ξεκινήσει να γράφω πράγματα στον υπολογιστή χάρη στον αδερφό μου, που έτυχε να φέρει σπίτι τον Impulse tracker, μια παλιά και αγαπημένη μορφή προγράμματος μουσικής σύνθεσης. Εζησα κάτι σαν κεραυνοβόλο έρωτα. Ετσι αγάπησα τη μουσική παραγωγή», επισημαίνει. Ως δημιουργικός άνθρωπος, είναι πολλά τα εμπόδια που χρειάζεται να ξεπερνάει ζώντας εδώ. «Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τη συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων είναι το βιοποριστικό. Φυσικά και είναι αλήθεια ότι δύσκολα βγάζεις λεφτά από αυτό που αγαπάς. Πολύ σπάνια κάνει κάποιος κύρια πηγή εισοδήματος τη μουσική ή τις τέχνες γενικότερα. Υπάρχουν κι άλλων ειδών εμπόδια όμως πέραν αυτού, όπως τα εμπόδια που μας δημιουργεί ο ίδιος μας ο εαυτός. Ενα πράγμα που παρατηρώ δυστυχώς συχνά σε ανθρώπους που ασχολούνται με τη μουσική είναι η τεμπελιά. Πολύ σπάνια ακούω παραγωγές για τις οποίες δεν θα πω 'μπορούσε και καλύτερα'. Πολλές φορές μπορεί να δουλεύεις κάτι για ώρες, μέρες, να κουραστείς, να μπουχτίσεις. Για να κάνεις το απαιτούμενο βήμα μπροστά εκείνη τη στιγμή πρέπει να πεις 'αντέχω κι άλλο' και όχι 'καλό είναι μωρέ κι έτσι'. Με στεναχωρεί πολύ όταν καταλαβαίνω πως άνθρωποι με σπουδαίο ταλέντο αρκούνται σε λίγα αντί να δουλεύουν σκληρά, μεθοδικά και με προσοχή στη λεπτομέρεια γι' αυτό που αγαπάνε», μου λέει ο Niadoka. Λάτρης της ντίσκο, ανυπομονεί να ακούσει το καινούργιο άλμπουμ του Giorgio Moroder: «Θεός της

ηλεκτρονικής μουσικής. Επιστρέφει με καινούργιο άλμπουμ στα 74 χρόνια του, ζωή να 'χει. Πριν μερικές ημέρες κυκλοφόρησε το πρώτο single και video “74 is the new 24”». Κρίνοντας από τα κομμάτια που φτιάχνει ο ίδιος, θα περίμενε κανείς να μην ακούει και πολλή ελληνική μουσική. Κι όμως, ο Niadoka έχει κάνει ένα ωραίο remix στην «Ανω τελεία» της Νατάσσας Μποφίλιου. «Μα, πώς θα ήταν δυνατόν να μην μπω στον πειρασμό, όταν πρόκειται για ένα τρίπτυχο σαν αυτό του Στάμου Σέμση, τον οποίο θαυμάζω και αγαπώ τόσο πολύ, του Γεράσιμου Ευαγγελάτου και της Νατάσσας Μποφίλιου. Η 'Ανω τελεία' είναι ένα εξαιρετικό τραγούδι. Είμαι σίγουρος πως θα ήταν η χαρά κάθε μουσικού παραγωγού να δουλέψει στο στούντιό του με αυτά τα εξωγήινα σχεδόν, μαγευτικά φωνητικά πάνω στη μελωδιάρα του 'Ανω τελεία'. Μου αρέσει πολύ να ακούω ελληνική μουσική, εκτιμώ και θαυμάζω πολλούς Ελληνες καλλιτέχνες, νέους και παλιούς. Λόγω έλλειψης χρόνου, κυρίως ακούω πράγματα ανθρώπων που ήδη γνωρίζω και θαυμάζω τη δουλειά τους. Χαίρομαι πραγματικά όταν ακούω καλές παραγωγές, όμορφες και πρωτότυπες μελωδίες, καλοδουλεμένα τραγούδια, αδιαφορώντας για το είδος και την ταμπέλα». Είναι προφανώς καλός ακροατής. Ποια έχει υπάρξει όμως η πιο ξεχωριστή εμπειρία του ως DJ; «Κάθε βραδιά είναι ξεχωριστή. Είναι μία πολύ διασκεδαστική εμπειρία για μένα το να παίζω μουσική. Ποτέ μου δεν το πήρα πολύ στα σοβαρά. Απλά θέλω να παίζω μουσικές που μου αρέσουν μαζί με τους φίλους μου και να περνάμε καλά. Αγαπώ πολύ το Κέντρο και τα μπαρ του. Νομίζω ότι είναι ο σκληρός πυρήνας της αληθινής διασκέδασης. Επικρατεί ένα αίσθημα αγάπης και αλληλεγγύης. Δεν ξέρεις τι θα πει έξοδος στη νυχτερινή Αθήνα αν δεν έχεις περάσει βράδια στο Keybar, στο Komma, στο six d.o.g.s, στο Ρομάντσο και σε πολλά ακόμη μέρη». Ποιο σχετικό με τη ζωή στην Αθήνα κλισέ δεν αντέχει να ξανακούσει; «Εκνευρίζομαι αφόρητα όταν ακούω ανθρώπους να λένε πως η Αθήνα είναι βρόμικη

Νοέ μβριος 2014

πόλη και συγκεκριμένα το Κέντρο. Εμείς είμαστε βρόμικοι, άρα και η πόλη. Ολα ξεκινάνε από εμάς τους ίδιους και δεν μπορούμε να το καταλάβουμε. Πάντα φταίει κάποιος άλλος, ο δήμος, το κράτος, ο γείτονας». Καλή η ενασχόληση με τη Μελίνα, όμως τι θα γίνει με τη δική του μουσική: Τι έπεται; «Γράφω ασταμάτητα παντού και πάντα. Εδώ και πολύ καιρό σκεφτόμουν να κάνω κάτι καινούργιο, ολόφρεσκο και πριν περίπου τρεις μήνες ξεκίνησα να το δουλεύω. Ηθελα να κάνω κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό που έκανα παλιά. Το ονόμασα 'Craves' και έτσι επανεφηύρα τον εαυτό μου, χωρίς να σταματήσω παράλληλα να δουλεύω και πράγματα σαν Niadoka. Το πρώτο κομμάτι που έφτιαξα πήγε ανέλπιστα καλά. Το ανέβασα στο SoundCloud σε καινούργιο προφίλ με όνομα Craves και μέσα σε δύο μήνες συγκέντρωσε περίπου 100.000 συνολικά plays, αριθμός που είναι ακραία μεγάλος για την κοινότητα του SoundCloud, ειδικά για κάποιον που έχει νέο προφίλ με 200 ακόλουθους. Με βοήθησαv σ' αυτό πολύ γνωστά blogs από το εξωτερικό με εκατομμύρια subscribers, όπως Mr. Suicide Sheep, La Belle Musique και Underground Charisma. Συνεχίζω να κάνω παραγωγές και μιλάω με δύο πολύ δυνατά labels από Βερολίνο και Λος Αντζελες. Ευελπιστώ πως μέσα στους επόμενους μήνες θα έχω έτοιμο EP. Παράλληλα με όλα αυτά ετοιμάζω νέες συνεργασίες με φίλους μου Ελληνες δημιουργούς που ενδεχομένως να οδηγήσουν σε νέα κυκλοφορία».


Κείμενο: Στάθης Δράκος

16

Μια βραδιά στην Πολυγνώτου

Εννέα Νοεμβρίου. Χαμένοι στην Πλάκα. Δεν είχα πάει ποτέ στη Πολυγνώτου, το δρόμο που φιλοξενεί το Ιδρυμα Μελίνα Μερκούρη. Το σκεφτόμουν καιρό, αλλά ευτυχώς το σύμπαν συνωμότησε ώστε να το επισκεφτώ για πρώτη μου φορά την πιο κατάλληλη στιγμή και υπό τις πιο «αρμόζουσες» συνθήκες. Χωρίς παρεξήγηση, αλλά είναι διαφορετικό να επισκέπτεσαι τον χώρο αυτόν μία κανονική μέρα, μία μέρα σαν τις άλλες, και άλλο να τον επισκέπτεσαι στην παρουσίαση ενός δίσκου-φόρο τιμής στην αθάνατη Μελίνα. Νιώθεις ότι τριγύρω υπάρχει η αύρα της. Οτι έχει χωθεί κάπου ανάμεσα στους υπόλοιπους καλεσμένους και σιγοτραγουδάει με τα μάτια ημιδακρυσμένα, ως συνήθως, λέγοντας στο τέλος ένα μεγάλο «ευχαριστώ» που η σημερινή γενιά τη σέβεται και την αγαπάει ακόμα. Ο δίσκος με όνομα “Playing with Melina” ήταν μια έκ-

πληξη. Μια πολύ ευχάριστη έκπληξη. Δεν έχει σημασία αν μας άρεσαν οι διασκευές που περιείχε ή όχι, αν και από ό,τι δείχνουν τα ραδιοφωνικά airplays, μάλλον μας άρεσαν. Το σημαντικό δεν είναι αυτό. Το σημαντικό είναι ότι η EMI κέρδισε ένα στοίχημα. Και δεν μιλώ βέβαια για την εμπορική ή όχι επιτυχία της συλλογής, αλλά για το όραμα εκείνο που έγινε αληθινό. Να ξαναζήσει η Μελίνα. Να ξανασυστηθεί στο κοινό που δεν πρόλαβε να τη γνωρίσει, αν και πολύ θα το ήθελε. Να γίνει πιο διαχρονική από ποτέ. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι αν η Μελίνα ζούσε, θα είχε τολμήσει κάποιον παρόμοιο πειραματισμό. Ή αν όχι, θα ήταν σίγουρα πολύ υπερήφανη που καλλιτέχνες όπως ο Κ. Βήτα, η Στεφανία Γουλιώτη, ο Cayetano και ένα σωρό άλλοι συγκεντρώθηκαν για να τιμήσουν το έργο της. Ο καθένας με τον δικό του τρόπο. Με αυτόν που τον εκφράζει καλύτερα. Αλλος να απαγγείλει, άλ-

λος να ερμηνεύσει, άλλος απλά να βρίσκεται εκεί. Αλλωστε, η Μελίνα Μερκούρη δεν ήταν μια μονόπλευρη προσωπικότητα. Ηταν πολλά, αλλά όχι αυτό. Πέρασε η νύχτα με πολλή μουσική (ένα μέρος αυτού το είχα αναλάβει και εγώ προσωπικά με τους φίλους μου τους Minor και την Katerine Duska, κάτι το οποίο με έκανε να ζήσω τη βραδιά λίγο πιο έντονα), με συζητήσεις περί ανέμων και υδάτων, με τους καλλιτέχνες να μας μιλούν για την έμπνευσή τους σχετικά με το τραγούδι που ετοίμασαν, αλλά και με μικρές πολύ ευχάριστες στιγμές που δυστυχώς ή ευτυχώς, πρέπει να είσαι εκεί για να κατανοήσεις την ομορφιά και τη σημασία τους. Και εις άλλα.


Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου

17

Νοέ μβριος 2014

Electro συγγένειες

Η Μελίνα Μερκούρη έγινε electro; Οχι. Η Μελίνα Μερκούρη έμεινε απαράλλακτη, όπως και η φωνή της. Κάποια από τα τραγούδια που έχει ερμηνεύσει η ίδια, όμως, δόθηκαν στους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της εγχώριας ηλεκτρονικής σκηνής και 15 νέα διαμάντια γεννήθηκαν. Ο δίσκος «Playing with Melina - Πειράζοντας τη Μελίνα» κυκλοφορεί εδώ και δύο εβδομάδες από τη MINOS EMI σε συνεργασία με το Ιδρυμα Μελίνα Μερκούρη και ήδη αρκετά τραγούδια έχουν αγαπηθεί από το κοινό και τους ραδιοφωνικούς παραγωγούς. Σε αυτόν τον δίσκο 14 Ελληνες μουσικοί και ένας Γάλλος συναντούν για πρώτη φωρά τη φωνή και το ταπεραμέντο της Μελίνας και μαζί της τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Σταύρο Ξαρχάκο, τον Βαγγέλη Παπαθανασίου, τον Βασίλη Τσιτσάνη, τον Τζο Ντασέν και τον Λεό Φερέ. Κομμάτια που

έχει ερμηνεύσει η Μελίνα Μερκούρη με τον δικό της μοναδικό «θεατρικό» τρόπο στα ελληνικά και στα γαλλικά, όπως τα ακούει, τα προσεγγίζει και τα μεταμορφώνει η νέα γενιά τραγουδοποιών, μουσικών και remixers. Το τραγούδι που ανοίγει το δίσκο είναι το «Αγάπη που 'γινες δίκοπο μαχαίρι» όπως το «είδε» ο Papercut και ακολουθούν οι: Κ. Βήτα, Ντέιβιντ, Cayetano, Stavento, Nikkon, Kid Loco, Mikro, Olga Kouklaki, Marsheaux, (pH)2, Serafim Tsotsonis, Fantastikoi Hxoi, Niadoka, Monsieur Minimal. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει και τόση σημασία πόσες από τις διασκευές μας άρεσαν και πόσες όχι. Αυτό που εγώ κρατάω είναι ότι τα μεγάλα τραγούδια αντέχουν πάντα στον χρόνο, όπως ακριβώς και οι σημαντικές προσωπικότητες. Είκοσι χρόνια πέρασαν χωρίς τη Μελίνα Μερκούρη και όμως βραδιές αφιερώνονται στην προσφορά της, ομιλίες γίνο-

νται για την προσωπικότητά της και το σημαντικότερο όλων, νέοι άνθρωποι εμπνέονται από το τσαγανό της, τη φωνή της, τη μουσικότητά της, αλλά και από τον ιδιαίτερο τρόπο που η ίδια ερμήνευε. Οπως γράφει ο Θωμάς Απέργης στο εισαγωγικό σημείωμα του δίσκου: «Το τραγούδι της, όπως ακριβώς και ο λόγος της, είχε κάτι ανυπότακτο. Σταθερό και μετέωρο μαζί, αποφασιστικό και ευάλωτο, όπως ήταν και η ίδια. Τραγουδούσε σαν να παίζει και έπαιζε σαν να τραγουδά. Δεν είχε σημασία αν κάποτε χρωμάτιζε παράτονα. Επλαθε κάθε στίχο, κάθε λέξη στο λαρύγγι και τα χείλη της, ώσπου να ποτιστεί βαθιά από τους χυμούς της ψυχής και της σκέψης της. Και αυτό γινόταν φανερό παντού: Για 'μια φανταστική φωνή, βραχνή, που έμοιαζε να βγαίνει από τα έγκατα της γης, από το ίδιο το χώμα της Ελλάδας', έκανε λόγο μαγεμένος ο Πιέρ Ζουρντάν, αδερφός του Λουί Ζουρντάν, εκφράζοντας ίσως ολόκληρο το ευρωπαϊκό κοινό».


Επιμέλεια: Κείμενο: Στάθης Χχχχχχ Δράκος Χχχχχχ / Photos: Χχχχχχ Χχχχχχ

18

Μία μουσική Δημοκρατία

Τους γνωρίσαμε λίγα χρόνια πριν. Δύο ή τρία. Η Δημοκρατία της Kadebostany έγινε δικαίως η πιο γνωστή και πολυσυζητημένη φανταστική χώρα της Ευρώπης. Ισως για αυτό να ευθύνεται η τόσο διαφορετική μουσική του προέδρου Kadebostan, με τις τρομπέτες και τα εμβατηριακά κρουστά, ίσως η «μάγκικη» αισθαντική φωνή της Amina, αλλά ίσως και το γεγονός ότι δεν υπάρχει κάποια άλλη ιδεατή χώρα στην Ευρώπη. Μπορεί να υπάρχει στη φαντασία κάποιου νηπίου, οπότε οκ. Επαναδιατυπώνω. Δεν υπάρχει καμία άλλη φανταστική χώρα στην Ευρώπη, της οποίας τα εμβατήρια να παίζουν τόσο στην πιο «ψαγμένη», όσο και στην πιο mainstream ραδιοφωνική συχνότητα. Και φυσικά δεν μιλάμε μόνο για την Ελλάδα. Αν τους έχεις γνωρίσει από κοντά ή αν τους έχεις δει σε κάποιο από τα προηγούμενα live, θα έχεις διαπιστώσει ότι πρόκειται για ένα σύνολο μουσικών με πολύ ευγενικές φυσιογνωμίες, παρά τις στρατιωτικές ενδυμασίες, τους περίεργους χαιρετισμούς και τα παράσημα που έχουν επιλέξει να χρησιμοποιούν στις εμφανίσεις, αλλά και στο προωθητικό υλικό τους. Υπήρξε όμως κάτι που φαίνεται να εξόργισε τον πρόεδρο της Kadebostany - και εδώ που τα λέμε, ακόμα και ο πιο

φιλειρηνιστής πρόεδρος-μουσικός θα έβγαινε από τα ρούχα του με κάτι τέτοιο. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Το 2013 ακούσαμε από την ελβετική μπάντα κάτι διαφορετικό από αυτά που μας είχε συνηθίσει. Ή ίσως όχι και τόσο. Πρόκειται για τη διασκευή του τραγουδιού “Crazy in Love” της πασίγνωστης Αμερικανίδας τραγουδίστριας Beyoncé. Ολοι αναρωτηθήκαμε ποια είναι η μπάντα που τόλμησε μια τόσο ιδιαίτερη και κατά κοινή ομολογία επιτυχημένη διασκευή. Το θέμα είναι ότι ανάμεσα σε αυτούς που αναρωτήθηκαν φαίνεται να είναι και η ίδια η Beyoncé, ή κάποιο μέλος του management της καλλιτέχνιδας. Σημασία δεν έχει ποιος το άκουσε. Σημασία έχει πως λίγο καιρό μετά ακούσαμε αυτούσια τη διασκευή του Kadebostan με τη φωνή της Αμερικανίδας soul τραγουδίστριας στο soundtrack του «Πενήντα αποχρώσεις του γκρι». Κρίμα. Πολύ. Ο Kadebostan μιλώντας μέσα από τον λογαριασμό του στο Facebook είπε τα εξής: «Παρατηρούμε ότι η Beyoncé χρησιμοποίησε τη δική μας έκδοση (ίδιο τέμπο, ίδια ατμόσφαιρα, ίδιο ύφος τυμπάνων, ίδιες νότες, ακόμα και τον ίδιο τρόπο στο τραγούδισμα). Θεωρώ πως δεν είναι και ό,τι πιο cool το γεγονός ότι ενώ κάνουμε πολλές προσπάθειες για να βρεθεί μια συμβι-

βαστική λύση (να σημειωθεί ότι εμείς ποτέ δεν ζητήσαμε χρήματα ή δικαιώματα διασκευής κλπ.), δεν λαμβάνουμε καμία απάντηση από την εταιρεία της. Εκτός αυτού, παρατηρούμε συνεχώς αφαιρέσεις οποιουδήποτε σχολίου στο διαδίκτυο που λέει ότι η Beyoncé έκλεψε το cover μας. Προφανώς γνωρίζουν καλά την κατάσταση και αποφάσισαν εσκεμμένα να μας αγνοήσουν. Ηλπιζα πραγματικά να βρεθεί μια συμβιβαστική λύση, ώστε να μην ακουγόμαστε σαν κάποια άγνωστη μπάντα που απλά προσπαθεί να βρεθεί στο επίκεντρο. Θα ήθελα να γνωρίζω και τη δική σας άποψη». Είναι πραγματικά λυπηρό το ενδεχόμενο η Αμερικανίδα να γνωρίζει όντως την κατάσταση, αλλά και λίγο αστείο το ότι στον λογαριασμό της στο Twitter έχει αποφασίσει να εμφανίζεται με στρατιωτικό καπέλο στη φωτογραφία προφίλ της. Η Δημοκρατία της Kadebostany απέκτησε έναν ανεπιθύμητο εισβολέα. Τι και αν ο εισβολέας αυτός έχει πουλήσει πάνω από 130.000.000 δίσκους παγκοσμίως. * Οι Kadebostany θα εμφανιστούν στις 19 Δεκεμβρίου στο Passport στον Πειραιά, ενώ θα συνεχίσουν στη Θεσσαλονίκη και στην Πάτρα.



20

Tα oργισμένα νιάτα!

Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 το συγκρότημα των Scorpions αποτελούσε βασικό άκουσμα μέσα από το οποίο χιλιάδες έφηβοι στην Ελλάδα ήρθαν σε επαφή με τη ροκ μουσική, κάτι που ίσως εξηγεί για ποιο λόγο ακόμη και σήμερα διατηρεί στην Ελλάδα ένα τόσο αφοσιωμένο κοινό, ιδίως στις ηλικίες 40-50 ετών. Σε ένα από τα τραγούδια τους που περιλαμβάνεται στο LP “Taken by force” (1977) οι Γερμανοί ρόκερ «απευθύνονταν» απευθείας στους οπαδούς τους, κάτι που καθιστούσε το τραγούδι μοναδικό σε σχέση με τα υπόλοιπα που έθιγαν τα συνήθη στη ροκ μουσική ζητήματα. Αναφέρομαι στο τραγούδι “Born to touch your feelings”, το οποίο συνόψιζε εκπληκτικά το τι συνιστούσε η μουσική της μπάντας για τους φαν της: “You ’ve got your songs they are everyday for a while, just the only way to feel allright”

Το τραγούδι είχε ένα ακόμη στοιχείο που το έκανε να φαντάζει ξεχωριστό. Πριν το τέλος του μια σειρά από γυναικείες φωνές σε μάλλον ακατάληπτες για τα αυτιά μας γλώσσες, «έμπαιναν» στο τραγούδι και έπαιρναν τη θέση της φωνής του Κλάους Μάινε. Το όλο αποτέλεσμα ήταν καταπληκτικό, καθώς μετέτρεπε το κομμάτι σε έναν «κώδικα επικοινωνίας» που αφορούσε εφήβους από όλο τον κόσμο. Ηταν η Junko και η Mutsumi από το Τόκιο. Η Esther από το Σουρινάμ, η μικρή Ρομά Rosa, η Susan από το Λος Αντζελες, η Leila από την Ταϊτή. Ανάθεμα αν καταλαβαίναμε τι ψιθύριζαν όλες αυτές, αλλά το κομμάτι μας συγκινούσε. «Διάολε, δεν μπορεί», σκεπτόμασταν. «Ολοι οι δεκαπεντάχρονοι σε ολόληρο τον πλανήτη τα ίδια προβλήματα πάνω κάτω έχουμε. Τα μαθήματα στο σχολείο, το φροντιστήριο των αγγλικών, τα σπυράκια της εφηβείας…». Την περίπτωση αυτού του τραγουδιού σκετόμουν με αφορμή την ημερίδα που διοργάνωσε στις 11 Νοεμ-

βρίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο το Κέντρο Ερευνας Νεότερης Ιστορίας (ΚΕΝΙ) του Παντείου Πανεπιστημίου και η Εταιρεία Μελέτης Ιστορίας της Αριστερής Νεολαίας (ΕΜΙΑΝ). Ερέθισμα για την ημερίδα που είχε τον τίτλο «Νεανικές κουλτούρες αμφισβήτησης στη μεταπολεμική Ελλάδα» στάθηκαν δύο βιβλία που εκδόθηκαν εντός του 2013 με χρονική διαφορά λίγων μηνών. Τόσο το βιβλίο του γράφοντος «Το 'πρόβλημα νεολαία'. Μοντέρνοι νέοι, παράδοση και αμφισβήτηση στη μεταπολεμική Ελλάδα, 1964-1974», όσο και αυτό της Εφης Αβδελά με τίτλο «Νέοι εν κινδύνω. Επιτήρηση, αναμόρφωση και δικαιοσύνη ανηλίκων μετά τον πόλεμο», ασχολούνται με διαφορετικές όψεις του «ηθικού πανικού» που υποκίνησε στην ελληνική κοινωνία την πρώτη μεταπολεμική περίοδο η εμφάνιση στο προσκήνιο μιας νεολαίας ανεξέλεγκτης και μη εύκολα διαχειρίσιμης από τους ενηλίκες. Παρά το φαινομενικά ειδικό ενδιαφέρον για τη δεκαετία του 1960, μια περίοδο η οποία εσχάτως φαίνεται να αναδεικνύεται σε μνημονικό τόπο που προκαλεί έντονα φορτία συγκίνησης και αναπόλησης, οι συμβολές της ημερίδας κάλυψαν ποικίλες πτυχές της νεανικής αμφισβήτησης, που εκτείνονται χρονικά από τα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1940 μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1990, και οι οποίες καταπιάνονται με διάφορα και εν πολλοίς επάλληλα πεδία του ατομικού και του δημόσιου βίου. Στην ημερίδα τέθηκαν επί τάπητος μια σειρά από ζητήματα που σχετίζονται με τον όρο «νεανική αμφισβήτηση». Τι είναι η νεανική αμφισβήτηση, ποιο το περιεχόμενό της και αν αυτό διαφοροποιείται ανάλογα με την χρονική περίοδο, απέναντι σε τι επαναστατούν οι νέοι, ποιες μορφές λαμβάνουν τα εγχειρήματά τους, πώς μπορούμε να τα ιστορικοποιήσουμε, αν υπάρχει μία νεολαία ή ο όρος είναι πληθυντικός, ποιες είναι οι πηγές μιας ιστορίας που γράφεται για τους νέους ανθρώπους, ακόμη και ζητήματα δεοντολογίας που αφορούν όλες τις παραπάνω προσεγγίσεις: έχει το δικαίω-


Κείμενο: Κώστας Κατσάπης

μα ο ιστορικός να ερευνά την ιστορία νέων ανθρώπων βασιζόμενος κατά βάση σε υλικό που άλλοι (ενήλικες, σχολιαστές, επιτηρητές κλπ.) και όχι οι ίδιοι έχουν παραγάγει ασχολούμενοι με αυτούς; Μήπως πρόκειται για μια ιστορία εξαρχής προβληματική, δεδομένου ότι βασίζεται σε έναν λόγο διαμεσολαβημένο; Η ημερίδα του ΚΕΝΙ και της ΕΜΙΑΝ έρχεται ως φυσικό επακόλουθο ενός ανοίγματος που έχει κάνει εσχάτως η ιστορική επιστήμη στρέφοντας το βλέμμα της σε παραμελημένες από τη μέχρι τώρα ιστοριογραφική παραγωγή όψεις του νεανικού βίου, οι οποίες σχετίζονται με την κουλτούρα των νέων ανθρώπων (ή ακριβέστερα, με τις κουλτούρες τους). Η ροκ μουσική, το πανκ, το παιχνίδι με τα όρια των ναρκωτικών, οι οπαδικές ταυτότητες, οι ταυτίσεις με τους υπερήρωες των κόμικς, η δυσφορία που εκδηλώνεται στα eighties τόσο με τις μαθητικές καταλήψεις όσο και με άλλες, πιο προσωπικές, μορφές (μουσική χέβι μέταλ, παπά-

κια με σπασμένες εξατμίσεις, ουφάδικα κλπ.), όλα τα παραπάνω μόλις πρόσφατα εισήλθαν στις μέριμνες νέων κατά βάση στην ηλικία ιστορικών. Ας θυμίσουμε στο σημείο αυτό την εμβληματική για τη μελέτη της δεκαετίας του 1980 τομή που συνιστά το «Η Ελλάδα στη δεκαετία του '80: Κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό λεξικό» (επιμέλεια Παναγή Παναγιωτόπουλου και Βασίλη Βαμβακά), καθώς και άλλες έρευνες που έρχονται σιγά σιγά στο προσκήνιο, συνήθως (ίσως όμως, ακριβώς γι’ αυτό) από επιστήμονες που το σημείο εκκίνησής τους βρίσκεται εκτός του χώρου που εντελώς συμβατικά ορίζουμε ως «ελληνική ιστοριογραφία» (βλέπε για παράδειγμα, το βιβλίο της Ορσαλίας Ελένης Κασσαβέτη για την ελληνική βιντεοταινία τα έτη 1985-1990). Post scriptum που έλεγαν παλιά και οι λατινομαθείς. Σαράντα χρόνια μετά τη Μεταπολίτευση και το συντριπτικό πλήγμα που υπέστη έκτοτε η -ας την πού-

21

Νοέ μβριος 2014

με έτσι- «εθνικόφρων ιστοριογραφία», η νεότερη γενιά των ιστορικών φαίνεται να μεταφέρει στο εργαστήρι της ψήγματα της δικής της εμπειρίας, τεκμήρια των τρόπων που η γενιά της μηχανεύτηκε για να σπάσει τη μονοτονία της, να δηλώσει εμφατικά την ιδιαιτερότητά της, κοινώς, όπως λένε και οι σημερινοί νέοι, για να «την παλέψει». Η Junko, η Mutsumi και τα άλλα κορίτσια έχουν πια ενηλικιωθεί, πιθανόν σήμερα να έχουν τα δικά τους παιδιά, οι εφηβικές τους φωνές ωστόσο είναι ακόμη εκεί, φυλακισμένες στις γραμμές του βινυλίου και καλούν τους ιστορικούς να αφουγκραστούν τα όσα ψιθύρισαν κάποτε και να τους δώσουν τη δέουσα σημασία.


22

Με συμπεριφορές ανατροπής…

Η προσοχή στη λεπτομέρεια της αρχειακής καταγραφής, της αποτύπωσής της σε ένα ευρύτερο ιστορικό περιβάλλον, αλλά και της συσχέτισής της με τα «μικρά» και τα «μεγάλα» του πολιτικού και κοινωνικού πλαισίου σε μια συγκεκριμένη εποχή είναι ένα από τα πολλά στοιχεία που με ενθουσιάζουν και με συγκινούν στα βιβλία του ιστορικού Κώστα Κατσάπη. Επιπλέον, πέραν του ενθουσιασμού και της συγκίνησης υπάρχει η ικανοποίηση για την επιτυχή ένταξη στο σώμα της σύγχρονης ελληνικής ιστοριογραφίας μιας κατά το πλείστον αιρετικής ή «περιθωριακής» θεματολογίας που ξεφεύγει από το κυρίαρχο πλαίσιο του τρίπτυχου: «Κατοχή, Αντίσταση, Εμφύλιος»… Ο σαραντάρης συγγραφέας -με δύο βιβλία στο ενεργητικό του και πολλές συμμετοχές σε συλλογικούς τόμους- δεν γράφει ούτε για τον «Αρη», ούτε για τους «άλλους καπετάνιους», αλλά για τις διαχρονικές νεανικές συμπεριφορές που ξεφεύγουν από τον κυρίαρχο κάθε φορά κανόνα και θρυμματίζουν την κυρίαρχη κάθε φορά εικόνα. Ας επιστρέψουμε, όμως, στη… λεπτομέρεια. Ο Κατσάπης, γεννημένος το 1973, γυρίζει πίσω στο παρελθόν και ψαχουλεύει στις εφημερίδες. Στέκεται σε μια δημοσίευση του 1959 στην εφημερίδα «Η ΑΥΓΗ - πρωινή εφημερίδα της Αριστεράς», δηλαδή κεντρικό εκφραστικό όργανο της ΕΔΑ, που ένα χρόνο νωρίτερα κατέκτησε την περίοπτη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης για πρώτη φορά στα κοινοβουλευτικά και πολιτικά χρονικά της μετεμφυλιακής εποχής. Στο μικρό απόσπασμα που παραθέτει στο πρώτο βιβλίο του -εκδόθηκε το 2007- με τίτλο «Ηχοι και απόηχοι. Κοινωνική ιστορία του ροκ εν ρολ φαινομένου στην Ελλάδα, 1956-1967», ο Κατσάπης επιλέγει να αναδείξει τα «λόγια» -και πίσω από αυτά τις αντιλήψεις- μιας μητέρας που «έχασε το κορίτσι της μέσα από τα χέρια

της». Η μητέρα του αφιερώματος της «ΑΥΓΗΣ» είναι, όπως προσδιορίζεται με βάση τα στοιχεία της, μια ευκατάστατη κυρία της μεταπολεμικής Αθήνας της ανοικοδόμησης με το σύστημα της αντιπαροχής, καθότι «σύζυγος τραπεζικού υπαλλήλου». Ας πάμε, όμως, στην αφήγηση της μητέρας: «Εχει γίνει πιο κοκέττα κι από μεγάλη γυναίκα. Η μέση σφίχτηκε κατά τρόπο ασφυκτικό, τα μαθήματα παραμελήθηκαν, μάδησε τα φρύδια, έβαλε ψηλά τακούνια κι ακούει με ειρωνικό μειδίαμα τις μητρικές συμβουλές. Ζητάει να βγαίνει μόνη της έξω κι΄ αφίνει να εννοηθή ότι η μητέρα της είναι καθυστερημένη γιατί δεν μπορεί να προσαρμοσθή στο πνεύμα της εποχής και δεν της επιτρέπει να έχει το “αγόρι” της» (η ορθογραφία της εφημερίδας). Και η εξήγηση της μητέρας που συμμετέχει στο αφιέρωμα της εφημερίδας στο φαινόμενο του τεντιμποϊσμού είναι ότι η κόρη της «κάθε απόγευμα πηγαίνει με την παρέα της ν΄ ακούσει πλάκες του Πρίσλεϋ και να χορέψει 'ροκ'». Αλλά για να κατανοήσουμε τις ανησυχίες της μητέρας και «συζύγου τραπεζικού υπαλλήλου», θα χρειαστεί μια αναφορά και σε ένα Δελτίο της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, το οποίο ο Κατσάπης αλιεύει από ένα δημοσίευμα με τίτλο «Σήψις και διαφθορά» (περιοδικό Εκκλησία, 15.05.1965): «Μικρές κοπελλίτσες… βάφουν το πρόσωπο τους και ουρλιάζουν σαν ύαινες, όταν βλέπουν τους Μπήτλς νεαροί ερασταί εξοπλίζονται με χάπια ελέγχου γεννήσεως…» (για την ορθογραφία τα είπαμε!). Το νήμα του κυρίαρχου κοινωνικού συντηρητισμού που συνδέει τη μητέρα και «σύζυγο τραπεζικού υπαλλήλου» με τους συντάκτες της ανακοίνωσης της Ιεραρ-


Κείμενο: Κώστας Τσαούσης

χίας της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι προφανές και δεν χρειάζεται και περισσή προσπάθεια για να αναδειχθεί και να κατανοηθεί ως τέτοιο. Παρόλα αυτά ο Κατσιάπης επιμένει να ψαχουλεύει στα σώματα των εφημερίδων και των περιοδικών της εποχής για να ανακαλύψει μικρά διαμαντάκια που του επιτρέπουν στη συνέχεια να συνθέσει σε στέρεα βάση και με αξιόπιστα υλικά αντοχής το κοινωνικό και πολιτικό σκηνικό της νεανικής αμφισβήτησης σε όλα τα επίπεδα της καθημερινής ζωής, αλλά και του δημόσιου βίου. Με άλλα λόγια, ο Κατσάπης επιστρατεύει και τη μητέρα και τους αρχιερείς προκειμένου να παρουσιάσει

με τρόπο λεπτομερειακό και αποκαλυπτικό των βαθύτερων εννοιών το μοτίβο μιας σύγκρουσης στο σώμα της Αριστεράς κατά τη διάρκεια της σύντομης δεκαετίας του ΄60. Για παράδειγμα, δεν ήταν η «σύζυγος τραπεζικού υπαλλήλου» εκείνη που δήλωνε τον Ιούλιο του 1966 στην εφημερίδα του Σάββα Κωνσταντόπουλου (ενός από τους θιασώτες της χούντας του Παπαδόπουλου) ότι η μουσική των «γιεγιέδων» είναι εθνικό έγκλημα! Η άποψη αυτή ανήκε στον Μίκη Θεοδωράκη, πρόεδρο της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη (ΔΝΛ), της νεολαίας του νόμιμου κόμματος της Αριστεράς, της ΕΔΑ.

23

Νοέ μβριος 2014

Για να μην αδικούμε κανένα και κυρίως την ιστορία, τις ιδέες και τον αγώνα μιας ολόκληρης γενιάς, ο Κατσάπης παραθέτει τα βασικά σημεία αυτού του δημόσιου διαλόγου που αναπτύχθηκε κυρίως μεταξύ των νεολαίων της Αριστεράς και αφορούσε τις διαφορετικές προσεγγίσεις τους στο θέμα των «γιεγιέδων», δηλαδή των νεανικών συμπεριφορών και τη σύνδεση τους με τη μουσική και τα συγκροτήματα του καιρού τους. Στο σημείο αυτό ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο «Ηχοι και απόηχοι»: «Τον Οκτώβριο του 1966 η εφημερίδα Ελεύθερος Κόσμος δημοσίευε ένα αφιέρωμα στους νέους εκείνους τους οποίους οι σχολιαστές


24

αποκαλούσαν 'οργισμένα νιάτα'. Οπως και ο όρος 'γιεγιές', ο όρος 'οργισμένα νιάτα' ήταν καινοφανής και χαρακτήριζε εκείνο το τμήμα της ελληνικής νεολαίας (ηλικίας περίπου από 15 έως 25 ετών), το οποίο έτεινε να επιδεικνύει μια συμπεριφορά διαφορετική από αυτή των προηγούμενων γενεών, έχοντας ως πολιτισμικό του σύμβολο τη μουσική των Μπητλς. Σε αντίθεση με τον όρο 'γιεγιές', που υπογράμμιζε κυρίως την αγάπη των νέων για τους Μπητλς ως το βασικό χαρακτηριστικό της νέας αυτής γενιάς, ο όρος 'οργισμένα νιάτα' αποτελούσε το προϊόν μιας πιο ψύχραιμης ματιάς, η οποία, αν και συνήθως επικριτική, αντιλαμβανόταν πως η εμφάνιση της Μπητλομανίας συνιστούσε απλώς την 'κορυφή του παγόβουνου', τίποτε περισσότερο, δηλαδή, από ένα τμήμα μιας ευρύτερης μεταβολής στις ιδέες, τις προτιμήσεις και τις πρακτικές των νέων. Με άλλα λόγια, ο όρος 'οργισμένα νιάτα' μετέφερε το κέντρο βάρους της συζήτησης από την 'ανεξήγητη' μανία των νέων προς τους Μπητλς και την υπόλοιπη βρετανική σκηνή του ροκ, στην ερμηνεία ενός καινούργιου μοντέλου συμπεριφοράς των νέων με απολύτως συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, τα οποία ο αρθρογράφος επιχειρούσε να κωδικοποιήσει (και να γελοιοποιήσει εν προκειμένω) συγκροτώντας τον παρακάτω 'δεκάλογο των οργισμένων νιάτων': 1. Δεν κουρεύονται, 2. δεν πλένονται, 3. δεν κόβουν τα νύχια τους, 4. δεν επιτρέπουν στις φούστες τους να πλησιάσουν στα γόνατά τους, 5. δεν τρέχουν με λιγότερο από 100 χιλιόμετρα την ώρα, 6. δεν μελετάνε παρά φωτορομάντζα, 7. δεν εργάζονται, 8. δεν αναγvωρίζουν κανέναν ηθικό φραγμό, 9. δεν έχουν άλλα ενδιαφέροντα από τους Μπητλς, το σεξ και τις νέες μάρκες αυτοκινήτων, 10. δεν έχουν άλλη φιλοδοξία από το να πιάσουν την καλή και να τα βολέψουν». Παλιά πράγματα θα πείτε. Κι όμως, αν ξεχάσει κανείς προς στιγμή τους τίτλους των εφημερίδων και τις ημερομηνίες των δημοσιευμάτων, θα διαπιστώσει ότι ο λόγος του κοινωνικού συντηρητισμού -με τη μία ή την άλλη μορφή- εξακολουθεί και είναι κυρίαρχος σε μεγάλα κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας που αρνούνται να «συνομιλήσουν» και να κατανοήσουν τα ξεχωριστά, απλά ή και σύνθετα, δεδομένα της κάθε εποχής και αρκούνται ή βολεύονται στη δαιμονοποίηση του «καινούργιου», του «ξένου», του διαφορετικού και του διαχρονικά αντισυμβατικού. Το «βόλεμα» έχει να κάνει με τον φόβο μπροστά στη μικρή ή τη μεγάλη, προσωπική ή συλλογική αναστάτωση, την εν γένει «ανακατωσούρα» που στο διάβα της μπορεί να συναντήσει τη νεανική αμφισβήτηση και τις όποιες πολιτικές της διαστάσεις και απολήξεις. Κάπου εδώ για λόγους αδιευκρίνιστους και σε μένα τον ίδιο θυμάμαι τον Σαββόπουλο - τον Σαββόπουλο της ύστερης περιόδου, της εποχής που σφραγίζεται από το «βρόμικο ΄89». Παραθέτω τους στίχους του τραγουδιού «Εμείς του ΄60 οι εκδομείς»: «Εμείς, μιας δίψυχης ωδής/παράλογα ανοιχτής/με συμπεριφορές ανατροπής/και της βαθιάς μας ζωής/της συντηρητικής/εμείς οι εκκρεμείς».

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το «πρόβλημα νεολαία» -ο τίτλος και του τελευταίου βιβλίου του Κατσάπη- παραμένει διαχρονικό, είναι ένας μπελάς διαρκείας… Μπορεί στις μέρες μας να έχει διαφοροποιηθεί ο λόγος των εκπροσώπων του ρεύματος του Αντι-διαφωτισμού -στη σελίδα 208 του βιβλίου «Το 'πρόβλημα νεολαία'» υπάρχει ένα έξοχο παράδειγμα τέτοιου λόγου αντλημένο από κείμενο του 1974 του τότε αρχιμανδρίτη Χριστόδουλου Παρασκευαΐδη (μετέπειτα αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος)-, αλλά η μαγιά της σκέψης παραμένει αναλλοίωτη και διαθέσιμη προς πάσα χρήση. Εχω την άποψη ότι όλες οι δουλειές που έχει κάνει μέχρι σήμερα ο Κατσάπης συνοψίζονται σε ένα απόσπασμα από το τελευταίο του βιβλίο. Στον επίλογο του, ο συγγραφέας κάνει μια πολύ γρήγορη αναδρομή τριών δεκαετιών που είναι γεμάτες από γεγονότα που «έγραψαν» και δημιούργησαν και τα ίδια Ιστορία. Τρεις δεκαετίες που η νεολαία, για την εξουσία του μετεμφυλιακού κράτους και τις κυρίαρχες νοοτροπίες που διαμόρφωσε, ήταν… πρόβλημα και μάλιστα ένα πρόβλημα εγγεγραμμένο στις πρώτες σειρές της ημερήσιας διάταξης της δημόσιας ζωής. Ενα απόσπασμα από τον επίλογο: «Ξεκινώντας από τις 'αθώες' μέρες της δεκαετίας του '50, από τα πάρτι με βερμούτ και ροκ εν ρολ και από τις πρώτες εκδηλώσεις νεανικής απείθειας με τα γιαουρτώματα και τις λοιπές 'απρέπειες' των τεντιμπόηδων, η ελληνική νεολαία για περίπου είκοσι χρόνια είχε βρεθεί στο προσκήνιο ως ένα από τα κυριότερα προβλήματα της εποχής. »Στο διάστημα αυτό, το κίνημα της νεολαίας είχε δεχθεί πολλές επιδράσεις και είχε τραβήξει τη δική του αυτόνομη πορεία. Ως φοιτητικό κίνημα στις αρχές του '60 είχε αναμετρηθεί με το πολιτικό κατεστημένο μιας σκληρής μετεμφυλιακής εξουσίας, αλλά και με τον πατερναλισμό μιας αριστερής ηγεσίας από την οποία προσπαθούσε να απογαλακτιστεί. Ως Νεολαία Λαμπράκη είχε πρωταγωνιστήσει με γόνιμο τρόπο στον 'εκπολιτισμό' της νεολαίας, φέρνοντας τους αριστερούς νέους, για πρώτη φορά μετά τα χρόνια της ΕΠΟΝ, μαζικά στο προσκήνιο. Ως μια 'απείθαρχη νεολαία', που είχε για έμβλημά της τέσσερις ακούρευτους νεαρούς μουσικούς από το Λίβερπουλ, είχε αμφισβητήσει έμπρακτα τις ηθικές αξίες και πρακτικές μιας κοινωνίας που αναπαρήγε ακόμη την υποκρισία της ηθικής της, περιστέλλοντας, ενίοτε με βάναυσο τρόπο, καθημερινά τις επιθυμίες και τα όνειρα των νέων. Τέλος, ως νεολαία μετείχε, στον βαθμό που αυτό ήταν εφικτό, και στο κίνημα του χιπισμού. Εστω και υπό τις ειδικές συνθήκες ενός καθεστώτος, για το οποίο η επιτήρηση της νεολαίας και η αποτροπή κάθε 'καταστροφικής επιρροής' που είχε οδηγήσει εκείνες του δυτικού κόσμου στον ευδαιμονισμό και την κοινωνική εξέγερση, υπήρξε ένας σταθερός, αν και άρρητος στόχος. Στις συνθήκες αυτές η ελληνική νεολαία μπόρεσε να δημιουργήσει τους


Κείμενο: Κώστας Τσαούσης

τρόπους να επικοινωνεί με τη νεολαία της αμφισβήτησης, χαραμάδες ελευθερίας, τις οποίες το καθεστώς και οι άγρυπνοι φύλακες του 'νεανικού ήθους' και της ελληνορθόδοξης παράδοσης, συχνά δεν μπόρεσαν να ελέγξουν. »Τον Ιούλιο του 1974, η αλλαγή σελίδας δεν περιορίστηκε στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Η κοσμογονία της Μεταπολίτευσης οδήγησε σε μιαν ολοκληρωτική αλλαγή της στάσης της κοινωνίας απέναντι στους νέους, στην οποία βέβαια οδήγησε το φοιτητικό κίνημα με τον αγώνα του ενάντια στη Δικτατορία και τους πολυάριθμους νεκρούς και βασανισμένους. Τον Ιούλιο του 1974, έπεφταν οι τίτλοι του τέλους όχι μόνο για τη μετεμφυλιακή Ελλάδα, αλλά και για το περίφημο 'πρόβλημα νεολαία', δεδομένου ότι η νεότητα δεν θα γινόταν στο εξής αντιληπτή ως κάτι που προκαλούσε ανησυχία , αλλά ως αναμφισβήτητος παράγοντας

προόδου και δημιουργικής ανανέωσης της πολιτικής, κοινωνικής και πολιτισμικής ζωής της χώρας. Αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία...». Κάπου εδώ αρχίζω να ακούω από το βάθος τη φωνή του Πορτοκάλογλου και των Φατμέ: «Πίσω μου άθλια παρτάκια/κορίτσια ντροπαλά, φοβισμένα φρικιά/Ολύμπιανς και Doors και βερμούτ με παγάκια/τα ξέρεις όλα αυτά/Σε είχα δει και σένα σαν τ’ άλλα φοιτητάκια/αντάρτες της πορδής με τα λεφτά του μπαμπά/μίζερα όλα και λειψά γι’ αυτό σου λέω/Πίσω μου άθλια σχολεία/κοπάνες και πορνό αποβολές για μαλλιά/γκόμενες και κόμμα, ραντεβού στην πλατεία/τα ξέρεις όλα αυτά/Χούντα δεν θυμάμαι μα ούτε ελευθερία/της μεταπολίτευσης καημένη γενιά». Ενα κεφάλαιο έκλεισε με τη πτώση της Χούντας, για να ανοίξει ένα καινούργιο. Η Μεταπολίτευση δίνει τη σκυτάλη στη γενιά του… Υφυπουργείου Νέας Γενιάς

και της «Χάλκης» και εκείνη παραδίδεται άνευ όρων στο πολύχρωμο τίποτα των περιοδικών lifestyle. Το τι συνέβη στη συνέχεια είναι πάνω κάτω μια πολύ γνωστή ιστορία με ονόματα και διευθύνσεις. Τα βιβλία του Κώστα Κατσάπη: rç ¢¡Êç Ë͹½ÇÃà¼çÉÀÊǼ¸¼ ç ÊÉ϶ÍÉÊÄçɶÊÄ çË¼Í ¿ÊÎÃç ƼÄç¼àÁÄν·ÏÃÎÃçÎÏÃçàÀϼËÊÇÀàÄÆ·ç ÇÇ ¿¼ ç

£ ç Ë͹½ÇÀËÏÀÒç Æ¿¹ÎÀÄÒ ç rç ¢ ÓÊÄçƼÄç¼Ë¹ÃÓÊÄ ç ÊÄÉÑÉÄÆ·çÄÎÏÊ͸¼çÏÊÔçÍÊÆçÀÉç ÍÊÇçÁ¼ÄÉÊà¶ÉÊÔçÎÏÃÉç ÇÇ ¿¼ ç £ ç}ÀÉÄÆ·ç }ͼàà¼ÏÀ¸¼ç ¶¼Òç}ÀÉÄ Ò ç ÎÏÊÍÄƹç ÍÓÀ¸Êç ÇÇÃÉÄÆ·Òç ÀÊǼ¸¼Ò ç ¡¶ÇÊÒ çÊç ÌÎϼÒç ¼ÏÎ ËÃÒç¶ÓÀÄçÎÔààÀÏ ÎÓÀÄçÎÏÊÉç ÎÔÇÇÊÂÄƹçϹàÊç¢ çÀÇÇÃÉÄÆ·çÉÀÊǼ¸¼çÎÏÊÉç ¹ç ¼ÄÌɼ ç ÊÇÄÏÄƶÒç¿Ä¼¿ÍÊà¶Ò çÆÊÄÉÑÉÄƶÒçËͼÆÏÄƶÒçƼÄç ËÊÇÄÏÄÎÏÄƶÒçÀÆÁÍ ÎÀÄÒ£ çÀÆ¿¹ÎÀÄÒç Àà¶ÇÄÊ ç


Κείμενο / Φωτογραφία: Νικήτας Καραγιάννης

26

Η νύχτα της ταιριάζει

Μια παρουσία που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη. Εντονη προσωπικότητα με όλο το φάσμα της έννοιας, διαπεραστικό βλέμμα, μυαλό που δεν αφήνει τίποτα να πέσει κάτω, συν ικανότητες bartender που την έχουν κάνει από τις πιο αγαπητές στον χώρο. Η Ναταλία Παπαθανασίου μπορεί να μιλήσει για τα πάντα, αρκεί να την πετύχεις στη σωστή στιγμή. Σε μια τέτοια φάση τη συνάντησα στο Loukoumi Bar της πλατείας Αβησσυνίας, όπου και απασχολείται τα τελευταία τρία χρόνια, και κάναμε μια μικρή συζήτηση για την ίδια, τη νύχτα, τη δουλειά, αλλά και τη φιλοσοφία της που σου δίνει τροφή για σκέψη. Ως bartender έχει δουλέψει οκτώ χρόνια, ενώ στον χώρο των καφέ γενικότερα έχει ακόμη μεγαλύτερη εμπειρία. «Ο πατέρας μου ήταν bon viveur. Πρόσεχα πάντα και την αδελφή μου την Ειρήνη, όταν παλαιότερα δούλευε ως bartender και έτσι έμαθα πολλά και αγάπησα τη δουλειά», μου εξηγεί. «Προτιμώ να δουλεύω τη νύχτα επειδή αγαπώ να δημιουργώ κοκτέιλ και μπορώ να πω ότι η νύχτα, επίσης, μου έχει φερθεί καλά. Εκείνες τις ώρες που οι άνθρωποι διασκεδάζουν δεν βλέπεις τις 'μάσκες' που φορούν τα πρωινά. Ολα είναι καλύτερα τη νύχτα, πιο διασκεδαστικά, αλλά κι εγώ σαν ιδιοσυγκρασία αντιμετωπίζω τότε καλύτερα τον κόσμο».

Πραγματικά, όταν σαν πελάτης έχεις να κάνεις μαζί της, χαλαρώνεις, ξέρεις ότι το ποτό σου είναι σωστό, έρχεται στην ώρα του μαζί με ένα χαμόγελο και αν σε γνωρίσει λίγο, στο σερβίρει με ένα σχόλιο που σου φτιάχνει το κέφι, ενώ μοιάζει πάντα έτοιμη να σε ακούσει. Σου δίνει την αίσθηση ότι τα έχει όλα υπό έλεγχο και εσύ απλά μπορείς να παραδοθείς στην απόλαυση. «Δεν πιστεύω ότι είμαι από τους ανθρώπους που τους πτοούν οι δυσκολίες», συνεχίζει. «Τις δυσκολίες τις δημιουργούμε εμείς και οι ίδιοι πάλι μπορούμε να λύσουμε τα προβλήματα. Το μόνο πλεονέκτημα που ίσως έχει η μέρα είναι το ωράριο, αλλά και αυτό είναι θέμα επιλογής». Η κουβέντα στρέφεται στις γυναίκες bartender και τις ιδιαιτερότητές τους. Η Ναταλία, πάντως, όταν βγαίνει έξω να διασκεδάσει δεν έχει προτίμηση σε άντρες ή γυναίκες bartender. «Μου αρκεί να κάνουν καλά τη δουλειά τους, αυτό με ενδιαφέρει. Οι διαφορές μεταξύ αντρών και γυναικών σε αυτή τη δουλειά είναι μόνο τεχνικές, εννοώντας ότι εγώ δεν μπορώ να σηκώσω ένα βαρέλι μπίρα μόνη μου, αυτό και μόνο. Δεν ξέρω γιατί έχει περάσει η αντίληψη ότι οι άντρες είναι καλύτεροι στο επάγγελμα και βλέπουν τις γυναίκες σαν γλάστρες. Είμαστε ισάξιες, τελεία. Οσες θέλουν να μπουν στο επάγγελμα, να το κάνουν, επειδή πιστεύω ότι έχουν να προσφέρουν πολλά, να μην 'κολλάνε' και όταν πιέζονται ν' αλλάζουν επιχείρηση», λέει και επισημαίνει

ότι στην Ελλάδα οι γυναίκες στον χώρο αυτό έχουν πολλαπλασιαστεί «ειδικά τα τελευταία πέντε χρόνια». Της αρέσει να ταξιδεύει σε επαγγελματικά ταξίδια και σεμινάρια, να βλέπει, να μαθαίνει διαρκώς νέα πράγματα, νέες αντιλήψεις στον χώρο, να διευρύνει τους προσωπικούς και επαγγελματικούς της ορίζοντες και μου λέει χαρακτηριστικά για ένα ανάλογο ταξίδι που έκανε πρόσφατα στην Ιρλανδία, μια χώρα που αγάπησε όπως και τους ανθρώπους της. Η όμορφη συνομιλήτριά μου έχει πολλές τέτοιες ιστορίες να διηγηθεί και το κάνει με τον ίδιο ενθουσιασμό που θα διεισδύσει σε ένα άλλο θέμα που θα θέσεις εσύ για συζήτηση. Το χιούμορ αποτελεί ένα επιπλέον όπλο της που το μεταχειρίζεται με μεγάλη μαεστρία. Την παρακολουθώ καιρό και μπορώ να πω ότι αν μεταξύ της Ναταλίας και του πελάτη ξεδιπλωθεί εμπιστοσύνη, τότε ο δεύτερος θα περάσει, σίγουρα, μια αξέχαστη βραδιά. Για τη σχέση με τους συνεργάτες της λέει ότι είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει πάντα διάλογος για όλα τα θέματα, και να δίνεται χώρος για δημιουργία και αυτοσχεδιασμό. Οσο για τους πελάτες, συμβουλεύει να είναι ανοιχτοί σε νέες προτάσεις γεύσεων και όσον αφορά στο θέμα της συμπεριφοράς, «να θυμούνται ότι είμαστε όλοι άνθρωποι και ότι και στην διασκέδαση απέναντί τους βρίσκεται ένας άλλος άνθρωπος με ό,τι αυτό σημαίνει».


Κείμενο: Αγάπη Κεφαλογιάννη

27

Νοέ μβριος 2014

Μια νέα συνήθεια

Η τηλεόραση είναι μία εμπειρία. Είμαστε περήφανοι που εδώ και 20 χρόνια προσφέρουμε «καλή τηλεόραση» στους συνδρομητές μας. Και όταν λέμε καλή τηλεόραση, εννοούμε πλούσιο και ποιοτικό τηλεοπτικό περιεχόμενο που δημιουργεί συναισθήματα, δίνει ερεθίσματα, ξυπνάει την περιέργεια. Κάπως έτσι γεννήθηκε το κανάλι Novalifε, που απευθύνεται σε όλους τους συνδρομητές μας και προσφέρει ένα ειδικά διαμορφωμένο πρόγραμμα για όλη την οικογένεια με αγαπημένες κινηματογραφικές ταινίες, βραβευμένες σειρές, ελληνικά και διεθνή μαγκαζίνο και εκπομπές με άποψη. Σε αυτό το δυναμικό πρόγραμμα προσθέσαμε φέτος και έναν τηλεοπτικό οδηγό εξόδου, προκειμένου να βελτιώσουμε την εμπειρία του συνδρομητή μας, προβάλλοντας ξεχωριστές επιλογές και για την εκτός σπιτιού ψυχαγωγία και διασκέδαση. Το πεντάλεπτο ένθετο “Citylifε” προβάλλεται

κάθε Δευτέρα και Παρασκευή στις 14.30 και στις 20.30, στο πλαίσιο του ψυχαγωγικού μαγκαζίνο “Lifεtime”, με παρουσιαστές τους Δημήτρη Κουρούμπαλη και Κατερίνα Γερονικολού. Το ένθετο “Citylifε” πηγαίνει βόλτα τους συνδρομητές της Nova στην πόλη, δίνοντάς τους νέες δημιουργικές προτάσεις για θέατρο, φαγητό, εκθέσεις, meeting points, σινεμά, μουσική και όλα τα τελευταία νέα για ψυχαγωγία και διασκέδαση. Μέσα από μίνι συνεντεύξεις και παρουσιάσεις, οι συνδρομητές της Nova παίρνουν μία σύντομη γεύση ό,τι πιο φρέσκου έχει να προσφέρει η πρωτεύουσα. Ενα ένθετο που δεν θα μπορούσε να λείπει από το πιο φρέσκο ψυχαγωγικό μαγκαζίνο της ελληνικής τηλεόρασης, που προβάλλεται στο κανάλι Novalifε για τρίτη συνεχόμενη σεζόν. Με πολύ κέφι, ο Δημήτρης και η Κατερίνα συναντιούνται κάθε εβδομάδα στο τηλεοπτικό πλατώ του “Lifεtime” και η γεμάτη ζωντάνια μεταξύ τους χημεία προσφέρει την καλύτερη παρέα στους συνδρομητές της Nova. Με επιτυχημένη παρουσία σε

τηλεόραση, θέατρο και κινηματογράφο, οι δυο νέοι -και ήδη πολύ αγαπητοί στο ελληνικό κοινόηθοποιοί παρουσιάζουν το ανανεωμένο “Lifεtime”, που φέτος, εκτός του οδηγού “Citylifε” προσφέρει μία σειρά από ενδιαφέρουσες ενότητες, με ακόμα περισσότερο χρώμα, γεμάτο από άρωμα Χόλιγουντ, νέα από τη διεθνή και εγχώρια showbiz και παρουσίαση των καλύτερων επιλογών προγράμματος απ’ όλα τα κανάλια της Nova. Το “Citylifε” προβάλλεται και ως «μίνι εκπομπή» καθ’ όλη τη διάρκεια της εβδομάδας στο καθημερινό πρόγραμμα του Novalifε, ενώ είναι επίσης διαθέσιμο από laptop, smartphone, tablet, μέσω της βραβευμένης πρωτοποριακής υπηρεσίας Nova GO. Με τον τρόπο αυτό οι συνδρομητές μας έχουν μαζί τους τον οδηγό εξόδου “Citylifε” όπου κι αν βρίσκονται. *Η κ. Αγάπη Κεφαλογιάννη είναι Senior Program Manager της Forthnet.


28


Κείμενο: Χρήστος Τσαπακίδης

29

Νοέ μβριος 2014

Κάποτε στη Νάπολη…

Οι Αμερικανοί είναι τόσο υπερήφανοι για τη νέα μορφή εθισμού τους, που της έχουν βγάλει και συγκεκριμένο όρο: binge-watching ή εναλλακτικά binge-viewing. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στα τέλη της δεκαετίας του ’90 και σημαίνει τη διαδοχική παρακολούθηση πολλών επεισοδίων της αγαπημένης σου σειράς. Ακόμα και στη χώρα μας συνηθίζουμε να επιδιδόμαστε σε αυτό το…. σπορ παρακολουθώντας σειρές “made in USA”. Τώρα, μπορούμε να κάνουμε το ίδιο και με μία σειρά ιταλικής παραγωγής. Enter “Gomorra”! Δεδομένου ότι το ζήτημα της εγκληματικότητας και δη της μαφίας απασχολεί άμεσα τους γείτονές μας, δεν είναι να απορεί κανείς πώς έχουν βγάλει κατά καιρούς τηλεοπτικές παραγωγές-«αστέρια» σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα: από το “La piovra” (γνωστό στην Ελλάδα και ως «Τα πλοκάμια της μαφίας» - μία σειρά της δεκαετίας του 1980 που φιλοξενήθηκε στην τότε ΕΡΤ), μέχρι το “Romanzo criminale” (μία πιο πρόσφατη παραγωγή που εστίαζε στον υπόκοσμο της Ρώμης). Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η φετινή παραγωγή 12 επεισοδίων, η οποία βασίζεται στο ομώνυμο bestseller του Ρομπέρτο Σαβιάνο, το οποίο έχει πουλήσει παγκοσμίως πάνω από 10 εκατ. αντίτυπα. Για να καταλάβει κανείς πόσο διεισδυτική είναι η ματιά του Σαβιάνο στον ναπολιτάνικο υπόκοσμο, αξίζει να αναφερθεί ότι η μαφία ενοχλήθηκε τόσο πολύ που κάποιος ξένος έχωσε τη μύτη του στις δουλειές της, που απείλησε τη ζωή του 35χρονου δημοσιογράφου, αναγκάζοντάς τον να ζητήσει αστυνομική προστασία. Η υπόθεση εκδικάστηκε, μάλιστα, μέσα στον Νοέμβριο, με αποτέλεσμα την καταδίκη ενός δικηγόρου της μαφίας. Η σειρά “Gomorra” έχει ως σκηνικό τη Σκάμπια, ένα προάστιο στα βόρεια της Νάπολης και επικεντρώνεται στην ιστορία της φαμίλιας των Σαβαστάνο, μίας από τις ισχυρότερες της Καμόρα. Επειτα από μία τροπή που ξεχειλίζει από ειρωνεία, ο αρχηγός της οικογένειας Ντον Πιέτρο καταλήγει στη φυλακή. Τις business κα-

λείται να διαχειριστεί πλέον ο γιος του Τζενάρο (χαϊδευτικά Τζένι - από εκεί να καταλάβεις), ένας κακομαθημένος μπούλης που έχει μάθει να απολαμβάνει τα χρήματα που έβγαζε ο μπαμπάς, χωρίς όμως να είναι πρόθυμος να λερώσει τα χέρια του. Γνωρίζοντας αυτές τις αδυναμίες, ο Ντον Πιέτρο αναθέτει σε ένα πρωτοπαλίκαρό του, τον Τσίρο Ντι Μάρτζιο να γίνει το δεξί χέρι του κανακάρη του. Εκ πρώτης όψεως, ο Τσίρο δεν σου γεμίζει το μάτι. Με ξυρισμένο κεφάλι, σκουλαρίκι στο αυτί και προτίμηση σε τραγούδια για κάγκουρες, θα περίμενε κανένας να δει σύντομα τον Τσίρο να τρώει καμία σφαίρα στο κεφάλι σε κάποιο απρόσμενο πιστολίδι, αποχαιρετώντας πρόωρα τους τηλεθεατές. Παρόλα αυτά, ο Τσίρο επιδεικνύει ιδιαίτερη ανθεκτικότητα και ευφυΐα. Δίνει τα χέρια με έναν ορκισμένο εχθρό της οικογένειας (τον Κόντε) για να ακολουθήσει στη συνέχεια ένα λουτρό αίματος, το οποίο τελικά θα αναδείξει οριστικά (;) την κεφαλή της οικογένειας. Η σειρά έχει ένα ιδιαίτερο στιλ που την κάνει να ξεχωρίζει από τις άλλες. Οι σκοτεινές λήψεις ακόμα και σε συνθήκες ημέρας προσδίδουν έναν δυσοίωνο τόνο, μία αίσθηση ανησυχίας ότι ανά πάσα στιγμή κάτι μπορεί να πάει στραβά. Επιπλέον, η σειρά διαθέτει ένα ντοκιμαντερίστικο ύφος· χρησιμοποιεί την τοπική διάλεκτο ως κώδικα επικοινωνίας μεταξύ των χαρακτήρων -κάτι που σύμφωνα με τον σεναριογράφο Στέφανο Μπίσες ενισχύει το στοιχείο του ρεαλισμού- και παρουσιάζει τις οξύτατες κοινωνικές ανισότητες, αναπτύσσοντας γενικά πλάνα υποβαθμισμένων περιοχών σε κοντράστ με το focus -σε άλλες σκηνές- σε λεπτομέρειες από την πλούσια ζωή των αφεντικών. Παράλληλα, η σειρά δείχνει πώς αλληλεπιδρούν μεταξύ τους οι παράνομες δραστηριότητες με την κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα. Είναι χαρακτηριστική η σκηνή που ο Τζένι προσφέρει τα ναρκω-χρήματά του για να αγοράσει φινλανδικά ομόλογα «που έχουν αξιολόγηση ΑΑΑ και είναι άμεσα ρευστοποιήσιμα». Ο ίδιος ο Σαβιάνο σχολιάζει σχετικά πως «παρακολουθώντας τα επεισόδια, διαπιστώνεις πως αυτά τα πράγματα απο-

τελούν μέρος της ζωής σου και πως ένας εγκληματίας θα μπορούσε να έχει την ίδια λογική με έναν CEO. Δεν είναι τόσο διαφορετικοί κόσμοι». Αυτή η πολυπλοκότητα που αναδεικνύεται με το “Gomorra” οδήγησε μάλιστα ορισμένους δημοσιογράφους, όπως την Μπιμ Αντεγούνμι του “Guardian”, να συγκρίνουν τη σειρά με το “The wire” - ένας παραλληλισμός ιδιαίτερα τραβηγμένος κατά την άποψή μου, μια και καμία σειρά δεν έχει καταφέρει μέχρι τώρα να φτάσει το επίπεδο ανάλυσης της αλληλεπίδρασης της εγκληματικότητας με την οικονομική/πολιτική δραστηριότητα μιας κοινωνίας, όπως το έκανε το αριστούργημα του HBO. Οπως και να έχει, οι Ιταλοί κατάφεραν να δημιουργήσουν μία σειρά παγκόσμιας κλάσης. Αυτή ήταν άλλωστε και η φιλοδοξία των παραγωγών, «να δημιουργήσουν μία σειρά που θα μπορούσε να ανταγωνιστεί σε όρους περιεχομένου άλλα διεθνή προϊόντα, διατηρώντας ένα αμιγώς ιταλικό βασικό χαρακτηριστικό: την προσοχή στην αλήθεια», όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά ο σκηνοθέτης του “Gomorra”, Στέφανο Σολίμα, ο οποίος είναι μαθημένος στις επιτυχίες, καθώς έχει υπογράψει και τη σκηνοθεσία του “Romanzo criminale”. Ο ίδιος συμπληρώνει σχετικά με κάποιες από τις προκλήσεις που αντιμετώπισαν: «Το έργο μας δεν ήταν εύκολο, αφού έπρεπε να γυρίσουμε μία blockbuster παραγωγή σε μία δύσκολη περιοχή (σσ.: τη Σκάμπια), όπου έπρεπε να βρούμε έναν τρόπο για να ξεπεράσουμε τη δυσπιστία των κατοίκων». Ολη αυτή η δουλειά απέφερε καρπούς: τηλεοπτικοί σταθμοί από 50 χώρες αγόρασαν τα δικαιώματα του “Gomorra”. Στις ΗΠΑ η πρεμιέρα της σειράς προσέλκυσε 700.000 τηλεθεατές - ένα αρκετά υψηλό νούμερο για μία ξένη παραγωγή, η οποία δεν χρησιμοποιεί καν την αγγλική γλώσσα. Στην Ελλάδα, τη σειρά φέρνει κατά αποκλειστικότητα η Nova και είναι η μόνη επιλογή για κάποιον που δεν ξέρει ιταλικά και δεν πολυκατέχει τα αγγλικά, καθώς στο διαδίκτυο δεν υπάρχουν ελληνικοί υπότιτλοι.


30


Κείμενο: Βάσια Ρούσσου / Φωτογραφίες: Στέφανος Καστρινάκης

31

Νοέ μβριος 2014

Τραγουδιστής και... ήρωας

Γνωρίσαμε τον Θοδωρή Μαυρογιώργη μέσα από τις εμφανίσεις του με τη House Βand στον Σταυρό του Νότου, αλλά κυρίως ως συνιδρυτή, τραγουδιστή και κιθαρίστα των Wedding Singers. O ταλαντούχος ερμηνευτής και μουσικός έκανε ένα ακόμα καλλιτεχνικό βήμα, αυτή τη φορά στο θεατρικό σανίδι, αφού φέτος είναι ένας από τους «Ηρωες» της Ελένης Γκασούκα. Συναντήσαμε τον Θοδωρή στο Μικρό Παλλάς λίγο πριν από την παράσταση «Ηρωες» και μιλήσαμε για το θέατρο, τους Wedding Singers, τους Bee Jizz, τα καινούργια του τραγούδια και τη ραδιοφωνική του εκπομπή. Η πρόταση για μετάβαση από τη μουσική σκηνή στο θεατρικό σανίδι έγινε τον Μάιο στο τελευταίο live της House Βand στον Σταυρό του Νότου. «Ηρθε η κ. Γκασούκα μαζί με τον Πάνο Σουρούνη στο live, με είδαν και μου πρότειναν να είμαι στους 'Ηρωες'. Αρχικά δεν ήξερα τίποτα. Δηλαδή, για τραγουδιστή με πήραν και μετά έγιναν κι όλα τα υπόλοιπα», σημειώνει ο Θοδωρής. Αυτό το βήμα στο θεατρικό σανίδι δεν θα μπορούσε παρά να συνοδεύεται από άγχος. «Είχα πολύ άγχος. Βασικά, είναι τόσο ταλαντούχα τα παιδιά που συνεργαζόμαστε και τόσο ωραία η ατμόσφαιρα - χωρίς το κλισέ της φάσης ότι περνάμε καλά εμείς εδώ. Ο καθένας ξεχωριστά με βοηθούσε να κάνω αυτό που χρειάζεται. Και φυσικά η κ. Γκασούκα με βοήθησε να σταθώ αξιοπρεπώς δίπλα στους ηθοποιούς», μου λέει.

Η συμμετοχή του στην παράσταση και οι δυνατότητες που του δίνονται μέσω αυτής τον κάνουν να νιώθει ότι η τύχη είναι με το μέρος του. Ο ίδιος εξομολογείται: «Γενικότερα, πίστευα ότι είμαι τυχερός στη ζωή μου. Τώρα επιβεβαιώνεται κιόλας. Αρχικά ήθελα να το κάνω για να αποδομήσω εντελώς τον εαυτό μου, το image και όλα αυτά που έχουμε όλοι μας για το τι πιστεύουμε για την εικόνα μας. Ηθελα να κάνω κάτι το οποίο είναι τελείως κόντρα στη φύση και στον χαρακτήρα μου». Η χαρά που αντλεί από το θέατρο είναι μεγάλη. «Εχω το άγχος του τέλους αυτή τη στιγμή, παρότι έχουμε μόλις ξεκινήσει. Με τα παιδιά που είμαστε εδώ, που παίζουμε, είναι σαν παιδική χαρά. Μα οτιδήποτε έχει το ρήμα παίζω, ανεξάρτητα με το πώς χρησιμοποιείται στη γλώσσα μας είναι κυριολεκτικό. Δηλαδή, παίζω μουσική, παίζω με την μπάντα. Παίζεις: έχεις πάρει τα παιχνίδια σου -στη συγκεκριμένη περίπτωση τα μουσικά όργανα- και παίζεις με τους φίλους σου. Αυτό είναι. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι πιο ωραίο από το να μπορείς να κάνεις το παιχνίδι σου δουλειά». Ποια είναι τα στοιχεία του έργου που ξεχωρίζει ο Θοδωρής; «Κατ' αρχάς, αυτό που μου αρέσει περισσότερο είναι τα κείμενα, τα οποία θεωρώ ευφυέστατα. Ενώ πραγματεύονται κάποια πράγματα τα οποία πολλοί έχουν πιάσει στα χέρια τους, αυτό γίνεται με ευθύτητα, έχει χιούμορ. Και είναι πάρα πολύ δύσκολο να είναι καλό το χιούμορ, να μην είναι χυδαίο, να είναι οξυδερκές. Το πιο βασικό στοιχείο του έργου είναι ότι δεν περιορίζεται στο να παραθέσει το πρόβλημα, αλλά ψάχνει λύσεις.

Το πώς μπορείς να πετύχεις τον στόχο σου μέσα από όλη αυτή τη δυσκολία που βιώνουμε όλοι μας πια. Το να συνεχίσεις και να μη σε ρουφήξει όλο αυτό το πράγμα. Αυτό μου φαίνεται πάρα πολύ δύσκολο. Και για εμένα που γράφω μουσική και στίχο, αυτό νομίζω ότι είναι το πιο σπουδαίο από όλα. Δηλαδή να μπορείς να ακουμπάς κάτι, να το αγγίζεις, αλλά να μπορείς να το προσπερνάς κιόλας, να συνεχίζεις πέρα από αυτό. Επίσης, κάτι πολύ σημαντικό που έχω παρατηρήσει στο έργο είναι ότι δεν κριτικάρει τα κακώς κείμενα κουνώντας το δάχτυλο σε αυτούς οι οποίοι μπορεί να είναι μέσα σ’ αυτά. Αντίθετα, επί της ουσίας το δαχτυλάκι γυρνάει προς τα πίσω, στρέφεται δηλαδή στον εαυτό σου, κάνει μια ενδοσκόπηση. Παρόλο που η παράσταση σού δημιουργεί αντικρουόμενα συναισθήματα, έχει και δράμα και κωμωδία, δεν φεύγεις με την ψυχή σου σφιγμένη. Επίσης, ενώ έχει πολύ σοκαριστικά σημεία, φεύγεις σαν να έχεις κάνει δυόμιση ώρες ψυχοθεραπεία. Οπότε νομίζω ότι τα κείμενα είναι όλο το παιχνίδι και σίγουρα τα παιδιά που τα πλαισιώνουν έχουν κάνει τρομαχτική δουλειά. Τους έβλεπα στις πρόβες και δεν το πίστευα πόσο καλοί ήταν». Μιλώντας για τους «Ηρωες», το ερώτημα που γεννάται είναι αν υπάρχουν ήρωες σήμερα εκτός σκηνής και οθόνης. Ο Θοδωρής έχει μία ξεκάθαρη άποψη: «Υπάρχουν ήρωες σήμερα. Ο καθένας στη δική του ζωή κάθε μέρα κάνει κάτι. Το ζητούμενο είναι να κάνεις οτιδήποτε, έστω και το πιο μικρό. Από το να μην πετάξεις το τσιγάρο σου στο πάτωμα, μέχρι κάτι πιο σημαντικό, όπως το να συνεισφέρεις σε κάτι κοινό και να βοηθήσεις πέντε


32


33

ανθρώπους. Ωραία η συλλογικότητα, αλλά για να υπάρξει συλλογικότητα πρέπει να ξεκινήσει από την ατομικότητα. Ας προσπαθήσει να φτιάξει ο καθένας -στα στενά όρια που έχει- πρώτα τη ζωή του και μετά όλες αυτές οι ζωούλες μαζί θα μπορέσουν να κάνουν κάτι». Ως ένας από τους «Ηρωες» της Ελένης Γκασούκα, θα ήταν παράλειψη να μην ερωτηθεί αν έχει νιώσει ποτέ ήρωας ή αντιήρωας στην καθημερινότητά του. Ο Θοδωρής πιστεύει ότι «η ζωή μας, ενδεχομένως ανά λεπτό, σου δημιουργεί αντικρουόμενα συναισθήματα. Περνάς από το άσπρο στο μαύρο μέσα σε δευτερόλεπτα, ανάλογα με τα ερεθίσματα. Για παράδειγμα, έξω από ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο υπάρχει ένας άνθρωπος, ο οποίος κοιμάται εκεί γιατί δεν έχει να κοιμηθεί κάπου αλλού. Εκείνη τη στιγμή ο ήρωας είναι αυτός, αφού οι υπόλοιποι θα πάμε σπίτι μας. Εκεί το θέμα είναι πώς μπορείς να προσπεράσεις τον εαυτό σου, να βγεις παραέξω και να δεις τι μπορείς να κάνεις. Εστω αυτό το λίγο. Τι είναι αυτό το λίγο; Να του φέρεις μια τυρόπιτα; Να πας στο σπίτι σου και να του φέρεις μια κουβέρτα; Να μην κουραστείς. Να πεις, 'μπορώ να το κάνω'. Μπορώ να του φέρω μια κουβέρτα. Οπότε σίγουρα κάθε μέρα είσαι και ήρωας και αντιήρωας. Απλά, ελπίζεις να είναι περισσότερες οι φορές που θα νιώσεις ότι κάτι έκανες παραπάνω». Στην παράσταση παίρνουμε μια γεύση από Wedding Singers, αφού συμμετέχει ως μουσικός και ο Λάμπης Κουντουρόγιαννης. «Εχουμε ένα μικρό γκαγκ Wedding Singers, κατά τη διάρκεια του οποίου παίζουμε τραγούδια μας». Η μπάντα συνεχίζει τα live κάθε Πέμπτη (μέχρι και την περίοδο των γιορτών) στο Bourbon στη Γλυφάδα, ενώ τα σχέδια για το 2015 είναι πολλά. «Οι Wedding Singers θα αναγεννηθούν από τις στάχτες τους, σε τεράστια εισαγωγικά, μπαίνοντας στο 2015, όπου θα αλλάξουν πάρα πολλά πράγματα. Το μόνο που θα μείνει όρθιο είναι το όνομα και τα έξι μέλη, οι τέσσερις της μπάντας (σσ.: Θοδωρής Μαυρογιώργης, Λάμπης Κουντουρόγιαννης, Σεραφείμ Γιαννακόπουλος, Χρήστος Αλεξάκης) και οι δύο τεχνικοί (σσ.: Γρηγόρης Μάγος, Μενέλαος Ορφανός). Κατά τα άλλα, θα αλλάξουν παρά πολλά πράγματα, από το image μέχρι και ολόκληρο το πρόγραμμα. Θέλουμε να κάνουμε πάντα ένα βήμα προς τα μπροστά, όπως το εννοούμε εμείς το προς τα μπροστά και έχει έρθει πάλι αυτή η στιγμή».

O Θοδωρής δεν είναι μόνο μέλος των Wedding Singers, αλλά και των Bee Jizz, ενός ακουστικού σετ με χορευτική διάθεση. «Οι Βee Jizz ήταν μεγάλη ανάγκη. Είμαστε τρεις φίλοι, που απλά τυχαίνει να παίζουμε όλοι μουσική. Ο Γιάννης Βογιατζής (κιθάρα, κρουστά, φυσαρμόνικα, φωνή), ο Αντώνης Χατζηκωνσταντής (πλήκτρα, φωνή) κι εγώ (κιθάρα, φωνή). Θέλαμε να φτιάξουμε ένα ακουστικό σετ, το οποίο να είναι κάτι σαν τους 'Ηρωες'. Να σου δίνει μια πολύ ωραία διάθεση, χωρίς όμως να πανηγυρίζει, να μην είναι μόνο διασκέδαση, να έχει και ψυχαγωγία, αλλά να μη σε θλίβει, γιατί τα περισσότερα ακουστικά σετ που ξέραμε ήταν λίγο μέσα στη μιζέρια. Και θέλαμε να κάνουμε μια δουλειά που θα είναι προσεγμένη, να είναι προβαρισμένα τα κομμάτια, να είναι ευφάνταστα. Παίζουμε το “Don’t Cry” των Guns N’ Roses σε swing, γιατί έτσι μας βγήκε. Και να είναι ό,τι μας κατεβαίνει στο κεφάλι, δηλαδή θα ακούσεις από Jennifer Lopez και Foo Fighters μέχρι Kanye West και Chris Isaak». Ταυτόχρονα με τους Wedding Singers και τους Bee Jizz, o Θοδωρής ετοιμάζει την πρώτη του προσωπική δουλειά. Πριν από τέσσερις μήνες περίπου ακούσαμε τρία τραγούδια -ένα από αυτά, το «Πλαστικοί άνθρωποι» ακούγεται και στην παράστασησε ερμηνεία και μουσική του ίδιου, στίχους του Χάρη Καφετζόπουλου και ενορχήστρωση/παραγωγή του Σεραφείμ Γιαννακόπουλου. «Προς το παρόν, απλά έχουν ανέβει στο SoundCloud γιατί ήθελα να τα βγάλω από πάνω μου. Δεν ήθελα να υπάρχουν στο σπίτι μου, μάλλον. Ηθελα απλά να τα μοιραστώ. Ο στόχος είναι μέσα στους επόμενους έξι-επτά μήνες να γίνει ένα δισκάκι -έτσι συνηθίζουμε να το λέμε οι παλιοί, άσχετα αν είναι digital ή όχι-, που θα περιλαμβάνει δουλειά των τελευταίων χρόνων». Οι επιλογές του και οι απαντήσεις του αποδεικνύουν την αγάπη του για το θέατρο και τη μουσική. Πρόσφατα, μάθαμε για μια ακόμα μεγάλη του αγάπη, το ραδιόφωνο. Στην εκπομπή του, "Electric wire" -από το ομώνυμο τραγούδι των Wedding Singersστο Amagi Radio (κάθε Τρίτη, 14.00-16.00), μοιράζεται με τους ακροατές του ψαγμένες μουσικές, προτείνει θεατρικές παραστάσεις και σχολιάζει την επικαιρότητα.

Νοέ μβριος 2014


34


Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφίες: Δέσποινα Γκιλίτση

35

Νοέ μβριος 2014

Δουλεύοντας με φίλους «Είμαστε μία παρέα. Καθίσαμε, μιλήσαμε, έπεσε στο τραπέζι η ιδέα γι’ αυτό το έργο και είπαμε να το κάνουμε. Τόσο απλά», μου λέει ο Μάκης Παπαδημητρίου, που σκηνοθετεί στο Θέατρο του Νέου Κόσμου το “Loot” του Τζο Ορτον με τους Γιάννο Περλέγκα, Ομηρο Πουλάκη, Δημήτρη Πασσά, Κατερίνα Λυπηρίδου και Γιώργο Μακρή. Το “Loot” είναι μία ανατρεπτική μαύρη κωμωδία. Δύο νεαροί κλέβουν τα χρήματα από μία τράπεζα. Συμπτωματικά εκείνη τη μέρα έχει πεθάνει η μαμά του ενός και αποφασίζουν να κρύψουν τα χρήματα στο φέρετρο και να βάλουν το πτώμα στην ντουλάπα. Κι έρχεται ένας μπάτσος, μεταμφιεσμένος σε υπάλληλο της εταιρείας υδάτων, και προσπαθεί να ανακαλύψει πού έχουν πάει τα λεφτά. «Εχει το χιούμορ που μου αρέσει», μου λέει ο Μάκης. «Είναι μια κωμωδία που σατιρίζει την αναλγησία και την αυθαιρεσία της εξουσίας. Εχει να κάνει επίσης με την ηθική και το πώς αντιμετωπίζουμε τον θάνατο, πώς στεκόμαστε απέναντι στην Εκκλησία. Ολα αυτά νομίζω ότι ακουμπούν πολύ στο σήμερα. Ο λόγος όμως που το διάλεξα δεν ήταν αυτός. Ηταν επειδή είναι πάρα πολύ αστείο σαν έργο». Ο ίδιος κάθεται για πέμπτη φορά στην καρέκλα του σκηνοθέτη. Εχουν προηγηθεί δύο πρωτόλεια έργα του στις αρχές της καριέρας του, ένας μονόλογος στον οποίο πρωταγωνιστούσε η Κατερίνα Λυπηρίδου και η συν-σκηνοθεσία με τον Νίκο Κουρή στο «Τάβλι» του Κεχαΐδη. «Μου αρέσει, αλλά δεν είναι αυτό που λες 'θέλω να γίνω σκηνοθέτης'. Προέκυψε και μπορεί να προκύψει και στο μέλλον. Βασικά ηθοποιός είμαι. Είναι όμως οι συνθήκες τέτοιες που το κάνω κι αυτό», μου εξηγεί. Διότι μπορεί στο έργο λεφτά να υπάρχουν, αλλά στην πραγματικότητα συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. «Θέλαμε όλο αυτό να το κάνουμε μόνοι μας συνειδητά», μου επισημαίνει ο Μάκης και συνεχίζει: «Είναι μία πολύ μικρή παραγωγή. Προσπαθούμε να βρούμε τρόπο να τη χρηματοδοτήσουμε. Το παλεύουμε μέσω της διαδικασίας του crowdfunding, η οποία θεωρώ ότι στην Ελλάδα είναι στα σπάργανα ακόμα. Εδώ ο κόσμος δεν το ξέρει. Στο εξωτερικό υπάρχουν πολλά projects που μαζεύουν εκατομμύρια μέσω crowdfunding. Δεν αφορούν βέβαια πάντα τις τέχνες. Εδώ το προσπαθούμε.

Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που θέλουν να βοηθήσουν και το κάνουν μέσα από αυτή τη διαδικασία». Ο στόχος έχει τεθεί στα 5.500 ευρώ και όσοι ενδιαφέρονται μπορούν να καταθέτουν προσφορές από 10 έως 30 ευρώ μέσω του Indiegogo. Στα 20 ευρώ κερδίζεις μία μονή πρόσκληση, στα 30 μία διπλή για να δεις την παράσταση όταν ανέβει. Τώρα αν θέλει κάποιος να δώσει περισσότερα, τα παιδιά δεν θα πουν όχι. «Οσα κι αν καταφέρουμε να μαζέψουμε είναι θετικό», μου λέει ο Μάκης. Η καμπάνια ολοκληρώνεται στις 6 Δεκεμβρίου και μέχρι τότε ευελπιστούν ότι θα έχουν πλησιάσει τον στόχο τους. «Πόσο πολυτέλεια είναι στις μέρες μας να δουλεύεις με τους δικούς σου όρους;» αναρωτιέμαι. «Δεν ξέρω αν είναι πολυτέλεια. Προσωπικά αισθάνομαι τυχερός. Δεν είναι ότι δουλεύω ακριβώς με τους όρους που θέλω, αλλά σε ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορώ να συμβιβαστώ και να υπάρξω. Μπορεί να ήθελα να δουλεύω και με καλύτερους όρους, αλλά μετράς πώς είναι και το γενικότερο κλίμα γύρω σου», σχολιάζει ο Μάκης. Οσον αφορά τη συγκεκριμένη παράσταση, μου εξηγεί ότι θα παίζεται μόνο Δευτέρα και Τρίτη. «Δεν είναι δηλαδή η βασική μας επαγγελματική ενασχόληση. Δεν ξεκινάς μέσα από ένα Δευτερότριτο για να καλύψεις τα έξοδά σου, οπότε εκ των πραγμάτων πας να κάνεις κάτι που γουστάρεις. Ε, γιατί να μην το κάνεις και με ανθρώπους που γουστάρεις;» μου λέει. «Και; Στο τέλος βγαίνει κάτι;» τον ρωτάω. «Αν το θέατρο είναι μεγάλο, ο θίασος μικρός και η παράσταση σκίσει δεν είναι ότι θα γίνεις πλούσιος, αλλά μπορεί να υπάρχει ένα αξιοπρεπές συμπλήρωμα στον μισθό σου. Το Θέατρο του Νέου Κόσμου όμως είναι ένα μικρό θέατρο, δεν έχει πάρα πολλές θέσεις. Στον 'Βυσσινόκηπο', παρόλο που η παράσταση πήγε πολύ καλά, τα χρήματα που παίρναμε ήταν συμβολικά. Σε κάτι τέτοιο ελπίζω και τώρα.Δεν περιμένω ότι θα λύσω το οικονομικό μου πρόβλημα. Περισσότερο επενδύω καλλιτεχνικά σε αυτό που κάνουμε, παρά στο οικονομικό. Μακάρι να βγει η παραγωγή», μου απαντά ο Μάκης. Το θετικό στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι ότι το “Loot” είναι ένα έργο που μπορεί πράγματι να γεμίσει ασφυκτικά το Θέατρο του Νέου Κόσμου. Είναι μία εξαιρετικά καλογραμμένη και έξυπνη κωμωδία καταστάσεων και αυτό το λες ατού, αφού ο κόσμος έχει ανάγκη

να γελάσει. Ενα σπίτι, ένα φέρετρο, μία ντουλάπα… Αυτό είναι το σκηνικό της παράστασης. «Πατάμε πάνω στο έργο. Είναι τόσο ωραίο, που θα ήταν άστοχο να κάνουμε αλλαγές στην πλοκή», σημειώνει ο Μάκης. «Θα έλεγα ότι έχουμε κάνει μία μικρή διασκευή, με τη λογική ότι έχουμε εντάξει πολλά πράγματα που έχουν προκύψει μέσα από τις πρόβες και τα εκφράζουμε με ένα δικό μας τρόπο. Η ιστορία όμως μένει ίδια». «Τι είναι αυτό που θα σε έκανε να σταματήσεις το θέατρο;» τον ρωτάω με δεδομένο ότι τα πράγματα πια έχουν δυσκολέψει πολύ και ο βιοπορισμός πολλές φορές αποδεικνύεται όνειρο απατηλό. Η απάντηση του Μάκη με αιφνιδιάζει. «Το σινεμά. Αν μπορούσα να κάνω μόνο σινεμά θα έκανα μόνο σινεμά. Αγαπώ το θέατρο πολύ, αλλά αγαπώ το σινεμά περισσότερο», μου εξηγεί. Κάπως έτσι με ενημερώνει για τα κινηματογραφικά του σχέδια. «Πριν από έναν χρόνο συμμετείχα στα γυρίσματα της νέας ταινίας της Αθηνάς Τσαγγάρη, το “Chevalier”, που φαντάζομαι ότι θα ξεκινήσει να προβάλλεται μέσα στη σεζόν. Επίσης, το καλοκαίρι έκανα μια ταινία του Αργύρη Παπαδημητρόπουλου, το “Suntan”, που γυρίστηκε στην Αντίπαρο. Τον Δεκέμβριο μάλιστα έχουμε και συμπληρωματικά γυρίσματα εκεί», μου αποκαλύπτει. Ο ίδιος βλέπει σινεμά όσο του επιτρέπουν οι θεατρικές του υποχρεώσεις. Και φυσικά βλέπει και ελληνικό σινεμά. «Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μία ελπιδοφόρα φουρνιά νέων σκηνοθετών, που παρουσιάζουν πολύ αξιόλογες ταινίες, αν και οι περισσότερες είναι art house και φεστιβαλικές. Ελπίζω στο μέλλον να γίνει ένας συγκερασμός. Να υπάρχει δηλαδή η δυνατότητα αυτό το καλλιτεχνικό σινεμά να γίνει και περισσότερο εμπορικό, να το βλέπει περισσότερος κόσμος και στην Ελλάδα», παρατηρεί. Στην πραγματικότητα αυτό που ελπίζει για το ελληνικό σινεμά ο Μάκης, είναι αυτό που έχει καταφέρει ο ίδιος για τον εαυτό του. Να παραμένει αγαπητός από ένα ανομοιογενές κοινό χωρίς να του κάνει τα χατίρια. Κι αυτό είναι κατάκτηση.




38


Κείμενο: Θάνος Τριανταφύλλου

39

Νοέ μβριος 2014

Μία γέφυρα για τους νέους Εχω την εντύπωση πως εάν κάναμε μια δημοσκόπηση για την αξιοπιστία των θεσμών και την εκτίμηση που τρέφουμε απέναντί τους, το Ιδρυμα Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ) θα βρισκόταν στις πρώτες θέσεις. Και σίγουρα οι πρώτες τρεις λέξεις που σου έρχονται στο μυαλό είναι αξιοκρατία, αριστεία, ευκαιρία. Αυτό ακριβώς κάνει το Ιδρυμα. Βασισμένo σε κριτήρια αριστείας και με εργαλείο το Erasmus+, δίνει ευκαιρίες γνώσης και έρευνας σε νέους και νέες όλης της χώρας. Εκτός από την επένδυση στη γνώση, το ΙΚΥ έχει βάλει πλώρη προκειμένου να καταστεί μια ασφαλής γέφυρα σύνδεσης της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας, προσθέτοντας μία ακόμη πτυχή στη φυσιογνωμία του. Συναντήσαμε την πρόεδρο του Ιδρύματος, Εφη Μπάσδρα, για να μας μιλήσει για όλα αυτά. Ποια είναι η νέα δυναμική του Erasmus+; Το νέο πρόγραμμα Erasmus+ προωθεί τις συνέργειες του ακαδημαϊκού χώρου και της εκπαίδευσης γενικότερα με την αγορά εργασίας, ενώ έχει και μια διεθνή διάσταση, αφού ανοίγεται σε όλο τον κόσμο. Το Erasmus+ εισάγει πολλές καινοτομίες, οι οποίες συνάδουν εν πολλοίς με τη στρατηγική διεθνοποίησης και συνεργειών στην εκπαίδευση που προωθεί και ακολουθεί το ΙΚΥ. Μέσω του Erasmus+ το ΙΚΥ θα επιδιώξει να περάσει εθνικές αναπτυξιακές πολιτικές, όπως το πρόγραμμα υποτροφιών «2+2» που με τόση θέρμη έχει αγκαλιαστεί στην Ελλάδα. Τι είναι ακριβώς το πρόγραμμα «2+2»; Στο πλαίσιο του καινοτόμου προγράμματος «2+2», οι υπότροφοι λαμβάνουν υποτροφίες για διετείς μεταπτυχιακές σπουδές σε ελληνικά πανεπιστήμια, ενώ παράλληλα κάνουν πρακτική άσκηση σε επιχείρηση και αντικείμενο συναφές με αυτό του μεταπτυχιακού τους. Στο διάστημα αυτό το ΙΚΥ καλύπτει τόσο μηνιαία τροφεία στους υποτρόφους, όσο και δίδακτρα. Μετά την ολοκλήρωση του μεταπτυχιακού, η επιχείρηση στο πλαίσιο της προγραμματικής συμφωνίας με το ΙΚΥ προσλαμβάνει τον υπότροφο με καθεστώς πλήρους απασχόλησης για δύο επιπλέον χρόνια. Είναι το μόνο πρόγραμμα που συνδέει τις σπουδές με την αγορά εργασίας και επίσης το μόνο που εισάγει τους αποφοίτους στην αγορά εργασίας για τέσσερα ολόκληρα χρόνια. Οι υπότροφοι από τη μεριά τους εγγράφουν στο βιογραφικό τους πολύτιμη εμπειρία τεσσάρων ετών για τη μετέπειτα καριέρα τους. Τα χρόνια αυτά υπολογίζονται στα συντάξιμα χρόνια τους και οι ίδιοι περνούν απο τη θεωρία στην πράξη, εργαζόμενοι σε μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις. Αυτό μόνο θετικά έχει

να προσφέρει στην απασχόληση και την ανεργία των νέων μας, που αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της χώρας μας, αλλά και της Ευρώπης γενικότερα. Στο πρώτο πιλοτικό πρόγραμμα που ήδη υλοποιείται συμμετέχει η Εθνική Τράπεζα με εκατό θέσεις εργασίας για υποτρόφους του ΙΚΥ, μεταπτυχιακούς επιστήμονες στην Ελλάδα. Μέχρι τώρα ο υπότροφος με τη λήξη της υποτροφίας του και την ολοκλήρωση των σπουδών του είχε την αποκλειστική ευθύνη για την αναζήτηση και την εξεύρεση εργασίας. Τώρα πώς χτίζουμε τη γέφυρα με την αγορά εργασίας; Με το πρόγραμμα «2+2» η αριστεία επιβραβεύεται με τον πιο ουσιαστικό τρόπο. Το πρόγραμμα με την ΕΤΕ, όπως ήταν φυσικό, προσέλκυσε το ενδιαφέρον πολλών νέων και ανέβασε τις προσδοκίες για επέκτασή του σε πολλούς τομείς και αντικείμενα. Για αυτό και το ΙΚΥ στο επόμενο διάστημα θα υλοποιήσει πρόγραμμα 300 επιπλέον υποτροφιών στο πρότυπο του «2+2» με εταιρείες από όλους τους τομείς. Επίσης το ΙΚΥ αναλαμβάνει πρωτοβουλία για σύνδεση των σπουδών με μικρές επιχειρήσεις ανά την Ελλάδα στο πλαίσιο του Erasmus+, αλλά και του παραδοσιακού ΙΚΥ. Στο προσεχές διάστημα μια σειρά από ημερίδες και εκδηλώσεις στοχεύουν ακριβώς στη διαμόρφωση ενός εύφορου κλίματος προώθησης και παρουσίας μεταπτυχιακών φοιτητών σε μικρές επιχειρήσεις. Το ΙΚΥ τον τελευταίο χρόνο έχει «ανθίσει» και διάγει μία από τις πιο παραγωγικές περιόδους του. Ποια είναι η στήριξη που παρέχει το Ιδρυμα; Οπως στα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του Ιδρύματος, έτσι και τώρα σε μια πολύ δύσκολη οικονομική συγκυρία γίνεται συνειδητή επιλογή η στήριξη της αριστείας δίνοντας ίσες ευκαιρίες στη νέα γενιά. Η δραστηριότητα αυτή του ΙΚΥ έχει επιτευχθεί με πολλούς τρόπους, όπως η πλήρης απορροφητικότητα κονδυλίων των προγραμμάτων (100% απορρόφηση κονδυλίων του ΕΣΠΑ, 97% απορρόφηση στο Ευρωπαϊκό πρόγραμμα Διά Βίου Μάθηση), είτε αυτά είναι Ευρωπαϊκά είτε συγχρηματοδοτούμενα είτε από τον κρατικό προϋπολογισμό. Εκτός από τους πόρους που προέρχονται από το ΕΣΠΑ ή το κράτος, υπάρχουν άλλες πηγές; Εχουμε αναπτύξει συνέργειες με ευρωπαϊκούς φορείς και οργανισμούς, όπως το CERN, η DAAD, ο ΕΟΧ. Αυτό ενισχύει τη διαπραγματευτική ισχύ και τη διεθνή διάσταση του Ιδρύματος, ενώ και η συνέργεια με ιδιωτικούς φορείς όπως η Εθνική Τράπεζα και η Siemens

έχει αποδειχθεί πολύ επιτυχημένη. Το ΙΚΥ δεν στοχεύει απλά στη χρηματοδότηση μέσα από τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά κυρίως από την προσέλκυση κονδυλίων από ιδιωτικούς φορείς, κληροδοτήματα και δράσεις. Δώστε μας ένα παράδειγμα. Αξιοποιώντας τα καλλιτεχνικά έργα πρώην υποτρόφων, το ΙΚΥ πραγματοποίησε με το Ιδρυμα της Βουλής των Ελλήνων έκθεση ζωγραφικής με τίτλο «Ζωγράφισα το μέλλον μου», που εκτέθηκε στο Ιδρυμα της Βουλής τον περασμένο Μάιο. Η έκθεση αυτή θα ταξιδέψει στο Πανεπιστήμιο Πατρών την ερχόμενη εβδομάδα για τη γιορτή των 50 χρόνων απο την ίδρυση του Πανεπιστημίου. Επίσης τον ερχόμενο Μάρτιο η έκθεση σε συνεργασία με το ΑΠΘ και τον Δήμο Θεσσαλονίκης θα μεταβεί στη Θεσσαλονίκη. Υπάρχει σχέδιο η έκθεση αυτή να ταξιδέψει μέχρι την Αμερική. Τι είναι για εσάς πλέον σημαντικό να κάνει ένα ίδρυμα σαν το ΙΚΥ; Ποια πρέπει να είναι η αποστολή του; Πέρα από τις διαπιστώσεις και τους σχεδιασμούς που συχνά παρουσιάζονται στον τύπο για την εκπαίδευση, το ΙΚΥ κάνει πράγματα! Τον τελευταίο χρόνο έχει εισέλθει σε μια περίοδο αναδιάρθρωσης και διεύρυνσης του ορίζοντά του, με σκοπό να ενισχύσει τον ρόλο του ως φορέα ακαδημαϊκής και πολιτιστικής διπλωματίας, να υποστηρίξει τη διεθνοποίηση της ελληνικής εκπαίδευσης, να αποτελέσει τη σύνδεση με τις ανάγκες του κόσμου της εργασίας και κυρίως με τις αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας και βεβαίως να ενσωματώσει παντού στις πρακτικές και στις δραστηριότητές του τις διαστάσεις της καινοτομίας, της παραγωγικότητας και της αριστείας. Αφενός αυτό επιτυγχάνεται στηρίζοντας τον ακαδημαϊκό χώρο μέσω υποτροφιών για διδακτορική και μεταδιδακτορική έρευνα, ενώ δίνεται πλέον μεγαλύτερη έμφαση στην εφαρμογή στοχευμένων υποτροφιών για μεταπτυχιακές σπουδές, ώστε να εξασφαλίζεται το πέρασμα στην αγορά εργασίας.


40

Στην… Τήνο και στη Νάξο Ακούγοντας κανείς τη λέξη «Κυκλάδες», η πρώτη εικόνα που του έρχεται στο μυαλό είναι μικρά λευκά σπιτάκια, καταγάλανες θάλασσες και πλήθη τουριστών που διασκεδάζουν από το βράδυ μέχρι το άλλο πρωί. Αυτή όμως δεν είναι η μοναδική εικόνα. Υπάρχουν και άλλες. Οπως εκείνες των παραδειγμάτων καινοτόμου και εξωστρεφούς τοπικής επιχειρηματικότητας. Η μπίρα Νήσος από την Τήνο, τα βότανα της Organic Islands και τα γαλακτοκομικά

προϊόντα της Τυροκομίας Νάξου -το γάλα του Κουφόπουλου για τους γνώστες-, καθώς και τα χειροποίητα ξύλινα γυαλιά Zylo από τη Σύρο είναι μερικές από τις προσπάθειες αυτές. Και μπορεί αριθμητικά να μοιάζουν σαν σταγόνα στο… πέλαγος, η δουλειά που γίνεται ωστόσο έχει όλες τις προϋποθέσεις για να απευθυνθεί σε ένα διεθνές ακροατήριο και -γιατί όχι;- να αποτελέσει έμπνευση για ακόμα περισσότερες ανάλογες προσπάθειες.

ΞΥΛΙΝΑ Γ ΥΑΛΙΑ ZYLO ΜΠΙΡΑ ΝΗΣΟΣ Από τον Μάιο του 2013 ο Αλέξανδρος Κουρής μαζί με τη σύζυγό του Μάγια Τσόκλη παρασκευάζουν στην Τήνο την μπίρα Νήσος. Αν και οι δύο τους δεν είχαν μέχρι πέρυσι σχέση με τον χώρο, καθώς ο Αλέξανδρος είναι στέλεχος της αγοράς της διαφήμισης και η Μάγια δημοσιογράφος, δημιούργησαν ένα εξαιρετικό προϊόν που βραβεύτηκε στον διεθνώς αναγνωρισμένο διαγωνισμό European Beer Star 2014. Η μπίρα τους, αναφέρει ο Αλέξανδρος, «έχει την ευχάριστη γευστική πικράδα των λυκίσκων και τα αρώματα εσπεριδοειδών, τα οποία, σε συνδυασμό με τη γλυκύτητα της βύνης, δημιουργούν μια φρέσκια, ισορροπημένη, αναζωογονητική μπίρα που προσφέρει ολοκληρωμένη απόλαυση είτε μόνη της είτε συνοδεύοντας τις γεύσεις της ελληνικής κουζίνας». Μάλιστα, όπως συνεχίζει να εξηγεί, η Νήσος ζυθοποιείται με κορυφαία υλικά, απόλυτα φυσικό τρόπο και καθόλου βιασύνη. «Υπάρχουν επτά στάδια παραγωγής, διαδικασία που διαρκεί έναν ολόκληρο μήνα. Ενας δρόμος κουραστικός και χρονοβόρος, που όμως εξασφαλίζει ένα άριστο τελικό αποτέλεσμα, προς μέγιστη τέρψη όλων των αισθήσεων. Δεν σταθεροποιείται με παστερίωση, αλλά με μικροφίλτρανση, διαδικασία η οποία εγγυάται τη μέγιστη διατήρηση της αυθεντικής γεύσης». Αυτή την περίοδο, εξάλλου, η εταιρεία ανακοίνωσε και την παραγωγή μίας σειράς από εποχιακές μπίρες, με την πρώτη από αυτές να λέγεται «7 Μποφόρ». «Οι βοριάδες, τα μελτέμια και τα μποφόρ με την αναζωογονητική τους δύναμη έγιναν σύμμαχοί μας και δεν θα μπορούσαν να λείπουν από τη νέα ετικέτα της πρώτης εποχιακής μας μπίρας», καταλήγει ο Αλέξανδρος.

Η προσπάθεια του Περικλή Θερριού και της Ελένης Βακονδίου ξεκίνησε τον Μάιο του 2013 λίγο έξω από την Ερμούπολη της Σύρου. Στόχος των δύο συνεργατών και συντρόφων στη ζωή ήταν να συνδυάσουν «αρμονικά μια παραδοσιακή τέχνη με τη χρήση νέων υλικών». Για να εκκινήσουν μάλιστα την επιχειρηματική τους προσπάθεια στράφηκαν στο crowdfunding, βάζοντας το πρότζεκτ τους στην πλατφόρμα του Indiegogo, και ζητώντας αρχικό κεφάλαιο 15.000 ευρώ. Τελικά συγκέντρωσαν κάτι λιγότερο από 25.000 ευρώ και σήμερα, ενάμιση χρόνο αργότερα, το όραμά τους όχι μόνο έχει πάρει σάρκα και οστά αλλά επεκτείνεται με ταχύτατους ρυθμούς. Η επιχείρηση έχει μετακομίσει από το γκαράζ του Περικλή σε δικό της εργαστήριο μέσα στην πρωτεύουσα του νησιού και απασχολεί τέσσερα άτομα στην παραγωγή. «Το κλίμα βέβαια παραμένει πάντοτε αμιγώς φιλικό», τονίζει ο Περικλής και συνεχίζει αναλύοντας τα επόμενα βήματά τους. Συγκεκριμένα αυτές τις μέρες η ομάδα δουλεύει πάνω στη νέα κολεξιόν που θα περιλαμβάνει 11 σχέδια και 70 διαφορετικούς χρωματικούς συνδιασμούς, νούμερα τρεις φορές μεγαλύτερα σε σχέση με την προηγούμενη σεζόν. Παράλληλα ετοιμάζει και γυαλιά μυωπίας, ενώ μετά από την επίσκεψή τους σε έκθεση στο εξωτερικό βρίσκεται στα σκαριά και μια συνεργασία με καταστήματα οπτικών. «Ο βασικός μας στόχος είναι η Zylo να μην αποτελέσει μια μόδα. Ξέρουμε πως στην Ελλάδα η μόδα μέσα σε δύο χρόνια περνάει. Εμείς ήρθαμε εδώ για να μείνουμε».


Κείμενο: Ανδρέας Γιαννόπουλος

41

Νοέ μβριος 2014

ΒΟΤΑΝΑ ORGANIC ISLANDS

Το 2008 ο Νίκος Χατζηανδρέου αποφάσισε να μετακομίσει με την οικογένειά του στη Νάξο και συγκεκριμένα στο χωριό Σαγκρί, 15 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα του νησιού. Εκεί δύο χρόνια αργότερα δημιούργησε την Organic Islands, μια μονάδα παραγωγής και μεταποίησης οργανικών-βιολογικών αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών και βοτάνων όπως το μελισσόχορτο, η λεβάντα, το φασκόμηλο και το θυμάρι. «Η Organic Islands», υποστηρίζει ο Νίκος, «είναι η πρώτη και προς το παρόν η μοναδική εταιρεία στις Κυκλάδες που ασχολείται συστηματικά με την πιστοποιημένη βιολογική καλλιέργεια βοτάνων, παρά το γεγονός ότι η περιοχή παρουσιάζει εξαιρετικά υψηλή βιοποικιλότητα βοτάνων και η καλλιέργειά τους εκμεταλλεύεται στο έπακρο τα τοπικά εδαφολογικά

και κλιματολογικά χαρακτηριστικά (φτωχά εδάφη, έλλειψη νερού, υψηλή ηλιοφάνεια κλπ.)». Οραμα της οικογενειακής επιχείρησης είναι να συνδυάσει τις παραδοσιακές πρακτικές με τις σύγχρονες μεθόδους και τον εξειδικευμένο εξοπλισμό, με στόχο τη δημιουργία προϊόντων υψηλής ποιότητας και προστιθέμενης αξίας. «Σημαντικό πλεονέκτημα σε αυτή την προσπάθειά μας είναι τα ίδια μας τα νησιά, τα οποία αποτελούν έναν από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς στον κόσμο. Η Organic Islands έχει παρουσία σε περισσότερα από 30 μαγαζιά σε 10 νησιά των Κυκλάδων και την Αττική και παράλληλα επεκτείνει το δίκτυό της και σε χώρες του εξωτερικού (Αμερική, Βρετανία, Δανία κλπ.)».

ΤΥΡΟΚΟΜΙΑ ΝΑΞΟΥ

Αξιοποιώντας την παράδοση του νησιού στον χώρο των τυριών, o τυροκόμος Εμμανουήλ Κουφόπουλος ίδρυσε το 1990 την Τυροκομία Νάξου στον Αγιο Ισίδωρο Γαλανάδου Νάξου. Για τους μη γνωρίζοντες, το Γαλανάδο είναι ένα από τα 30 χωριά-οικισμούς που υπάγονται στον Δήμο Νάξου και απέχει περίπου 5 χιλιόμετρα από τη Χώρα. Εκεί η οικογενειακή επιχείρηση παράγει όλα τα παραδοσιακά τυροκομικά και γαλακτοκομικά προϊόντα του νησιού όπως Γραβιέρα Νάξου ΠΟΠ, Κρασοτύρι (ωριμάζει μέσα στο κρασί και έχει ιδιαίτερη πικάντικη γεύση), Μελανοτύρι (πικάντικο τυρί που ωριμάζει σε μούργα κρασιού) και Μελίπαστο (τυρί γραβιέρα που ωριμάζει μέσα στο μέλι και έχει πικάντικη γεύση η οποία ολοκληρώνεται με τη γλυκιά απόχρωση που παίρνει από το μέλι). Το τυροκομείο διαθέτει επίσης στην αγορά και μία σειρά από προϊόντα όπως βούτυρο, στραγγιστό γιαούρτι, παραδοσιακό γιαούρτι με πέτσα αλλά και γάλα (το ελαφρύ μη ομογενοποιημένο είναι όλα τα λεφτά). «Ο συνεχής ποιοτικός έλεγχος, η τήρηση των κανόνων υγιεινής, η άριστη τεχνογνωσία και ο σύγχρονος εξοπλισμός (πιστοποιήσεις με διεθνή πρότυπα ποιότητας) εγγυώνται την καλή πορεία της επιχείρησης», τονίζουν οι άνθρωποί της. Τα προϊόντα εξάλλου της Τυροκομίας Νάξου διατίθενται τόσο σε καταστήματα σε όλη την Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό σε χώρες όπως η Κύπρος, η Γερμανία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και οι Ηνωμένες Πολιτείες.


21ος Αιώνας

Επιμέλεια: Χρήστος Τσαπακίδης

Να μη χαθούμε! Είσαι συνέχεια αφηρημένος και θέλεις να βρίσκεις γρήγορα τα κλειδιά σου; Είσαι ανασφαλής και θέλεις να ξέρεις πάντα πού είναι το παιδί σου; Είσαι stalker και δεν θέλεις να χάσεις ποτέ το θύμα σου; Για όλα αυτά (ίσως λιγότερο για το τελευταίο), η εταιρεία Del Marth δημιούργησε μία πρώτης τάξης λύση. Το StoneTether είναι μία από τις μικρότερες συσκευές ανίχνευσης που πρόκειται να κυκλο-

42

Forever statue φορήσουν προσεχώς στην αγορά, έχοντας τις διαστάσεις ενός κέρματος. Είναι επίσης η πρώτη συσκευή με σύνδεση Bluetooth με τόσο μεγάλη εμβέλεια (150 μέτρα). Το StoneTether απλά συνδέεται με το σχετικό app του iPhone ή του Android κινητού σου, το οποίο σου δείχνει ανά πάσα στιγμή που βρίσκεται. www.stonetether.com

Η ανθρωπότητα έχει κατασκευάσει αγάλματα και αγάλματα, είχε ξεχάσει όμως το πιο σημαντικό: αυτό του τύπου του meme “forever alone” (του δακρυσμένου «Γλίτσα» από τους “Ghostbusters”). Ηρθε λοιπόν η ώρα να αποκατασταθεί αυτή η ιστορική αδικία! Για τον λόγο αυτό, ένας τύπος από τη Νορβηγία κατασκεύασε μία μίνι προτομή του μοναχικού τυπάκου και την πουλά αποκλειστικά στο Thinkgeek. www.thinkgeek.com/product/f0f7

Αγρυπνος φρουρός

Keep walking

Το παλιό μου παλτό

Υπάρχουν πολλές λύσεις για την ασφάλεια του σπιτιού σου: σκύλοι, κάμερες και άλλα. Ωστόσο, οι άνθρωποι της Form Devices θεωρούν ότι όλες αυτές οι επιλογές είναι αδιάκριτες. Για αυτό τον λόγο δημιούργησαν το Point, μία λιλιπούτεια συσκευή που μπορεί να τοποθετηθεί σε οποιαδήποτε γωνιά του σπιτιού. Τι κάνει; «Αφουγκράζεται» τους ήχους στο σπιτικό σου, «αισθάνεται» το εσωτερικό περιβάλλον και αναλύει τον αέρα, για να μετατρέψει όλα αυτά τα δεδομένα σε χρήσιμες πληροφορίες. Ετσι, σε ειδοποιεί εγκαίρως στο smartphone σου εάν σπάσει κάποιο τζάμι, εάν χτυπήσει ο συναγερμός ή εάν δημιουργηθεί καπνός. Το Point συνδέεται στο ίντερνετ μέσω WiFi, προκειμένου να είναι συνεχώς συνδεδεμένο μαζί σου. Εσύ το μόνο που χρειάζεται να κάνεις είναι να του αλλάζεις μπαταρίες μία φορά τον χρόνο.

Εμείς που προτιμούμε το περπάτημα από το τρέξιμο νιώθουμε λίγο σαν φτωχοί συγγενείς των τελευταίων, καθώς σε αυτούς απευθύνονται τα περισσότερα gadgets του είδους. Η αμερικανική ZIKTO έρχεται να καλύψει αυτό το απαράδεκτο κενό με το Arki, ένα καλαίσθητο wristband που θα εκτελέσει χρέη προπονητή για όσους περπατούν. Η συσκευή αναλύει το στυλ περπατήματός σου, προκειμένου να σε βοηθήσει να βαδίζεις σωστά και με αυτοπεποίθηση. Πιο συγκεκριμένα, εντοπίζει τις κακές σου συνήθειες κατά το βάδισμα (πχ. όταν κοιτάς το smartphone σου ή όταν καμπουριάζεις) και δημιουργεί ανάλογα δονήσεις στον καρπό σου, προκειμένου να το αντιληφθείς και εσύ και να τις κόψεις. Το Arki περνά όλες τις πληροφορίες σχετικά με τις φυσικές επιδόσεις σου στο smartphone σου, προκειμένου να ξέρεις ανά πάσα στιγμή την πρόοδό σου. Οι δημιουργοί δεν έχουν παραλείψει επίσης να ασχοληθούν και με το ντιζάιν της συσκευής, στην οποία μπορείς να αλλάξεις λουράκι ούτως ώστε να ταιριάζει καλύτερα με τα ρούχα που φοράς.

Ο Σωκράτης Μάλαμας τραγουδά «Το τραγούδι του μεθυσμένου». Ο σχεδιαστής Ζέιν Λάμπρεϊ απαντά με το μπουφάν του μεθυσμένου - ή Drinking Jacket, όπως το αναφέρει ο ίδιος. Χάρη σε αυτό το πανωφόρι, θα είσαι πάντα προετοιμασμένος για βραδιές κρασοκατάνυξης ή κατανάλωσης ποτού της αρεσκείας σου. Ξεκινάμε με το φερμουάρ του, το οποίο λειτουργεί και σαν ανοιχτήρι μπουκαλιών. Συνεχίζουμε με μία κρυφή τσέπη (με υλικό νεοπρέν στο εσωτερικό), όπου μπορείς να κρύψεις το φλασκί σου (τουλάχιστον για όσους δεν αρκούνται σε μία απλή εσωτερική τσέπη). Το μπουφάν διαθέτει ακόμη αντιολισθητικές πιάστρες ποτηριού στις άκρες των μανικιών, γιατί όπως και να το κάνουμε, όσο περισσότερο πίνεις, τόσο επιτείνεται το φαινόμενο «χεράκια-μανταλάκια». Διακρίνεται επίσης μία θήκη για τα γυαλιά ηλίου σου, προκειμένου να είσαι έτοιμος να παρακολουθήσεις την αυγή μετά από ένα τρελό ξενύχτι. Τέλος, υπάρχει ένα logo με μαϊμού στην κουκούλα, χωρίς κάποιον προφανή λόγο… Το προϊόν έχει ήδη συγκεντρώσει το απαιτούμενο κεφάλαιο στο Kickstarter και είναι έτοιμο να βγει στην αγορά.

www.zikto.com

www.zanelamprey.com

www.formdevices.com


43

Νοέμβριος 2014

Κάθε πετάλι και post Ο κινέζικος ομόλογος της Google, η Baidu, στρέφει την προσοχή της σε ένα δημοφιλές όχημα της πόλης, το ποδήλατο. Το νέο δίκυκλο διαθέτει αισθητήρες για να μετρά τους καρδιακούς ρυθμούς σου, την ταχύτητα που κάνεις πετάλι κά. Τα δεδομένα αποστέλλονται στη συνέχεια μέσω Bluetooth στο σχετικό app της φορητής συσκευής σου, για να ξέρεις τι σου γίνεται. Το σύστημα πλοήγησης που βρίσκεται στο τιμόνι συνδέεται επίσης με το smartphone σου για να σου δίνει οδηγίες, αλλά και για να ανεβάζει updates στα social media σχετικά με την πρόοδό σου. Η ηλεκτρική ενέργεια που απαιτείται για να λειτουργήσουν όλα αυτά δημιουργείται από την κινητική ενέργεια που παράγεται κατά την ποδηλασία. www.dubike.baidu.com

Μαχητικό τσέπης Νομίζατε ότι δεν θα φιλοξενούσαμε drones στη στήλη αυτού του μήνα; Λείπει ο Μάρτης από την 25η Μαρτίου, γατάκια; Μόλις πριν από λίγες ημέρες, συγκεκριμένα στις 25 Νοεμβρίου, η Trident Design ανέβασε στο Indiegogo την καμπάνια της για το Carbon flyer, προκαλώντας αναστάτωση στους geeks και εξασφαλίζοντας το 63% του ζητούμενου κεφαλαίου των 50.000 δολαρίων σε λιγότερο από δύο ημέρες. Το νέο drone είναι το πρώτο που αποτελείται εξολοκλήρου από ανθρακονήματα, διαθέτει Bluetooth (για να το χειρίζεσαι εύκολα μέσω του smartphone σου), επαναφορτιζόμενη μπαταρία λιθίου και κάμερα ανάλυσης 640x480 (ίσως το πιο αδύνατο χαρακτηριστικό του). Η κατασκευή του τού εξασφαλίζει μοναδική ανθεκτικότητα απέναντι στα στοιχεία της φύσης και τις ενδεχόμενες συγκρούσεις με το έδαφος. Ο διπλός κινητήρας του Carbon flyer σε συνδυασμό με τα ελαφρά υλικά του και τον σχεδιασμό του σε μορφή «Δ» εξασφαλίζουν άψογη συμπεριφορά του drone κατά τη διάρκεια της πτήσης. Η τιμή του για τη βασική έκδοση ξεκινά από τα 70 ευρώ. www.bit.ly/1ylskyk



Κείμενο: Ανδρέας Γιαννόπουλος

45

Νοέ μβριος 2014

Οι θαμώνες των hubs Εάν έχεις βρεθεί έστω και μία φορά στη ζωή σου σε συνεργατικό χώρο, γνωρίζεις γιατί αποτελεί ιδανικό εργασιακό περιβάλλον για τις startup επιχειρήσεις: εκτός από το ιδανικό κλίμα που επικρατεί -και θυμίζει κάτι ανάμεσα σε φοιτητικό εργαστήριο και γραφεία πολυεθνικής εταιρείας-, προσφέρει και πρακτικά πλεονεκτήματα. Τέτοια είναι το χαμηλό ενοίκιο, αλλά και η πρόσβαση, χωρίς επιπλέον χρέωση, σε υπηρεσίες που περιλαμβάνουν από τον κλιματισμό και το ίντερνετ μέχρι το φωτοτυπικό και τον καφέ. Συν φυσικά τις ευκαιρίες δικτύωσης με στελέχη της αγοράς και τη συναναστροφή με άτομα με παρόμοιες ιδέες με τις δικές σου. Δεν αποτελεί έκπληξη λοιπόν που υπάρχουν startup αποφασισμένες να εκμεταλλευτούν όλα αυτά τα πλεονεκτήματα και έχουν γίνει μόνιμοι θαμώνες τους. Τη μερίδα του λέοντος ανάμεσα στους χώρους κατέχει το Found.ation, Ευρυσθέως 2 και Πειραιώς στα Πετράλωνα, και ακολουθούν από κοντά το iQbility, Αλεξάνδρου Πάντου 25 στην Καλλιθέα, και το The Cube, Κλεισόβης 8 στην Αθήνα. Σημαντικό ρόλο, αλλά με συγκεκριμένους χρονικούς περιορισμούς, διαδραματίζουν και το “egg – enter·grow·go” της Eurobank και του Corallia στη Λ. Συγγρού 190, αλλά και το Cosmote Startup, Πέλικα & Σπάρτης 1 στο Μαρούσι. Ας δούμε όμως τέσσερις από τους θαμώνες.

Captainwise Οι Χρήστος Χατζηαποστολάκης, Ανδρέας Καρούτζος, Δημήτρης Σχίζας και Αλεξ Αργυρόπουλος αποτελούν την ομάδα του Captainwise. Αυτή την περίοδο θα τους βρεις στο Found.ation να βελτιώνουν την πλατφόρμα τους, ενώ κατά το παρελθόν έχουν περάσει από το iQbility και έχουν δεχθεί χρηματοδότηση 60.000 ευρώ από το PJ tech catalyst fund. Αφορμή για την υλοποίηση του Captainwise στάθηκε η προσπάθεια να οργανώσουν μόνοι τους τις εξορμήσεις τους στο εξωτερικό. Επειτα από πολύωρες αναζητήσεις διαπίστωσαν πόσο χρήσιμο θα ήταν να υπήρχε κάποιος να τους προτείνει προορισμούς βάσει των χρημάτων που διαθέτουν. Εφτιαξαν έτσι μια μηχανή αναζήτησης για ταξιδιωτικούς προορισμούς, στην οποία ο χρήστης έχει τη δυνατότητα να ορίσει τα χρήματα που διαθέτει, να μάθει πού μπορεί να πάει με αυτά, και στη συνέχεια να κλείσει αεροπορικά εισιτήρια και ξενοδοχείο για να μείνει. «Το εγχείρημα», εξηγεί ο Αλεξ, «αφορά την εύκολη και προσιτή για όλους αναζήτηση. Ο χώρος

των ταξιδιών είναι παρά πολύ ανταγωνιστικός και οι μεγάλοι παίκτες ξοδεύουν εκατομμύρια σε διαφήμιση. Εμείς ήρθαμε με ένα καινούργιο concept που πιστεύαμε πως έλειπε από την αγορά και η ανταπόκριση του κόσμου μέχρι τώρα είναι πολύ καλή».

Susurrus Δίπλα από τους Captainwise θα βρεις να δουλεύουν τα μέλη της Susurrus. Οι Παναγιώτης Τσάγγας, Λίνα Στούμπου, Γιάννης Αναγνωστόπουλος και Διονύσης Ρόδης πριν βρεθούν στο Found.ation πρόλαβαν να… περάσουν μια βόλτα από το πρόγραμμα υποστήριξης επιχειρηματικότητας Cosmote Startup. «Το Cosmote Startup δεν ήταν απλώς ένα πρόγραμμα υποστήριξης στη δικιά μας περίπτωση», εξηγούν. «Μας βοήθησε να καταλάβουμε τα προβλήματα που είχε η αρχική ιδέα που ακολουθούσαμε και να αλλάξουμε εντελώς το επιχειρηματικό μας μοντέλο. Ουσιαστικά το Susurrus γεννήθηκε μέσα στο Cosmote Startup μετά από πολλές συμβουλές, mentoring, feedback από ειδικούς του χώρου της διαφήμισης και των startups. Οι φορείς που βρίσκονταν πίσω από την οργάνωση αυτού του προγράμματος, και κυρίως το Found.ation, στο οποίο στεγαζόμαστε μέχρι και σήμερα, συνεχίζουν ακόμη να μας καθοδηγούν σε κάθε στρατηγική μας απόφαση». Οσο για την ιδέα τους; Πρόκειται για μια διαδικτυακή πλατφόρμα που συνδέει brands με fashion bloggers σε όλο τον κόσμο. Σε αυτή, τα brands έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν μέσα από διάφορα κριτήρια (στιλ, χώρα, φύλο, επιρροή ανά social media κλπ.) τους κατάλληλους fashion bloggers για να εκτελέσουν μαζί τους δημιουργικές καμπάνιες.

Discoveroom Στον αριθμό 8 του πεζόδρομου της Κλεισόβης, στον συνεργατικό χώρο του The Cube, ο Νίκος Αναγνώστου αποφάσισε να στεγάσει την ομάδα του Discoveroom. Σημαντική βοήθεια στην εκκίνηση της προσπάθειάς του ήταν η αρχική χρηματοδότηση των 100.000 ευρώ, καθώς και η μετέπειτα των 300.000 ευρω, από το Jeremy Openfund II. Αφορμή για τη δημιουργία της πλατφόρμας στάθηκε η αναζήτηση του Νίκου για δωμάτιο το καλοκαίρι του 2012. Υστερα από αρκετές ανεπιτυχείς προσπάθειες και τηλεφωνήματα για να κάνει μία κράτηση, αποφάσισε να βοηθήσει όλα τα μικρά

καταλύματα (ενοικιαζόμενα δωμάτια και διαμερίσματα, ξενώνες, πανσιόν και άλλα) να μπουν στο ίντερνετ. Ανέπτυξε λοιπόν το Discoveroom, μία εφαρμογή που ενσωματώνει έναν ηλεκτρονικό κατάλογο και μία υπηρεσία κρατήσεων. Αυτή τη στιγμή απευθύνεται σε ιδιοκτήτες που θέλουν να διαχειρίζονται τις κρατήσεις τους, ενώ σύντομα θα ανοίξει για το κοινό και θα σου δίνει τη δυνατότητα να βρεις κατάλυμα, να συγκρίνεις τιμές και παροχές, να ελέγξεις διαθεσιμότητες και εν τέλει να κάνεις κράτηση online. «Στην υπηρεσία δεν πρόκειται να βρεις τα συνηθισμένα ξενοδοχεία που αναπαράγουν όλες οι σχετικές υπηρεσίες, παρά μόνο μικρά, όμορφα και προσιτά καταλύματα από όλο τον κόσμο», τονίζει ο Νίκος και καταλήγει: «Μπορείς πάντα να βρεις κάτι που να ταιριάζει στις ανάγκες σου για να ρυθμίσεις ανάλογα τις διακοπές σου».

Truc kbird Κατά συρροή… θαμώνες των hubs, αλλά και γενικότερα των προγραμμάτων ενίσχυσης της νεοφυούς επιχειρηματικότητας, είναι και τα μέλη της Truckbird. Ο Γιάννης Παπαγεωργίου και ο Δημήτρης Ανδριανόπουλος ξεκίνησαν την προσπάθειά τους από τον διαγωνισμό Athens Startup Weekend και συνέχισαν στον χώρο του “egg – enter·grow·go” για να καταλήξουν σήμερα στο Found.ation. Στο μεσοδιάστημα βέβαια πρόλαβαν να καταλάβουν τη δεύτερη θέση στον διαγωνισμό «i-bank Καινοτομία και Τεχνολογία» της Εθνικής Τράπεζας που συνοδεύτηκε από χρηματικό έπαθλο της τάξης των 10.000 ευρώ. Η πλατφόρμα τους είναι μία ηλεκτρονική αγορά φορτίου και έχει δύο αποδέκτες: από τη μία, οποιαδήποτε εταιρεία έχει εμπορευματικά φορτία προς μεταφορά εντός και εκτός Ελλάδος και θέλει να βρει γρήγορα, εύκολα και οικονομικά αξιόπιστες μεταφορικές εταιρείες. Από την άλλη, μεταφορικές εταιρείες ανεξαρτήτως μεγέθους που θέλουν να αυξήσουν την πληρότητα των φορτηγών αυτοκινήτων τους. «Το startup οικοσύστημα αυτή τη στιγμή είναι αρκετά αλληλέγγυο και ανοιχτό. Οποιοσδήποτε έχει μία ιδέα και δεν ξέρει πώς να την υλοποιήσει, να εμπλακεί ενεργά σε αυτό είτε μέσω διαγωνισμών είτε μέσω σεμιναρίων», σχολιάζει ο 25χρονος σήμερα Γιάννης χωρίς να το πολυσκεφθεί και συνεχίζει: «Τέτοια εγχειρήματα δίνουν τεράστια αξία στο ελληνικό οικοσύστημα των νεοφυών επιχειρήσεων. Είναι πολύ πιθανό να μη βρισκόμασταν εδώ τώρα εάν δεν είχαμε πάρει μέρος στον διαγωνισμό του Athens Startup Weekend».


46


Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης

47

Νοέ μβριος 2014

Το θέατρο γιατρεύει

«Φανταστείτε μία τηλεόραση αναμμένη σε κάποιο θάλαμο ενός δημόσιου νοσοκομείου, που δεν την κοιτάζει κανείς, ούτε οι απελπισμένοι συγγενείς. Επειτα φανταστείτε στον ίδιο θάλαμο μια αληθινή θεατρική παράσταση, που όλως παραδόξως την παρακολουθούν όλοι, ακόμα και οι απελπισμένοι συγγενείς. Και που οι ασθενείς -ποιος θα το πίστευε- γελάνε με την ψυχή τους. Και για λίγο -κοίτα να δεις!- οι πόνοι τους δεν πονάνε…» Τα λόγια του Ηλία Κουνέλα στο σημείωμά του για τη δράση «Επισκεπτήριο» από το Εθνικό Θέατρο μοιάζουν πραγματικά με βάλσαμο. Οχι μόνο για τους ασθενείς. Για όλους μας. Ο Ηλίας βλέπει το θέατρο αλλιώς. Βλέπει τη ζωή αλλιώς. Με κέντρο της τον άνθρωπο. Η τέχνη γίνεται γιατρικό. Το θέατρο προσφορά. Οχι μονομερής. Ο ηθοποιός και ο θεατής γίνονται ένα. Δίνουν τα χέρια. Δημιουργούν μαζί. Τι είναι το «Επισκεπτήριο»; Μία θεατρική βιωματική εμπειρία. Μία δράση του Εθνικού Θεάτρου στα δημόσια νοσοκομεία. Ο Ηλίας Κουνέλας, ο Στέλιος Ανδρονίκου και η Ιφιγένεια Γρίβα επισκέπτονται έναν θάλαμο ή ακόμα και έναν μεμονωμένο ασθενή και παρουσιάζουν μπροστά του μία ιστορία. Αρκεί να το ζητήσει ο ίδιος. Η διαδικασία έχει ως εξής: η κοινωνική λειτουργός μοιράζει στους ασθενείς ένα σημείωμα των παιδιών. «Θέλουμε να δώσουμε μια μικρή παράσταση για σένα, γύρω από το κρεβάτι σου», γράφουν, μεταξύ άλλων, και προτρέπουν τον κάθε ασθενή να μη φοβηθεί να το ζητήσει. Κάπως έτσι, ο Ηλίας, η Ιφιγένεια και ο Στέλιος παρουσιάζονται ενώπιον του ασθενούς. «Είναι ένα ταξίδι στο οποίο εμείς απλά είμαστε το αεροπλάνο που θα μπει ο ασθενής και θα πετάξουμε όλοι μαζί», μου λέει η Ιφιγένεια. Ο ασθενής καλείται να επιλέξει ανάμεσα σε έξι ιστορίες, έξι αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. «Η σκέψη ήταν ότι θέλαμε να έχουμε έξι ιστορίες που να καλύπτουν διαφορετικά φάσματα», μου εξηγεί ο Ηλίας. Οι τίτλοι όμως δεν αποκαλύπτονται ποτέ. Μόνο αυτό για το οποίο μιλάνε αυτά τα έργα. «Είναι 'Ο γέρος και η θάλασσα' του Χέμινγουεϊ, που το έχουμε ονομάσει μια ιστορία για τη δύναμη της ανθρώπινης ψυχής. Είναι 'Το όνειρο ενός γελοίου' του Ντοστογιέφσκι, που εμπεριέχει τον φόβο και την απόγνωση. 'Ο έρωτας στα δάση της

Μοραβίας' της Κβιέτα Λεγκάτοβα, που είναι η ερωτική μας ιστορία. 'Η εγκυκλοπαίδεια των νεκρών' του Ντανίλο Κις, μια ιστορία για τη μνήμη. Η ιστορία του Ιώβ από την Παλαιά Διαθήκη και το 'Από τι ζουν οι άνθρωποι' του Τολστόι», μου αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ηλίας. Ο ασθενής διαλέγει την ιστορία που επιθυμεί κι εκείνη γίνεται παράσταση μπροστά του. Μία παράσταση διάρκειας περίπου 40 λεπτών. Ή μήπως όχι; «Το σημαντικό είναι ότι τελικά δεν λέγεται η ιστορία. Είναι μια πρόφαση, για να ειπωθεί η ιστορία της στιγμής εκείνης, γιατί κάθε στιγμή για τον ασθενή είναι μια δύσκολη στιγμή», μου διευκρινίζει ο Ηλίας και προσθέτει: «Δημιουργείται μία καινούργια ιστορία με τον ασθενή και με εμάς τους τρεις. Μία ιστορία εδώ, στο τώρα. Μία ιστορία που είναι πιο σημαντική από την αρχική μας ιστορία». «Ολο αυτό όχι μέσα από μία διανοουμενίστικη λογική. Είναι τρεις κλόουν αυτοί. Με τις μύτες να τους πέφτουν, τα παπούτσια να τους ανοίγουν», μου αποκαλύπτει ο Στέλιος. «Ο κλόουν έχει έναν αέρα ελαφρύ. Δεν εννοούμε ταχυδακτυλουργικά και διάφορα τέτοια. Μιλάμε για τρεις ανθρώπους που έχουν μία παράλογη λογική, αντιλαμβάνονται αλλιώς τον κόσμο. Ο κλόουν μπορεί να μετατρέψει σε παιχνίδι κάτι πολύ βαρύ και ασήκωτο. Και την ίδια στιγμή να χτυπήσει κάπου το δάχτυλό του -κάτι ασήμαντο δηλαδή- και να βάλει τα κλάματα. Ετσι δημιουργείται μία ανατροπή στο τι πρέπει να αισθανθούμε γι’ αυτό που συμβαίνει τώρα. Και επιτέλους εδώ ο κλόουν μπορεί να είναι πιο γκρινιάρης από τον ασθενή», υπογραμμίζει ο Ηλίας. «Ποιες είναι οι αντιδράσεις των ασθενών;» αναρωτιέμαι. «Μας έχουν πει ασθενείς ότι πραγματικά ξεχάστηκαν. Οτι μπορεί να περίμεναν εξετάσεις για να δουν αν έχουν κάτι σοβαρό και τους κάναμε να το ξεχάσουν», μου λέει χαμογελώντας η Ιφιγένεια, ενώ ο Στέλιος θυμάται χαρακτηριστικά τη φράση ενός ασθενή: «Μας είπε: 'Αντε να βρεθούμε μια μέρα όλοι μαζί!'. Αυτό περικλείει τους πάντες. Και τους ασθενείς και τους υγιείς και τους ζώντες και τους νεκρούς». «Είναι αποκαλυπτικό και για εμάς και γι’ αυτούς. Πολλές φορές συμβαίνουν ταυτόχρονα πράγματα και στις δύο πλευρές», παρεμβαίνει η Ιφιγένεια. «Δεν συγκρίνεται η εμπειρία του να παίζεις έναν ρόλο καλά και να σε χειροκροτούν γι’ αυτό, με την εμπειρία να μοιράζε-

σαι ένα θεατρικό συμβάν με έναν ασθενή», παρατηρεί ο Ηλίας και σπεύδει να ξεκαθαρίσει το πλέον σημαντικό. «Δεν το κάνουμε αυτό ως φιλανθρωπία. Με την ίδια λογική θα πρέπει να θεωρηθεί φιλανθρωπία οποιαδήποτε παράσταση. Για εμάς αυτή η διαδικασία είναι η αναζήτηση μίας άλλης θεατρικής γλώσσας». Το «Επισκεπτήριο» ήταν μία ιδέα του Ηλία, την οποία πρότεινε στον καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού, Σωτήρη Χατζάκη, κι εκείνος τη δέχτηκε αμέσως. Σχολιάζοντας τον ρόλο του Εθνικού Θεάτρου σήμερα και την κοινωνική του αποστολή, ο Ηλίας μου επισημαίνει ότι «το Εθνικό οφείλει να αφουγκραστεί καλύτερα τις ανάγκες των ανθρώπων σήμερα και να μη στρέφεται μόνο σε ένα θέατρο πρωταγωνιστών. Να καταλάβουν και οι ίδιοι ηθοποιοί, που παραπονιούνται ότι είναι άνεργοι και ότι δεν έχουν τι να κάνουν, ότι το θέατρο έχει μία άλλη αποστολή. Είναι πια σημαντικότερο αυτό που αφηγείται η παράσταση από το πόσο καλά μπορεί να παίξει κάποιος έναν ρόλο. Πρέπει να επιστρέψουμε στην αμεσότητα και την αλληλεγγύη. Η τέχνη δεν πληρώνεται. Βιώνουμε στιγμές που δεν αγοράζονται». Δηλώνει μάλιστα εντυπωσιασμένος από τη στήριξη που απολαμβάνει το «Επισκεπτήριο» από το ιατρικό προσωπικό. «Θέλω να πω ότι συναντήσαμε υπέροχους ανθρώπους και εξαιρετικούς γιατρούς στα δημόσια νοσοκομεία, που πραγματικά τα δίνουν όλα. Και σε πληροφορώ ότι όχι μόνο μας αγκάλιασαν, αλλά κατάλαβαν και πολύ καλύτερα από έναν θεατρώνη ή παραγωγό το τι πάμε να κάνουμε. Εχει σημασία αυτό. Το πώς ένας άνθρωπος που δεν είναι του θεάτρου επικοινωνεί μαζί μας και το πώς ένας άλλος καθιερωμένος στον καλλιτεχνικό χώρο δεν το καταλαβαίνει». «Τελικά το θέατρο μπορεί να είναι γιατρικό;» τους ρωτάω. «Ναι, χωρίς σκέψη. Το θέατρο μπορεί να γίνει παντού, ανά πάσα στιγμή, και να κάνει τον άλλον όχι απλά να ξεχαστεί, αλλά να μετατοπίσει συναισθήματά του και να συμφιλιωθεί ο ίδιος με τον εαυτό του. Και αυτός που το κάνει και αυτός που το βλέπει», μου απαντά ο Στέλιος και ο Ηλίας συμφωνεί: «Η τέχνη γενικότερα είναι θεραπεία».


48

Οπισθοδρομική Κομπανία

Νομιμοποίηση του γλεντιού και επαναδιαπραγμάτευση του ρεμπέτικου


49

Με τη Μεταπολίτευση, μαζί με την αλλαγή της πολιτικής κατάστασης άλλαξαν σιγά σιγά και τα μουσικά γούστα των Ελλήνων. Νέες τάσεις ιδεολογικές και αισθητικές πρόβαλαν στο προσκήνιο. Η επτάχρονη στέρηση έδωσε ορμή στο πολιτικό τραγούδι και κυριάρχησε στις προτιμήσεις των Αθηναίων. Η ψυχική και η σωματική αγκύλωση που είχε προκαλέσει όμως ο «γύψος» της Χούντας ήταν εμφανής. Η Αθήνα, παγωμένη, δεν χόρευε· διασκέδαζε καθισμένη σε στριμωγμένα καθίσματα και ακούγοντας «πολιτικά τραγούδια» χειροκροτούσε τους καλλιτέχνες. Διεκδικήσεις, πορείες, συναυλίες διαμαρτυρίας ή συμπαράστασης δήλωναν την ενεργητικότητα που θα επικρατούσε. Σε αυτό το σκηνικό των έντονων πολιτικών παθών, η Ρεμπέτικη Κομπανία κυκλοφόρησε τον πρώτο της δίσκο το 1975, «Τα μπλε παράθυρα», προαναγγέλοντας το νέο ρεύμα. Το καλοκαίρι του 1978 ο Αγγελος Σφακιανάκης (ηθοποιός) πρότεινε στον Γιάννη Εμμανουηλίδη (φοιτητής Σχολής Καλών Τεχνών) να δημιουργήσουν ένα συγκρότημα που σαν πλανόδιος θίασος μουσικών να περιοδεύει στις ταβέρνες της Αθήνας παίζοντας ρεμπέτικα τραγούδια. Το συγκρότημα γεννήθηκε και έγινε πόλος έλξης πολλών μουσικών. Σαν τους παλιούς ρεμπέτες, σε ένα καπέλο συνέλεγαν τη νυχτερινή τους ανταμοιβή. Διατήρησαν τον τίτλο Κομπανία εις μνήμην της ξακουστής «Τετράδος» του Πειραιά (Βαμβακάρης, Μπάτης, Παγιουμτζής, Δεληάς). Στο σχήμα αυτό φιλοξενούνταν περιστασιακά πολλοί συνεργάτες που γοητεύονταν από την περιπετειώδη δράση της Κομπανίας και τη γεμάτη εκπλήξεις ζωή του πλανόδιου μουσικού. Οι εμπειρίες των συμμετεχόντων ήταν κυρίως από τα εφηβικά συγκροτήματα όπου έπαιξαν ξένη μουσική, rock. Ηταν η πρώτη φορά που νέα παιδιά εμφανίζονταν ως συγκρότημα με μπουζούκια για να υπερασπιστούν το λαϊκό τραγούδι. Η πρωτογενής συγκίνηση που προκαλούσαν οι παλιές ηχογραφήσεις και ο μεταπολιτευτικός αέρας ώθησαν το συγκρότημα σε κύκλους ζυμώσεων, αναζητήσεων και έρευνας. Η διαπίστωση ότι ο Βασιλιάς (λαϊκό τραγούδι) είναι γυμνός έγινε η βάση για να προετοιμαστεί το αντίπαλο δέος στην επικρατούσα ναρκισσιστική κατάσταση του τραγουδιού. Ο ιδεολογικός προσανατολισμός τέθηκε με θέσεις ακλόνητες. Τα μπουζούκια να είναι τρίχορδα, γιατί ο ήχος που παράγουν είναι μοναδικός· τα τραγούδια να χορεύονται· το ακροατήριο να συμμετέχει· η ομάδα να υπηρετεί αυτή την ένωση. Το ελληνικό γλέντι είναι πράξη ψυχωφελής και ιαματική. Την ίδια χρονιά η Ρεμπέτικη Κομπανία κυκλοφόρησε τον δεύτερο δίσκο της, «Πώς θα περάσει η βραδιά», και στην τηλεοπτική εκπομπή «Να η ευκαιρία» εμφανίστηκε διαγωνιζόμενη η Ρεμπέτικη Κομπανία Χαϊδαρίου που έγινε γνωστή αργότερα ως Αθηναϊκή. Τον χειμώνα στην Κομπανία εντάχθηκε ο Στράτος Στατηγόπουλος (γραφίστας) και έτσι το σχήμα σταθεροποιήθηκε στη μορφή του ρεμπέτικου τρίο: μπουζούκι, κιθάρα, μπαγλαμάς. Το ρεπερτόριο ήταν κυρίως τραγούδια του Βαμβακάρη αλλά περιλάμβα-

Νοέ μβριος 2014


50

νε και Χατζηχρήστο, Γιοβάν Τσαούς, Μπάτη, Δεληά, Λαύκα και ολίγον Τσιτσάνη. Πολλές φορές τα τραγούδια «πειράζονταν» είτε αρμονικά είτε ρυθμικά, έτσι που το άκουσμα να φέρει τη σφραγίδα της Κομπανίας. Αυτή τη σύνθεση συνάντησε ο Μάνος Λοΐζος και επιχείρησε συνεργασία, που όμως δεν απέδωσε καρπούς.

κα. Η συνεργασία συνεχίστηκε στη Θεσσαλονίκη στο κέντρο ΖΟΟΜ και σε περιοδεία στην επαρχία. Αναπτύχθηκε φιλική και επαγγελματική σχέση με τον Σαββόπουλο. Τον χειμώνα τον συνόδευσαν μαζί με τη Δόμνα Σαμίου στη Στοκχόλμη σε ένα εορταστικό πρόγραμμα της σουηδικής τηλεόρασης.

Το καλοκαίρι του 1979 στην ταβέρνα του «Κρητικού» πίσω απ' το γήπεδο του Παναθηναϊκού, η Κομπανία σε «ώρα εργασίας» συνάντησε τον Διονύση Σαββόπουλο, ο οποίος ζήτησε επαφή και προοπτική συνεργασίας. Τον Ιούλιο η Κομπανία ξεκίνησε περιοδεία από τη Σύρο, πάντα με τη μέθοδο του «καπέλου», και μετά συνέχισε στη Σκόπελο, όπου ο Σφακιανάκης άκουσε τυχαία σε μια ταβέρνα μια κοπέλα που τραγουδούσε σε διπλανό τραπέζι. Εντυπωσιάστηκε από τη φωνή της και της πρότεινε συνεργασία. Η Ελευθερία Αρβανιτάκη δίστασε, αλλά τελικά πείστηκε και έγινε η βασική τραγουδίστρια της Κομπανίας. Την ομάδα συμπλήρωνε ο Πέτρος Εξαρχάκος (φοιτητής στο Μαθηματικό της Πάτρας) με το ακορντεόν του. Η Κομπανία ήταν πλήρης και έτοιμη για τη δεύτερη ενήλικη φάση της. Το ρεπερτόριο και η μαθητεία της στράφηκαν τώρα στα τραγούδια του Τσιτσάνη. Το τηλέφωνο χτύπησε και ο Σαββόπουλος πρότεινε εργασία για τον χειμώνα.

Η Οπισθοδρομική συμμετείχε στις ηχογραφήσεις για τον δίσκο του Βαγγέλη Γερμανού με τίτλο «Μπαράκια», του οποίου την παραγωγή επιμελήθηκε ο Σαββόπουλος. Εμφανίζονταν συνοδεύοντάς τον σαν να ήταν το συγκρότημα του στη μεγάλη συναυλία που διοργάνωσε η κίνηση «Πολίτες κατά του νέφους» στο υπερπλήρες γήπεδο του Πανιωνίου. Ο Σαββόπουλος κάλεσε τον Μάνο Χατζιδάκι σε συναυλία-έκπληξη της Οπισθοδρομικής Κομπανίας. Ο ενθουσιασμός του Χατζιδάκι εκδηλώθηκε άμεσα με την πρόσκληση να εμφανιστούν ως «έκτακτοι προσκεκλημένοι» στους Αγώνες Τραγουδιού στην Κέρκυρα. Το σχήμα είχε διευρυνθεί, με τους Έλενη Καλατζοπούλου στο κλαρίνο, Θάνο Μπόμπορα στο μπουζούκι και Λάμπρο Καρελά στο ακορντεόν.

Η αναζήτηση της αληθινής συγκίνησης και της αυθεντικότητας οδήγησε το σχήμα σε επιστροφή στις αρχικές κινήσεις. Στην πρώτη πράξη. Το 1980 η Κομπανία βαφτίστηκε Οπισθοδρομική και επίσημα εμφανίστηκε στο πρόγραμμα του το ου Σαββόπουλου «Γιγανταιώρημα» στο κέντρο «Σκορπιός» στην Πλά-

Τον Σεπτέμβριο του 1981 η Οπισθοδρομική έδωσε μόνη της συναυλία στο κατάμεστο Θέατρο Βράχων Βύρωνα που εγκαινίασε ο Μίνως Βολανάκης. Τη συναυλία προλόγισε ο Σαββόπουλος ως εξής: «Και τότε ήρθαν τα παιδιά! Πρόβαλαν από την πιο σκοτεινή γωνία της Τερατούπολης, σαν τους τρεις παίδες εν καμίνω τραγουδώντας και κρατώντας στα χέρια τους το φωτογωγημένο καραβάκι της λαϊ-ϊ κής μας μουσικής, της μίας ενιαίας και αδιαιρέτου όπως κι αν λέγεται, όπου κι αν ακούστηκε, στα

σφαγεία των αρχών του αιώνα, στα γκέτο της σύγχρονης εσωτερικής μετανάστευσης. Πάντα μεταβάλλοντας την κόλαση σε δροσερό αεράκι, σε έκφραση ερωτική, φανταστική, ικανή να αλλάξει τον κόσμο, φανερώνοντας μια ζωή που ζει με την ψυχή της μάλλον, παρά με το μεροκάματο». Τον χειμώνα του 1981 η Οπισθοδρομική πρότεινε ένα πρωτότυπο μοντέλο κέντρου διασκέδασης σε επιχειρηματία που την προσέγγισε για συνεργασία. Και ταβέρνα και μπαρ, και μπορείς και να χοͶ¾ÀÄÒrçƼÄçÏÊç¹ÉÊà¼çÏÊÔçɶÊÔçÓÌÍÊÔ ç¢ ÊÔ¼ÎÄà¹δος». Το ρεπερτόριο είχε ήδη εμπλουτιστεί με λαϊκά τα οποία ενέκρινε η ομάδα. Η Κομπανία, καθισμένη σε καρέκλες, υπηρετούσε το γλέντι. Αντιστρέφοντας την επικρατούσα εικόνα του όρθιου τραγουδιστή στην πίστα και τη νοοτροπία «Δοξαστε με», καλούσε τους θαμώνες να σηκωθούν και να χορέψουν. Πρότεινε χορούς ατομικούς και ομαδικούς, κατορθώνοντας με νεανικό παλμό να πετύχει μια νέα ανάγνωση των παλαιών παθών. Συμπεριφερόταν σαν συλλογικό πρόσωπο, μοιραζόταν εξ αδιαιρέτου τα αγαθά της, αγόραζε ηχητικό εξοπλισμό και αγωνιζόταν να διαχειριστεί το μέλλον της με συμβούλια. Απέφευγε τη μίμηση και επιδίωκε την αναγέννηση των παλιών τραγουδιών με μια επιθετική ρυθμική άποψη. Διαμόρφωνε ήχο και προαπεσωπικό ύφος. Με τις εμφανίσεις της εξέπεμπε απε λευθερωτικό οίστρο και μετέδιδε χαρά και ενότητα σαν να ήταν μια εκρηκτική γιορτή, σαν να ήταν γάμος. Συνοδοιπορούσε και ενίσχυε την ελπίδα της εποχής για την ελληνική ανάκαμψη. Εδινε συναυλί-ί ες συμπαράστασης για πολιτικά διωκόμενους, στο αναμορφωτήριο ανηλίκων και στο αμφιθέατρο της ψυχιατρικής κλινικής του Αιγινητείου. Η Κομπανία αρνήθηκε να ηχογραφήσει σε στούντιο. Προτιμούσε να αποτυπωθεί η σχέση της με το κοινό τη στιγμή της δράσης της, τη στιγμή της ένωσης με το κοινό. Ετσι την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε και ο πρώτος δίσκος, «Στης Ξανθής, στο Αιγινή ήΑιγινήτειο και στο Αρματαγωγό Κως» μια παραγωγή του Διονύση Σαββόπουλου. Πρόκειται για μια επιλογή τραγουδιών από τις αντίστοιχες ζωντανές εμφανί-ί σεις της Κομπανίας.


51

Ο Χατζιδάκις κάλεσε την Οπισθοδρομική στον Μουσικό Αύγουστο και εμφανίστηκαν και στους κατά Σαββόπουλο «Αχαρνής» του Αριστοφάνη και στο Ηράκλειο, στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου, σε συναυλία μαζί με τη χορωδία του Τρίτου με μαέστρο τον Αντώνη Κοντογεωργίου. Η συναυλία μεταδόθηκε ζωντανά από το Γ' Πρόγραμμα. Η φιλία που δημιουργήθηκε στους Αγώνες της Κέρκυρας με τον Πάνο Κατσιμίχα έγινε αφορμή για ανίχνευση συνεργασίας. Η πρώτη πρόβα για το «Μια βραδιά στο λούκι» έγινε στην Κυψέλη. Η συνεργασία δεν ευοδώθηκε. Ο Παύλος Σιδηρόπουλος πλησίασε την Οπισθοδρομική για να ηχογραφήσουν το υλικό που αργότερα έγινε ο δίσκος «Τα μπλουζ του πρίγκιπα». Η δισκογραφική εταιρεία απέτρεψε τη συνεργασία. Η Οπισθοδρομική περιόδευε στην επαρχία και συνεργαζόταν με φοιτητικούς ή πολιτιστικούς συλλόγους για να μεταδώσει τις θέσεις της για το τραγούδι, για τον χορό, για το ελληνικό γλέντι, για να επιτευχθεί το προσδοκώμενο. Αναζητούσε σπάνια τραγούδια και ενδιαφέρουσες εκτελέσεις. Ερχόταν σε επαφή με συλλέκτες δίσκων 78 στροφών και συναντούσε λαϊκούς και δημοτικούς οργανοπαίκτες για να μυηθεί στον διονυσιακό οίστρο που κατείχαν οι παλαιότεροι. Το 1982 η Κομπανία στεγάστηκε στο ξεχασμένο «Αλσος» στο Πεδίο του Αρεως και στην ομάδα μετεγγράφη ο πολυτάλαντος Ανδρέας Τσεκούρας που είχε θητεύσει στη Ρεμπέτικη Κομπανία, ο Θοδωρής Παπαδόπουλος από την ομάδα του Γιώργου Μανιάτη αλλά και απ΄ το πάλκο του «Σαμπάνη», ο Βασίλης Γιαννίσης (σύσταση της Δόμνας Σαμίου), ο Παύλος Σαπουντζής (ηχολήπτης), ο Μανώλης Μεξαντωνάκης και ο Δημήτρη Ψώνης με το σαντούρι του. Το ίδιο καλοκαίρι έδωσαν 40 συναυλίες στην επαρχία. Η επιτυχία τούς έδωσε τη δυνατότητα την επόμενη χρονιά, με τη συνδρομή του ζωγράφου Αλέξη Κυριτσόπουλου, να διαμορφωθεί ο χώρος του «Αλσους» εξ ολοκλήρου σε παραμυθένιο σκηνικό για να φιλοξενήσει την κορύφωση της προσέλευσης. Η ομάδα ανανεώθηκε με τους Ιωάννα Αντριους στο ούτι, Πάνο Γκέκα στο πιάνο, Γιώργο Σακελαρίου στο τραγούδι και Ανδρέα Φλωράκη στο κοντραμπάσο. Η Δήμητρα Γαλάνη προσκάλεσε την Κομπανία στο δίσκο της «Ατέλειωτος δρόμος», όπου ενορχήστρωσαν και παρήγαν ηχητικά δύο τραγούδια.

Λήμμα από την έκδοση «Η Ελλάδα στη δεκαετία του '80: Κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό λεξικό», επιστημονική επιμέλεια: Βασίλης Βαμβακάς και Παναγής Παναγιωτόπουλος, εκδόσεις Επίκεντρο, Οκτώβριος 2014

Η Κομπανία ηχογράφησε ζωντανά τον δεύτερο δίσκο «Μια βραδιά στο Αλσος με την ΟΠΙΣΘΟΔΡΟΜΙΚΗ». Η έντονη απασχόληση δημιούργησε ανάγκες εξειδίκευσης και συγκεντρωτισμού. Σχηματίστηκε μικρότερος πυρήνας διαχείρισης και αποφάσεων. Οι «Κομπανίες» πανελλαδικά είχαν γίνει μόδα. Ο παλιός πυρήνας περιόδευσε την άνοιξη του 1983 με τον Σαββόπουλο σε όλη την Ελλάδα, πριν την κυκλοφορία του δίσκου «Τραπεζάκια έξω» και η περιοδεία κατέληξε στη συναυλία στο Παλαί ντε Σπορ στην επέτειο των 20 χρόνων από το 114. Τον Σεπτέμβριο συμμετείχαν στην κορυφαία συναυλία στο Ολυμπιακό Στάδιο. Ο Αλέκος Πατσιφάς παρήγγειλε στον Σφακιανάκη κι άλλους δίσκους με το δυναμικό της Κομπανίας. Ηχογραφήθηκε σε στούντιο ο δίσκος «Ελευθερία Αρβανιτάκη 12 λαϊκά τραγούδια» με τη σύμπραξη της Κομπανίας και άλλων προσκεκλημένων φίλων μουσικών. Ακολούθησε σύμπραξη σε συναυλία στον Λυκαβηττό, με τον Μανώλη Αγγελόπουλο και την Ελένη Βιτάλη, που διοργάνωσε το περιοδικό «Ντέφι». Οι εμφανίσεις σε όλη την Ελλάδα συνεχίστηκαν και επεκτάθηκαν και στο εξωτερικό (Αμερική, Αγγλία). Τα μέλη κλήθηκαν στις τηλεοπτικές εκπομπές του Γιώργου Παπαστεφάνου και στη συχνότητα του Β' Προγράμματος από τη Σοφία Μιχαλίτση. Η κούραση και οι προστριβές του σχήματος εντάθηκαν με την ηχογράφηση του τρίτου δίσκου που ήταν νέο πρωτογενές υλικό. Η μετάβαση των μελών από εκτελεστές-ερμηνευτές σε δημιουργούς διέβρωσε τις σχέσεις της ομάδας. Τρίτη διαδοχική χειμερινή σεζόν στο Αλσος. Η κυκλοφορία του δίσκου «Στη μέση της Κομπανίας» βρήκε την ομάδα υπό διάλυση. Εμφανίστηκαν ως αντίπαλο δέος στο δισκογραφικό προσκήνιο, αλλά και την Αθήνα, «Τα παιδιά από την Πάτρα» με το ρεπερτόριο του τζουκ μποξ της επαρχίας. Οι διαφορετικές ενηλικώσεις των μελών της ομάδας ζητούσαν προσωπική έκφραση, και το 1985 η Οπισθοδρομική Κομπανία διαλύθηκε. Αγγελος Σφακιανάκης

Νοέ μβριος 2014

Ευχαριστούμε τον Αγγελο Σφακιανάκη για την παραχώρηση των φωτογραφιών



Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου

53

Νοέ μβριος 2014

Η Κατερίνα, η Ελευθερία και η Ελένη Πριν από την Ελευθερία ήταν η Κατερίνα. Ποια Κατερίνα; Η Κατερίνα Σχινά, δημοσιογράφος και συγγραφέας. Μάλιστα το πρόσφατο βιβλίο της «Καλή και ανάποδη: Ο πολιτισμός του πλεκτού» είναι από τα πιο πολυσυζητημένα του τελευταίου καιρού. Ποια Ελευθερία; Μα, η γνωστή σε όλους Ελευθερία Αρβανιτάκη, η δακτυλογράφος-τραγουδίστρια όπως τη χαρακτήρισε το 1981 ο Διονύσης Σαββόπουλος. Η Ελευθερία προστέθηκε το '79 στην Οπισθοδρομική Κομπανία, αλλά πριν από εκείνη τον ρόλο της γυναίκας τραγουδίστριας τον κρατούσε επάξια η Κατερίνα Σχινά. Οσο για την Ελένη, μην ψάχνετε πια να τη βρείτε στα μουσικά στέκια. Η Ελένη Καλαντζοπούλου, αδελφή του συνθέτη Παναγιώτη Καλαντζόπουλου, που «έμαθε κλαρίνο αφού έφυγε από το ωδείο, ακολουθώντας την οικογένεια των Σουκαίων σε λαϊκά κέντρα της εθνικής οδού και σε άλλα πανεΐρια», σύμφωνα με τα λεγόμενα και πάλι του Σαββόπουλου, έχει επιλέξει να είναι μητέρα και σύζυγος. Τώρα πια ζει ήρεμα με τα παιδιά της και τον σύζυγό της (καθηγητής της Νομικής στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας) και για εκείνη το κλαρίνο είναι μια παλιά και ενδεχομένως ξεχασμένη ιστορία. Για την Ελένη όμως εκείνης της εποχής μιλά και ο Αγγελος Σφακιανάκης (φωτογραφίες αριστερά). Ο τελευταίος θυμάται: «Την Ελένη τη συνάντησα τυχαία μια μέρα στο Μοναστηράκι ενώ έπαιζε μουσική στον δρόμο με δύο συμμαθήτριές της. Μου άρεσε η τρέλα της και πιάσαμε κουβέντα. Η επόμενη συνάντηση ήταν στην πρόβα μας». Κάπως έτσι γίνονταν τα πράγματα με την Οπισθοδρομική Κομπανία. Αυθόρμητα, από ένστικτο. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο γνώρισαν την Ελευθερία Αρβανιτάκη. Ενώ βρίσκονταν για περιοδεία στη Σκόπελο, ο Αγγελος την άκουσε να τραγουδά με την παρέα της και μαγεύτηκε. Λίγο αργότερα έγινε η βασική τραγουδίστρια της παρέας και σήμερα είναι μία από τις καλύτερες ελληνικές φωνές. Η υπόλοιπη σύνθεση της Κομπανίας διαμορφώθηκε νωρίτερα από τον Αγγελο Σφακιανάκη, που είχε και την αρχική ιδέα, και τον Γιάννη Εμμανουηλίδη. Οι δυο τους αλώνιζαν στα στενά των Πατησίων τη δεκαετία του '60, έκλειναν με καβαλέτα την Πάρου -που ήταν τότε χωματόδρομος-, έπαιζαν μπάλα και μάθαιναν τα πρώτα τους ακόρντα. Beatles, Stones, Αnimals τέτοια πράγματα. Αργότερα ο Αγγελος ασχολήθηκε με το θέατρο, συμμετείχε σε θεατρικές ομάδες και στο ελεύθερο θέατρο, ενώ μαζί με τους συμφοιτητές του ίδρυσε τη Θεατρική

Λέσχη Βόλου. Εκεί απέκτησε και τις πρώτες του εμπειρίες σχετικά με την ομαδική δουλειά και τη διαχείριση χρόνου και χρημάτων που αργότερα του φάνηκαν εξαιρετικά χρήσιμες με την Κομπανία. Η ιδέα είχε αρχίσει να σχηματοποιείται. Μια ομάδα νέων μουσικών, που θα γύρναγε στις ταβέρνες και θα έπαιζε ρεμπέτικα. Εκείνο το διάστημα ο Γιάννης Εμμανουηλίδης έρχεται στην Ελλάδα από την Ιταλία όπου σπούδαζε στη Σχολή Καλών Τεχνών και περνάει από τον Βόλο πηγαίνοντας για Σκόπελο. Ο Αγγελος τον φιλοξενεί και ένα βράδυ παίρνουν στα χέρια τα όργανα και παίζουν Βαμβακάρη. Μπουζούκι ο Γιάννης, κιθάρα ο Αγγελος· η πρώτη πρόβα της Οπισθοδρομικής Κομπανίας ήταν γεγονός κι ας μην το είχε ακόμα φανταστεί κανείς. Οπως παραδέχεται ο Αγγελος, δυσκολεύτηκε να πείσει τους υπόλοιπους φίλους του να ακολουθήσουν την ιδέα του. Στην παρέα είχε προστεθεί ο Κώστας Χρηστίδης, η Θέκλα Τσελέπη και ο Μανώλης Κουτουρέλης, με τους οποίους βρίσκονταν συχνά και έπαιζαν παλιά ρεμπέτικα. Λίγο καιρό αργότερα, η παρέα ντύθηκε με παλιά σακάκια, καπέλα, γιλέκα και... μπλου τζην και έπαιζε ρεμπέτικα σε ταβέρνες. «Τότε ήταν που γνωρίσαμε και τον Στράτο Στρατηγόπουλο. Από το 1979 ήμασταν ο Στράτος στην κιθάρα, ο Γιάννης στο μπουζούκι, και εγώ στον μπαγλαμά», θυμάται ο Αγγελος. Με αυτή τη σύνθεση τους είδε ο Μάνος Λοΐζος, ενθουσιάστηκε και τους πρότεινε να βγάλουν δίσκο. Η συνεργασία δεν απέδωσε καρπούς εξαιτίας της αντίρρησης του Μάτσα, αλλά δύο μήνες αργότερα μια άλλη τυχαία γνωριμία άλλαξε τα δεδομένα της Οπισθοδρομικής Κομπανίας. Ενα βράδυ, ενώ έπαιζαν στην ταβέρνα του Κρητικού, τους άκουσε ο Διονύσης Σαββόπουλος. Τους κέρασε και τους ζήτησε να συναντηθούν. Τους ανακοινώνει ότι ετοιμάζει ένα πρόγραμμα στον Σκορπιό, στο οποίο επιθυμεί να αλλάζει κάθε 20 μέρες το πρώτο μέρος, και τους λέει ότι θέλει να συνεργαστούν. Τα πράγματα είχαν αρχίσει πια να παίρνουν το δρόμο τους. Εκείνο το καλοκαίρι του '79 η Ελευθερία τραγουδάει με τους φίλους της «Βαρέθηκα τον κόσμο πια/καλογριά θα γίνω» και αυτόματα ο Αγγελος της ζητάει συνεργασία. «Για να την πείσω να έρθει μαζί μας της 'πουλάω' τη συνεργασία με τον Σαββόπουλο και ας μην έχει ακόμα κλείσει. Ευτυχώς πείθεται». Η συνεργασία με τον Σαββόπουλο άφησε εποχή στην αθηναϊκή νύχτα και η Οπισθοδρομική Κομπανία είχε τόση επιτυχία, που ρισκάρει και παίρνει το μαγαζί πάνω της κάθε Δευτέρα και Τρίτη. Η επιτυχία δίπλα στον Σαβ-

βόπουλο συνεχίζεται και στην περιοδεία του σε όλη την Ελλάδα, που ξεκινούν από τρίτο όνομα και καταλήγουν να ξεσηκώνουν το κοινό όπου τραγουδούν. Η δυναμική τους είναι πια τόσο μεγάλη που ο κόσμος αναζητά τις εμφανίσεις τους. Συνεχίζουν να παίζουν στις ταβέρνες, αλλά έχουν πια και αγαπημένα στέκια όπως η Ξανθή και αρχίζουν να συζητούν για τον πρώτο τους δίσκο. Στο σημείωμα του δίσκου τους «Στης Ξανθής, στο Αιγινήτειο, στο Π.Ν. Αρματαγωγόν» έχουν επιλέξει να δημοσιεύσουν τον πρόλογο που έκανε ο ίδιος ο Σαββόπουλος πριν από την εμφάνισή τους στις Γιορτές των Βράχων τον Σεπτέμβριο του 1981, κείμενο που δείχνει ακριβώς την παρεΐστικη διάθεση της ομάδας, που διατηρήθηκε μέχρι το τέλος. «Να 'τοι! Είναι ο Στράτος Στατηγόπουλος, κιθάρα και φωνή. Ο Γιάννης Εμμανουηλίδης, μπουζούκι και φωνή. Ο Αγγελος Σφακιανάκης, μπαγλαμά, τουμπελέκι και φωνή. Οι τρεις τους αποτέλεσαν τη βάση της Οπισθοδρομικής Κομπανίας το '78. Προσετέθη το '79 η δακτυλογράφος-τραγουδίστρια Ελευθερία Αρβανιτάκη, τώρα πια μόνο τραγουδίστρια και σκέτη Ελευθερία. Το τελευταίο καλοκαίρι η Κομπανία πλουτίστηκε από την Ελένη Καλαντζοπούλου, η οποία έμαθε κλαρίνο αφού έφυγε από το ωδείο, ακολουθώντας την οικογένεια των Σουκαίων σε λαϊκά κέντρα της εθνικής οδού και σε άλλα πανεΐρια, για να 'ρθει εντέλει στην Κομπανία προς αγαλλίαση των μελών της, που ελπίζω να τη συμμεριστείτε. Επίσης, ο Λάμπρος Καρελάς, ακορντεονίστας, τραγουδιστής και χορευτής, που μεταπήδησε από το Λύκειο Ελληνίδων προτιμώντας τις Ελληνίδες εν γένει. Πιο καινούργιο μέλος της Κομπανίας είναι ο Θανάσης Μπόμπορας, μπουζούκι, που κατέπλευσε το φθινόπωρο. Οπως βλέπετε, η Οπισθοδρομική Κομπανία αυξάνεται και πληθύνεται αλματωδώς και ελπίζω σύντομα να είστε όλοι μέλη αυτής της εκτυφλωτικής συντροφιάς, και ως τότε καλή αντάμωση». Από εκεί και πέρα η ιστορία είναι λίγο ως πολύ γνωστή. Η Οπισθοδρομική Κομπανία έφερε στην αθηναϊκή σκηνή τη ζωντάνια και τη χαρά που της έλειπε. Σε ένα περιβάλλον σοβαροφάνειας η παρέα απενοχοποίησε το κέφι, το γλέντι, το πανηγύρι, το διονυσιακό στοιχείο. Επαιζαν ρεμπέτικα χωρίς να είναι κολλημένοι σε αυτά· έπαιζαν και τα σκυλάδικα της εποχής. Ηθελαν ο κόσμος να πιάνεται χέρι-χέρι και να χορεύει, να βιώνει τη λύτρωση του ελληνικού χορού, τη λύτρωση του πανηγυριού. Το ήθελε και το κατάφερε. Μέχρι το 1985 -οπότε διαλύθηκε επίσημα- ξεσήκωνε τους Ελληνες, την ίδια ώρα που τα μέλη κάθονταν κάτω για να μη δείχνουν υπερόπτες και υπεράνω. Το στοίχημα είχε κερδηθεί.



Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφίες: Δέσποινα Γκιλίτση

55

Νοέ μβριος 2014

Σε φόντο… μαύρο Μιλώντας για την ελληνική θεατρική σκηνή, σε ένα πράγμα μπορούμε να συμφωνήσουμε. Εχουμε πολλούς και καλούς ηθοποιούς. Αρκετοί -αν όχι οι περισσότεροι- δεν είναι γνωστοί στο ευρύ κοινό. Οι θεατρόφιλοι όμως τους ξέρουν καλά. Ο Μιχάλης Οικονόμου, ο Γιάννης Κλίνης και ο Αργύρης Πανταζάρας είναι τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα που το ταλέντο συναντά την αφοσίωση σε αυτό που αγαπούν. Τους συναντώ στο ανακαινισμένο θέατρο Πόρτα λίγο πριν την πρεμιέρα του «Σλάντεκ» του Εντεν φον Χόρβατ, στο οποίο πρωταγωνιστούν στο πλευρό άλλων άξιων συναδέλφων τους, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά. Ακρως ενδιαφέρον και επίκαιρο έργο, γραμμένο στη μεσοπολεμική Γερμανία του 1929, λίγο πριν από την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία. Ο Σλάντεκ είναι ένας νέος χωρίς σταθερές. Ενας νέος σε αναζήτηση προσανατολισμού μέσα σε μία κοινωνία που μαστίζεται από την κρίση. Ενας νέος που εντάσσεται στον Μαύρο Στρατό, μία φασιστική ομάδα που εκτρέφει δολοφόνους στο όνομα της Μεγάλης Γερμανίας. «Εκείνη την εποχή υπήρξαν παιδιά που δεν ήξεραν τι σημαίνει ειρήνη. Αυτές οι εποχές αμφίβολης σταθερότητας δημιουργούν μία μεγαλύτερη ανάγκη να ανήκεις κάπου. Κι αυτή η ανάγκη πολλές φορές σε παραπλανεί και σε οδηγεί σε σκοτεινά μονοπάτια», σχολιάζει ο Μιχάλης. «Ο Σλάντεκ είναι ένα άτομο το οποίο καίγεται μέσα στη σκέψη του. Ζυγίζει όλη την ώρα και το μεν και το δε, με αποτέλεσμα να μην έχει κάποια βάση», παρατηρεί ο Αργύρης και ο Γιάννης προσθέτει: «Από τη μία δολοφονεί ως μέλος του Μαύρου Στρατού και την ίδια στιγμή αντιδρά ως άτομο και φωνάζει να σταματήσουν». «Θα μπορούσαμε να τον χαρακτηρίσουμε έναν θετικό ήρωα;» αναρωτιέμαι. «Πόσο θετικό μπορεί να είναι ένα καράβι χωρίς μηχανή στη μέση του ωκεανού, που πηγαίνει όπου το πάνε τα κύματα;» μου επιστρέφει την ερώτηση ο Γιάννης για να σημειώσει αμέσως μετά: «Υπάρχει όμως κάτι θετικό. Ονειρεύεται. Οταν βρίσκεται μόνος του στην ακροθαλασσιά, λέει 'τι καλά που θα ήταν να είμαι ψάρι να κολυμπήσω μόνος μου εκεί που θέλω!’». «Το έργο σκιαγραφεί μία πολύ σκοτεινή εποχή. Σου δείχνει όλες τις αποχρώσεις των ανθρώπων που υπάρ-

χουν σε αυτό το σκοτεινό πεδίο. Δηλαδή όλες τις αποχρώσεις του μαύρου και μία μόνο φωνή ειρήνης που είναι ο Φραντς», μου εξηγεί ο Μιχάλης κι εγώ ζητάω από τους τρεις τους να μου μιλήσουν για τους ρόλους τους. Ο Αργύρης υποδύεται τον μοναδικό ίσως φωτεινό -κατά κάποιο τρόπο- ήρωα του έργου. «Ο Φραντς είναι ένας ειρηνιστής ο οποίος τάσσεται κατά των παλιών δυνάμεων. Εχει πολύ δυνατό αίσθημα ευθύνης για τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά. Με αυτόν τον τρόπο θέλει να υπερασπιστεί τα πιστεύω του. Εισάγει μία άλλη μορφή πολιτικής δράσης που προϋποθέτει αρχικά να είσαι συνειδητοποιημένος», μου λέει. Ο Μιχάλης ερμηνεύει τέσσερις ρόλους, που σύμφωνα με την επιθυμία του ίδιου του συγγραφέα πρέπει να τους υποδυθεί ο ίδιος ηθοποιός. «Είναι η επίσημη εξουσία από πλευράς γερμανικού κράτους. Ενας πολιτικός γραμματέας, ένας δικαστής, ένας επιθεωρητής κι ένας αστυφύλακας. Και μέσα από αυτούς τους ήρωες αποκαλύπτονται και πτυχές της κρυφής ατζέντας του επίσημου τότε γερμανικού κράτους, που διατηρούσε, κάτω από το τραπέζι, σχέσεις στοργής με τον Μαύρο Στρατό», παρατηρεί. Ο Γιάννης ζωντανεύει στη σκηνή ένα μέλος του Μαύρου Στρατού, που είναι πολύ κοντά στον λοχαγό. «Εχει πολύ ισχυρά πιστεύω, έχει στόχο, είναι λογικός και περισσότερο μορφωμένος σε σχέση με τους υπόλοιπους. Οταν η επίσημη εξουσία δηλώνει την επιθυμία της να διαλύσει τον Μαύρο Στρατό, εκείνος αποδέχεται τη διάλυσή του. Εχει την ψυχραιμία να αποχωρήσει για να υπάρξει αργότερα», μου τονίζει. Τους ρωτάω πού βρίσκουν τις αντιστοιχίες της Γερμανίας εκείνης της εποχής με την Ελλάδα του σήμερα. «Οι ήρωες μέσα στο έργο εκφράζουν πολύ καθαρά το θέλω τους. Εχουν έναν στόχο και παλεύουν για κάτι. Αισθάνομαι ότι σήμερα δεν έχουμε κάποιον στόχο», μου απαντά ο Γιάννης και ο Αργύρης σπεύδει να συμφωνήσει: «Αυτό που διακρίνω εγώ όσον αφορά το σήμερα δεν είναι μία άνοδος του ναζισμού, αλλά σίγουρα μία σύγχυση των ιδεών. Κανένας δεν ξέρει προς τα πού να κάνει το πρώτο βήμα». «Το ζητούμενο είναι να συνειδητοποιήσεις τη θέση σου μέσα στην κοινωνία. Κι αυτό έχει να κάνει με το τι πάστα ανθρώπου είναι ο καθένας, αλλά και με τις αξίες

με τις οποίες μεγάλωσε. Το ότι δεν υπάρχουν αυτές οι αξίες είναι ευθύνη όλων μας», σχολιάζει ο Μιχάλης. Η συζήτησή μας φτάνει στον σκηνοθέτη της παράστασης, τον Δημήτρη Καραντζά, που κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος στην αθηναϊκή θεατρική σκηνή. «Υπάρχει μία ανάγκη στην Ελλάδα να μιλάμε για γεννήσεις νέων αστεριών, για ηθοποιούς-θαύμα, για σκηνοθέτες-θαύμα. Αυτό δεν με ενδιαφέρει καθόλου», μου λέει ο Γιάννης χωρίς να υποτιμά καθόλου τις ικανότητες και το ταλέντο του Δημήτρη. Αλλωστε είναι η τρίτη φορά που συνεργάζεται μαζί του. «Το καλό με τον Δημήτρη είναι ότι ανακαλύπτει μαζί μας πράγματα κατά τη διάρκεια των προβών. Δεν έρχεται με έτοιμες λύσεις. Κι ο ίδιος θα πει για κάτι 'δεν ξέρω τι θα κάνω… θα δούμε…’. Η αμηχανία είναι η απόλυτη ελευθερία για μένα», προσθέτει. «Εχει να κάνει με το πώς ανανεώνει τον τρόπο της αφήγησής του, έτσι ώστε να μετακινείται κάτι μέσα στον θεατή», υπογραμμίζει ο Μιχάλης και ο Αργύρης, ο οποίος δουλεύει για πρώτη φορά με τον Καραντζά, επισημαίνει από την πλευρά του: «Ως θεατής, αυτό που παρατηρούσα και με έκανε να τον αγαπήσω είναι ότι έβλεπα πάντα μία συνέπεια στον τρόπο που προσεγγίζει και ανακαλύπτει τα έργα. Υπάρχει μία τρομερή φροντίδα απέναντι στο έργο του και σε όλο τον θίασο». Στο φινάλε μοιραζόμαστε σκέψεις για το θέατρο. Το θέατρο που αγαπάμε, το θέατρο που ονειρευόμαστε. «Τα νοηματικά μας όπλα πάνω στη σκηνή είναι μία σελίδα χαρτί και ο ρόλος που υπηρετούμε. Με αυτόν τον τρόπο οραματίζομαι ένα θέατρο που υπηρετεί το νόημα του κάθε έργου και της κάθε στιγμής», μου λέει ο Αργύρης. Για τον Μιχάλη η υποκριτική είναι μια σκοτεινή σπηλιά. «Κατά τη διαδικασία της πρόβας προσπαθείς να ισορροπήσεις διάφορα στοιχεία χωρίς να ξέρεις πού ακριβώς πηγαίνεις. Χρειάζεται να προσθέτεις με προσοχή τα στοιχεία της κάθε μέρας και ίσως βγεις κάποια στιγμή σε κάποιο ξέφωτο». Αφήνω τον επίλογο στον Γιάννη. «Δεν ξέρω να σου πω τι θέατρο ονειρεύομαι», μου λέει. «Υπάρχει πολύ έντονη η ματαιοδοξία στο θέατρο. Θα ήθελα όσο το δυνατόν να αγαπάμε το θέατρο το ίδιο και όχι το εγώ μας μέσα από το θέατρο».


56


Κείμενο: Στάθης Δράκος

57

Νοέ μβριος 2014

Ενας απρόθυμος ποιητής

Η τέχνη είναι ζωντανή. Αλλάζει με τον χρόνο, επηρεάζεται από τις κοινωνικές αλλαγές, παίρνει ζωή από τους ανθρώπους της και κάθε φορά που τα πράγματα γύρω γίνονται δύσκολα, η τέχνη είναι αυτή που καταφέρνει με έναν αφοπλιστικό τρόπο να δώσει το απαραίτητο οξυγόνο. Τόσο στους ίδιους τους καλλιτέχνες, όσο και στους απλούς ανθρώπους. Αυτούς που δεν χορταίνουν τη σκέψη που σου προκαλεί ένα έργο τέχνης, ένας πίνακας, ή μία ρίμα. Η ραπ είναι ίσως η πιο σύγχρονη μορφή του καθαρόαιμου λαϊκού τραγουδιού. Αυτού που δεν παράγεται σε κανένα ωδείο, σε κανένα μέγαρο και για να μην υποπέσουμε σε κάποιον ανακριβή παραλληλισμό, σε κανένα νυχτερινό κέντρο διασκέδασης. Μ’αρέσει να αποκαλώ τους δημιουργούς της, «αστικούς ποιητές». Οχι για κανέναν άλλο λόγο, αλλά ίσως γιατί λίγοι είναι πλέον αυτοί που ενδιαφέρονται να μιλήσουν για τα κοινωνικά ζητήματα που προκαλεί η τόσο γρήγορη και ορισμένες φορές απάνθρωπη αστική ζωή. Βρεθήκαμε με έναν αγαπημένο μου καλλιτέχνη, έναν από τους πρώτους αστικούς ποιητές που γνώρισα, λίγο αργά ομολογουμένως, μια και η επαφή μου με τη σκηνή αυτή ήταν μηδαμινή μέχρι πρότινος. Ηταν μεγάλη η χαρά μου που θα άκουγα λεπτομέρειες για τη ραπ που γνώρισα και αγάπησα πρόσφατα από έναν άνθρωπο που την πρεσβεύει καθημερινά και με έναν μοναδικό τρόπο. Ο Νικόλας έχει γίνει γνωστός ως Μόνιμος Κάτοικος και αν μη τι άλλο, έχει κάτι να πει. Εμένα τουλάχιστον μου είπε. Τον άκουσα προσεκτικά όταν οδηγούσα,

όταν ξάπλωνα, όταν νυχτοπερπάτησα στο κέντρο της πόλης, και πάντα κατάφερνε να με κάνει να σκεφτώ. Κάποιες φορές συμφώνησα, άλλες όχι. Γοητεία το λες. Γιατί στο τέλος με κέρδιζε. «Η ραπ έχει αμεσότητα, ωμότητα και κυνισμό. Βασίζεται στον στίχο και στα βιώματα του εκάστοτε MC (ράπερ) και οφείλει να είναι ντόμπρα. Εχει, συνήθως, εύκολη μουσική, αλλά στίχους που γράφονται από ανθρώπους που ίσως να μην έχουν βγάλει ούτε το γυμνάσιο και παρόλα αυτά, πολλές φορές είναι αριστουργήματα. Η ραπ μιλάει - και μιλάει πολύ. Εκφράζει τις κατώτερες και μεσαίες τάξεις και τον καθημερινό άνθρωπο. Στον χώρο μας, υπάρχει περισσότερη ενότητα. Οχι σπουδαία πράγματα, αλλά υπάρχει. Βέβαια, το ζήτημα της αλληλεγγύης και της συντροφικότητας είναι περισσότερο διάχυτο στη ραπ με πολιτικές προεκτάσεις και συγκεκριμένα στη ραπ που αρθρώνει πολιτικό λόγο». Για να φύγει από μέσα μου η απορία, το πρώτο πράγμα που τον ρώτησα ήταν αν εκείνος θεωρεί την τέχνη του ποίηση ή μουσική. Ή και τα δύο. «Αυτό που κάνω είναι να γράφω στίχους και να 'μαγειρεύω' ήχους και μελωδίες. Δεν ξέρω να γράφω μουσική, όπως δεν ξέρω να γράφω ποιήματα. Μακάρι να ήξερα, θα ήταν σπουδαία», μου απάντησε σχεδόν κάθετα. Ποιος άλλωστε θα αποκαλούσε τον εαυτό του ποιητή; Πιστεύω πως γνωρίζω αρκετούς, αλλά οι περισσότεροι δεν το παραδέχονται. Αγαπάει τη ραπ και απεύχεται να σταματήσει να γράφει για αυτά που τον βασανίζουν. Τον βασανίζουν τα θέματα του έρωτα; Η αναφορά στην αγάπη

υπάρχει παντού στις τέχνες. Σχεδόν έχει κουράσει. «Δυστυχώς, είμαι ένας από αυτούς που θεωρούν την τέχνη που ασχολείται αποκλειστικά και μόνο με τον έρωτα εντελώς ρηχή και επιφανειακή», μου απάντησε. «Εχω πολύ ιδιαίτερη σχέση με τη μουσική και συγκεκριμένα τρέφω έναν ξεχωριστό έρωτα για αυτήν, ο οποίος δεν μου επιτρέπει να γράψω για άλλους έρωτες και για λουλούδια. Βέβαια, κατανοώ πως είναι αναγκαίο να υπάρχει και αυτού του είδους η προσέγγιση της τέχνης. Αρκεί βέβαια, αυτό να γίνεται αριστοτεχνικά (βλ. Βαγγέλης Λιάρος, Μάνος Λοΐζος)». Και κλείσαμε τη συζήτηση όπως ακριβώς την αρχίσαμε, μιλώντας δηλαδή για το κατά πόσο ο αστικός βίος αποτελεί όντως πηγή έμπνευσης ή όχι. Η απάντηση στο κεφάλι μου ήταν δεδομένη και προφανής, αλλά δεν είναι λίγες οι φορές που ένας δημιουργός σε ξαφνιάζει. «Αγαπώ την πόλη αλλά πιο πολύ αγαπώ την επαρχία και τη φύση. Με εμπνέουν και τα δύο, αλλά πιστεύω πως τα περισσότερα ερεθίσματα τα δέχομαι στο αστικό τοπίο. Εχει μια ρομαντική βρομιά, μια ευγενική υποκουλτούρα και παρακμή που με δελεάζει και μου ρουφάει το μυαλό. Πεθαίνω από τον ρυθμό της Αθήνας και μισώ την καθημερινότητά της, αλλά δεν μπορώ μακριά της. Με άλλα λόγια, ωραίο το μικρό σπίτι στο λιβάδι, αλλά ωραίο και το μικρό δώμα στην Πατησίων». Κάπως έτσι χαιρετηθήκαμε, με τις δικές μου απορίες να έχουν λυθεί και τη δική του μουσική να «κρίνεται» πλέον στον στίχο. Είναι ωραίο να ακούς την αλήθεια στη μουσική. Και εδώ την αλήθεια την βλέπεις. Παντού.


58


Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφίες: Δέσποινα Γκιλίτση

59

Νοέ μβριος 2014

Το άλλο μισό του Μάκβεθ Υπάρχουν ηθοποιοί που απλά υπάρχουν πάνω στη σκηνή και ηθοποιοί που σε ηλεκτρίζουν με έναν απροσδιόριστο τρόπο. Η Κωνσταντίνα Τάκαλου ανήκει σίγουρα στη δεύτερη κατηγορία. Αν έχεις δει τη «Φρίντα», τη “Marilyn”, τη “Hannele”, το «Μεφίστο», με καταλαβαίνεις… Είχε την τύχη να συνεργαστεί στην αρχή της καριέρα της με τον Θόδωρο Τερζόπουλο και το θέατρο Αττις. «Με επηρέασε πάρα πολύ στο ξεκίνημά μου, όπως θα επηρέαζε οποιοδήποτε παιδί ο δάσκαλός του. Πάνω απ’ όλα όμως με επηρέασε ως άνθρωπο. Τι θέλω από αυτή τη δουλειά, τι με κάνει χαρούμενη», μου εξομολογείται. Το πέρασμά της από το Θεσσαλικό Θέατρο λίγα χρόνια αργότερα της χάρισε σημαντικούς ρόλους σε σπουδαία έργα. «Ολεάννα», «Γλάρος», «Το ημερολόγιο της Αννας Φρανκ»… Το κοινό της Αθήνας θα αργήσει να την ανακαλύψει. Τα τελευταία χρόνια όμως οι θεατρόφιλοι πίνουν νερό στο όνομά της. Και όχι άδικα. Τη συναντώ στο Από Μηχανής θέατρο σε εντατικές πρόβες για τον «Μάκβεθ» του Σαίξπηρ, που κάνει πρεμιέρα την 1η Δεκεμβρίου, σε σκηνοθεσία του ανερχόμενου Θάνου Παπακωνσταντίνου. Η Κωνσταντίνα υποδύεται τη Λαίδη Μάκβεθ στο πλευρό του Ακι Βλουτή. «Ηταν από τους ρόλους που ονειρευόσουν;» τη ρωτάω. «Οταν μου έκανε την πρόταση ο Ακις χάρηκα πάρα πολύ. Δεν σκέφτομαι ρόλους. Σκέφτομαι συνεργασίες. Ο συνδυασμός του Ακι με τον Θάνο με αφορούσε πολύ», μου απαντά. Η παράσταση εστιάζει στη σχέση του Μάκβεθ με τη σύζυγό του. «Η Λαίδη Μάκβεθ είναι αυτή που καθιστά τον Μάκβεθ τραγικό ήρωα. Δεν την αντιμετωπίζω ως μία κακιά γυναίκα. Είναι έτσι καμωμένη για να είναι αυτός φωτισμένος με αυτόν τον τρόπο», μου εξηγεί η Κωνσταντίνα και συνεχίζει: «Λέει κάποια στιγμή στον Μάκβεθ: 'Ξέρω ότι θα το κάνεις. Αλλά η φύση σου είναι τόσο θηλυκή, που σε κάνει να μην είσαι καν εκεί'. Οσο πηγαίνει ο Μάκβεθ προς το άλλο φύλο, άλλο τόσο πηγαίνει κι αυτή». Ο Μάκβεθ και η Λαίδη Μάκβεθ είναι δύο πρόσωπα σε ένα, σύμφωνα με τη σκηνοθετική προσέγγιση του Θάνου Παπακωνσταντίνου. «Εχουμε μία ταυτοπροσω-

πία», μου επισημαίνει η Κωνσταντίνα. «Ο Μάκβεθ δεν πηγαίνει στον φόνο για να δει τι είναι ο φόνος. Είναι ένας πολεμιστής που έχει σκοτώσει πάρα πολλούς στην μάχη. Είναι όμως άλλο πράγμα το σκοτώνω στη μάχη και άλλο το σκοτώνω για την εξουσία. Στο τέλος λέει 'σκότωσα τον φόβο μου'. Δεν μιλάει για τον φόβο να κάνει το έγκλημα, αλλά για τον φόβο της γνώσης. Τι υπάρχει πίσω από αυτό; Αντε σκοτώνεις και παίρνεις την εξουσία. Τι υπάρχει πίσω από αυτό; Αυτό το ταξίδι στη γνώση δεν θα μπορούσε να το κάνει χωρίς τη βοήθεια της Λαίδης Μάκβεθ». Η παράσταση αντιμετωπίζει το έργο αρχετυπικά. Σαν αρχαία τραγωδία. Αλλωστε οι ήρωες μοιάζουν να έχουν βαθιές επιρροές από τους τραγικούς. Η έμφαση δίνεται σε δύο σημεία. Το ένα είναι το δίπολο ΜάκβεθΛαίδη Μάκβεθ και το δεύτερο το στοιχείο των Μαγισσών. «Η μοίρα και αυτό που μπορείς να κάνεις εσύ για να την μετακινήσεις», παρατηρεί η Κωνσταντίνα. Στο τέλος φυσικά, όπως και στις αρχαίες τραγωδίες, έρχεται η Νέμεσις. «Συνθλίβονται και οι δύο. Ο Μάκβεθ όμως συνθλίβεται με τη γνώση, ενώ αυτή δεν μαθαίνει ποτέ. Δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτόν. Γι’ αυτό τρελαίνεται. Τον οδήγησε εκεί που τον οδήγησε και τώρα δεν έχει κάτι άλλο. Είναι αυτό το 'και μετά τι;'. Είναι μία λούπα η ζωή, οι άνθρωποι… Δεν τελειώνει αυτό. Πεθαίνεις εσύ, κάποιος άλλος γεννιέται, κάποιος άλλος παίρνει την εξουσία». Δεδομένου ότι η σκηνοθετική γραμμή του Θάνου φέρει στοιχεία φορμαλισμού δράττουμε της ευκαιρίας να συζητήσουμε πάνω στον μάλλον παρεξηγημένο όρο. «Εγώ προσωπικά ακόμα κι όταν παίζω ρεαλισμό έχω μία φόρμα. Και λένε πολύ συχνά: 'Η Τάκαλου είναι σωματική ηθοποιός'. Τρελαίνομαι όταν το ακούω αυτό! Τι σημαίνει σωματική ηθοποιός; Ο καθένας έχει ένα σώμα. Εσύ τώρα με ακούς και έχεις πάρει μία συγκεκριμένη στάση. Χρησιμοποιείς μία σωματικότητα για να με ακούς κι εγώ μία σωματικότητα για να σου μιλήσω. Αν αύριο εγώ τη χρησιμοποιήσω στο θέατρο θα πουν ότι είμαι σωματική ηθοποιός κι ότι δεν κάνω ρεαλισμό. Αλλά δεν είναι έτσι… Απλά ο κόσμος δεν παρατηρεί τι συμβαίνει γύρω του. Η ζωή είναι γεμάτη φορμαλισμό», μου τονίζει και αναρωτιέται μεγαλοφώνως: «Ποιοι είναι αυτοί οι ηθοποιοί που δεν είναι σωματικοί; Δηλαδή τι κάνουν; Αφήνουν το σώμα τους στο σπίτι να

κοιμάται και στέλνουν τη φωνή τους στο θέατρο; Εγώ τον φορμαλισμό, όπως τον έμαθα από τον Τερζόπουλο, τον χρησιμοποιώ πάντα, με άλλους τρόπους». Το σχήμα και ο χρόνος στο θέατρο είναι τα δύο πράγματα που την αφορούν πιο πολύ. «Με αφορά να είναι πυκνός ο χρόνος. Να μην είναι τα πράγματα 'νατούρα'. Η ζωή δεν είναι 'νατούρα'. Εμείς φέρουμε στη σκηνή πολύ συχνά ένα πράγμα καθημερινό, το οποίο είναι ευτελές. Πρέπει να έχουμε την αθωότητα της ζωής, την οποία τη χάνουμε πολύ συχνά οι ηθοποιοί. Εγώ αυτό ψάχνω», μου λέει. Η συζήτηση έρχεται στο σήμερα. Στην κρίση, τον συλλογικό θυμό, την θλίψη, τα στάδια που περάσαμε. «Αυτή είναι πια η πραγματικότητα μας και πρέπει να την καταλάβουμε. Οχι να συμβιβαστούμε, αλλά να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε με αυτή», σχολιάζει και προσθέτει: «Δεν καταλαβαίνω όμως τους ανθρώπους που λένε: 'Ε, ναι! Μαζί τα φάγαμε!' ή 'Είχαν φτάσει οι μισθοί πολύ ψηλά!'. Δεν καταλαβαίνω γιατί οι μισθοί των ανθρώπων που δουλεύουν να πηγαίνουν προς τα κάτω και να μην πηγαίνουν προς τα πάνω. Βγαίνουν και λένε: 'Είχαμε μάθει στα πολλά και τώρα με την κρίση μάθαμε να είμαστε ολιγαρκείς'. Μα αυτό θα έπρεπε να είναι επιλογή μου. Να έφτανα σε μία συνειδητοποίηση ότι μπορώ να γίνω αυτό και μπορώ να γίνω και το άλλο. Τώρα δεν έχω επιλογή. Πας και δουλεύεις για 8 ώρες πέντε μέρες την εβδομάδα και παίρνεις 500 ευρώ. Είναι δυνατόν να ζήσεις με 500 ευρώ; Κι από την άλλη βέβαια αναρωτιέμαι πολλές φορές όταν βγαίνω βράδυ και βλέπω γεμάτα τα μαγαζιά αν πράγματι υπάρχει κρίση. Αλλά είμαστε λαός έξω καρδιά κι αυτό μου αρέσει. Αυτό που μας λείπει φυσικά είναι η παιδεία για να αντιμετωπίσουμε αυτή την κρίση». «Προσωπικά δεν μπορώ να σκεφτώ μόνο τον εαυτό μου που δουλεύει φέτος και αμείβεται γι’ αυτό. Σκέφτομαι ότι υπήρχαν χρόνια που δεν αμειβόμουν. Oτι υπάρχουν φίλοι μου που δεν έχουν δουλειά και χρήματα να ζήσουν τις οικογένειές τους», μου εξομολογείται και καταλήγει: «Αυτά δεν μπορώ να τα ξεχάσω πάνω στη σκηνή. Θα μου πεις πώς τα φέρεις; Δεν ξέρω, πάντως προσπαθώ».


Κείμενο: Στάθης Δράκος

60

Φωτιά στα κόκκινα!

Το κόκκινο είναι τα πάντα. Θα μπορούσε να σηματοδοτεί τον έρωτα, να συμβολίσει την ενότητα, την ευτυχία ή ακόμα και την επανάσταση. Ηρθε ο Δεκέμβριος, οπότε το κόκκινο σε πολλούς είναι λογικό να θυμίζει τα Χριστούγεννα και αυτή την ανεξήγητη αγάπη που νιώθουμε για όλο τον κόσμο σχεδόν, όταν καταφτάνουν οι γιορτές. Δεν έμαθα, ούτε θα μάθω για ποιο λόγο η Μαριέττα Φαφούτη επέλεξε να δώσει αυτό το όνομα στη μουσική παράσταση που έχει ετοιμάσει για το Gazarte στις 5 Δεκεμβρίου. Πιθανόν να έχει να κάνει με όλα αυτά που αναφέραμε προηγουμένως, πιθανώς και όχι. Ενα είναι το σίγουρο. Πως εκείνη την Παρασκευή, όλοι οι δρόμοι οδηγούν στο Γκάζι, στην πλατεία Κεραμεικού. Και πως οι γιορτές φέτος θα ξεκινήσουν με τον πιο όμορφο τρόπο. Για το κορίτσι αυτό δεν μπορώ να μιλήσω υποκειμενικά. Αλίμονο αν το έκανα. Οποιος έχει τύχει να τη γνωρίσει προσωπικά είμαι σίγουρος ότι νιώθει το ίδιο ακριβώς. Εχει καταφέρει μέσα από τη μουσική της, τους στίχους της, την ατμόσφαιρα των συναυλιών της, αλλά

και της στάσης της για τη ζωή να θέσει το όνομά της δίπλα σε λέξεις όπως αισιοδοξία, αλληλεγγύη, φως. Το ακούμε και το διαβάζουμε παντού και σίγουρα δεν είναι τυχαίο. Για το Gazarte επίσης δεν μπορώ να μιλήσω αντικειμενικά, αν και δε χρειάζεται. Η πιο κλασική, jazz, αλλά και εναλλακτική πλευρά της παγκόσμιας σκηνής παρελαύνει από τη σκηνή αυτή κατά τις τελευταίες σεζόν, ενώ το χριστουγεννιάτικο πρόγραμμα που ετοιμάζει για εμάς κάθε χρόνο εντυπωσιάζει ακόμα και τον πιο απαιτητικό ακροατή, δημιουργώντας ένα κλίμα ζεστασιάς που μόνο με εκείνο που νιώθεις στο στολισμένο σπιτικό σου μπορεί να συγκριθεί. Εγινα πάλι υποκειμενικός, το ξέρω. Αλλά αν δεν έχεις περάσει κάποια από τα βράδια των Χριστουγέννων σου κάτω από αυτή τη σκηνή, θα σου πρότεινα να το κάνεις. Θα αντιμετωπίσεις σίγουρα κάτι παραπάνω από αυτό που θα περίμενες, ακόμα και αν ήσουν δύσπιστος αρχικά, ή ακόμα και αν δεν είσαι πολύ φαν της μουσικής ταυτότητας του χώρου.

Επιστρέφουμε στη Μαριέττα. Εχουμε καιρό να τη δούμε σε κάποιο live στην Αθήνα. Από την καλοκαιρινή της συναυλία στον Κήπο του Μεγάρου. Θα μου πεις, δεν πάει και τόσο καιρός. Σε ένα διάστημα τεσσάρων μηνών, δεν θα είχαμε κάτι καινούργιο να περιμένουμε από έναν συνηθισμένο καλλιτέχνη. Δεν ισχύει όμως το ίδιο και στην περίπτωση της Φαφούτη. Πέρα από τα singles τα οποία έχει τύχει να ακούσουμε είτε στο ραδιόφωνο, είτε σε κάποια τηλεοπτική εκπομπή, είτε σαν χαλί σε κάποιο διαφημιστικό από τα πολλά που έχει καταφέρει να επενδύσει μουσικά, θα έχουμε τη χαρά να ακούσουμε και το νέο της ακυκλοφόρητο single με τίτλο “Papa I’ll fly”, το οποίο κάποιοι από εσάς ίσως και να ακούσατε unplugged στο “Citylife”. Αν όχι, πρόκειται για ένα τραγούδι με σαφή Χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα, folk διάθεση και φωνητικά που σου χαρίζουν απλόχερα ένα one-way ticket στην πιο διασκεδαστική μέρα της παιδικής σου ηλικίας. Εχε αυτό στον νου σου και θα με θυμηθείς. Λίγες μέρες έμειναν. Το Gazarte μας περιμένει. Η Μαριέττα και η μπάντα της μας περιμένουν. Ερχεται το κόκκινο.


Κείμενο / Φωτογραφίες: Νικήτας Καραγιάννης

61

Τραπεζάκια από το... παρελθόν Στο αθηναϊκό σύμπαν, στο οποίο τα περισσότερα παλιά καλά στέκια έχουν εξαφανιστεί ή μεταλλαχθεί στο όνομα του εκμοντερνισμού, ελάχιστα είναι αυτά που έχουν καταφέρει να επιβιώσουν. Μερικά είναι πασίγνωστα ζαχαροπλαστεία, γαλακτοπωλεία και λουκουματζίδικα που ακόμα αφήνουν το στίγμα τους στη ζωή της πόλης. Καταστήματα από τα οποία έχουν παρελάσει γενιές ανώνυμων Αθηναίων και μη, τους οποίους ένωνε η αγάπη για κάτι μοναδικό, χειροποίητο, ιδιαίτερο και απίστευτα... νόστιμο.

Νοέ μβριος 2014


62

Χαρά Για πάρα πολλούς είναι ένα κομμάτι της ιστορίας της οδού Πατησίων. Το ζαχαροπλαστείο Χαρά έγινε γνωστό από την αρχή της λειτουργίας του (τον Απρίλιο του 1969, Κυριακή των Βαΐων) για το μοναδικό παγωτό καϊμάκι που παρασκεύαζε - και παρασκευάζει. Ηταν τότε που στα χείλη των αστών η φράση «πάμε για παγωτό» ζωντάνευε ένα ολόκληρο σύμπαν κομψότητας και κοινωνικής συναναστροφής. Ο ιδιοκτήτης, Σταύρος Παπουτσής, μου εξηγεί με τον πολύ χαρακτηριστικό του, μποέμ τρόπο, πως όλα άρχισαν με τη μητέρα του, που δούλευε γύρω στο 1920 σε ένα γλυκατζίδικο της Κωνσταντινούπολης. Οταν το 1922 ξεριζώθηκε ο ελληνισμός της Μικράς Ασίας, εκείνη ήλθε στην Ελλάδα με ορισμένες συνταγές ζαχαροπλαστικής κρυμμένες στο παπούτσι της, από φόβο μην τις βρουν οι Τούρκοι. Στην Αθήνα έκανε διάφορες δουλειές, ενώ ο άντρας της εργάστηκε σε ένα ζαχαροπλαστείο. Στη συνέχεια αποφάσισαν να ανοίξουν τη Χαρά - όνομα που δόθηκε με σκεπτικό τη χαρά της απόλαυσης που δίνει η γεύση. Κινητήριος δύναμη για το εγχείρημα ήταν οι πολύτιμες συνταγές της μητέρας του κ. Παπουτσή, που χρησιμοποιούνται μέχρι και σήμερα. Το μαγαζί σημείωσε γρήγορα επιτυχία - και όχι μόνο ανάμεσα στους κατοίκους του Κέντρου. Στην οδό Πατησίων, η οποία τις δεκαετίες 1960-1970 θεωρείτο ένας από τους καλύτερους δρόμους της πόλης, με πλούσιες οικογένειες και πολύ γνωστά καταστήματα, οι πελάτες της Χαράς έφταναν από παντού. Ενα παγωτό εδώ ήταν must, κάτι σαν μικρό κοσμικό γεγονός, αφού απλοί... θνητοί κάθονταν δίπλα σε διασημότητες της εποχής. Ετσι χτίστηκε η φήμη του καταστήματος που το ακολουθεί γενιές αργότερα ως σημείο αναφοράς για την ποιότητα. «Η αλήθεια είναι ότι δεν το περίμενε κανείς μας να αγαπηθεί η Χαρά τόσο πολύ από άσημους και διάσημους» λέει ο κ. Παπουτσής. «Εχουν περάσει από εδώ οι πάντες, πολύ γνωστά ονόματα, τι να σας πρωτοπώ; Για παράδειγμα, ο Τσιφόρος με τη Βέμπο που ζούσε στην Πατησίων, ο Ζαμπέτας -που ένα διάστημα μάλιστα έμενε κι εδώ στο κτίριο-, τραγουδιστές, ηθοποιοί, πολιτικοί, ολόκληρη η παλιά ομάδα της ΑΕΚ, ο Μίμης Παπαϊωάννου που είναι και πολύ φίλος μου. Από τους νεότερους, ο Χρήστος Παπουτσής, ο Νικήτας Κακλαμά-

νης, ο Νίκος Σοφιανός, και άλλοι πολλοί», αναφέρει χαρακτηριστικά. «Το πιο δημοφιλές και αγαπητό προϊόν μας είναι ακόμα και σήμερα το εκμέκ και το παγωτό καϊμάκι», συνεχίζει. «Επιβλέπουμε την παρασκευή του πάντα με προσοχή, μεράκι και αγάπη. Τα χρόνια περνούν και όταν αντικατασταθεί ένας ζαχαροπλάστης φροντίζουμε να δείξουμε στον καινούργιο όσα πρέπει να ξέρει. Ακόμα και σήμερα επιβλέπω τα πάντα στο μαγαζί. Ολα περνούν από τα χέρια μου, αλλά έχω και βοήθεια από τον γαμπρό μου τον Χρήστο». Τον ρωτάω πόσο δύσκολο είναι να συντηρηθεί μια τόσο παλιά επιχείρηση και μάλιστα με την επιτυχία που έχει. «Δεν είναι εύκολο, ειδικά με τα σημερινά δεδομένα. Εχουμε περάσει διάφορες εποχές, δύσκολες και καλύτερες, αλλά τώρα με την κρίση όλοι οι τομείς έχουν επηρεαστεί, το ίδιο κι εμείς. Οι παλιοί πελάτες που ακόμα περνούν από εδώ -και με πολλούς από τους οποίους έχω προσωπικές σχέσεις- μου λένε ότι εκτιμούν το γεγονός ότι μέσα στις δυσκολίες η ποιότητά μας δεν έχει αλλάξει. Σας λέω μάλιστα ότι προσπαθούμε συνεχώς να βελτιώνουμε ό,τι μπορούμε». Στο μαγαζί έχουν γίνει κατά καιρούς προσθήκες, ενώ ένα μεγάλο μέρος του θυμίζει ακόμα το παλιό, λιτό στη φιλοσοφία ζαχαροπλαστείο. Το καλοκαίρι -κατ' εξοχήν περίοδος για παγωτότα τραπεζάκια στο πεζοδρόμιο γεμίζουν. Οπως λέει ο κ. Παπουτσής «υπάρχει ένα project για ν' αλλάξει η διακόσμηση και να δοθεί βάση στο βυζαντινό στοιχείο», προφανώς για να τονιστούν οι ρίζες από τις οποίες ξεπήδησε η επιχείρηση. Οσον αφορά στα προϊόντα, τελευταία έχουν προστεθεί στον κατάλογο του μαγαζιού το παγωτό καϊμάκι με βουβαλίσιο γάλα, η τούρκικη κρέμα καϊμάκ που θυμίζει βούτυρο και συνοδεύεται από το εκμέκ ή προσφέρεται σκέτη, καθώς και το καζάν ντιπί το βουβαλίσιο. Με τη μεγάλη εμπειρία που έχει ο κ. Παπουτσής, αυτό που συμβουλεύει κάθε νέο επιχειρηματία είναι η διατήρηση της ποιότητας σε όλα τα επίπεδα, ανεξαρτήτως αντικειμένου. «Τα παιδιά μου είναι το μέλλον της επιχείρησης, ο γαμπρός μου ο Χρήστος, οι κόρες μου Δέσποινα και Νικολέτα. Θέλω να ελπίζω ότι το μαγαζί θα έχει συνέχεια για πολλά ακόμα χρόνια».


63

Νοέ μβριος 2014

Αιγαίον Από το 2009, ο 30χρονος Γιώργος Φύλλας -τρίτη γενιά της οικογένειας που ίδρυσε την επιχείρηση το 1926 στο νεοκλασικό κτίριο της οδού Πανεπιστημίου- έχει αναλάβει τη διεύθυνση του Αιγαίον, αξιοποιώντας έτσι το πτυχίο του στη Διοίκηση Επιχειρήσεων και στα Οικονομικά. Του λέω ότι στο κατάστημα ερχόμασταν οικογενειακώς από τότε που ήμουν παιδί, κάθε Κυριακή μετά από την προβολή των παιδικών ταινιών στο REX που βρίσκεται λίγα μέτρα παρακάτω, στο λεγόμενο τότε ΣΙΝΕΑΚ. Ο παππούς του βάφτισε το μαγαζί Αιγαίον, επειδή η οικογένεια κατάγεται από τη Χίο. Στην αρχή της λειτουργίας του ήταν παραδοσιακό καφενείο, μέλος της Αδελφότητας Καφεπωλών Αθηνών. Οταν οι λουκουμάδες προστέθηκαν στον κατάλογο, η επιτυχία τους ήταν άμεση και καταλυτική για το μέλλον της επιχείρησης, αφού σύντομα αποτελούσαν το βασικό και μοναδικό προϊόν που σερβιριζόταν. Σήμερα, ο κατάλογος περιλαμβάνει χειροποίητες τυρόπιτες και άλλες ποιοτικές λιχουδιές. Το Αιγαίον έχει γίνει μάρτυρας ενός μεγάλου μέρους της σύγχρονης ιστορίας της Αθήνας και όπως τονίζει ο Γιώργος, τώρα προσπαθεί να περάσει και τη σημερινή, δύσκολη, κατάσταση. «Εχουμε παρατηρήσει έντονες αλλαγές και τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα. Η δουλειά έχει πέσει κατακόρυφα. Την ιστορία που είπατε εσείς ότι ερχόσασταν παιδάκι την ακούω καθημερινά, μπορεί και είκοσι φορές. Επειδή δεν υπήρχαν εμπορικά καταστήματα στις συνοικίες, όλοι κατέβαιναν στο Κέντρο για ψώνια και αναψυχή. Πήγαιναν στο ΙΝΤΕΑΛ για φαγητό, στο Αιγαίον για λουκουμάδες, στο ΣΙΝΕΑΚ για κινηματογράφο. Από παιδί ερχόμουν κι εγώ, σαν επισκέπτης, δίπλα στον πατέρα μου που δούλευε εδώ με τον θείο μου. Οταν πέθανε ο θείος μου, ανέλαβα εγώ στη θέση του». Παρ' όλες τις σημερινές δυσκολίες σκέφτεται να παραμείνει στο τιμόνι του μαγαζιού; «Σίγουρα, έχουμε μπολιαστεί με αγάπη για το μαγαζί. Ποτέ δεν σκέφτηκα να σταματήσω και θα ήθελα και τα παιδιά μου μετά να κάνουν το ίδιο. Πάντα ήμουν αισιόδοξος, παρόλο που μπορεί λόγω κρίσης να ακούγομαι απογοητευμέ-

νος. Δεν μπορώ να φανταστώ ότι θα κάνω κάτι άλλο. Είναι πολύ ιστορικό μαγαζί και έχουν περάσει μεγάλες προσωπικότητες. Προχθές ήταν εδώ πάλι ο ζωγράφος Φασιανός. Εχω ακούσει πολλές ιστορίες από τους πελάτες, άπειρες. Ξέρω πελάτες που έρχονται χρόνια και αν το αγαπημένο τους τραπέζι είναι πιασμένο προτιμούν να περιμένουν για να αδειάσει και να καθίσουν, επειδή σε αυτό το τραπέζι τους έγινε πρόταση γάμου, για παράδειγμα, και είναι απόλυτα συνδεδεμένο με κάποια πολύ ευτυχισμένη στιγμή της ζωής τους!». Ο Γιώργος θεωρεί ότι ο χώρος της εστίασης είναι κορεσμένος, αλλά αν κάποιος αποφασίσει να ανοίξει μια επιχείρηση θα πρέπει να είναι έτοιμος να δουλέψει πολλές ώρες, να χάσει τον ελεύθερο χρόνο του. Χρειάζεται μεγάλη υπομονή κι επιμονή και προπάντων ποιότητα. «Τώρα που αλλάζουν και οι εποχές, η ποιότητα είναι βασικό στοιχείο», τονίζει. «Για παράδειγμα, είμαστε μάλλον το μοναδικό μαγαζί στην Πανεπιστημίου που φτιάχνει χειροποίητες τυρόπιτες και είναι φυσικό η τιμή τους να είναι λίγο υψηλότερη. Ομως, ο περισσότερος κόσμος τώρα στην κρίση θα επιλέξει το πιο οικονομικό και όχι το πιο ποιοτικό. Τη βλέπεις αυτή την γκρίνια από τον πελάτη, που σου λέει ότι παραδίπλα είναι πιο φθηνό το προϊόν, αλλά εκείνος που θα πάρει την τυρόπιτα από εδώ ξέρει γιατί την επιλέγει. Βλέπεις και τακτικούς πελάτες του παρελθόντος πλέον να συνεχίζουν να περνούν απ' έξω, να κοντοστέκονται, αλλά να μην μπαίνουν μέσα. Αυτό νομίζω ότι τα λέει όλα για τον οικονομικό παράγοντα. Λιγουρεύονται και 'χορταίνουν' από τη βιτρίνα. Δεν ξέρω αν η κρίση έχει χτυπήσει όλες τις γειτονιές το ίδιο. Αλλά στο Κέντρο είναι χάλια η κατάσταση». Τον ρωτάω για την πολυσυζητημένη ανάπλαση της Πανεπιστημίου (η οποία βάσει των τελευταίων εξελίξεων πιθανώς να μην προχωρήσει). «Νομίζω ότι θα είναι σωτήρια για τις επιχειρήσεις. Κάποτε δούλευα με τους πελάτες των καταστημάτων της περιοχής, αλλά τώρα το Κέντρο έχει πέσει, αφού πολλά καταστήματα έχουν κλείσει. Παρόλα αυτά, είμαι αισιόδοξος για το μέλλον. Είμαστε μια επιχείρηση που έχει περάσει Κατοχή, Εμφύλιο και ελπίζω ότι θα περάσει και αυτή τη δύσκολη φάση».

Εχει σκεφτεί άραγε να ανοίξει καταστήματα και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας; «Ο πατέρας μου και ο θείος μου δεν ήθελαν τα ρίσκα, πίστευαν ότι θα χαλούσε η ποιότητα αν ανοιγόμασταν, θα χανόταν ο έλεγχος, κάτι που πιστεύω κι εγώ. Μου ζητάνε πολλοί για franchise, και θα ήταν εύκολο να δεχτώ, αλλά ποιος θα το ελέγξει; Κάποιοι υπάλληλοι εδώ δουλεύουν περισσότερα χρόνια από την ηλικία μου, το αγαπούν και το πονούν το μαγαζί, αλλά χρειάζεται να είμαστε κι εμείς εδώ. Οταν ήρθα, προσπάθησα να ενταχθώ ήπια, χωρίς να ταρακουνήσω τα νερά. Ολα γίνονται με συζήτηση. Το 1989 έγινε η τελευταία ανακαίνιση του χώρου. Ο λόγος που δεν άλλαξε προφίλ είναι για να μην αλλοιωθεί ο χαρακτήρας του. «Μηνύματα παίρνεις και από τους πελάτες. Σου λένε ότι χαίρονται που το θυμούνται έτσι από τότε που ήταν παιδιά. Κι εγώ έτσι το βρήκα και καταλαβαίνω ότι δεν πρέπει να αλλοιωθεί».


64

Κρίνος Η ιστορία του καταστήματος αρχίζει το 1855 όταν ο φαρμακοποιός Σταμάτης Κρίνος άνοιξε εδώ το πρώτο φαρμακείο της Αθήνας, φωτογραφίες του οποίου υπάρχουν ακόμα αναρτημένες στους τοίχους. Επρόκειτο για μια διώροφη κατοικία που στέγαζε το φαρμακείο στο ισόγειο. Ο Μηνάς Κασιμάτης, πρόσφυγας από τη Σμύρνη, ενοικίασε τον χώρο και άνοιξε το ζαχαροπλαστείο το 1923 μέχρι περίπου το 1955, οπότε και άρχισε τη διαδικασία αγοράς, ενώ διατήρησε το όνομα του προκατόχου επειδή ήταν ήδη πολύ γνωστό. Οι Ελληνες της Μικράς Ασίας έφεραν μαζί τους νέα πνοή στη ζαχαροπλαστική και τη μαγειρική της Ελλάδας, εμπλουτίζοντάς τη με νέες γεύσεις, αρώματα και συνδυασμούς. Ο Κασιμάτης ήταν ένας από εκείνους. Ο Γιώργος Φριλίγκος, που μου μίλησε, ήταν από μικρός μέσα στην οικογένεια των ιδιοκτητών και βρισκόταν καθημερινά στο μαγαζί κάνοντας διάφορες δουλειές. Το 1966 μπαίνει πιο ενεργά στην επιχείρηση και από το 1978 έχει αναλάβει επικεφαλής μετά τον θάνατο του Κασιμάτη. «Σαν κατάστημα του Κέντρου περάσαμε και περνάμε όλη την ταλαιπωρία με τις κοινωνικές αναταραχές. Τα τελευταία χρόνια με τα διάφορα εμπορικά κέντρα που άνοιξαν γύρω από την Αθήνα, η εμπορική δύναμη της περιοχής έπεσε, αλλά το Κέντρο έχει ανέβει τουριστικά επειδή καταβάλλονται προσπάθειες να τονωθεί η τουριστική προοπτική της πόλης. Υπάρχουν πολλές επιχειρήσεις που οργανώνουν γκρουπ γευσιγνωσίας στην Αθήνα, οπότε μας έρχονται πολλοί τουρίστες που δοκιμάζουν λουκουμάδες σαν παραδοσιακό προϊόν». Και από εδώ έχουν περάσει γενιές και γενιές, δημοσιογράφοι, πολιτικοί, καλλιτέχνες, άνθρωποι του πνεύματος. «Ειδικά στις μεγάλες γιορτές όπως τα Χριστούγεννα και το Πάσχα ο κόσμος ανέβαινε στο Κέντρο και στην Αιόλου για βόλτα και στον Κρίνο για γλυκό, επειδή τότε το ζαχαροπλαστείο είχε όλη την γκάμα των γλυκών», λέει. «Ηταν επίσης ένα μεγάλο και γνωστό κέντρο αναφοράς για τους Μικρασιάτες και ειδικά τους Σμυρνιούς που έρχονταν και ζητούσαν παραδοσιακά γλυκά της Μικράς Ασίας». Τις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς η Αιόλου έκλεινε μέχρι την Πλάκα από τον κόσμο και τους πάγκους των μικροπωλητών που πουλούσαν κάθε λογής πράγματα. «Χάζευα τα παιχνίδια σαν πιτσιρικάς που ήμουν και παρασυρμένος έφευγα από το μαγαζί και έφτανα στην Πλάκα. Τότε ο πατέρας μου και άλλοι έτρεχαν να με μαζέψουν για να γυρίσω στο μαγαζί. Ηταν μια άλλη εποχή, πολύ όμορφη. Θυμάμαι όλη μου τη ζωή να περνάει εδώ μέσα».

Ο Κρίνος διατηρεί ακόμα και σήμερα στη διακόσμησή του τη μαγική ατμόσφαιρα του παρελθόντος, από τις καρέκλες και τα τραπέζια μέχρι τον φωτισμό και τα χρώματα. Μπαίνοντας, μεταφέρεσαι νοερά στις εποχές τις οποίες περιγράφει ο συνομιλητής μου, ένα συναίσθημα σπάνιο και πολύτιμο στην Αθήνα. «Το 2003 έκλεισε για λίγο η επιχείρηση προκειμένου να γίνει ριζική ανακαίνιση. Ετσι έμεινε μόνο ο πέτρινος σκελετός του κτιρίου και όλα τα άλλα άλλαξαν. Είχε προηγηθεί μεγάλη συζήτηση και με τους συνεταίρους και ευτυχώς αποφασίσαμε να διατηρήσουμε την ατμόσφαιρα που υπήρχε, να μη χάσουμε το στυλ μας. Είχα προτάσεις από πολλούς αρχιτέκτονες με διάφορες ιδέες, αλλά αρνήθηκα και χαίρομαι που τελικά ο κόσμος το εκτιμά. Αυτό έγινε ενδεχομένως εις βάρος της επιχείρησης αλλά δεν το μετανιώνουμε. Δεν βγάζουμε, για παράδειγμα, τραπεζάκια έξω, δεν ξέρω αν είναι χαζό αλλά δεν θέλουμε. Τα σιδερένια τραπέζια μας είναι τουλάχιστον 70 ετών και ιδρώσαμε να βρούμε τις σωστές καρέκλες». Ο κ. Φριλίγκος τονίζει ότι η «νοοτροπία των παλιών», που δεν ήθελαν να δανείζονται, είναι αυτή που έσωσε την επιχείρηση από τις δυσκολίες μέσα στην κρίση. Δεν δανείζονταν, αλλά έριχναν όσα κεφάλαια μπορούσαν στη δουλειά ακολουθώντας την αρχή «απλώνουμε τα πόδια μας όσο φτάνει το πάπλωμα, δεν τα βγάζουμε έξω»! Η νεολαία ζητάει σήμερα παραλλαγές των κλασικών λουκουμάδων με πραλίνα και παγωτό, αν και πολλοί ανακαλύπτουν τη μοναδικότητα της απλής γεύσης της παραδοσιακής παλιάς συνταγής. «Δεν ξέρω αν μπορώ να δώσω συμβουλές στους νέους επιχειρηματίες, αλλά ό,τι επιλέξουν να κάνουν, να του δώσουν ταυτότητα, ώστε ο πελάτης να έχει κάποιο συγκεκριμένο λόγο να έρθει. Η ταυτότητα και η πολλή δουλειά είναι βασικά. Εγώ είμαι ακόμα εδώ 12 ώρες την μέρα. Η τυποποίηση των πρϊόντων δεν είναι πάντα καλή. Το καλό θέλει προσπάθεια και υπομονή». Οπως μου λέει ο κ. Φριλίγκος, η επιχείρηση έχει ένα μικρό πρόβλημα διαδοχής που ελπίζει να λυθεί αφού «αυτές οι δουλειές δεν είναι πάντα ελκυστικές στους νέους. Τα παιδιά μου θέλουν να κάνουν κάτι δικό τους, οπότε να δούμε τι θα γίνει». Κλείνοντας την κουβέντα μας εξέφρασα την άποψη ότι ένα τόσο παλιό μαγαζί πρέπει να παραμείνει ανοιχτό επειδή κουβαλάει επάνω του την ιστορία της πόλης, μια άποψη που θέλω να πιστεύω ότι πολλοί άλλοι ρομαντικοί εκεί έξω ασπάζονται.


65

Η Στάνη Στον πεζόδρομο της οδού Κοτοπούλη, στην Ομόνοια, βρίσκουμε τη Στάνη, ένα μικρό γαλακτοπωλείο-ζαχαροπλαστείο που είναι σωστό στολίδι, όχι μόνο για την ταλαιπωρημένη αυτή γειτονιά, αλλά και για ολόκληρη την πρωτεύουσα. Τα πάντα εδώ παραπέμπουν στην εποχή του απόλυτου ρομαντισμού, από τα φώτα μέχρι τις βιτρίνες, τα καθίσματα, τα αρώματα, τη διακριτική μουσική και το άψογο -ευρωπαϊκού επιπέδου- σέρβις. Αναρωτιέται κανείς γιατί να μην υπάρχουν πολλές περισσσότερες ανάλογες επιχειρήσεις που ακτινοβολούν αρχοντιά και ιστορία. Η επιχείρηση ξεκίνησε το 1931 στον Πειραιά από τον παππού του Θανάση Καραγιώργου, έναν ευγενέστατο και καλλιεργημένο άνθρωπο που συνάντησα εκεί ένα απόγευμα. Στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν βομβαρδίστηκε το λιμάνι από τους Γερμανούς, ήταν αναγκαία η μετεγκατάσταση του καταστήματος και έτσι μεταφέρθηκε στο κέντρο της Αθήνας, όπου και λειτουργεί από το 1949. Το μαγαζί αγαπήθηκε γρήγορα και το 1953 του απονεμήθηκε δίπλωμα για το γιαούρτι του από την Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης. Σε ένα τοίχο είναι αναρτημένες περήφανες οι... περγαμηνές που έχει κερδίσει στα τόσα χρόνια λειτουργίας του για την ποιότητα των προϊόντων που προσφέρει. Από τις πιο συγκινητικές σελίδες της ιστορίας του μαγαζιού, όπως επισημαίνει ο κ. Καραγιώργος, που έχει μπει πολύ ενεργά στην επιχείρηση από το 1995, είναι όταν παλιοί πελάτες λένε ότι έρχονται από όταν ήταν φοιτητές. «Οπως εμείς είμαστε τρεις γενιές στο κατάστημα, έτσι ειναι και η πελατεία μας», λέει χαρακτηριστικά. Ο ίδιος έρχεται στο κατάστημα από τότε που ηταν μαθητής και μετά στρατιώτης. «Για να έχεις καλό αποτέλεσμα πρέπει να είσαι συνυφασμένος με την επιχείρηση και όχι περιστασιακός. Η παρουσία σου είναι απαραίτητη. Είναι δεσμευτικό, χωρίς ξεκούραση ακόμα και τις γιορ-

τές ή τα σαββατοκύριακα. Οι συνεργάτες μας είναι αφοσιωμένοι και είμαστε τυχεροί, αλλά χρειάζεται μια κεντρική οργάνωση που θα διευκολύνει τους πάντες. Η δουλειά μας είναι προσωποκεντρική για τον πελάτη. Υπάρχει μια ανταλλαγή ενέργειας μαζί του. Δίνουμε αφοσίωση και παίρνουμε αγάπη, που -πιστέψτε με- είναι σημαντικότερη από το οικονομικό όφελος. Ερχονται ξανά, για παράδειγμα, μετά από 40 χρόνια άνθρωποι που μετανάστευσαν στο εξωτερικό και είναι συγκινημένοι που μας ξαναβρίσκουν. Κάτι τέτοια μας κάνουν περήφανους και πιο αποφασισμένους να συνεχίσουμε». Ενδεικτικό της αφοσίωσής του στη δουλειά είναι και το γεγονός ότι η συνέντευξη διακόπηκε αρκετές φορές προκειμένου να εξυπηρετήσει προσωπικά πελάτες, που ομολογώ ήταν κομψότατοι. Και από εδώ έχουν περάσει μεγάλες προσωπικότητες, όπως η Μπέλλου, η Βασιλειάδου, «αλλά δεν θέλω να αναφερθώ σε όσους ακόμα ζουν, από διακριτικότητα», μου τονίζει ο κ. Καραγιώργος. Την εποχή που στην περιοχή λειτουργούσαν θέατρα και κινηματογράφοι, οι γύρω δρόμοι ήταν γεμάτοι κόσμο και οι επιχειρήσεις γνώριζαν πιένες. Η Ομόνοια ήταν τότε το κέντρο της Ελλάδας και όχι μόνο της Αθήνας. Εκτός από τα πασίγνωστα γιαούρτια της, η Στάνη είναι διάσημη και για τις κρέμες, τα γαλακτομπούρεκα και -εδώ και καιρό- για τα υπόλοιπα σιροπιαστά και τις πάστες της. Η κρίση πέρασε και από εδώ, αλλά με προσπάθειες των ιδιοκτητών οι τιμές έχουν παραμείνει στα επίπεδα του 2003, κάτι που εκτιμήθηκε δεόντως από το 2009 και μετά όταν άρχισε η κρίση και ο κόσμος «στενεύτηκε». «Η φιλοσοφία μας είναι να στηρίζουμε τον πελάτη που με τη σειρά του μας εμπιστεύεται και έτσι μπορέσαμε και κρατήσαμε την παραγωγή μας σε επίπεδα προκρίσης, αν και με μικρότερο κέρδος».

Νοέ μβριος 2014


66

Κτιστάκης Ισως οι πιο ιδιαίτεροι λουκουμάδες της Αθήνας. Οι μικρές χρυσές μπάλες ζύμης βουτηγμένες στο σιρόπι και πασπαλισμένες με σουσάμι αποτελούν τη σφραγίδα του Κτιστάκη και έχουν το δικό τους φανατικό κοινό στην πόλη. Οι πρώτοι φτιάχτηκαν στα Χανιά το 1912 από τον παππού του Θοδωρή Κτιστάκη, ο οποίος μου εξιστορεί το παρελθόν αλλά και το παρόν μιας επιχείρησης που είναι πλέον ονομαστή και από μόνη της ένα trademark. Η συνταγή είναι από την Αλεξάνδρεια όπου ζούσε ο παππούς του και εργαζόταν σε ελληνικό ζαχαροπλαστείο. Λίγο πριν επιστρέψει στην Ελλάδα του έδωσαν τη συνταγή υπό τον όρο να μην ανοίξει ποτέ λουκουματζίδικο στην Αλεξάνδρεια. Εκείνος πήγε στα Χανιά όπου και γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Η Κατοχή και ο Εμφύλιος τον άφησαν κατεστραμμένο και τo 1953 τα τρία αδέλφια της οικογένειας ήρθαν στην Αθήνα. Εδώ, άνοιξαν το λουκουματζίδικό τους στην οδό Αγίου Κωνσταντίνου στην Ομόνοια, όπου και στεγάστηκε μέχρι το 1997, όταν μετακόμισε λίγα μέτρα παραδίπλα στην οδό Σωκράτους, όπου και βρίσκεται από τότε. Και σε αυτό το ιστορικό μαγαζί της Αθήνας, ο χρόνος μοιάζει να έχει σταματήσει με τα παραδοσιακά παλιού στιλ τραπεζοκαθίσματα και τον απόλυτα λιτό διάκοσμο. Το focus είναι αυστηρά στους λουκουμάδες, το μοναδικό προϊόν που σερβίρεται. Οταν έπιασα την πρώτη μου δουλειά, εξωτερικός υπάλληλος σε εταιρεία της περιοχής, κάθε πρωί περνούσα από εδώ για να πάρω την ενέργεια που χρειαζόμουν και οχι μόνο από μια μερίδα. Του το είπα και ο κ. Κτιστάκης έβαλε τα γέλια. «Είμαι εδώ από 18 ετών» μου εξηγεί ο ίδιος (43 ετών σήμερα) για τη συμμετοχή του στην επιχείρη-

ση. «Η ιστορία του χώρου είναι μεγάλη ευθύνη για εμάς που συνεχίζουμε. Τώρα συνειδητοποιώ πόσο καιρό έχω περάσει εδώ. Καθημερινά περνούν γενιές πελατών, υποδέχομαι νέους και αποχαιρετώ άλλους». Η αγάπη και η προσωπική σχέση με τους πελάτες ίσως φαίνεται από την ιστορία που μου λέει για μια πολύ ηλικιωμένη πελάτισσα, η οποία λίγο πριν πεθάνει το μοναδικό πράγμα που ζήτησε από τα παιδιά της ήταν να της φέρουν μια μερίδα λουκουμάδες από τον Κτιστάκη. «Ηρθαν και μου το είπαν, τους ετοίμασα, αλλά τους πήγα εγώ ο ίδιος, πολύ συγκινημένος. Ναι, η αγάπη του κόσμου είναι μεγάλη. Ερχονται άλλοι από την Κύπρο, όπου κι εκεί υπάρχουν παρόμοιοι λουκουμάδες, και θέλουν να πάρουν μερίδες μαζί τους επειδή θεωρούν ότι οι δικοί μας είναι ιδιαίτεροι», μου λέει για το προϊόν τους, που είναι αυστηρά χειροποίητο και βγαίνει σιγά σιγά σε μικρές ποσότητες, ενώ, όπως τονίζει συνωμοτικά, τρώγεται καλύτερα όταν κρυώσει λίγο σε θερμοκρασία δωματίου. Συχνά τους ζητούν να ταχυδρομήσουν μερίδες σε υπερπόντιους προορισμούς όπως η Νέα Ζηλανδία ή η Ιρλανδία! Το κατάστημα γνώρισε μεγάλες δόξες και έγινε στέκι πολλών καλλιτεχνών από το γειτονικό Εθνικό Θέατρο, όπως ο Μάνος Κατράκης, που ήταν καθημερινός πελάτης, πολιτικών, όπως ο Σοφοκλής Βενιζέλος, και άλλων προσωπικοτήτων. Η κρίση άφησε κι εδώ τα ίχνη της, παρά το γεγονός ότι οι καλοί πιστοί πελάτες περνούν ξανά και ξανά, όπως και στελέχη επιχειρήσεων που παίρνουν μερίδες για τους συναδέλφους στο γραφείο ή για κεράσματα σε γιορτές -κάτι που είναι πολύ δημοφιλές με τους «λουκουμάδες Κτιστάκη».


Κείμενο: Στάθης Δράκος

67

Νοέ μβριος 2014

Να [σε] προσέχεις

Η 1η Δεκεμβρίου δεν είναι η Παγκόσμια Hμέρα κατά του AIDS. Ας δώσουμε έμφαση. Εφτασε μία ημέρα που έχει συζητηθεί πολύ, ειδικά φέτος. Μοιάζει πολύ με γιορτή. Θα γίνουν συναυλίες, παρουσιάσεις, πάρτι και άλλα πολλά. Αλλά τι πραγματικά γιορτάζουμε; Υπάρχει όντως κάποιος λόγος για γιορτή; Ή όχι; Υπάρχει χώρος για τραγούδια; Και αν ναι, για τι πραγματικά τραγουδάμε; Αφενός, το AIDS έχει νικηθεί. Ή καλύτερα, μπορεί να νικηθεί. Αυτό έχει κατακτηθεί εδώ και αρκετά χρόνια χάρη στη σημαντική εξέλιξη της τεχνολογίας των φαρμάκων, καθώς και της σκληρής, πολυετούς δουλειάς επιστημόνων και γιατρών, οι οποίοι είμαι σίγουρος ότι θα στεναχωρηθούν πολύ αν μάθουν ότι κάποιος από μας πιστεύει το αντίθετο. Αυτό από μόνο του είναι λόγος για χορούς και πανηγύρια. Σαφέστατα. Γενικά, άλλο AIDS και άλλο HIV. Δεν το έμαθα στο σχολείο αυτό, δυστυχώς. Ούτε εγώ, ούτε πολλοί άλλοι, μια και το να μάθει ένας δεκαεπτάχρονος Ελληνας να λύνει ολοκληρώματα είναι για κάποιο ανεξήγητο λόγο πιο σημαντικό εφόδιο από το να μάθει βασικές

αλήθειες σχετικά με μία νόσο η οποία θεωρείται ακόμα θανατηφόρα, ενώ δόξα τον Θεό δεν είναι. Θεωρείται πιο άξιο ενασχόλησης το γραμμικό σχέδιο ή η αστρονομία ως μάθημα επιλογής, από την ενημέρωση σχετικά με ένα θέμα που θα μπορούσε μέσα στα τελευταία χρόνια αν όχι να εξαλειφθεί, τουλάχιστον να μειωθεί σημαντικά. Και δεν αναφέρομαι στην ίδια την ασθένεια, αλλά στο κοινωνικό στίγμα. Το στίγμα δυστυχώς προκαλεί πολλές και ανυπέρβλητες επιπτώσεις. Δημιουργεί φόβο, προκαταλήψεις, περιθωριοποίηση. Ψυχολογικό και πνευματικό θάνατο στους πιο αδύναμους. Αυτούς οι οποίοι ενώ θα μπορούσαν να ζήσουν μία ανέμελη ζωή, αναγκάζονται να παλεύουν για πράγματα που θα έπρεπε να είναι κατακτημένα εδώ και καιρό. Πράγματα όπως ισότητα, σεβασμός, υποστήριξη από το κράτος και αν μη τι άλλο κοινωνική ενημέρωση σχετικά με το τι πραγματικά σημαίνει να είσαι οροθετικός εν έτει 2014. Δεν πρόκειται για θανατική ποινή και είναι κρίμα που για πολλά ακόμα χρόνια, κάθε φορά που θα ακούγεται αυτή η

πρόταση θα υπάρχει σίγουρα κάποιος που θα τη δεχτεί με δυσπιστία, κάποιος με απορία, ενώ κάποιος άλλος θα χαρεί, λες και πρόκειται για πρόσφατο νέο της εβδομάδας. Η 1η Δεκεμβρίου δεν είναι ακριβώς γιορτή. Και μπορεί να μη γίνει ποτέ, μια και πάντα θα υπάρχει κάποιος που πονάει από αυτό. Και σε μία γιορτή δεν πρέπει να στεναχωριέται κανείς. Πρέπει όλοι να είναι χαρούμενοι. Αυτή η ημερομηνία, όπως το βλέπω εγώ, είναι η πρώτη ημέρα μίας νέας χρονιάς, στην οποία ευαισθητοποιημένοι άνθρωποι, εθελοντές, ακτιβιστές, καλλιτέχνες, μέλη ή εργαζόμενοι συλλόγων σχετικών με το θέμα της οροθετικότητας, άνθρωποι που τις περισσότερες φορές δεν ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για την εγκυμοσύνη ή μη της οποιαδήποτε τηλεπερσόνας, ενώνουν τις φωνές τους ενάντια σε μία ιδεατή, αλλά υπαρκτή κοινωνική μάστιγα. Ας ξεκινήσουμε από εδώ. Δεν είναι η Παγκόσμια Hμέρα κατά του AIDS. Είναι η Παγκόσμια Ημέρα του AIDS.


68


Επιμέλεια θέματος / Φωτογραφίες: Χάρης Σαββίδης

69

Νοέ μβριος 2014

Ο κύκλος της ζωής Τελετές μιμητικής μαγείας χρησιμοποιούνται για όλες τις διαστάσεις της πρωτόγονης κοινωνίας, προπάντων για την ετήσια ανανέωση της φύσης, και για τις κρίσιμες στιγμές της ανθρώπινης ζωής, ιδιαίτερα τη γέννηση, την ενηλικίωση και τον θάνατο. Στην πρωτόγονη σκέψη, η γέννηση, η ενηλικίωση (συνδυασμένη με τον γάμο) και ο θάνατος είναι περιστατικά του ίδιου είδους. Το νεογέννητο παιδί είναι ένας πρόγονος που ξαναγεννήθηκε. Ο νεόφυτος, η νεόφυτη που ενηλικιώνεται, πεθαίνει σαν παιδί και ξαναγεννιέται ως άντρας ή ως γυναίκα. Ο γέρος που πεθαίνει ξαναγεννιέται σαν προγονικό πνεύμα. Κάθε γέννηση είναι θάνατος και κάθε θάνατος είναι γέννηση. Αυτή είναι από τις πιο βασικές ιδέες της πρωτόγονης σκέψης και βρίσκεται ριζωμένη βαθιά σε κάθε θρησκεία, αρχαία και νέα. Κατά τις πρώτες ημέρες της άνοιξης τα αγόρια και τα κορίτσια του χωριού πορεύονται με πομπή στα δάση και στα λιβάδια. Η αναχώρησή τους συνοδεύεται με μοιρολόγια, γιατί τ’ αγόρια θα γυρίσουν ως άντρες, και τα κορίτσια ως γυναίκες. Συνήθως φέρνουν μαζί τους μια κούκλα, που συμβολίζει τον χειμώνα και τον θάνατο. Μέσα στα δάση, κόβουνε δεντρόκλαδα, τα κρατάνε στα χέρια τους και στεφανώνουν με φύλλα τα κεφάλια τους. Ετσι θαρρούν πως γεμίζουν με τις γεννητικές δυνάμεις της φύσης και τη νύχτα πλαγιάζουν μαζί για πρώτη φορά. Το άλλο πρωί, γυρίζουν χαροκοπώντας στο χωριό, κρατώντας στα κεφάλια και στα χέρια τους τα σύμβολα της ενηλικίωσής τους. Συνήθως φέρνουν και έναν κλάδο, ή ολόκληρο δέντρο, που συμβολίζει την ανανεωμένη ζωή, τόσο των ανθρώπων όσο και της φύσης. Ακολουθούν παιχνίδια, παλέματα, χοροί, αγωνίσματα και το πανηγύρι τελειώνει με γλέντια. *George Thomson: «Η γένεση της αρχαίας τραγωδίας» - απόσπασμα από διάλεξη που οργάνωσε η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών στο θέατρο Κοτοπούλη στις 2 Οκτωβρίου 1961. Από το περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης», αρ. 82.


Κείμενο: Πόπη Διαμαντάκου

70

Μήνας Χριστουγέννων και ονείρων

Είδα την πόλη να ζωντανεύει αυτό το φθινόπωρο. Βλέπω τους δρόμους να γεμίζουν τα σαββατόβραδα. Και θα 'θελα να δω την Αθήνα να γιορτάζει αυτά τα Χριστούγεννα. Οχι γιατί πέρασαν τα δύσκολα και με ένα παιδιάστικο και αφελές «φτου ξελεφτερία» να επιστρέψουμε στην αφασία άλλων εποχών, αλλά γιατί μάθαμε να ζούμε αλλιώς, να ανακαλύπτουμε αληθινές χαρές, να απολαμβάνουμε εκείνα που άλλοτε προσπερνούσαμε τυφλωμένοι από τη λάμψη της ματαιοδοξίας. Και για να προλάβω πικρά χαμόγελα όσων διαβάζοντας αυτές τις γραμμές έχουν πρόχειρο τον κατάλογο των διαψεύσεων, ας θυμηθούμε απλώς τις εικόνες της πόλης τέτοιο καιρό πριν από δυο-τρία χρόνια. Ναι, την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές δίνεται σκληρή μάχη στα πανεπιστήμια από τις ομάδες εκείνων που έχουν μπερδέψει τη γνώση και την ανεξαρτησία του πνεύματος που υπόσχεται, με την εκπαίδευση στο φτηνό τσαμπουκαλίκι. Και απέναντι από τη Βουλή, στην καρδιά της πόλης, η εικόνα των Σύριων προσφύγων που κάνουν απεργία πείνας αποτυπώνει μια πληγή του κόσμου, της οποίας το βάρος της επούλωσης ή έστω της ανακούφισής της πέφτει δυσανάλογο στους ώμους της πόλης των Αθηνών. Και φυσικά δεν θα ισχυριστούμε ότι η ίδια η πόλη έχει ήδη κλείσει τις πληγές που της άνοιξε η κρίση. Ούτε ότι δεν καθυστερεί ανησυχητικά η υλοποίηση σχεδίων -να τα πούμε και ονεί-

ρων;- για τη βελτίωση της εικόνας της, από τη λειτουργία του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, η οποία μοιάζει παγιδευμένη στις τόσο γνώριμες μιζέριες της μάχης μικροεξουσιών, μέχρι την ανάπλαση της Πανεπιστημίου και του Φαληρικού Δέλτα, για τις οποίες ήρθε η είδηση της αναβολής της ένταξής τους στο αντίστοιχο ΕΣΠΑ, ακριβώς την ώρα που είχαμε την μεγαλύτερη ανάγκη να ενισχυθούν οι ελπίδες μιας πιο λειτουργικής, ανοιχτής και όμορφης πόλης. Τίποτε από όλα αυτά ωστόσο δεν θεωρούμε χαμένο και η αλήθεια είναι ότι χρειάζεται χρόνος να ανατραπούν νοοτροπίες αιώνων και αντιλήψεις ενός κόσμου που δεν αντέχει τις αλλαγές και σπαράζει από αγωνία να συντηρήσει τις συνθήκες χάρη στις οποίες αναπαραγόταν δεκαετίες στην πόλη και στον τόπο. Το πολιτικό σκηνικό, αλίμονο, παραμένει το πικρό παράδειγμα αυτής της δυσκίνητης Ελλάδας και για πολλούς δεν διαφαίνεται ακόμη η λύση, η οποία θα διαμορφώσει τις συνθήκες απογείωσης. Κι όμως, ο κόσμος αλλάζει, το κομμάτι της πόλης που επιμένει στους ανοιχτούς ορίζοντες και αναζητεί λύσεις, επενδύει στις δυνάμεις του, σε δημιουργικές συνεργασίες και συνεχίζει την πορεία του στο μέλλον. Θα αναφερθώ για μια ακόμη φορά στις γειτονιές, όπου κάτοικοι ενώνονται για να αντιμε-

τωπίσουν κοινά προβλήματα, αλλά και για να βελτιώσουν την ποιότητα της ζωής τους με πολιτιστικές δραστηριότητες. Φωκίωνος Νέγρη και πλατεία Καλλιγά, οι κάτοικοι στου Ψυρρή και οι σύλλογοι των κατοίκων του ιστορικού Κέντρου είναι μερικοί από τους δυναμικούς υποστηρικτές του πνεύματος αλληλεγγύης και δημιουργικής δράσης. Παραμερίζουν τη μιζέρια εκείνης της νοοτροπίας που θέλει τους πολίτες νωθρά βρέφη ενός κράτους-τροφού ή ενός Δήμου-τροφού και αναζητούν τρόπους διαμόρφωσης δομών στην πόλη ή τη συμμετοχή στις ήδη υπάρχουσες, διακρίνοντας ευφυώς ότι η εποχή απαιτεί δράση αλλιώς τους προσπερνά. Αποδείχθηκε δύσκολο το σήκωμα από τον καναπέ και για πολλούς ακόμη παραμένει το καταφύγιοπαγίδα, αλλά έχει γίνει σε όλους νομίζω συνείδηση ότι κάθε όνειρο για να πραγματοποιηθεί πρέπει να γίνει κοινό και όταν γίνει, επιβάλλει την ανάγκη της δράσης. Κάπως έτσι αισθάνομαι τη φετινή χριστουγεννιάτικη πόλη, να γιορτάζει στους δρόμους που θα πλημμυρίσουν σύμφωνα με το πρόγραμμα του Δήμου της Αθήνας, μουσική και δρώμενα από το Σύνταγμα, την Κλαυθμώνος και την Ομόνοια μέχρι τις γειτονιές, όχι για να ξεχάσει την κρίση, αλλά για να αναδιοργανωθεί και να κάνει το επόμενο βήμα.


Ενα ένθετο για την urban culture σκηνή της Αθήνας, κάθε Δευτέρα και Παρασκευή στις 14:30 και στις 20:30 στην εκπομπή Lifεtime



Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.